Monday, February 15, 2021

Εμίρ Κουστουρίτσα, Ο καιρός των τσιγγάνων (Time of the Gypsies, 1988)

Εμίρ Κουστουρίτσα, Ο καιρός των τσιγγάνων (Time of the Gypsies, 1988)

 


  Είναι η τρίτη (τουλάχιστον) φορά που βλέπω τον «Καιρό των τσιγγάνων», και τον απόλαυσα σαν να τον έβλεπα για πρώτη φορά.

  Οι τσιγγάνοι είναι το φόντο, ένα φόντο που έχει ανθρωπολογικό-εθνολογικό ενδιαφέρον. Όσο για την πλοκή, είναι μια ιστορία ενηλικίωσης. Ο Περχάν, ένας συνεσταλμένος νεαρός, εξελίσσεται σε ένα νέο γεμάτο αυτοπεποίθηση.

  Θα τον ξεγελάσει ο Αχμέτ, ο «Σεΐχης των τσιγγάνων», και θα τον πάρει μαζί του στην Ιταλία. Την αδελφή του η οποία είναι κουτσή, και της οποίας υποτίθεται ότι θα πλήρωνε τα νοσήλια σε ένα νοσοκομείο στη Λιουμπλιάνα ως ανταμοιβή που η μητέρα του θεράπευσε το γιο του, θα αποκαλυφθεί αργότερα ότι την έβαζε να ζητιανεύει.

  Έχει μια ολόκληρη στρατιά που τον υπηρετούν. Άλλοι επαιτούν, άλλοι κλέβουν. Έχει και μια γυναίκα την οποία υποχρεώνει να εργάζεται ως πόρνη.

  Ο Περχάν θα υποχρεωθεί να κλέβει. Θα «πεισθεί» αφού ξυλοκοπηθεί άγρια.

  Καταφέρνει και κάνει λεφτά, κατακρατώντας μέρος από τα κλοπιμαία. Θα γυρίσει και θα παντρευτεί την κοπέλα που αγαπά, και που του την είχαν αρνηθεί. Τη βρίσκει βέβαια έγκυο, όμως δεν πειράζει, θα πουλήσει το μωρό. Αυτή βιάστηκε από τον (δεν θυμάμαι το όνομά του), όμως το παιδί είναι δικό του, το συνέλαβε τότε που έκαναν έρωτα σε εκείνη τη γιορτή, του ορκίζεται γι’ αυτό.

  Την παίρνει μαζί του στην Ιταλία. Αυτή, απελπισμένη που δεν την πιστεύει, φεύγει. Ο Περχάν την αναζητεί απεγνωσμένα. Τη βρίσκει ενώ είναι έτοιμη να γεννήσει. Γεννάει, όμως πεθαίνει. Όσο για το μωρό, μαθαίνει αργότερα ο Περχάν, ο Αχμέτ το κράτησε μέχρι να μεγαλώσει λίγο και να το βάλει κι αυτό να ζητιανεύει.

  Όταν μαθαίνει ότι ο Αχμέτ έβαλε τελικά την αδελφή του να ζητιανεύει, το σκάει από τη συμμορία του και την αναζητεί στο Μιλάνο. Θα κάνει τρία χρόνια να τη βρει. Σε όλο το έργο θαυμάζουμε τη μεγάλη αδελφική αγάπη.

  Θα πάει και θα πάρει το γιο του, ο οποίος του μοιάζει. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι δικό του παιδί. Θα τον βάλει στο τραίνο μαζί με την αδελφή του και θα επιστρέψει. Θα επιστρέψει για να εκδικηθεί.

  Πέφτει πάνω στο γάμο του Αχμέτ. Τον εντοπίζουν όμως, ζητάει συγχώρεση, δεν θα το ξανακάνει, συγχωρείται.

  Πώς θα εκδικηθεί;

  Βλέπουμε τα τρία φετίχ του Κουστουρίτσα που είδαμε και στις δυο προηγούμενες ταινίες του: μουσική (υπέροχος ο Γκόραν Μπρέκοβιτς, τι καταπληκτικό τραγούδι αυτό το Ederlezi!), ζώα (εδώ σκύλοι, γάτες, αλλά προπαντός γαλοπούλες, που θα τις δούμε και στο «Μαύρος γάτος, άσπρη γάτα») και παραψυχικά φαινόμενα. Εδώ δεν έχουμε υπνοβασία («Ο πατέρας λείπει σε ταξίδι για δουλειές») και υπνωτισμό («Θυμάσαι την Ντόλι Μπελ;»), έχουμε μετεώριση (την είδαμε και σε δυο ταινίες του Ταρκόφσκι τον οποίο είδαμε πακέτο, το «Σολάρις» και τη «Θυσία») και τηλεκίνηση.

