Sunday, March 21, 2021

Πέτρος Τατσόπουλος, Η κυρία που λυπάται

Πέτρος Τατσόπουλος, Η κυρία που λυπάται, Μεταίχμιο 2018, σελ. 304

 


  Ο Πέτρος Τατσόπουλος είναι ένας συγγραφέας που μου αρέσει. Είχα διακρίνει το ταλέντο του και διαβλέψει την λογοτεχνική του πορεία από τότε που διάβασα το βραβευμένο του διήγημα σε ένα διαγωνισμό του μαθητικού περιοδικού «Μόρφωση-Τέχνη-Ζωή», και προ παντός τα «Ανήλικα», το πρώτο του βιβλίο στην πρώτη τους έκδοση, Υάκινθος.

  Πριν συνεχίσω θα πρέπει να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα. Ο Τατσόπουλος έχει κατηγορηθεί για κάποιες σπασμωδικές δηλώσεις του και για τον πολιτικό οπορτουνισμό του. Αυτό όμως δεν έχει να κάνει με το ταλέντο του σαν συγγραφέα. Θα υποτιμούσε ποτέ κανείς το ταλέντο του Θοδωράκη, του Σαββόπουλου (τον τρίτο δεν τον λέω) για τον πολιτικό οπορτουνισμό τους; Άλλο το ένα και άλλο το άλλο.

  Έχω γράψει για πέντε άλλα βιβλία του Τατσόπουλου. Κάποιες από τις βιβλιοκριτικές αυτές δημοσιεύτηκαν στα «Κρητικά Επίκαιρα» (κρητικός ων ο Τατσόπουλος) και αναρτήθηκαν και στο Λέξημα εφόσον ήταν πρόσφατη η έκδοση του βιβλίου, και βέβαια και στο blog μου. Στην τελευταία ανάρτησή μου για τις «Πικάντικες ιστορίες» παραθέτω τους συνδέσμους των αναρτήσεών μου για τα άλλα τέσσερα βιβλία.

  Για μένα ο Τατσόπουλος είναι πρώτα απ’ όλα ύφος. Σατιρικός, (αυτο)σαρκαστικός, χιουμορίστας, δεν διστάζει να χρησιμοποιεί λέξεις και εκφράσεις που ανήκουν σε ένα χαμηλό υφολογικό επίπεδο. Βρίσκεται στην παράδοση του Ραμπελαί.

  Ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής είναι συγγραφέας. Αυτασαρκάζεται επανειλημμένα για τα βιβλία του, βιβλία πάνω σε θέματα ψυχολογίας, προβλημάτων της καθημερινής ζωής, αυτοβελτίωσης, κ.λπ. Έχει και μια τηλεοπτική εκπομπή που όμως κόβεται λόγω χαμηλής τηλεθέασης. Θα του προταθεί όμως μια, όπως θα τη χαρακτηρίσει αργότερα, αργομισθία. Θα κάνει παρέα στη γυναίκα του αφεντικού του για να την προσέχει μήπως τσιλιμπουρδίζει, και αν κάνει κάτι τέτοιο να του το προφταίνει κατ’ ευθείαν.

   [Κοίτα να δεις σύμπτωση!!! Τώρα μόλις ανάρτησα για την ταινία του Satyajit Ray «Η μοναχική σύζυγος», όπου και εκεί ο σύζυγος επιστρατεύει έναν ξάδελφό του, όχι για να την επιτηρεί αλλά για να την ενθαρρύνει στο γράψιμο]

  Το αφεντικό, όταν μαθαίνει ότι η γυναίκα του τα έχει με έναν σατανιστή, θα οργανώσει την εκδίκησή του με τέτοιο τρόπο ώστε να μην αποκαλυφθεί, πράγμα που θα έθετε τέρμα στις πολιτικές του φιλοδοξίες.

  Ο σατανιστής έχει αναμορφωθεί μέσω ενός project του μητροπολίτη Ευσέβιου που ονομάζεται «Κολυμβήθρα του Σιλωάμ». Ο μητροπολίτης αυτός θέλει να δείξει ότι η δύναμη του καλού, δηλαδή της εκκλησίας, είναι πανίσχυρη και μπορεί να κατατροπώσει το κακό, δηλαδή τον διάβολο, ή καλύτερα το σατανά.

  Ένας πυροβολισμός έπεσε όλος κι όλος, όμως αυτός δεν βρήκε το σατανιστή αλλά μια άτυχη κοπέλα που έτυχε να βρίσκεται στην τροχιά της σφαίρας. Άδικο, αλλά ο σατανιστής έπρεπε να σωθεί, πώς αλλιώς θα δειχνόταν η κατατρόπωση του σατανά αν έφευγε τόσο γρήγορα για τας αιωνίους μονάς; Μια τόσο γρήγορη μετάβαση δεν αποκλείεται να τον έστελνε στην κόλαση, δηλαδή πίσω στον σατανά. Έπρεπε να ολοκληρωθεί η αναμόρφωση.

