Book review, movie criticism

Wednesday, April 30, 2025

Τάσεις της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας (από 2010 και μετά) Αυτό μου έβγαλε το chatgpt

 

Τάσεις της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας (από 2010 και μετά)

  1. Αναστοχαστική γραφή και αυτοβιογραφικά στοιχεία
    Πολλοί συγγραφείς (όπως η Έρση Σωτηροπούλου, η Αμάντα Μιχαλοπούλου ή ο Χρήστος Χρυσόπουλος) γράφουν έργα που ισορροπούν ανάμεσα στο αυτοβιογραφικό και το στοχαστικό. Η εσωτερική εμπειρία, οι ψυχικές διακυμάνσεις, και η γραφή ως πράξη γίνονται θέματα των ίδιων των βιβλίων.

  2. Μετα-λογοτεχνική και παιγνιώδης γραφή
    Κείμενα που «σχολιάζουν» το ίδιο το μέσο τους, με ειρωνεία, πειραματισμό και διακειμενικές αναφορές. Ο Δημήτρης Δημητριάδης ή ο Θωμάς Τσαλαπάτης, π.χ., χρησιμοποιούν τη γλώσσα ως εργαλείο φιλοσοφικού πειραματισμού.

  3. Η κρίση ως θεματική και αφηγηματικός πυρήνας
    Η οικονομική και κοινωνική κρίση της δεκαετίας του 2010 άφησε έντονο αποτύπωμα. Συγγραφείς όπως ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος, η Ιωάννα Μπουραζοπούλου, αλλά και νεότεροι, όπως ο Μιχάλης Μακρόπουλος, καταπιάνονται με την αποδόμηση της καθημερινότητας, της εργασίας, της ελπίδας.

  4. Διαπολιτισμικότητα και «μεικτές ταυτότητες»
    Νέες φωνές από τη δεύτερη γενιά μεταναστών, αλλά και έλληνες συγγραφείς που ζουν ή σπούδασαν στο εξωτερικό, εξερευνούν ζητήματα γλώσσας, ετερότητας και διαπολιτισμικής εμπειρίας. Ενδεικτικά: η Αργυρώ Μαντόγλου ή η Αλεξάνδρα Κ*.

  5. Μικροαφήγηση και αστική καθημερινότητα
    Το διήγημα ζει μια ιδιαίτερη άνθηση. Οι συλλογές μικρών κειμένων (π.χ. του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη ή της Λένας Κιτσοπούλου) αναδεικνύουν τον μικρό, καθημερινό άνθρωπο σε μια συχνά κυνική, ασφυκτική πραγματικότητα.

  6. Επιστημονική φαντασία, φανταστικό και είδη λόγου
    Ένα δυναμικό ρεύμα εξερευνά το φανταστικό, το δυστοπικό ή το speculative fiction, συνδέοντάς το με την ελληνική πραγματικότητα. Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου και ο Δημήτρης Σωτάκης είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα.

  7. Γυναικείες φωνές και ζητήματα φύλου
    Όλο και περισσότερες γυναίκες συγγραφείς φέρνουν στο προσκήνιο το σώμα, τη μητρότητα, τις έμφυλες ανισότητες. Η Μαρία Ξυλούρη, η Κατερίνα Ηλιοπούλου ή η Ζέφη Κόλια είναι μερικά ονόματα που ξεχωρίζουν.

Tuesday, April 29, 2025

Mohammad-Hossein Mahdavian, Standing in the mist (2015)

 Mohammad-Hossein Mahdavian, Standing in the mist (2015)

 


  Το «Στεκόμενος στην ομίχλη» αποτελεί μια βιογραφική ταινία, πολύ πρωτότυπη. Αποτελείται από δραματοποιημένες αφηγήσεις ατόμων που γνώρισαν τον Ahmad Motevaselian, ενός φρουρού της επανάστασης, καθώς και αποσπάσματα από μαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις του ή απλά όπου είχε καταγραφεί η φωνή του.

  Ξεχώρισα τρία κεντρικά σημεία στη βιογραφία του.

  Αμέσως μετά την επανάσταση στάλθηκε να καταπνίξει την εξέγερση των κούρδων. Οι κούρδοι είχαν εκκενώσει τις πόλεις που εγκατέλειψαν οι επαναστάτες, φοβούμενοι αντίποινα από τον ιρανικό στρατό. Όμως φέρθηκε με μεγάλο ανθρωπισμό στους εναπομείναντες κούρδους. Φρόντισε να προμηθευτούν τρόφιμα και να έχουν ιατρική φροντίδα.

  Το δεύτερο είναι η συμμετοχή του στον πόλεμο με το Ιράκ. Στάλθηκε στο μέτωπο, όπου στάθηκε ένας σκληρός εκπαιδευτής στους στρατιώτες-για το καλό τους. Μια σκληρή εκπαίδευση αύξανε τις πιθανότητες να επιβιώσουν.

  Το τρίτο μέρος αναφέρεται στην αποστολή του στο Λίβανο. Θα πήγαινε να βοηθήσει τους αδελφούς μουσουλμάνους που σφυροκοπούνταν από τους χριστιανούς, αλλά και από τους ισραηλινούς που είχαν προστρέξει προς βοήθειά τους.

  Στα γράμματα τέλους διαβάζουμε ότι απήχθηκε με τρεις άλλους συντρόφους του, από χριστιανούς με τη βοήθεια ισραηλινών. Από τότε χάθηκαν τα ίχνη τους. Αυτό, στις 5 Ιουλίου 1982. Πιο πριν «η σύντομη παραμονή τους στη Συρία ήταν η αρχή… για τους αντίπαλους του Ισλάμ στο Λίβανο.

  Εδώ πρέπει να συμπληρώσω:

  Η Χεζμπολάχ, οργάνωση υποστηριζόμενη από το Ιράν και τη Συρία, πολιτική και στρατιωτική που βρίσκεται στο Λίβανο, στεκόταν στο πλευρό των μουσουλμάνων.

  Στη Συρία όμως; Όλοι είναι μουσουλμάνοι.

  Είναι στο πλευρό του Άσαντ, ενάντια στο ISIS.

Friday, April 25, 2025

Ερρίκος Ανδρέου, Ένα νερό κυρά Βαγγελιώ (1959)

 Ερρίκος Ανδρέου, Ένα νερό κυρά Βαγγελιώ (1959)

 


  Και με το «Ένα νερό κυρά Βαγγελιώ» τελειώνουμε και με τις ταινίες φουστανέλας. Ξεκινήσαμε με την «Αστέρω», πριν πέντε χρόνια, και συνεχίσαμε τώρα με τις ταινίες «Τσακιτζής», «Γκόλφω» και «Κρυστάλλω», ταινίες που πρωτοείδα στον θερινό κινηματογράφο του χωριού μου, το σινέ-Αστέρια.

  Όλοι ξέρουμε το τραγούδι «Ένα νερό κυρά Βαγγελιώ», που χορεύεται σε καλαματιανό. Ο Φώτης Λιναράς που υπογράφει το σενάριο επινόησε μια ιστορία για το πώς προήλθε αυτό το τραγούδι.

  Η συνειρμική μου μνήμη πάλι:

  Το ίδιο βλέπουμε και στην τελευταία ταινία του Τζανγκ Γιμόου, «Full red river».

  Η Βαγγελιώ είναι φτωχιά. Τη φλερτάρει ένας φτωχός νεαρός. Της αρέσει.

  Τη ζητάει για γάμο ο πλούσιος τσέλιγκας. Δέχεται. Ο πατέρας όμως του τσέλιγκα, ένας στριμμένος, δεν συμφωνεί καθόλου μ’ αυτό το γάμο, με μια φτωχιά κοπέλα.

  Τη βραδιά του γάμου ο ηγούμενος του στέλνει μήνυμα, να μην κοιμηθεί με τη νύφη, και να πάει να τον βρει την επομένη το πρωί.

  Γιατί;

  -Η Βαγγελιώ είναι κόρη σου, του λέει.

  Δεν ήξερε ότι η φτωχιά κοπέλα που παράτησε, γιατί ο πατέρας του δεν ήθελε να την παντρευτεί, ήταν έγκυος.

  Δεν κατάλαβα, μάλλον πέθανε στη γέννα.

  Το παιδί το ανέθρεψε ο Παντελής Ζερβός, τον οποίο θεωρούσε πραγματικό της πατέρα.

  Δεν θα κοιμηθεί με τη νύφη, δεν θα της πει όμως το λόγο, κατά τη συμβουλή του γουμένου, για να μην την αναστατώσει.

  Ο πεθερός της συνέχεια της βάζει τις φωνές, παρά τις διαμαρτυρίες της γυναίκας του. Όταν αυτή πεθάνει, ο γέρος θα ξεσαλώσει.

  Και η Βαγγελιώ, μη αντέχοντας, θα φύγει, θα πάει στον πατέρα της (ζει σε άλλο χωριό).

  Αυτός της λέει να γυρίσει στον άντρα της.

  Αυτή αρνείται.

  Αυτός εξοργισμένος της λέει ότι δεν είναι ο πραγματικός πατέρας της και τη διώχνει από το σπίτι.

