Καλή Χρονιά
Ευχαριστώ όλους τους φίλους που μου ευχήθηκαν για το νέο έτος. Παραθέτω τις έμμετρες ευχές, σαν στοιχεία της λαϊκής μας παράδοσης.
Όσα ευρώ βρεθήκανε στα Ζωνιανά εφέτος
Τόσες ευχές σου εύχομαι για το καινούριο έτος
Στάθης Κουτσούνης
Την πόρτα να ’χεις ανοικτή για τον καινούριο χρόνο
Να μπαινοβγαίνει η χαρά που ’ναι γιατρός στον πόνο
Παύλος Δασκαλάκης
Όλα τ’ αστέρια τ’ ουρανού να ’ναι ευχές για σένα
Κι όλες οι στάλες της βροχής χρόνια ευτυχισμένα
Σοφία Παινέση
Όσες ευχές απλόχερα απόψε θ’ ακουστούνε
Όλες για σας ευχόμαστε αλήθεια να γεννούνε
Θόδωρος Σφακιανάκης
Ότι στον κόσμο πεθυμάς και πλάθεις με το νου σου
Να σου τα φέρει αυτή η χρονιά στη πόρτα του σπιτιού σου
Ντίνος Μηλιώτης
Καλή χρονιά να έχουμε με υγεία και χαρά
και σε να σε σκεπάζουνε του έρωτος φτερά.
Καλή χρονιά Μπαμπίκο μου και ό,τι επιθυμείς
από καρδιάς σου εύχομαι, σύντομα να το βρεις.
Αν τό'χεις ήδη, κράτα το, αν όχι, να στο φέρει
στην αγκαλιά σου σύντομα της νέας χρονιάς τ' αγέρι
Έρη Ρίτσου.
Ε, δεν μπορώ να μην το γράψω, το μήλο κάτω απ' τη μηλιά θα πέσει.
Ένας περήφανος αητός ποτέ του δεν κιοτεύει
όπου ταμπούρι πολεμά κι όπου φωθιά φωλεύει.
Παναγιώτης Γρυλλάκης
Θέλει να με εμψυχώσει ο Παναγιώτης, να 'ναι καλά.
Book review, movie criticism
Monday, December 31, 2007
Tuesday, December 18, 2007
Ανακοίνωση σε συνέδριο
Συνέδριο διοργανωμένο από το Département des Sciences de l'Education Préscolaire, Section de Linguistique et d'Histoire de l'Université Aristote de Thessalonique et Faculté des Lettres, des Arts et des Humanités de l’Université de Manouba – Tunis avec le soutien de l'Institut Français de Thessalonique et de l’Institut Universitaire de Formation des Maîtres με θέμα «Identités culturelles en Méditerranée», Θεσσαλονίκη, 13-20 Δεκεμβρίου 2007. Τίτλος της εισήγησής μου: «Οι σιωπές του παλατιού της Μουφίντα Τλατλί: μια φεμινιστική ανάγνωση»
Sunday, December 9, 2007
Ισορροπίες
Το καλοκαίρι με έβγαλαν από σχολικό σύμβουλο.
Την ίδια εποχή με έβαλαν σαν λήμμα στο ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ των εκδόσεων Πατάκη, όπως μου έδειξε προχθές ο Ιάσων Ευαγγέλου, στο φιλολογικό του καφενείο της Πέμπτης.
Η ζωή έχει τα πάνω κάτω: μεταφορά
Η ζωή μου είχε το βγες μπες: κυριολεξία
Την ίδια εποχή με έβαλαν σαν λήμμα στο ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ των εκδόσεων Πατάκη, όπως μου έδειξε προχθές ο Ιάσων Ευαγγέλου, στο φιλολογικό του καφενείο της Πέμπτης.
Η ζωή έχει τα πάνω κάτω: μεταφορά
Η ζωή μου είχε το βγες μπες: κυριολεξία
Sunday, December 2, 2007
Cretan music
Αυτοί είναι χωριανοί μου, γεραπετρίτες.
Carl Orff, Carmina Burana
Tempus est jocundum
O fortuna
O fortuna
Hollies: Bus stop and Stop, stop, stop
Από τα αγαπημένα μου, late sixties
Γιώργος Πολ. Παπαδάκης: Το πηγάδι των επιθυμιών
Από την παρουσίαση της συλλογής διηγημάτων του Γιώργου Πολ. Παπαδάκη με τίτλο "Ακατονόμαστες εξομολογήσεις" στην αίθουσα της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, την Δευτέρα 30 Απριλίου 2007. Η ηθοποιός κ. Άννα Πολυτίμου διαβάζει απόσπασμα από το διήγημα "Το πηγάδι των επιθυμιών". Στο βίντεο, κάποια στιγμή, με δείχνει στο πάνελ.
Saturday, December 1, 2007
Διαβάζοντας τη «Λολίτα» και το «Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη» στην Αθήνα.
Για τη «Λολίτα» έχω ξαναγράψει σε προηγούμενο post. Εδώ κυρίως θέλω να γράψω για το «Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη», της Αζάρ Ναφισί (Λιβάνης 2004). Και αυτό γιατί μου έθεσε κάποιους θεωρητικούς προβληματισμούς, μου προκάλεσε κάποιες σκέψεις. Θα τις εκθέσω με συντομία.
Δεν θυμάμαι ποιος Γάλλος μίλησε για τον lecteur suffisant (βαριέμαι να το ψάξω τώρα στο ίντερνετ), και που το πήρε ο Σεφέρης και το έκανε «επαρκή αναγνώστη». Ο επαρκής αναγνώστης κάνει μια ανάγνωση πληρέστερη από τον μη επαρκή (ή όχι και τόσο επαρκή). Επί τη ευκαιρία θυμίζουμε τη διάκριση του Ρολάν Μπάρτ για βιβλία lisible και scriptible. Τα δεύτερα μόνο είναι που διαφοροποιούν την ανάγνωση.
Τι γίνεται όμως όταν δυο κατά τα άλλα επαρκείς αναγνώστες, διαβάζουν το ίδιο κείμενο διαφορετικά; Όλες οι αναγνώσεις είναι εξίσου νόμιμες; Κάθε παρανάγνωση είναι μια καινούρια, νόμιμη ανάγνωση; Μπορεί να υπάρξει και λαθεμένη ανάγνωση;
Φαίνεται πως ναι. Είναι η περίπτωση της Ναφισί (τη διαβάζω «Ναφισί» και όχι «Ναφίσι» όπως γράφει στο αυτί του βιβλίου, κατά το «Παναχί». Θυμάμαι μια Τουρκάλα σε ένα συνέδριο που την φώναζαν «Σέβντα», διαβάζοντας το όνομά της στο πρόγραμμα στα αγγλικά. Μόνο εγώ, μου είπε, πρόφερα σωστά το όνομά της, Σεβντά).
Μια φεμινιστική ανάγνωση, σε μια χώρα που ο φεμινισμός είναι η κατ’ εξοχήν γυναικεία μορφή άμυνας σε ένα καθεστώς που καταπιέζει τόσο πολύ τις γυναίκες όπως η θεοκρατία του Ιράν, φαίνεται ότι μπορεί κανείς να πέσει εύκολα στην παγίδα, όχι απλά της παρανάγνωσης, αλλά της εντελώς λαθεμένης ανάγνωσης.
