Wednesday, April 7, 2021

Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη Χίμαιρα

Μ. Καραγάτσης, Η μεγάλη Χίμαιρα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας 2014, σελ. 440

 


  Καθώς μου άρεσε πολύ ο «Συνταγματάρχης Λιάπκιν», είπα να διαβάσω και άλλα βιβλία του Καραγάτση, και οπωσδήποτε τα άλλα δυο βιβλία που συμπληρώνουν την τριλογία «Εγκλιματισμός κάτω απ’ τον Φοίβο», που είναι τα πρώτα του.

  Έχοντας ξεκινήσει να διαβάζω το «Χαμένο νησί» το οποίο θα συζητήσουμε στη Λέσχη Ανάγνωσης του Victoria Square Project την Τετάρτη, 14 Απριλίου στις 6 η ώρα στη διαδικτυακή πλατφόρμα Zoom, έχω σχηματίσει ήδη εικόνα για τον Καραγάτση: είναι ένας αισθησιακά ερωτικός ποιητής. Δεν είναι μόνο ο έρωτας, είναι και η σεξουαλική επιθυμία που ταλανίζουν τους ήρωές του.

  Η Μαρίνα, έχοντας ζήσει μια δυστυχισμένη ζωή, με μια μητέρα πόρνη που όμως πεθαίνοντας της άφησε μια περιουσία, και που δεν γνώρισε τον οργασμό με τους τρεις άνδρες που σχετίσθηκε, ένοιωσε ξαφνικά να γεμίζει η ζωή της όταν γνώρισε τον καπετάν Γιάννη, από την Κάσο.

  Το ερωτεύθηκε, όμως αργότερα θα αναρωτηθεί:

  «Μολονότι ο Γιάννης, ναι, βέβαια, είναι θαυμάσιος από κάθε άποψη· είναι ο άντρας που αγαπάει. Μα θα γινόταν ο άντρας της ζωής της αν δεν συντύχαινε να είναι εκείνος που τη βοήθησε να βρει τη γυναικότητά της; Αν υποθέσουμε πως δεν της τύχαινε στα νιάτα της εκείνη η νοσηρή ανωμαλία· ότι γεμάτη γενετήσια υγεία είχε τη δυνατότητα να διαλέξει ελεύθερα τον άντρα που της ταίριαζε. Αυτός ο άντρας θα ήταν ο Γιάννης; Ναι, ο Γιάννης θα ήταν, προσπάθησε να πείσει τον εαυτό της» (σελ. 278-279).

  Το αίσθημα που αναπτύσσεται ανάμεσα στην Μαρίνα, τη Μαρίνα που ξέρει αρχαία ελληνικά, και τον κουνιάδο της τον Μηνά, έναν καλλιεργημένο νεαρό, φοιτητή νομικής, αιωρείται στη ατμόσφαιρα, χωρίς όμως να έχουμε καμιά αμφιβολία για το ότι κάποια στιγμή οι δυο τους θα κάνουν έρωτα. Εν τούτοις θα πρέπει να περιμένουν κάπου πέντε χρόνια.

  Το μυθιστόρημα έχει μια δραματικότητα, καθώς υπάρχουν συνεχείς προσημάνσεις για το τι θα συμβεί. Ξέρουμε αρκετά νωρίς ότι η Μαρίνα θα πεθάνει.

  «Ύστερα  κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Ήταν όμορφη, όπως άλλοτε, όπως πάντα. Όπως της ήταν γραφτό να μείνει όμορφη σ’ όλη της τη ζωή κι ως το θάνατο» (σελ. 290-291).

  Το φανταστικό που είδαμε στο τέλος του Λιάπκιν εισχωρεί και εδώ. Οι τρεις Μοίρες συζητούν τα πεπρωμένα των ηρώων του μυθιστορήματος. Είναι αποφασισμένα, «της μοίρας», όσο κι αν επιμένει ο Σιρόκος δεν μπορούν να κάνουν τίποτα.

  Όμως το φανταστικό δεν δίνει μόνο μια ατμόσφαιρα μαγικού ρεαλισμού, κάνει και «ρεαλιστικές» τις συμπτώσεις, που διαφορετικά θα φαίνονταν υπερβολικές, και που οδηγούν τους ήρωες στην καταστροφή.

  Ο Γιάννης λείπει εδώ και μήνες. Έπειτα από ένα οικονομικό στραπάτσο (βούλιαξε η «Μαρίνα», το ένα από τα δυο καράβια του που το είχε ανασφάλιστο έπειτα από μια χασούρα στο χρηματιστήριο) έπρεπε να ξαναπιάσει το τιμόνι του άλλου καραβιού, της «Χίμαιρας. Η Μαρίνα νοιώθει έντονα την έλλειψη του σεξ, όμως αγαπάει το σύζυγό της, δεν σκέφτεται να τον απατήσει.

