Μπάμπης Δερμιτζάκης

Book review, movie criticism

Monday, January 13, 2025

Sergio Leone, Για μια φούχτα δολάρια (A fistful of dollars, 1964)

 Sergio Leone, Για μια φούχτα δολάρια (A fistful of dollars, 1964)

 


  Εδώ και καιρό γράφω ότι το σενάριο είναι υποτιμημένο σε σχέση με τη σκηνοθεσία, και πριν λίγο καιρό συνειδητοποίησα ότι λέγοντας σενάριο εννοούσα το στόρι. Στην ανάρτησή μου για τον «Εμποράκο» του Ασγάρ Φαρχαντί έκανα απλώς μια νύξη για να μην κάνω σπόιλερ, αλλά σε άλλη ανάρτηση έγραψα ξεκάθαρα: Αν ήταν μια ταινία εκδίκησης δεν θα κέρδιζε το βραβείο. Τελικά ήταν μια ταινία συγχώρησης, συγχώρησε το βιαστή της γυναίκας του. Την πλοκή μπορείτε να τη διαβάσετε στη βικιπαίδεια.

  Την απόδειξη μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα της βικιπαίδειας.

  The film has been identified as an unofficial remake of the Akira Kurosawa film, Yojimbo (1961), which resulted in a successful lawsuit by Toho, Yojimbo's production company.[11] Kurosawa wrote to Leone directly, saying, "Signor Leone, I have just had the chance to see your film. It is a very fine film, but it is my film. Since Japan is a signatory of the Berne Convention on the international copyright, you must pay me." He and Toho received 15% of the film's revenue, and it is believed that Kurosawa earned more money from the financial settlement than he had made on his own film, Yojimbo.

  Μεταφράζω αυτό που έστειλε ο Κουροσάβα στον Λεόνε.

  «Κύριε Λεόνε, μόλις είχα την ευκαιρία να δω το έργο σας. Είναι ένα ωραίο έργο, αλλά είναι δικό μου. Και μια και η Ιαπωνία έχει υπογράψει τη συνθήκη της Βέρνης για το διεθνές copyright, πρέπει να με πληρώσετε».

  Η παραγωγός εταιρεία Toho πήρε το 15% των εισπράξεων, και ο Κουροσάβα κέρδισε απ’ αυτό περισσότερα χρήματα από ό,τι είχε κερδίσει από τον «Γιοτζίνμπο».

  Δεν ήταν ανάγκη να κλέψει το σενάριο ο Λεόνε, ήταν αρκετό να δει την ταινία και να γράψει σε λίγες γραμμές την πλοκή, δηλαδή το στόρι, και να τη δώσει στους σεναριογράφους του.

  Ο Κλιντ Ίστγουντ, ένας φτωχός και μόνος καουμπόι, ξεπέφτει σε μια πόλη την οποία έχουν μοιράσει δυο συμμορίες. Η μια διακινεί λαθραία ποτό, η άλλη λαθραία όπλα. Όμως, σε αντίθεση με τους τρεις στη «Dora-heita» (σενάριο Κουροσάβα) που τα είχαν βρει μεταξύ τους και είχαν μοιράσει ειρηνικά την πόλη, οι δυο αυτές συμμορίες βρίσκονται σε σύγκρουση. Ο Κλιντ Ίστγουντ θα τους ξεγελάσει πηγαίνοντας πότε με τον ένα και πότε με τον άλλο, κερδίζοντας λεφτά και από τους δυο. Από την υπόθεση του «Γιοτζίνμπο» o Leone πήρε επίσης το επεισόδιο που σώζει τη γυναίκα, το επεισόδιο που τον συλλαμβάνει η μια συμμορία και τον βασανίζει, σίγουρα και άλλα για τα οποία δεν είμαι σίγουρος. Το τέλος είναι το γνωστό: και οι δυο συμμορίες εξοντώθηκαν.

  Κωμική νότα στην ταινία δίνει ο νεκροθάφτης.

