Book review, movie criticism

Monday, June 30, 2008

Save the life of a student in Afganistan

Ισλαμικό δικαστήριο στο Αφγανιστάν καταδίκασε φοιτητή σε θάνατο γιατί τόλμησε να μιλήσει για τα δικαιώματα των γυναικών στο Ισλάμ. Για περισσότερα στο blog του Αυτενεργού, όπου υπάρχει και ιστοσελίδα διαμαρτυρίας για να υπογράψετε.

Saturday, June 28, 2008

Ανέκδοτο

Το άκουσε και μου το μετέφερε μια φίλη.
Με ξήλωσαν λέει από σχολικό σύμβουλο γιατί είχα γυμνές φωτογραφίες στο blog μου.
Δεν ήταν φωτογραφίες, ήταν μια φωτογραφία. Και δεν ήταν γυμνή, ήταν γυμνόστηθη, όχι περισσότερο από την Αφροδίτη της Μήλου. Εικονογραφούσε ένα ανέκδοτο, στην ανάρτηση του οποίου ήθελα να παραπέμψω σε μια εισήγησή μου με τίτλο «Σύγχρονες μορφές λαϊκού πολιτισμού: λαϊκά στιχουργήματα και ανέκδοτα», που θα αναρτούσα αργότερα στην ιστοσελίδα μου, μόλις θα γινόταν δυνατή και η παραπομπή σε video clip. Από όσο ξέρω μόνο στα blogs είναι προς το παρόν αυτό δυνατό, μέσω του you tube.
Και το ανέκδοτο:
Πραγματική ιστορία, πριν μια πεντηκονταετία, στο χωριό μου στην Κρήτη.
Λιομάζωμα. Μια γυναίκα φωνάζει στην άλλη:
-Ωρή Μαρία, φέρε ωρή τσ’ ανάπλες (τις λινάτσες που χρησιμοποιούσαν για να στρώνουν τα λιόδεντρα, πριν έλθουν τα δίκτυα).
-Δεν έχει μόνο μια.
-Εκεισάς τσι μνιες. (αυτές τις μιές-πληθυντικός του μία).
Έτσι κι εμένα, γι αυτές τις μνιες, γυμνές τάχα, φωτογραφίες με ξήλωσαν από σχολικό σύμβουλο.
Φυσικά αυτό ήταν η πρόφαση.
Και ο λόγος;
Να βάλουνε στη θέση μου κάποιο δικό τους.

Saturday, June 21, 2008

Θόδωρε Τρουπή, ας είναι ελαφρύ το χώμα που σε σκεπάζει.

Το γράφω με την συγκίνηση της στιγμής. Ο Θόδωρος Τρουπής, συνταξιούχος δάσκαλος, συγγραφέας και ποιητής (τα χάι κου που έγραψε είναι από τα καλύτερα που έχουν γραφεί στα ελληνικά), θαμώνας του "Καφενείου ο ελεύθερος διάλογος" του Ιάσωνα Ευαγγέλου, πέθανε σήμερα το πρωί. Μόλις τώρα με πήρε ο Ιάσωνας και μου το είπε. Πάλεψε με την αρρώστια που τελικά τον αφάνισε.
Μας στέρησε την παρουσία του, μας άφησε όμως την ανάμνηση της πληθωρικής προσωπικότητάς του. Εμένα επί πλέον με έκανε να εμπεδώσω ένα δίδαγμα, που καλύτερα να μην το εμπέδωνα με το θάνατό του.
Πέρισυ την άνοιξη έκανε την εμφάνισή της η αρρώστια του. Τον Αύγουστο με ξήλωσαν από σχολικό σύμβουλο. Στην πρώτη συνάντηση του Σεπτεμβρίου, θυμάμαι τα λόγια του, αλλά περισσότερο το ύφος με το οποίο μου τα είπε:-Το δικό σου πρόβλημα δεν είναι τίποτα, μα τίποτα, μπροστά στο δικό μου.
Με το θάνατό του συνειδητοποιώ σε όλο του το βάθος τελικά το νόημα της ισπανικής παροιμίας: vida, salud, amor, lo demas sobra. Ζωή, υγεία, έρωτας, τα υπόλοιπα είναι επί πλέον.
Ανοίγω το βιβλίο του με τίτλο "Τα Αλφα-βητάρια των χάι-κου" για να κλείσω την παρούσα ανάρτηση με ένα χάι κου και τρομάζω. Γιατί ανοίγω το βιβλίο στην τύχη και το μάτι μου πέφτει στο παρακάτω χάι κου:
"Αύριο θα μ' εύρεις
να συλλαβίζω στίχους
κάπου στην Εδέμ".
Θοδωρή, άσε την πλάκα, ελπίζω να μην κυριολεκτείς. Πάντως οπότε είναι να έρθουμε κι εμείς, θα ψάξουμε να σε βρούμε.

Tuesday, June 17, 2008

Ελένη Κονδύλη, Αραβικός πολιτισμός

Και μια ακόμη δημοσίευση στο Λέξημα, ένα αγαπημένο βιβλίο μιας αγαπημένης φίλης, Αραβικός Πολιτισμός.

Τίτλος: «Αραβικός Πολιτισμός»
Συγγραφέας: Ελένη Κονδύλη-Μπασούκου
Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα 2008
Σελίδες: 526

Ένα βιβλίο μαγευτικό που μας ταξιδεύει στο πανόραμα του αραβικού πολιτισμού, ενός πολιτισμού που άνθισε δίπλα μας αλλά σε μεγάλο βαθμό τον αγνοούμε.

