Έδιωξε την ανάξιο
σύντροφο, μεγάλωσε μόνη το γιο της. Όμως, όμορφη καθώς ήταν (Chulpan Khamatova, η Λάρα στο ρώσικο
σήριαλ «Δόκτωρ
Ζιβάγκο»), βρήκε τον εύκολο δρόμο να βγάζει λεφτά, πολλά λεφτά. -Τη βδομάδα
βγάζω πιο πολλά από ό,τι εσύ σε ένα μήνα, λέει στον ξάδελφο, που δουλεύει στο
σκουπιδιάρικο. Είναι μετανάστες, από την εμπόλεμη Γιουγκοσλαβία, σε κάποια πόλη
της Γερμανίας.
Ο γιος δεν νοιώθει
άνετα με το επάγγελμα της μητέρας του. Υποτίθεται δεν ξέρει, όμως όταν αυτή τον
«εγκαταλείπει», φροντίζοντας βέβαια για τη συντήρησή του, για να σπιτωθεί από
κάποιον λεφτά, ο γιος της, νεαρός πια, έχει πρόβλημα. Την αναζητεί, προσπαθεί
να την εντοπίσει.
Ο λεφτάς έχει φύγει,
τώρα δέχεται βίζιτες. Ο γιος που βρίσκει το τηλέφωνό της, μαθαίνει τη διεύθυνσή
της. Πηγαίνει και τη βρίσκει. Δραματική συνάντηση. Τον διώχνει. Καθώς τον
σπρώχνει να φύγει, παραπατεί και κατρακυλάει στις σκάλες.
Ένα πέσιμο από τις
σκάλες δεν είναι σώνει και καλά μοιραίο, όμως αυτό τον τρόπο διάλεξε ο
μυθιστοριογράφος (η ταινία αποτελεί μεταφορά μυθιστορήματος) για να δώσει μια
λύση στο δράμα, ένα τέλος στη συναισθηματική σύγκρουση του νεαρού.
Και τώρα ένα σχόλιο
για την προσήμανση του θανάτου της, που δημιουργεί το «σασπένς του πώς»
πέθανε. Πώς πέθανε, γιατί ήδη ο νεαρός
μας λέει, ξεκινώντας η ταινία, ότι σκότωσε τη μητέρα του. Ήταν ατύχημα ή φόνος;
Και με ποιο τρόπο; Αυτό θα το μάθουμε στο τέλος.
Την προσήμανση, τα
λόγια του νεαρού ότι σκότωσε τη μητέρα του, τα είχα στη συνέχεια ξεχάσει. Μόνο
όταν είδα τη σκηνή της αρχής να επαναλαμβάνεται στο τέλος τα θυμήθηκα.
Τι θέλω να πω μ’
αυτό.
Οι λεκτικές
προσημάνσεις είναι αδύναμες, εύκολα μπορεί να τις ξεχάσει κανείς. Αυτό βέβαια
δεν σημαίνει ότι όλοι όσοι είδαν την ταινία την ξέχασαν, αλλά φαντάζομαι ότι θα
την ξέχασαν αρκετοί σαν και μένα. Αν η προσήμανση ήταν εικονιστική, αν για
παράδειγμα τη βλέπαμε μέσα στο φέρετρο όπως την βλέπουμε στο τέλος ή βλέπαμε την
πτώση της, δεν υπήρχε περίπτωση να την ξεχάσουμε. Όμως μια λεκτική προσήμανση νομίζω
ότι είναι εύκολο να την ξεχάσει κανείς. Αλλά, εδώ που τα λέμε, καθώς ο
κινηματογράφος είναι εικόνα κυρίως και όχι λόγος, δεν θυμάμαι άλλη προσήμανση σε
ταινία που να έγινε λεκτικά. Στην κινηματογραφική μεταφορά του «Λάθους» του
Σαμαράκη βλέπουμε τον άνθρωπο που πέφτει από το περβάζι. Στην ταινία «Μια γλυκιά γυναίκα» του Ρομπέρ Μπρεσόν (την
είδα στην Ίριδα, φοιτητής), υποπτευόμαστε πως η γυναίκα έχει φουντάρει από το μπαλκόνι,
καθώς βλέπουμε αρχικά το τραπεζάκι που πέφτει κάτω και στη συνέχεια το μαντήλι
της που πέφτει αργά αργά.
Δεν ήταν εξαιρετική,
όμως ήταν μια καλή ταινία, με πρωτότυπο θέμα που δεν το έχω ξανασυναντήσει.
Και ένα ακόμη
σχόλιο.
Η Χαμάτοβα, ξανθιά,
μου φάνηκε πιο ωραία στον «Δόκτορα Ζιβάγκο» που γυρίστηκε δυο χρόνια αργότερα,
από ό,τι μελαχρινή εδώ. Δεν είναι τυχαίο που οι μελαχρινές βάφονται ξανθιές και
όχι αντίστροφα. Η Άννα, ξανθιά που κάποια στιγμή τα έβαψε μαύρα, μου φάνηκε
λιγότερο όμορφη, και της το είπα. Δεν άργησε να ξαναγίνει ξανθιά.
No comments:
Post a Comment