Monday, April 18, 2016

Jia Zhang-ke (贾樟柯), Most of his movies



Jia Zhang-ke (贾樟柯, Most of his movies

O Σιαο Σαν γυρίζει σπίτι (Xiao shan hui jia 小山回 1995)

  Πρόκειται για μια ωριαία ταινία την οποία γύρισε ο Τζια Τζανγκέ όταν ήταν φοιτητής στη Ακαδημία Κινηματογράφου του Πεκίνου.
Ένας φουκαράς φοιτητής θέλει να γυρίσει σπίτι του για την κινέζικη πρωτοχρονιά, αλλά συμβαίνουν ένα σωρό επεισόδια που τον καθυστερούν. Τσακώνεται με μια φίλη του, η οποία θα πάει στη Σαγκάη. Παρακολουθεί μια φοιτητική εκδήλωση με ποιήματα και χορό. Μπεκροπίνει με φίλους. Την πέφτει σε μια κοπέλα (την κοπέλα του;) πάνω στον καναπέ. Αυτή δεν έχει διάθεση, τον απωθεί.  Αφηγηματικό κενό, δεν ξέρουμε αν την κατάφερε. Στην επόμενη σκηνή τους βλέπουμε σε ένα ποδήλατο, αυτή καθισμένη στη σωλήνα μπροστά στο τιμόνι. Τρώει με ένα φίλο του σε ένα φαστφουντάδικο. Ο φίλος του φεύγει. Ξαφνικά ακούει φωνές. Ο φίλος του έχει τσακωθεί με κάποιον και είναι πεσμένος κάτω. Στην επόμενη σκηνή τους βλέπουμε στο τραίνο, με το φίλο του μαντιλοδεμένο.
Τηλεφωνεί στον (ίδιο;) φίλο του. Είχαν δώσει ραντεβού και τον έχει στήσει. Δεν είναι εκεί. Στην τελευταία σκηνή τον βλέπουμε να κουρεύει τη μαλλούρα του σε έναν υπαίθριο κουρέα.
Μήπως για να παρουσιαστεί κόσμια στους δικούς του την πρωτοχρονιά;
Θυμάμαι το φίλο μου το Θόδωρα, πρωτοετής φοιτητής, που δεν είχε αυτή την προνοητικότητα όταν κατέβηκε στο χωριό για τις διακοπές των Χριστουγέννων. Ο πατέρας του δεν τον γνώρισε. Ή μήπως προσποιήθηκε ότι δεν τον γνώρισε; Δεν μπορείς ποτέ να είσαι σίγουρος.
Η ταινία έχει δυο πρωτότυπα στοιχεία: είναι υποτιτλισμένη, όπως βλέπουμε συχνά ταινίες για άτομα που έχουν πρόβλημα στην ακοή, και έχει αφηγηματικές λεζάντες, όπως στον βουβό κινηματογράφο, που ενώνουν ή τοποθετούν τα επεισόδια.
Η ταινία αυτή δίνει το στίγμα της θεματικής του Τζια Τζανγκέ: επεισόδια που εικονογραφούν τη σύγχρονη πραγματικότητα, συνδεμένα με ένα προσχηματικό στόρι.

Ο πορτοφολάς (Xiao wu, , 1997)

Έχω ήδη αναρτήσει για την ταινία, εδώ, το 2007.  Όμως τώρα πια λέω να επικολλώ τα κείμενα των αναρτήσεων.

Να διαφημίσουμε στους επισκέπτες του blog το αφιέρωμα της Κινηματογραφικής Λέσχης στον Jia Zhang Ke (Τζια Τζανγκ Κε), κινέζο σκηνοθέτη. Το πρώτο έργο που είδαμε, «Ο πορτοφολάς Σιάο Γου» (xiao wu, λογοπαίγνιο με το xiao tour, που σημαίνει κλέφτης) μας άρεσε πάρα πολύ. Χαμηλού προϋπολογισμού, ανήκει και αυτό στην μεγάλη θεματική κατηγορία της «παριολατρείας», της λατρείας των παριών, με έργα όπου πρωταγωνιστούν περιθωριακοί. Νεορεαλιστικό, αποστασιοποιημένο, δεν διεκτραγωδεί αλλά φωτογραφίζει τη ζωή ενός νεαρού πορτοφολά, που σταδιακά τον εγκαταλείπουν όλοι: ο φίλος του, η φίλη του, η οικογένειά του. Σε προηγούμενο post έγραψα ότι ακόμη και αν κάποια από τα έργα του μη αγγλοσαξωνικού σινεμά που μου αρέσει να βλέπω δεν είναι και τόσο αξιόλογα, έχουν ενδιαφέρον ανθρωπολογικό. Στην αριστουργηματική σκηνή του τέλους βλέπουμε τον αστυνομικό να αφήνει τον ήρωα δεμένο με τις χειροπέδες σε μια κολώνα για να πεταχτεί για λίγο κάπου. Ένα πλήθος κόσμου μαζεύεται και τον παρατηρεί σαν αξιοθέατο. Φαντάζεστε να γινόταν κάτι τέτοιο στην Ελλάδα; Αυτή και την άλλη Παρασκευή θα έχουμε δυο ακόμη έργα. Μην τα χάσετε.

