Book review, movie criticism

Tuesday, December 31, 2019

Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, Πέντε Ρώσοι κλασικοί


Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, Πέντε Ρώσοι κλασικοί, Ελληνικά Γράμματα 2006, σελ. 431


  Οι πέντε ρώσοι κλασικοί είναι οι Πούσκιν, Γκόγκολ, Μπελίνσκι, Ντοστογιέφσκι και Τολστόι.
  Πολύ ωραίες μελέτες, παρά τις κάποιες αντιρρήσεις μου. Διάβασα την τρίτη έκδοση, δεν ξέρω αν υπήρξαν και επόμενες, τα Ελληνικά Γράμματα έχουν κλείσει.
  Διάβασα αποσπασματικά τις μελέτες αυτές, τις τρεις πρώτες πριν κατέβω στην Κρήτη για τις καλοκαιρινές διακοπές, γι’ αυτό θα περάσω γρήγορα στις υπογραμμίσεις. Αυτό όμως που θέλω να πω εδώ, σαν γενική εντύπωση, είναι ότι σε κάποιες βαραίνει το βιογραφικό στοιχείο, κάτι που μου άρεσε, ενώ σε κάποιες άλλες όχι τόσο το έργο όσο οι ιδέες του συγγραφέα όπως εκφράζονται μέσα απ’ αυτό. Θυμάμαι πως, διαβάζοντας για τον Ντοστογιέφσκι, έκανα τη σκέψη ότι αν δεν είχα διαβάσει τίποτα δικό του, έχοντας διαβάσει αυτή τη μελέτη δεν θα είχα καμιά διάθεση να διαβάσω κανένα έργο του. Το ίδιο θα μπορούσα να πω και για τον Τολστόι. Η εμμονή τους με τη θρησκεία μού είναι εντελώς ξένη, όπως και η εμμονή του Πάστερνακ. Παρόλα αυτά έχω μάθει να ξεχωρίζω τις ιδέες από την τέχνη. Χίλιες φορές καλύτερα να διαβάσω ένα καλό μυθιστόρημα που όμως διαφωνώ με τις ιδέες που εκφράζει σ’ αυτό ο συγγραφέας παρά ένα μέτριο που με βρίσκουν σύμφωνο οι ιδέες που εκφράζονται σ’ αυτό.
  Μετά από αυτό το σχόλιο θα προχωρήσω στα αποσπάσματα.
  Ένα απόσπασμα από την εισαγωγή.
  «… συνδιαλέγονταν με τους κνιάζους και τους μπογιάρους» (σελ. 12).
  Περίεργο που ο Αλεξανδρόπουλος δεν μετέφρασε το княз σε πρίγκηπα
  Έργα του Πούσκιν δεν έχω διαβάσει παρά μόνο το «Ρουσλάνος και Λουντμίλα», με την ευκαιρία που είδα μια κινηματογραφική μεταφορά του. Όμως απόλαυσα την εκτενή βιογραφία του που μας έδωσε ο Αλεξανδρόπουλος.
  Και κάποια βιογραφικά:
  «Ο προπάππους του, από τη μεριά της μητέρας του, ο Αβησσυνός Ιμπραήμ Πετρόβιτς, το 1731  παντρεύτηκε. Η γυναίκα του Ευδοκία ήταν Ελληνίδα. Ωραία κοπέλα, κόρη πλοιάρχου που υπηρετούσε στην Πετρούπολη, στα ρωσικά καράβια. Τον Ιμπραήμ της τον έδωσαν χωρίς τη θέλησή της. Μα πριν από το γάμο, η Ευδοκία παραδόθηκε στον άντρα που αγαπούσε, έναν αξιωματικό του ναυτικού. Έτσι η Πολυξένη, το πρώτο παιδί του Ιμπραήμ, γεννήθηκε λευκή. Αυτό εξαγρίωσε τον Αβραάμ Πετρόβιτς. Βλέποντας πως η γυναίκα του εξακολουθούσε να τον απατά, “την άρπαξε”, διηγείται ο Πούσκιν, “και της τράβηξε ένα μπερντάχι έως θανάτου”. Και την κατάγγειλε επί μοιχεία. Το δικαστήριο καταδίκασε την Ευδοκία σε διαπόμπευση και πέντε χρόνια φυλακή. Επανεξετάστηκε η υπόθεσή της έπειτα από πολλά χρόνια στην Ιερά Σύνοδο. Η Ευδοκία κλείστηκε σ’ ένα γυναικείο μοναστήρι όπου και πέθανε» (σελ. 48).
  Γιατί αυτό το εκτενές κουτσομπολιό.
  Μπορώ να φανταστώ την ιστορία αυτή να γυρίζεται ταινία, η οποία στα χέρια ενός ικανού σκηνοθέτη θα γινόταν πολύ καλή.
  Όμως δεν κατάγεται από την Ελληνίδα ο Πούσκιν. Ο προπάππους του ξαναπαντρεύτηκε, πήρε μια Γερμανίδα, του του έκανε “πλήθος αραπάκια και των δυο φύλων”. «Ο τρίτος κατά σειρά αδελφός, ο Όσιπ… είναι πεθερός του πατέρα Πούσκιν» ( σελ. 48).  
  Το παρακάτω απόσπασμα που παραθέτει ο Αλεξανδρόπουλος από κάποια βιογραφία μας ενδιαφέρει σαν Έλληνες.
  «… Ο κόμης Καποδίστριας από κανέναν δεν έκρυψε την καταγωγή του, το είχε καύχημα που γεννήθηκε Έλληνας και το ’λεγε δίχως περιστροφές πως χρέος του θεωρεί ν’ αφιερώσει όλες τις δυνάμεις του για το καλό της πατρίδας μας» (σελ.62).
