Book review, movie criticism

Wednesday, June 18, 2025

Γιάννης Καλπούζος, Μεθυστής, στα χώματα της Κρήτης, Χάρτινη πόλη 2025, σελ. 600

 Γιάννης Καλπούζος, Μεθυστής, στα χώματα της Κρήτης, Χάρτινη πόλη 2025, σελ. 600

 


  Έχω γράψει για όλα (σχεδόν) τα βιβλία του Γιάννη Καλπούζου. Πριν χρόνια τον ρώτησα: -Δεν θα γράψεις και ένα που η πλοκή του να τοποθετείται στην Κρήτη; -Θα έλθει η ώρα του, μου είπε.

  Άργησε, αλλά ήλθε.

  Και πάλι θα πω κάτι που το γράφω συνήθως στις κριτικές μου για ταινίες: το φόντο κλέβει το στόρι.

  Το στόρι είναι μια ερωτική ιστορία, εκ των ων ουκ άνευ σε ένα μυθιστόρημα κατά τη γνώμη μου. Δεν ξέρω αν εξαιρούνται τα αστυνομικά.

  Τα πρόσωπα της ερωτικής ιστορίας εδώ είναι ο Μεθυστής, κατ’ όνομα Νέστορας (μου θύμισε ένα φρικιό στον Ευαγγελισμό όπου έκανα εγχείρηση χολής, ειδικευόμενος χειρούργος, πολύ καλός) και η Αριάνθη.

  Και τα δυο ονόματα παραπέμπουν στην ιστορία. Κάτι που ίσως δεν το ξέρετε, το «νθ» παραπέμπει στους Πελασγούς, προελληνικό φύλο. Λαβύρινθος, Ραδάμανθυς, είναι προελληνικές λέξεις, και ίσως και το άνθος, μου λέει το deep seek.  

  Έχουμε και εδώ το μοτίβο του Σταχτοπούτου. Φτωχός αυτός, πλουσιοκόριτσο αυτή. Οι γονείς της φυσικά δεν τον θέλουν. Όμως έχουν περάσει οι εποχές του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας, οι καιροί είναι δύσκολοι (η πλοκή διαδραματίζεται τα χρόνια 1937-1945). Η Αριάνθη θα ορθώσει το ανάστημά της απέναντι στους γονείς της. Τελικά θα τον αποδεχτούν.

  Το έχω ξαναγράψει, ιστορία μαθαίνει κανείς καλύτερα μέσω της λογοτεχνίας παρά μέσω την ιστορικών εγχειριδίων, έστω και για ένα απλούστατο λόγο: δεν μας ενδιαφέρουν τόσο όσο η λογοτεχνία, με εξαίρεση βέβαια τους ιστορικούς, τους φοιτητές των ιστορικών τμημάτων και κάποιους που έχουν πάθος με την ιστορία.

  Γιατί το λέω αυτό.

  Έμαθα πράγματα για άτομα που δεν ήξερα. Για παράδειγμα για τον Ποδιά και τον Μπαντουβά (πίσσα…, άσε, ας μη το γράψω καλύτερα. Αν υπάρχω σήμερα στη ζωή είναι γιατί ο πατέρας μου επιβίωσε από το ξύλο που του έδωσαν οι μπαντουβάδες, ως αριστερού).

  Για τον Μπαντουβά ήξερα ότι έφτιαξε δική του οργάνωση ενώ ήταν στο ΕΑΜ, την ΕΟΚ, γιατί είδε να προβάλλεται περισσότερο ο Ποδιάς, ως στέλεχος του ΚΚΕ.

  Αλλά να παραθέσω καλύτερα το σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο.