Η πλατφόρμα (Zhan tai, ,2000)

  Και γι’ αυτή την ταινία αναρτήσαμε, εδώ.

Έχω δει πολλές ταινίες από την τελευταία μου ανάρτηση για ταινία. Δεν ξέρω γιατί, δεν έχω πια όρεξη να γράφω για ταινίες, ίσως και να γράφω γενικώς. Για παράδειγμα δεν έγραψα για το «Γυναίκες δίχως άνδρες» της Shirin Neshat, ένα πραγματικά υπέροχο φιλμ από μια ακόμη ιρανή φεμινίστρια σκηνοθέτη (νομίζω ότι όλες οι μουσουλμάνες γυναίκες σκηνοθέτες είναι φεμινίστριες), εικαστική και πεσιμίστρια, αφού το έργο τελειώνει με μια αυτοκτονία. Εδώ αυτό που με παρότρυνε να γράψω για την ταινία του Jia Zhang Ke είναι ένας συγκριτολογικός συνειρμός: Θυμήθηκα αμέσως τον «Θίασο» του Αγγελόπουλου. Και εδώ το έργο αναφέρεται σε ένα περιπλανόμενο θίασο, στην αμέσως μετά Μάο εποχή. Ενώ όμως ο Αγγελόπουλος, τοποθετώντας τη δράση του έργου του στη δεκαετία του 40 αναφέρεται στους πολιτικούς κλυδωνισμούς της εποχής, εδώ ο Jia Zhang Ke μας παρουσιάζει ανθρώπινες καταστάσεις ανάμεσα στα μέλη του θιάσου. Έρωτες, τσακωμοί, ταπεινώσεις, αποχωρήσεις και επιστροφές, και μέσα από αυτούς μια εικόνα της σύγχρονης Κίνας, με τις ιδιωτικοποιήσεις και τη γρήγορη ανοικοδόμηση. Η κάμερά του βλέπει πολύ συχνά τους ήρωες από μακριά, η ακριβής αντίθεση του Μπέργκμαν που αγαπάει τα γκρο πλαν. Ίσως συμβολικά αναπαράγει, με τις μικρές φιγούρες των ηθοποιών στο βάθος, την περιθωριακή θέση που έχουν στην κινέζικη κοινωνία σαν μέλη ενός επαρχιακού περιοδεύοντος θιάσου. Ακόμη βρήκα ενδιαφέρουσα την demi off stage (δικός μου όρος, το off stage αναφέρεται στο θέατρο σε επεισόδια που γίνονται εκτός σκηνής και προσλαμβάνονται ακουστικά). Είναι σαν να «παρακατσεύει» (λέξη που είχα ξεχασμένη και την βρήκα πριν λίγες μέρες στο «Αναφορά στον Γκρέκο» του Καζαντζάκη) με την κάμερά του τους ήρωες, χωρίς να τολμά να τους πλησιάσει. Σε μια τέτοια σκηνή ακούμε τον τσακωμό πίσω από τη γωνιά ενός κτιρίου, και στη συνέχεια βλέπουμε τους ηθοποιούς να τρέχουν, καθώς τους καταδιώκουν. Σε μια άλλη σκηνή, πάλι πίσω από τη γωνιά ενός κτιρίου, μπαίνουν μπροστά στο φακό της μηχανής εναλλάξ ο άνδρας και η γυναίκα. Ακόμη ο σκηνοθέτης επιμένει σε κάποια πλάνα, όχι βέβαια τόσο πολύ όσο ο Αγγελόπουλος, όπως για παράδειγμα στην τελική σκηνή που βλέπουμε τη γυναίκα να νανουρίζει το μωρό της για αρκετά λεπτά. Έργο χωρίς πλοκή και σασπένς, είναι «εικόνες από μια έκθεση» (μου αρέσει να χρησιμοποιώ μεταφορικά αυτό τον τίτλο ενός από τα πιο αγαπημένα μου έργα του Μουσόργκσκι), εικόνες από την κινέζικη επαρχία του ’80, δεκαετία με την οποία αρχίζουν οι ιδιωτικοποιήσεις και η ελεύθερη αγορά, με τις ταυτόχρονες δυτικές επιρροές.
10-10-2010

Πρωτόγνωρες απολαύσεις (ren xiao yao 任逍遥  2002)

