Κων. Κ. Παπαδημητρίου, Σονέτα του μεσονυχτίου, Πιτσιλός 2005
Όπως και ο Λάμπρος
Ηλίας, έτσι και ο Κων. Κ.Παπαδημητρίου είναι ο φετιχιστής της μιας φόρμας,
αυτής του σονέτου. Όλα τα ποιήματα της δέκατης αυτής ποιητικής συλλογής του
είναι σονέτα. Αναρωτιέμαι όμως πού παραπέμπει ο χαρακτηρισμός τους ως «του
μεσονυχτίου». Στην ώρα γραφής; Στη συναισθηματική μελαγχολία της μεσονυχτιάς;
Στη συνειδητοποίηση ότι το είδος έχει ήδη υπερβεί τη δύση του;
Θα το δηλώσω άλλη
μια φορά, ότι μου αρέσουν οι ποιητές που γράφουν εν αγνοία των όσων συμβαίνουν
γύρω τους, ή καλύτερα που δεν επηρεάζονται από τις κάθε λογής πρωτοπορίες αλλά
ακολουθώντας ένα μοναχικό δρόμο αρθρώνουν ένα ποιητικό λόγο στη γλώσσα εκείνη,
έστω και ρετρό, που τους αρέσει. Το ότι η ποίηση που γράφουν μπορεί να αγγίξει
κορυφογραμμές το έχει αποδείξει για παράδειγμα ο Κρητικός Κωστής Φραγκούλης με τα
«Δίφορά» του.
Σε μια ποιητική
φόρμα στην οποία δεν γράφει κανείς σήμερα, και που την ξέρουν μόνο οι φιλόλογοι
και οι καλοί μαθητές, μια εισαγωγή είναι περίπου απαραίτητη, και αυτή την
εισαγωγή τη γράφει ο Φ.Κ.Παπαδημητρίου, φιλόλογος, προφανώς συγγενής του
ποιητή. Να θυμίσουμε κι εμείς τα βασικά στοιχεία της ποιητικής αυτής φόρμας,
που είναι οι δυο τετράστιχες και οι δυο τρίστιχες στροφές, με στίχους που
ομοιοκαταληκτούν συνήθως χιαστί, και που οι πιο χαρακτηριστικοί της εκπρόσωποι
είναι ο Πετράρχης και ο Σαίξπηρ, και από τους ημέτερους ο Λορέντζος Μαβίλης.
Ένας ελαφρός
πεσιμισμός (Σταλακτίτες), η εμμονή στην κλασική αρχαιότητα (Οιδίποδας), η
αποστροφή σε φανταστικό αποδέκτη (Ερειπιώνες), είναι τα βασικά χαρακτηριστικά
των σονέτων αυτών. Ακόμα, λες και η φόρμα έλκει σαν μαγνήτης σε παλιές
θεματικές, ο Παπαδημητρίου μιλάει για πράγματα που δεν βρίσκονται πια στο
επίκεντρο των ποιητικών ενδιαφερόντων. Οι σύγχρονοι ποιητές, αφού κατά τον
Φρόιντ σκότωσαν τον πατέρα, έθαψαν και τη μητέρα. Όχι ο Παπαδημητρίου
Μητέρα
Γλυκειά μορφή, απόμακρη, σ’ ουράνια βύθη,
θα περιμένεις να σου πω κρυφά μου μυστικά,
όσα δε σκέπασ’ ο καιρός, δεν έσβησε η λήθη
γλυκειά φωνή που ανάσταινες όνειρα παιδικά.
Μέσ’ στους ζεστούς τους κόρφους σου, στ’ αγνά σου στήθη
που διψασμένος έγερνα με χέρια στοργικά
μ’ αγκάλιαζες και σύγκαιρα το παραμύθι
με φτερουγίσματα με τύλιγε αγγελικά.
Γεννήτρα, πώς σε τίμησε η δική μου μοίρα,
στη θεία δεν έφτασα ποτέ να στέρξω προσταγή
ο πόνος με λύγισε και η φτωχή μου λύρα,
δεν μπόρεσε, ως το ’θελα, να κλείσει την πληγή
αστέρι, ζέσταινες την κρύα μοναξιά μου
τα βράδια, μοναδική ως στεκόσουν συντροφιά μου.
Κλείνουμε την παρουσίαση αναφέροντας τα υπέροχα σχέδια του
Φ.Κ. Παπαδημητρίου που εικονογραφούν το βιβλίο.
No comments:
Post a Comment