Η Ναφισί συγκρίνει ούτε λίγο ούτε πολύ τον Χάμπερτ με τον Χομεϊνί: Ο Χάμπερτ βλέπει τη Λολίτα και ο Χομεϊνί τη χώρα όχι σαν αυτό που είναι πραγματικά, αλλά σαν αυτό που φαντασιακά έχουν πλάσει γι αυτή. Ο Χομεϊνί ίσως, όχι όμως και ο Χάμπερτ.
Ας ξεκινήσουμε από την πρώτη παρανάγνωση, που είναι η λαθεμένη ανάγνωση. Η Νασιφί λέει επανειλημμένα στο βιβλίο της ότι ό Χάμπερτ βίασε τη Λολίτα. Τι διάβολο, δεν θυμάμαι καλά; (Το βιβλίο το διάβασα πριν σχεδόν έξι χρόνια). Μήπως δεν κατάλαβα καλά; (το διάβασα στα αγγλικά, η ελληνική έκδοση είχε εξαντληθεί, και η καινούρια βγήκε μετά από κάποιους μήνες). Ξανακοιτάζω την έκδοση του «Βήματος» και βλέπω ότι δεν είχα κάνει λάθος. Ο Χάμπερτ, παθιασμένος με τη Λολίτα, ετοιμάζεται όντως να τη βιάσει, δίνοντάς της αναισθητικό. Όμως αυτό δεν έχει επίδραση πάνω της. Και εκεί που το σχέδιο έχει αποτύχει, τον καλεί αυτή να κάνουν έρωτα. Αντιγράφω αυτή την «πρώτη φορά» (σελ. 144-156). «Της χάιδεψα απαλά τα μαλλιά, κι απαλά φιληθήκαμε. Το φιλί της – πανηγυρική αμηχανία- είχε μάλλον την κωμική επιτήδευση πλαταγισμών και διεισδύσεων που μ’ έκαναν να καταλήξω πως είχε προπονηθεί σε τρυφερή ηλικία στα χέρια κάποιας μικρής Σαπφίδος. Ο Τσάρλι αποκλείεται να της μάθαινε αυτά τα κόλπα… Μονομιάς, με μιαν έκρηξη βάναυσης χαράς (το σήμα κατατεθέν των νυμφιδίων!), κόλλησε τα χείλη της στο αυτί μου – μα για μερικές στιγμές το μυαλό μου αδυνατούσε να διαχωρίσει σε λέξεις τον καυτό κεραυνό των ψιθύρων της, κι εκείνη γέλασε, και μάζεψε τα μαλλιά που της σκέπαζαν το πρόσωπο, και δοκίμασε πάλι, και σταδιακά η αίσθηση πως ζούσα πλέον σ’ έναν ολότελα νέο κι ολότελα τρελό ονειρόκοσμο, όπου όλα επιτρέπονταν, με κυρίευσε, καθώς διαπίστωνα τι ακριβώς μου ’χε προτείνει. Της αποκρίθηκα πως δε γνώριζα τι παιχνίδια παίζαν με τον Τσάρλι. «Θες να πεις ότι ποτέ δεν… (βαριέμαι να αντιγράφω, το σκανάρω και με ocr το κολλάω μετά. Μπορείτε να το παραλείψετε αν θέλετε.
- το πρόσωπο συνεστραμμένο από δυσπιστία και φρίκη. «Θες να μου πεις - » πήγε να επαναλάβει. Έκανα ένα διάλειμμα για να τρίψω τη μύτη μου με τη δική της. «Κόφ' το», είπε μ' έρρινη εκφορά χωριατοπούλας, απομακρύνοντας βιαστικά το μελαμψό της ώμο από τα χείλη μου. (Ήταν περίεργο το ότι θεωρούσε - κι εξακολούθησε για καιρό να θεωρεί - όλα τα χάδια εκτός απ' το φιλί στο στόμα ή την απογυμνωμένη ερωτική πράξη είτε "ρομαντικές αηδίες" ή "ανωμαλίες')•
«Θες να μου πεις», επέμεινε, γονατίζοντας πλάι μου τώρα, «ότι δεν το 'κανες ποτέ όταν ήσουνα μικρός;»
«Ποτέ», απήντησα, με κάθε ειλικρίνεια.
«Οκέϊ», είπε η Λολίτα, «έλα να τα πάρουμε απ' την αρχή.»
Ωστόσο, δε σκοπεύω να προκαλέσω πλήξη στους ευρυμαθείς αναγνώστες μου με μια λεπτομερή περιγραφή της πράξης που πλήρης οίησης μου περιέγραψε η Λολίτα. Αρκεί να πω πως δεν αντελήφθην το παραμικρό ίχνος σεμνοτυφίας σ' αυτό το πανέμορφο και πρακτικώς ασχημάτιστο κορίτσι που τα μεικτά σχολεία των ημερών μας, τα ήθη της εφηβείας, τα ξενύχτια στην κατασκήνωση γύρω απ' τη φωτιά, και ούτω καθ' εξής, είχαν διαφθείρει απόλυτα κι απελπιστικά. Θεωρούσε την απογυμνωμένη πράξη απλώς σαν μια κρυψώνα που εποικείται από νέους, άγνωστη στους ενήλικες. Το τι έκαναν για τη διαιώνιση του είδους οι ενήλικες ουδόλως την απασχολούσε. Η ζωή μου πέρασε στα χέρια της μικρής Λο μ' ένα σθεναρό, πεζό τρόπο, σαν να 'ταν ένα άψυχο μαραφέτι που μπορούσε ν' αποσυνδέσει απ' την ύπαρξη μου. Αν και καθ' όλα πρόθυμη να με εντυπωσιάσει με τον κόσμο των σκληραγωγημένων παιδιών συγκεκριμένες διαφορές ανάμεσα στη ζωή ενός παιδιού και στη δική μου τη βρήκαν απροετοίμαστη. Η περηφάνεια και μόνο την κράτησε και δεν το έβαλε κάτω- διότι, στην αλλόκοτη θέση που βρισκόμουν, παρίστανα τον κατάπληκτο κρετίνο, πηγαίνοντας με τα νερά της - τουλάχιστον για όσο θ' άντεχα. Μα όλα αυτά κατά βάθος είναι ανούσια- το λεγόμενο "σεξ" δε με αφορά καθόλου. Ο καθένας μπορεί να φανταστεί τα συστατικά στοιχεία του ζωικού κόσμου. Εμένα με δελεάζει μια σπουδαιότερη φιλοδοξία: να αποτυπώσω μια για πάντα την επικίνδυνη μαγεία των νυμφιδίων.
Έτσι λοιπόν, ο Χάμπερτ δεν βίασε την Λολίτα, παρά το ότι αυτός ήταν ο αρχικός του στόχος.
Μήπως ο Χάμπερτ ήταν παιδεραστής;
Κάθε άλλο. Ο Χάμπερτ είχε ερωτευθεί τη Λολίτα. Τυχαία πέφτει το μάτι μου σε μια γραμμή: «Αχ, Λολίτα, αν μ’ αγαπούσες κι εσύ έτσι!» (σελ. 18).