Ο κινέζικος τίτλος νομίζω αντιστοιχεί στο δικό μας «Ελεύθεροι κι ωραίοι».
Και αυτό το έργο έχει υποτυπώδη πλοκή. Παρακολουθούμε καθημερινά επεισόδια από τη ζωή δυο νεαρών. Ο ένας, μαθαίνουμε στο τέλος, είναι μόλις 19 χρονών. Και ο φίλος του δεν φαίνεται μεγαλύτερος. Οι σχέσεις τους με δυο κοπέλες είναι προβληματικές.
Το ξεχωριστό ύφος του Τζιαν Τζανγκέ το βλέπουμε και εδώ: Ελάχιστος λόγος, πολλές σιωπές, σκηνές δεικτικές, όπως αυτές που ο ένας νεαρός οδηγεί με το μηχανάκι του, αρκετά μεγάλες σε διάρκεια. Οι νεαροί σιωπηλοί, κατηφείς, μελαγχολικοί, απελπισμένοι. «Δεν υπάρχει κανένα γαμημένο μέλλον», αποφαίνεται ένας απ’ αυτούς. «Πρέπει να μάθουμε να ζούμε μέρα με τη μέρα», λέει μια κοπέλα, για να σχολιάσει ο νεαρός «Μόνο αυτό μπορούμε να κάνουμε, να ζούμε μέρα με τη μέρα».
Όμως δεν είναι ζωή αυτή. Αποφασίζουν να ληστέψουν μια τράπεζα. Εντελώς ερασιτεχνική απόπειρα. Αυτός με τα δήθεν εκρηκτικά συλλαμβάνεται, ενώ ο άλλος φεύγει βιαστικά με το μηχανάκι του. Στο δρόμο μάλλον του τελειώνει η βενζίνα. Το παρατάει και φεύγει με οτοστόπ.
Σε μια σκηνή, εντελώς δεικτική, βλέπουμε τον νεαρό με το μηχανάκι να προσπαθεί να ανέβει μια ανηφόρα. Ντουμανιάζει η εξάτμιση, σβήνει συνεχώς, αλλά τελικά θα τα καταφέρει.
Και θυμήθηκα.
Είχα και εγώ ένα τέτοιο μηχανάκι, μια γιαμάχα πενηντάρα, που την αγόρασα το 1976. Δύσκολα τραβούσε στην ανηφόρα. Ήταν η τελευταία χρονιά που την είχα, το 2000. Μετά αναβαθμίστηκα, πήρα μια Kawasaki eliminator, διακοσοπενηντάρα. Σε τρία χρόνια αναβαθμίστηκα πάλι, με τη τετρακοσάρα Honda steed που έχω ακόμη.
Έχω μαζί μου το γιο μου, μόλις σχολάσαμε από το Βαρβάκειο. Ανεβαίνουμε μιαν ανηφόρα. Ένα σκυλί μας παίρνει από πίσω. Το μηχανάκι αγκομαχάει με το διπλό βάρος, πηγαίνει αργά, όμως το σκυλί δεν μας πλησιάζει πολύ. Ένα ντουμάνι καπνός που βγαίνει από την εξάτμιση το εμποδίζει. Μέχρι που φτάσαμε στο τέλος της ανηφόρας και κατηφορίσαμε μετά γρήγορα.
Ο γιος μου ακόμη λέει την ιστορία σκασμένος στα γέλια, με το σκυλί που δεν τολμούσε να μας πλησιάσει από τους καπνούς.

Ο κόσμος (Shi jie 2004)

Στην ταινία αυτή (που την είχα δει παλιά, προφανώς πριν το blog μου γιατί δεν είχα γράψει γι’ αυτήν) δεν παρακολουθούμε το θίασο στην περιπλανήσεις του, όπως στον «Πλατφόρμα», αλλά παρακολουθούμε το προσωπικό του πάρκου «Κόσμος», στις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ τους. Το πάρκο είναι πραγματικό, βρίσκεται στο Πεκίνο (μήπως θα πρέπει να αρχίσουμε κι εμείς να το λέμε Μπεητζίν όπως οι αγγλοσάξονες, που δεν χρησιμοποιούν πια τη λέξη Peking;) και μέσα σ’ αυτό υπάρχουν αξιοθέατα από όλο τον κόσμο, όπως ο πύργος του Άιφελ και ο κεκλιμένος πύργος της Πίζας, σε μέγεθος βέβαια μικρότερο από το κανονικό.
Σ’ αυτό δεν βλέπουμε τόσο επεισόδια όσο σχέσεις. Σε πρώτο πλάνο βρίσκεται η σχέση ανάμεσα στον Ταϊσένγκ και την Τάο. Ακολουθεί η σχέση της Γουέη και του Νιου. Επεισοδιακή, ο Νιου είναι ζηλιάρης. Κάποια στιγμή θα βάλει φωτιά στο σακάκι του, να αυτοπυρποληθεί. Η Γουέη το σβήνει. Θα παντρευτούν.
Υπάρχουν και οι οικογενειακές και οι φιλικές σχέσεις. Ο Ταϊσένγκ Θα βοηθήσει ένα φίλο από το χωριό. Αυτός θα βρει δουλειά στις οικοδομές. Ένας άλλος χωριανός τον οποίο έχει βοηθήσει θα κλέψει τις κοπέλες που δουλεύουν στο πάρκο. Όταν το μαθαίνει τον αρχίζει στα χαστούκια.  
Έρχονται και κάποιες ρωσίδες. Ο «πράκτοράς» τους θα τους κρατήσει τα διαβατήρια για να μην τα χάσουν. Θα τις σπρώξει σιγά σιγά στην πορνεία, υποπτευόμαστε. Την Άννα σίγουρα, η οποία έχει αναπτύξει μια φιλική σχέση με την Τάο. Θέλει να μαζέψει λεφτά να πάει να βρει την αδελφή της.
Υπάρχουν και επεισόδια «σπουδαία», σαν αυτά στις τραγωδίες. Είναι το ατύχημα του χωριανού, που έπεσε από την οικοδομή και σκοτώθηκε. Είναι το ατύχημα με τη διαρροή αερίου, που παραλίγο να στοιχίσει τη ζωή στον Ταϊσένγκ και την Τάο. Και φυσικά η δραματική χειρονομία της αυτοπυρπόλησης.
Τα ίδια εκφραστικά μέσα που είδαμε στις «Πρωτόγνωρες απολαύσεις» παρατηρούμε κι εδώ, αλλά πιο μετριασμένα. Και το σασπένς αρχίζει να προβάλει σιγά σιγά, σε ένα στόρι που δεν είναι πια τόσο προσχηματικό.