  Αναρωτιέμαι ποια θα ήταν η εξέλιξη της Ελλάδας αν δεν τον είχαν δολοφονήσει.  
  Και πάμε στον Γκόγκολ. Έχω διαβάσει τις «Νεκρές ψυχές» και θα τις ξαναδιαβάσω.
  Διαβάζομε, για τον «Ταράς Μπούλμπα».
  «Το ρομαντικό αυτό αριστούργημα είναι ο μοναδικός καρπός του μη σατιρικού Γκόγκολ» (σελ. 137).
  Ναι, υπάρχει το ρομάντζο, όμως η σάτιρα κατέχει εξίσου περίοπτη θέση. Τον διάβασα πρόσφατα και ξέρω.
  Και πάμε στον Μπελίνσκι.
  Αυτόν τον συγγραφέα που πέθανε νεότατος, απλώς τον ξέρω, δεν έχω διαβάσει κανένα έργο του. Όμως θα διαβάσω αν πέσει κάτι δικό του στα χέρια μου.
  Διαβάζω:
  «…ο Βάλτερ Σκοτ…» (σελ. 184).
  Πάλι με εξέπληξε ο Αλεξανδρόπουλος. Δεν πιστεύω να μην ήξερε ότι ο Walter Scott είναι Άγγλος, όμως μεταγράφει το όνομά του σαν να είναι γερμανός, και όχι Γουόλτερ.
  «… που τον άλλο χρόνο [ο Λέρμοντοφ] έπεφτε νεκρός σε μια μονομαχία στον Καύκασο» (σελ. 203).
  Μανία που σου την είχαν οι ρώσοι εκείνη την εποχή με τις μονομαχίες!!!
  Πάλι μεταφραστικό:
  «Ξέρω ότι οι μέσοι χρόνοι… του θρησκευτισμού των μέσων χρόνων…» (σελ. 208).
  Εγώ θα έγραφα «της θρησκοληψίας του Μεσαίωνα».
  «Να γιατί ορισμένοι καλλιτέχνες τότε μόνο δημιουργούν μεγάλο έργο, δίνουν νέα κατεύθυνση σ’ όλη τη λογοτεχνία, όσο λειτουργούν με το ένστικτο και ακολουθούν αυθόρμητα τις επιταγές του ταλέντου, φτάνει όμως ν’ αρχίσουν τη θεωρητικολογία, να το ρίξουν στη φιλοσοφία για να πάρουν γρήγορα τον κατήφορο» (σελ. 214).
  Το έχω ξαναγράψει, τα δοκιμιακά τμήματα ενός μυθιστορήματος, όταν δεν είναι σύντομα και δεν έχουν σαν στόχο να φωτίζουν ένα χαρακτήρα ή μια κατάσταση αλλά τραβάνε σε μάκρος σαν κήρυγμα, με ενοχλούν, ακόμη και αν συμφωνώ με τα γραφόμενα.
  Και πάμε στον Ντοστογιέφσκι.
  «Οι άλλοι, με πρώτο τον Τουργκένιεφ, τον πήραν στο ψιλό για τη μεγάλη ιδέα που κάτω από μια επιφάνεια ταπεινοφροσύνης φαινόταν να τρέφει για την αξία του. Ο Τουργκένιεφ του έστηνε με τέχνη παγίδες, τον προκαλούσε σε συζητήσεις, όπου ο Ντοστογιέφσκι έπαιρνε μέρος δειλά και σεμνά στην αρχή, φανατικά και παθιασμένα κατόπιν. Έτσι έδινε την ευκαιρία στον Τουργκένιεφ να τον παρασύρει σε κωμικές, καθώς εκνευριζόταν, δηλώσεις» (σελ.235).
  Κάτι μου λέει ότι υπήρχε στη συμπεριφορά αυτή μια ζήλεια, αν όχι περιφρόνηση, για τον φτωχό Ντοστογιέφσκι, από τον πλούσιο γαιοκτήμονα Τουργκένιεφ.
  «Όλοι οι μηδενιστές είναι σοσιαλιστές, διαβάζουμε σε ένα γράμμα του Ντοστογιέφσκι» (σελ. 298).
  Εντελώς οξύμωρο. Ένας σοσιαλιστής που αγωνίζεται για ένα καλύτερο αύριο για την ανθρωπότητα δεν μπορεί να είναι μηδενιστής.  
  Και περνάμε τέλος στον Τολστόι.
  «Πράγματι, γράφει απαντώντας στον αφορισμό της Ιεράς Συνόδου, είναι απολύτως σωστό ότι απαρνήθηκα την Εκκλησία που αυτοαποκαλείται ορθόδοξη. Την απαρνήθηκα όμως όχι επειδή αρνούμαι το θεό, αλλά, αντίθετα, επειδή ίσα ίσα ήθελα ν’ αφοσιωθώ με όλη τη δύναμη της ψυχής μου στο  θεό… έγραψα στη διαθήκη μου να μην επιτρέψουν οι συγγενείς μου σε κανέναν κληρικό να έρθει κοντά μου όταν πεθάνω…» (σελ. 397).
  Τα ίδια παράγγελνε και ο Καβάφης, όμως ο αδελφός της προγιαγιάς μου, της μητέρας της γιαγιάς μου της παρσωτοπούλας, ο πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης, όχι μόνο κατάφερε να σπάσει την αντίσταση του Καβάφη και να τον δεχθεί στις τελευταίες του στιγμές (πήγε σαν απλός ιερωμένος και όχι σαν πατριάρχης), αλλά τον μετάλαβε κιόλας.
  Αναρωτιέμαι εγώ τίνος έμοιασα.
  Αυτά για τον Αλεξανδρόπουλο, πολύ καλό το βιβλίο του.  


