Book review, movie criticism

Wednesday, November 28, 2012

Iain Softley, The wings of the dove



Iain Softley, The wings of the dove (1997)

  Είδαμε την ταινία, δεν διαβάσαμε το βιβλίο του Χένρι Τζέημς. Πρόσφατα όμως διαβάσαμε «Τα λάφυρα του πόιντον», και βλέποντας την ταινία μου ήλθε στο νου μια λέξη που δεν έχει ακριβή μετάφραση στα ελληνικά, και που την έχω χρησιμοποιήσει μιλώντας για τον Τσέχωφ: frustration. Η πιο κοντινή μετάφραση στα ελληνικά είναι ματαίωση (από το λεξικό της Magenta). Όχι ματαίωση μιας συναυλίας αλλά ματαίωση των ελπίδων, των προσδοκιών. Το ερωτευμένο ζευγάρι στο τέλος θα χωρίσει. Τους χωρίζει μια νεκρή, την οποία η γυναίκα ήθελε να εκμεταλλευτεί, πλασάροντάς της το φίλο της για τις τελευταίες μέρες της ζωής της, ξέροντας ότι θα του έγραφε την μεγάλη περιουσία της. Έτσι δεν θα υπήρχε πια το οικονομικό πρόβλημα που έμπαινε εμπόδιο στο γάμο τους. Όμως το φάντασμά της μπαίνει ανάμεσά τους και διαλύει τη σχέση τους.
  Είναι από τις ταινίες που έχω στον σκληρό δίσκο στο dvd recorder μου και τον οποίο προσπαθώ να αδειάσω. Ανακαλύπτοντας την ταινία, και βλέποντας ότι έπαιζε η θαυμάσια Helena Bonham Carter την οποία είχα δει μόλις πριν δέκα μέρες στη ταινία του Hans Canosa «Συζητήσεις με άλλες γυναίκες» αποφάσισα να την ξαναδώ.

Aki Kaurismaki, Lights in the dusk



Aki Kaurismaki, Lights in the dusk (2006)

  Έχουμε ξαναγράψει για τον Καουρισμάκι, για την ταινία του «Η γυναίκα με τα σπίρτα». Μας άρεσε πολύ αυτή η ταινία, όπως και «Τα φώτα στο σούρουπο» που είδαμε χθες βράδυ. Ένας περίπου περιθωριακός, όπως και η γυναίκα με τα σπίρτα, ξεγελιέται από μια γυναίκα που του έχει στήσει παγίδα, χάνει τη δουλειά του, μπαίνει φυλακή, τρώει ξύλο, για να βρει στο τέλος μια συντρόφισσα που ήταν δίπλα του και τον νοιαζόταν. Ελάχιστος λόγος, στιλιζαρισμένα πλάνα με ελάχιστη κίνηση, η ταινία δίνει την αφηγηματική αίσθηση ενός comics.

Friday, November 23, 2012

Μέλπω Γρυπάρη, Φάος-Σελήνη-Φέγγαρος



Μέλπω Γρυπάρη, Φάος-Σελήνη-Φέγγαρος, Μελάνι 2012, σελ. 50

Η βιβλιοκριτική αυτή δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Ποιήματα γεμάτα μουσικότητα περιέχει αυτή η πρώτη ποιητική συλλογή της ποιήτριας