  Μεγάλο το σοκ.

  Παίρνει τα βουνά.

  Στο κατόπιν της ο άντρας της και ο πατέρας της, προφανώς μετανοιωμένος.

  Θα τη δούμε στην κορφή ενός βράχου.

  Δεν τη βλέπουμε να πέφτει στο γκρεμό, ο σκηνοθέτης το αφήνει να εννοηθεί.

  Έτσι έφυγε από τη ζωή και ο φίλος μου…

  Να μην πω το όνομά του.

  -Αυτοί οι ψυχίατροι θα σε τρελάνουν, του είπε ο παθολόγος, ένα στεντόν να παίρνεις και φτάνει.

  Σε δεκαπέντε μέρες φουντάρισε στον γκρεμό.

  Με πήρε τηλέφωνο η γυναίκα του για να με αποτελειώσει.

  Ήμουν στο υπουργείο παιδείας, είχα τα δικά μου προβλήματα. 

Κώστας Καραγιάννης, Ο δρόμος με τα κόκκινα φώτα (1963)

 Κώστας Καραγιάννης, Ο δρόμος με τα κόκκινα φώτα (1963)

 


  Και με το «Δρόμο με τα κόκκινα φώτα» τελειώνει η περιδιάβασή μας στα στενά της Τρούμπας. Προηγήθηκαν, πριν τέσσερα χρόνια, τα «Κόκκινα φανάρια» και ακολούθησαν «Η Αγνή του λιμανιού» και η «Λόλα», για τις οποίες ανάρτησα σήμερα.  

  Η Χριστίνα, γυναίκα που δουλεύει «Στο δρόμο με τα κόκκινα φώτα», δεν θα θυσιαστεί για τον αγαπημένο της όπως η Μαργαρίτα Γκοτιέ, ή αλλιώς «Η κυρία με τις καμέλιες», ή αλλιώς «Τραβιάτα», αλλά για το γιο της.

  Όχι, δεν σκότωσε αυτή το αφεντικό της, όμως δεν θέλει με τίποτα να μαθευτεί ποια είναι, δεν θέλει να το μάθει ο γιος της, τον οποίο έχει αναλάβει μια καλή γυναίκα να τον μεγαλώσει και να τον σπουδάσει.

  Αν ερχόταν στο δικαστήριο θα έπεφτε στα μαλακά.

  Αυτό θα της στοιχίσει 12 χρόνια φυλακή.

  Αργότερα θα ενοχοποιηθεί και για έναν ακόμη φόνο.

  Και πάλι δεν θέλει να αποκαλυφθεί, ο γιος της είναι αρραβωνιασμένος με μια κοπέλα της καλής κοινωνίας, πώς θα αντιδράσει αν μάθει ότι η μητέρα του αρραβωνιαστικού της ήταν πόρνη; Και προπαντός ο πατέρας της.

  Όχι, η κοπέλα αυτή αγαπά το γιο της (ο οποίος έχει μάθει στο μεταξύ για τη μητέρα του, και θα την υπερασπιστεί στο δικαστήριο, στην πρώτη του δίκη), εκείνος που θα αντιδράσει είναι ο πατέρας της.

  Και η ταινία εξελίσσεται σε crime.

  Με μυθιστορηματικό τρόπο η αγαπημένη του παγιδεύει την δολοφόνο, την ηχογραφεί, και καταθέτει στο δικαστήριο την ηχογραφημένη κασέτα.

  Ο πατέρας της δεν άντεξε, κόρη του είναι. Θα έλθει να συναντήσει τους νιόνυμφους στην τελευταία σκηνή.

Ντίνος Δημόπουλος, Λόλα (1964)

 Ντίνος Δημόπουλος, Λόλα (1964)

 


    Ας το πω από τώρα: την παράσταση την κλέβει η μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου. «Δεν έχει αρχή», που το τραγουδάει η Τζένη Καρέζη, που εμένα όμως με ξετρέλανε η οργανική μεταγραφή του σαν «Βαρκαρόλα», που αποτελεί τη μουσική επένδυση της ταινίας, καθώς και το «Του ήλιου σβήστηκε το φως» που τραγουδάει η Μοσχολιού.

  Η Λόλα, κορίτσι του Λιμανιού, είναι το κορίτσι του Άρη. Το αφεντικό, μαζί με κάποιους άλλους, θα κάνουν μια επιχείρηση λαθρεμπορίας. Θα στεφθεί με επιτυχία, όμως κάποιος θα καρφώσει τον Άρη. Δεν το ξέρει ότι πήγε καρφωτή η δουλειά, να πάρει όλη την ευθύνη πάνω του και θα βρεθεί στη φυλακή. Αργότερα θα μάθει ότι τον πρόδωσαν οι φίλοι του.

  Μήπως και η Λόλα;

  Όχι, αυτή όχι. Τον πρόδωσε το αφεντικό που είχε βάλει στο μάτι τη Λόλα και ήθελε να βγάλει από τη μέση τον Άρη.

  Όταν αποφυλακίζεται ο Άρης, στα τρία χρόνια αντί για έξι, λόγω καλής διαγωγής, το αφεντικό θα βάλει ένα μαχαιροβγάλτη να τον μαχαιρώσει.

  Θα δούμε μια μονομαχία με μαχαίρια. Ο μαχαιροβγάλτης, που τον εκτιμάει αλλά του λέει «Πολλά τα λεφτά Άρη», δεν θέλει να τον μαχαιρώσει πισώπλατα. Του δίνει ένα μαχαίρι να μονομαχήσουν.  

  Θα βγει νικημένος, όμως ο Άρης δεν θα τον σκοτώσει.

  Θα δούμε μια ακόμη μονομαχία, ανάμεσα στον Άρη και στο αφεντικό.

  Αυτές οι μονομαχίες με τα μαχαίρια μου θύμισαν την ταινία «Α grande arte» του Walter Salles.

  Το αφεντικό τελικά θα τον σκοτώσει ο Παντελής Ζερβός, σε μια εξαιρετική ερμηνεία, ο οποίος ήταν δεσμοφύλακάς του στη φυλακή, και όπως θα αποκαλυφθεί, στους θεατές πολύ πιο πρώτα, είναι ο πατέρας της Λόλας. Θα τον σκοτώσει, για να μη βρεθεί ο μελλοντικός γαμπρός του ή στο χώμα ή στη φυλακή.

  7,7 η βαθμολογία της. Πολύ καλή, μου είχε μείνει, από τότε που την πρωτοείδα στο σινε-Αστέρια, το θερινό σινεμά του χωριού μου.

Γιώργος Τζαβέλας, Η Αγνή του λιμανιού (1952)

 Γιώργος Τζαβέλλας, Η Αγνή του λιμανιού (1952)

 


  Είπαμε να πάρουμε βόλτα τα κινηματογραφικά στενά της Τρούμπας. Ήδη πήραμε το πρώτο στενό, πριν 4 χρόνια, με τα «Κόκκινα φανάρια».

  Ξεκινάει σαν εκδίκηση και τελειώνει σαν έρωτας.

  Ο καπετάν Γιακουμής δεν το παραδέχεται ότι είναι κόρη του η Αγνή, την οποία είχε κάνει με την Μαρία, μια γυναίκα του λιμανιού.

  Ας ζούσε την εποχή του Τσαουσέσκου στη Ρουμανία και σου έλεγα εγώ αν την αναγνώριζε ή όχι σαν κόρη του.

  «Ξένα παιδιά αναθρέφεις δικά σου δεν βλέπεις», θυμήθηκα τώρα, που είπε μια τσιγγάνα στον πατέρα μου. Αυτό βέβαια δεν μου το είπε ο πατέρας μου αλλά η μητέρα μου (Μα τι κάθομαι και θυμούμαι!!!).

  Ο καπετάν Γιακουμής παντρεύτηκε μια γυναίκα που είχε ήδη έναν γιο. Τον γιο αυτόν, τον Ανδρέα, θα τον φροντίσει σαν παιδί του. Ο Ανδρέας θέλει να γίνει και αυτός καπετάνιος, σαν τον πατέρα του.

  Η Αγνή θέλει να εκδικηθεί.

  Πώς;

  Θα κάνει τον Ανδρέα να την ερωτευθεί. Στόχο έχει να τον οδηγήσει στην καταστροφή.

  Πνίγεται στα χρέη.

  Για την Αγνή.

  Όταν η Αγνή του λέει να παίξει, μήπως και κερδίσει και ξεχρεώσει, τον έχει ήδη ερωτευθεί και αυτή.

  Όμως η μοίρα τους έπαιξε άσχημο παιχνίδι.

  Θα μπουκάρει η αστυνομία (το μπαρμπούτι είναι παράνομο) και θα κάνει τρεις μήνες φυλακή.

  Ο καπετάν Γιακουμής, παρόλο που η Αγνή έχει μια ελιά στην πλάτη της στο ίδιο σημείο που την έχει και αυτός, δεν πείθεται. Μπορεί να είναι σύμπτωση.

  Θα πεισθεί όμως όταν του πει ο παπάς για την εξομολόγηση της Μαρίας.

