Ebrahim Forouzesh, Hamoon and Darya (2008)
Αφιερωμένο
εξαιρετικά, la mulți ani
Ο έρωτας δεν είναι
ένα θέμα που θα φιγουράρει στις ιρανικές ταινίες, παρά μόνο κατ’ εξαίρεση, σαν
δευτερεύον ή σαν τριτεύον θέμα. Είναι φυσικό, σε μια κουλτούρα που επιτρέπει
την πολυγαμία.
Μια μεγάλη εξαίρεση
είναι το κλασικό «Λεϊλά
και Ματζνούν» που, αν και έχει αραβικές ρίζες, έγινε διάσημο στην περσική
εκδοχή του από τον Nizami Ganjavi (12oς αιώνας). Είναι μια ιστορία Ρωμαίου
και Ιουλιέτας τοποθετημένη στην Ανατολή.
Η ταινία αποτελεί
κατά κάποιο τρόπο συνέχεια των ταινιών με παιδιά του Ebrahim Forouzesh που
προηγήθηκαν.
Φίλοι από μικροί, ξαδέλφια
μάλιστα, αγαπήθηκαν.
Τώρα πια είναι
έφηβοι.
Η Ντάρια δεν χορταίνει να ακούει τον Hamoon να
παίζει το dotaar του (μουσικό όργανο σαν το δικό μας λαούτο).
Η ταινία είναι πλημμυρισμένη
από τη μουσική του dotaar.
Ο αδελφός της όμως αντιδρά
σ’ αυτό το αίσθημα. Θα σπάσει το dotaar του και την ίδια θα την φυλακίσει
στο σπίτι. Προτιμά έναν πλούσιο γαμπρό. Όμορφη η Ντάρια (όπως και η…) είναι
περιζήτητη σαν νύφη.
Η μητέρα του αντιδρά
στις ακρότητές του. Εφόσον ζει ακόμη, αυτή έχει τον τελευταίο λόγο, όταν
πεθάνει μπορεί να αποφασίζει αυτός για την αδελφή του.
Ο Hamoon πηγαίνει
σε ένα θείο του που έχει αποστακτήριο τριανταφύλλων. Καθώς είναι δουλευταράς, ο
θείος του τον θέλει για γαμπρό του. Όμως αυτός σκέφτεται την Ντάρια και γυρνάει
στο χωριό του· για να τη βρει του θανατά.
Μα τι έχει;
Ο γιατρός έδωσε
φάρμακα, μα δεν της κάνουν τίποτα.
Να ρωτήσουμε την πρακτική.
Και στη συνέχεια η
ταινία γίνεται παραμύθι.
Η πρακτική τούς λέει
να βρουν ένα ψαράκι σε μια λιμνούλα, που βρίσκεται μακριά όμως, πρέπει να
διασχίσουν την έρημο, η οποία είναι πολύ επικίνδυνη. Το ψάρι αυτό πρέπει να το
φάει η Ντάρια ζωντανό.
Μου θύμισε το μύθο
του Άσπρου
Φιδιού, όπου η Bai Suzhen πηγαίνει σε ένα μακρινό βουνό, ολότελα επικίνδυνο, για να βρει
το βότανο που θα επαναφέρει στη ζωή τον αγαπημένο της.
Θα πάνε ξεχωριστά ο Hamoon και
ξεχωριστά ο αδελφός της με τους φίλους του, οι οποίοι όμως θα τον εγκαταλείψουν
όταν βλέπουν πόσο επικίνδυνο είναι το πέρασμα της ερήμου.
Ένα μεγάλο μέρος της
ταινίας είναι η διαδρομή μέσα στην έρημο. Σκορπιοί και φίδια είναι η μόνιμη
απειλή, σε λίγο όμως θα αντιμετωπίσουν και τη δίψα, καθώς τους τελειώνει το
νερό. Μου θύμισε πολύ την ταινία «Water, wind, dust» (1989) του Amir Naderi.
Ο Hamoon τον
βρίσκει ξαπλωμένο στην άμμο της ερήμου, ολότελα εξαντλημένο. Θα τον συνεφέρει
δίνοντάς του νερό, και θα προχωρήσουν μαζί για τη λίμνη.
Μαζεύουν ψαράκια, τα
βάζουν καθένας στη γυάλα του.
Θα πέσουν αναίσθητοι
λίγο πριν φτάσουν στο χωριό. Ο αδελφός όλο διψάει, πίνει νερό, μόνο ένα ψαράκι
θα επιβιώσει.
Τους βρίσκουν οι
χωριανοί.
Η Ντάρια σώζεται.
Όμως δεν υπάρχει happy end.
Χωρίς να συμβαίνει κατά το εικός και το αναγκαίο, ο Hamoon σηκώνεται και φεύγει,
παρόλο που έχει πια συμφιλιωθεί με τον αδελφό της, δεν θα είχε αντίρρηση για το
γάμο τους.
Γιατί αυτό;
Μήπως, ακολουθώντας
τα ίχνη της Λεϊλά και του Ματζνούν, δεν πρέπει το τέλος να είναι happy;
Όπως και να έχει,
έτσι τελειώνει η ταινία.