Ισαάκ Μπαμπέλ, Το κόκκινο ιππικό (μετ. Βασίλης Πουλάκος), Το Βήμα-βιβλιοθήκη του κόσμου, 2010, σελ. 201
Το έργο το ήξερα σαν τίτλο, από τα χρόνια της δικτατορίας. Η Σοβιετική Ένωση ήταν για μας τότε η πατρίδα του σοσιαλισμού, ο μεγάλος πολέμιος των ΗΠΑ που είχαν βοηθήσει στην εγκαθίδρυση των πιο στυγνών δικτατοριών, ανάμεσα στις οποίες και εκείνη της χώρας μας. Η κατάπνιξη με τα τανκς της άνοιξης της Πράγας ξεχάστηκε γρήγορα, σημασία είχε ότι οι κομμουνιστές ήταν οι πιο ένθερμοι αντίπαλοι της χούντας.
Ήξερα λοιπόν το έργο από τότε, σαν τίτλο, χωρίς να έχει πέσει στα χέρια μου να το διαβάσω. Νόμιζα ότι αναφερόταν στα ηρωικά κατορθώματα του κόκκινου ιππικού που συνέτριψε τους αντεπαναστάτες. Έτσι η έκπληξή μου ήταν μεγάλη όταν ανακάλυψα ότι το βιβλίο αυτό δεν είναι μια εποποιία, αλλά μια σειρά διηγήματα που περιγράφουν τον πόλεμο σε όλη τη στυγνότητά του∙ όχι σαν καταγγελία, αλλά με ένα αποστασιοποιημένο νατουραλισμό. Τα γεγονότα, φαντάζομαι στο σύνολό τους, ήταν πραγματικά, και ο απρόσεκτος συγγραφέας δεν σκέφτηκε ούτε καν να κρύψει τα πραγματικά ονόματα, πράγμα που τον έβαλε σε μπελάδες αργότερα, όπως αναφέρει στην κατατοπιστική εισαγωγή του ο μεταφραστής. Καταδίκασε τις σταλινικές προγραφές το 1934. Το 1940 συλλαμβάνεται, καταδικάζεται με συνοπτικές διαδικασίες και εκτελείται. Θα αποκατασταθεί το 1954, ενώ το 1957 θα γίνει και η φιλολογική του αποκατάσταση με την έκδοση μιας συλλογής έργων του που προλόγισε ο Ηλίας Έρεμπουργκ.
Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου το διάβασα σταδιακά, κατά την εφημερία μου στο σχολείο. Έτσι έχω μια αμυδρή ανάμνηση των πρώτων διηγημάτων, θυμάμαι μόνο την γενική ατμόσφαιρά τους. Στη μνήμη μου όμως έχει μείνει το τέλος ενός από τα διηγήματα. «-Τον καθαρίσατε λοιπόν το γέρο;-Την κάναμε την αμαρτία».
Ένα χαρακτηριστικό διήγημα είναι «Ο ίλαρχος Τρουνόφ», καθώς δείχνει την αγριότητα και τον ηρωισμό στο ίδιο πρόσωπο. Ο ίλαρχος Τρουνόφ σκοτώνει εν ψυχρώ δυο αιχμαλώτους, και κάθεται να αντιμετωπίσει τα αεροπλάνα του εχθρού ενώ οι σύντροφοί του το έχουν σκάσει στο δάσος, για να βρει έναν αναπόφευκτο θάνατο.
Αντιγράφω και δυο χαρακτηριστικά αποσπάσματα που υπογράμμισα:
«Γύρνα να δεις τις δυο κοπελιές που κάθονται τώρα και κλαίνε, αφού όλη νύχτα μαρτύρησαν στα χέρια μας. Γύρνα να δεις τις γυναίκες μας στα πλούσια σταροχώραφα του Κουμπάν, που δεν μπορούν πια δίχως άντρα, κι αυτούς τους άντρες που βιάζουν με βαριά καρδιά κάθε κορίτσι που βρίσκουν μπροστά τους… Κι εσένα δε σ’ αγγίξανε, κι ας έπρεπε μόνο εσένα να χαλάσουνε, βρομιάρα! Γύρνα να δεις τη Ρωσία, που την πλακώνει ο πόνος» (σελ. 107) και
«Αγωνιστές από άλλες μονάδες συνάντησαν τον Αφόνκα καμιά δεκαριά βέρστια μακριά απ’ τις θέσεις μας. Έστηνε καρτέρια, παραμονεύοντας Πολωνούς καβαλάρηδες που είχαν μείνει πίσω, ή ερευνούσε τα δάση ψάχνοντας κοπάδια που είχαν κρύψει οι χωριάτες. Έκαιγε τα χωριά και τουφέκιζε Πολωνούς προύχοντες για απόκρυψη αλόγων. Οι αντίλαλοι αυτής της μανιασμένης μοναχικής μάχης, αντίλαλοι μοναχικού λύκου που ρίχνεται σ’ ατέλειωτο κοπάδι, έφταναν ως τ’ αυτιά μας» (σελ. 118).
Στο εγχειρίδιο της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας που διδάσκω σαν μάθημα επιλογής στη Β΄Λυκείου ανθολογείται και ένα διήγημα από τις «Ιστορίες της Οδησσού», σε μετάφραση Σπύρου Τσακνιά. Εδώ το ελαφρό χιούμορ που χρωμάτιζε κάποια από τα διηγήματα του «Κόκκινου ιππικού» γίνεται ξέφρενο. Μου άρεσε πάρα πολύ, και θα ψάξω να βρω και τις «Ιστορίες της Οδησσού». Ελπίζω να τις βρω. Αν τις βρω, θα γράψω και γι αυτές.
No comments:
Post a Comment