Mwezé Ngangura, Pièces d'identités (1998)


Mwezé Ngangura, Pièces d'identités (1998)


  Ο βασιλιάς μιας φυλής πηγαίνει στο Βέλγιο να βρει την κόρη του, που έχει χρόνια να δώσει σημεία ζωής. Φοράει τα εμβλήματα του αξιώματός του. Δεν έχουν πέραση σαν σύμβολα, αλλά σαν αντίκες είναι πολύτιμα, και ένας παλαιοπώλης προσπαθεί να του τα σουφρώσει. Ακόμη προκαλούν το γέλιο σε κάποιους. Αυτός ίσως είναι ο λόγος που το IMDb χαρακτηρίζει την ταινία, εντελώς ρατσιστικά, κωμωδία.
  Στην πραγματικότητα η ταινία είναι drama, που όμως αμβλύνεται με το romance. Και βέβαια μαθαίνουμε πράγματα που αγνοούσαμε. Δεν ήξερα για παράδειγμα ότι μετά την ανεξαρτησία του Κονγκό όλοι οι μιγάδες διώχθηκαν από τη χώρα και πήγαν στο Βέλγιο. Να τους φάτε στη μάπα εσείς Βέλγοι που τους σπείρατε με τις ντόπιες.
  Ο ταξιτζής που θα αναπτύξει μια μεγάλη φιλία με τον βασιλιά είναι μιγάς. Κάποια στιγμή αναρωτιέται για την ταυτότητά του -φαντάζομαι από εκεί προέρχεται ο τίτλος της ταινίας: -Για τους μαύρους δεν είμαι μαύρος, για τους λευκούς δεν είμαι λευκός, τι είμαι τέλος πάντων;
  Ο κόρη είχε μπλέξει με κάποιον κακοποιό, είχε πάει μάλιστα και στη φυλακή, στην ταινία τη βλέπουμε όταν αποφυλακίζεται. Ο κακοποιός αυτός την καταδιώκει κατά πόδας. Επίσης της την πέφτουν διάφοροι, πρέπει να ελιχθεί. Ανάμεσα σ’ αυτούς είναι και ένας αστυνομικός διευθυντής, πρώην κυβερνήτης στην επαρχία του Κονγκό όπου βασίλευε ο βασιλιάς.
  Ναι, υπάρχει κάτι στην ταινία που το έχουν πολλές κωμωδίες: οι συμπτώσεις. Ο ταξιτζής μιγάς θα γίνει φίλος με την κόρη του βασιλιά, πράγμα που θα οδηγήσει στο να βρεθούν πατέρας και κόρη. Ακόμη θα αποκαλυφθεί ότι ήταν γιος του αστυνομικού διευθυντή. Ο ίδιος δεν θα το μάθει, όμως ο αστυνομικός διευθυντής θα τον αφήσει ελεύθερο (τον είχαν συλλάβει σαν ύποπτο) να φύγει με τον βασιλιά και την κόρη του. Ο ανιψιός του και η συγκάτοικος της κόρης του, γιατροί και οι δυο, θα φτιάξουν ένα νοσοκομείο στον τόπο τους.
  Την ταινία μπορείτε να τη δείτε στο youtube με αγγλικούς υπότιτλους. Όσοι δεν το έχετε αντιληφθεί, ανεβάζω σιγά σιγά στο youtube όσες ταινίες από τη μαύρη Αφρική έχω και δεν υπάρχουν. Αυτό, σαν μια μορφή αντίστασης στον δυτικό πολιτισμικό ιμπεριαλισμό. Έτσι ανέβασα στο youtube και όσες ταινίες του Όζου και του Μιτζόγκουτσι δεν υπήρχαν και που τις είχα, εκτός από δυο τρεις που μου μπλοκαρίστηκαν για λόγους δικαιωμάτων.
  Παρεμπιπτόντως, όσοι θέλετε να ανεβάσετε στο youtube αλλά οι υπότιτλοί σας είναι σε format sub/idx, μπορείτε να τους μετατρέψετε σε srt on line σ’ αυτή την ιστοσελίδα.  

Monday, December 30, 2019

Woody Allen, Μια βροχερή μέρα στη Νέα Υόρκη (A rainy day in New York, 2019)

Woody Allen, Μια βροχερή μέρα στη Νέα Υόρκη (A rainy day in New York, 2019)