  Η βαθμολογία της είναι 7,9.

  Είναι η πρώτη μιας τριλογίας που ξέχασα πώς τη λένε, και που απογείωσε την καριέρα του Κλιντ Ίστγουντ που εμφανίζεται εδώ για πρώτη φορά σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι άλλες δυο είναι «For a few dollars more» και «Ο καλός, ο κακός και ο άσχημος», η πιο διάσημη, την οποία έχω ήδη δει, όμως θα τις αναρτήσω με τη σειρά. 

Robert Aldrich, Τα δώδεκα καθάρματα (The dirty dozen, 1967)

 Robert Aldrich, Τα δώδεκα καθάρματα (The dirty dozen, 1967)

 


  Περνάω μια φάση που θέλω να βλέπω ταινίες, για την ακρίβεια να ξαναβλέπω ταινίες που είχα δει στα νιάτα μου και που υπήρξαν μεγάλες επιτυχίες. Βλέποντας το remake των «Επτά σαμουράι» του Fuqua, ο οποίος δείχνει το παρελθόν κάποιων από τους πιστολέρο, κανονικά καθάρματα, κάτι που απόφυγε να κάνει ο Sturges στο δικό του remake, μου ήλθε στο νου η ταινία «Τα δώδεκα καθάρματα» και είπα να την ξαναδώ.

  Καταδικασμένοι, άλλοι σε θάνατο, άλλοι σε ισόβια, ελάχιστοι σε είκοσι χρόνια φυλακή, θα επιλεχτούν, εφόσον βέβαια θέλουν, να αναλάβουν μια επικίνδυνοι αποστολή με κέρδος να τους μειωθεί ή να τους χαριστεί η ποινή, ανάλογα.

  Και ποια είναι αυτή η αποστολή;

  Να πέσουν με αλεξίπτωτα στα μετόπισθεν των Γερμανών, και να σκοτώσουν όλους τους αξιωματικούς που θα βρίσκονται σε ένα θέρετρο, κάτι που θα έχει μεγάλη επίπτωση στο ηθικό τους. Βρισκόμαστε στις παραμονές της απόβασης στη Νορμανδία.

  Ο Λη Μάρβιν θα αναλάβει να τους εκπαιδεύσει.

  Ταγματάρχης, είναι από τους παρεκκλίνοντες, όπως βλέπουμε συχνά να είναι οι ήρωες τέτοιων ταινιών. Οι συνάδελφοί του δεν τον συμπαθούν ιδιαίτερα.

  Ανάμεσα στα δώδεκα καθάρματα θα είναι και δυο έλληνες, ο Τζων Κασσαβέτης και ο Τέλης Σαββάλας. Μάλιστα θα αναφερθούν στον ένα από τους δυο, δεν θυμάμαι ποιο, σαν τον έλληνα.

  Ανάμεσα στους άλλους είναι ο Τσαρλς Μπρόνσον, ο Ντόναλντ Σάδερλαντ με αυτό το χαρακτηριστικό χαμόγελο, πριν το «ΜΑSH» (Και αυτή την ταινία πρέπει να την ξαναδώ) και ο Trini Lopez. Οι της γενιάς μου θα θυμούνται το τραγούδι του «If I had a hammer».

  H αποστολή κινδύνεψε να ακυρωθεί. Ο αξιωματικούς του κέντρου εκπαιδεύσεως αλεξιπτωτιστών έμαθε για τις κοπέλες που έφερε ο Λη Μάρβιν στο κατάλυμά τους με το τέλος της αποφοίτησής τους. Υποστηρίζει ότι οι άντρες αυτοί δεν είναι ικανοί να φέρουν σε πέρας την αποστολή.

  Να τους δοκιμάσουν.

  Σε μια άσκηση, να καταλάβουν το στρατηγείο του εχθρού.