Αυτός είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της, αλλά η Λολίτα τον έχει βαρεθεί. Κάποια στιγμή το σκάει με κάποιον. Η Ναφισί αναφέρει τις δυο κύριες αναγνώσεις του βιβλίου: «Υπάρχουν εκείνοι – ανάμεσά τους και ο Λάιονελ Τρίλινγκ (κι εγώ μαζί τους) - που βλέπουν την ιστορία σαν μια μοναδική ερωτική σχέση, αλλά και κάποιοι άλλοι που καταδικάζουν τη Λολίτα επειδή πιστεύουν ότι ο Ναμπόκοφ μετάτρεψε το βιασμό μιας δωδεκάχρονης σε αισθητικό πείραμα» (σελ. 76).
Να κάνω μια παρένθεση εδώ. Στην ταινία της Μερσιγιέ Μεσκινί «Τη μέρα που έγινα γυναίκα» βλέπουμε το μικρό εννιάχρονο κοριτσάκι να του αγοράζουν τσαντόρ
και να του απαγορεύουν να παίζει πια με τους φίλους του, γιατί τώρα «έγινε γυναίκα». Διαβάζοντας το βιβλίο της Φωτεινής Τσιμπιρίδου (επιμέλεια) «Μουσουλμάνες της Ανατολής» (θα γράψουμε και γι αυτό) κατάλαβα το γιατί: Η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν κατέβασε ο όριο ηλικίας που μπορούν να παντρευτούν οι γυναίκες από τα 18 στα 9!!! Αυτό πια κι αν είναι βιασμός.
Παραθέτω και ένα άλλο απόσπασμα, που μου έμεινε επίσης από αυτή την πρώτη ανάγνωση, και που δείχνει τον απελπισμένο έρωτα του Χάμπερτ: (Τελικά ψάχνω ψύλλους στ’ άχερα, το βρίσκω από το αγγλικό κείμενο που το έχω τσεκάρει, όπως και άλλα αποσπάσματα, που θα παραθέσω, για να υποστηρίξω την άποψή μου, ότι ο Χάμπερτ δεν ήταν παιδεραστής αλλά ένας απελπισμένος ερωτευμένος: «I could not kill her, of course, as some have thought. You see I loved her. It was love at first sight, at last sight, at ever and ever sight». (σελ. 268, Penguin, 1997).
Η Λολίτα εν τω μεταξύ έχει φύγει απ’ αυτόν με τον οποίο το είχε σκάσει, έχει παντρευτεί, έχει μείνει έγκυος, φτωχοζεί με τον άντρα της. Ο Χάμπερτ την ψάχνει. Τελικά τη βρίσκει, και της προτείνει να τον εγκαταλείψει και να φύγει μαζί του. Αυτή αρνείται. Αυτός ετοιμάζεται να φύγει. Αυτή τον πλησιάζει για ένα αποχαιρετιστήριο φιλί.
«Since I would not have survived the touch of her lips, I kept retreating in a mincing dance, at every step she and her belly made towards me» (σελ. 278). Τι υπέροχα που εκφράζει ο Ναμπόκοφ τον έρωτά του: Δεν θα μπορούσα να επιζήσω από το άγγισμα των χειλιών της!
Ο Ναμπόκοφ παρωδεί όχι την Κάρμεν (Carmen, voulez vous venir avec moi?), αλλά τις αφηγηματικές αναμονές (Ο Χάμπερτ κρατάει πάνω του ένα πιστόλι).
«Then I pulled out my automatic – I mean, this is the kind of fool thing a reader might suppose I did. It never even occurred to me to do it» (σελ. 278). Τελικά προτιμά να σκοτώσει τον toreador αντί για την Κάρμεν, στις πιο ωραίες σελίδες του μυθιστορήματος. Βρήκα στο διαδίκτυο τον Jeremy Irons να διαβάζει ακριβώς αυτές τις σελίδες.
Η Ναφίσι έχει και άλλο πρόβλημα. Γράφει: «Η πρόζα το Χάμπερτ, που σε κάποια σημεία γίνεται απαράδεκτα εξεζητημένη, στοχεύει στην αποπλάνηση του αναγνώστη, ιδιαίτερα του αναγνώστη με υψηλό φρόνημα, που θα εντυπωσιαστεί και θα ξεγελαστεί από παρόμοια επίδειξη γνώσεων» (σελ. 78). Υπάρχουν και άλλα παρόμοια αποσπάσματα. Ξεχνάει μόνο ότι δεν είναι η πρόζα του Χάμπερτ αλλά η πρόζα του Ναμπόκοφ. Και, δυστυχώς γι αυτή, ο Ναμπόκοφ αντιμετωπίζει τον ήρωά του όπως ο Τρίλινγκ και οι άλλοι και όχι όπως η ίδια και οι φοιτήτριές της (μετά την παραίτησή της από το πανεπιστήμιο, με μια ομάδα πέντε φοιτητριών της συζητούν για λογοτεχνία σπίτι της).
Το έχω γράψει και κάπου αλλού πιο διεξοδικά, δεν θυμάμαι πού, ότι οι συγγραφείς σήμερα για να δείξουν τη δύναμη του ερωτικού αισθήματος περιγράφουν αποκλείνουσες περιπτώσεις και όχι νορμάλ. Εδώ έχουμε τον έρωτα ενός σαραντάρη για μια δωδεκάχρονη (άραγε στη «Λολίτα» διάβασα ότι ο Γκαίτε στα ογδόντα του ερωτεύτηκε μια δεκαοχτάρα, ή κάπου αλλού;). Άλλες περιπτώσεις που θυμάμαι είναι η ταινία «Η γυναίκα καίγεται» του βαν Άκερμαν, «Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων» του Μάρκες (έχω παραφράσει τον τίτλο για κάποιο προηγούμενο post μου), «Μαντάμ Μπατερφλάι» του hua qiao, Αμερικανοκινέζου Herbert David Hwang και «Ο σκύλος της Μαρί» του Ανδρέα Μήτσου. Α, ναι, και «Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου», πάλι του Μάρκες, και ένα άλλο έργο, να το ψάξω, το βρήκα, Breaking the waves (1996) του Lars von Trier.
Τελικά με μένα η μοίρα έχει παίξει κάποια περίεργα παιχνίδια. Δεν μου αρέσει καθόλου η παιδική λογοτεχνία, και όμως έχω γράψει το «Χορό της βροχής». Δεν μου αρέσει η επιστημονική φαντασία, και όμως έχω γράψει το «Μυστικό των εξωγήινων» (είπε η Άγκυρα ότι θα μου το εκδώσει). Έχω γράψει συναπτές 225 βιβλιοκριτικές, και δεν διαβάζω βιβλιοκριτικά σημειώματα. Μόνο την «Ημεδαπή εξορία» του Κούρτοβικ έχω διαβάσει, και από εκεί μόνο τις βιβλιοκριτικές του για βιβλία που είχα ήδη διαβάσει. Η βιβλιοκριτική μού φαίνεται ότι πουλάει γουρούνι στο σακί. Μετά από αυτή την εμπειρία με τη Λολίτα, τα τρία άλλα μέρη του έργου που αναφέρονται στον «Great Gatsby», στην Τζέην Όστεν και στον Χένρυ Τζέημς θα τα διαβάσω αφού διαβάσω τα σχετικά έργα. Φοβάμαι για άλλες παραναγνώσεις από μέρους της.