  Ήμουν στην Κρήτη όταν παιζόταν, έτσι δεν μπόρεσα να τη δω ούτε στην δημοσιογραφική προβολή ούτε στις αίθουσες.
  Καλύτερα.
  Για μια ταινία που δεν παίζεται πια στις αίθουσες μπορώ να κάνω σπόιλερ και να γράψω πιο σημαντικά πράγματα. Να επαναλάβω τα παραδείγματα ακόμη μια φορά: Τι σημαντικό θα μπορούσε να γράψει κάποιος για τη «Μήδεια» αν δεν έγραφε ότι σκότωσε τα παιδιά της; Ή για την «Αντιγόνη» αν δεν έγραφε για το τραγικό τέλος της;
  Ο Γούντι Άλεν είναι ο αγαπημένος μου. Αναρωτήθηκα βλέποντας την ταινία αν υπάρχει αυτή τη στιγμή κάποιος σκηνοθέτης στην Αμερική που να κάνει κωμωδίες. Σαχλοχολιγουντιανές κωμωδίες έχω δει, εννοώ κωμωδίες ποιότητας.
  Ξαναείδα πριν δυο χρόνια όλες του τις ταινίες, και λυπάμαι που δεν κάθισα να γράψω γι’ αυτές. Για τις μόνες που έχω γράψει είναι για τις πρόσφατες, όταν παίχτηκαν, και για κάποιες παλιές που παίχτηκαν σε επανέκδοση.
  Καταρχάς μου αρέσει το σοφιστικέ χιούμορ του. Γελάω ή χαμογελάω στις περισσότερες ατάκες. Επίσης μου αρέσει ο σαρκασμός του, που έχει όμως την ελαφράδα της κατανόησης. Ακόμη μου αρέσουν οι ήρωές του, με τα ψυχολογικά τους προβλήματα και τους μεταφυσικούς τους προβληματισμούς. Τέλος οι πλοκές του έργων του. Είναι φοβερά επινοητικός σ’ αυτές, και ιδιαίτερα ρεαλιστής στο να απεικονίζει πραγματικές καταστάσεις. Τα αδιέξοδα του έρωτα και οι απιστίες είναι από τις συνηθισμένες.
  Το νεαρό ζευγάρι πηγαίνει στην Νέα Υόρκη. Θα περάσουν μαζί το σαββατοκύριακο, και η κοπέλα θα πάρει συνέντευξη από έναν σκηνοθέτη. Όμως τελικά η κοπέλα θα μπλέξει με τρεις διάσημους από τους οποίους θέλει να πάρει συνέντευξη ενώ δυο απ’ αυτούς προσπαθούν να την ξελογιάσουν. Ο ένας μάλιστα είναι έτοιμος να τη ρίξει στο κρεβάτι του, αλλά καταφτάνει η δικιά του, με την οποία της είχε πει, ψέματα, ότι είχαν χωρίσει.
  Και ο νεαρός;
  Θα παίξει σε μια σκηνή στην ταινία ενός φίλου του σπουδαστή, η εργασία του για το εξάμηνο, όπου θα φιληθεί με την αδελφή μιας παλιάς φιλενάδας του. Κάτι θα παιχτεί μεταξύ τους. Όταν βλέπει την φίλη του στην τηλεόραση με τον διάσημο ηθοποιό, το θεωρεί δεδομένο ότι τον παράτησε. Μια escort που θα του την πέσει διακριτικά θα του λύσει το πρόβλημα, να μη πάει μόνος του στο γκαλά που οργανώνει το ίδιο βράδυ η μητέρα του. Καθώς δεν έχει γνωρίσει τη φίλη του, θα την παρουσιάσει σαν να είναι αυτή.
  Η μητέρα του δεν θα τσιμπήσει. Θα καταλάβει ότι είναι πόρνη και θα τη διώξει (τώρα πώς κατάντησε η «συνοδός» να είναι συνώνυμο της πόρνης; Φαντάζομαι με τον ίδιο τρόπο που και η γκέισα κατάντησε επίσης να είναι συνώνυμο της πόρνης).
  Τώρα το επόμενο επεισόδιο μόνο η φαντασία του Άλεν θα μπορούσε να επινοήσει. Η μητέρα του του κάνει τη φοβερή εξομολόγηση ότι και αυτή υπήρξε πόρνη. Ο πατέρας του ήταν πελάτης της, ερωτεύθηκαν, παντρεύτηκαν, και με το μικρό κομπόδεμά της άνοιξαν τη μικρούλα επιχείρηση που εξελίχθηκε σε κολοσσό. Η εξομολόγηση αυτή συμφιλιώνει τον νεαρό με την αυταρχική μητέρα του.
  Ο Άλεν παραβιάζει γνωστές αφηγηματικές συμβάσεις. Για παράδειγμα, μόνο σε δικιά του ταινία ένας τζογαδόρος θα μπορούσε να βγαίνει κερδισμένος. Ο τζογαδόρος είναι ο νεαρός. Από τα 15.000 δολάρια που είχε κερδίσει δίνει τα 5.000 στην escort.
  Και μια ακόμη: στο τέλος δεν φαίνεται να συμφιλιώνεται με την ιδέα ότι τη φιλενάδα του τη φλέρταραν τρεις άνδρες. Την παρατάει, παρόλο που η αφηγηματική αναμονή είναι ότι θα βρεθούν πάλι μαζί, όπως γίνεται συνήθως στα ρομάντζα, όπου μετά από διάφορες παρεξηγήσεις το ζευγάρι τα ξαναβρίσκει. Όμως ξαφνικά θυμόμαστε ότι είχε ξεντυθεί, έτοιμη να κάνει έρωτα με τον διάσημο ηθοποιό. Σε φωναχτό μονόλογο, όπως κάνουν συχνά οι ήρωες του Άλεν, λέει ότι αυτό θα είναι σημαντικό για να το αφηγείται στα εγγόνια της. Καλά έκανε λοιπόν και την παράτησε.
  Όμως ο Άλεν δεν μας αφήνει απογοητευμένους. Δημιουργεί ένα σύντομο σασπένς. Με την κοπέλα που φιλήθηκε είχαν δώσει ραντεβού κάτω από ένα ρολόι. Αυτό είχαμε ακούσει πιο πριν ότι είναι επεισόδιο από κάποια κινηματογραφική ταινία, δεν την θυμάμαι. Για να δούμε, θα ακολουθήσει η πραγματικότητα την κινηματογραφική μυθοπλασία με τα happy end της;  Συνήθως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.
  Η κοπέλα καταφτάνει. Φιλιούνται στη βροχή. Αυτή θα είναι η επόμενη σχέση του. Τελικά η πραγματικότητα μπορεί να συμβαδίσει με την κινηματογραφική μυθοπλασία, να έχει και αυτή το happy end των romance.
  Μας την έσκασε ο Άλεν. Μα αφού και εδώ για ταινία πρόκειται.