Η Ελένη Κονδύλη είναι πρωτοπόρος στον τομέα της. Είναι η πρώτη πανεπιστημιακός που διδάσκει για τον αραβικό πολιτισμό, στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έχουμε ασχοληθεί ξανά με το έργο της, και συγκεκριμένα με το θαυμάσιο βιβλίο της «Εισαγωγή στη λογοτεχνία των Αράβων», σε μια βιβλιοπαρουσίαση που δημοσιεύτηκε στο Λέξημα. (http://www.lexima.gr/lxm/read-1307.html)
Τώρα θα ασχοληθούμε με το τελευταίο της έργο, τον «Αραβικό πολιτισμό».
Για τους Άραβες δεν φαίνεται να υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον στον ελλαδικό χώρο. Οι λίγοι που ενδιαφέρονται για τον αραβικό πολιτισμό είναι αναγκασμένοι να καταφύγουν στην ξένη βιβλιογραφία, μια και η ελληνική είναι φτωχότατη. Ο φίλτατος Φώτης Τερζάκης, στην παρουσίαση του βιβλίου που έγινε στην ΕΣΗΕΑ στις 22-5-2008 ανέφερε μόλις τέσσερις τίτλους, που πραγματεύονται πλευρές μόνο του αραβικού πολιτισμού. Όπως γράφει η Κονδύλη σε μια ρητορική ερώτηση στο «Αντί προλόγου», «Μα πώς μπορούμε να δούμε, να προσπαθήσουμε να δούμε μια κοινότητα ανθρώπων, ένα πολιτισμό, μέσα από άλλα μάτια εκτός από τα δικά μας;» (σελ. 15).
Αν αυτό ισχύει γενικότερα, ισχύει πιο ειδικά για μας τους Έλληνες σε σχέση με τον αραβικό πολιτισμό. Ο λόγος είναι ότι ο πολιτισμός αυτός είναι δίπλα μας, οι πολιτιστικές και οι γλωσσικές επιρροές είναι εμφανείς (μουσική, λέξεις κλπ.), και έτσι, μελετώντας αυτόν τον πολιτισμό, μπορούμε να τον δούμε με την συμπάθεια εκείνη που αποτελεί προϋπόθεση κάθε προσπάθειας κατανόησης, και όχι κάτω από τους λίγο ως πολύ διαστρεβλωτικούς φακούς του οριενταλισμού.
Μεθοδολογικά η Κονδύλη ξεκινάει από την ιστορία. Ο αραβικός πολιτισμός στηρίζεται στην ιστορία του, που είναι η ιστορία των κατακτήσεων του Ισλάμ. Στη συνέχεια η Κονδύλη πραγματεύεται την κοινωνία σαν το υλικό υπόστρωμα στο οποίο στηρίζεται ο πολιτισμός, με τον οποίο και καταπιάνεται στο τρίτο μέρος του έργου της.
Δεν θα είχε νόημα να παραθέσουμε τα περιεχόμενα κάθε μέρους, νομίζω το γενικό διάγραμμα που δώσαμε είναι αρκετό. Θα μείνουμε στις ιδιαίτερες αρετές του έργου.
Μια πρώτη αρετή που διακρίνει το έργο αυτό είναι η αφηγηματική του άνεση. Την αφηγηματική αυτή άνεση μπορούν να την εκτιμήσουν ιδιαίτερα οι φοιτητές, καθώς και όλοι όσοι τελειώσαμε ένα Πανεπιστήμιο, που βρεθήκαμε συχνά μπροστά σε πανεπιστημιακά συγγράμματα που μόνο απέχθεια μας προκαλούσαν για το στρυφνό του ύφους και το ακαταλαβίστικο της γλώσσας. Δεν είναι τυχαίο που στις παραδόσεις της Κονδύλη παρατηρείται πραγματική κοσμοσυρροή.
Μια δεύτερη αρετή είναι η τεκμηρίωση. Η Κονδύλη έχει υπόψη της μια ευρύτατη βιβλιογραφία, την οποία παραθέτει στο τέλος του βιβλίου. Με βάση τη βιβλιογραφία αυτή αλλά και δικές της πρωτότυπες ερευνητικές εργασίες η Κονδύλη μας παρουσιάζει το εκπληκτικό αυτό πανόραμα του αραβικού πολιτισμού, που κυριάρχησε στις νότιες ακτές της Μεσογείου για πάνω από χίλια χρόνια.
Το βιβλίο αυτό όμως διεκδικεί και μια πρωτοτυπία. Μέσα σε γκρι πλαίσιο παραθέτει αποσπάσματα από έργα, αλλά κάποιες φορές και δικά της σχόλια, που εικονογραφούν αυτό που αναφέρεται στο κυρίως σώμα του έργου. Το απαλό γκρι σε προσκαλεί να τα διαβάσεις και να μην τα προσπεράσεις.
Κάτι που πρόσεξε η Κονδύλη, και είναι προς τιμήν της, είναι οι υποσημειώσεις. Υπάρχει μια ευρέως διαδομένη πρακτική οι υποσημειώσεις να μπαίνουν στο τέλος του έργου. Αυτό δυσκολεύει την ανάγνωση, και αμφιβάλλω αν όλοι οι αναγνώστες μπαίνουν στον κόπο να τις διαβάσουν. Η Κονδύλη τις βάζει στο κάτω μέρος της σελίδας.
Η εικονογράφηση, αν και περιορισμένη, είναι καίρια. Περισσότερη θα έκανε το βιβλίο ογκωδέστερο και θα ανέβαζε το κόστος του.
Τέλος υπάρχει ευρετήριο όρων, εντελώς απαραίτητο για τον αναγνώστη με περιορισμένες μνημονικές ικανότητες, ώστε να καταφεύγει σ’ αυτό όταν συναντά κάποιον όρο του οποίου στο μεταξύ έχει ξεχάσει τη σημασία.
Και ένα απόσπασμα που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον:
«Από τότε (1256) η τακτική των νιζαριτών θα είναι να επιλέγουν ένα παραδειγματικό στόχο και να τον εξοντώνουν με τη βεβαιότητα ότι και αυτοί θα χαθούν στη θεαματική επιχείρηση. Συνήθως δέχονταν τη δική τους θανάτωση με απόλυτη σιγουριά και ειρήνη, σαν να είχαν πάρει χασίς, και έτσι έμειναν γνωστοί ως χασάσιν (εξού και η λέξη ‘δολοφόνος’ σε κάποιες ευρωπαϊκές γλώσσες)» (σελ. 329). Στα αγγλικά assassin. Το ίδιο και στα γαλλικά, ενώ στα ιταλικά είναι assasino. Οι σημερινοί τρομοκράτες της Αλ Κάιντα έχουν τους πνευματικούς τους προγόνους.
Οι περισσότεροι έχουμε ακούσει τον Μανώλη Ρασούλη (Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια, τους πάτησε το τραίνο κ.λπ.). Εδώ μαθαίνουμε για την αραβική προέλευση του ονόματός του. Ρασούλ σημαίνει απεσταλμένος.
Λέμε αχούρι χωρίς να ξέρουμε τη σημασία της αραβικής λέξης αχούρ από την οποία προέρχεται, και που είναι στάβλος.
Και μια ακόμη ενδιαφέρουσα πληροφορία. «Ένα ταφικό κείμενο περίπου 10 γραμμών, με αναφορά στα μέλη μιας οικογένειας και στους θεούς Καχλ, Αλλάχ και Αθάρ, χρονολογείται στον 1ο αιώνα μ.Χ.». Τελικά ο Αλλάχ είναι ένας, αλλά πριν από τον Μωάμεθ φαίνεται ότι υπήρχαν δίπλα του άλλοι δυο θεοί, που στη συνέχεια εξοντώθηκαν και έμεινε μόνος ο Αλλάχ.
Αυτά και άλλα πολλά, εξίσου ενδιαφέροντα, θα συναντήσει κανείς στο θαυμάσιο αυτό βιβλίο της Ελένης Κονδύλη-Μπασούκου.

Sunday, June 15, 2008

Αναμονή, Παλαιστινιακό έργο

Η "Αναμονή" είναι το δεύτερο παλαιστινιακό έργο που βλέπω. Το πρώτο ήταν μια κωμωδία, που την πρωτοείδα μάλιστα στο σινεμά, η "Θεϊκή παρέμβαση" του Ελία Σουλεϊμάν. Το θέμα του είναι η λαχτάρα των προσφύγων για την επιστροφή. Μια ταινία που μας αφορά, καθώς έχουμε κι εμείς τους δικούς μας πρόσφυγες στην Κύπρο που περιμένουν την επιστροφή στις εστίες τους. Παραθέτω ένα κείμενο-παρουσίαση της ταινίας. Να προσθέσω εδώ ότι ένας παλαιστινιακός χορός που παρουσιάστηκε στην ταινία μου θύμισε πολύ τα δικά μας νησιώτικα.
Αντιγράφω το κείμενο από την μια ιστοσελίδα.