Μπάμπης Δερμιτζάκης, 1-12-07
Συμπληρώνω, αφού διάβασα και το υπόλοιπο βιβλίο
Τελικά πέρασαν τριάμισι χρόνια για να διαβάσω το υπόλοιπο βιβλίο∙ αφού διάβασα πρώτα τον «Υπέροχο Γκάτσμπι», τον οποίο ανακάλυψα το Πάσχα στην Κρήτη, σε μια παλιά μετάφραση. Θυμάμαι ότι είχα αγοράσει πάμφθηνη την αγγλική έκδοση, όμως ένας θεός ξέρει πού να βρίσκεται τώρα καταχωνιασμένη.
Τελικά η Ναφισί δεν μιλάει τόσο διεξοδικά για τον Γκάτσμπι όσο μιλάει για τη Λολίτα. Στο τρίτο και τέταρτο μέρος δεν μιλάει ξεχωριστά για βιβλία, αλλά για συγγραφείς: Τζέην Όστεν και Χένρι Τζέημς. Εδώ είναι οι αναμνήσεις της που βρίσκονται σε πρώτο πλάνο, και όχι τόσο ο σχολιασμός των βιβλίων ή των συγγραφέων. Αν το ήξερα αυτό θα είχα διαβάσει το βιβλίο από τότε.
Στο κείμενο για τη Λολίτα μιλάω για παρανάγνωση και λαθεμένη ανάγνωση. Ο Ουμπέρτο Έκο μου πρόσφερε στη συνέχεια δυο χρήσιμους όρους: χρήση και ερμηνεία. Ο όρος «χρήση» κολλάει γάντι στην Ναφισί. Ήδη το έχω γράψει μιλώντας για τον Έκο, ότι η Ναφισί κάνει «χρήση» της «Λολίτας» για να καταδικάσει το καθεστώς Χομεϊνί, και όπως γράψαμε πιο πάνω παραλληλίζει τον Χούμπερτ με τον Χομεϊνί. Στην περίπτωση του Γκάτσμπι, περιέργως, η ανάγκη να χρησιμοποιήσει πάλι το έργο την οδηγεί αυτή τη φορά σε σωστή ερμηνεία. Και αυτό από την ανάγκη να αντιταχθεί στη χρήση που κάνουν οι ισλαμιστές στον Γκάτσμπι. Όχι το πρόσωπο, αλλά το βιβλίο. Το απορρίπτουν γιατί μιλάει για την μοιχεία. Η Ναφισί αντιτείνει, σωστά, ότι «το βιβλίο αυτό δεν είχε να κάνει με τη μοιχεία αλλά με τα χαμένα όνειρα» (σελ. 223). Σίγουρα το βιβλίο δεν έχει να κάνει με τη μοιχεία, έχει να κάνει με τα χαμένα όνειρα, αλλά εγώ πιστεύω ότι έχει να κάνει περισσότερο με την ανθρώπινη μοναξιά. Μάλιστα η Ναφισί έστησε μια «δίκη» του Γκάτσμπι με τους φοιτητές της, με τους ισλαμιστές να του επιτίθενται και τους άλλους να τον υπερασπίζονται. Φοβερά πρωτότυπη ιδέα. Αλλά δεν θέλω να επεκταθώ περισσότερο, για το βιβλίο θα γράψω (ελπίζω) αύριο. Εδώ απλά θα υπογραμμίσω τον αποτροπιασμό που νοιώθει κανείς (κι εγώ μαζί) για το καθεστώς διαβάζοντας τα όσα γράφει η Ναφισί. Στη συνέχεια θα παραθέσω κάποιες πρόσθετες πληροφορίες που αγνοούσα, και θα σχολιάσω ορισμένα αποσπάσματα που με εντυπωσίασαν.
Και πρώτα πρώτα ότι το καθεστώς Χομεϊνί δίωξε άγρια τους Κούρδους. Πιο άγρια άραγε από τον Σάχη, τον Σαντάμ ή τους Τούρκους;
Ποια είναι η γυναίκα ναμαχράμ; Είναι κάθε γυναίκα που δεν είναι μητέρα, σύζυγος ή αδελφή (μήπως ξέχασε η Ναφισί να γράψει και κόρη;). Τη γυναίκα αυτή δεν μπορείς να τη χαιρετάς με χειραψία.
Γράφει η Ναφισί ότι όταν οι Πέρσες υποδουλώθηκαν στους Άραβες, «τα βιβλία τους κάηκαν, οι τόποι λατρείας καταστράφηκαν και η γλώσσα τους παραγκωνίστηκε» (σελ. 280). Όμως χάρη στον υψηλό πολιτισμό τους κατάφεραν να αντέξουν, και το Ιράν είναι ίσως η μοναδική γειτονική προς τους Άραβες χώρα που, παρά το ότι υιοθέτησε τον μουσουλμανισμό και το αλφάβητό τους, μπόρεσε να διατηρήσει τη γλώσσα της.
« Η Νασρίν άρχισε να λέει μια ιστορία για κάποια δασκάλα θρησκευτικών που είχε η δωδεκάχρονη ξαδέλφη της. Η δασκάλα αυτή συμβούλευε τις μαθήτριές της να καλύπτουν το σώμα και το κεφάλι τους, υποσχόμενη ότι στον παράδεισο θα έπαιρναν τη δίκαιη ανταμοιβή τους. Εκεί στον παράδεισο τις περιμένουν ρυάκια με κρασί και γεροδεμένοι νέοι άντρες. Καθώς μιλούσε για τους γεροδεμένους νέους άνδρες, έμοιαζαν να τρέχουν σάλια από τα παχιά της χείλη, λες και επρόκειτο για αρνάκια γάλακτος σερβιρισμένα ήδη στο πιάτο της» (σελ. 341-342).
Και εγώ που νόμιζα ότι στον παράδεισο υπάρχουν μόνο τα ουρί, παρθένες κοπέλες για τους άντρες (κατ’ άλλους 50, κατ’ άλλους 70 για τον καθένα)!!! Να που μαθαίνω ότι υπάρχουν και γεροδεμένοι νέοι άνδρες για τις γυναίκες. Αλλά αυτό από πού να το πληροφορηθείς, δεν κυκλοφορεί φαίνεται ευρέως. Αν πει κάτι τέτοιο μια γυναίκα και το μάθει ο άντρας της, θα την ξυλοφορτώσει (παρεμπιπτόντως κυκλοφόρησε στο youtube ένα video clip με ένα μουλά να δίνει οδηγίες στους συζύγους πώς να δέρνουν τις γυναίκες τους χωρίς να τους προκαλέσουν κάποια ανήκεστο βλάβη).