  Και έχουμε το happy end, το πιο συνηθισμένο end στις ελληνικές ταινίες.

  6,8 η βαθμολογία της.

Μανόλης Πρατικάκης, Σατόρι ή η στιγμή της φωτοσύνθεσης, Αρμός 2023, σελ. 100

 Μανόλης Πρατικάκης, Σατόρι ή η στιγμή της φωτοσύνθεσης, Αρμός 2023, σελ. 100

 


  Τον Μανόλη Πρατικάκη τον παρακολουθούμε από το πρώτο του κιόλας έργο. Η βιβλιοκριτικές μας για τα έργα του έχουν δημοσιευθεί σε ένα τόμο με τίτλο «Μανόλης Πρατικάκης: ο ποιητής, ο στοχαστής» (Ιεράπετρα 21ος αιών, 2018).

  Τι είναι το Σατόρι;

  Είναι ο ιαπωνικός βουδιστικός όρος για τη (στιγμιαία) φώτιση στον Βουδισμό Ζεν. Η κυριολεκτική σημασία της λέξης είναι «κατανόηση».

  Γιατί το Σατόρι.

  Ο Πρατικάκης έχει εντρυφήσει στην ανατολική φιλοσοφία. Μια από τις επιρροές του είναι και ο βουδισμός, όπως και του Καζαντζάκη άλλωστε, ο οποίος μάλιστα έγραψε και θεατρικό έργο με τίτλο «Βούδας».

  Το Σατόρι είναι ο κεντρικός άξονας της ποιητικής αυτής συλλογής, όμως εξακτινώνεται σε χώρο και χρόνο, αγκαλιάζοντας την αρχαιοελληνική φιλοσοφία (κεντρική θέση στη σκέψη του Πρατικάκη έχουν ο Ηράκλειτος και ο Εμπεδοκλής) και διατρέχοντας πανάρχαιους πολιτισμούς. Οι αμερικάνικοι προ-κολομβιανοί πολιτισμοί τον συγκινούν ιδιαίτερα.

  Οι μνήμες από την ιδιαίτερη πατρίδα του, το Μύρτος, με τη θάλασσα από τη μια μεριά και τα αγροκτήματα από την άλλη, μετουσιώνονται σε εξαιρετικές ποιητικές εικόνες, με μεταφορές ιδιαίτερα πρωτότυπες, εντελώς «ανοίκειες», όπως θα έλεγαν οι φορμαλιστές. Θα συναντήσουμε εικόνες του οργώματος, του αίγαγρου και του δέντρου, καθώς και μεταγραφές όπως αυτή των τελευταίων στιγμών του Σωκράτη.

  Αυτά όσον αφορά τη σκέψη.

  Όσον αφορά το ύφος, αποτελεί ένα μεταμοντέρνο παλίμψηστο. Ο ελεύθερος στίχος συγκατοικεί με τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, τόσο τον ομοιοκατάληκτο της μαντινάδας και των έργων της Κρητικής Αναγέννησης όσο και τον ανομοιοκατάληκτο του δημοτικού τραγουδιού. Ο στίχος συγκατοικεί με πεζόμορφα κείμενα που είναι εντελώς ποιητικά. Ένα ξεχωριστό, «πρατικάκειο» χαρακτηριστικό είναι η εσωτερική ομοιοκαταληξία σε ένα στίχο, που θα την συναντήσουμε πάρα πολλές φορές, και σε ολόκληρο το ποίημα «Ο δημιουργός Β».

  Αλλά να παραθέσουμε δείγματα γραφής.

  «Την ασάλευτη νύχτα που δεν ήμουν τ’ αναμμένα κεράκια: αυτά του σκοταδιού τα λουλούδια».

  Εξαιρετική μεταφορά, σε ένα πεζόμορφο κείμενο.

  «Η αποσπασματικότητα είναι η μόνη ακεραιότητα».

  Ο Πρατικάκης συνηθίζει αυτά τα οξύμωρα. Όπως και το παρακάτω:

  «Μόνο μέσα από την αναπηρία μπορούμε κάποτε

να ξαναβρούμε την αρτιμέλεια του Είναι μας».

  «Οι ακτήμονες ώρες τους ως πεινασμένα στρουθία τ’ ουρανού,

σε αθέριστα σπαρτά νοερά φτεροκοπούνε».

  Αθέριστα σπαρτά: οι μεταφορές και οι παρομοιώσεις του αντλούνται συχνά από εικόνες της παιδικής του ηλικίας στην γενέθλια γη όπως είπαμε.

  Το ποίημα «Των αγίων αστέγων» που δείχνει την ενσυναίσθηση του Μανόλη μου άρεσε ιδιαίτερα. Οι άστεγοι είναι σήμερα «της γης οι κολασμένοι», και όχι οι προλετάριοι όπως θέλει ο ύμνος της Πρώτης Διεθνούς, ούτε και οι αποικιοκρατούμενοι λαοί όπως λέει ο Φραντς Φανόν, αλλά οι άστεγοι και οι λαθρομετανάστες: «Πολύ συχνά οι άστεγοι στου σκοταδιού την παγωνιά ξυλιάζουν».

  Και πάλι μεταφορά εμπνευσμένη από παιδικές αναμνήσεις:

  «Κι όλα να τα σέρνουν των βοδιών οι ατμομηχανές. Χωρίς καύσιμα και χωρίς καυσαέρια».

  Και μια ακόμη ευφάνταστη μεταφορά:

  «Πουλιά πετούσαν πάνω απ’ τ’ αχνιστά χώματα και κάτω απ’ τα κινούμενα σκίνα τ’ ουρανού: τα σύννεφα».

  «Λες η γη είναι ερωμένη και μες σ’ όνειρο κλεμμένη.

Γονατίζω τη φιλώ. Σκύβω και την προσκυνώ.

Ρίχνω μέσα τον καρπό. Μα η κόρη δένει ανθό».

  Για την εσωτερική ομοιοκαταληξία που λέγαμε.

  Σταχυολογώ από το ποίημα «Του φτωχού το κελάρι».

  «Ό,τι περισσεύει από εσένα είναι κλεμμένο απ’ του φτωχού το κελάρι».

  «Είμαστε η αθλιότητα της απληστίας μας».

  «Είμαστε μονάχα αυτό που δίνουμε».

  «Κάθε προσπέρασμα χρονικό παράβολο στα δυστυχήματα».

  «Εκεί που σμίγουν τα βουνά με τα σύννεφα και τα πνεύματα θα συναντηθούμε».

  Θα ξαναχρησιμοποιήσει αυτή την εικόνα, εκεί που σμίγουν…

  «Δεν νογούν οι αχρείοι τούτοι δικαστές πως το κώνειο θα με κάμει αιώνιο. Πως η θανατική ποινή τους στην ουσία θα ’ναι μέγιστη ευεργεσία. Δεν νογούν πως τούτο το ηδύποτο είναι εντελώς ανείπωτο».

  Από τις τελευταίες στιγμές του Σωκράτη.

  «Οδυσσάμενος, με άφρακτο μάτι και αυτί· για τις σύγχρονες Σειρήνες. Ναι, αλλά μόνο έτσι θα σου ανοιχτούν τα πέλαγα».

  Οδυσσάμενος, ο Πρατικάκης λεξιπλάστης.

  «Αλλά να ξέρετε, είμαστε μονάχα εκείνο που προσφέρουμε».

Εδώ κολλάει και το «Κάνε καλό και ρίξε το στο γιαλό». Το έχω εισπράξει.

  Η αρχή του πεζόμορφου «Τα δέντρα»:

«Τ’ ανθισμένα δέντρα είναι τα πιο αυθεντικά ποιήματα που ξέρω. Οι σπόροι-λέξεις πέφτουνε στο χώμα. Πετούν βλαστούς-στίχους, όπου από κλαδάκι σε κλαδάκι πεταρίζουν τ’ ουρανού τα στρουθία».

  H παύλα αντιμεταθέτει αέναα το συγκρίνον (vehicle) και το συγκρινόμενο (tenor). Οι στίχοι είναι σαν βλαστοί ή οι βλαστοί είναι σαν στίχοι;

  Από το ίδιο ποίημα:

  «Όλη μέρα συνθέτουν και το βράδυ στέλνουν τα γραπτά τους στο παγκόσμιο τυπογραφείο· καθώς τα έχει συνενώσει η άχραντη φωτοσύνθεση».

  Εφέ της δισημίας, με τη φωτοσύνθεση με τις δυο της σημασίες.

  «Στου σγουρομάλλη έρωτα τα στρώματα είναι απών ο χρόνος».

Εγώ το έγραψα σε μαντινάδα: Να εμαρμάρωνε ο καιρός, να πέτρωνε ο χρόνος/ σφιχτά σαν σ’ έχω αγκαλιά και πια δεν νιώθω μόνος.

  «Αμίλητη κι αλάνθαστη και σεβαστή και αγία».