ΑTTENTE
Έτος παραγωγής: (2005)
Διάρκεια: 90'
Παραγωγή:Παλαιστίνη-Γαλλία
Παίζουν: Αρίν Ομαρί,Μοχμάουντ Μασάντ,Γιούσεντ Μπαρούντ
Σκηνοθέτης: Ρασίντ Μασαράουι
Σενάριο: Ρασίντ Μασαράουι, Όσκαρ Κρόνοπ
Φωτογραφία: Ζακ Μπές
Μουσική: Ραλφ Ελ Κούρι, Ελι Μπαρμαρ

Προτού φύγει για να ζήσει στο εξωτερικό, ο Άμαντ αναλαμβάνει μια τελευταία δουλειά, να βρει ηθοποιούς για το νέο Εθνικό Παλαιστινιακό θέατρο. Ξεκινάει με την Μπισάν, που θα αναλάβει τις συνεντεύξεις και τον εικονολήπτη Λουμίρ. Ο Άμαντ αναζητά ταλέντα στους πολυάριθμους προσφυγικούς καταυλισμούς της Ιορδανίας , της Συρίας και του Λιβάνου. Για τελευταία φορά ίσως, υποβάλλεται στις ανυπέρβλητες δυσκολίες της ζωής στην Παλαιστίνη: σωματικές έρευνες στα σύνορα και σε σημεία ελέγχου ,οδοφράγματα, συνεχείς εντάσεις. Ο Άμαντ συνειδητοποιεί ότι η μοίρα αυτών των προσφύγων που περιμένουν είναι ίδια με την δική του. Στις οντισιόν, ο Άμαντ καθοδηγεί τους επίδοξους ηθοποιούς να δραματοποιήσουν αυτό που στην ουσία είναι το πεπρωμένο τους: την αναμονή. Τι θα κάνει ο Άμαντ τελικά, θα φύγει για να βρει το μέλλον του ή θα μείνει να σώσει το παρόν του;

Η ταινία Αναμονή του Ρασίντ Μασαράουι αφηγείται την ιστορία του λαού της Παλαιστίνης μέσα από τα μάτια ενός σκηνοθέτη και της κάμερας του. Το φιλμ, που στην ουσία είναι ένα ρόουντ μούβι docu-fiction, διασχίζει τοπία, πρόσωπα, δρόμους, πόλεις με τρόπο ρεαλιστικό, αποτυπώνοντας κυρίως τραγικά ή κωμικοτραγικά συμβάντα στις ζωές των «φιλόδοξων» ηθοποιών, ανθρώπων που στην πλειονότητα τους δεν έχουν την παραμικρή εμπειρία και το μόνο που ελπίζουν είναι να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Ο σκηνοθέτης που αρχικά ήταν αντιθέτως σε συγκεκριμένες μεθόδους αλλάζει άποψη και αποφασίζει να κάνει οντισιόν, παρόλο που γνωρίζει ότι θα είναι εντελώς άχρηστες, καθώς το θέατρο δεν πρόκειται να ανεβάσει καμία παράσταση. Έτσι ζητά από τους υποψηφίους «ηθοποιούς» να περιγράψουν την αναμονή. Όπως την βιώνει ο καθένας ξεχωριστά, χωρίς την παραμικρή σκηνοθετική παρέμβαση. Με αποτέλεσμα, η αναμονή των Παλαιστινίων γίνεται μεταφορά που αγκαλιάζει την αναμονή ενός ολόκληρου λαού, την αναμονή ενός τόπου για να κατοικήσουν, την αναμονή της επιστροφής, την αναμονή της ευτυχίας, την αναμονή μιας ειρηνικής συμβίωσης, την αναμονή μιας συνηθισμένης, ανθρώπινης ζωής.

Η ταινία προβλήθηκε με επιτυχία σε πολλά διεθνή φεστιβάλ και μεταδίδεται για πρώτη φορά στην Ελληνική Τηλεόραση.


ΝΕΟ ΣΙΝΕΜΑ ΑΠΟ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Προλογίζει η Δώρα Αναγνωστοπούλου

Ένα παράθυρο στον κόσμο των πρόσφατων παραγωγών της παγκόσμιας κινηματογραφίας. Μικρά – πολλές φορές άγνωστα – «διαμάντια» που ξεχώρισαν στα διεθνή φεστιβάλ με την προσωπική τους ματιά, την πειραματική τους αφήγηση, την ανατροπή στις κλασικές φόρμες, την ευαισθησία τους στην καταγραφή της

Saturday, June 7, 2008

Murder by numbers, Off side, Ντερμπαράν, The old boy

Murders by numbers, Off side, Ντερμπαράν, The old boy
 

 

Έχω ξαναγράψει για ταινίες που είδα. Τώρα είπα να το κάνω πιο συστηματικά. Το blog είναι ένας καλός ημερολογιακός χώρος. Και τελικά συνειδητοποίησα την αναγκαιότητα διαβάζοντας ένα αρχείο με όνομα «σημειώσεις», όπου αναφέρομαι, ανάμεσα σε άλλα, και σε μια ταινία την οποία έχω ξεχάσει εντελώς. Παραθέτω το κείμενο που έχω γράψει, που δεν με βοήθησε όμως καθόλου να επαναφέρω στη μνήμη μου την ταινία.

«Θεωρίες εγκλήματος, murder by numbers, ΗΠΑ 2002, σκην. Μπάρμπετ Σρέντερ. Παίζουν Σάντρα Μπούλοκ, Μπεν Τσάπλιν. Υπόθεση αλά Έγκλημα και Τιμωρία και Αδελφοί Καραμαζώφ. Ο ένας μαθητής θεωρητικοποιεί την ιδέα της άσκοπης δολοφονίας (κατά τις actes gratuits των υπαρξιστών). Αλλά, αντίθετα από ότι στους Αδελφούς Καραμαζώφ, δεν σκοτώνει ο Σβιντριγκάιλοφ αλλά ο Ιβάν, αφού ο Σβιντριγκάιλοφ τον προκαλεί να διαπράξει μόνος του το φόνο της απαχθείσας γυναίκας για να αποδείξει τις θεωρίες του. Ο Σβιντριγκάιλοφ, στην πάλη του με την Σάντρα Μπούλοκ πέφτει στον γκρεμό. Ο Ιβάν την σώζει από τον γκρεμό, και η ίδια υπόσχεται να τον βοηθήσει. Όμως του στήνει παγίδα και αυτός ομολογεί ότι αυτός έπνιξε την κοπέλα. Ηθικό δίδαγμα: Μην εμπιστεύεσαι ποτέ τις υποσχέσεις αστυνομικών».