Ένας φανατικός ισλαμιστής φοιτητής κατέδωσε μια φοιτήτρια που αποβλήθηκε γιατί λέει «τον προκαλούσε σεξουαλικά ένα κομματάκι λευκής επιδερμίδας που μόλις διακρινόταν κάτω από τη μαντήλα της» (σελ. 342). Πήρε χρόνια στην Ναφισί να κάνει μια διαπίστωση που εγώ την έκανα πολύ πιο γρήγορα: «Ο πολιτισμός μας απέφευγε το σεξ επειδή τον απασχολούσε υπερβολικά» (σελ. 485). Και επειδή αυτό το ξέρει κάθε μουσουλμάνος, θέλει να κρύβει τη γυναίκα του από τα μάτια των άλλων. Η πορνεία απαγορεύεται, όμως ένας μουσουλμάνος μπορεί να παντρευτεί «νόμιμα» μια γυναίκα ακόμη και για μια ώρα. Ο γάμος είναι συμβόλαιο. Αλλά αυτό είναι μεγάλο θέμα για να το συζητήσουμε εδώ.
Στο κεφάλαιο για την Όστεν η Ναφισί επιστρέφει πάλι στον Ναμπόκοφ όπου «έχουμε τέρατα σαν τον Χάμπερτ που βιάζουν δωδεκάχρονα κορίτσια» (σελ. 502). Για το κατά πόσο τη βίασε έχουμε γράψει πιο πάνω. Στο Ιράν παντρεύονται, με βάση το νόμο της σαρίας, τα εννιάχρονα κορίτσια. Αυτά σίγουρα δεν θέλουν να παντρευτούν, αλλά ποιος τα ρωτάει (Όχι, το έργο της Μαρζιγιέ Μεσκινί «Την ημέρα που έγινα γυναίκα» δεν αναφέρεται στο ξεπαρθένεμα ενός εννιάχρονου κοριτσιού όταν το πάντρεψαν, αναφέρεται σε ένα κοριτσάκι που του απαγόρευσαν να παίζει με ένα αγοράκι φίλο της μόλις έγινε εννιά χρονών γιατί «έγινε γυναίκα»).
Και τέλος: «Γι’ αυτό σου αρέσω-ένας άνθρωπος χωρίς ιδιότητες» (σελ. 296).
Το ξεκίνησα – το βιβλίο του Μούσιλ- πριν λίγους μήνες, διάβασα λίγες σελίδες και το άφησα∙ όχι γιατί δεν μου άρεσε, αλλά γιατί μπήκαν στη μέση διάφορα άλλα, ανάμεσα στα οποία και το σχολείο. Τη φράση αυτή την εξέλαβα ως παρώθηση. Τώρα λέω να το διαβάσω επί τέλους – ας περιμένει λίγο η Σαλαμπώ. Δυο χοντροί τόμοι, αλλά θα τους καταφέρω.
28-5-2011
Δεν θυμάμαι ποιος Γάλλος μίλησε για τον lecteur suffisant (βαριέμαι να το ψάξω τώρα στο ίντερνετ), και που το πήρε ο Σεφέρης και το έκανε «επαρκή αναγνώστη». Ο επαρκής αναγνώστης κάνει μια ανάγνωση πληρέστερη από τον μη επαρκή (ή όχι και τόσο επαρκή). Επί τη ευκαιρία θυμίζουμε τη διάκριση του Ρολάν Μπάρτ για βιβλία lisible και scriptible. Τα δεύτερα μόνο είναι που διαφοροποιούν την ανάγνωση.
Τι γίνεται όμως όταν δυο κατά τα άλλα επαρκείς αναγνώστες, διαβάζουν το ίδιο κείμενο διαφορετικά; Όλες οι αναγνώσεις είναι εξίσου νόμιμες; Κάθε παρανάγνωση είναι μια καινούρια, νόμιμη ανάγνωση; Μπορεί να υπάρξει και λαθεμένη ανάγνωση;
Φαίνεται πως ναι. Είναι η περίπτωση της Ναφισί (τη διαβάζω «Ναφισί» και όχι «Ναφίσι» όπως γράφει στο αυτί του βιβλίου, κατά το «Παναχί». Θυμάμαι μια Τουρκάλα σε ένα συνέδριο που την φώναζαν «Σέβντα», διαβάζοντας το όνομά της στο πρόγραμμα στα αγγλικά. Μόνο εγώ, μου είπε, πρόφερα σωστά το όνομά της, Σεβντά).
Μια φεμινιστική ανάγνωση, σε μια χώρα που ο φεμινισμός είναι η κατ’ εξοχήν γυναικεία μορφή άμυνας σε ένα καθεστώς που καταπιέζει τόσο πολύ τις γυναίκες όπως η θεοκρατία του Ιράν, φαίνεται ότι μπορεί κανείς να πέσει εύκολα στην παγίδα, όχι απλά της παρανάγνωσης, αλλά της εντελώς λαθεμένης ανάγνωσης.
Η Ναφισί συγκρίνει ούτε λίγο ούτε πολύ τον Χάμπερτ με τον Χομεϊνί: Ο Χάμπερτ βλέπει τη Λολίτα και ο Χομεϊνί τη χώρα όχι σαν αυτό που είναι πραγματικά, αλλά σαν αυτό που φαντασιακά έχουν πλάσει γι αυτή. Ο Χομεϊνί ίσως, όχι όμως και ο Χάμπερτ.
Ας ξεκινήσουμε από την πρώτη παρανάγνωση, που είναι η λαθεμένη ανάγνωση. Η Νασιφί λέει επανειλημμένα στο βιβλίο της ότι ό Χάμπερτ βίασε τη Λολίτα. Τι διάβολο, δεν θυμάμαι καλά; (Το βιβλίο το διάβασα πριν σχεδόν έξι χρόνια). Μήπως δεν κατάλαβα καλά; (το διάβασα στα αγγλικά, η ελληνική έκδοση είχε εξαντληθεί, και η καινούρια βγήκε μετά από κάποιους μήνες). Ξανακοιτάζω την έκδοση του «Βήματος» και βλέπω ότι δεν είχα κάνει λάθος. Ο Χάμπερτ, παθιασμένος με τη Λολίτα, ετοιμάζεται όντως να τη βιάσει, δίνοντάς της αναισθητικό. Όμως αυτό δεν έχει επίδραση πάνω της. Και εκεί που το σχέδιο έχει αποτύχει, τον καλεί αυτή να κάνουν έρωτα. Αντιγράφω αυτή την «πρώτη φορά» (σελ. 144-156). «Της χάιδεψα απαλά τα μαλλιά, κι απαλά φιληθήκαμε. Το φιλί της – πανηγυρική αμηχανία- είχε μάλλον την κωμική επιτήδευση πλαταγισμών και διεισδύσεων που μ’ έκαναν να καταλήξω πως είχε προπονηθεί σε τρυφερή ηλικία στα χέρια κάποιας μικρής Σαπφίδος. Ο Τσάρλι αποκλείεται να της μάθαινε αυτά τα κόλπα… Μονομιάς, με μιαν έκρηξη βάναυσης χαράς (το σήμα κατατεθέν των νυμφιδίων!), κόλλησε τα χείλη της στο αυτί μου – μα για μερικές στιγμές το μυαλό μου αδυνατούσε να διαχωρίσει σε λέξεις τον καυτό κεραυνό των ψιθύρων της, κι εκείνη γέλασε, και μάζεψε τα μαλλιά που της σκέπαζαν το πρόσωπο, και δοκίμασε πάλι, και σταδιακά η αίσθηση πως ζούσα πλέον σ’ έναν ολότελα νέο κι ολότελα τρελό ονειρόκοσμο, όπου όλα επιτρέπονταν, με κυρίευσε, καθώς διαπίστωνα τι ακριβώς μου ’χε προτείνει. Της αποκρίθηκα πως δε γνώριζα τι παιχνίδια παίζαν με τον Τσάρλι. «Θες να πεις ότι ποτέ δεν… (βαριέμαι να αντιγράφω, το σκανάρω και με ocr το κολλάω μετά. Μπορείτε να το παραλείψετε αν θέλετε.