  Απολαυστικό το επεισόδιο με την άσκηση αυτή, με τους παρατηρητές αξιωματικούς να το διασκεδάζουν βλέποντας τους επιδέξιους χειρισμούς των ανδρών του Μάρβιν.

  Έφεραν σε πέρας την αποστολή, αλλά υπήρξαν θύματα ανάμεσά τους.

  Ακυρώθηκε η ποινή τους, ενώ στους επιζήσαντες όχι μόνο χαρίστηκε η ποινή αλλά αποκαταστάθηκαν και στον βαθμό τους, ώστε να πολεμήσουν τους γερμανούς.  

  Εξαιρετική ταινία, 7,7 η βαθμολογία της.

Antoine Fuqua, Και οι επτά ήσαν υπέροχοι (2016)

 Antoine Fuqua, Και οι επτά ήσαν υπέροχοι (2016)

 


  Πρόκειται για τo δεύτερο remake των «Επτά σαμουράι», το οποίο είδα για πρώτη φορά. Το πρώτο ήταν του John Sturges.

  Ο χρόνος είναι ο ίδιος (νομίζω 1879), και ο χώρος κάπου στα σύνορα με το Μεξικό.

  O Μπογκ ζητάει να αγοράσει την περιοχή αποζημιώνοντας τους αγρότες για τα κτήματά τους μόνο στο ένα τρίτο της αξίας τους. Κουβαλάει ένα σωρό μπράβους πίσω του.

  Κάποιος του φέρνει αντίρρηση.

  Το πυροβολεί και τον σκοτώνει.

  Μοιραίο λάθος.

  Η γυναίκα του θα βρει τους δικούς της σαμουράι για να τον αντιμετωπίσουν.

  Κάποιοι είναι καθάρματα, όμως όχι όλοι. Ο Ντένζελ Ουάσινγκτον είναι διορισμένος ως διώκτης επικηρυγμένων. Στο τέλος μόνο θα δούμε ότι έχει προσωπικούς λογαριασμούς με τον Μπογκ, αξιωματικό των Νοτίων.

  Και εδώ έχουμε άφθονο πιστολίδι.

  Τι καινούριο έχει να προσφέρει η ταινία του Fuqua;

  Είναι διαφυλετική.

  Ο Ουάσινγκτον είναι μαύρος.

  Ένας είναι κινέζος

  Ένας άλλος είναι ινδιάνος. Θα τον δούμε να σκοτώνει τους μπράβους του Μπογκ με το τόξο του, και όταν του τελειώνουν τα βέλη θα πιάσει το πιστόλι. Αυτός θα σκοτώσει τον ινδιάνο μπράβο λέγοντάς του «Ντροπή σου», ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων, δεν είμαι σίγουρος.

  Οι υπόλοιποι είναι λευκοί. Ο ένας πολέμησε με τους Βόρειους και ο άλλος με τους Νότιους. Αυτός που πολέμησε με τους Βόρειους τον γλίτωσε από το ξύλο.

  Ένας από αυτούς είναι θρησκόληπτος.

  Και αυτό πολύ καλό remake.  

John Sturges, The magnificent seven (1960)

 John Sturges, The magnificent seven (1960)

 


  Και βέβαια έχω ξαναδεί αυτό το remake των «Επτά σαμουράι» του Κουροσάβα, αλλά πάνε χρόνια τώρα. Είπα θα το ξαναδώ με την ευκαιρία που είδα και όλες τις ταινίες που γυρίστηκαν από άλλους σκηνοθέτες σε σενάριο Κουροσάβα.

  Στις ταινίες αυτές δεν μπορώ να ξέρω τι παρεμβάσεις έκαναν στο αρχικό σενάριο του Κουροσάβα ο σκηνοθέτης που γύρισε την ταινία και ο σεναριογράφος του. Στο remake είναι πιο εύκολο να δεις τις διαφορές, με μια προϋπόθεση: ότι έχεις δει σχεδόν ταυτόχρονα την αρχική ταινία και το remake. Όμως τους «Επτά σαμουράι» τους ξαναείδα πριν τέσσερα χρόνια, και έτσι δεν μπορώ να είμαι σίγουρος για τις διαφορές.