Έχω ξαναγράψει ότι είμαι φαν του ιρανικού κινηματογράφου, και έχω ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, κυρίως ανθρωπολογικό, για τις ταινίες που γυρίζονται σε τριτοκοσμικές χώρες. Σήμερα θα γράψω δυο λογάκια για τις δυο ιρανικές ταινίες που είδα, από την τηλεόραση φυσικά, που τις έγραψα με το dvd-recorder μου και τις κράτησα σε αρχείο όπως και όλες τις τριτοκοσμικές που παίζονται στην τηλεόραση. Δεν ξέρω αν θα διατηρηθούν μετά από χρόνια.
Η πρώτη, το Off-side, του Τζαφάρ Παναχί.
Πρόκειται για μια ταινία που μπορεί να χαρακτηριστεί φεμινιστική. Το πληροφοριακό της στοιχείο είναι ότι στο Ιράν οι γυναίκες απαγορεύεται να πηγαίνουν στο γήπεδο. Στην ταινία βλέπουμε κοπέλες να μεταμφιέζονται σε αγόρια για να δούνε τον αγώνα Ιράν – Μπαχρέιν, που θα αποφασίσει ποια από τις δυο ομάδες θα συμμετάσχει στο Παγκόσμιο Κύπελο, το 2006. Κάποιες τα καταφέρνουν, όμως η ταινία εστιάζει σε αυτές που τις συλλαμβάνουν, και μεταφέρονται σε ένα χώρο όπου τις φυλάνε στρατιώτες. Ένας από αυτούς προθυμοποιείται να κάνει αναμετάδοση. Θριαμβολογούν όταν μπαίνει το μοναδικό γκολ που δίνει και την πρόκριση στο Ιράν. Οι στρατιώτες συμμερίζονται τα αισθήματα των κοριτσιών, όμως δεν μπορούν να ρισκάρουν να τις αφήσουν να δουν τον αγώνα. Στο τέλος τις βλέπουμε να κατεβαίνουν από το αυτοκίνητο που τις πηγαίνει στο αστυνομικό τμήμα, από το ραδιόφωνο του οποίου ακούνε τα τελευταία λεπτά του αγώνα, και μαζί με τους φύλακές τους και να πανηγυρίζουν με το πλήθος που έχει ξεχυθεί στους δρόμους της Τεχεράνης.
Η δεύτερη είναι το «Ντερμπαράν» του Αμποφάζλ Τζαλίλι.
Το θέμα της είναι η λαθρομετανάστευση, των Αφγανών στο Ιράν. Πρωταγωνιστής είναι ένα παιδί. Μαθαίνουμε ότι η μητέρα του σκοτώθηκε σε βομβαρδισμό, ο πατέρας του είναι στο στρατό και πολεμάει τους Ταλιμπάν, και η αδελφή του μένει με τη γιαγιά της. Όχι, δεν έχει καμιά διάθεση να γυρίσει στο Αφγανιστάν να δει την αδελφή του. Της στέλνει όμως χρήματα με κάποιον που θέλει να επιστρέψει. Τα χρήματα δεν θα φτάσουν ποτέ, γιατί το άτομο εκείνο σκοτώνεται από τους συνοριακούς φρουρούς. Εκεί δεν συλλαμβάνουν όπως εδώ, σκοτώνουν.
Ο διοικητής είναι με πολιτικά. Κυνηγάει τους λαθρομετανάστες. Όμως έχει μια στάλα ανθρωπισμό μέσα του. Θα συλλάβει το παιδί, όμως θα το αφήσει να επιστρέψει στον Ιρανό, στο πανδοχείο του οποίου εργάζεται. Θα συλλάβει επίσης ένα νιόπαντρο ζευγάρι, έναν Αφγανό που παντρεύτηκε μια Ιρανή. Όμως και αυτούς θα τους αφήσει ελεύθερους.
Να θυμηθούμε εδώ το υπέροχο «Μπαράν» (βροχή), όπου βλέπουμε τον έρωτα ενός νεαρού Ιρανού με μια Αφγανή λαθρομετανάστρια που είναι ντυμένη αγόρι. Το έργο τελειώνει με την ερωτική ματαίωση: Η Αφγανή επιστρέφει στην πατρίδα της.
Ταινία α λα Αγγελόπουλος: ελάχιστος λόγος, με πολλά πλάνα με αμάξια ή μηχανές που δύσκολα παίρνουν μπρος, να κινούνται μέσα σε χωματόδρομους, σε τοπία κατακίτρινα, χωρίς ίχνος πράσινου.
Τώρα τη θυμήθηκα, και μια άλλη ταινία με θέμα τη μετανάστευση. Την έχω στο αρχείο, αλλά βαριέμαι τώρα να ψάξω, όταν τη βρω θα συμπληρώσω. Ένας Κούρδος του Ιράν, που προσπαθεί να το σκάσει στο εξωτερικό με τη γυναίκα του. Τελικά τα καταφέρνει, και στο τελευταίο πλάνο τον βλέπουμε από ένα μπαλκόνι να ατενίζει το Παρίσι. Σε μια άλλη ταινία, ένα παιδί από το Αφγανιστάν, μέσω του Ιράν, καταφέρνει τελικά να φτάσει στην Αγγλία. Ο σύντροφός του όμως θα πεθάνει στη διαδρομή. Όταν τη βρω κι αυτή θα συμπληρώσω. Η μετανάστευση τελικά είναι μια θεματική που απασχολεί τον ιρανικό σινεμά. Αν και η τελευταία ταινία είναι νομίζω κάποιου Βρετανού, αλλά παίζουν Αφγανοί.

Σε ένα από τα ιρανικά έργα, δεν θυμάμαι ποιο, νομίζω το Off-side, άκουσα ένα τραγούδι που είχα ξεχαημένο, Mon amour, mon ami, της Μαρί Λαφορέ.


Και μια και πήραμε φόρα, θυμήθηκα ένα σχόλιο που έκανα για το The old boy στο imdb. Έίναι στα αγγλικά, να μην το μεταφράσω.

This is a marvelous film, although sometimes unbearably cruel. The two characteristic points of the film that impressed me were: 1) The effect of the unexpected. We watch a man dreaming of vengeance, and organizing it, and finally we find out that he himself is the target of a vengeance. 2) The exaltation of the feeling of love. This exaltation is hardly convincing in ordinary heterosexual love. It reminds me of Marquez's love stories "Del amor y otros demonios…", "mis putas tristes", Henry David Hwang's "Madam Butterfly" and Andreas Mitsou's "Mary's dog". Here we see the incestuous love sanctified, the love between a brother and a sister, and the love between a father and a daughter. The pursue of vengeance is what magnifies this feeling of incestuous love, always condemned by society, which leads the girl to suicide and the man to self- mutilation in an attempt to avoid the revelation. The act of forgiveness makes the story evade the typicality of an ordinary vengeance plot.

Πέτρος Τατσόπουλος, Νεοέλληνες

Και άλλη μια βιβλιοπαρουσίαση στο blog του Λέξημα: Πέτρος Τατσόπουλος, Νεοέλληνες.

