Book review, movie criticism

Saturday, June 29, 2019

Jacques Deray, Η Πισίνα (La piscine, 1969)


Jacques Deray, Η Πισίνα (La piscine, 1969)


 

Από προχθές στους κινηματογράφους.
  Είναι η τρίτη φορά που βλέπω αυτή την εξαιρετική ταινία.
  Θέμα, η ζήλεια. Η γοητευτική Ρόμι Σνάιντερ και ο κλασικός γόης Αλέν Ντελόν, που δύσκολα πείθει σαν τον καταθλιπτικό όπως τον θέλει τον σενάριο, είναι τα μεγάλα ατού της ταινίας.
  Όμως όχι μόνο. Η ταινία ανατρέπει βασικά αφηγηματικά κλισέ και αφηγηματικές αναμονές. Δεν υπάρχει η ποιητική δικαιοσύνη, ενώ ο δολοφονημένος (Μωρίς Ρονέ) είναι ο «κακός» και ο δολοφόνος του ο «καλός».
  Γιατί «κακός»;
  Μετά από χρόνια θυμήθηκε ότι έχει μια κόρη (Τζέην Μπίρκιν), η οποία είναι τώρα πια δεκαοκτάχρονη. Του αρέσει να την κυκλοφορεί και να μην πιστεύουν οι φίλοι του ότι είναι κόρη του, να νομίζουν ότι είναι φιλενάδα του. Ακόμη, βλέπει με αρκετή υποτίμηση τον φίλο του, και νομίζει ότι τη Ρόμι την έχει στο τσεπάκι, ότι δεν χρειάζεται παρά να κουνήσει το δακτυλάκι του για να πάρει πίσω την παλιά του ερωμένη. Ο Αλέν Ντελόν τώρα μόλις θα επιβεβαιώσει αυτή τη σχέση, για την οποία πριν είχε μόνο την υποψία.
  Έγκλημα ζήλειας;
  Είπαμε, είναι ο καλός της ιστορίας, δεν θα γινόταν εγκληματίας αν δεν μεσολαβούσε το τυχαίο, για το οποίο υπεύθυνος ήταν ο φίλος του. Όσοι έχετε δει την ταινία, πιθανόν να θυμάστε αυτή τη λεπτομέρεια -εγώ την είχα ξεχάσει.
  Να θυμίσουμε ότι υπάρχει και το «A bigger splash» του «Luca Guadagnino», remake της «Πισίνας». Στην ανάρτησή μου γι’ αυτή την ταινία έγραψα αρκετά για την πλοκή, πράγμα που δεν μπορώ να κάνω εδώ μια και παίζεται στους κινηματογράφους. Θυμάμαι τώρα, με αφορμή αυτήν την ταινία ξαναείδα την «Πισίνα».
   


Thursday, June 27, 2019

Robert Moore, Πρόσκληση σε γεύμα από έναν υποψήφιο δολοφόνο (Murder by death, 1976)




  Από χθες στους κινηματογράφους, σε επανέκδοση.
  Τον σκηνοθέτη δεν τον ξέρω, όμως ξέρω τον σεναριογράφο και θεατρικό συγγραφέα Νηλ Σάιμον, του οποίου θυμάμαι ότι είχα δει παλιά κάποιες ξεκαρδιστικές κωμωδίες.
  Η πλοκή στηρίζεται στον κλασικό σκελετό του αστυνομικού μυθιστορήματος, που τον είδαμε πρόσφατα και στην «Αγκάθα, η εξιχνίαση ενός φόνου»: σε ένα σπίτι πέντε διάσημοι ντετέκτιβ καλούνται να εξιχνιάσουν ένα φόνο. Όμως η πλοκή «ξεχειλίζει» απ’ αυτόν τον σκελετό. Ο φόνος δεν έχει γίνει ακόμη, θα γίνει στις δώδεκα η ώρα, και ο δολοφονημένος θα είναι κάποιος απ’ αυτούς ή τους συνοδούς τους. Και όποιος βρει τον δολοφόνο θα εισπράξει ένα εκατομμύριο δολάρια αμοιβή. Η αγωνία καθενός τους είναι διπλή: πρώτον, μήπως είναι αυτός που θα δολοφονηθεί; Δεύτερον, αν δεν δολοφονηθεί, θα καταφέρει να βρει τον δολοφόνο και να εισπράξει αυτή την τεράστια αμοιβή;  
  Εξυπνότατες ατάκες, απίστευτα κωμικά επεισόδια και φοβερές ανατροπές, μιλάμε φυσικά για Νιλ Σάιμον. Βέβαια για να τα καταφέρει όλα αυτά κάνει τον «δολοφόνο» ικανότατο στις μεταμφιέσεις, μπάζοντας και την επιστημονική φαντασία (ούτε σήμερα δεν υπάρχουν τόσο εξελιγμένα ρομπότ που να τα περνάμε για ανθρώπους), και έτσι καταφέρνει να μην υπάρχει πτώμα, πράγμα που θα υπονόμευε λιγάκι την κωμωδία.
  -Τελικά έγινε φόνος; -Ναι, σκοτώθηκε ένα όμορφο Σαββατοκύριακο. Η ατάκα είναι του Πίτερ Σέλερς, σε μια ακόμη καταπληκτική του μεταμφίεση σαν κινέζο – οι άλλες τρεις που είδαμε πρόσφατα ήταν στην ταινία του Κιούμπρικ «S.O.S. Πεντάγωνο καλεί Μόσχα».  
  Αξίζει να το αναφέρουμε κι αυτό, στο ρόλο του οικοδεσπότη ήταν, σε μια από τις σπάνιες κινηματογραφικές εμφανίσεις του, ο Truman Capote.