Ακίνητη ζωή (San xia hao ren, 三峡好2006)

(Το παρακάτω κείμενο το έχουμε ήδη αναρτήσει)
  Υπάρχει πρόοδος;
  Αυτό είναι ένα ερώτημα που με έχει απασχολήσει.
  Σίγουρα υπάρχει εξέλιξη, για τα είδη τουλάχιστον, όπως απέδειξε ο Δαρβίνος. Είναι όμως ταυτόσημη με την πρόοδο;
  Όταν σκέφτομαι τα κρεματόρια των ναζί, τη γενοκτονία των Αρμενίων (των Ποντίων ήταν μίνι), και πρόσφατα τις σφαγές στη Ρουάντα, είμαι σίγουρος ότι δεν υπάρχει πρόοδος όσον αφορά τoν ηθικό τομέα. Το είπε εξάλλου χρόνια τώρα ο Θουκυδίδης, η ανθρώπινη φύση παραμένει η ίδια, πάντα αρπακτική. Σε κάθε επόμενη έκδοση των windows όμως πείθομαι ότι υπάρχει τουλάχιστον τεχνολογική εξέλιξη.
  Τις σκέψεις αυτές μου ξαναέφερε στο μυαλό η θαυμάσια ταινία του Τζιά Τζανγκ Κε (Jia Zhang Ke), Still life στα αγγλικά, Ακίνητη Ζωή στα ελληνικά. Ο Γιάννης Μπακογιαννόπουλος σχολιάζει ότι μεταφράσαμε στα ελληνικά Ακίνητη ζωή  το Still lilfe που σημαίνει Νεκρή φύση (Nature morte). Ψάχνοντας στο google για να σιγουρευτώ για τους τίτλους βλέπω ότι ο κινέζικος τίτλος είναι εντελώς διαφορετικός: Sanxia haoren, κατά το Sichuan haoren (δεν έβαλε αυτό τον τίτλο ο Μπρεχτ, τον λέμε εμείς), Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν. Sanxia είναι η περιοχή «Τα τρία φαράγγια», όπου φτιάχτηκε το φράγμα. Ο πραγματικός τίτλος λοιπόν της ταινίας είναι Ο καλός άνθρωπος από το Σανχιά (το χια με κρητική προφορά, sh. Αυτό το x  στο λατινικό αλφάβητο pinyin που χρησιμοποιούν οι κινέζοι για την απόδοση της προφοράς έχει σακατέψει τις μεταφράσεις, καθώς οι μεταφραστές, από τα αγγλικά συνήθως, το αποδίδουν σαν Ξ.)
  Με φόντο λοιπόν την κατασκευή του γιγαντιαίου φράγματος στα «Τρία φαράγγια», που παρά τις αντιρρήσεις των οικολόγων θα αναπτύξει οικονομικά την περιοχή, βλέπουμε τους ανθρώπους να ταλανίζονται από τα προβλήματά τους. Υπάρχει το πρόβλημα του γενικού ξεσπιτωμού, οι ήρωές μας όμως έχουν άλλα προβλήματα. Ένας άνδρας ψάχνει μετά από δεκαέξι χρόνια την γυναίκα και την κόρη του. Την είχε περίπου «αγοράσει», όπως αγόραζαν τα κορίτσια σ’ αυτή την φτωχική περιοχή, όταν ήταν μικρούλα, και αυτή λίγο αργότερα τον εγκατέλειψε. Μια γυναίκα ψάχνει τον άντρα της που έχει διευθυντικό ρόλο στα έργα κατεδάφισης, που εδώ και δυο χρόνια την έχει παρατημένη στην επαρχία όπου ζούσαν, επικοινωνώντας ελάχιστα μαζί της. Το εφέ της έκπληξης έρχεται όταν μαθαίνουμε ότι τον ψάχνει για να του ζητήσει διαζύγιο, γιατί στο μεταξύ ερωτεύτηκε άλλον άντρα. Μια ομάδα εργατών κατεδάφισης πάει να σπάσει στο ξύλο μια άλλη ομάδα, και σε έναν άλλο ξυλοδαρμό σκοτώνεται ένας εργάτης. Οι φίλοι του βρίσκουν το πτώμα του κάτω από ένα σωρό τούβλα. Αυτά, με φόντο την κατασκευή του μεγάλου φράγματος.
  Είναι λοιπόν τα πάντα τόσο απογοητευτικά; Ο Jia Zhang Ke ισορροπεί τον πεσιμισμό του με μια νότα αισιοδοξίας στο τέλος του έργου. Ο άνδρας που έψαχνε την κόρη του τα ξαναβρίσκει με τη γυναίκα του, η οποία όλα αυτά τα χρόνια, όπως ομολογεί, δεν έζησε ευτυχισμένη. Όμως καθώς είναι «χρεωμένη» στο αφεντικό της για τα χρέη του αδελφού της, όπως η Glory στο Mad dog and Glory που ξαναείδα προχθές (το ξαναέπαιξε κάποιο κανάλι και το έγραψα, Uma Thurman και Ρόμπερτ ντε Νίρο, κάτι πρέπει να γράψω κάποτε για τους μοναξιασμένους -νεολογισμός της Μάρως Βαμβουνάκη που μου άρεσε- αντιήρωες του αμερικάνικου σινεμά), ο καλός άνθρωπος από το Σανχιά θα γυρίσει στην πατρίδα του να δουλέψει ένα χρόνο για να την ξεχρεώσει. Ο Ρόμπερτ ντε Νίρο είναι πιο ανυπόμονος, θα ψάξει για δανεικά, δεν καταφέρνει όμως να μαζέψει όλο το ποσό, και στο τέλος θα παλέψει με το αφεντικό της Glory για να την κρατήσει. Του είχε σώσει κάποτε τη ζωή, και αυτός, εξαντλημένος από το ξύλο, θα του την αφήσει μεγαλόψυχα. Του την είχε κάνει δώρο για μια βδομάδα, τώρα του την αφήνει για πάντα.
  Ακίνητα πλάνα, με τους ήρωες φειδωλούς στις κινήσεις τους να μιλούν με σύντομες φράσεις, ήταν ό,τι κι ό,τι για να ξαναθυμηθώ λίγο τα κινέζικά μου.
  Η ραδιοτηλεόραση δεν έγραφε για την ταινία. Απλά πήρα την απόφαση να γράφω την «Κινηματογραφική Λέσχη», την καλύτερη εκπομπή που υπάρχει για τον κινηματογράφο, με τις σύντομες αλλά εμπεριστατωμένες εισαγωγές του Γιάννη Μπακογιαννόπουλου, και όταν έβαλα το dvd για να το δω, με έκπληξη είδα ότι επρόκειτο για κινέζικη ταινία.
  Αγοράζω τη ραδιοτηλεόραση, και σε ένα χαρτί πρίντερ γράφω τι ενδιαφέρον υπάρχει, συνήθως έργα και κανένα ντοκιμαντέρ. Γι αυτή τη βδομάδα δεν βρήκα κυριολεκτικά τίποτα. Αύριο (δηλαδή σήμερα) έχει το κανάλι της Βουλής τους Λομβαρδούς του Βέρντι, που το έχω γράψει από παλιότερη μετάδοση. Έχω όμως μια dvd-θήκη των τύψεων, κατά το «ράφι των τύψεων» για τα αδιάβαστα βιβλία (το έγραψε νομίζω η Εαρινή Συμφωνία), με έργα που έχω γράψει και δεν έχω δει. Έχω να βγάλω τη βδομάδα.
Κυριακή 30-11-08