Πέτρος Τατσόπουλος, Νεοέλληνες, Μεταίχμιο 2008

Μπορεί οι «Νεοέλληνες» να είναι το τελευταίο βιβλίο του Πέτρου Τατσόπουλου, όμως τα κείμενα που περιέχονται σ’ αυτό δεν είναι τα τελευταία του. Πρόκειται για δημοσιογραφικά πορτρέτα που δημοσιεύτηκαν σε διάφορα περιοδικά, ξεκινώντας από το 1989 και φτάνοντας μέχρι το 2004. Κάποια απ’ αυτά τα προλογίζει με κείμενα ειδικά για την έκδοση του βιβλίου.
Όταν διάβασα για το καινούριο βιβλίο του Τατσόπουλου, είπα «θα το πάρω». Οι βιογραφίες είναι το αγαπημένο μου λογοτεχνικό είδος, και ένα πορτρέτο δεν είναι παρά μια μίνι βιογραφία. Υπέθετα ότι τα πορτρέτα αυτά είναι πορτρέτα λογοτεχνών. Όταν όμως ο συμμαθητής του και φίλος μου φαρμακοποιός Νίκος Παναγιώτου μου είπε ότι αγόρασε το βιβλίο και τα πορτρέτα δεν αναφέρονται ειδικά σε λογοτέχνες αλλά σε διάφορα πρόσωπα, όπως πολιτικούς, ανθρώπους των media κ.λπ. είπα ότι δεν με ενδιαφέρει. Αλλά όταν ο Γιάννης ο Μανιάτης που έχει τις δημόσιες σχέσεις του Lexima έφερε το βιβλίο στην ομάδα και μου πρότεινε να το παρουσιάσω, δέχτηκα. Μπορεί να μη με ενδιέφεραν όλα τα πορτρέτα του, όμως ο Τατσόπουλος έχει ένα ιδιαίτερα ευφυές και απολαυστικό ύφος που ήξερα ότι θα με αποζημιώσει, όπως και έγινε.
Η πρώτη παρατήρηση που έκανα είναι ότι συχνά σε ένα δημοσιογραφικό κείμενο κάποιες πληροφορίες θεωρούνται δεδομένες για τον αναγνώστη της εποχής, αλλά όταν ξαναδιαβάζει κανείς το ίδιο κείμενο μετά από χρόνια, τις πληροφορίες αυτές είναι πιθανόν να τις έχει ξεχάσει. Διαβάζοντας για τον Κώστα Αρζόγλου, δεν θυμόμουνα καθόλου τι είχε γίνει με το θέατρό του και τις περιπέτειες που πέρασε γι αυτό. Μόνο προχωρώντας στην ανάγνωση καταλάβαινα σιγά σιγά τι περίπου είχε συμβεί.
Μέσα από τα πορτρέτα των ανθρώπων παρουσιάζονται αναπόφευκτα και τα «τοπία», μια και οι άνθρωποι δεν αιωρούνται στο κενό όπως οι άγιοι στις βυζαντινές αγιογραφίες αλλά βρίσκονται σε ένα συγκεκριμένο χωροχρονικό πλαίσιο. Έτσι στο πορτρέτο του Νίκου Μαστοράκη βλέπουμε και μια λεπτομέρεια του τοπίου που λέγεται «Τύπος».
«Ένας από τους πρώτους που εκδηλώνουν ενδιαφέρον για συνεργασία μαζί του είναι και ο Γιώργος Κουρής. Εκδίδει τότε μια κίτρινη φυλλάδα, τη Star, και σχεδόν καθημερινά διασύρει τον Μαστοράκη. ‘Δεν ντρέπεσαι, βρε ξεφτιλισμένε’, αγριεύει ο Μαστοράκης ‘να μου προτείνεις συνεργασία, ενώ με βρίζεις από την εφημερίδα σου;’-‘Νίκο μου’ απαντάει ψύχραιμα ο Κουρής, με την κεφαλονίτικη προφορά του, ‘εγώ πιστεύω πως είσαι ο καλύτερος Έλληνας. Κάθε φορά όμως που σε βρίζω πουλάω πέντε χιλιάδες φύλλα παραπάνω. Αν δεν με πιστεύεις, να σου δείξω το δελτίο του πρακτορείου’». (σελ. 240-241).
Στις βιογραφίες όπως και στα πορτρέτα τα καλύτερα σημεία είναι τα ανέκδοτα όπως το παραπάνω, ή ιστορικά ανέκδοτα που παραθέτουν τα πρόσωπα που προσωπογραφούνται, όπως το παρακάτω που αναφέρει στη συνέντευξή της η Δήμητρα Παπανδρέου.
«Μου θυμίζουν την ιστορία με τον αυτοκράτορα Τιβέριο. Καθώς ο υπασπιστής του διάβαζε μια λίστα με ονόματα επάρχων που στασίασαν, ο Τιβέριος κοντοστάθηκε σε ένα όνομα. ‘Αυτός δεν μπορεί να στασίασε εναντίον μου’ είπε, ‘δεν τον έχω ευεργετήσει’» (σελ. 288).
Και το παρακάτω είναι επίσης απολαυστικό. Συζήτηση ανάμεσα σε μια Ρωσίδα λογοτέχνιδα και στον λογοκριτή.
«-Αυτά που ξέρατε να τα ξεχάσετε. Άλλαξαν πια οι καιροί. Εάν χρειαστεί, θα φτάσω έως το πολιτμπιρό. Εγώ κύριε είμαι τανκ.
Ο λογοκριτής διατήρησε τη δική του ψυχραιμία:
- Εσείς κυρία μου μπορεί να είστε τανκ, αλλά εμείς είμαστε τέλμα» (σελ. 349).
Το κουτσομπολιό θεωρείται απαξιωμένο, αλλά εγώ το εκτιμώ ιδιαίτερα. Ο Μαστοράκης αφηγείται στον Τατσόπουλο τα γυρίσματα του «Έλληνα μεγιστάνα».
«…Μονάχα ο (Άντονυ) Κουίν μου έβγαλε την ψυχή. Ήθελε σαν τρελός να πηδήξει τη (Ζακλίν) Μπισέ. Εκείνη τον αντιμετώπιζε με ένα καλοσυνάτο χαμόγελο. Δεν ήθελε να τον κάνει εχθρό, ούτε όμως και να του ‘καθίσει’» (σελ. 238). Ο καημένος είχε την ατυχία να μην είναι ο αυθεντικός Ωνάσης, παρά μόνο ιμιτασιόν.
Το απολαυστικό χιούμορ του Τατσόπουλου γίνεται καμιά φορά σάτιρα καυστική. Μιλώντας για τη 17 Νοέμβρη γράφει τα παρακάτω: «Οι περισσότεροι, οι συντριπτικά περισσότεροι, δεν πέρασαν ποτέ από τα λόγια στην πράξη. Μερικοί –οι πιο αξιοθρήνητοι-ανακάτεψαν μαρξισμό, εθνικισμό και ορθοδοξία σε μια άγευστη ομελέτα. Απέκτησαν μπάκα και φαλάκρα, κατέληξαν βαρύθυμοι και δυσκίνητοι, τραγικοί κατά φαντασίαν, ουσιαστικά γραφικοί και περίγελοι. Μετρημένοι και αξιοπρεπείς» (σελ. 191).
Και ένα πρόβλημα με τα πορτρέτα: Τι γίνεται όταν κάποιον δεν τον πας; Ρετουσάρεις την εικόνα ή την παρουσιάζεις με ένα φωτογραφικό ρεαλισμό; Ή, ακόμα χειρότερα, την παρουσιάζεις με ένα γελοιογραφικό εξπρεσιονισμό; Βέβαια, οι επώνυμοι δεν είναι όλοι άγιοι (στο Ιδιωτικό Καφενείο η Ελεύθερη Συζήτηση του Ιάσωνα Ευαγγέλου, όπου μαζευόμαστε κάθε Πέμπτη, καθώς μερικοί από την παρέα είναι θεολόγοι, έχω μάθει ένα σωρό άπλυτα για κάποιους αγίους μας). Το να δείχνεις όμως την ελιά στο μάγουλό τους δεν είναι σαν να τους σπιλώνεις;
Αφορμή για αυτό το σχόλιο μου έδωσε το πορτρέτο του Ταχτσή (τραγικά επίκαιρο μετά τη δολοφονία του Σεργιανόπουλου, μόλις προχθές). Γράφει ο Τατσόπουλος:
«Ο Κώστας Ταχτσής ήταν ένας από τους ελάχιστους αληθινά μικροπρεπείς ανθρώπους που έχω γνωρίσει, ανόθευτα μικροπρεπής-ένας βασιλιάς, θα λέγαμε, της μικροπρέπειας, βουτηγμένος ως το λαιμό στα καθημερινά κουτσομπολιά, ανίκανος ν’ αρθεί πάνω από τα ασήμαντα, να ελέγξει τις εμπάθειες και τις εμμονές του. Πιθανόν γι’ αυτό οι καλύτερές του σελίδες σκιαγραφούν ανεπανάληπτα τις μικροαστικές συνειδήσεις, τον ζοφερό κόσμο της κατινιάς» (σελ. 137).
Πρέπει να το αναγνωρίσουμε στον Τατσόπουλο, μπορεί να μη ρετουσάρει το πορτρέτο, ρετουσάρει όμως την ελιά.
Μια ακόμη κουτσομπολίστικη πληροφορία. Ο Φέξης γιος έπαιξε τον εκδοτικό του οίκο «-μάλλον στα χαρτιά-» και τον έχασε.
Με τον Τατσόπουλο έχουμε περάσει από το ίδιο γκρουπούσκουλο της Νέας Αριστεράς, τα χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας. Εγώ έχω μόλις απολυθεί από το στρατό, έφεδρος ανθυπολοχαγός εφοδιασμού μεταφορών, και βρίσκομαι σε ένα από τα Κέντρα Ζωής και Πολιτισμού. Αυτός είναι μαθητής και δραστηριοποιείται στο μαθητικό τμήμα της οργάνωσης. Κάνει μια αναφορά σ’ αυτό στο «Η καλοσύνη των ξένων» που παρουσιάσαμε στο Λέξημα, και τον έλεγξα για αδυναμία μνήμης. Για το ίδιο πράγμα θα τον ελέγξω και τώρα. Γράφει για τον Κουμανταρέα «Τον γνώριζα ήδη είκοσι χρόνια, από τον Ιούνιο του 1980» (σελ. 109).
Το 1980 ο Τατσόπουλος ήταν 21 χρονών. Τον Κουμανταρέα τον γνώρισε όταν το μαθητικό τμήμα της Νέας Αριστεράς έκανε ένα λογοτεχνικό διαγωνισμό διηγήματος, και στην ελλανόδικο επιτροπή ήταν ο Κουμανταρέας. Τα υπόλοιπα μέλη θα πρέπει να ήταν Καμπανέλης, Χατζής, Μουρσελάς. Σίγουρα δύο από αυτούς.
Έγινε τελετή βράβευσης. Το πρώτο βραβείο το πήρε ο Τατσόπουλος, με ένα πραγματικά θαυμάσιο διήγημα για πένα μαθητή, που έδειχνε ότι είχε ταλέντο. Το τεύχος του μαθητικού περιοδικού της οργάνωσης όπου δημοσιεύτηκε, του «Μόρφωση – Τέχνη – Ζωή», κάπου πρέπει να το έχω καταχωνιάσει.
Με ενδιαφέρον διάβασα και το κείμενο για το Λαζόπουλο. Το Αλ τσαντίρι είναι από τις ελάχιστες εκπομπές που βλέπω στην τηλεόραση. Και φυσικά το κείμενο για την πάλαι ποτέ μαθήτριά μου, την Ανίτα Πάνια.
Θα κλείσω επαναλαμβάνοντας αυτό που είπα στην αρχή. Το βιβλίο είναι απολαυστικό. Αξίζει να το διαβάσετε.

