Thursday, March 5, 2020

Michelangelo Antonioni, Wim Wenders, Πέρα από τα σύννεφα (Al di la delle nuvole, 1995)


Michelangelo Antonioni, Wim Wenders, Πέρα από τα σύννεφα (Al di la delle nuvole, 1995)


  Είναι γνωστό ότι το διήγημα δεν πουλάει, γι’ αυτό κάποιοι συγγραφείς συνδέουν τα διηγήματά τους με ένα χαλαρό αφηγηματικό ιστό και παρουσιάζονται ως μυθιστόρημα. Το ίδιο, και ακόμη περισσότερο, συμβαίνει με τις ταινίες μικρού μήκους. Μια μικρή ιστορία λοιπόν, αν την κάνεις ταινία, είναι φυσικό να μην καταλήξει στις αίθουσες παρά μόνο στα φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους, ενώ αν πιάσεις τρεις τέσσερις ιστορίες και τις ενώσεις, έχεις έτοιμη μια ταινία μεγάλου μήκους για τις αίθουσες (θυμήθηκα τώρα τη «Julieta» του Αλμοδόβαρ).
  Ακριβώς αυτή είναι η περίπτωση με την ταινία «Πέρα από τα σύννεφα». Ο Αντονιόνι έγραψε τέσσερις ιστορίες, τις οποίες ενοποίησε ο Βέντερς επινοώντας έναν αφηγηματικό ιστό που να τις συνδέει: ένας σκηνοθέτης, σε αναζήτηση ιδεών για την επόμενη ταινία του, περιδιαβαίνει κάποιες πόλεις, ακούει κάποιες ιστορίες, ενώ στη μια συμμετέχει και ο ίδιος.
  Στην πρώτη βλέπουμε μια ιστορία ματαιωμένου έρωτα. Το έχουμε ξαναγράψει, οι ματαιωμένοι έρωτες σήμερα δεν οφείλονται σε εξωτερικά εμπόδια («Ερωτόκριτος», «Ρωμαίος και Ιουλιέτα») αλλά σε εσωτερικές αναστολές, σε ψυχολογικά εμπόδια. Ο αφηγητής Βέντερς σχολιάζει στο τέλος: «Συνέχισε να αγαπάει αυτή την κοπέλα την οποία δεν απέκτησε ποτέ, είτε από βλακώδη υπερηφάνεια είτε από μωρία».
  Στην επόμενη ιστορία η Σοφί Μαρσώ, την οποία απολαμβάνουμε ολόγυμνη, αλλά φυσικά δεν τολμάω να βάλω σχετικό frame σ’ αυτή την ανάρτηση, θα μου την κατεβάσει αμέσως το facebook, έχει σκοτώσει με δώδεκα μαχαιριές στον πατέρα της. Στην ερώτηση του σκηνοθέτη για ποιο λόγο, δεν απαντάει. Όχι, δεν τον πειράζει, θα κάνουν σεξ, κατά το εικός, σε μεγάλη διάρκεια, όχι κατά το αναγκαίο.
  Στην τρίτη ιστορία έχουμε το γνωστό ερωτικό τρίγωνο που είδαμε πρόσφατα και στον «Συμβιβασμό» του Ηλία Καζάν. Η γυναίκα του θέτει το ερώτημα: ή εγώ ή εκείνη.
  Φαίνεται ότι προτίμησε εκείνη γιατί την βλέπουμε στο δεύτερο μέρος της ιστορίας να ψάχνει να νοικιάσει διαμέρισμα. Βρήκε ένα στις αγγελίες. Όχι, δεν νοικιάζεται, η γυναίκα μου έβαλε την αγγελία, εγώ δεν είμαι σύμφωνος. Στο μεταξύ αυτή το είχε αδειάσει από τα έπιπλα.
  Και η αποκάλυψη: η γυναίκα του είναι η φιλενάδα του άντρα της.
  Και η συνέχεια;
  Είναι όπως στο «Μίμη το σιδερά» της Λίνας Βερτμίλερ, χωρίς όμως να είναι κωμωδία. Στην ταινίας της οι απατημένοι επίσης εκδικούνται, όμως για αυτή την εκδίκηση ο Μίμης δεν φαίνεται καθόλου ευχαριστημένος. Γιατί; Δέστε το frame της ανάρτησής μου και θα καταλάβετε. Ξαναδιαβάζοντάς τη τώρα βλέπω ότι και σ’ αυτή την ταινία η γκόμενα είχε την απαίτηση να μην ξανακάνει έρωτα με τη γυναίκα του.
  Με την τελευταία ιστορία ο Αντονιόνι ξαναγυρνάει στο θέμα του ματαιωμένου έρωτα. Η όμορφη Iren Jacob δεν μπορεί να τον συναντήσει την επομένη. Θα πάει σε μοναστήρι, θα γίνει καλόγρια.
  Θεέ μου, πώς το αντέχεις όμορφες κοπέλες να γίνονται καλόγριες; Ξέρω μια τέτοια περίπτωση. Μου την έκαναν προξενιά, μάλλον δεν της άρεσα, προτίμησε να γίνει καλόγρια.
  Η ταινία αυτή μου άρεσε πάρα πολύ. Ο Αντονιόνι παίρνει συχνά γκρο πλαν τις όμορφες πρωταγωνίστριές του. Ήταν το κύκνειο άσμα του, η τελευταία του ταινία πριν πεθάνει.
  Η προηγούμενη ανάρτησή μας ήταν για την ταινία «Τόσο μακριά, τόσο κοντά» του Βιμ Βέντερς, τον οποίο βλέπουμε πακέτο.

No comments:

Post a Comment