Ανατολή (Dong 2006)

Είναι το πρώτο του ντοκιμαντέρ, διάρκειας 66 λεπτών. Σ’ αυτό ο Τζια Τζανγκέ παρακολουθεί έναν ζωγράφο στη δουλειά του, αλλά και στον ελεύθερό του χρόνο. Τον βλέπουμε να ζωγραφίζει μια ομάδα εργατών στα Τρία Φαράγγια, και αργότερα κορίτσια στην Ταϊλάνδη. Οι αδρές πινελιές του με τις πλατιές χρωματικές επιφάνειες μου θύμισαν τους φωβ, και μάλιστα τον Γκωγκέν που κι αυτός ζωγράφιζε εξωτικές καλλονές. Φωτογραφίες των πινάκων του Ta matete και Vahine no te tiare είχα στους τοίχους στο φοιτητικό μου δωμάτιο.
Η κάμερα παράλληλα καταγράφει ό,τι εντυπωσιακό συναντά, όπως π.χ. ένα αμάξι που έχει πέσει μέσα σε ένα ποτάμι. Παρακολουθεί επίσης και μια όμορφη ταϊλανδέζα στη διαδρομή της.

Άχρηστο (wu yong  2007)

  Πρόκειται για ένα ντοκιμαντέρ πάνω στη βιομηχανία ρουχισμού. Ο Τζια Τζανγκέ παρακολουθεί τις εργάτριες ενός εργοστασίου, το νοσοκομείο της βιομηχανικής περιοχής, μια γυναίκα που σκέφτηκε να φτιάξει κινέζικη μάρκα ρούχων και της έδωσε το όνομα wu yong (είναι ντροπή τόσα επώνυμα ρούχα της Δύσης να φτιάχνονται στην Κίνα και να μην υπάρχει μια κινέζικη μάρκα, μας λέει),  ρούχα χειροποίητα και όχι βιομηχανικά, μια έκθεσή της στο Παρίσι, μια κοπτοραπτού με ένα πελάτη της,  και μια οικογενειακή συζήτηση στο εργαστήριό της. Ωραίο ντοκιμαντέρ.

Η ιστορία της πόλης 24 (er shi si cheng ji  二十四城2008)

  Ο Τζια Τζανγκέ έχει μαθητεύσει στο ντοκιμαντέρ, και έτσι έφτιαξε μια ταινία documentary-like. Όπως ο «Κόσμος» είχε σαν χώρο ένα πραγματικό πάρκο, έτσι και η «Ιστορία της πόλης 24» έχει σαν χώρο ένα συγκεκριμένο χώρο όπου παλιά υπήρχε ένα εργοστάσιο κατασκευής αεροπλάνων ενώ τώρα στη θέση του έχει ανεγερθεί ένα κτηριακό συγκρότημα. Παρακολουθεί την ιστορία του χώρου μέσα από συνεντεύξεις ανθρώπων που δούλευαν εκεί. Οι συνεντεύξεις μάλλον είναι πραγματικές, επεξεργασμένες φαντάζομαι για τις ανάγκες της ταινίας, στην οποία παίζουν πραγματικοί ηθοποιοί. Μέσα από τις συνεντεύξεις αυτές βλέπουμε τον αντίκτυπο των ιστορικών γεγονότων πάνω στις ζωές των απλών ατόμων. Κάποια επεισόδια από την αφήγησή τους είναι πραγματικά συναρπαστικά και συγκινητικά, όπως η μητέρα που έχασε το παιδί της μέσα στο πλήθος και η όμορφη που τελικά έμεινε μόνη στη ζωή.
  Βλέπουμε και τη σάτιρα. Μια χορωδία τραγουδάει τη διεθνή. Στην επόμενη σκηνή βλέπουμε ένα κτήριο που κατεδαφίζεται, ενώ εξακολουθεί να ακούγεται η διεθνής. Πρόκειται άραγε για μια μεταφορά, που αναφέρεται όμως όχι στην κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού αλλά στη μετατόπιση της κομμουνιστικής Κίνας προς μια καπιταλιστική οικονομία της αγοράς, έστω και ελεγχόμενης από το κομμουνιστικό κόμμα;
  Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί και εδώ λεζάντες, όπως στην πρώτη του ταινία «Ο Σιάο Σαν γυρίζει σπίτι». Εκεί διαβάζουμε, δυο φορές, στίχους του Yates, καθώς και το παρακάτω απόφθεγμα: Άνθρωποι οι οποίοι έχουν κάτι να κάνουν γερνάνε πιο αργά.
  Εγώ βλέπω ταινίες και διαβάζω βιβλία, και επίσης γράφω γι’ αυτά. Ελπίζω να γεράσω, και να γεράσω πιο αργά.

Έρωτας στο ποτάμι (he shang de aiqing 河上的 2008)

  Πόσο νοσταλγούν τους πρώην;
  Φαίνεται αρκετά. Η μία κοιμάται με τον άντρα της αλλά σκέφτεται τον άλλο. Αυτός δεν έπαψε να τη σκέφτεται αυτά τα δέκα χρόνια. Η άλλη; Έχει να κάνει έρωτα με τον άντρα της ένα χρόνο. Μήπως δεν μπορεί, ή μήπως δεν θέλει; Ή μήπως έχει φιλενάδα; Και ο άλλος; Κι αυτός με τη γυναίκα του έτσι κι έτσι. Αυτά τα εκμυστηρεύονται ο ένας στον άλλο σε ένα ποτάμι, που μοιάζει με κανάλι της Βενετίας. Το αν υπήρξε συνέχεια δεν θα το μάθουμε, σε μια ταινία μόλις 20 λεπτών.
  Έχει εξάλλου σημασία;

  Θαλασσινό ρομάντζο (hai shang chuan qi 海上 2010)