Μπάμπης Δερμιτζάκης, 6-6-2008

Tuesday, June 3, 2008

Ιουστίνη Φραγκούλη-Αργύρη, Ημερολόγιο Αβάνας.

Μια ακόμη βιβλιοπαρουσίαση στο blog του Λέξημα, το Ημερολόγιο Αβάνας της Ιουστίνη Φραγκούλη.

Τίτλος: «Ημερολόγιο Αβάνας»
Συγγραφέας: Ιουστίνη Φραγκούλη-Αργύρη
Εκδόσεις: Ηλέκτρα, 2008
Σελίδες: 135

«Ημερολόγιο Αβάνας» είναι ο τίτλος που δίνει στο νέο της βιβλίο η Ιουστίνη Φραγκούλη, δημοσιογράφος, μυθιστοριογράφος και πολιτιστική πρέσβειρα της χώρας μας στον μακρινό Καναδά, αν και ο τίτλος που αντιστοιχεί περισσότερο στο περιεχόμενό του είναι «Ταξιδιωτικό ημερολόγιο Αβάνας». Πρόκειται για τις ημερολογιακές σημειώσεις που έγραψε η Ιουστίνη κατά το τελευταίο της ταξίδι στην Κούβα.
Το άνετο αφηγηματικό στυλ της Ιουστίνης το έχουμε ήδη επισημάνει στα δυο μυθιστορήματά της, και εξακολουθεί να τη διακρίνει και σ’ αυτό το διαφορετικό λογοτεχνικό είδος. Μικρές προτάσεις, με τις οποίες εστιάζει σε αυτό που της προκαλεί το ενδιαφέρον όχι περισσότερο από το αναγκαίο.
Δεν έχω πάει στην Κούβα, και έτσι κουβαλάω μαζί μου το στερεότυπο που έχουν οι περισσότεροι γι αυτή τη χώρα. Το «Ημερολόγιο Αβάνας» της Φραγκούλη έρχεται να διορθώσει αυτό το στερεότυπο, χωρίς όμως να το ανατρέψει: μια χώρα ξενοιασιάς και γλεντιού, με διάχυτο ερωτισμό, παρά τη φτώχεια που μαστίζει τον πληθυσμό τα τελευταία χρόνια. Ίσως και εξαιτίας του. Ελληνική είναι η παροιμία που λέει «η φτώχεια θέλει καλοπέραση».
Γράφει κάπου στο βιβλίο της η Ιουστίνη ότι το επίπεδο ζωής βρίσκεται ακόμη πολύ μακριά από το επίπεδο που είχε το 1991. Ήταν η χρονιά που κατέρρευσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός, και όλοι ανακουφιστήκαμε που απομακρύνθηκε ο κίνδυνος ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος. Η ανακούφιση βέβαια κράτησε λίγο, γιατί είδαμε τα αποτελέσματα που είχε η εξάλειψη του αντίπαλου δέους. Οι Αμερικάνοι, με όλη τους την άνεση πια, μπορούσαν να στραγγαλίσουν οικονομικά με το εμπάργκο τους τη μικρή χώρα που τόλμησε να υψώσει το ανάστημά της απέναντί της. Οι εικόνες που μας δίνει η Ιουστίνη, με τα άδεια σουπερμάρκετ και τις ουρές που δημιουργούνται όταν μαθεύεται ότι κατέφθασαν κάποια προϊόντα θυμίζουν εικόνες από τις σοσιαλιστικές χώρες, μόνο που αυτές δεν οφείλονται πια στο σοσιαλισμό αλλά στο εμπάργκο.
Υπάρχουν και αρκετές φωτογραφίες στο βιβλίο. Ασπρόμαυρες. Μπορεί να μπήκαν ασπρόμαυρες για να μειωθεί το κόστος της έκδοσης, όμως ταιριάζουν απόλυτα με την ασπρόμαυρη ζωή των κατοίκων της. Ασπρόμαυρη γιατί συνειρμικά παραπέμπει στον ιταλικό νεορεαλισμό ή στη δική μας δεκαετία του πενήντα.
Ενώ συνήθως στα ταξιδιωτικά έργα ο συγγραφέας αφηγείται με ένα απρόσωπο «εγώ», εδώ η Ιουστίνη αφηγούμενη αυτοπροσωπογραφείται, δίνοντας παράλληλα και μια συναισθηματικά φορτισμένη ατμόσφαιρα στο έργο, φορτισμένη από την απουσία της αγαπημένης αδελφής. Μαζί της είχε έλθει αρκετές φορές στο παρελθόν στην Κούβα, όμως ο θάνατος της στέρησε στο εξής τη συντροφιά της. Σύμβολο της απουσίας της η πεταλούδα-ψυχή, που συνοδεύει συχνά την Ιουστίνη στους περιπάτους της: «Η αδελφή μου είναι παντού: στις αναμνήσεις, στους δρόμους, στις μυρωδιές, στις εικόνες. Μου ’ρχονται συνέχεια στο νου τα χαχανητά μας στο αντίκρυσμα των αχόρταγων αντρικών βλεμμάτων. Με συντροφεύουν οι κρυφές μας κουβέντες το βράδυ στο κρεβάτι. Οι πεταλούδες εξακουλουθούν να πετάνε γύρω μου σχεδόν γιορταστικά. Σα να με περιμένουν σε κάθε μου έξοδο. Φαίνεται πως η Κωνσταντίνα είναι δίπλα μου, πως κατεβαίνει ώρες-ώρες απ’ τη γειτονιά τ’ ουρανού για να με συντροφεύει…» (σελ. 47).
Τα αποσιωπητικά δικά της. Δεν θέλει να μιλήσει περισσότερο για το πένθος της, μας δείχνει όμως ότι είναι συνεχώς παρόν.
Όχι μόνο με τα αποσιωπητικά αυτά. Οι πεταλούδες, σαν λάιτ μοτίφ, επανέρχονται συνεχώς στις σελίδες του βιβλίου της.
Η Ιουστίνη ενδιαφέρεται για την ομογένεια. Ομογενής και αυτή σε μια άλλη χώρα, ψάχνει τους ομοίους της, ίσως σε μια ασυνείδητη επιθυμία να μοιραστούν τη νοσταλγία για την πατρίδα. Παίρνει τηλέφωνα, τους ψάχνει, με κάποιους συναντιέται και μας παρουσιάζει τα πορτρέτα τους. Οι προσωπικές τους ιστορίες αποτελούν μια συναρπαστική αφήγηση μέσα στη συγχρονία της ταξιδιωτικής περιπλάνησης.
Μου άρεσε πάρα πολύ το βιβλίο. Και μακάρι να πραγματοποιηθεί η ευχή που μου έγραψε η Ιουστίνη στην αφιέρωση, «να ταξιδέψεις στην Κούβα μου»
Στην Κούβα της. Ανήκει πια στην Κούβα, και η Κούβα σ’ αυτήν. Και ο χώρος που διάλεξε για τη χθεσινοβράδινη παρουσίαση του βιβλίου της εκφράζει αυτή την αγάπη για την Κούβα της, το μπαρ Cubanita, στου Ψυρρή, που πλαισίωσε την παρουσίαση με κουβανέζικους ρυθμούς και τραγούδια.
Να πούμε δυο λόγια και για την παρουσίαση αυτή.
Η κα Βρεττού έκανε μια απέριττη φιλολογική παρουσίαση του βιβλίου, φροντίζοντας έξυπνα να την αμβλύνει μπροστά σε ένα κοινό που μπορεί να κουραζόταν. Έξοχη και η παρουσίαση της Άννας Νταλάρα, η οποία έχει και αυτή μια αγαπησιάρικη σχέση με την Κούβα αλλά και με όλη τη Λατινική Αμερική. Ο υφυπουργός εξωτερικών Θόδωρος Κασσίμης, υπεύθυνος για τον απόδημο ελληνισμό, καθώς δεν είχε πάει ποτέ στην Κούβα όπως ομολόγησε ο ίδιος, διάβασε το βιβλίο κουβαλώντας τα γνωστά αριστερά στερεότυπα, και γι αυτό το επέκρινε σε σημεία, αμβλύνοντας όμως την επίκριση λέγοντας ότι το κάνει από αγάπη για την Ιουστίνη, πράγμα που το πιστεύουμε. Η Ιουστίνη όμως, πολύ έξυπνα, κλείνοντας την παρουσίαση, του πέταξε το καρφί με την παρατήρηση ότι της τη βγήκε από αριστερά. Αυτός, ένας υφυπουργός της Δεξιάς. Όσο για τον συντονιστή δημοσιογράφο κο Παρλαβάντζα, δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερος, αφού παρενέβαινε λαλίστατος ανάμεσα στις παρουσιάσεις.
Επειδή έχουμε μήνες σε προδημοσίευση σε μια ιστοσελίδα μας την παρουσίασή μας για το βιβλίο της Ιουστίνης «Ψηλά τακούνια για πάντα», αποφασίσαμε επί τη ευκαιρία να την επισυνάψουμε σ’ αυτήν εδώ την ανάρτηση στο blog του Λέξημα.