  Αναρωτιέμαι αν υπάρχει ποιητής που να μην έχει κάνει αναφορά στη σελήνη σε κάποιο ποίημά του. Κάποιοι μάλιστα έχουν γράψει ξεχωριστά ποιήματα γι’ αυτήν, όπως για παράδειγμα ο Λεοπάρντι («Στη σελήνη»), και ο δικός μας ο Αντώνης Φωστιέρης («Στηναργυρή σελήνη»). Έχω υπόψη μου επίσης δυο ποιητικές συλλογές που έχουν στον τίτλο τη λέξη «φεγγάρι». Είναι η ποιητική συλλογή της Κύπριας ποιήτριας Ευρυδίκης Περικλέους-Παπαδοπούλου «Φεγγάρι μην κλαις» και του Άρη Χαραλαμπάκη «Κόκκινοφεγγάρι». Η Γρυπάρη, εκτός από τη λέξη «σελήνη» ίσως βάζει τη λέξη «φέγγαρος» αντί για «φεγγάρι» για να καλύψει και τα τρία γένη με τις τρεις λέξεις του τίτλου.
  Η ποίηση στη μακρόχρονη ιστορία της ήταν συνδεμένη με τη μουσική. Τα πρώτα ποιητικά δημιουργήματα στην ιστορία μας, αυτά των ραψωδών και των αηδών, τραγουδιόντουσαν. Τα μέτρα πάνω στα οποία γράφεται η παραδοσιακή ποίηση δημιουργούν μια μουσική αίσθηση, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που συχνά εκβιάζουν τη μελοποίηση. Αυτό υποστηρίζει ο Νίκος Μαμαγκάκης ότι έγινε με τον «Ερωτόκριτο»: η απαγγελία του μεγάλου αυτού επικολυρικού έργου της Κρητικής Αναγέννησης μετεξελίχθηκε στη γνωστή μελωδία. Μάλιστα η μουσικότητα του παραδοσιακού στίχου δεν ήταν ικανοποιητική για κάποιους γάλλους ποιητές, τους συμβολιστές, οι οποίοι κυρίως με την τεχνική της παρήχησης και την υποχώρησης του νοήματος θέλησαν να αναδείξουν την εγγενή μουσικότητα της ποίησης.
  Αυτό ήταν και το κύκνειο άσμα. Με τη σύγχρονη ποίηση εγκαταλείπεται η μουσικότητα, ενώ η κυριολεκτικότητα του νοήματος διαχέεται στην πολυσημία και τη διακειμενικότητα. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν μια αναπόφευκτη συνέπεια, από τη στιγμή που η ποίηση αρχίζει να χάνει την προφορικότητά της –ευτυχώς η λαϊκή ποίηση, μέσα στην οποία ξεχωριστή θέση κατέχει η μαντινιάδα, καλά κρατεί.
  Η μετατόπιση αυτή όμως δεν γίνεται χωρίς κάποια νοσταλγία. Στον ελεύθερο στίχο της σύγχρονης ποίησης πολλές φορές εμφιλοχωρεί ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος, συχνά ασυνείδητα, ενίοτε όμως, όπως στην περίπτωση του Μανόλη Πρατικάκη, συνειδητά. Αυτή η νοσταλγία της μουσικότητας της παραδοσιακής ποίησης εκφράζεται εντελώς αυθόρμητα στα ποιήματα της Γρυπάρη.
  Τα ποιήματα αυτά τα απόλαυσα σαν μουσικές συνθέσεις·  άλλοτε σαν μουσική δωματίου, όπως το Little red (μιλάει η κοκκινοσκουφίτσα) και άλλοτε σαν συμφωνικά έργα, όπως το δεκασέλιδο «Φάος-Σελήνη-Φέγγαρος». Η μουσική αίσθηση ήταν τόσο έντονη, που συχνά έπιανα τον εαυτό μου να παρασύρεται τόσο από αυτή ώστε μην τον απασχολεί το νόημα. Εκφράζοντάς το με γλωσσολογικούς όρους, θα έλεγα ότι στα ποιήματα αυτά υπάρχει μια διολίσθηση του σημαινομένου για χάρη του σημαίνοντος.
  Θα χρησιμοποιήσω μια μεταφορά: στα ποιήματα της Γρυπάρη ο ελεύθερος στίχος είναι ένας τάπητας διακοσμημένος με τις κανονικότητες του παραδοσιακού στίχου, και μάλιστα σε φόρμες της δημοτικής ποίησης με τον ίαμβο να κυριαρχεί, κυρίως στην εκδοχή του κρητικού δεκαπεντασύλλαβου με τη ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. Η εμμονή με τη ρίμα είναι τόσο έντονη ώστε συχνά βλέπουμε να ριμάρουν τα ημιστίχια μέσα στον ίδιο στίχο.
«λοιπόν αυτός ο Υμηττός, όρθρος βαθύς από νυχτός
οι τρεις φορές του πετεινού, το λυκαυγές του μαχαιριού» (σελ. 47).
  Ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβός της όμως δεν δείχνει να έχει άμεση προέλευση από την δημοτική μας ποίηση· περισσότερο παραπέμπει στο Σολωμό. Συχνά διαβάζοντας τους ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβούς της είχα την αίσθηση ότι είχα διαβάσει παρόμοιους στο Σολωμό, κυρίως όσον αφορά το στιχουργικό σχήμα. Για παράδειγμα ο στίχος «μμμ! κοριτσάκια αμάθητα και ποθητά κι αθώα» (σελ. 21) μου θύμισε τον σολωμικό «όμορφη, πλούσια κι άπαρτη και σεβαστή κι αγία» («Ελεύθεροι πολιορκημένοι», Γ΄ σχεδίασμα).   
  Όμως ας δώσουμε ένα μεγαλύτερο δείγμα, από την τελευταία σελίδα του «Φάος-Σελήνη-Φέγγαρος».
«Είμαι η σελήνη, είμαι αυτό
το φέγγος κυκλωμένο
το κατεβατό
μητρώο το απόρρητο
η επαγωγή, η ρυθμοδέτις
το γάλα, το ρολόι, το δρεπάνι εγώ, ο καθρέφτης
το έσοπτρό του, η αγκαλιά
του κήπου μου,
η φθίνουσα, η πλήθουσα
η νυχτόβια, με τα σκυλιά
το δέος, το δέλεαρ, το γόητρό του…» (σελ. 24).
  Το εφέ της απαρίθμησης παραπέμπει συνειρμικά στις προσωνυμίες της Παναγίας.
  Η συνειρμοί όμως λειτουργούν ποικιλοτρόπως. Διαβάζοντας το «φέγγαρος» στον τίτλο θυμήθηκα ένα από τα ανέκδοτα της γιαγιάς μου και, αδιόρθωτος ανεκδοτάς καθώς είμαι, παρά το ότι το πλήρωσα ακριβά κάποτε, θα το παραθέσω.
  Εκείνοι την εποχή τη θέση των Ποντίων, στα κρητικά ανέκδοτα τουλάχιστον, την είχαν οι Συμιώτες. Ένας Συμιώτης λοιπόν θέλει να βγάλει νερό από το πηγάδι του τη νύχτα. Έχει πανσέληνο, και καθώς σκύβει στο πηγάδι για να ρίξει τον κουβά βλέπει το φεγγάρι να καθρεφτίζεται στο νερό. Βάζει τις φωνές: -Τρεχάτε χωριανοί, έπεσε το φεγγάρι στο πηγάδι μου, ελάτε να το βγάλουμε.
  Μαζεύονται οι χωριανοί, κάποιος φέρνει ένα τσιγκέλι, το παίρνει ο Συμιώτης και το ρίχνει στο πηγάδι. Το τσιγκέλι σκαλώνει σε κάποια πέτρα στα τοιχώματα, και δεν λέει να ξεκολλήσει. Ο Συμιώτης βέβαια πιστεύει ότι έχει γαντζώσει το φεγγάρι. Κάποια στιγμή, μετά από πολύ προσπάθεια, απαγκιστρώνεται το τσιγκέλι και ο Συμιώτης πέφτει πίσω ανάσκελα. Καθώς σ’ αυτή τη στάση βλέπει το φεγγάρι στον ουρανό, φωνάζει ενθουσιασμένος στους χωριανούς (ακριβώς τα λόγια της γιαγιάς μου): -Για ιδέτε, ήπεσα και εβάρικα (κτύπησα), μα γιάε (κοίταξε) πού επέταξα το φέγγαρο; Στον ουρανό.
  Η δεύτερη φορά που συναντάω τη λέξη «φέγγαρος» είναι στο τίτλο αυτής της συλλογής.
  Η Γρυπάρη είναι μια ταλαντούχα ποιήτρια, με μια ιδιότυπη ποιητική φωνή. Η μουσικότητα της ποίησής της με αυτή την ιδιότυπη σύζευξη ελεύθερου και παραδοσιακού στίχου την κάνουν εντελώς ξεχωριστή. Σίγουρα θα ξαναγράψουμε γι’ αυτήν.