  Μετά τον «Έρωτα στο ποτάμι» ο Τζια Τζανγκέ μας δίνει το «Θαλασσινό ρομάντζο», που όμως δεν είναι ταινία μυθοπλασίας αλλά ντοκιμαντέρ (Ο αγγλικός τίτλος είναι I wish I knew, από ένα τραγούδι που ακούμε στην ταινία). Μέσα από την ιστορία της Σαγκάης αλλά και γενικότερα της Κίνας μας δίνει προσωπικές ιστορίες, ιστορίες συγκινητικές. Ιστορίες που τις αφηγούνται τα παιδιά, για γονείς που βρήκαν το θάνατο στα τραγικά γεγονότα της νεότερης ιστορίας τους. Ιδιαίτερα ήταν συγκινητική η ιστορία που αφηγήθηκε μια γυναίκα για τους γονείς της. Ο πατέρας της συνελήφθηκε το 1948 από τους εθνικιστές, που τότε κατείχαν την Σαγκάη. Ήταν κομμουνιστής. Καταδικάστηκε και εκτελέστηκε, τρεις βδομάδες πριν γεννηθεί η ίδια. Το μόνο που έχει από τον πατέρα της είναι φωτογραφίες του, πριν και μετά την εκτέλεση. Τις βλέπουμε αυτές της φωτογραφίες. Η μητέρα της ήθελε να αυτοκτονήσει. Ένας κομμουνιστής της είπε ότι τα παιδιά της (είχε και μια αδελφή) κουβαλάνε τα γονίδια του άντρα της, και πρέπει να ζήσει να τα μεγαλώσει. Έτσι την απέτρεψε.

A touch of sin (tian zhu ding 天注 2013)

«Θεϊκή καταδίκη» θα μεταφράζαμε ελεύθερα στα ελληνικά τον κινέζικο τίτλο.
Τέσσερις ιστορίες μας δίνει ο Τζια Τζανγκέ σ’ αυτή του την ταινία, τέσσερις πραγματικές ιστορίες που εικονογραφούν κάποιες καταστάσεις στη σύγχρονη Κίνα: τη διαφθορά με τις ιδιωτικοποιήσεις, την πορνεία, τις αυτοκτονίες εργαζομένων και την εγκληματικότητα. Ο Τζια Τζανγκέ περνάει σε όλο και πιο «σπουδαίες» ιστορίες, με την αριστοτελική σημασία του όρου, ιστορίες δηλαδή συναρπαστικές που καθηλώνουν τον θεατή. Η πρώτη, μια ιστορία εκδίκησης, πολύ μας άρεσε.

Πέρα από τα βουνά (shan he gu ren  山河故  2015)

