Friday, April 3, 2020

Γιάννης Καλπούζος, Εράν


Γιάννης Καλπούζος, Εράν, Ψυχογιός 2020, σελ. 592

Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Ένα ακόμη συναρπαστικό μυθιστόρημα του συγγραφέα, η πλοκή του οποίου τοποθετείται στο Βυζάντιο, τέλη του όγδοου αιώνα.

  Έχουμε γράψει για οκτώ βιβλία του Γιάννη Καλπούζου (όσοι ενδιαφέρονται να δουν τι έχω γράψει μπορούν να επισκεφτούν την ιστοσελίδα μου http://babisdermitzakis.eu/criticism.html και να ψάξουν με αναζήτηση το όνομά του ή τον τίτλο του βιβλίου που τους ενδιαφέρει). Σειρά έχει σήμερα το «Εράν».
  Η πλοκή διαδραματίζεται στα βυζαντινά χρόνια, γύρω στα τέλη του 8ου αιώνα, σε Αθήνα και Κωνσταντινούπολη κυρίως. Πολυπρόσωπο το έργο, με κεντρικά πρόσωπα μια γυναίκα, τη Λυγινή, και δυο άντρες, τον Υάκινθο και τον Ροδανό. Ο Μιχαήλ τίνος από τους δυο είναι γιος; Κάποια στιγμή μπαίνει στη σκηνή και η Κύνθια, πράγμα που θα ρίξει τη Λυγινή σε απελπισία.
  Παρόλο που το ρομάντζο κυριαρχεί (εράν) σχεδόν στο μισό βιβλίο, το μυθιστόρημα είναι ιστορικό. Περιέχει σκληρό ρεαλισμό, στον οποίο όμως εισχωρεί και το φανταστικό, μιας θρησκευτικής μορφής. Και βέβαια ώθηση στην πλοκή δίνουν οι «δέκα λέοντες» καθώς και άφθονες μηχανορραφίες, με ένα σασπένς να αιωρείται μέχρι σχεδόν το τέλος του έργου: ποιος ανάμεσά τους ήταν ο προδότης;
  Εδώ δεν έχουμε την αναζήτηση του ιερού δισκοπότηρου αλλά του «Ιερού στιχάριου», πολύτιμου ντοκουμέντου για τους εικονολάτρες, που οι εικονοκλάστες λέοντες έπρεπε να το βρουν και να το κρύψουν, με τη σκέψη ότι μπορεί να τους χρησιμεύσει αργότερα. Οι αντίπαλοί τους  το ψάχνουν κι αυτοί απεγνωσμένα, πράγμα το οποίο θα καταλήξει στον βασανισμό του Ροδανού και την παραμόρφωση του προσώπου του.   
  Περισσότερο επινοητικός νομίζω από ό,τι σε κάθε άλλο του μυθιστόρημα ο Καλπούζος, δεν είναι τυχαίο που τοποθετεί τη δράση στα ταραγμένα χρόνια της εικονομαχίας, την εποχή που κυριαρχούσαν οι εικονομάχοι και καταδίωκαν απηνώς τους εικονολάτρες: κατέστρεφαν εικόνες, έκλειναν μοναστήρια, πάντρευαν με το ζόρι καλόγερους με καλόγριες (έτσι παντρεύτηκαν ο πολύ θρησκευόμενος Υάκινθος που αργότερα έγινε στυλίτης με την όμορφη Λυγινή, για την οποία ο μεγάλος της έρωτας θα είναι ο Ροδανός), έψαχναν σε σπίτια υπόπτων, και αλίμονό τους αν έβρισκαν σ’ αυτά εικόνες. Το ίδιο έγινε και το 1492, την περίοδο της Reconquista, κατά την οποία μουσουλμάνοι και εβραίοι έπρεπε να ασπαστούν τον χριστιανισμό αλλιώς να ξεκουμπιστούν να φύγουν από την Ισπανία. Από τη φουρνιά των εκπατρισμένων γεννήθηκε ο Σπινόζα. Οι περισσότεροι όμως μουσουλμάνοι και εβραίοι κατέφυγαν στο Μαρόκο. Αυτός είναι ο λόγος που οι μαροκινοί δεν τρέφουν μίσος κατά τον εβραίων καθώς την εποχή εκείνη, πολλούς απ’ αυτούς, τους ένωσε μια κοινή μοίρα. Αλίμονο όμως στους κρυπτομουσουλμάνους στων οποίων το σπίτι ανακάλυπταν το χαλάκι της προσευχής. Τους έπαιρναν το κεφάλι.