Όμορφη, πλούσια, κι άπαρτη, και σεβαστή κι αγία. Αυτός ο στίχος είναι από τους Ελεύθερους Πολιορκημένους του Σολωμού. Ο Πρατικάκης πολλές φορές έχει εκφράσει στην παρέα την αγάπη του για το Σολωμό. Η ενσωμάτωση αυτού του ημιστίχιου σε δικό του στίχο του προσδίδει μια διακειμενικότητα.

  Να πούμε εδώ, ότι στην Κίνα εθεωρείτο (ίσως και ακόμη) ποιητική δεξιότητα το να ενσωματώνει ένας ποιητής σε ποιήματά του στίχους διακεκριμένων ποιητών του παρελθόντος.

  Τη συλλογή κλείνουν τα εξαιρετικά «ΔΩΔΕΚΑ (πρατικάκεια) ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΟΥΜΕ ΤΟ ΤΑΟ. Θα παραθέσουμε τρία.

 1. Χαλιναγώγησε όλες τις φτηνές επιθυμίες κάθε που επισκέπτεσαι την εμποροπανήγυρη της ματαιοδοξίας. Πάτα τη ματαιοδοξία, όπως πατάμε με τη φτέρνα μας την οχιά. Πάτα την οχιά.

  4. Τι έχουμε δώσει; Χωρίς υπολογισμό για το τι θα εισπράξουμε από την κάθε μας προσφορά.

  5. Μόνο η έμπρακτη συμπόνια γι’ αυτόν που πράγματι υποφέρει είναι η δική μας αόρατη γιατρειά.

  Μου συμβαίνει με τον Μανόλη: κάθε επόμενη ποιητική του συλλογή μου αρέσει ακόμη περισσότερο από την προηγούμενη.

Thursday, April 24, 2025

Boris Lojkine, Το Παρίσι του Σουλεϊμάν (L'histoire de Souleymane, 2024)

 Boris Lojkine, Το Παρίσι του Σουλεϊμάν (L'histoire de Souleymane, 2024)

 


  Από σήμερα στους κινηματογράφους

  Της γης οι κολασμένοι, κατά την Πρώτη Διεθνή, είναι οι προλετάριοι. Κατά τον Franz Fanon, οι αποικιοκρατούμενοι λαοί. Κατ’ εμέ, οι λαθρομετανάστες, και κυρίως οι πόρνες. Αλλά πιο κολασμένοι είναι οι άστεγοι.

  Λαθρομετανάστης ο Σουλεϊμάν.

  Και επί πλέον άστεγος, κοιμάται σε δομή αστέγων.

  Μα γίνονται ντελίβερι με ποδήλατο;

  Φαίνεται πώς γίνονται στη Γαλλία.

  Και επίσης υπάρχει και νταβατζιλίκι στο ντελίβερι. Κάποιος έχει τον κωδικό ως ντελιβεράς, τον μεταβιβάζει σε άλλον ντελιβερά παίρνοντας μια προμήθεια, που αν κατάλαβα καλά μπορεί να είναι και τα μισά λεφτά.

  Σε ένα μεγάλο μέρος της ταινίας τον βλέπουμε να παραδίδει τις παραγγελίες.

  Προσπαθεί να βγάλει άδεια παραμονής.

  Οι διωκόμενοι πολιτικά την έχουν στο χέρι.

  Εκτός και υποπτευθεί η αρμόδια υπηρεσία ότι όλα αυτά είναι παραμύθια.

  Και στην περίπτωσή του είναι παραμύθια, το ξέρουμε από την αρχή.

  Το τέλος είναι όλη η ταινία.

  Μια εξομολόγηση εκ βαθέων.

  Που δεν θα την μαρτυρήσω.

  Είπαμε, είμαι σαν τον Ποκοπίκο, κρατάω μυστικά. Το μόνο που μπορώ να σας πω είναι ότι μου θύμισε δυο ταινίες (είπαμε, η συνειρμική μου μνήμη δουλεύει ακόμη μια χαρά).

  Η πρώτη: «Τα φαντάσματα του παρελθόντος» (εξακολουθεί να παίζεται στους κινηματογράφους». Ο Χαμίντ πετάγεται βιαστικά στη Βηρυτό να πάει φάρμακα στη μητέρα του.

  Η δεύτερη:

  «Ένας χωρισμός», του Ασγάρ Φαρχάντι.

  Πολύ καλή ταινία, το 7,7 της βαθμολογίας της τα λέει όλα.  

Monday, April 21, 2025

Βασίλης Γεωργιάδης, Κρυστάλλω (1959)

 

Βασίλης Γεωργιάδης, Κρυστάλλω (1959)

 


  Την «Κρυστάλλω» θα την πραγματευτώ συγκριτολογικά (είπαμε, ένας καναδός καθηγητής με χαρακτήρισε ιδιοσυγκρασιακά συγκριτολόγο) με την «Γκόλφω».

  Και εδώ βλέπουμε τον πλούσιο τσέλιγκα να διεκδικεί την φτωχιά αλλά όμορφη Κρυστάλλω.

  Και εδώ βλέπουμε το ειδύλλιο ανάμεσα στη φτωχή Κρυστάλλω και τον επίσης φτωχό Κώστα Κακαβά.

  Οι διαφορές:

  Μα πώς διάβολο δέχτηκε την πρόταση του τσέλιγκα, χωρίς να ρωτήσει την κόρη του; Τη θεωρούσε δεδομένη;

  Όμως εδώ είναι Ελλάδα, όσο και αν της βάζει τις φωνές, αυτή είναι ανένδοτη, δεν τον θέλει.

  Ο Φώσκολος που υπογράφει το σενάριο είναι πολύ επινοητικός. Η πλοκή είναι περί-πλοκη.

  Ο Κακαβάς λογομαχεί με τον πατέρα της Κρυστάλλως. Σηκώνεται και φεύγει, όμως είχε καταφτάσει ο τσέλιγκας και είχε δει τον διαπληκτισμό.

  Και τι μηχανεύεται;

  Σκοτώνει τον πατέρα της Κρυστάλλως με το μαχαίρι του. Με δεδομένο τον διαπληκτισμό του Κακαβά με τον πατέρα της Κρυστάλλως θα ενοχοποιηθεί ο Κακαβάς για τον φόνο.

  Ένας μουγκός θα τον δει. Και θα μαζέψει το μαχαίρι που πέταξε χάμω.

  Πράγματι ο Κακαβάς ενοχοποιείται, παρόλο που διακηρύσσει την αθωότητά του, και φυλακίζεται.

  Η Κρυστάλλω, πεπεισμένη για την ενοχή του αγαπημένου της και ζητώντας αποκούμπι, θα παντρευτεί τον τσέλιγκα.

  Όμως δεν τον αγαπά.

  Η φίλη της, που επισκέπτεται τον Κακαβά στη φυλακή, τη διαβεβαιώνει ότι ο Κακαβάς δεν σκότωσε, και ότι δεν έχει πάψει να την αγαπά.

  Ο Κακαβάς δραπετεύει.

  Η Κρυστάλλω θα τον περιθάλψει (τον βρίσκει λιπόθυμο) και θα τον κρύψει σε μια σπηλιά.

  Κάποια που αγαπά τον τσέλιγκα θα του πει ότι η γυναίκα του βρίσκεται με τον δραπέτη στη σπηλιά.

  Θα φωνάξει τους χωροφύλακες και θα πάνε να τον πιάσουν. Πιο πριν είχε πει στον αδελφό του να παραμονεύει σε ένα πέρασμα, το μοναδικό από το οποίο θα μπορούσε να ξεφύγει. Να τον πυροβολήσει.

  Τελικά, ενώ ο Κακαβάς έχει συλληφθεί και του έχουν δέσει τα χέρια με σκοινί (μάλλον δεν υπήρχαν χειροπέδες τότε), εμφανίζεται ο μουγγός και μαρτυρεί ποιος σκότωσε τον πατέρα της Κρυστάλλως, τους δίνει μάλιστα και το μαχαίρι που το κρατούσε πάνω του.

  Οι χωροφύλακες κυνηγούν τώρα τον τσέλιγκα.

  Ο οποίος προσπαθεί να διαφύγει, από το μοναδικό πέρασμα.

  Ο αδελφός του, νομίζοντας ότι είναι ο Κακαβάς, τον πυροβολεί.

  Και η μεγάλη διαφορά από την «Γκόλφω»: το happy end.

Ορέστης Λάσκος, Γκόλφω (1955)

 Ορέστης Λάσκος, Γκόλφω (1955)

 


  Η «Γκόλφω» πρέπει να είναι η πρώτη ταινία που είδα στο σινέ-Αστέρια, το θερινό κινηματογράφο του χωριού μου, που άρχισε να λειτουργεί, είμαι σχεδόν σίγουρος, το καλοκαίρι του 1958.

  Άλλος τη θέλει όμορφη, κι άλλος τη θέλει να ’χει

 και άλλος κλει τα μάτια του και παίρνει όποια του λάχει

  Όμως μόνο ο πρώτος στίχος μετράει εδώ.

  Ο Τάσος, γιος πλούσιου τσέλιγκα, τη θέλει όμορφη. Και η Γκόλφω είναι όμορφη. Δεν τον νοιάζει που είναι φτωχιά.