Ericson Core, Togo (2019)


Ericson Core, Togo (2019)


  Η ταινία βασίζεται σε πραγματικό γεγονός.
  Το 1925, σε μια απομακρυσμένη πόλη της Αλάσκας, χειμώνας καιρός, χιόνια και πάγος παντού, ξεσπάει μια επιδημία διφθερίτιδας. Πολλά παιδιά που βρίσκονται στο νοσοκομείο είναι καταδικασμένα αν δεν φτάσει έγκαιρα ο ορός. Πώς να φτάσει όμως; Με τέτοιο παλιόκαιρο δεν μπορεί να πετάξει αεροπλάνο. Η μόνη λύση είναι να μεταφερθεί με έλκηθρο.
  Ο Γουίλεμ Νταφόε θα αναλάβει. Οδηγός στα σκυλιά που τραβούν το έλκηθρο είναι ο Τόγκο. Είναι ήδη δώδεκα χρόνων, γέρος, όμως ιδιαίτερα ικανός.
  Θα ακολουθήσει μια σκυταλοδρομία 20 ελκήθρων, μέχρι να καταφέρουν να παραδοθεί ο ορός. 19 έλκηθρα διάνυσαν περίπου 31 χιλιόμετρα κατά μέσο όρο, ενώ το έλκηθρο του Τόγκο 264 μίλια. Όμως δεν ήταν αυτό που παρέδωσε τον ορό, ήταν κάποιο άλλο. Ο Τόγκο ήταν τραυματισμένος και εξαντλημένος, έπρεπε να μείνουν σε κάποιο σταθμό να αναρρώσει. Στο κεντρικό πάρκο της Νέας Υόρκης έστησαν άγαλμα στο σκυλί-οδηγό του έλκηθρου που έφτασε στην πόλη, όμως οι κάτοικοι ήξεραν πολύ καλά σε ποιο σκυλί οφείλεται που έφτασε ο ορός, και γέμισαν τον Τόγκο με δώρα.
  Συνηθίζεται πολύ στις ταινίες να κινείται η πλοκή σε δυο χρονικά επίπεδα, το ένα στο παρόν και το άλλο στο παρελθόν, με τα επεισόδια κάθε επιπέδου να εναλλάσσονται. Είναι η περίπτωση και της ταινίας του Kayvan Mashayekh, «Ο φύλακας: ο μύθος του Ομάρ Χαγιάμ», η τελευταία μας ανάρτηση. Στην ταινία του Core βλέπουμε σκηνές από τον αγώνα να φέρουν τον ορό και σκηνές από τα «παιδιά χρόνια» το Togo, που είχε κάνει τον Νταφόε να αγανακτήσει με τον απειθάρχητο χαρακτήρα του. Όμως τελικά εκτίμησε τις ικανότητές του και τον έβαλε οδηγό στο έλκηθρο. Μάλιστα κέρδισαν και σε ένα διαγωνισμό ελκηθροδρομίας.
  Τελικά η ψηφιακή τεχνολογία κάνει θαύματα, οι σκηνές που είδαμε ήταν πολύ εντυπωσιακές, ιδιαίτερα εκεί που προσπαθούσαν να διασχίσουν την παγωμένη λίμνη και ο πάγος έσπαζε συνεχώς δίπλα τους. Δεν είναι τυχαίο που βλέπω την ταινία να έχει βαθμολογία 8,2 στο IMDb. Αν τελικά προβληθεί και στις δικές μας αίθουσες, θα σας συμβούλευα να μην τη χάσετε.

Lucas Moodysson, Fucking Amal (Show me love, 1998)


Lucas Moodysson, Fucking Amal (Show me love, 1998)


  Το «Δείξε μου έρωτα» είναι η πρώτη ταινία του Lucas Moodysson. Συνήθως μιλάμε για νεανική κωμωδία, όμως εδώ δεν έχουμε κωμωδία, έχουμε νεανικό δράμα, ή μάλλον νεανικά δράματα.
  Κεντρικά πρόσωπα είναι η Agnes και η Elin. Και οι δυο είναι ψιλοκαταθλιπτικές. H Agnes είναι απογοητευμένη από τη ζωή της. Ενάμισι χρόνο που είναι στη «Γαμημένη την Αμάλ» δεν έχει καταφέρει να κάνει φίλες. Είναι ομοφυλόφιλη, της αρέσει η συμμαθήτριά της η Elin. H Elin είναι όμορφη, δημοφιλής, φλερτάρει με τα αγόρια αλλά χωρίς να έχει κάνει ακόμη σχέση, νοιώθει απογοητευμένη από τη ζωή της. Κάποια στιγμή οι δυο κοπέλες θα αναπτύξουν μια ρομαντική σχέση που δεν θα ολοκληρωθεί, καθώς η Elin θα τα φτιάξει, εντελώς συμπτωματικά, με κάποιο αγόρι που του αρέσει. Όμως δεν θα μείνει καθόλου ικανοποιημένη από την ερωτική επαφή. Θα ξανασμίξουν τα δυο κορίτσια. Την θριαμβευτική έξοδό τους από τις τουαλέτες, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των συμμαθητών τους που νόμιζαν ότι η Elin ήταν με αγόρι, τη θυμόμουνα. Τελικά την είχα ξαναδεί την ταινία.
  Δίπλα στα δυο κορίτσια υπάρχουν η αδελφή της Elin, ο αδελφός της Agnes, μια ανάπηρη κοπέλα, και διάφοροι άλλοι έφηβοι. Τέλος έχουμε τους γονείς της Agnes που ανησυχούν γι’ αυτήν, και προπαντός ο πατέρας της.
  Ιδιαίτερα διεισδυτική η ματιά του Moodysson πάνω στα προβλήματα που απασχολούν τη νεολαία, στην κρίση της εφηβείας με τα συνακόλουθα ψυχολογικά προβλήματα που συχνά δημιουργούν αυτοκτονικές τάσεις, και στην αναζήτηση κάποιων της σεξουαλικής τους ταυτότητας.
  Στιλιστικά, ο Moodysson αγαπάει τα γκρο πλαν, σαν τον συμπατριώτη του τον Μπέργκμαν, αναγκάζοντας έτσι την κάμερα να ακολουθεί τις δυο κοπέλες στην αδιάκοπη κίνησή τους, αντίθετα από τον Μπέργκμαν που ακινητοποιεί τους ήρωές του μπροστά στην κάμερα.
  Πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους και γνώρισε αμέσως μεγάλη επιτυχία.

