Thursday, December 19, 2019

Percy Adlon, Bagdad café (1987)


Percy Adlon, Bagdad café (1987)


  Είπαμε, η συνειρμική μου μνήμη λειτουργεί μια χαρά. Ο τίτλος της ταινίας του Adlon μου θύμισε μια άλλη ταινία, το «Border café», το «Καφενείο των συνόρων», του Ιρανού Kambuzia Partovi.
  Το μόνο κοινό σημείο που έχουν οι δυο ταινίες είναι ότι το café το λειτουργούν δυο γυναίκες. Όμως το ένα είναι στα σύνορα του Ιράν, το άλλο βρίσκεται κοντά στο Λας Βέγκας. Η μια γυναίκα είναι μαύρη, παντρεμένη, η άλλη λευκή, χήρα. Η χήρα είναι χωρίς παιδιά, η παντρεμένη με παιδιά και ένα εγγονάκι. Όμως καθώς είναι σπαστικιά, γεμάτη ξεσπάσματα θυμού, ο σύζυγός της την παρατάει από την αρχή της ταινίας. Αντιστικτικά, μια μεσόκοπη χοντρή Γερμανίδα θα παρατήσει τον άντρα της και θα καταλήξει στο café. H ταινία του Perrcy Adlon, που θεωρείται και η καλύτερη ταινία του, είναι κωμωδία, όχι όμως και η ιρανική.
  Γνωστό το μοτίβο, αν και συνήθως το βλέπουμε ανάμεσα σε άντρα και γυναίκα. Η μαύρη την βλέπει με καχυποψία από την πρώτη στιγμή, όμως μετά θα γίνουν κολλητές.
  Ένας μεσήλικας λευκός που ζει σε τροχόσπιτο δίπλα στο café, που απέναντί του είναι ένα μοτέλ που το λειτουργεί η μαύρη, ήταν παλιά σκηνογράφος στο Χόλυγουντ. Ένας νεαρός λευκός έρχεται να στήσει τη σκηνή του – ζητάει την άδεια από τη μαύρη, και αυτή περιέργως του τη δίνει – εκεί δίπλα. Παίζει συνέχεια με ένα μπούμερανγκ.
  Τρυφερή κωμωδία, με αγαπησιάρικες σκηνές ανάμεσα στα άτομα αυτά που ζουν στη μέση του πουθενά. Η λευκή θα λειτουργήσει σαν καταλύτης για τη μαύρη, θα της συμμαζέψει το café με αποτέλεσμα να συμμαζέψει κι αυτή τα νεύρα της. Μια bildungs ταινία, που όμως δεν είναι ενηλικίωσης αλλά ωρίμανσης χαρακτήρα, σαν τις «Χριστουγεννιάτικες ιστορίες» του Ντίκενς. Και βέβαια θα υπάρξει το χάπι εντ, με τον άντρα της μαύρης να επιστρέφει και να αγκαλιάζονται.
  Αλλά υπάρχει και δεύτερο χάπι εντ, το οποίο υποψιαζόμασταν. Ο σκηνογράφος θα προτείνει στην Γερμανίδα να τον παντρευτεί – για να μπορεί να μείνει στις ΗΠΑ, να βγάλει πράσινη κάρτα (αναβαθμίζει το μαγαζί με τα μαγικά της τρυκ). Την έχει ζωγραφίσει κιόλας, και ξέρουμε από τις πόζες της ότι τρέφει αισθήματα γι’ αυτόν. Όμως θα δεχθεί;
  Πολλές φορές έχω γράψει για το ανοικτό τέλος, κατά το οποίο η ταινία τελειώνει χωρίς να ξέρουμε τι θα συμβεί. Ποιον από τους δυο γονείς θα διαλέξει το κοριτσάκι στο «Ένας χωρισμός» του Ασγάρ Φαρχάντι;
  Η ταινία τελειώνει με το να δίνει αυτή την απάντηση η Γερμανίδα: «Να το συζητήσω με την Μπρέντα» (τη μαύρη).
  Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για το τι θα πει η Μπρέντα. Το ανοιχτό τέλος λοιπόν εδώ είναι κατά κάποιο τρόπο «ρητορικό».
  Το έχω ξαναγράψει, οι ταινίες και τα βιβλία που διαβάζω ακολουθούν το ένα το άλλο σαν τις μπίλιες του μπιλιάρδου, που η μια κτυπάει την άλλη. Η «μπίλια» που κτύπησε το «Bagdad café» ήταν η ταινία «Céleste», του ίδιου σκηνοθέτη. Η «μπίλια» που κτύπησε την «Céleste» ήταν το βιβλίο «Από τη μεριά του Προυστ» του Ρότζερ Σάτακ.  
  Και η μπίλια που κτύπησε το βιβλίο του Σάτακ;
  Εδώ δεν υπήρξε καμιά μπίλια, απλά σήκωσα τη στέκα και ανασκάλεψα το σωρό των αδιάβαστων βιβλίων που έχω στην Κρήτη.  
 
 

No comments:

Post a Comment