  «Ανήκε ο Γιάννης Ποδιάς στην ομάδα του Μανώλη Μπαντουβά. Ετούτη μέχρι το Μάη του 1942 ονομάζονταν Ελεύθεροι Σκοπευτές και τότε συμπορεύτηκε με το ΕΑΜ, το οποίο ήδη δρούσε στην υπόλοιπη Ελλάδα. Την επόμενη χρονιά ο Μαντουβάς θα ηγείτο της οργάνωσης ΕΟΚ και ο Ποδιάς θα εξελισσόταν σε σημαντικό καπετάνιο του ΕΛΑΣ στο νομό Ηρακλείου αντάμα με τον Νίκο Σαμαρείτη» (σελ. 379).

  Μετά την κατοχή οι μπαντουβάδες άρχισαν ένα ανηλεές κυνήγι των αριστερών, υπάρχουν πολλές ιστορίες για τη δράση του στην περιοχή μας (Ιεράπετρα). Από τα θύματά τους η δασκάλα Μαρία Λιουδάκη, τη βιογραφία της οποίας έγραψε ο καθηγητής μου Μανώλης Μιλτιάδη Παπαδάκης.

  Για τον Ποδιά έχει γράψει εξαιρετικές σελίδες η Ρέα Γαλανάκη στο βιβλίο της «Ο αιώνας των Λαβυρίνθων».

  Ο Syd Field στο βιβλίο του «Το σενάριο» (Κυκλοφορεί και στα ελληνικά, δεν το ήξερα, το διάβασα στα αγγλικά) θεωρεί ως εκ των ων ουκ άνευ στη συγγραφή ενός σεναρίου το σασπένς, την αγωνία για την έκβαση. Αυτό φυσικά ισχύει σε κάθε αφήγηση, της μυθιστορηματικής μη εξαιρουμένης.

  Θα ευοδωθεί ο έρωτας των δυο νέων;

  Εγώ στο διδακτορικό μου υποστήριξα ότι μια από τις αρετές μιας αφήγησης είναι επίσης και το εφέ του απροσδόκητου.

  Δεν έχω δει μεγαλύτερη ανατροπή (η ειδική μορφή που έχει εδώ το απροσδόκητο) σε αφήγηση από αυτήν σ’ αυτό το μυθιστόρημα του Καλπούζου. Όμως δεν θα την πω, δεν θέλω να κάνω σπόιλερ, όπως λέμε για τις ταινίες.

  Μαυραγορίτες, δοσίλογοι, προδότες, αλλά και πατριώτες παρελαύνουν σ’ αυτό το μυθιστόρημα του Καλπούζου. Και βέβαια από τις πιο εξαιρετικές σελίδες είναι αυτές που αναφέρονται στη μάχη της Κρήτης.

  Ήξερα γενικά για τις φρικαλεότητες που διέπραξαν οι γερμανοί στην Κρήτη, εδώ έμαθα και λεπτομέρειες. Βέβαια ήξερα αρκετά για τα «καμένα χωριά» όπως λέγονται ακόμη και σήμερα, τα χωριά της Βιάννου, που συνορεύουν με την επαρχία μας. Το Μύρτος, η γενέτειρα του φίλου μου του Πρατικάκη, είναι στην επαρχία μας, στα σύνορα με την επαρχία Βιάννου, και κάηκε και αυτή.

  Έμαθα και για την απόπειρα δολοφονίας του Ποδιά, δεν την ήξερα.

  Όμως καιρός να δώσουμε τον λόγο στον Καλπούζο, παραθέτοντας χαρακτηριστικά αποσπάσματα.

  «Άμα λιποτακτείς απ’ το όνειρο, γίνεσαι αιχμάλωτος της μιζέριας» (σελ. 45). Εξαιρετική αποφθεγματική φράση.

  «Δεδομένου ότι δεν εισάγονται κορίτσια στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου…» (σελ. 45).

  Να κάτι που δεν ήξερα. Το ίδιο δεν γίνονταν δεκτές γυναίκες ως μέλη στον φιλολογικό σύλλογο Παρνασσός μέχρι πρότινος. Αφού τους ξέ… ο φίλος μου ο Πρατικάκης, ήμουν παρών, άλλαξαν το καταστατικό και μπορούν να γίνουν μέλη, εδώ και τρία χρόνια νομίζω, και γυναίκες.