  Οι επτά σαμουράι υπερασπίζονται το χωριό από τις επιθέσεις των ληστών, αυτός είναι ο σκελετός της πλοκής.

  Αυτή τη διαφορά όμως την επιβεβαίωσα: δεν πρόδωσαν οι χωρικοί τους επτά σαμουράι στους ληστές στην ταινία του Κουροσάβα. Ο Ελάι Γουόλας, ο «άσχημος» (θα ξαναδώ την ταινία), βλέποντας τους παράνομους σαν όμοιούς του, τους τη χαρίζει. Θα στείλει έναν δικό του να τους δώσει τα πιστόλια τους όταν έχουν απομακρυνθεί αρκετά από το χωριό. Ετοιμοθάνατος, δεν μπορεί να καταλάβει γιατί επέστρεψαν.

  Στην ταινία παρελαύνουν ινδάλματα των νεανικών μου χρόνων: Charles Bronson, Γιουλ Μπρίνερ, Στιβ Μακ Κουίν. Ο Charles Bronson μου άρεσε ιδιαίτερα, και πριν καμιά δεκαριά χρόνια είχα ξεκινήσει να τον βλέπω πακέτο, κάτι που έκανα μέχρι τότε μόνο για κάποιες όμορφες ηθοποιούς όπως η Laura Ramsey. Για τους σκηνοθέτες, δεν συζητάμε, έχω δει πάρα πολλούς πακέτο.

  Καθώς τα καουμπόικα ήταν αγαπημένο μου είδος, θα αρχίσω να ξαναβλέπω τα πιο διάσημα της εποχής, αυτά που θα έλθουν στην μνήμη μου.  

  7,7 η βαθμολογία της.

Saturday, January 11, 2025

Kon Ichikawa (σενάριο Κουροσάβα), Dora-heita (2000)

 Kon Ichikawa (σενάριο Κουροσάβα), Dora-heita (2000)

 


  Ο τίτλος της ταινίας είναι το όνομα του ήρωα.

  Το θέμα της είναι το ίδιο με το θέμα του «Yojimbo»: εκκαθάριση των παρανόμων.

  Υπάρχει όμως μεγάλη διαφορά στην πραγμάτευσή του.

  Στον «Γιοτζίμπο» (σωματοφύλακας), αυτός που αναλαμβάνει αυτό το έργο είναι ένας απλός σαμουράι. Εδώ είναι ο… ας τον πούμε ο δήμαρχος, διορισμένος από τον κυβερνήτη, για να ξεριζώσει τη διαφθορά από την πόλη.

  Εδώ δεν έχουμε δυο αντίπαλες συμμορίες, εδώ έχουμε τρεις επικεφαλής συμμοριών, που έχουν μοιράσει την πόλη. Ο ένας το λαθρεμπόριο, ο άλλος τα τυχερά παιχνίδια και ο άλλος τις γυναίκες. Ο νταϊμιό (άρχοντας του οίκου) με τους ακόλουθούς του κάνουν τα στραβά μάτια, με το αζημίωτο.  

  Αλλά δεν έρχονται σε άμεση επαφή με τους παράνομους, υπάρχει ο ενδιάμεσος κρίκος.

  Το εφέ έκπληξης:

  Ο σαμουράι που είχε δώσει κάθε αναγκαία πληροφορία στο δήμαρχο κλείνοντάς του έτσι τα μάτια, ήταν ο ενδιάμεσος ανάμεσα στους παράνομους και στον οίκο. Όταν το δήμαρχος του λέει ότι κατάλαβε τον ρόλο που παίζει, σαν γνήσιος σαμουράι θα κάνει χαρακίρι.