  Τη νύχτα του καρναβαλιού, μη αντέχοντας τη μοναξιά, ξεχνώντας ότι η κόρη της βρίσκεται σε παιδικό πάρτι μασκαρεμένη και θα έπρεπε να περιμένει την επιστροφή της, ξεπορτίζει.

  Βρίσκεται με μια παρέα, μεθάει, αλλά αντιστέκεται. Στο τέλος θα παραδοθεί, θέλοντας και μη, στα χέρια ενός εξηντάρη ναύτη.

  Η κόρη της, γυρνώντας, περιμένει τη μητέρα της στην πολυθρόνα κοντά στο ανοικτό παράθυρο. Την παίρνει ο ύπνος. Αρπάζει αμέσως πνευμονία. Ψήνεται στον πυρετό. Η Μαρίνα, αναστατωμένη, δεν θα σκεφτεί να κρύψει το νυχτομπερμπάντημά της, η πεθερά της το παίρνει χαμπάρι.

  Το κοριτσάκι παρουσιάζει βελτίωση, σίγουρα έχει ξεφύγει τον κίνδυνο, αλλά καλού κακού, αν διαπιστωθεί κάποια υποτροπή, να της κάνουν την ένεση ατροπίνης που έχει αφήσει ο γιατρός. Κάποιος πρέπει να είναι δίπλα της.

  Όμως οι Μοίρες το έχουν αποφασίσει.

  Τότε θα κάνουν έρωτα η Μαρίνα με τον κουνιάδο της, ξεχνώντας το κοριτσάκι· το οποίο, έπειτα από μια μισάωρη αγωνία, («μα πού είσαι μαμά»), θα ξεψυχήσει. Αυτό το ξέραμε από πριν, μας το είπε ο Καραγάτσης με προσήμανση.

  Και μια ακόμη σύμπτωση: η Μαρίνα μένει έγκυος.

  Ο Καραγάτσης μας λέει ότι έμεινε έγκυος από τον κουνιάδο της, δεν αντιμετωπίζει καθόλου το ενδεχόμενο να έμεινε έγκυος από εκείνον τον ναυτικό.

  Ο κουνιάδος, έχοντας αποκαλυφθεί στη μητέρα του, νοιώθοντας τύψεις που κοιμήθηκε (και κυριολεκτικά, μετά το σεξ) με τη γυναίκα του αδελφού του, θα πέσει από ένα γκρεμό στη θάλασσα. Το πτώμα του θα ξεβραστεί λίγο μετά. Θα τον θάψουν δίπλα στο κοριτσάκι.

  Και τώρα;

  Μια εισήγησή μου σε μια ημερίδα, που τη μετέφρασα στα αγγλικά και δημοσιεύτηκε σε ένα ηλεκτρονικό περιοδικό, έχει τίτλο «Οι ευρωπαίοι συγγραφείς δολοφονούν τη μοιχαλίδα».

  Πώς;

  Αυτοκτονώντας την.

  Ήξερα τρεις: τον Τολστόι, τον Φλωμπέρ και τον Ζολά. Στην τριανδρία αυτή προστίθεται τώρα και ο Καραγάτσης. Η Μαρίνα πέφτει και αυτή από τον γκρεμό. Όμως ο θάνατός της δεν παρουσιάζεται σαν αυτοκτονία αλλά σαν ατύχημα, σε αντίθεση με το θάνατο της Μαντάμ Μποβαρί, της Άννας Καρένινα και της Τερέζα Ρακέν.

  Με λυρικές περιγραφές της φύσης αρχικά, ο Καραγάτσης γίνεται ολότελα δραματικός στο τέλος. Οι σκέψεις των ηρώων του δεν είναι ο ανερμάτιστος εσωτερικός μονόλογος (stream of conscience) των μοντερνιστών, όμως οι σύντομες περίοδοι δίνουν ένα ασθματικό χαρακτήρα στην αφήγηση, αναπαράγοντας υφολογικά τον ψυχικό τρικυμισμό τους.

  Και η αποδόμηση:

  Και ο Γιάννης αγαπάει τη γυναίκα του, γι’ αυτό και, αν και ναυτικός, μένει μακριά από τις πόρνες, όμως μετά από ένα χρόνο παρασύρεται και αυτός. Εν τούτοις δεν τον ταλανίζουν οι τύψεις και οι ενοχές στο βαθμό που ταλανίζουν τη γυναίκα του.