  Και η Σταυρούλα, κόρη πλούσιου τσέλιγκα, τον θέλει όμορφο, ας είναι και φτωχός.

  Φτωχός είναι ο Τάσος, όμως πολύ όμορφος.

  Έλα όμως που αυτός, εδώ και δυο χρόνια, είναι ερωτευμένος με την Γκόλφω; Όμως καθώς και οι δυο είναι φτωχοί, πώς να παντρευτούνε;

  Όμως η τύχη τους χαμογέλασε. Ο Τάσος έσωσε τη ζωή ενός αμερικάνου και αυτός τον γέμισε δολάρια. Τα δολάρια αυτά βέβαια δεν τον έκαναν πλούσιο, όμως ήσαν υπεραρκετά για να παντρευτεί την Γκόλφω.

  Πριν γράψω τις παρακάνω γραμμές θυμήθηκα (ευτυχώς η συνειρμική μου μνήμη, σε αντίθεση με την άλλη, λειτουργεί ακόμη κανονικά) τη φράση «Τα τάλαρα. Ανάθεμα τα τάλαρα», που επαναλαμβάνεται σαν Leitmotiv στο μυθιστόρημα «Η τιμή και το χρήμα» του Κωνσταντίνου Θεοτόκη.

  Ο Τάσος ταλαντεύεται ανάμεσα στην αγάπη και την τιμή από τη μια μεριά και το χρήμα από την άλλη.

  Θα προτιμήσει το χρήμα. Θα δεχτεί να παντρευτεί την Σταυρούλα.

  Της Γκόλφως στη σαλεύουν τα μυαλά.

  Όμως ο Τάσος αργότερα θα αλλάξει γνώμη.

  Δεν ήταν η τιμή, ήταν η αγάπη που τον λύγισε.

  Όμως είναι πια αργά.

  Η Γκόλφω έχει πιει φαρμάκι.

  Ανταλλάζουν λόγια συγνώμης και αγάπης.

  Όταν αυτή ξεψυχήσει αυτός θα τραβήξει το μαχαίρι του και θα το καρφώσει στην καρδιά του.

  Είναι η τελευταία σκηνή του έργου, που δεν έφυγε ποτέ από το μυαλό μου.

  Εξαιρετική η ερμηνεία της Αντιγόνης Βαλάκου. Στο έργο προσθέτουν βέβαια και οι στίχοι του Σπύρου Περεσιάδη, (τώρα μόλις βρήκα το κείμενο, θα το διαβάσω πριν αναρτήσω). Όμως για μένα την παράσταση την έκλεψε ο αμίμητος Μίμης Φωτόπουλος, ο πιο εξαιρετικός κατά τη γνώμη μου κωμικός ηθοποιός.

  Διάβασα και το έργο του Περεσιάδη. Θεατρικό έργο, έμπασε όλα τα επεισόδια στην ταινία του ο Λάσκος, όμως οι διάλογοι είναι κυρίως σε πεζό. Είδαμε και κάποιους στίχους που δεν ήταν κανονικοί ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι. Θα ενοχοποιήσουμε για κάποιους τον Περεσιάδη, που δεν φαίνεται να τον πολυένοιαζε, και για άλλους τον επιμελητή της έκδοσης. Είδαμε επίσης στο «λυρικό» μέρος, στα τραγούδια, μη δεκαπεντασύλλαβους στίχους, κυρίως σε αμφίβραχυ μέτρο. 

Claudia Llosa, Aloft (No llores vuela, 2014)

 Claudia Llosa, Aloft (No llores vuela, 2014)

 


  Και με το «Μη κλαις, πέτα», ή αν θέλετε τον αγγλικό τίτλο «Ψηλά» (στην ταινία μιλάνε αγγλικά), κλείνουμε με την Claudia Llosa. Την επόμενη ταινία της, «Distancia de rescate» που γυρίστηκε 7 χρόνια αργότερα δεν θα τη δούμε, για τον απλούστατο λόγο ότι έχει και τον χαρακτηρισμό horror. Και στα horror λέμε όχι.

  Ωραίο το σενάριο, αλλά η βαθμολογία της ταινίας, περιέργως, είναι χαμηλή, μόλις 5,3. Ίσως άρεσαν περισσότερο τα «εξωτικά» έργα της Λιόσα που παρουσιάσαμε και που έχουν μεγαλύτερη βαθμολογία, κοντά στο 7.

  Θα το γράψω μια και καλή.

  Κάποιες φορές βαριέμαι να παραθέτω συνδέσμους. Όποιος θέλει να δει ποια είναι αυτά τα έργα της Λιόσα και τι έγραψα γι’ αυτά, αλλά και για κάθε ταινία για την οποία δεν παραθέτω σύνδεσμο στις κριτικές μου και ενδιαφέρεστε γι’ αυτήν, ψάξτε τη στην ιστοσελίδα μου: https://babisdermitzakis.eu/movie%20criticism.html   

  Είναι και ένας άλλος λόγος που μου άρεσε η ταινία: έχει να κάνει με ένα θέμα που πραγματεύτηκα στο πρώτο μου βιβλίο «Παραψυχολογία, μύθος ή πραγματικότητα», τις παραψυχικές δυνάμεις.

  Υπάρχει ένας «θεραπευτής» που κατασκευάζει με κλαδιά κάτι σαν μεγάλα κλουβιά. Εκεί δέχεται τους ασθενείς. Η Νανά καταφεύγει σ’ αυτόν μήπως θεραπεύσει τον μικρό γιο της ο οποίος έχει όγκο στον εγκέφαλο, μη εγχειρήσιμο.

  Και θα καταλήξει να γίνει και αυτή θεραπεύτρια. Θεραπεύει τα πόδια ενός μικρού κοριτσιού.

  Να μη γράψω όλη την πλοκή, μπορείτε να τη διαβάσετε στο σύνδεσμο της βικιπαίδειας. Θα μιλήσω μόνο για το δράμα, ή μάλλον τα δράματα. Ή καλύτερα τις τραγωδίες.

  Ο άλλος της γιος, ο δεκάχρονος Ιβάν, θα επιχειρήσει να οδηγήσει το αυτοκίνητό τους. Θα το ρίξει μέσα σε μια παγωμένη λίμνη. Ο ίδιος θα σωθεί, όχι όμως και ο μικρός.

  Δεν του το συγχώρησε η μητέρα του. Τον εγκαταλείπει στον παππού του.

  Αποκτά φήμη σαν θεραπεύτρια. Ζει στις παγωμένες εσχατιές του Καναδά.

  Έχουν περάσει τριάντα χρόνια. Μια νεαρή δημοσιογράφος θέλει να πάρει συνέντευξη από τον Ιβάν.

  Θέλει να τον ρωτήσει για τη μητέρα του. Μάλιστα του δίνει μια δισκέτα με ένα βίντεο, στο οποίο την είχε βιντεοσκοπήσει κρυφά.

  Αρνείται, αλλά στο τέλος θα την ακολουθήσει στο ταξίδι της, να τη δει.

  Και θα αποκαλυφθεί ένα ακόμη δράμα: ο κύριος σκοπός της δεν ήταν η συνέντευξη, αλλά να την θεραπεύσει. Αν θυμάμαι καλά είχε καρκίνο.

  Συγκινητική η συνάντηση γιου και μητέρας, μετά από τόσα χρόνια.

  Αυτοί που θα γίνουν δεκτοί για θεραπεία, γίνονται δεκτοί με κλήρο, όπως γινόταν και με τον δάσκαλό της. Μια πέτρα είναι τυλιγμένη σε χαρτί. Θα το ανοίξουν.

  Πράσινη πέτρα, δεν επιλέγεται. Όμως ο Ιβάν της βάζει κρυφά στο χέρι την άσπρη πέτρα που του είχε δώσει η μητέρα του να της τη δώσει: γίνεται δεκτή.

  Μου άρεσε πολύ η ταινία, θα έλεγα περισσότερο από τις άλλες δυο που είδα, σίγουρα από την πρώτη.

Αναμνήσεις από την 21η Απριλίου 1967

 Αναμνήσεις από την 21η Απριλίου 1967

 

Δεν θυμάμαι να έχω καταγράψει αλλού αυτές τις αναμνήσεις μου. Ας τις καταγράψω εδώ.

Πήγαμε στο σχολείο, Παρασκευή πριν το Σάββατο του Λαζάρου (30 Απριλίου ήταν το Πάσχα). Είχε γίνει το πραξικόπημα, το σχολείο έπρεπε να παραμείνει κλειστό. Μαζευτήκαμε σαν σε παρέλαση και γυρνάγαμε γύρω γύρω φωνάζοντας: Σχολείο θέλουμε!!! Σχολείο θέλουμε!!!.

Κάναμε πλάκα, γιατί, όπως έχω πει κάπου, όταν ήμουν καθηγητής, οι μαθητές είναι διατεθειμένοι να δώσουν την ψυχή τους στο διάβολο προκειμένου να γλιτώσουν μια μέρα μάθημα. Φυσικά δεν τους αδικούσα. Το σχολείο για το μαθητή είναι όπως η δουλειά για τον εργαζόμενο.

