Sunday, July 19, 2020

John Cromwell, Αλγέρι (Algiers, 1938)

John Cromwell, Αλγέρι (Algiers, 1938)


  Από την Πέμπτη που μας πέρασε, σε επανέκδοση.
  Το Αλγέρι είναι υπό γαλλική κατοχή (οι γάλλοι αποχώρησαν το 1962). Ο Πέπε λε Μόκο έχει διαπράξει διάφορες ληστείες στο Παρίσι και καταζητείται από την αστυνομία. Επιστρέφει στο Αλγέρι και βρίσκει καταφύγιο στην Κάσμπα, κάτι σαν αραβική chinatown. Αποτελεί άδυτο για την αστυνομία. Κανείς δεν θα τολμούσε να τον συλλάβει εκεί, γιατί δεν θα έβγαινε ζωντανός. Οι κάτοικοι, στους οποίους είναι ιδιαίτερα αγαπητός, θα τον υπερασπίζονταν.
  Ο αστυνομικός επιθεωρητής τον επισκέπτεται συχνά, έχουν φιλικές σχέσεις. -Πού θα μου πας, αργά ή γρήγορα θα σε συλλάβω, του λέει. Δεν θα ξεμυτίσεις από την Κάσμπα;
  Δυο καταδότες και μια γυναίκα, η πιο ωραία γυναίκα που έχει εμφανιστεί στην οθόνη διαβάζω στη βικιπαίδεια, η Χέντι Λαμάρ, θα σφραγίσουν τη μοίρα του.
  Πολύ καλή ταινία, όπως είναι άλλωστε σχεδόν όλες οι επανεκδόσεις.
  Φθάνοντας στο τέλος αναρωτήθηκα αν θα πρέπει να θαυμάσουμε το μεγαλείο του έρωτα ή να κάνουμε για μια ακόμη φορά τη θλιβερή διαπίστωση, ότι ο έρωτας μπορεί να σε οδηγήσει στην καταστροφή.
  Αφού είδαμε την όμορφη Χέντι Λαμάρ είδαμε και τον Ζαν Γκαμπέν, ηθοποιό που μου αρέσει πάρα πολύ, στην ταινία «Πέπε λε Μόκο» (1937) του Julien Duvivier, της οποίας το «Αλγέρι» αποτελεί remake. Όπως ξεχώριζε η Λαμάρ στην ταινία του Cromwell, έτσι ξεχώριζε και ο Γκαμπέν στην ταινία του Duvivier.
  Μου άρεσε περισσότερο η ταινία του Duvivier, και από περιέργεια έψαξα στο IMDb. 7,7 η ταινία του Duvivier ενώ η ταινία του Cromwell 6,7. Είμαι σίγουρος ότι ο Γκαμπέν κάνει τη διαφορά. Κατά τα άλλα βλέπω τις ίδιες σκηνές, με μικροεξαιρέσεις.
  Όταν διαβάζω ένα βιβλίο έχω σαν χόμπι να βλέπω και την κινηματογραφική μεταφορά του για να κάνω τη σύγκριση, καταθέτοντας συχνά και κάποιες απόψεις για το θέμα. Διαβάζοντας στα γράμματα τίτλου είδα ότι η ταινία αποτελεί μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Henri La Barthe.
  Στην ταινία του Cromwell ο Γκαμπέν σκοτώνεται από πυροβολισμό. Στην ταινία του Duvivier αυτοκτονεί. Σίγουρα ο Duvivier είχε υπόψη του και το μυθιστόρημα. Και μένει το ερώτημα: ποιος από τους δυο μένει πιστός στο μυθιστόρημα ως προς το τέλος του ήρωα, ο Cromwell ή ο Duvivier;
  Ένα αριστούργημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ας πούμε η «Μαντάμ Μποβαρί», μπορεί βέβαια να συναρπάζει τον σκηνοθέτη και να θέλει να φτιάξει μια ταινία πάνω σ’ αυτήν, όμως ταυτόχρονα αποτελεί και «κράχτη» για την ταινία που θα γυρίσει. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς που θα διαβάσουν το μυθιστόρημα θα έχουν την περιέργεια να δούνε και την ταινία. Τι γίνεται όμως όταν το μυθιστόρημα δεν είναι ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας αλλά απλά ένα καλό βιβλίο; Στην περίπτωση αυτή είναι η ταινία που αποτελεί τον κράχτη για το μυθιστόρημα. Οι εκδόσεις Λιβάνη είχαν παλιά μια σειρά, Κλειδί ήταν το όνομά της, στην οποία εξέδιδαν μυθιστορήματα που είχαν γίνει κινηματογραφικές επιτυχίες. Έτσι διάβασα το μυθιστόρημα της Lilian Lee «Αντίο παλλακίδα μου», έχοντας βέβαια δει πιο πρώτα την ταινία. Άραγε θα εκδιδόταν ποτέ στα ελληνικά ο «Πρωτάρης» αν δεν είχε προηγηθεί η επιτυχία της ταινίας;