  Και τώρα κάποια αποσπάσματα.

  «…ο Παπαδιαμάντης είχε έντονη “ορθόδοξη χριστιανική” θρησκευτικότητα, αλλά εντελώς δεδομένη, μάλλον τυπολατρική και στερημένη από κάθε ανησυχία» (σελ. 126).

  Εγώ θα έλεγα «καθόλου τυπολατρική όμως στερημένη από κάθε ανησυχία».

  Ο Παπαδιαμάντης δεν ταλανίζεται από καμιά αμφιβολία, όπως αρκετοί θρησκευόμενοι.

  «Αγαπητή μου, δεν μπορώ να μη θαυμάσω ότι μέσα σε οχτώ μήνες εμάθατε στην εντέλεια μια ξένη γλώσσα και γνωρίσατε την λογοτεχνία της» (σελ. 127).

  Κι εγώ το ίδιο. Φυσικά την έμαθε «λογοτεχνική αδεία», καθώς έτσι εξυπηρετείται η πλοκή.

  «-Η γεωργία, το εμπόριο κι η ναυτιλία είναι οι τρεις πλουτοφόροι μαστοί της Ελλάδος» (σελ. 191).

  Ο τουρισμός ήλθε μετά.

  «Όσο περνούν οι μέρες – οι μέρες της μοναξιάς – τόσο το λαμπρό οικοδόμημα της ψυχικής της ισορροπίας ραγίζεται σε αμέτρητες αδιόρατες ρωγμές. Καμιά πέτρα δεν έπεσε ακόμα· τίποτα δεν μαρτυράει πως τα θεμέλια κλονίστηκαν. Μα κάτι σαν δυσφορία, αγωνία και χαύνωμα μαζί, προμηνάν πως η κρίση κάποτε θα ξεσπάσει» (σελ. 248).

  Μιλήσαμε για το πώς ξέσπασε.

  «Αυτό το αντιφυσιολογικό αντίκρισμα μιας εντελώς φυσιολογικής κατάστασης δεν μπορούσε παρά να περιβάλει τον έρωτα με ζοφερότητα «φαουστική», καθαυτό αντίθετη με την «απολλώνεια» φωτεινότητα της ελληνικής ερωτικής βιοθεωρίας. Συνεπώς η αντίληψη ότι ο έρωτας των Ελλήνων ήταν πιότερο εγκεφαλικός παρά ψυχικός είναι σφαλερή. Με το ίδιο δυνατό ψυχικό πάθος ερωτεύονταν κι οι Έλληνες· μόνο που πιστεύοντας στη θεϊκή προέλευση και τη θεϊκή υφή του έρωτα, δεν είχαν την αγωνία της αμαρτίας και του ηθικού λυτρωμού» (σελ. 258-259).

  Αντιγράφω το κομμάτι για την αντιπαράθεση του απωλλώνειου με το φαουστικό. Ο Νίτσε το αντιπαραθέτει με το διονυσιακό στη «Γέννηση της τραγωδίας».

  «Και τούτο ποιείν, κακείνο μη αφιέναι» (σελ. 338).

  My story.

  «-Αφού εμείς δεν τις αγαπούμε πια, γιατί αυτές μας αγαπούν;

-Έτσι είναι οι ζωντανοί. Έχουν το βάσανο της μνήμης. Θυμούνται. Εμείς λευτερωθήκαμε, δόξα τω Θεώ.

-Αλήθεια, δεν θυμάμαι, γιατί πέθανες;» (σελ. 397).

  Μιλάνε η Αννούλα και ο Μηνάς, σαν πεθαμένοι, στο νεκροταφείο, σε μια στιχομυθία που απλώνεται σε τρεις σελίδες. Μου θύμισε τη «Μικρή μας πόλη» («Our town»), του Thornton Wilder, στην ομώνυμη κινηματογραφική μεταφορά του Sam Wood (1940).

  «Και λησμονείς πως ποτέ η αλήθεια δεν σκοτώνει, αλλά μονάχα το ψέμα» (σελ. 417).

  Ο Ίψεν είχε άλλη άποψη, αλλιώς δεν θα έγραφε την «Αγριόπαπια».

  Τώρα διαβάζω τον πρώτο τόμο του «Γιούγκερμαν». Σήμερα κατέβηκα στην Αθήνα και αγόρασα τον δεύτερο. Εξαιρετικός ο Καραγάτσης, θα προσπαθήσω να διαβάσω και άλλα βιβλία του.  

 

 

No comments:

Post a Comment