  Το να μετακινείς αντικείμενα εστιάζοντας το βλέμμα σου σ’ αυτά το ξέρω από τις μελέτες μου για την παραψυχολογία, θέμα που πραγματεύθηκα στο πρώτο μου βιβλίο, όμως το να εξακοντίσει τηλεκινητικά ο Περχάν ένα πιρούνι κάνοντάς το να καρφωθεί στο λαιμό του Αχμέτ, αυτό πια είναι γιουγκοσλάβικος μαγικός ρεαλισμός.

  Δεν είπαμε για το χιούμορ του Κουστουρίτσα, που ήταν το βασικό κίνητρο για να αποφασίσω να τον δω πακέτο, μια και είχα ήδη δει τα περισσότερα έργα του. Είναι και εδώ διάσπαρτο, απολαυστικό, συχνά γκροτέσκο. Στη γιορτή όπου πρωτακούσαμε το Ederlezi, βλέπουμε ένα αγοράκι και ένα κοριτσάκι να κρυφοκοιτάζουν τον Περχάν και την κοπέλα που κάνουν έρωτα. Ξαφνικά το κοριτσάκι δίνει ένα χαστούκι στο αγοράκι. Σαν δεν ντρέπεται να κάνει μπανιστήρι!

  Με συγκίνησε κυριολεκτικά αυτή η ταινία. Μου άρεσε πολύ περισσότερο από το «Ο πατέρας λείπει ταξίδι για δουλειές» που τιμήθηκε με χρυσό φοίνικα. Ο «Καιρός των ζητιάνων» ήταν υποψήφιο για χρυσό φοίνικα, όμως δεν τον κέρδισε. Σιγά τώρα που θα δίναμε χρυσό φοίνικα στους τσιγγάνους! Ούτε καν το μεγάλο βραβείο. Πήρε όμως (πάλι καλά) το βραβείο του καλύτερου σκηνοθέτη.

  Από περιέργεια λέω να δω το «Σεξ, ψέματα και βιντεοταινίες» (1989) του Steven Soderbergh που κέρδισε τον χρυσό φοίνικα την ίδια χρονιά. Κοιτάζω στο IMDb, η ταινία του Soderbergh έχει βαθμολογία 7,2 ενώ του Κουστουρίτσα 8,2.    

  Να ξαναγράψω άραγε για άλλη μια φορά για τον «αμερικάνικο πολιτισμικό ιμπεριαλισμό», που μας πλασάρει υπερτιμημένα προϊόντα;

  Αυτό το γράφω για πρώτη φορά: καθώς η ζωή είναι μικρή και έχω διανύσει ήδη το μεγαλύτερο μέρος της και δεν ξέρω πόσο μου μένει να ζήσω ακόμη, αναγκαστικά κάνω επιλογές. Δεν βλέπω Bollywood και Hollywood παρά με ελάχιστες εξαιρέσεις. Horror καθόλου. Η προτίμησή μου είναι ο κινηματογράφος της Ανατολής και γενικά ο τριτοκοσμικός κινηματογράφος.

  Μόλις είδα και την ταινία του Soderbergh, θα γράψω και θα αναρτήσω μετά.

  Όντως πολύ καλή ταινία, μου άρεσε πάρα πολύ, της έβαλα 8 στο IMDb.

  Γιατί;

  Διότι μου αρέσουν οι ταινίες με happy end.

  Και στον «Καιρό των τσιγγάνων»;

  Σ’ αυτήν έβαλα 9.

  Μα είσαι στα καλά σου; Αφού έχει unhappy end, η νύφη που πριν καλά καλά γίνει νύφη έγινε και χήρα, κυνήγησε τον Περχάν, τον πυροβόλησε και τον σκότωσε.

  Μα κάθε κανόνας έχει και τις εξαιρέσεις του. Παρόλο που μου άρεσε πάρα πολύ η ταινία του Soderbergh, o «Καιρός των ζητιάνων» μου άρεσε περισσότερο.

  Παρά λίγο να το ξεχάσω, μια ατάκα από την ταινία.

  -Γιαγιά, κοιμάσαι;

  -Κοιμάμαι, κοιμήσου και συ.

  Πραγματικό αυτό, με χωριανούς μου.

  Κτυπάνε την πόρτα.

  -Μανώλη, κοιμάσαι;

  -Είντα θέλετε;

  -Να μας δώσεις λεφτά να πληρώσουμε το ταξί.

  -Θαρρώ πως κοιμούμαι.

  Η προηγούμενη ανάρτησή μας ήταν για την ταινία «Ο πατέρας λείπει σε ταξίδι για δουλειές».

 

No comments:

Post a Comment