  Στο βιογραφικό του συγγραφέα του «Πέπε λε Μόκο» στη βικιπαίδεια δεν υπάρχει σύνδεσμος για το μυθιστόρημα. Είμαι σίγουρος ότι δεν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά, αλλά να το ψάξω καλού κακού στη biblionet. Ναι, δεν υπάρχει.
  Τελικά όπως έχω βίτσιο να ανιχνεύω τους ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους σε πεζά κείμενα και να τους παραθέτω στις βιβλιοκριτικές μου, έτσι έχω βίτσιο να βλέπω όλες τις μεταφορές και τα remake. Τα τελευταία όχι πάντα, αλλά σίγουρα αν πρόκειται για remake μιας μεταφοράς, όπως π.χ. η ταινία «Beautiful people» Νίκου Παναγιωτόπουλου, που είναι remake της «Περιφρόνησης» του Γκοντάρ η οποία είναι μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Αλμπέρτο Μοράβια, ή είναι ενός σκηνοθέτη τον οποίο βλέπω πακέτο. Έτσι είδα το musical «Casbah» (1948) του John Berry και, καθώς είμαι λάτρης της κωμωδίας, είδα και την παρωδία του Μάριο Μονιτσέλι «Τοτό λε Μόκο» (1951).
  Φοβήθηκα για τη χαμηλή βαθμολογία που είχε το «Casbah» στο IMDb, και επί πλέον δεν μου αρέσουν τα μιούζικαλ. Όμως τελικά μου άρεσε πάρα πολύ. Τα τραγούδια δεν νομίζω να ήσαν πάνω από πέντε, ενώ υπήρχαν καινούρια επεισόδια και με ελαφρές παραλλαγές κάποια παλιά. Για παράδειγμα στο τέλος ο Πέπε λε Μόκο σκοτώνεται σε αεροδρόμιο, όχι σε λιμάνι. Επί πλέον μάθαμε τι θα πει κάσμπα: θα πει φρούριο.
  Η ταινία του Μονιτσέλι είχε τόση σχέση με το «Αλγέρι» όσο και η ταινία «The princes pride» του Rob Reiner με το «Δάφνις και Χλόη». Το μόνο κοινό σημείο είναι ότι ο κεντρικός ήρωας είναι κλέφτης. Όμως ο Τότο λε Μόκο παίζει στην πρώτη εθνική των κλεφτών ενώ ο Τοτό στην κωμωδία του Μονιτσέλι, όπου πρωταγωνιστεί ο μεγάλος παλιός κωμικός του ιταλικού κινηματογράφου Τοτό, παίζει στη Γ’ εθνική.
  Με ένα συνεργάτη του παριστάνουν τους ξεναγούς. Ο αμερικανός τουρίστας τσιμπάει, το νόμισμα που μόλις βρήκε ο Τοτό είναι της ρωμαϊκής εποχής. Το αγοράζει 50 δολάρια, για να ανακαλύψει αμέσως μετά ότι τον κορόιδεψε. Και αρχίζει ένα τρελό κυνηγητό που κρατάει πάρα πολύ ώρα στην ταινία, ξεκαρδιστικό, ο Τοτό μπροστά και πίσω ο Αμερικάνος, ο αστυνομικός και ο ταξιτζής τον οποίο πήρε ο Τοτό για να ξεφύγει.
  Τελικά ο αστυνομικός τον συλλαμβάνει, όμως αυτός σε λίγο το σκάει. Πρέπει να τον βρει οπωσδήποτε, αλλιώς απολύεται. Τον ψάχνει παντού και τέλος βρίσκει πού μένει. Ο Τοτό λείπει σε επαγγελματικό ταξίδι, όμως αυτός γίνεται φίλος με την οικογένεια και τον περιμένει. Ανταλλάζουν επισκέψεις, η κόρη του με το γιο του τα φτειάχνουν προς μεγάλη του απογοήτευση. Και οι δυο γυναίκες κατασυμπαθούν η μια την άλλη.
  Στο δεύτερο μισό της ταινίας εισβάλλει ο ιταλικός νεορεαλισμός, που μας δείχνει τη φτώχεια που δέρνει την οικογένεια του Τοτού. Έχει να θρέψει πολλά στόματα, η δουλειά δεν αποδίδει και τόσα πολλά, ίσα ίσα για ένα πιάτο φαΐ, και όχι πάντα.
  Στο τέλος ο αστυνομικός τον συλλαμβάνει. Δεν επιχειρεί να το σκάσει αυτή τη φορά, μόνο τρεις τέσσερις μήνες θα φάει φυλακή, ο γιος του που του βρήκε δουλειά ο αστυνομικός θα συντηρεί την οικογένεια, εν ανάγκη θα βοηθήσει κι αυτός, και όταν με το καλό αποφυλακισθεί θα του βρει μια τίμια δουλειά.
  Είναι αλήθεια ότι για την ταινία του Μονιτσέλι έγραφε το ελληνικό λήμμα της βικιπαίδειας και όχι το αγγλικό. Όμως ευτυχώς, ήταν μια από τις καλύτερες ταινίες που έχω δει, όπως και η ταινία του Rob Reiner. Και οι δυο έχουν πολύ υψηλή βαθμολογία στο IMDb.

No comments:

Post a Comment