(Έχουμε ήδη κάνει ανάρτηση για την ταινία. Αυτή αποτέλεσε το κίνητρο να δούμε και κάποιες ακόμη ταινίες του Τζια Τζανγκέ που δεν είχαμε δει).
Πριν ξεκινήσουμε, να πούμε ότι παίζεται τώρα στους κινηματογράφους. 
 Έχουμε παρουσιάσει ήδη τρεις ταινίες του Τζια Τζανγκ-Κε (Τζια το επώνυμο, Τζανγκ-κε το όνομα), την «Ακίνητη ζωή», τον «Πορτοφολά» και την «Πλατφόρμα».  Σειρά έχει σήμερα το «Πέρα από τα βουνά», τίτλος που του δώσαμε εμείς, «Mountains may depart», τίτλος που του έδωσαν οι αγγλόφωνοι, και 山河故(shan he gu ren), ο τίτλος που του έδωσε ο σκηνοθέτης, και που θα τον μεταφράζαμε, λίγο ελεύθερα, «Ο παλιόφιλός μου από το χωριό».
Δεν είχα φανταστεί ότι ο τίτλος αυτός είναι ειρωνικός. Ο «παλιόφιλος» έπιασε την καλή, ενώ ο φίλος του είναι εργάτης σε ορυχείο. Φλερτάρουν την ίδια κοπέλα, η οποία έχει κάτι σαν φαστφουντάδικο. Ο πλούσιος τη θέλει. Και για να κάνει τον άλλο πέρα αγοράζει το ανθρακωρυχείο όπου δουλεύει, πολύ φτηνά γιατί η τιμή του άνθρακα όλο και πέφτει, μόνο και μόνο για να του προτείνει να τον προωθήσει στη δουλειά, αλλά με ένα αντάλλαγμα: να κάνει πίσω με την κοπέλα, γιατί τη θέλει αυτός, αλλιώς να σηκωθεί να φύγει.
Εσείς στη θέση του τι θα κάνατε;
Ελπίζω ό,τι και αυτός: θα τα βροντούσατε.
Δεν κέρδισε τίποτα.
Η κοπέλα ποιον από τους δυο διάλεξε;
Εσείς οι γυναίκες που διαβάζετε αυτές τις γραμμές ποιον θα διαλέγατε;
Φυσικά τον πλούσιο.
Έτσι έκανε κι αυτή.
Αυτός, απογοητευμένος, πήρε των ομματιών του και έφυγε. Όχι, δεν είχε σκοπό να ξαναγυρίσει. Μάλιστα πέταξε τα κλειδιά του σπιτιού του στην ταράτσα.
Αλλά πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. Γι’ αυτήν, εννοούμε.
Και πηδάμε στο έτος 2014 (ήμασταν στο 1999).
Ο δικός της βρήκε άλλη γυναίκα και την παράτησε. Και ως πλούσιος, της πήρε και την επιμέλεια του παιδιού. Και το χειρότερο, ετοιμάζεται να τον πάρει και να πάνε στην Αυστραλία. Μάλλον οι δουλειές του δεν είναι και τόσο καθαρές, και θέλει να ξεφύγει. Όσο για το φίλο του, το βλέπουμε νιόπαντρο με ένα μωρό, όμως η δουλειά του κατέστρεψε τα πνευμόνια. Χρειάζονται λεφτά για την εγχείρηση και τις χημειοθεραπείες. Θα γυρίσουν στην πατρίδα. Και η γυναίκα του θα απευθυνθεί σ’ εκείνη τη φίλη που αγαπούσε (βρήκε την πρόσκληση γάμου που του έδωσε πάνω σ’ ένα τραπέζι). Θα της δώσει χρήματα. Μάλλον θα παίρνει μια καλή διατροφή.
Και πηδάμε σε ένα φανταστικό 2024, στην Αυστραλία. Ο γιος, τώρα παλικάρι.