  Οι τρεις διεφθαρμένοι θα εξοριστούν με τις οικογένειές τους. Αν έχουν αντίρρηση, η άλλη επιλογή που έχουν είναι να διαπράξουν χαρακίρι. Όσο για τον άρχοντα του οίκου, θα αναγκαστεί να παραιτηθεί μαζί με τους ακόλουθούς του.

  Η ταινία μου θύμισε τον Διγενή: Στο έμπα χίλιους έκοψε, στο έβγα δυο χιλιάδες.

  Ήταν ρεαλιστικά απίθανο να ξεπαστρέψει τόσους πολλούς από τους άντρες της συμμορίας ενός από τους τρεις.

  Η ταινία έχει επίσης αρκετές χιουμοριστικές πινελιές, με πιο χαρακτηριστική εκείνη του τέλους: η γκέισα η οποία είναι ερωτευμένη μαζί του και ήλθε να τον πάρει πίσω στο Edo (η παλιά ονομασία του Τόκιο), τον καταδιώκει. Το ψωραλέο άλογο που αγόρασε για να της ξεφύγει δεν τρέχει καθόλου, αυτή βρίσκεται σε σταθερή απόσταση απ’ αυτό.

  Οι μόνες ταινίες που μας απομένουν είναι τα δυο remake των «Επτά σαμουράι».

  H προηγούμενη ταινία σε σενάριο Κουροσάβα που είδαμε ήταν το «Τραίνο της μεγάλης φυγής».

Friday, January 10, 2025

Andrei Konchalovsky (σενάριο Κουροσάβα), Το τραίνο της μεγάλης φυγής (The runaway train, 1985)

 Andrei Konchalovsky (σενάριο Κουροσάβα), Το τραίνο της μεγάλης φυγής (The runaway train, 1985)

 


  Το σενάριο θα το έλεγε κανείς και αμερικανιά. Το σενάριο το έγραψε ο Κουροσάβα σύμφωνα με τα γούστα του αμερικάνικου κοινού, όμως τελικά δεν τα βρήκε με τους παραγωγούς και την ταινία τη γύρισε ο Κοντσαλόφσκι.

  Ο γνωστός μας Κουροσάβα απουσιάζει. Οι δυο φυγάδες είναι κακοί. Ο Γιον Βόιτ όχι και τόσο, λήστευε τράπεζες, όμως ο νεαρός είχε καταδικαστεί για τον βιασμό μιας δεκαπεντάχρονης. Κάπως θα προσπαθήσει να τον καλλωπίσει ο Κοντσαλόφσκι στο τέλος, με την κοπέλα. Όσο για τον διευθυντή τον φυλακών, αυτός είναι χειρότερος, αλλά νομίζω ότι οι διευθυντές φυλακών σχεδόν πάντα παρουσιάζονται έτσι στις αμερικάνικες ταινίες.

  Ο οδηγός της αμαξοστοιχίας στην οποία έχουν επιβιβαστεί έπαθε καρδιακή προσβολή. Πρόλαβε και πήδηξε από αυτήν.

  Ακυβέρνητη η αμαξοστοιχία με τους δυο φυγάδες, είναι κίνδυνος θάνατος. Πρέπει να την σταματήσουν οπωσδήποτε, και βέβαια να δώσουν οδηγίες για αλλαγή της πορείας της, για να μην συγκρουστεί με άλλο τραίνο. Μετά θα εμφανιστεί η κοπέλα, κάτι σαν βοηθός του μηχανοδηγού. Θα τους δώσει χρήσιμες πληροφορίες.