Saturday, December 28, 2019

Kayvan Mashayekh, Ο φύλακας: ο μύθος του Ομάρ Χαγιάμ (The keeper: The legend of Omar Khayyam, 2005)


Kayvan Mashayekh, Ο φύλακας: ο μύθος του Ομάρ Χαγιάμ (The keeper: The legend of Omar Khayyam, 2005)


  Δεν βρήκα βιογραφικά του Καϊβάν Μασαγιέχ, όμως ολοφάνερα είναι Ιρανός της διασποράς, και εμένα με ενδιαφέρουν οι Ιρανοί σκηνοθέτες, είτε είναι της διασποράς είτε όχι.
  Το ποιος ήταν ο Ομάρ Χαγιάμ (θα επιμείνω στη σωστή προφορά, αγνοώντας το Καγιάμ) νομίζω ότι οι περισσότεροι το ξέρετε: ήταν ένας Ιρανός ποιητής που έζησε τέλη 11ου αιώνα αρχές 12ου. Από το έργο του Μασαγιέχ μαθαίνω ότι ήταν επί πλέον και μαθηματικός και φιλόσοφος.
  Ποιος είναι ο φύλακας;
  Είναι αυτός που, στις επόμενες γενιές, διαφυλάσσει τη μνήμη του ένδοξου προγόνου. Ο φύλακας στην ταινία μας είναι ένας νεαρός που έχει λευχαιμία. Μεταδίδει τις πληροφορίες για τον ένδοξο πρόγονο στον μικρό αδελφό του, όμως δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει και πεθαίνει. Ο μικρός θα αποδυθεί σε μια περιπέτεια μέχρι να φτάσει στο Ιράν, στον παππού του (η οικογένειά του ζει στην Αμερική), για να του πει τη συνέχεια και το τέλος της ιστορίας.
  Δεν ξέρω αν είναι πραγματικό γεγονός ο φύλακας, πολύ αμφιβάλω, όμως είναι πραγματικό γεγονός ότι οι απόγονοι του Μωάμεθ κρατούν την ένδοξη γενεαλογία τους, από την ανδρική γραμμή όμως. Μιας αγαπημένης φίλης ο παππούς καταγόταν από τον Μωάμεθ, όμως άφησε επτά κόρες, κανένα γιο, και έτσι η γραμμή από το σόι του χάθηκε.
  Σε δυο χρονικά επίπεδα κινείται η ιστορία, στο παρόν, όπου κυριαρχεί η φυσιογνωμία του μικρού (θα ταξιδέψει πρώτα στην Αγγλία όπου θα συναντήσει τη Βανέσα Ρεντγκρέηβ, κάτοχο μιας ακριβής έκδοσης των «Ρουμπαγιάτ»-η λέξη σημαίνει τετράστιχο-για να καταλήξει όπως είπαμε στο Ιράν, στον παππού του), και στο παρελθόν, στη ζωή του Ομάρ Χαγιάμ.  
  H Ντάρια είναι σκλάβα, παιδική φίλη του Ομάρ και του φίλου του του Χασάν. Και οι δυο την αγαπούν, αλλά αυτή έχει δώσει την καρδιά της στον «Όμηρο» - για να θυμηθούμε τι σημαίνει Ομάρ.
  Ο Χασάν εξελίσσεται σε ένα φονταμενταλιστή ισλαμιστή, θεμελιωτή της αίρεσης των Ασασίνων. Οι Ασασίνοι πήραν το όνομά τους από το χασίς με το οποίο αφιονίζονταν, και που κάτω από την επήρειά του διέπρατταν φοβερά εγκλήματα (Ναι, ο ISIS είχε προγόνους). Από αυτούς προέρχεται και η λέξη assassin, που σημαίνει δολοφόνος.
  Ο Χασάν συλλαμβάνει τον Ομάρ με τον οποίο είχε παλιά μια έντονη αντιπαράθεση σε σχέση με θρησκευτικά ζητήματα, όμως δεν τον σκοτώνει. Του παρουσιάζει την Ντάρια την οποία ο πατέρας του είχε πουλήσει σαν σκλάβα βλέποντας ότι είχε κλέψει τις καρδιές των νεαρών, του γιου του και του Ομάρ τον οποίο είχε πάρει σαν αναθρεφτό μετά το θάνατο του πατέρα του κατά παράκληση της μητέρας του. Τη θέλει; Δική του, όμως πρέπει να σκοτώσει τον σουλτάνο, του οποίου είναι σύμβουλος και φίλος. Αποκλείεται, δεν θα προδώσει τον φίλο του. Φεύγει. Όμως όταν ο Χασάν ομολογεί στη Ντάρια ότι οι συνοδοί του έχουν εντολή να τον σκοτώσουν μόλις περάσουν το βουνό, αυτή ορμάει να τον προειδοποιήσει. Μόλις που προλαβαίνει να του το φωνάξει από τα τείχη και τη μαχαιρώνουν. Ο Ομάρ σκοτώνει τους συνοδούς του και τρέπεται σε φυγή.
  Πολύ καλή ταινία, είναι η μπίλια του μπιλιάρδου που έσπρωξε την άλλη μπίλια, τα ποιήματα του Ομάρ Καγιάμ, τα οποία παρήγγειλα ήδη στον φίλο μου παλαιοπώλη Γιάννη Πανουτσόπουλο (Ας τον διαφημίσουμε, βιβλιοπωλείο Ίστωρ, Ιπποκράτους 157. Στην ιστοσελίδα του μπορείτε να ψάξετε το βιβλίο που αναζητάτε. https://www.booksistor.gr/ ).
  Βλέποντας το όνομα Ντάρια αναρωτήθηκα για την προέλευσή του. Έψαξα λοιπόν στη βικιπαίδεια και βρήκα ενδιαφέροντα πράγματα.
  Ντάρια είναι το θηλυκό του Δαρείου. Εκτός από το Ιράν είναι διαδομένο στη Ρωσία και σε άλλες σλάβικες χώρες, ενώ το 2014 ήταν το όγδοο πιο δημοφιλές όνομα στη Ρουμανία. Σε μας βέβαια ούτε συζήτηση. Εχθροί μας οι Πέρσες (δεν ξεχνάμε τους περσικούς πολέμους), δεν υπάρχει περίπτωση Έλληνας να βαφτίσει το γιο του Δαρείο ή Κύρο, ονόματα που δίνονται σε δυτικούς. Θυμάμαι έναν διαπραγματευτή σε μια κρίση στο Κυπριακό, τον Cyrus Vance, ενώ η πρώτη συμφωνία του Darius Milhaud ήταν από τις αγαπημένες μου όταν ήμουν φοιτητής.    