Άλλη.

Είχαμε φτιάξει τα αυτοσχέδια πυροτεχνήματα, τα «παρτατζίκια», τριγωνάκια με μπαρούτι μέσα. Θα τα πετάγαμε στην Ανάσταση, αλλά και σε κάθε ευκαιρία. Με τη δικτατορία απαγορεύτηκαν τα πυροτεχνήματα, όπως και η κυκλοφορία, μετά τις 8 νομίζω.

Δεν θυμάμαι τι μέρα της μεγαλοβδομάδας ήταν, τα πήραμε μαζί μας, εγώ, ο ξάδελφός μου ο Γιάννης και ο φίλος μου ο Αντώνης, η τριανδρία της κάτω γειτονιάς, και πήγαμε στο σπίτι του φίλου μας του Γιώργη, στα βόρεια του χωριού. Το στέκι μας ήταν το πανωσήκωμα του σπιτιού, ακόμη στα τούβλα.

Πέρασε η ώρα, θα ήταν κοντά δώδεκα. Η κυκλοφορία απαγορευόταν. Όμως εμείς είμασταν αποφασισμένοι. Το θεωρούσαμε και σαν μια πράξη αντίστασης. Παίζαμε τα παρτατζίκια, που ο κρότος τους έμοιαζε με κρότο σφαίρας, σε όλο το δρόμο μέχρι τα σπίτια μας. Την επομένη ακούσαμε σχόλια. Νόμιζαν ότι ήταν συμπλοκή χουντικών και αντιχουντικών. Το πρωί μάλιστα, ένας χωριανός, ο … βγήκε στο δρόμο και έψαχνε να βρει κάλυκες από τις σφαίρες.

Δεν θυμάμαι ποιος καθηγητής μας, μόλις άνοιξαν τα σχολεία, έβγαλε λόγο υπέρ της χούντας. Εμείς χειροκροτάγαμε σε κάθε φράση και φωνάζαμε ζήτω. Κατάλαβαν ότι τους κάναμε πλάκα. Ένας καθηγητής, δεν έχει νόημα να γράψω το όνομά του, κατέβηκε κάτω και άρχισε στα χαστούκια τον Χαρίδημο τον Πουλή. Του έδωσαν και μια μέρα αποβολή.

Και εκείνος ο αφιλότιμος τι έκανε. Πήγε στην αστυνομία και είπε ότι τον απέβαλαν επειδή χειροκροτούσε το λόγο του καθηγητή για την 21η Απριλίου.

Δεν ξέρω τι πέρασε από το μυαλό του διοικητή, πάντως πήρε τηλέφωνο στο σχολείο να ακυρώσουν την αποβολή του και να τον δεχτούν.

Ο Αντώνης έπαιξε τη σωλήνα (ένα από τα αυτοσχέδια πυροτεχνήματά μας, μια σωλήνα που τη γεμίζαμε μπαρούτι και της βάζαμε φωτιά) κάποια νύχτα. Την είχε φτιάξει για την Ανάσταση, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να την παίξει τότε καθώς είχαν απαγορευτεί τα πυροτεχνήματα.

Την επομένη ήλθε η αστυνομία στη γειτονιά για να κάνει έρευνα. Ένας χωριανός, δεν θα πω το όνομά του, είπε ότι πριν ακουστεί ο κρότος της σωλήνας ο σκύλος «ερούβερνε», λες και αυτό ήταν τεκμήριο. Θυμάμαι που είχαμε σκάσει στα γέλια όταν το ακούσαμε, Τελικά αποφάνθηκαν ότι κάποιος αριστερός είχε μια χειροβομβίδα και την πέταξε, μήπως του τη βρουν σε τυχόν έρευνα.

Sunday, April 20, 2025

Ξεκινώντας να διαβάσω την «Γκόλφω», σε pdf

 Ξεκινώντας να διαβάσω την «Γκόλφω», σε pdf

 

To ξέρετε εσείς που υπεραμύνεσθε του έντυπου βιβλίου, λέγοντας ότι σας βολεύει, σας αρέσει η μυρωδιά του χαρτιού κ.λπ. κ.λπ. ότι στην πλάστιγγα, η ευχαρίστησή σας από τη μια μεριά και η οικολογική σας συνείδηση από την άλλη, βαραίνει η ευχαρίστησή σας; Κάθε βιβλίο δεν ξέρω σε πόσα κλωνάρια δένδρου αντιστοιχεί.

Έτσι, για να μην κατηγορείτε αυτούς που δεν έχουν οικολογική συνείδηση· όπως κάποιοι στη γειτονιά μου που βαριούνται να πετάξουνε ανακυκλώσιμα στον κάδο των ανακυκλώσιμων και τα πετάνε στον κλάδο σκουπιδιών. Μάλιστα είδα ένα να ξεκινάει, από ίδια απόσταση ανάμεσα στους δυο κάδους, για να πετάξει ανακυκλώσιμα στον κάδο σκουπιδιών.

Εν τάξει, είστε λίγο καλύτεροι.

Πολλοί εκδοτικοί οίκοι πουλάνε τα βιβλία τους και σε μορφή ηλεκτρονικού κειμένου, αν δεν το ξέρετε.

Saturday, April 19, 2025

Claudia Llosa, The milk of sorrow (La teta asustada, 2009)

 Claudia Llosa, The milk of sorrow (La teta asustada, 2009)

 


  Θα ξεκινήσω με ένα απόσπασμα από τη βικιπαίδεια:

  Claudia Llosa refers in her film to the folk belief that the trauma experienced by women who were raped by members of security force was passed on to their children through their breast milk. Thus, this period of violence continues to affect not only those who experienced it but also the next generation.

  Υπογραμμίζω, γιατί στην ταινία δεν μας λέγεται καθαρά: women who were raped by members of security force.

  Μου είναι αδιανόητο να πιστέψω ότι ένοπλοι του Κομμουνιστικού Κόμματος του Περού, γνωστού και ως Φωτεινό Μονοπάτι, βίαζαν γυναίκες. Μάλιστα διάβασα τώρα στη βικιπαίδεια ότι στις τάξεις τους το 50% των ένοπλων και το 40% των βαθμοφόρων ήταν γυναίκες.

  Δεν είναι folk belief, το έχω διαβάσει σε βιβλία ψυχολογίας, αν η μητέρα νιώθει στρεσαρισμένη, αγχωμένη, κατά τη διάρκεια του θηλασμού, αυτό επηρεάζει το νεογέννητο βρέφος. Το επηρεάζει ακόμη και πριν γεννηθεί.

  Η μητέρα της βίωσε τον βιασμό. Είναι ετοιμοθάνατη, τραγουδάει το γεγονός και τη θλίψη της και αμέσως μετά πεθαίνει. Η κόρη της θέλει να τη θάψουν στο χωριό, όμως δεν έχουν αρκετά χρήματα, αυτή και ο θείος της.

  Την ακούμε να τραγουδάει συχνά αυτοσχεδιάζοντας. Ένα τραγούδι της θα το παίξει σε ένα ρεσιτάλ η πλούσια πιανίστρια, στο σπίτι της οποίας δουλεύει ως υπηρέτρια.

  Τελικά δεν θα πάνε τη μητέρα της στο χωριό. Η κόρη της έχει μια καλύτερη ιδέα.

  Πηγαίνει τον νεκρό της στην παραλία (δεν είναι σε φέρετρο, είναι τυλιγμένη σε χοντρό σάβανο). -Μητέρα, δες τη θάλασσα.

  Θα τη θάψει εκεί, στην παραλία.

  Η κόρη είχε τρομοκρατηθεί με αυτό που συνέβη στη μητέρα της, θα μπορούσε να συμβεί και στην ίδια, παρόλο που τα πράγματα είχαν καταλαγιάσει το 2000, 20 χρόνια αφότου ξεκίνησε τον ένοπλο αγώνα το Φωτεινό Μονοπάτι. Βάζει μέσα στη μήτρα της μια πατάτα, για να αποτρέψει έναν τυχόν βιασμό, πράγμα που θα της δημιουργήσει προβλήματα υγείας. Μόλις στο τέλος της ταινίας θα πεισθεί να της βγάλουν αυτή την πατάτα.

  Και εδώ, όπως και σε μια προηγούμενη ταινία της που παρουσιάσαμε, υπάρχει άφθονο ανθρωπολογικό στοιχείο. Βλέπουμε έναν γάμο, ομαδικούς γάμους και φυσικά γαμήλιους εορτασμούς.

  Η κάμερα τρέχει πίσω από την κοπέλα (ιθαγενής, ξεχάσαμε να το πούμε), ενώ πιο συχνά οπισθοχωρεί γρήγορα μπροστά της καθώς αυτή προχωρεί, ώστε να βλέπουμε για πολύ ώρα το θλιμμένο πρόσωπό της.  

  Ναι, αυτή η ταινία μου άρεσε, δεν με ξενέρωσε όπως η προηγούμενη.

  6,7 η βαθμολογία της.