Ο Τζια Τζανγκ-κε, γεννημένος το 1970, ανήκει στους σκηνοθέτες της λεγόμενης 6ης γενιάς. Έχουν περίπου την ίδια θεματική: τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Κίνα την εποχή της καπιταλιστικής της ανάπτυξης, έστω και με κομμουνιστική διαχείριση, και της παγκοσμιοποίησης, κυρίως στις ανθρώπινες σχέσεις. Πλουτισμός από τη μια μεριά και εξαθλίωση από την άλλη. Λατρεία του χρήματος, ξενικές επιρροές. Ο πλούσιος έφτασε στο σημείο να αλλάξει το όνομά του, το έκανε Peter. Ξέρω ότι πολλοί κινέζοι, δίπλα στο κινέζικο όνομά τους επιλέγουν και ένα δυτικό.
Μήπως κάνουν καλά;
Τη δασκάλα μου στον ελληνοκινεζικό σύνδεσμο την θυμάμαι με το δυτικό όνομά της, Helen, και όχι με το κινέζικο.
Ο γιος, αποκομμένος από τη μητέρα του με την οποία δεν είχε επικοινωνήσει όλα αυτά τα χρόνια, μάλλον δεν έχει ξεπεράσει το οιδιπόδειο σύμπλεγμα: τα φτιάχνει με τη δασκάλα του των αγγλικών. Σχεδόν ξεχνάει τη μητρική του γλώσσα. Για να κάνει μια σοβαρή συζήτηση με τον πατέρα του που δεν έμαθε και τόσο καλά αγγλικά (θέλει να εγκαταλείψει τις σπουδές του, πράγμα το οποίο αυτός δεν θέλει ούτε να το ακούσει) φωνάζει τη δασκάλα του για να κάνει το διερμηνέα.
Όμως το πιο συγκλονιστικό είναι το τέλος.
Η μητέρα του, μέσα σε ένα ερημικό τοπίο στο οποίο πέφτει χιόνι, χορεύει στον ξέφρενο ρυθμό ενός δυτικού τραγουδιού.
Μήπως βρίσκεται και ο Τζιαν Τζανγκ-κε στην αναζήτηση της κινεζικότητας, όπως εμείς της ελληνικότητας;
Καθόλου, την κινεζικότητα τη θεωρεί χαμένη. Η παγκοσμιοποίηση θα καταπιεί τα πάντα.
Η ιστορία είναι και εδώ το πρόσχημα για να μας παρουσιάσει ο σκηνοθέτης το φόντο. Ελάχιστο σασπένς υπάρχει. Δεν μπαίνει καν στον κόπο να μας πει τι έγινε με τον ανθρακωρύχο, παραβιάζοντας ένα βασικό αφηγηματικό κώδικα.
Το ύφος του Τζιαν Τζανγκ-κε μας είναι γνωστό και από τις ταινίες του που έχουμε δει μέχρι τώρα: αργοί ρυθμοί, αλλά όχι υπερβολικά όπως στις ταινίες του Αγγελόπουλου, μικροί διάλογοι, αλλά όχι η μούγκα που υπάρχει στον Αγγελόπουλο. Η κάμερα εστιάζει στα πρόσωπα, εκφραστικά των συναισθημάτων που νοιώθουν εκείνη τη στιγμή. Ακόμη και στους διαλόγους δεν δείχνει εναλλάξ τα άτομα που συνδιαλέγονται, παρά μόνο το πρόσωπο εκείνου που η συζήτηση τον αφορά περισσότερο, και συνήθως τον αναστατώνει.
Είχα σκοπό να ασχοληθώ με τους κινέζους πιο συστηματικά σε ένα project που αφήνω για αργότερα, την μελέτη του κινέζικου κινηματογράφου. Όμως καθώς η ταινία παίζεται τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές στους κινηματογράφους, και καθώς μου άρεσε πάρα πολύ, λέω να τον δω και αυτόν «πακέτο», δηλαδή να δω και όσες άλλες ταινίες του έχω, κάνοντας μια συνολική ανάρτηση. Εξάλλου ήδη το έχω κάνει σε τέσσερις ακόμη σκηνοθέτες. Αυτοί είναι οι Diao Yinan, Li Yang , Zhang Yang και Lou Ye.
Είναι ένα έργο που δεν πρέπει να το χάσετε.

No comments:

Post a Comment