  Περιέργως [επικολλώ από άλλη ανάρτηση όπου έκανα επικόλληση το παραπάνω για την Ντάρια] το όνομα Ξέρξης απουσιάζει. Το έκανε κουρέλι ο Αισχύλος με τους «Πέρσες» του.
 

Akoya (Kabuki)


Akoya (Kabuki)


   Η Ακόγια είναι courtesan, φίλη του επαναστάτη Kagekiyo, που μετά τη σύλληψή του κατάφερε να το σκάσει. Ο επιφορτισμένος με την ανάκρισή της θα την ανακρίνει βάζοντάς την να τραγουδήσει, ενώ ένας άλλος έχει μεγάλη διάθεση να τη βασανίσει. Η Ακόγια παίζει τρία όργανα, κότο, σαμισέν και κοκιού. Ο επιφορτισμένος με την ανάκριση είναι πεπεισμένος από το τραγούδι της ότι δεν ξέρει πού κρύβεται ο αγαπημένος της.
  Αυτή είναι η τρίτη πράξη ενός πενταμερούς έργου bunraku (κουκλοθέατρο), η μοναδική που σώθηκε. Εις ανάμνηση της προέλευσης του έργου από το bunraku, ο «κακός» που θέλει να τη βασανίσει εμφανίζεται συμβατικά ως κούκλα, έχοντας δυο μαυροφορεμένους πίσω του, οι οποίοι χειρίζονται τις κούκλες στο bunraku.
  Μπορείτε να δείτε το έργο στο youtube, αλλά χωρίς υπότιτλους. Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα για το έργο.
  Για το καμπούκι μπορείτε να διαβάσετε στο βιβλίο μου «Εισαγωγή στο θέατρο της Ιαπωνίας και της Κίνας».


Joseph Strick, Ulysses (1967)




  Πρώτα είδα τον «Bloom», γιατί αυτόν βρήκα πρώτα, και μετά τον «Οδυσσέα», που γυρίστηκε 36 χρόνια πιο πριν.
  Όπως στον «Bloom» έτσι και εδώ βλέπουμε δραματοποιημένα κάποια επεισόδια που έχουν περισσότερο ενδιαφέρον, αφηγηματικό και μη. Έτσι βλέπουμε το ξύρισμα του Mulligan, το σχόλιο πάνω στον «Άμλετ» (με το έργο του αυτό ο Σαίξπηρ, λέει, εκδραματίζει δικό του πρόβλημα), τον αυνανισμό, τα σχόλια για την μετεμψύχωση, την κηδεία του Dignam, την επίσκεψη στο πορνείο, την απιστία της Μόλι, κ.λπ. Οι φαντασιώσεις του Μπλουμ έχουν εδώ πιο κεντρικό ρόλο, καταλαμβάνουν μεγαλύτερη έκταση. Όμως αυτό που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι τα τελευταία 25 λεπτά της ταινίας, που είναι ο μονόλογος της Μόλι εικονογραφημένος με διάφορες σκηνές.
  Εντύπωση μου έκανε o έντονος αντισημιτισμός του διευθυντή του σχολείου που διδάσκει ο Στέφεν Δαίδαλος. -Ξέρετε, λέει, γιατί δεν υπέστησαν διωγμούς οι Εβραίοι στην Ιρλανδία; Γιατί δεν τους αφήσαμε να έλθουν εδώ. Πάντως φαίνεται ότι υπήρχαν αρκετοί που είχαν για τους Εβραίους την ίδια αντίληψη που είχε και ο Χίτλερ.   
  Σημείωσα και μια ατάκα από την ταινία: «Η ιστορία είναι ένας εφιάλτης από τον οποίο προσπαθώ να ξυπνήσω».
  Έχω γράψει ότι είμαι ιδιοσυγκρασιακά απαισιόδοξος (γονίδια),  γι’ αυτό μου αρέσουν οι κωμωδίες, τα ανέκδοτα, γενικά το χιούμορ, για εξισορρόπηση. Επίσης ότι είμαι μεταφυσικά απαισιόδοξος (το «Πιστεύω» μου) και τέλος ότι είμαι κοινωνικο-πολιτικο-ιστορικά απαισιόδοξος (από τα διαβάσματά μου).
  Η δική μου ατάκα: Η ιστορία είναι ένας εφιάλτης από τον οποίο δεν υπάρχει περίπτωση να ξυπνήσουμε, γιατί απλούστατα τον βλέπουμε ξύπνιοι.
  Την ταινία μπορείτε να τη δείτε στο youtube με αυτοματοποιημένους αγγλικούς υπότιτλους.
 