  Είπαμε, για μένα το ύφος βρίσκεται σε πρώτο πλάνο σε σχέση με το στόρι, γι’ αυτό θα προχωρήσω αμέσως στην παράθεση αποσπασμάτων.

  «Θα είμαι ειλικρινής μαζί σας. Θα σας ενθαρρύνω ν’ αγοράσετε και τα επτά βιβλία μου –εξακολουθώ, μην το ξεχνάτε, να εισπράττω πνευματικά δικαιώματα–, να ξηλώσετε τις ράχες τους, να στοιβάξετε τα φύλλα τους, να τα διαπεράσετε ανά δύο ή τρία τυπογραφικά

σ’ ένα τσιγκέλι, όπως έκαναν κάποτε στο χωριό του παππού μου, να στερεώσετε το τσιγκέλι δίπλα στη χέστρα, να χέζετε και να σκουπίζετε τον κώλο σας».

  Σαν σχόλιο θα παραθέσω ένα απόσπασμα από το βιβλίο μου «Το χωριό μου: από την αυτοκατανάλωση στην αγορά».

  «Ο πατέρας μου, όπως και πολλοί άλλοι φαντάζομαι, αγόραζε παλιές εφημερίδες από το πρακτο­ρείο στην Ιεράπετρα, πάμφθηνες. Αυτές χρησιμοποιούσαμε για χαρτί υγείας. Ο πατέρας μου μάλιστα τόσο τις είχε συνηθίσει, που δυσκολευόταν να χρησιμοποιήσει το χαρτί υγείας, όταν τον φιλοξενούσα στην Αθήνα. Του το ξέκοψα όμως, και έτσι το πήρε απόφαση. Παρόλα αυτά στο χωριό, κάθε φορά που κατέβαινα στην Κρήτη, δίπλα στη λεκάνη, σε ένα καρφί στον τοίχο, έβρισκα περασμένα τετράγωνα κομμάτια χαρτί, κομμένα με επι­μέλεια από την «Αυριανή», παλιά φύλλα της οποίας έπαιρνε τζάμπα από το καφενείο όπου σύχναζε» (σελ. 36).

  «Δεν με τιμούσε η ομολογία μου, ίσως να ήμουν ο μόνος αρσενικός στον πλανήτη που δεν είχε ξεκωλιάσει την κυρία Προκοπίου, αλλά, έστε βέβαιοι, εάν την είχα ξεκωλιάσει, θα το θυμόμουν».

  Σαν απίθανο μου φαίνεται να το θυμότανε.

  «Το ρεζουμέ από τις αγιογραφίες; Πόσο ψυχούλα ήταν κατά βάθος αυτή η καριόλα. Από τα λιβελογραφήματα; Πόσο καριόλα ήταν κατά βάθος αυτή η ψυχούλα».

  Μου θύμισε την εισήγησή μου σε ένα συνέδριο που είχε τίτλο «Ο κακός χαρακτήρας ή το κακό στον χαρακτήρα;».

  «Βασίλης Κουγιουμτζής. Ο πασίγνωστος ποινικολόγος; Μάλιστα, ο πασίγνωστος. Εκείνος που έδωσε επικές μάχες στα δικαστήρια (πάντα με το μέρος των Κακών, βεβαίως βεβαίως)…».

  Φωτογραφίζει κάποιον, ή έτσι μου φάνηκε;

  «Δεν θυμόμουν να έχουμε συναπαντηθεί στους διαδρόμους, αλλά η αλήθεια είναι πως δεν συγκρατώ φυσιογνωμίες, εκτός από εκείνες που επιδιώκω να συγκρατήσω».

  Αυτό το ξέρω πολύ καλά. Ο φίλος μου ο Νίκος συχνά το επαναλαμβάνει γελώντας: «Σε θυμάμαι αμυδρά». Συμμαθητής του, στην ίδια παρέα.

  «Ξέρετε, κατά τη μακρά σταδιοδρομία μου, ελάχιστες ήταν οι περιπτώσεις όπου το προφανές δεν ήταν και το σωστό».

  Κριτική στις θεωρίες συνομωσίας, την οποία συνυπογράφω ανεπιφύλακτα.

  «…είναι τόσο ανακουφιστικό να ακούς τη φωνή της κοινής λογικής».

  Δεν θα το έλεγα, αλλιώς δεν θα υπήρχαν τόσοι συνωμοσιολόγοι.

  «Στις μέρες μας, σας διαβεβαιώ πως, εάν ο κύριος Προκοπίου επιθυμούσε να παρακολουθήσει την κυρία Προκοπίου, δεν θα καλούσε ούτε εμένα ούτε εσάς. Θα εμφύτευε έναν εντοπιστή στο μουνί της κι έναν εντοπιστή στην κωλοτρυπίδα της».

  Είπαμε, Ραμπελαί.

  «Το πρώτο μου βιβλίο. Εκδόσεις τρεχαγύρευε. Κάποιος τυπογράφος στα Σεπόλια που τόλμησε να το παίξει κι εκδότης. Έβγαλε δέκα τίτλους και κατόπιν φαλίρισε».