Τα κινητά



Μου το αφηγήθηκε κόρη φίλης, που δουλεύει με τον πατέρα της στα δάνεια. Έρχεται η κυρία με τα δυο της παιδιά παραπονούμενη που δεν μπορεί να πληρώσει τις δόσεις του δανείου. Με τα δάνεια που έχει, παίρνει δεκαπενθήμερο μόλις 150 ευρώ. Την ακούει με κατανόηση. Ξαφνικά το ένα παιδί βγάζει το κινητό του και αρχίζει να παίζει ένα παιχνίδι. iPhone 4, και τιμάται 600 ευρώ (άλλη φίλη που της διηγήθηκα την ιστορία μου είπε ότι κάνει 670 ευρώ). Σε λίγο ακολουθεί και το άλλο, επίσης με iPhone. Μέχρις εδώ καλά, όλα για το παιδί μου. Σε λίγο όμως παίρνουν την κυρία τηλέφωνο και βγάζει και αυτή το κινητό της, επίσης iPhone. –Μα κυρία μου, της λέει αγανακτισμένη η κόρη της φίλης μου, εδώ δεν μπορείς να πληρώσεις τα δάνειά σου, και παίρνεις τόσο ακριβό κινητό;
  Και η απάντηση:
  -Ξέρεις, θέλω να είμαι μέσα στην τεχνολογία.