- το πρόσωπο συνεστραμμένο από δυσπιστία και φρίκη. «Θες να μου πεις - » πήγε να επαναλάβει. Έκανα ένα διάλειμμα για να τρίψω τη μύτη μου με τη δική της. «Κόφ' το», είπε μ' έρρινη εκφορά χωριατοπούλας, απομακρύνοντας βιαστικά το μελαμψό της ώμο από τα χείλη μου. (Ήταν περίεργο το ότι θεωρούσε - κι εξακολούθησε για καιρό να θεωρεί - όλα τα χάδια εκτός απ' το φιλί στο στόμα ή την απογυμνωμένη ερωτική πράξη είτε "ρομαντικές αηδίες" ή "ανωμαλίες')•
«Θες να μου πεις», επέμεινε, γονατίζοντας πλάι μου τώρα, «ότι δεν το 'κανες ποτέ όταν ήσουνα μικρός;»
«Ποτέ», απήντησα, με κάθε ειλικρίνεια.
«Οκέϊ», είπε η Λολίτα, «έλα να τα πάρουμε απ' την αρχή.»
Ωστόσο, δε σκοπεύω να προκαλέσω πλήξη στους ευρυμαθείς αναγνώστες μου με μια λεπτομερή περιγραφή της πράξης που πλήρης οίησης μου περιέγραψε η Λολίτα. Αρκεί να πω πως δεν αντελήφθην το παραμικρό ίχνος σεμνοτυφίας σ' αυτό το πανέμορφο και πρακτικώς ασχημάτιστο κορίτσι που τα μεικτά σχολεία των ημερών μας, τα ήθη της εφηβείας, τα ξενύχτια στην κατασκήνωση γύρω απ' τη φωτιά, και ούτω καθ' εξής, είχαν διαφθείρει απόλυτα κι απελπιστικά. Θεωρούσε την απογυμνωμένη πράξη απλώς σαν μια κρυψώνα που εποικείται από νέους, άγνωστη στους ενήλικες. Το τι έκαναν για τη διαιώνιση του είδους οι ενήλικες ουδόλως την απασχολούσε. Η ζωή μου πέρασε στα χέρια της μικρής Λο μ' ένα σθεναρό, πεζό τρόπο, σαν να 'ταν ένα άψυχο μαραφέτι που μπορούσε ν' αποσυνδέσει απ' την ύπαρξη μου. Αν και καθ' όλα πρόθυμη να με εντυπωσιάσει με τον κόσμο των σκληραγωγημένων παιδιών συγκεκριμένες διαφορές ανάμεσα στη ζωή ενός παιδιού και στη δική μου τη βρήκαν απροετοίμαστη. Η περηφάνεια και μόνο την κράτησε και δεν το έβαλε κάτω- διότι, στην αλλόκοτη θέση που βρισκόμουν, παρίστανα τον κατάπληκτο κρετίνο, πηγαίνοντας με τα νερά της - τουλάχιστον για όσο θ' άντεχα. Μα όλα αυτά κατά βάθος είναι ανούσια- το λεγόμενο "σεξ" δε με αφορά καθόλου. Ο καθένας μπορεί να φανταστεί τα συστατικά στοιχεία του ζωικού κόσμου. Εμένα με δελεάζει μια σπουδαιότερη φιλοδοξία: να αποτυπώσω μια για πάντα την επικίνδυνη μαγεία των νυμφιδίων.
Έτσι λοιπόν, ο Χάμπερτ δεν βίασε την Λολίτα, παρά το ότι αυτός ήταν ο αρχικός του στόχος.
Μήπως ο Χάμπερτ ήταν παιδεραστής;
Κάθε άλλο. Ο Χάμπερτ είχε ερωτευθεί τη Λολίτα. Τυχαία πέφτει το μάτι μου σε μια γραμμή: «Αχ, Λολίτα, αν μ’ αγαπούσες κι εσύ έτσι!» (σελ. 18).
Αυτός είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της, αλλά η Λολίτα τον έχει βαρεθεί. Κάποια στιγμή το σκάει με κάποιον. Η Ναφισί αναφέρει τις δυο κύριες αναγνώσεις του βιβλίου: «Υπάρχουν εκείνοι – ανάμεσά τους και ο Λάιονελ Τρίλινγκ (κι εγώ μαζί τους) - που βλέπουν την ιστορία σαν μια μοναδική ερωτική σχέση, αλλά και κάποιοι άλλοι που καταδικάζουν τη Λολίτα επειδή πιστεύουν ότι ο Ναμπόκοφ μετάτρεψε το βιασμό μιας δωδεκάχρονης σε αισθητικό πείραμα» (σελ. 76).
Να κάνω μια παρένθεση εδώ. Στην ταινία της Μερσιγιέ Μεσκινί «Τη μέρα που έγινα γυναίκα» βλέπουμε το μικρό εννιάχρονο κοριτσάκι να του αγοράζουν τσαντόρ
και να του απαγορεύουν να παίζει πια με τους φίλους του, γιατί τώρα «έγινε γυναίκα». Διαβάζοντας το βιβλίο της Φωτεινής Τσιμπιρίδου (επιμέλεια) «Μουσουλμάνες της Ανατολής» (θα γράψουμε και γι αυτό) κατάλαβα το γιατί: Η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν κατέβασε ο όριο ηλικίας που μπορούν να παντρευτούν οι γυναίκες από τα 18 στα 9!!! Αυτό πια κι αν είναι βιασμός.
Παραθέτω και ένα άλλο απόσπασμα, που μου έμεινε επίσης από αυτή την πρώτη ανάγνωση, και που δείχνει τον απελπισμένο έρωτα του Χάμπερτ: (Τελικά ψάχνω ψύλλους στ’ άχερα, το βρίσκω από το αγγλικό κείμενο που το έχω τσεκάρει, όπως και άλλα αποσπάσματα, που θα παραθέσω, για να υποστηρίξω την άποψή μου, ότι ο Χάμπερτ δεν ήταν παιδεραστής αλλά ένας απελπισμένος ερωτευμένος: «I could not kill her, of course, as some have thought. You see I loved her. It was love at first sight, at last sight, at ever and ever sight». (σελ. 268, Penguin, 1997).