Friday, December 27, 2019

Sean Walsh, Bloom (2003)


Sean Walsh, Bloom (2003)


  Ποιος είναι ο Μπλουμ;
  Δεν είναι ο Χάρολντ, είναι ο Λεοπόλδος Μπλουμ, που τις «περιπέτειές» του, δηλαδή τι έκανε σε μια μέρα, μας αφηγείται ο James Joyce στον «Οδυσσέα» του.
  Μετά τον Προυστ, επιβεβαίωσα μια ακόμη φορά ότι τα μοντερνιστικά μυθιστορήματα δεν είναι καθόλου εύκολο να μεταφερθούν στη μεγάλη οθόνη. Νομίζω ότι η βασική τους έλλειψη είναι το σασπένς.
  Δεν θυμάμαι τι έγραφε ακριβώς ο Σάτακ για τον «Ξανακερδισμένο χρόνο», την ταινία, ότι βλέποντάς την κανείς έχει την αίσθηση ότι δίνει εξετάσεις, κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Πρέπει να υπογράμμισα το σχετικό απόσπασμα, όμως δεν μπορώ να ανατρέξω σ’ αυτό γιατί το βιβλίο το χάρισα στο φίλο μου τον Κορακιανίτη που έχει πάρει σβάρνα το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο». Εν τούτοις μπορώ να πω κάτι, καλύτερο ίσως: Μη δείτε την ταινία αν δεν έχετε διαβάσει τον «Οδυσσέα», διαβάστε τον πρώτα. Καθώς θα τη βλέπετε θα ανακαλείται τα σχετικά επεισόδια στο βιβλίο, θα συγκρίνετε, και αυτό φυσικά θα σας είναι ιδιαίτερα ευχάριστο. Αν τον έχετε ήδη διαβάσει νομίζω ότι δεν θα είχατε τη διάθεση να τον ξαναδιαβάσετε όπως εγώ, οπότε μπορείτε να δείτε την ταινία, έτσι κι αλλιώς είναι καλογυρισμένη. Μπορεί να ελλείπει το σασπένς όμως τα επεισόδια είναι αρκετά ενδιαφέροντα.
  Αυτά που θα μπορούσα να πω για την ταινία είναι ότι σε αρκετά σημεία έχουμε το φανταστικό σαν ονειροπόλημα ή σαν όνειρο, ότι υπάρχει αρκετός εσωτερικός μονόλογος από το βιβλίο που συνοδεύει αρκετές σκηνές, και επίσης σε κάποια σημεία μια σεξουαλική ατμόσφαιρα, διαστροφική καμιά φορά, που μου θύμισε τις «50 αποχρώσεις του γκρι». 
  Όπως το είχα φανταστεί, η ταινία έχει βαθμολογία μόλις 5,5 στο IMDb, όμως πιστεύω ότι αξίζει κάτι παραπάνω.
  Θυμήθηκα τώρα μια μαθήτριά μου στο Βαρβάκειο, που όταν ανέφερα σε κάποιο μάθημα τον «Οδυσσέα» είπε ότι τον έχουν στη βιβλιοθήκη τους. Τον έχει διαβάσει; Όχι. Τους είπα βέβαια ότι ήταν ένα δύσκολο βιβλίο, χρειάζεται υπομονή και επιμονή για να το διαβάσει κανείς. Από τότε ξεκίνησε ένα καλαμπούρι ανάμεσά μας. Οπότε τη συναντούσα σε κανένα διάδρομο ή στο προαύλιο τη ρωτούσα αν διάβασε τον «Οδυσσέα». -Όχι ακόμη, έλεγε χαμογελώντας, γιατί ήξερε ότι αυτό ήταν ένα τελετουργικό, ότι όταν συναντιόμασταν εγώ θα έκανα αυτή την ερώτηση και αυτή θα έδινε αυτή την απάντηση, σίγουρη ότι εγώ δεν περίμενα να μου δώσει διαφορετική. Μετά από μια δεκαετία περίπου θα μπορούσα να ορκιστώ ότι δεν τον έχει διαβάσει-ακόμη.
  Και πάλι η συνειρμική μου μνήμη.
  Θυμήθηκα μια άλλη τελετουργία, όμως αυτή τη φορά ήμουν μαθητής. Ήταν Δεκέμβρης του 1967, και οι σχέσεις μας με τους Τούρκους ήταν ολότελα τεταμένες. Μάλιστα θυμάμαι ότι είχαμε στήσει στην ταράτσα του σχολείου μια σειρήνα.
  Και η τελετουργία:
  Λάβαινε χώρα όταν είχαμε μαθηματικά (ας μη πω καλύτερα το όνομα του καθηγητή μας). Μόλις έμπαινε στην τάξη, ένας συμμαθητής μου (δεν θα πω το όνομά του αλλά, όπως και ο Ποκοπίκο στον Γκαούρ Ταρζάν, το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι αρχίζει από μαυρ και τελειώνει σε άκης) μισοσηκωνόταν από το θρανίο του, περιέφερε το βλέμμα του ολόγυρα αναζητώντας την επιδοκιμασία μας και μετά γύριζε προς τον καθηγητή που στο μεταξύ είχε αρχίσει να γελάει, όπως κι εμείς άλλωστε, γιατί ήξερε τη συνέχεια του τελετουργικού, και τον ρωτούσε: -Κύριε κύριε, αλήθεια είναι ότι θα έχουμε πόλεμο; Ακριβώς αυτά τα λόγια, όπως τα λόγια της θείας λειτουργίας.
  Ούτε μια φορά δεν κάναμε μάθημα, όλο το Δεκέμβρη. Συζητάγαμε όλη την ώρα για το κυπριακό.
  Δείτε και αυτό το φιλμάκι στο youtube, η πλοκή σε animation.
  Και κάτι τελευταίο: ποια επέτειο γιόρταζαν οι Δουβλινέζοι και έγραψαν στη γέφυρα το 1821; Μήπως την ελληνική επανάσταση; Ή μήπως τότε φτιάχτηκε η γέφυρα; (το frame που έβαλα στην ανάρτηση).