Sunday, June 1, 2008

Νέα περί της ΕΔΕ του τέως σχολικού συμβούλου Χαράλαμπου Εμμανουήλ Δερμιτζάκη

Μου προκαλεί δυσφορία να ξαναγράψω γι αυτά, αλλά η σύνδεση με τα προηγούμενα είναι απαραίτητη.
Μου έκαναν μια ΕΔΕ για κάποια σόκιν ανέκδοτα που είχα αναρτήσει σ’ αυτό το blog (υπάρχουν προηγούμενες σχετικές αναρτήσεις), κατά τη γνώμη μου – και όχι μόνο – για να παρεμποδιστεί η επανεκλογή μου ως σχολικός σύμβουλος. Μετά τη συνέντευξη όπου πήρα 20άρια (εξαίρεση ένα 19άρι) δόθηκε ο πίνακας στην υπουργό για υπογραφή, όπου ήμουν πρώτος στη λίστα. Μετά από 5 μέρες η υπουργός τον έστειλε πίσω με την εντολή να μη γίνω σύμβουλος εξαιτίας της ΕΔΕ. Έτσι εκείνοι που μου έβαλαν 20άρια άλλαξαν τη βαθμολογία και μου έβαλαν από δύο 3άρια, ένα 6άρι και ένα 8άρι.
Οι εξαιρέσεις:
Η κα Αναστασία Κυρκίνη, σύμβουλος στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, επιμένει στο 20άρι της (την ευχαριστώ για άλλη μια φορά) γράφοντας μεταξύ άλλων ότι «Τα νέα στοιχεία που προέκυψαν και που παρεχώρησε η υπηρεσία δεν ελήφθησαν υπόψη, διότι δεν έχει ολοκληρωθεί η πειθαρχική διαδικασία όπως προβλέπεται και δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω την έκταση και τη σοβαρότητά τους».
Ο κος Θεόφιλος Σακαλίδης, ένας εκ των δύο αιρετών του κλάδου, γράφει ότι «…η πειθαρχική διαδικασία για τον κ. Δερμιτζάκη βρίσκεται στο πρώτο στάδιο εξέλιξής της» για να καταλήξει: «Αν παραταύτα το Συμβούλιο προχωρήσει σε μείωση της βαθμολογίας, πράγμα που σημαίνει τιμωρία με την ποινή του υποβιβασμού – και μάλιστα αναπολογήτως –θα αποχωρήσω από τη συνεδρίαση μη επιθυμώντας να νομιμοποιήσω με την παρουσία μου μια παράνομη διαδικασία».
Υπογραμμίζω το «αναπολογήτως» γιατί εδώ ακριβώς βρίσκονται τα νέα μου.
Μετά την προανάκριση αποφασίζεται αν στοιχειοθετείται η δίωξη ή το κλείσιμο μιας υπόθεσης. Στην περίπτωσή μου αποφασίστηκε η δίωξη.
Η πειθαρχική διαδικασία λοιπόν όχι μόνο δεν είχε ολοκληρωθεί, αλλά δεν είχε καν αρχίσει. Διότι ξεκινάει με την απολογία.
Μετά λοιπόν από τόσους μήνες μου ήλθε ένα έγγραφο να καταθέσω την απολογία μου εντός 3 ημερών. Σε συνεννόηση με τον δικηγόρο μου τον κο Χρυσανθάκη, καθηγητή της νομικής και εξαίρετο δικηγόρο, παίρνω παράταση για να καταθέσω την απολογία μου.
Το έχω ξαναγράψει στο blog μου, δεν πίνω καφέ για να μην εθιστώ, και πίνω μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις, όπως όταν δεν έχω καταφέρει να κάνω τη σιέστα μου ή όταν θέλω να γράψω μια βιβλιοκριτική για παράδειγμα. Έτσι και τώρα, ήπια ένα καφέ και κάθισα μέχρι τις 3.30 το βράδυ για να γράψω την απολογία μου.
Έγραψα 10 σελίδες. Μια απολογία φοβερή, μια απολογία, και… (άστο καλύτερα, να μην έχουμε και άλλη ΕΔΕ).
Αν υπήρχε θεσμός να βραβεύονται οι απολογίες θα έπαιρνα σίγουρα το πρώτο βραβείο.
Αλήθεια, δεν είναι εξαιρετική ιδέα; Τα πειθαρχικά συμβούλια να συνεδριάζουν κάθε χρόνο και να βραβεύουν τις καλύτερες απολογίες. Η απολογία του Α. παίρνει το πρώτο βραβείο. Η απολογία του Β. παίρνει το δεύτερο βραβείο. Η απολογία του Γ. παίρνει το τρίτο βραβείο. Θα μπορούσε να δίνονται και έπαινοι. Έτσι θα υπήρχε μια παρηγοριά για κάθε διωκόμενο, και ένα σασπένς, ότι ενδέχεται να καταδικασθεί μεν, αλλά μπορεί με την απολογία του να κερδίσει ένα βραβείο που θα απαλύνει τον πόνο της καταδίκης.
Και γιατί να μη συνοδεύονται τα βραβεία και με χρηματικό ποσό; Θα μπορούσαν να υπάρχουν χρηματοδότες, όπως στα βραβεία του «Διαβάζω». Για παράδειγμα η ΟΛΜΕ θα μπορούσε να χρηματοδοτεί το πρώτο βραβείο, η ΠΕΦ το δεύτερο και η Μαθηματική Εταιρεία το τρίτο.
Μα τι κάθομαι και γράφω τώρα, αφού έτσι κι αλλιώς ξέρουμε ότι στη χώρα μας είθισται τα βραβεία να είναι σικέ.