Η Λολίτα εν τω μεταξύ έχει φύγει απ’ αυτόν με τον οποίο το είχε σκάσει, έχει παντρευτεί, έχει μείνει έγκυος, φτωχοζεί με τον άντρα της. Ο Χάμπερτ την ψάχνει. Τελικά τη βρίσκει, και της προτείνει να τον εγκαταλείψει και να φύγει μαζί του. Αυτή αρνείται. Αυτός ετοιμάζεται να φύγει. Αυτή τον πλησιάζει για ένα αποχαιρετιστήριο φιλί.
«Since I would not have survived the touch of her lips, I kept retreating in a mincing dance, at every step she and her belly made towards me» (σελ. 278). Τι υπέροχα που εκφράζει ο Ναμπόκοφ τον έρωτά του: Δεν θα μπορούσα να επιζήσω από το άγγισμα των χειλιών της!
Ο Ναμπόκοφ παρωδεί όχι την Κάρμεν (Carmen, voulez vous venir avec moi?), αλλά τις αφηγηματικές αναμονές (Ο Χάμπερτ κρατάει πάνω του ένα πιστόλι).
«Then I pulled out my automatic – I mean, this is the kind of fool thing a reader might suppose I did. It never even occurred to me to do it» (σελ. 278). Τελικά προτιμά να σκοτώσει τον toreador αντί για την Κάρμεν, στις πιο ωραίες σελίδες του μυθιστορήματος. Βρήκα στο διαδίκτυο τον Jeremy Irons να διαβάζει ακριβώς αυτές τις σελίδες.
Η Ναφίσι έχει και άλλο πρόβλημα. Γράφει: «Η πρόζα το Χάμπερτ, που σε κάποια σημεία γίνεται απαράδεκτα εξεζητημένη, στοχεύει στην αποπλάνηση του αναγνώστη, ιδιαίτερα του αναγνώστη με υψηλό φρόνημα, που θα εντυπωσιαστεί και θα ξεγελαστεί από παρόμοια επίδειξη γνώσεων» (σελ. 78). Υπάρχουν και άλλα παρόμοια αποσπάσματα. Ξεχνάει μόνο ότι δεν είναι η πρόζα του Χάμπερτ αλλά η πρόζα του Ναμπόκοφ. Και, δυστυχώς γι αυτή, ο Ναμπόκοφ αντιμετωπίζει τον ήρωά του όπως ο Τρίλινγκ και οι άλλοι και όχι όπως η ίδια και οι φοιτήτριές της (μετά την παραίτησή της από το πανεπιστήμιο, με μια ομάδα πέντε φοιτητριών της συζητούν για λογοτεχνία σπίτι της).
Το έχω γράψει και κάπου αλλού πιο διεξοδικά, δεν θυμάμαι πού, ότι οι συγγραφείς σήμερα για να δείξουν τη δύναμη του ερωτικού αισθήματος περιγράφουν αποκλείνουσες περιπτώσεις και όχι νορμάλ. Εδώ έχουμε τον έρωτα ενός σαραντάρη για μια δωδεκάχρονη (άραγε στη «Λολίτα» διάβασα ότι ο Γκαίτε στα ογδόντα του ερωτεύτηκε μια δεκαοχτάρα, ή κάπου αλλού;). Άλλες περιπτώσεις που θυμάμαι είναι η ταινία «Η γυναίκα καίγεται» του βαν Άκερμαν, «Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων» του Μάρκες (έχω παραφράσει τον τίτλο για κάποιο προηγούμενο post μου), «Μαντάμ Μπατερφλάι» του hua qiao, Αμερικανοκινέζου Herbert David Hwang και «Ο σκύλος της Μαρί» του Ανδρέα Μήτσου. Α, ναι, και «Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου», πάλι του Μάρκες, και ένα άλλο έργο, να το ψάξω, το βρήκα, Breaking the waves (1996) του Lars von Trier.
Τελικά με μένα η μοίρα έχει παίξει κάποια περίεργα παιχνίδια. Δεν μου αρέσει καθόλου η παιδική λογοτεχνία, και όμως έχω γράψει το «Χορό της βροχής». Δεν μου αρέσει η επιστημονική φαντασία, και όμως έχω γράψει το «Μυστικό των εξωγήινων» (είπε η Άγκυρα ότι θα μου το εκδώσει). Έχω γράψει συναπτές 225 βιβλιοκριτικές, και δεν διαβάζω βιβλιοκριτικά σημειώματα. Μόνο την «Ημεδαπή εξορία» του Κούρτοβικ έχω διαβάσει, και από εκεί μόνο τις βιβλιοκριτικές του για βιβλία που είχα ήδη διαβάσει. Η βιβλιοκριτική μού φαίνεται ότι πουλάει γουρούνι στο σακί. Μετά από αυτή την εμπειρία με τη Λολίτα, τα τρία άλλα μέρη του έργου που αναφέρονται στον «Great Gatsby», στην Τζέην Όστεν και στον Χένρυ Τζέημς θα τα διαβάσω αφού διαβάσω τα σχετικά έργα. Φοβάμαι για άλλες παραναγνώσεις από μέρους της.
Μπάμπης Δερμιτζάκης, 1-12-07
Συμπληρώνω, αφού διάβασα και το υπόλοιπο βιβλίο
Τελικά πέρασαν τριάμισι χρόνια για να διαβάσω το υπόλοιπο βιβλίο∙ αφού διάβασα πρώτα τον «Υπέροχο Γκάτσμπι», τον οποίο ανακάλυψα το Πάσχα στην Κρήτη, σε μια παλιά μετάφραση. Θυμάμαι ότι είχα αγοράσει πάμφθηνη την αγγλική έκδοση, όμως ένας θεός ξέρει πού να βρίσκεται τώρα καταχωνιασμένη.
Τελικά η Ναφισί δεν μιλάει τόσο διεξοδικά για τον Γκάτσμπι όσο μιλάει για τη Λολίτα. Στο τρίτο και τέταρτο μέρος δεν μιλάει ξεχωριστά για βιβλία, αλλά για συγγραφείς: Τζέην Όστεν και Χένρι Τζέημς. Εδώ είναι οι αναμνήσεις της που βρίσκονται σε πρώτο πλάνο, και όχι τόσο ο σχολιασμός των βιβλίων ή των συγγραφέων. Αν το ήξερα αυτό θα είχα διαβάσει το βιβλίο από τότε.