  Τελικά, διαβάζω, «…επιτράπηκε να φοιτήσουν κορίτσια στο ένα τέταρτο του συνόλου των σπουδαστών» (σελ. 325).

  «Σε τούτα τα μπορντέλα δεν ξέρω ποιος είναι πιο δυστυχισμένος. Οι πουτάνες ή όσοι πλαγιάζουν μαζί τους;». (σελ. 67).

  Είναι αυτονόητο, οι πουτάνες.

  «Στόχος τους ν’ αλληλογραφούν με μηνύματα που θα έδεναν στα πόδια των ιπτάμενων γραμματοκομιστών [περιστεριών].

  Αμέσως ο νους μου πήγε στο «Μοναστήρι της Πάρμας», όπου οι δυο ερωτευμένοι επινόησαν ένα πολύ πρωτότυπο τρόπο να επικοινωνούν.

  «Τη γνώμη του μεσημεριού να τη μετράς το βράδυ» (σελ. 108).

  Ωραίο απόφθεγμα. Να μην παίρνουμε βιαστικές αποφάσεις.

  Και ένα χιουμοριστικό: «Εσύ φορείς βράκα. Οι γυναίκες σας γιάντα σεργιανούν ξεβράκωτες;» (σελ. 124). Εφέ της δισημίας, με τις δυο σημασίες της βράκας.

  «Λιάνιζαν και τα κρυοπαγήματα. Παράβγαιναν σε θανατικό τις σφαίρες, τις οβίδες και τις βόμβες» (σελ. 158).

  Πολλές φορές μας το διηγήθηκα ο συγχωρεμένος ο δάσκαλός μας ο Λασιθιωτάκης, που μας είχε στις τρεις από τις έξι τάξεις του δημοτικού. Ένας βοσκός τύλιξε τα πόδια του που είχαν κρυοπαγήματα με τομάρι γίδας, και έτσι γλίτωσε τον ακρωτηριασμό.

  «Έτυχε μάλιστα να ’ναι τη μέρα που πέθανε ο δικτάτορας Μεταξάς, στις 29 του μήνα [Γενάρη] (σελ. 163).

  Μπορεί να το είχα διαβάσει, αλλά πού να το θυμάμαι. Γεννήθηκα εννιά χρόνια μετά το θάνατό του.  

  «Ποτέ να μην πει άνθρωπος η αγάπη πως παλιώνει/ ότινα σμίξουνε τα δυο σαν τη φωθιά φουντώνει» (σελ. 265). Την έφτιαξα λίγο.

  «Δεν τη σκαπουλάρισε κι ο Μανώλης Δερμιτζάκης, ο μπαρμπέρης ποιητής» (σελ. 411).

 Ηρακλειώτης, οι γερμανοί τον έστειλαν σε στρατόπεδο στη Σερβία, και επέστρεψε με το τέλος του πολέμου, το 1945. 

  Να και κάτι που δεν ήξερα, φαντάζομαι κι εσείς: «Διπλάρωσε κι ο λοχαγός Γουντχάουζ τον Μπαντουβά για να οργανώσει κίνημα ανεξαρτησίας και να γίνει πρόεδρος. Όμως ο Μπαντουβάς τον διαολόστειλε» (σελ. 442).

  Κοίτα να δεις: «Η ζωή εν τάφω του Στρατή Μυριβήλη και η Αντιγόνη του Σοφοκλή, τα οποία είχαν απαγορευτεί επί δικτατορίας του Μεταξά» (σελ. 485).

  Είναι πολλά τα γεγονότα που ξέθαψε ο ιδιοσυγκρασιακά ιστοριοδίφης Γιάννης Καλπούζος, μπορείτε να τα διαβάσετε στο βιβλίο του, το οποίο σας το συνιστώ ολόθερμα, ιδιαίτερα σε σας τους κρητικούς. 

No comments: