Tuesday, October 5, 2021

Στρατής Τσίρκας: Η Νυχτερίδα

 

Στρατής Τσίρκας: Η Νυχτερίδα, Κέδρος 1965, σελ. 504

 


  Και με το μυθιστόρημα «Η Νυχτερίδα» ολοκληρώνουμε την τριλογία του Στρατή Τσίρκα «Ακυβέρνητες πολιτείες». Τα άλλα δυο μυθιστορήματα ήταν «Η λέσχη» και η «Αριάγνη».

  Εδώ το πολιτικό εισβάλει περισσότερο από ό,τι στα μυθιστορήματα αυτά. Το μεγαλύτερο επεισόδιο βρίσκεται στο τέλος, με την ανταρσία του ναυτικού και την καταστολή του από τους Άγγλους. Ο τόπος που διαδραματίζεται η δράση είναι η Αλεξάνδρεια, ο χρόνος το 1944.

  Στην ανάρτησή μου για τη «Λέσχη» έγραψα για τον ανολοκλήρωτο έρωτα του Μάνου και της Έμμης που τους στοιχειώνει.

  Βιάστηκα.

  Δεν ξέρω αν στοίχειωσε την Έμμη, ελάχιστες αναφορές θα γίνουν γι’ αυτήν στην «Αριάγνη» και στη «Νυχτερίδα», όμως σίγουρα δεν στοίχειωσε τον Μάνο. Και ενώ στην «Αριάγνη» θα έχουμε απλώς τη σεξουαλική σχέση του Μάνου με την Αλέγρα, η σχέση  του με τη Νάνσυ στη «Νυχτερίδα» είναι έρωτας. Μάλιστα στον επίλογο που θα δούμε τις τύχες των ηρώων μετά τον εμφύλιο, θα τους βρούμε παντρεμένους. Για την Έμμη την κακομοίρα γίνεται μόνο μια αναφορά, αν δεν κάνω λάθος.

  «Με ρώτησε αν εξακολουθώ ν’ αγαπώ την Έμμη. Της είπα πως όχι ακριβώς, αλλά τούτο πραγματικά μ’ ενοχλούσε να το κουβεντιάσω. Έγειρε πάλι και με φίλησε».

  Ποια ήταν αυτή;

  Μα η Νάνσυ.

  Οι νυν έχουν πάντα μια περιέργεια για τις πρώην.

 Εδώ ο Τσίρκας γίνεται πιο καταγγελτικός, όχι μόνο για τις αποφάσεις της καθοδήγησης αλλά και για τις ιδιοτέλειες κάποιων στελεχών, βασικά του Ανθρωπάκι, τον οποίο κατακεραυνώνει. Έτσι κι αλλιώς ο Τσίρκας μετά την έκδοση της «Λέσχης» διαγράφηκε από την οργάνωση των Ελλήνων Κομμουνιστών Αιγύπτου, οπότε δεν είχε κανένα ενδοιασμό να πει τα πράγματα έξω από τα δόντια.  

  Και η νυχτερίδα ποια είναι;

  Είναι μια γριά υπηρέτρια της πανσιόν όπου μένει η Νάνσυ και φιλοξενείται ο Μάνος. Αφηγείται στη Νάνσυ τη ζωή της.

  «Κάναμε ένα νούμερο με τον πατέρα μου και τη μητριά μου, εγώ ήμουν σχοινοβάτης και παράσταινα τη Νυχτερίδα. Φορούσα ένα μαύρο σφιχτό μαγιό από την κορυφή ως τα νύχια, κατάσαρκα, καταλαβαίνετε. Τότε οι άντρες για να δούνε γυμνό, δεν ήταν όπως σήμερα, που περπατούνε, να, κάτω απ’ τα μπαλκόνια, τσίτσιδες, και κανείς δεν τους δίνει σημασία. Φορούσα και μια χρυσή μάσκα στα μάτια κι επειδής είχα πρόωρη ανάπτυξη, άναβε και κόρωνε το Πολυθέαμα. Αλλά η μητριά μου με πρόσεχε, με βοηθούσε κιόλας, τους πολύ ζόρικους τους τραβούσε στο καμαρίνι της κι εκεί τους καλμάριζε».

  Στο «Οι νύχτες μου είναι πιο όμορφες από τις μέρες σας» (1989) του Αντρέι Ζουλάφσκι, η Σοφί Μαρσώ παρουσιάζεται σε ένα ανάλογο πολυθεάμα, στο οποίο ερεθίζει τους θεατές μένοντας στο τέλος ολόγυμνη. Είναι σε κατάσταση ύπνωσης. Εδώ δεν είναι η μητριά της αλλά η ίδια η μάνα της που την πιέζει να κάνει αυτό το νούμερο.