Στο κείμενο για τη Λολίτα μιλάω για παρανάγνωση και λαθεμένη ανάγνωση. Ο Ουμπέρτο Έκο μου πρόσφερε στη συνέχεια δυο χρήσιμους όρους: χρήση και ερμηνεία. Ο όρος «χρήση» κολλάει γάντι στην Ναφισί. Ήδη το έχω γράψει μιλώντας για τον Έκο, ότι η Ναφισί κάνει «χρήση» της «Λολίτας» για να καταδικάσει το καθεστώς Χομεϊνί, και όπως γράψαμε πιο πάνω παραλληλίζει τον Χούμπερτ με τον Χομεϊνί. Στην περίπτωση του Γκάτσμπι, περιέργως, η ανάγκη να χρησιμοποιήσει πάλι το έργο την οδηγεί αυτή τη φορά σε σωστή ερμηνεία. Και αυτό από την ανάγκη να αντιταχθεί στη χρήση που κάνουν οι ισλαμιστές στον Γκάτσμπι. Όχι το πρόσωπο, αλλά το βιβλίο. Το απορρίπτουν γιατί μιλάει για την μοιχεία. Η Ναφισί αντιτείνει, σωστά, ότι «το βιβλίο αυτό δεν είχε να κάνει με τη μοιχεία αλλά με τα χαμένα όνειρα» (σελ. 223). Σίγουρα το βιβλίο δεν έχει να κάνει με τη μοιχεία, έχει να κάνει με τα χαμένα όνειρα, αλλά εγώ πιστεύω ότι έχει να κάνει περισσότερο με την ανθρώπινη μοναξιά. Μάλιστα η Ναφισί έστησε μια «δίκη» του Γκάτσμπι με τους φοιτητές της, με τους ισλαμιστές να του επιτίθενται και τους άλλους να τον υπερασπίζονται. Φοβερά πρωτότυπη ιδέα. Αλλά δεν θέλω να επεκταθώ περισσότερο, για το βιβλίο θα γράψω (ελπίζω) αύριο. Εδώ απλά θα υπογραμμίσω τον αποτροπιασμό που νοιώθει κανείς (κι εγώ μαζί) για το καθεστώς διαβάζοντας τα όσα γράφει η Ναφισί. Στη συνέχεια θα παραθέσω κάποιες πρόσθετες πληροφορίες που αγνοούσα, και θα σχολιάσω ορισμένα αποσπάσματα που με εντυπωσίασαν.
Και πρώτα πρώτα ότι το καθεστώς Χομεϊνί δίωξε άγρια τους Κούρδους. Πιο άγρια άραγε από τον Σάχη, τον Σαντάμ ή τους Τούρκους;
Ποια είναι η γυναίκα ναμαχράμ; Είναι κάθε γυναίκα που δεν είναι μητέρα, σύζυγος ή αδελφή (μήπως ξέχασε η Ναφισί να γράψει και κόρη;). Τη γυναίκα αυτή δεν μπορείς να τη χαιρετάς με χειραψία.
Γράφει η Ναφισί ότι όταν οι Πέρσες υποδουλώθηκαν στους Άραβες, «τα βιβλία τους κάηκαν, οι τόποι λατρείας καταστράφηκαν και η γλώσσα τους παραγκωνίστηκε» (σελ. 280). Όμως χάρη στον υψηλό πολιτισμό τους κατάφεραν να αντέξουν, και το Ιράν είναι ίσως η μοναδική γειτονική προς τους Άραβες χώρα που, παρά το ότι υιοθέτησε τον μουσουλμανισμό και το αλφάβητό τους, μπόρεσε να διατηρήσει τη γλώσσα της.
« Η Νασρίν άρχισε να λέει μια ιστορία για κάποια δασκάλα θρησκευτικών που είχε η δωδεκάχρονη ξαδέλφη της. Η δασκάλα αυτή συμβούλευε τις μαθήτριές της να καλύπτουν το σώμα και το κεφάλι τους, υποσχόμενη ότι στον παράδεισο θα έπαιρναν τη δίκαιη ανταμοιβή τους. Εκεί στον παράδεισο τις περιμένουν ρυάκια με κρασί και γεροδεμένοι νέοι άντρες. Καθώς μιλούσε για τους γεροδεμένους νέους άνδρες, έμοιαζαν να τρέχουν σάλια από τα παχιά της χείλη, λες και επρόκειτο για αρνάκια γάλακτος σερβιρισμένα ήδη στο πιάτο της» (σελ. 341-342).
Και εγώ που νόμιζα ότι στον παράδεισο υπάρχουν μόνο τα ουρί, παρθένες κοπέλες για τους άντρες (κατ’ άλλους 50, κατ’ άλλους 70 για τον καθένα)!!! Να που μαθαίνω ότι υπάρχουν και γεροδεμένοι νέοι άνδρες για τις γυναίκες. Αλλά αυτό από πού να το πληροφορηθείς, δεν κυκλοφορεί φαίνεται ευρέως. Αν πει κάτι τέτοιο μια γυναίκα και το μάθει ο άντρας της, θα την ξυλοφορτώσει (παρεμπιπτόντως κυκλοφόρησε στο youtube ένα video clip με ένα μουλά να δίνει οδηγίες στους συζύγους πώς να δέρνουν τις γυναίκες τους χωρίς να τους προκαλέσουν κάποια ανήκεστο βλάβη).
Ένας φανατικός ισλαμιστής φοιτητής κατέδωσε μια φοιτήτρια που αποβλήθηκε γιατί λέει «τον προκαλούσε σεξουαλικά ένα κομματάκι λευκής επιδερμίδας που μόλις διακρινόταν κάτω από τη μαντήλα της» (σελ. 342). Πήρε χρόνια στην Ναφισί να κάνει μια διαπίστωση που εγώ την έκανα πολύ πιο γρήγορα: «Ο πολιτισμός μας απέφευγε το σεξ επειδή τον απασχολούσε υπερβολικά» (σελ. 485). Και επειδή αυτό το ξέρει κάθε μουσουλμάνος, θέλει να κρύβει τη γυναίκα του από τα μάτια των άλλων. Η πορνεία απαγορεύεται, όμως ένας μουσουλμάνος μπορεί να παντρευτεί «νόμιμα» μια γυναίκα ακόμη και για μια ώρα. Ο γάμος είναι συμβόλαιο. Αλλά αυτό είναι μεγάλο θέμα για να το συζητήσουμε εδώ.
Στο κεφάλαιο για την Όστεν η Ναφισί επιστρέφει πάλι στον Ναμπόκοφ όπου «έχουμε τέρατα σαν τον Χάμπερτ που βιάζουν δωδεκάχρονα κορίτσια» (σελ. 502). Για το κατά πόσο τη βίασε έχουμε γράψει πιο πάνω. Στο Ιράν παντρεύονται, με βάση το νόμο της σαρίας, τα εννιάχρονα κορίτσια. Αυτά σίγουρα δεν θέλουν να παντρευτούν, αλλά ποιος τα ρωτάει (Όχι, το έργο της Μαρζιγιέ Μεσκινί «Την ημέρα που έγινα γυναίκα» δεν αναφέρεται στο ξεπαρθένεμα ενός εννιάχρονου κοριτσιού όταν το πάντρεψαν, αναφέρεται σε ένα κοριτσάκι που του απαγόρευσαν να παίζει με ένα αγοράκι φίλο της μόλις έγινε εννιά χρονών γιατί «έγινε γυναίκα»).
Και τέλος: «Γι’ αυτό σου αρέσω-ένας άνθρωπος χωρίς ιδιότητες» (σελ. 296).
Το ξεκίνησα – το βιβλίο του Μούσιλ- πριν λίγους μήνες, διάβασα λίγες σελίδες και το άφησα∙ όχι γιατί δεν μου άρεσε, αλλά γιατί μπήκαν στη μέση διάφορα άλλα, ανάμεσα στα οποία και το σχολείο. Τη φράση αυτή την εξέλαβα ως παρώθηση. Τώρα λέω να το διαβάσω επί τέλους – ας περιμένει λίγο η Σαλαμπώ. Δυο χοντροί τόμοι, αλλά θα τους καταφέρω.
28-5-2011
Subscribe to:
Posts (Atom)