  Από τα πρόσωπα θα ξεχωρίσουμε τον δούλο Κιτίν, ένα θυμόσοφο σκλάβο ο οποίος πειράζει τον αφέντη του τον Ροδανό με ευφυολογήματα, και αυτός φαινομενικά απαντάει οργισμένος, ενώ το απολαμβάνουν και οι δυο. Επίσης τον Αρκάδιο, που τον πήρε μωρό μια αρκούδα και τον μεγάλωσε, και που τον ανακάλυψε αργότερα ο Ροδανός με τη Λυγινή. Θα τον αναθρέψουν σαν άνθρωπο, θα του δώσουν το όνομα Αρκάδιος, και θα εξελιχθεί σε πρώτο πειραχτήρι.
  Το μυθιστόρημα θα μπορούσε να ονομαστεί και «η καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο». Ο Καλπούζος δεν δίνει μόνο ιστορικά στοιχεία (στο επίκεντρο η Ειρήνη η Αθηναία η οποία αναστήλωσε τις εικόνες, όμως μόνο προσωρινά, για να αναστηλωθούν οριστικά το 842), αλλά και λαογραφικά. Μαθαίνουμε πως ζούσε ο κόσμος, πώς και πού έκαναν μπάνιο, για τις διατροφικές τους συνήθειες («ψητό στον κλίβανο, αλειμμένο με κρασί και μέλι» (σελ. 121), πώς ζούσαν οι θεατρίνοι της εποχής, οι μίμοι και οι μιμάδες, οι οποίες είχαν κακή φήμη σαν πόρνες, κάτι το οποίο δεν συνέβαινε μόνο στο Βυζάντιο, και όχι μόνο εκείνη την εποχή, πώς ήταν η αγορά, για παιχνίδια όπως το «μπιζ» που το παίζαμε κι εμείς σαν παιδιά, πώς γινόταν η διαπόμπευση, τι πάθαιναν ο μοιχός και η μοιχαλίδα, για το ρινοκόπημα, κ.λπ. Ακόμη και όργια περιγράφει ο Καλπούζος, χωρίς βέβαια να χρησιμοποιεί γαργαλιστική γλώσσα.
  «…διάβαζε μια επιστολή φωναχτά, όπως έκαναν όλοι οι εγγράμματοι της εποχής…» (σελ. 106), «Ήσαν και άπαντες προληπτικοί. Ο σαπωνοποιός είχε κρεμασμένο στο λαιμό του τρίχες αρκούδας και δέρμα ελαφιού, ο Σλάβος τσέλιγκας δόντια λύκου και αλεπούς…» (σελ. 112), και πολλά άλλα τέτοια.
  Ακόμη μαθαίνουμε και λέξεις της εποχής. Την πόρνη ήξερα ότι την έλεγαν πολιτική, αγνοούσα όμως το κούρβα και το σκηνική. «Φυλακεία» έλεγαν τις σερβιέτες, καμωμένες από ύφασμα, ενώ μυθίδια έλεγαν τα παραμύθια και αναξυρίδες τα μακριά παντελόνια. Λούπακες έλεγαν όσους πλάγιαζαν με πόρνες. Δεν πιστεύω να είναι κανείς από σας! 
  Επίσης ο Καλπούζος μας δίνει και αρκετά πραγματολογικά στοιχεία, όπως για παράδειγμα: «Έπλεαν πια σιμά στον κόλπο της Καρύστου. Εκεί όπου αλίευαν μεγάλες ποσότητες των οστράκων απ’ τα οποία έφτιαχναν την πορφύρα και έβαφαν τα μεταξωτά υφάσματα στα αυτοκρατορικά εργαστήρια. Ένας αδένας των εν λόγω κοχυλιών, αφού τον αποξήραιναν και τον κονιορτοποιούσαν με γουδιά, προσέφερε την πολύτιμη βαφή» (σελ. 58).                                                            