Claudia Llosa, Madeinusa (2006)

 Claudia Llosa, Madeinusa (2006)

 


  Πήραμε σβάρνα τους Λιόσα. Πρώτα τον νομπελίστα συγγραφέα που μας πέθανε στις 13 του Απρίλη (συγκεκριμένα με τρεις κινηματογραφικές μεταφορές έργων του, αν και πιθανότατα θα παρουσιάσουμε και βιβλίο του), μετά τον ξάδελφό του Λουίς Λιόσα με μια ταινία του και τώρα την ανιψιά τους.

  Θα παρουσιάσουμε τρεις ταινίες της.

  Αυτή είναι η πρώτη.

  Το made-in-usa είναι το όνομα της ηρωίδας.

  Θα ξεκινήσω με ένα απόσπασμα από την βικιπαίδεια:

  Critics of the film suggest that the film enforces racist stereotypes of indigenous Peruvians as perverted and primitive.

  Perverted: Ο πατέρας, δήμαρχος της πόλης, θέλει να διακορεύσει την κόρη του. Αυτή του λέει να περιμένει μέχρι να περάσει το Πάσχα (Ναι, επίκαιρη η ταινία, η πλοκή διαδραματίζεται στο τελευταίο τριήμερο του Πάσχα). Θα την πηδήξει μετά, αφού ανακαλύψει ότι την πήδηξε πρώτα ο gringo, πράγμα που τον έκανε έξω φρενών.

  Υποδηλώνει μήπως ότι είναι εθιμικό ο πατέρας να πηδάει την κόρη, όπως άκουσα ότι συμβαίνει κάπου στην Ελλάδα;

  Ο gringo δεν είναι αμερικάνος, δηλαδή πολίτης των ΗΠΑ, είναι περουβιανός, όμως πρωτευουσιάνος, ζει στη Λίμα. Ξεχείλισε ο ποταμός, ο οδηγός που τον μετέφερε του είπε να μείνει σ’ αυτή την πόλη (πόλη ιθαγενών) μέχρι να ξεφουσκώσει ο ποταμός, και θα έλθει να τον πάρει μετά το Πάσχα.

  Primitive:

  Δεν ανέχονται την παρουσία ξένων στους εορτασμούς του Πάσχα. Ο δήμαρχος θα τον περιορίσει σε ένα δωμάτιο στο σπίτι του, για προστασία του. Έτσι θα γνωριστεί με την κόρη του. Δεν θα την αποπλανήσει, αυτή θα τον αποπλανήσει. Έχει και τον στόχο της: να την πάρει μαζί του στη Λίμα.   

  Κάποια πράγματα που δεν έχουν άμεση σχέση με την πλοκή προοικονομούν κάτι, το έχουμε ξαναγράψει αυτό: ένα μαχαίρι, ένα πιστόλι. Τη βλέπουμε στην αρχή της ταινίας να βάζει ποντικοφάρμακο γύρω από το σπίτι, και ψόφιους αρουραίους.

  Του ζητάει να την πάρει μαζί του στη Λίμα. Στην αρχή αρνείται, μετά συμφωνεί.

  -Περίμενε, ξέχασα τα σκουλαρίκια μου.

  -Μα είναι τόσο σημαντικό;

  Γυρνάει σπίτι και τα βρίσκει κατεστραμμένα. Τα κατέστρεψε ο πατέρας της όταν συνειδητοποίησε ότι την πήδηξε ο gringo.

  Θα τον εκδικηθεί.

  Θα τον ποτίσει ποντικοφάρμακο.

  Μετά θα ενοχοποιήσει τον gringo μαζί με την αδελφή της.

  Στο τελευταίο επεισόδιο τη βλέπουμε να ταξιδεύει αυτή στο φορτηγό, στη θέση του gringo. Υποθέτουμε (το γράφει και η βικιπαίδεια), ότι ή τον σκότωσαν ή τον φυλάκισαν.

  Αυτό που για μένα σώζει την ταινία είναι το άφθονο ανθρωπολογικό στοιχείο, κάτι που είδαμε και στην επόμενη ταινία της. Να πούμε μόνο ότι γίνεται κάτι σαν διαγωνισμός καλλιστείων, στον οποίο επιλέγεται η Παρθένα που θα αποκαθηλώσει τον Ιησού και θα του σκουπίσει το πρόσωπο. Για αυτή τη χρονιά επιλέγεται η Madeinusa.

  6,8 η βαθμολογία της, της τη χαρίζει νομίζω το έντονο σασπένς και ο εξωτισμός με το ανθρωπολογικό του στοιχείο.

  Trivia:

  H αδελφή της της κόβει την πλεξούδα.

  Είναι απαρηγόρητη.

  Και θυμήθηκα μια από τις διαολιές μου όταν ήμουν μικρός. Σίγουρα δεν πήγαινα ακόμη σχολείο.

  Η μάνα μου δεν είχε μια μεγάλη πλεξούδα όπως η Madeinusa αλλά δυο μικρές.

  Κοιμόταν.

  Πήρα το ψαλίδι αποφασισμένος να της τις κόψω.

  Έκοψα τη μία.

  Δίστασα να κόψω την άλλη, λέω θα θυμώσει πάρα πολύ.

  Δεν θυμάμαι τι έγινε μετά, το μόνο που θυμάμαι είναι ότι είδα με έκπληξη ότι η ίδια έκοψε και την άλλη.

Friday, April 18, 2025

Κώστας Ανδρίτσος, Τσακιτζής (1960)

 Κώστας Ανδρίτσος, Τσακιτζής (1960)

 


  Γερνάω και εντρυφώ στις αναμνήσεις μου. Ήθελα να ξαναδώ τις ταινίες που έφερε το σινέ-Αστέρια, ο θερινός κινηματογράφος του χωριού μου, όταν άρχισε να λειτουργεί και που μου έμειναν στο μυαλό. Είναι τέσσερις.

  Ψάχνοντάς τις έπεσε το μάτι μου και στον «Τσακιτζή». Δεν θυμάμαι να τον είχα δει, αλλά αποφάσισα να τον δω.

  Γιατί;

  Τότε τα καφενεία στο χωριό μου έφερναν εφημερίδα, και η εφημερίδα αυτή δεν ήταν άλλη από το Βήμα, με το οποίο, παρεμπιπτόντως, ξεκίνησα τις μουσικές μου σπουδές. Έχω ακόμη τα αποκόμματα με την ιστορία της σύγχρονης μουσικής (ξεκινάει με τον Στραβίνσκι) σε συνέχειες. Κάθε Κυριακή ο πατέρας μου γύριζε από το καφενείο και μου μιλούσε με ενθουσιασμό για την επιφυλλίδα του Μάριου Πλωρίτη. Από όσο θυμάμαι δεν υπήρχαν δεξιά και αριστερά καφενεία, όλοι πήγαιναν σε όλα, και ας ήξεραν τα πολιτικά φρονήματα αυτών που τα είχαν, και που δεν ήταν πάντα οι ιδιοκτήτες.

  Στο Βήμα λοιπόν υπήρχε σε συνέχειες ο «Τσακιτζής».

  Για χρόνια.

  Και ένας χωριανός μου είπε στην παρέα του, που καθόταν στο καφενείο: Εγώ θα σταθώ να με γ…σουνε αν τελειώσει ποτέ αυτός ο Τσακιτζής.

  Μου έκανε μεγάλη εντύπωση αυτή η δήλωση, που την άκουσα όντας μαθητής δημοτικού.

  Είπα λοιπόν να δω την ταινία.

  Διάβασα τώρα και το λήμμα της βικιπαίδειας.

  Στην ταινία ο Τσακιτζής έχει ελληνοποιηθεί.

  Παρίσταται μάρτυς της δολοφονίας μιας οικογένειας χριστιανών από έναν ληστή, που τους αρπάζει τα χρήματα. Όμως εκείνη την ώρα περνάει ο πασάς, παίρνει τα χρήματα του ληστή και του λέει να πάρει το κοριτσάκι της οικογένειας και να το αναθρέψει σαν μωαμεθανή. Θα έρχεται κάθε καλοκαίρι να το βλέπει. Όσο για τον Τσακιτζή, νεαρό τότε, που τυχαίνει να περνάει, ο πασάς τον συλλαμβάνει σαν ένοχο των φόνων και τον φυλακίζει. Όμως αυτός στο χρόνο πάνω θα δραπετεύσει και θα γίνει ο Ρομπέν των Δασών της Τουρκίας.

  Κούκλα η Γκέλυ Μαυροπούλου, θέλει να την παντρευτεί ο πασάς, προς μεγάλη απελπισία της γυναίκας του (να το θυμίσουμε αυτό: στο ισλάμ ο άντρας μπορεί να παντρευτεί μέχρι τέσσερις γυναίκες).

  Της έχει πει ότι ο Τσακιτζής σκότωσε τους γονείς της. Τρέφει άγριο μίσος για αυτόν.

  Τον βλέπει, ωραίο παλικάρι, της αρέσει, όμως στο μυαλό της είναι η εκδίκηση. Βλέποντας ότι του αρέσει θα βάλει μπροστά το σχέδιό της.