Toshio Matsumoto, Η πένθιμη παρέλαση των ρόδων (Funeral parade of roses, 1969)




  Από σήμερα στους κινηματογράφους, σε επανέκδοση.
  Η «Πένθιμη παρέλαση των ρόδων» είναι ένα πειραματικό έργο του Γιαπωνέζικου Νέου Κύματος. Δεν απέβλεπε στην πλατιά κυκλοφορία, αλλά σε ένα περιορισμένο αριθμό οπαδών του πειραματικού κινηματογράφου. Η κόπια αποκαταστάθηκε το 2017, και προβλήθηκε σε πολύ λίγες αίθουσες.
  Στην ταινία παρακολουθούμε τη ζωή των τραβεστί, με κεντρικό πρόσωπο την Έντι.
  Χαλαρή πλοκή, ασύνδετα πολλές φορές πλάνα, δεν μου αρέσει ο πειραματικός κινηματογράφος που είναι ασαφής στην πλοκή του. Επίσης δεν μου αρέσουν έργα με ομοφυλόφιλους. Όμως το τέλος με αποζημίωσε, καθώς παραπέμπει διακειμενικά στον «Οιδίποδα τύραννο». Ο Οιδίπους εδώ είναι η Έντι. Μήπως όμως ήταν το άλλοθι του Matsumoto, για μια ευρύτερη αποδοχή;   
  Μην παρασύρεστε από τα δικά μου γούστα, το έχω πει πολλές φορές, de gustibus non est disputandum. Το 8,1 στο IMDb το επιβεβαιώνει.

Wayne Roberts, Ποτέ δεν είναι αργά, κύριε καθηγητά (The professor, 2018)


Wayne Roberts, Ποτέ δεν είναι αργά, κύριε καθηγητά (The professor, 2018)

  Από σήμερα, 7-11-2019, στους κινηματογράφους.
  Δεν πάμε καθόλου καλά!!! Η ενημέρωση που είχα είναι ότι «Ο καθηγητής» θα προβαλλόταν σήμερα, και αυτό γράφει και το IMDb. Όμως στο Αθηνόραμα, στις νέες ταινίες, δεν τον βλέπω. Επειδή μπορεί να μου ξεφύγει, θα κάνω την ανάρτηση τώρα, και το πολύ πολύ να ξαναενημερώσω.
  Το θέμα της ταινίας είναι η διαχείριση του επερχόμενου θανάτου.
  Αμέσως από την αρχή ξέρουμε ότι ο Τζόνι Ντεπ έχει καρκίνο στους πνεύμονες. Επιλέγει να μην κάνει θεραπεία, αφού αυτή απλά θα του έδινε παράταση άλλο ένα εξάμηνο ζωής. Και παρακολουθούμε συγκινητικές στιγμές καθώς προσπαθεί να διαχειριστεί οικογενειακά προβλήματα, με τη γυναίκα του (Rosemarie DeWitt, την είδαμε στο «La la Land», καθώς και στην «Promised land» του Gus van Sant, τον οποίο είδαμε πακέτο) και την κόρη του (Odessa Young, την θαυμάσαμε στην εξαιρετική ερμηνεία της στην «Κόρη»). Ακόμη, γίνεται πιο άνετος στη συμπεριφορά του με τους φοιτητές του, οι οποίοι τον συμπαθούν όλο και περισσότερο. Και θα απολαύσει απαγορευμένους καρπούς, τους οποίους δεν είχε τολμήσει να απολαύσει μέχρι τότε. Υπάρχει και ο κολλητός του, που είναι απελπισμένος μαθαίνοντας ότι σύντομα θα τον αποχωριστεί.
  Εξαιρετικό σενάριο το οποίο σεβάστηκε απόλυτα η σκηνοθεσία, και κυρίως one man show, με τον Τζόνι Ντεπ να δίνει κυριολεκτικά ένα ρεσιτάλ ερμηνείας.
  Ο γιος μου κάποτε καράφλιασε που δεν ήξερα τον Τζόνι Ντεπ. Ασχολιόμουνα κυρίως με τον ασιατικό κινηματογράφο, και δεν φρόντιζα να μαθαίνω ονόματα δυτικών ηθοποιών της νέας γενιάς-της παλιάς τα ήξερα. Τον είδα νομίζω μόνο στους «Πειρατές της Καραϊβικής», ίσως στις δυο μόνο από τις τρεις ταινίες. Και συνειδητοποιώ τώρα ότι το υποκριτικό του ταλέντο ένας ηθοποιός μόνο στο drama μπορεί να το εκδιπλώσει πλήρως, στην κωμωδία αυτό που μετράει είναι περισσότερο τα κωμικά επεισόδια και οι κωμικές ατάκες. Οι μεγάλοι κωμικοί Τσάρλι Τσάπλιν και Μπάστερ Κίτον έγραφαν μόνοι τους τα σενάρια των έργων τους, και πολλά τα σκηνοθετούσαν οι ίδιοι.