  Υφολογικά, ο Καλπούζος χρησιμοποιεί αρκετές λόγιες λέξεις και φράσεις (όθεν, προστατευμένη ούσα,) ανακαλώντας συνειρμικά την εποχή. Η αφήγηση δεν καταβροχθίζει τον διάλογο ενώ τα κεφάλαιά του, όλα ολιγοσέλιδα, μοιάζουν με επεισόδια σήριαλ. Κάποια μάλιστα διακόπτονται δημιουργώντας έτσι έντονο σασπένς όπως: θα ρίξει η Λυγινή το γιο της μέσα στη δεξαμενή να τον πνίξει;
  Όμως να δώσουμε κάποια ακόμη αποσπάσματα.
  «Απαγορευόταν κατά την περίοδο όλων των νηστειών ως και η πώληση σαπουνιού από ζωικό λίπος» (σελ. 94).
  Οι γονείς μου έφτιαχναν σαπούνι από τα «θελά» λάδια. Δεν ήξερα ότι μπορεί να γίνει σαπούνι και από ζωικό λίπος.        
  Και μια ευχή: «Άμε και να ’ναι η στράτα σου, γάλα, δροσιές και μέλι!» (σελ. 172).
  Εμείς οι κρητικοί έχουμε κάτι ανάλογο σε μαντινάδα: «Άμε παιδί μου στο καλό και στην καλή την ώρα/ και να γεμίζει ο δρόμος σου τριαντάφυλλα και ρόδα».
  «Τον ευνούχισε ο πατέρας του σε ηλικία επτά ετών, προκειμένου να αφιερωθεί στο μοναχισμό. Το διέπρατταν και άλλοι γονείς στα παιδιά τους, παρότι το απαγόρευε η νομοθεσία» (σελ. 182).
  Να γονείς να μάλαμα. 
  «…τηγανητοί αμανίτες ή άλλως πως μανιτάρια» (σελ. 199).
  Στην Κρήτη τους λέμε αμανίτες.        
  «Οι γυναίκες εμφανίζονταν στο δικαστήριο μόνο εάν δεν υπήρχε άντρας μάρτυρας. Δε δικαιούνταν ούτε να καταγγείλουν έγκλημα, εκτός και αφορούσε τον εαυτό τους ή τον θάνατο στενού συγγενή τους» (σελ. 202).
  Στο ισλάμ, σύμφωνα με τη σαρία, η γυναίκα μπορεί να εμφανιστεί στο δικαστήριο, όμως η μαρτυρία της πιάνει για μισή. Επίσης η γυναίκα, αν της συμβεί κάποιο ατύχημα, παίρνει τη μισή αποζημίωση απ’ ό,τι θα έπαιρνε ο άντρας.
  Και ο τίτλος;
  Είναι από μια φράση που θα τη συναντήσουμε κάμποσες φορές, ιδιαίτερα στο τέλος: «Εκ του οράν το εράν». Ψάχνοντας στο διαδίκτυο είδα ότι πρόκειται για αρχαία ελληνική παροιμία την οποία παραθέτουν, είτε αυτούσια είτε σε παράφραση, κάποιοι αρχαίοι έλληνες συγγραφείς. Ο Φιλόστρατος τον οποίο μνημονεύει ο Καλπούζος τη λέει αυτούσια.
  Πώς μεταφράζεται;
  Ερωτευόμαστε μέσω της όρασης. Βλέπομε έναν ωραίο εκπρόσωπο του άλλου φύλου και τον ερωτευόμαστε.
  Ισχύει πράγματι αυτό;
  Για τους άνδρες σίγουρα, όχι όμως ιδιαίτερα για τις γυναίκες. Κάποτε άφησα σχόλιο σε μια ανάρτηση στο facebook στην οποία η φεϊσμπουκική φίλη μου έγραφε, χοντρικά, ότι ερωτευόμαστε τον άλλο για τα εσωτερικά, τα ψυχικά του χαρίσματα, και απαριθμούσε κάποια. Το σχόλιό μου; Έγραψα ότι εμείς οι άνδρες αυτό που κοιτάζουμε πρώτα απ’ όλα σε μια γυναίκα είναι η εμφάνιση, αν είναι όμορφη.
  Με διέγραψε.
  Εντελώς πρόσφατα διάβασα ανάλογα πράγμα σε γυναικεία ακάου στο twitter. Στα χαρακτηριστικά που προτιμούν οι γυναίκες στον άνδρα, τουλάχιστον στα τουί που διάβασα, απουσιάζει η ομορφιά.