  Ο δικός μου δεν φαλίρισε, δεν χρειάστηκε να βγάλει πάνω από πέντε τίτλους για να καταλάβει το λάθος του. Περιορίστηκε στο τυπογραφείο του. Από τις τρεις μεταφράσεις που του έκανα δεν εξέδωσε καμία. Λυπήθηκα που δεν εκδόθηκε τελικά το «Ιστορικό μυθιστόρημα» του Λούκατς. Ούτε και «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα». Πολύ αργότερα βρήκα τη μετάφρασή μου για το «Ο πόθος κάτω από τις λεύκες», με το όνομά μου σαν μεταφραστή βέβαια, αλλά από άλλο εκδοτικό οίκο. Φαίνεται ότι του πούλησε τις μεταφράσεις που του έκανα κοψοχρονιά, να δεν του τις έκανε δώρο.

  «Η ψαρίλα είναι όλα τα ψαρικά μαζί: λυθρίνια, φαγγριά, γόπες, κουτσομούρες, μπαρμπούνια, αθερίνες, μαριδάκια, καλαμαράκια, γαλέοι, μπακαλιάροι, σαρδέλες, μύδια, γαύροι, χταπόδια, σαργοί, γαρίδες, καραβίδες, τσιπούρες...».

  Εκτενέστατο αυτό το εφέ της απαρίθμησης, γι’ αυτό και το παραθέτω.

  «Όπως το είχε θέσει κάποτε ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης με την περίφημη, καρκινικού τύπου ρήση του: «Τα βιβλία που διαβάζουν οι άνθρωποι που δεν διαβάζουν βιβλία».

  Δεν είναι καρκινικού τύπου, είναι οξύμωρο.

  Με την καραντίνα τον χάσαμε τον Μάρκαρη. Κάθε χρόνο ήταν καλεσμένος στο φεστιβάλ LEA (Literatura En Atenas).

  «Α, οι θεομηνίες» πιάστηκε από τα λόγια μου. «Είδατε πώς μας προδίδει η ίδια μας η γλώσσα; Οι θεομηνίες. Η μήνις του Θεού».

  Οι πανδημίες είναι σίγουρα η μήνις του διαβόλου.

  «Και ούτε να το σκεφτείς. Πίστεψέ με, φίλτατε. Από όλους τους δρόμους που οδηγούν στην παράνοια, η ενεργός πολιτική είναι ο συντομότερος και ο μοναδικός που μπορεί να σου εγγυηθεί ότι θα φθάσεις σίγουρα στον προορισμό σου».

  Αυτό μόνο ως αυτοκριτική μπορώ να το εκλάβω.

  «Του έχει καρφωθεί στο μυαλό εκείνο το ψυχαναλυτικό ρητό: “Το γεγονός ότι εσύ πάσχεις από μανία καταδίωξης δεν σημαίνει και ότι δεν σε καταδιώκουν”».

  Αφού δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι, επιλέγουμε την εκδοχή ότι μας καταδιώκουν.

  «Οι θεωρίες συνωμοσίας δεν διαφέρουν από τα δόγματα των θρησκειών. Από τη στιγμή που θα δεχτείς a priori ένα δόγμα, οποιοδήποτε –πως το Άγιο Πνεύμα είναι περιστέρι, λόγου χάριν ή πως υπάρχει μια βάτος που όλο καίγεται και ποτέ δεν γίνεται στάχτη– θ’ ανακαλύψεις περιδεής ένα ολόκληρο οπλοστάσιο από λογικά επιχειρήματα, πρόθυμα να συνδράμουν το δόγμα σου. Δεν υπάρχει πιο παραγωγικό εργαστήρι ορθού λόγου από μια καλή θεωρία συνωμοσίας».

  Η υπογράμμιση δική μου.

  «Ένας κουρασμένος μεσήλικας, ένας πρώην ωραίος με τάσεις πάχους και γυαλιά πρεσβυωπίας, μουρμούριζε ένα μονότονο τεριρέμ, μια γλοιώδη δοξολογία στον μητροπολίτη Ευσέβιο, στη μη κερδοσκοπική οργάνωση Δεύτερη Ευκαιρία και στον ξενώνα αποφυλακισθέντων Η Κολυμβήθρα του Σιλωάμ».

  Εκεί ανανήφθηκε ο Φίλιππος Ραγκούσης, ο σατανιστής.

  «Καλή και αγία η Θεία Πρόνοια, αλλά δεν βλάπτει να φυλάμε και τον κώλο μας».

  Κάποιοι ιερωμένοι δεν τον φύλαξαν και την έπαθαν (μην πάει αλλού ο νους σας, για τον κορονοϊό μιλάμε).

  Αυτά με τον Τατσόπουλο. Δεν ξέρω πού θα τοποθετηθεί μελλοντικά στη νεοελληνική γραμματεία, αλλά για μένα είναι ένας συγγραφέας «που τον πάω», όπως θα έλεγε και ο συγχωρεμένος ο Κουμανταρέας, που, παρεμπιπτόντως, ήταν στην επιτροπή που του βράβευσε το διήγημα.

 

 

No comments:

Post a Comment