Υ.Γ.
Για όσους δεν έχουν συλλάβει τα διακείμενα.
Ο τίτλος της ανάρτησης παραπέμπει στο ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου «Νέα περί του θανάτου του Ισπανού ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα…», ενώ η τελευταία φράση στην τελευταία στροφή του ποιήματος:
«μα επί τέλους! πια ο καθείς γνωρίζει πως
από καιρό τώρα
-και προ παντός στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα-
είθισται
να δολοφονούν
τους ποιητάς».

Καλύτερα να γράψω εδώ τη συνέχεια, να μη κάνω άλλο post.
Μετά από εννιά μήνες, νομίζω κάπου το Μάη, κλήθηκα σε απολογία. Έγραψα την απολογία μου, τη χτένισε ο κύριος Χρυσανθάκης, και πλήρωσα γι αυτήν 630 ευρώ. Στο έγγραφο της κλήτευσης δεν έγραφε, σε αντίθεση με το προηγούμενο της προανάκρισης, ότι μπορούσα να παρουσιαστώ με δικηγόρο και μάρτυρα. Ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης μου είχε πει πως τον είχαν διαβεβαιώσει ότι δεν θα προχωρούσαν σε δίωξη, μια και ο αντικειμενικός στόχος είχε επιτευχθεί. Έτσι νόμιζα ότι αυτή η κλήτευση αφορούσε το αν θα προχωρούσαν την υπόθεση ή θα την καταχωρούσαν στο αρχείο, γι αυτό και δεν εμφανίσθηκα. Μετά από δυο μέρες με παίρνει τηλέφωνο ο αιρετός του ΠΑΣΟΚ, ο Θεόφιλος ο Σακκαλίδης, για να μου ανακοινώσει ότι μου έριξαν τρεις μήνες παύση. Του είπα ότι δεν ήξερα ότι επρόκειτο στη συνεδρίαση αυτή να κριθεί η υπόθεση, ότι αν το ήξερα θα έφερνα τον δικηγόρο μου και τον μάρτυρά μου, τον Χριστόφορο Χαραλαμπάκη. Του ξέφυγε και μου είπε: -Και που θα ερχόντουσαν… Ήταν λοιπόν προειλημμένη απόφαση. Για την ιστορία, ο Σακκαλίδης πρότεινε πέντε μέρες, ενώ η κυρία Κυρκίνη συμφώνησε στους τρεις μήνες, με ένα σκεπτικό που μου το είπε αργότερα και που δεν μπορώ να το παραθέσω εδώ.
Δεν έκανα ένσταση. Η υπόθεση θα πήγαινε σε δευτεροβάθμιο πειθαρχικό, όπου έχω κάθε λόγο να πιστεύω ότι και εκεί η απόφαση θα ήταν προειλημμένη, και μετά σε διοικητικό εφετείο. Σκέφτομαι πόσα λεφτά θα έδινα στον κύριο Χρυσανθάκη για παράσταση, αν τελικά ήξερα ότι ήταν συνεδρίαση περί της ποινής και τον καλούσα.
(Παρεμπιπτόντως, στην ίδια συνεδρίαση η κυρία Τσοτσόλη, η σύμβουλος τον αγγλικών για τη γνωστή υπόθεση, τιμωρήθηκε με απόλυση. Εκείνοι που της έδωσαν την εντολή να υποδείξει στους διορθωτές να βάλουν τη βάση στα κάτω από τη βάση γραπτά έμειναν στο απυρόβλητο. Θέλουν να πιστέψουμε ότι η Τσοτσόλη έδωσε αυτή την εντολή αυτοβούλως, για την ψυχή της γιαγιάς της).
Αποφάσισα να μην προχωρήσω σε ένσταση που θα μου στοίχιζε συνολικά τόσα λεφτά, όσα θα διεκδικούσα. Για το ηθικό μέρος δεν έμπαινε ζήτημα, κάθε νοήμων συνάδελφος καταλαβαίνει ότι τα σόκιν ανέκδοτα ήταν μια πρόφαση για να με εκπαραθυρώσουν από σχολικό σύμβουλο. Εξάλλου ο κος Ματσανιώτης με υπόδειξη του φίλου μου του Χρήστου του Χαραλαμπάκη με προσέλαβε ως επιστημονικό συνεργάτη για ένα τετράμηνο στο «Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής» της Ακαδημίας Αθηνών, από όπου η αμοιβή μου ήταν σχεδόν όση και η χρηματική απώλεια από την τρίμηνη παύση.
Η δίκη, μετά την προσφυγή μου στο διοικητικό εφετείο, αφού πήγε από αναβολή σε αναβολή, έγινε τη μέρα της γιορτής μου, αυτή τη χρονιά (10-2-2010), μετά από δυόμισι χρόνια. Η κος Χρυσανθάκης με προειδοποίησε ότι το αποτέλεσμα κατά πάσα πιθανότητα θα ήταν αρνητικό, αφού η εισήγηση της κυρίας Κλιβανιώτου, μιας από τις τρεις εφέτες, ήταν αρνητική. Ο λόγος; Μάλλον θα προτιμούσαν να δικαιώσουν μια τέως υπουργό παιδείας, έστω και του αντίθετου κόμματος, παρά έναν απλό θνητό. Ίσως αυτός ήταν και ο λόγος που εμφανίστηκε εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας για να υποστηρίξει ότι καλώς εκδιώχθηκε ο Δερμιτζάκης από σχολικός σύμβουλος. Νομικό έρεισμα, φαντάζομαι, ήταν το ότι δεν έκανα ένσταση στην καταδίκη μου από το πειθαρχικό, πράγμα που ερμηνεύθηκε ως αποδοχή της ενοχής μου.
Στις 18 του Ιούλη κατέβηκα στη Κρήτη. Πίστευα ότι η απόφαση θα έβγαινε μετά το καλοκαίρι. Σε μια βάφτιση, τέλη Ιούλη, γνώρισα μια εφέτη από ένα διπλανό χωριό, την κυρία Καραμανωλάκη, και με την κουβέντα μπήκα στον πειρασμό να ξαναμπώ με τους κωδικούς στο διοικητικό εφετείο. Η απόφαση είχε βγει στις 19 του Ιούλη, και ήταν όντως αρνητική.
Τα δυσάρεστα πρέπει να τα ξεχνάμε, αυτό προσπαθώ, και με διευκολύνει αφάνταστα το ότι, καλώς εχόντων των πραγμάτων, του χρόνου τέτοια εποχή θα είμαι συνταξιούχος, με 35 χρόνια αναγνωρισμένη υπηρεσία. Και καθώς σκέφτομαι το άγχος μου για την εγχείρηση καταρράκτη που θα κάνω, ξαναθυμάμαι την ισπανική παροιμία, vida, salud, amor, lo demas sobra. Ζωή, υγεία, έρωτας, τα υπόλοιπα είναι επί πλέον. Η εγχείρηση να πάει καλά, και η παραπάνω ιστορία σε λίγο θα φαντάζει μακρινό παρελθόν.