  Ρεαλιστική απιθανότητα το να κατέβει με ανεμόσκαλα από το ελικόπτερο ο διευθυντής της φυλακής για να συλλάβει τους δραπέτες. Δίνει όμως το δραματικό τέλος της ταινίας. Ο Γιον Βόιτ τον εξουδετερώνει δένοντάς τον με τις χειροπέδες του, ενώ στη συνέχεια απελευθερώνει τα υπόλοιπα βαγόνια, σε ένα από τα οποία βρίσκεται ο νεαρός με την κοπέλα, η οποία τον έχει αγκαλιάσει γιατί, λέει, δεν θέλει να πεθάνει μόνη. Το δικό τους βαγόνι με τη μηχανή της αμαξοστοιχίας οδεύει σε ένα αδιέξοδο, εκεί το οδήγησαν οι χειριστές για να αποφύγουν συγκρούσεις με άλλες αμαξοστοιχίες, όπου οι δυο θανάσιμοι εχθροί θα βρουν τον θάνατο.

  Πολύ έξυπνα ο Κοντσαλόφσκι δεν παρουσιάζει τη συντριβή του.

  7,2 η βαθμολογία της ταινίας, η κύρια αρετή της είναι το διαρκές και έντονο σασπένς.

  H προηγούμενη ταινία σε σενάριο Κουροσάβα που είδαμε ήταν η «Last man standing»

   

Walter Hill (σενάριο Κουροσάβα), Last man standing (1996)

 Walter Hill (σενάριο Κουροσάβα), Last man standing (1996)

 


  Είναι το τρίτο remake ταινίας του Κουροσάβα μετά το «Outrage», remake του «Ρασομόν», και το «Sanshiro Sugata» που βλέπω συνεχόμενα. Και βέβαια θα ξαναδώ και το remake των «Επτά σαμουράι» του John Sturges και θα δω και το remake επίσης των «Επτά σαμουράι» του Antoine Fuqua που δεν το έχω δει.

  Το «Last standing man» είναι μεταφορά του «Yojibo».

  Στον «Yojibo» ο Τοσίρο Μιφούνε, αδέσποτος σαμουράι, έψαχνε αφεντικό. Εδώ ο Bruce Willis ψάχνει για χρήμα.

  Νομίζει ότι είναι ευκαιρία, εκμεταλλευόμενος την αντίθεση των δυο συμμοριών.

  Η πλοκή τοποθετείται νομίζω το 1882, στα σύνορα με το Μεξικό.

  «Ο φόβος μου είναι η κατάρα μου», δηλώνει η μεξικάνα μιγάς που θα την σώσει από τα χέρια της συμμορίας και θα την στείλει στο Μεξικό.

  «Γεννήθηκα χωρίς συνείδηση» είναι η κατάρα μου, λέει ο Bruce Willis.

  Που τελικά θα αποδειχθεί ότι έχει συνείδηση. Αργότερα θα δηλώσει: «Όλα ξεκίνησαν όταν ήθελα να βγάλω μόνο χρήματα. Κάπου στην πορεία όλα έγιναν προσωπικά.

  Εκτός από την μιγάδα μεξικάνα θα σώσει και μια άλλη γυναίκα, δίνοντάς της χρήματα και παραγγέλλοντας στον σερίφη να έχει το νου του, να πάρει το λεωφορείο.

  Τελικά έχει συνείδηση.

  Θα καταφέρει ώστε η μια συμμορία να εξοντώσει την άλλη, και μετά θα την εξοντώσει ο ίδιος.

  Στην ταινία πέφτει άφθονο πιστολίδι.

  Όπως και ο Τοσίρο Μιφούνε θα φύγει από την πόλη χωρίς να έχει βρει αφεντικό, έτσι και ο Bruce Willis θα φύγει από την πόλη, άφραγκος όπως ήλθε.

  Δηλαδή σχεδόν.

  Άρχισα να βλέπω με δυσπιστία την ταινία, ιδιαίτερα μετά τη δήλωση του Bruce Willis ότι είναι χωρίς συνείδηση, αλλά μετά μου άρεσε, παρά το ότι κάποια πράγματα μου φάνηκαν μπερδεμένα.

  Πάντως το μπόλικο πιστολίδι πολύ μου άρεσε.

  H προηγούμενη ταινία που είδαμε σε σενάριο Κουροσάβα ήταν η "Sanshiro Sugata"