Sunday, November 18, 2012

Hans Canosa (writer: Gabrielle Zevin), Conversations with other women


Hans Canosa (writer: Gabrielle Zevin), Conversations with other women (2005)

  Έχω κάμποσες ταινίες στο dvd recorder μου, εδώ και χρόνια, που δεν εδέησε να τις δω. Είπα να ξεκινήσω σιγά σιγά, για να αδειάσω το σκληρό δίσκο. Ξεκίνησα με το «Συζητήσεις με άλλες γυναίκες».
  Μου άρεσε πάρα πολύ, γι’ αυτό αποφάσισα να γράψω δυο λόγια, και όχι να το παραθέσω απλά στη λίστα με τις «Ταινίες που έχω δει».
  Στην αρχή νόμισα ότι η ταινία ήταν μεταφορά από θεατρικό έργο. Διαβάζω όμως τώρα στο διαδίκτυο ότι πρόκειται για καθαρή ταινία.
  Έχω γράψει επανειλημμένα ότι δεν μου αρέσουν οι ταινίες στις οποίες μιλάνε αγγλικά. Πώς διάβολο και αυτή υπήρξε μια τόσο μεγάλη εξαίρεση; Γιατί, επαναλαμβάνω, η ταινία μου άρεσε πάρα πολύ.
  Διαβάζοντας τη σελίδα της βικιπαίδειας που παραθέτω παραπάνω, κατάλαβα γιατί, όπως κατάλαβα και γιατί δεν μου αρέσουν οι ταινίες στις οποίες μιλάνε αγγλικά: γιατί είναι προσαρμοσμένες στο κοινό τους, στα αμερικανάκια δηλαδή. Αντιγράφω:
  The film's international theatrical premiere was on June 7, 2006 in France. Released by distributor MK2 Diffusion under the title Conversations avec une Femme, the film played theatrically for five months to both box office success and critical acclaim.
Released on August 11, 2006 in the United States by Fabrication Films, the film played in fourteen cities, garnering modest theatrical box office and critical acclaim.
  Όλοι φαντάζομαι ξέρετε αγγλικά, αλλά θα μεταφράσω για να υπογραμμίσω: Η ταινία έκανε την πρεμιέρα της στη Γαλλία, και είχε εισπρακτική επιτυχία και δέχτηκε καλές κριτικές. Στις ΗΠΑ, αντίθετα, που παίχτηκε μόνο σε 14 πόλεις, δεν είχε επιτυχία, ούτε εισπρακτική ούτε σε κριτικές (υπάρχει η λέξη modest, απουσιάζει η λέξη success).
  Είχα καιρό να το γράψω, και θα το ξαναγράψω: το σενάριο συνήθως είναι υποτιμημένο σε σχέση με τη σκηνοθεσία. Αυτό που θαύμασα στην ταινία είναι προπαντός οι έξυπνοι διάλογοι. Και γι’ αυτούς πιστώνεται φυσικά η συγγραφέας, η Gabrielle Zevin.
  Όμως και σκηνοθετικά ήταν πολύ έξυπνο το έργο. Η οθόνη ήταν μοιρασμένη στα δυο, με αποτέλεσμα να βλέπεις ανά πάσα στιγμή en face τους δυο ήρωες, τον άντρα και τη γυναίκα, είτε μιλούσαν είτε όχι. Η ταινία, με δυο μόνο ήρωες στο μεγαλύτερο μέρος της να μιλάνε στο χώρο ενός σαλονιού και μιας κρεβατοκάμαρας, θα ήταν βαρετή χωρίς τους έξυπνους διαλόγους και αυτή τη σκηνοθετική επινόηση. Και βέβαια την επινόηση ενός εφέ «σταδιακού απροσδόκητου»: Το ζευγάρι, μαθαίνουμε στην αρχή, έχει ξανασυναντηθεί. Σιγά σιγά όμως μαθαίνουμε επίσης ότι η σχέση τους ήταν πιο βαθειά, για να μάθουμε στο τέλος ότι όχι απλώς υπήρξαν ζευγάρι, αλλά παντρεμένοι, που χώρισαν πριν χρόνια. Και βέβαια ένα ακόμη ατού της ταινίας είναι πως οι δυο ηθοποιοί, ο Aaron Eckhart και η Helena Bonham Carter έπαιζαν εξαιρετικά.
  Δραματική κομεντί. Η συνάντησή τους είναι συνάντηση μιας βραδιάς. Κάνουν έρωτα, αλλά θα χωρίσουν, επιστρέφοντας καθένας στο ταίρι του. Η τελευταία ατάκα του έργου αφήνει μια πικρή γεύση στο θεατή. «Ωραίο πράγμα η ευτυχία, αλλά που να πάρει είναι τόσο δύσκολο να τη βρεις».