  Τον μαγεύει, πέφτει στα δίχτυα της. Όμως στο τέλος θα αποκαλυφθούν όλα. Η γυναίκα του πασά θα μαρτυρήσει ότι ο πασάς είναι αυτός που σκότωσε τους γονείς της.

  Στην τελευταία σκηνή τη βλέπουμε να είναι μπροστά στους τάφους των γονιών της, πάνω στους οποίους είχε τοποθετήσει από ένα σταυρό (της είχαν πει, ψέματα, ότι ήσαν μουσουλμάνοι). Καταφτάνει και ο Τσακιτζής, και στο τελευταίο πλάνο τους βλέπουμε να φιλιούνται παθιασμένα.

  Η μεγάλη έκπληξη στην ταινία είναι που βλέπουμε τον Καραγκιόζη και τον Χατζηαβάτη να παίρνουν μέρος στην πλοκή. Βλέπουμε και την γυναίκα του την Ταϋγέτη, όμως δεν βλέπουμε να υπάρχει κολλητήρι. 

  Πολύ καλή ταινία με ένα πρωτοκλασάτο cast ηθοποιών.

Luis Llosa, H γιορτή του τράγου (La fiesta del chivo, 2005)

 Luis Llosa, H γιορτή του τράγου (La fiesta del chivo, 2005)

 


  In memoriam

  H ταινία αποτελεί μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του νομπελίστα Μάριο Βάργκας Λιόσα, που πέθανε πριν πέντε μέρες.

  Τέσσερα μυθιστορήματα του Λιόσα, απ’ όσο ξέρω, έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο. Αυτό είναι το τρίτο. Τα άλλα δυο είναι «Ο Πανταλεόν και οι επισκέπτριες» και «Η πόλη και τα σκυλιά».

  Ξάδελφος του Λιόσα ο Λουίς, ε, θα έπρεπε να μεταφέρει ένα έργο του στη μεγάλη οθόνη.

  Η πλοκή τοποθετείται στον Άγιο Δομίνικο. Κεντρικό θέμα της η δικτατορία του Τρουχίγιο. Δεν ήταν κορακοζώητη σαν αυτή του Σαλαζάρ στην Πορτογαλία που κράτησε 40 χρόνια, αλλά και τα τριάντα δεν είναι λίγα. Επίσης δεν πέθανε με φυσικό θάνατο όπως ο Σαλαζάρ, δολοφονήθηκε το 1961, αλλά όμως δεν επανήλθε αυτόματα η δημοκρατία, έπρεπε να περιμένει λιγάκι.

  Τώρα που το σκέφτηκα, πόσο κράτησε η δικτατορία του Φράνκο; Πάνω από 40 χρόνια, αλλά για να δω ακριβώς. Πέθανε το 1975, άρα κράτησε 36 χρόνια, και με το θάνατό του επανήλθε η δημοκρατία.

  Η ταινία επικεντρώνεται σε τρεις ομάδες ανθρώπων: την Ιζαμπέλα Ροσελίνι, κόρη ενός στενού συνεργάτη του Τρουχίγιο, τον Τρουχίγιο και τους συνεργάτες του, και τους δολοφόνους του. Τα πλάνα εναλλάσσονται ανάμεσα σε αυτές τις τρεις ομάδες ανθρώπων. Η μεγάλη εναλλαγή στο χρόνο γίνεται με την Ροσελίνι με την οποία ξεκινάει η ταινία. Έφυγε πριν τριάντα χρόνια, τη χρονιά που δολοφονήθηκε ο δικτάτορας, και από τότε δεν επέστρεψε, ούτε και έδωσε σημεία ζωής στην οικογένειά της, παρά μόνο τώρα.

  Το σασπένς: γιατί άραγε;

  Ακούμε για τον Τρουχίγιο, σφόδρα αντικομμουνιστής, ότι ήταν μανιακός του σεξ. Προσπαθούσε να πηδήξει όποια του γυάλιζε στο μάτι. Βέβαια αυτό το «κουσούρι» το είχε και ο κομμουνιστής Μπέρια. Αλλά και ο τσάρος. Όποια του άρεσε την προσκαλούσε στο ανάκτορό του (ή μάλλον στο εξοχικό του), προς μεγάλη χαρά τόσο της γυναίκας, που θα είχε να λέει ότι την πήδηξε ο τσάρος, όσο και για το σύζυγο, που ήξερε ότι η σύζυγός του θα επέστρεφε με πλούσια δώρα.

  Ο πατέρας της Ροσελίνι πέφτει σε δυσμένεια. Πώς θα μπορούσε να εξευμενισθεί ο δικτάτορας; Μα με το να του προσφέρει την κόρη του.

  Η κόρη του είναι χαρούμενη που θα πήγαινε σε πάρτι που διοργάνωνε ο Τρουχίγιο. Είχε πάει και άλλη φορά, αλλά ο πατέρα της την πήρε και έφυγαν με το ζόρι, όταν είδε ότι την είχε πλευροκοπήσει ο γιος του (που ανέλαβε, παρεμπιπτόντως, την εξουσία, μετά τη δολοφονία του πατέρα του, αυτά τα διάβασα στη βικιπαίδεια).

  Ήταν μια τραυματική εμπειρία αυτή, και αποτελεί το κορυφαίο επεισόδιο της ταινίας. Θα μείνει ανέραστη σε όλη της τη ζωή.

  Όχι, τον πατέρα της δεν τον συγχώρησε, της κατέστρεψε τη ζωή. Αλλά θα του πει ένα αντίο (είναι καθισμένος σε πολυθρόνα, δεν μπορεί να μιλήσει) όταν θα φύγει, με την υπόσχεση όμως ότι θα έχει επαφή με τη θεία και τα ανίψια της.

  Όσο για τους δολοφόνους συνελήφθησαν και εκτελέσθηκαν.

  Φανταστικά τα γεγονότα, όχι όμως και τα ιστορικά.

  Πολύ καλή ταινία (να μη λέω πάντα κατά τη γνώμη μου), το 6,3 την αδικεί. Εγώ έβαλα 7. 

Thursday, April 17, 2025

Francisco J. Lombardi, O Πανταλεόν και οι επισκέπτριες (Pantaleón y las visitadoras, 1999)

 Francisco J. Lombardi, O Πανταλεόν και οι επισκέπτριες (Pantaleón y las visitadoras, 1999)

 


  In memoriam

  H ταινία αποτελεί μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του νομπελίστα Μάριο Βάργκας Λιόσα, που πέθανε πριν τέσσερις μέρες.

  Ποιος είναι ο Πανταλεόν;

  Ένας λοχαγός.

  Και οι επισκέπτριες;

  Α, να πούμε το στόρι.

  Πολλοί βιασμοί από τους στρατιώτες στον Αμαζόνιο (μου θύμισε το ντοκιμαντέρ του Wim Wenders «Invisible crimes»).

  Πώς να λυθεί το πρόβλημα;

  Στέλνεται ο λοχαγός να στρατολογήσει πόρνες που θα εξυπηρετούν τους στρατιώτες. Θα πληρώνονται από το στρατό. Κάθε στρατιώτης θα έχει στη διάθεσή του 20 λεπτά (τυχεροί οι στρατιώτες, εδώ είναι μόνο 10 λεπτά). Όμως για να τελειώνουν πιο γρήγορα ώστε να εξυπηρετούνται περισσότεροι, τους προμηθεύουν πορνοπεριοδικά, ώστε να φτιάχνονται από πιο πριν και να τελειώνουν πιο γρήγορα (καλός πελάτης είναι αυτός που τελειώνει γρήγορα, όχι αυτός που καθυστερεί και «βασανίζει» την κοπέλα).

  Ερωτεύεται την κολομβιάνα.

  Η γυναίκα του, που είναι έγκυος, θα το μάθει και θα τον παρατήσει.

  Σπιτώνει την κολομβιάνα.

  Η οποία θέλει να σταματήσει τη δουλειά της. Τον έχει ερωτευθεί.

  Πώς θα τελειώσει αυτό το romance, χωρίς να προσβάλλονται τα χρηστά ήθη των θεατών;

  Θα σκοτωθεί από πυροβολισμό.

  Ο λοχαγός είναι απαρηγόρητος.

  Θα τη θάψει με στρατιωτικές τιμές.

  Αυτό θα το πληρώσει αργότερα.

  Μπα, όχι και τόσο.

  Του αρέσει εκεί που τον στέλνουν με δυσμενή μετάθεση, αφού είχε αρνηθεί να παραιτηθεί.

  Είναι μια ερημική περιοχή, όπου διδάσκει παιδιά και αναλφάβητους. Μαζί και η γυναίκα του και το μωρό τους (για τη συμφιλίωση είμασταν σίγουροι, το πώς έγινε, μάλλον είναι από αυτά του μυθιστορήματος που προτίμησε ο σκηνοθέτης να τα παραλείψει στη μεταφορά του).

  Δεν το είπαμε αυτό, εκτός από το romance έχουμε και κωμωδία, δεν έχει απλώς κωμικές πινελιές.

  Πολύ μου άρεσε η ταινία. Η βαθμολογία της είναι 7. Εγώ έβαλα 8.