  Υφολογικά είναι ο Τσίρκας που είδαμε στα άλλα δυο μυθιστορήματα της τριλογίας, με την κλασική αφήγηση αλλά και τον μοντερνισμό με τη ροή συνείδησης και τον εσωτερικό μονόλογο, αλλά και με μια πρωτοτυπία: εδώ χρησιμοποιεί κάποιες φορές την πρωτοπρόσωπη αφήγηση σε μια αποστροφή «εις εαυτόν», αντί να χρησιμοποιήσει την τριτοπρόσωπη αφήγηση. Παράδειγμα: «Διστάζεις, τα γόνατά σου δεν ακούν. Ως τώρα περπατούσατε σε φίλιο έδαφος, αλλά τούτος ο δρόμος είναι σα μια σφήνα του καθωσπρέπει κόσμου στα μυστικά της φτώχειας σας… Ύστερα από τη λεωφόρο ξαναβρίσκεις το γνωστό κόσμο… Σιμώνετε στη θάλασσα, τα περιβόλια και οι φράχτες λιγοστεύουν. Πασχίζεις ν’ αφουκραστείς το βουητό της όπως  το πρωί, μα δεν ακούεται τίποτα. Τα πόδια σας βουλιάζουν μαλακά μες στη ζεστή άμμο. Ο ήλιος καίει και πυρώνει το κουρεμένο κεφάλι σου. Το νιώθεις βαρύ σαν πεπόνι. Μπρος στο ξέφραγο οικόπεδο ο Τόνης στέκεται. Μια κατσίκα μασουλίζει…».

  Όμως ας παραθέσουμε κάποια αποσπάσματα ακόμη.

  «Τότε χτύπησε το τηλέφωνο. Ένας ήχος τρεμουλιαστός, σαν το κουδουνάκι κάποιων κινηματογράφων για ζευγαράκια, που σημαίνει διακριτικά πριν να ανάψουν τα φώτα της αίθουσας».

  Αναρωτιέμαι τι ταινίες να έδειχναν αυτοί οι κινηματογράφοι. Δεν πιστεύω τσόντες.

  «Μόλις τελείωσα, κατάλαβα πως αν ξανάρχιζα, θα το έπαιζα καλύτερα, την τρίτη φορά θα ήμουν τέλειος, την τέταρτη θα έφτανα τον Πεντερέβσκι (Πεντερέτσκι), την πέμπτη θα τους έκανα να με προσκυνήσουν, θα ήμουν θεός».

  Θυμήθηκα ένα ανέκδοτο στο αγγλικό αναγνωστικό, Dixon, που κάναμε στο «Ελληνοαμερικανικό Επιμορφωτικό Ινστιτούτο» του κυρίου Σταυρακάκη στην Ιεράπετρα. Το γράφω σύντομα, όπως το θυμάμαι.

  Ο Πεντερέτσκι είχε μια ταμπέλα στην πόρτα του διαμερίσματός του που έγραφε: Παραδίδονται μαθήματα πιάνου, 30 ευρώ η ώρα. Φανταστείτε την έκπληξή του όταν επισκέφτηκε έναν παλιό του μαθητή και είδε πάνω στην πόρτα του διαμερίσματός του μια ανάλογη ταμπέλα να γράφει: Μαθητής του Πεντερέτσκι, 50 ευρώ η ώρα.

  «… την Πακάρ την έχω πάντα έτοιμη. Θα βάλω μέσα την Κλοκλό, πίσω τη γυναίκα μου με τον εραστή της-απαραίτητος αυτός, γιατί ξέρει από αυτοκίνητα».

  Και στα τρία μυθιστορήματα σχεδόν όλοι και όλες γκομενίζουν, εν γνώσει τις περισσότερες φορές του ετέρου ήμισυ.

  «Ξαφνικά θυμήθηκε την απειλή της Τζούλιας: Ή μ’ αφήνεις με το Θανάση ή θα βγω στο δρόμο να μαζέψω τον πρώτο που θα βρω. Είναι ζήτημα υγείας, κατάλαβες; Αυτή λοιπόν ήταν η Μπατ [Νυχτερίδα], που το γέλιο της έσκιζε με χρυσές αστραπές τις νύχτες σου, είκοσι χρόνια!».

  Και για τους άντρες είναι ζήτημα υγείας, καλής υγείας του προστάτη.

  «Ως κι η Βικτώωωωρια/ είχε βλενόοοροια… Οι Γραικοί βαστούσαν τα παΐδια τους και οι Εγγλέζοι δεν καταλάβαιναν μπιτ».

  Ούτε και εγώ καταλάβαινα ότι το κομμάτι που έπαιζα στη φλογέρα μου ήταν ο εθνικός ύμνος της Αγγλίας. Μου το είπε μια οικογενειακή φίλη, Κύπρια, όταν με άκουσε να το παίζω.

  Αυτά με τον Τσίρκα. Τη «Χαμένη άνοιξη» τη διάβασα πριν χρόνια, δεν ξέρω αν θα έχω χρόνο να την ξαναδιαβάσω.

No comments:

Post a Comment