    Ο καημένος ο Ροδανός, συμπεραίνοντας από τον εαυτό του, πίστευε ότι τώρα, εξαιτίας της δυσμορφίας του, η Λυγινή θα έπαυε να τον αγαπάει. Όμως, παρόλο που η δυσμορφία του της προκάλεσε αρχικά σοκ, εξακολουθούσε να είναι ερωτευμένη μαζί του – τουλάχιστον έτσι μας λέει ο Καλπούζος, εκτός κι αν κάνει λάθος.
  Τα θηλυκά στα ζώα αγαπάνε τους δυνατούς. Έχω δει ντοκιμαντέρ όπου δυο αρσενικά παλεύουν για το θηλυκό και στο τέλος την κερδίζει ο νικητής. Γιατί άραγε;
  Μ’ αυτό τον προβληματισμό κλείνω ένα κείμενό μου με τίτλο «Ύλη και μορφή», ενώ σε ένα προηγούμενο κείμενό μου με τίτλο «Φιλοσοφία και επιστήμες» μιλάω διεξοδικά, καθώς και για το επίκαιρο πρόβλημα των επιδημιών και των ιών.
  Ξέρω την «αξία επιβίωσης» (όρος της ηθολογίας) που έχει το να επιλέγει το θηλυκό ζώο το δυνατό αρσενικό, όμως δεν ξέρω αν υπάρχει αξία επιβίωσης στην επιλογή της όμορφης γυναίκας από τον άντρα, και αντίστροφα φυσικά. Μήπως αυτός που μας έφτιαξε εκεί ψηλά έχει κάποιο σκοπό με το να θέλει να φτιάχνουν οι άνθρωποι όλο και πιο όμορφους απογόνους; Γιατί βέβαια συγκρίνοντας τον άνθρωπο των σπηλαίων, τουλάχιστον όπως τον έχει αναπαραστήσει η φυσική ανθρωπολογία, με τον σημερινό άνθρωπο, ο άνθρωπος των σπηλαίων είναι άσχημος.
  Ας μην έχουμε την αυταπάτη ότι θα βρούμε απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα που μας απασχολούν, κυρίως τα μεταφυσικά. Μερικοί βέβαια νοιώθουν την πιεστική ανάγκη να τα απαντήσουν και φτιάχνουν μύθους ενώ είναι απείρως περισσότεροι εκείνοι που, νιώθουν την ίδια πιεστική ανάγκη, πιστεύουν σ’ αυτούς.   
 Έχω πάψει πια να έχω τεντωμένες τις κεραίες μου για να εντοπίζω ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους, παρόλα αυτά δυο έπεσαν στην αντίληψή μου:
Λειτούργησε ως θάνατος που γυρισμό δεν έχει (σελ. 105)
Και φάνταζαν παράταιροι με τους λοιπούς θαμώνες (σελ. 199)
  Εξαιρετικό ιστορικό μυθιστόρημα που παραθέτει την ιστορία όχι μόνο σύμφωνα με την κλασική αντίληψη, γεγονότα, πρόσωπα, ημερομηνίες κ.λπ., αλλά και σύμφωνα με τη σχολή των annales, που μελετάει κυρίως την οικονομική και την κοινωνική κατάσταση, πράγματα στα οποία έδινε δευτερεύουσα σημασία η κλασική ιστοριογραφία. Συναρπαστικό σαν πλοκή που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη σε όλη τη διαδρομή της ανάγνωσης, γεμάτο πληροφορίες σαν εγκυκλοπαίδεια, η ανάγνωση αυτού του μυθιστορήματος αποζημιώνει πολλαπλώς. Μόλις αρθούν τα περιοριστικά μέτρα λόγω κορωναϊού θα σας συμβούλευα να πάτε να το αγοράσετε. Όσοι βέβαια βιάζεστε μπορείτε να το παραγγείλετε και να σας έλθει με το ταχυδρομείο, αλλά νομίζω θα πληρώσετε για την αποστολή, δεν ξέρω πόσο.

  Μπάμπης Δερμιτζάκης
 

No comments:

Post a Comment