Sunday, April 9, 2023

Αλέξανδρος Δουμάς υιός, Η κυρία με τις Καμέλιες

Αλέξανδρος Δουμάς υιός, Η κυρία με τις Καμέλιες (μετ. Ανδρέας Φραγκιάς), Το Βήμα 2010, σελ. 226

 


  Αφού διάβασα την «Μανόν Λεσκό» (να μη γράφω τώρα τον μακρινάρι τίτλο, ανοίξτε τον σύνδεσμο για να τον δείτε) του Αβά Πρεβό είπα να διαβάσω καπάκι και την «Κυρία με τις καμέλιες» του Αλέξανδρου Δουμά υιού.

  Γύρευα την ευκαιρία.

  Παρακάτω θα εξηγήσω γιατί.

  Συγκριτολόγος καθώς είμαι είπαμε, θα την πραγματευτώ συγκριτολογικά με την «Μανόν Λεσκό».

  Και στα δυο έργα κεντρικό πρόσωπο είναι μια εταίρα, μια γκέισα, μια καλοπληρωμένη, «σπιτωμένη» πόρνη. Το όνομά της στο έργο του Πρεβό το λέει ο τίτλος. Στο έργο του Δουμά το όνομά της είναι Μαργαρίτα Γκωτιέ.

  Για την «Μανόν Λεσκό» ξέρουμε ότι είναι εν μέρει αυτοβιογραφικό έργο, ενώ για την Μαργαρίτα Γκωτιέ, καθώς το μυθιστόρημα γράφηκε έναν αιώνα αργότερα, ξέρουμε αρκετά. Στον επίλογο διαβάζουμε για το πραγματικό πρόσωπο, όπως το περιγράφει ο Jules Janin [συγγραφέας, κριτικός θεάτρου, ιστορικός λογοτεχνίας, (1804-1874)] που τη γνώρισε. Αγαπημένος της λέει ήταν ο Φραντς Λιστ, και ευχαρίστως θα μοιραζόταν τη ζωή της μαζί του.

  Αντιγράφω από τη βικιπαίδεια:

  «Το έργο γράφτηκε από τον Αλέξανδρο Δουμά υιό όταν ήταν 23 ετών και είναι ένα ημι-αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα που βασίζεται στη σύντομη ερωτική σχέση του συγγραφέα με μια εταίρα, τη Μαρί Ντυπλεσί… η οποία πέθανε το 1847 σε ηλικία μόλις 23 ετών από φυματίωση μέσα στα χρέη της πολυτελούς ζωής της».

  Τον επόμενο χρόνο εκδόθηκε και το μυθιστόρημα που, δεν θυμάμαι πού το διάβασα, μάλλον στον πρόλογο του Αναστάσιου Βιστωνίτη, γράφηκε μέσα σε τέσσερις βδομάδες.

  Το έργο του Πρεβό είναι «επεισοδειώδες», όπως θα έγραφε ο Αριστοτέλης, δηλαδή γεμάτο συναρπαστικά επεισόδια, με ξιφομαχίες, πυροβολισμούς, νεκρούς, φυλακίσεις, κάτι λιγότερο από θρίλερ. Το έργο αντίθετα του Δουμά είναι romance, μια ερωτική ιστορία, που εστιάζει περισσότερο στην περιγραφή αισθημάτων παρά σε γεγονότα. Να σημειώσουμε ότι και τα δυο έργα έχουν περίπου την ίδια έκταση.

  Και στις δυο γυναίκες αρέσει η ακριβή ζωή, όμως κανείς από τους δυο αγαπημένους τους δεν μπορεί να τους την προσφέρει. Η Μανόν «ελίσσεται» ανάμεσα στους εραστές της για να τα βγάλει πέρα, και ο ντε Γκριέ γίνεται χαρτοκλέφτης για να μπορεί να ανταποκριθεί στα ακριβά γούστα της αγαπημένης του. Η Μαργαρίτα αντίθετα εγκαταλείπει τους εραστές της, ξοδεύει από την περιουσία της, είναι πρόθυμη να κάνει μια απλή ζωή με τον αγαπημένο της.

  Να σημειώσουμε εδώ ότι στο μυθιστόρημα του Δουμά γίνεται πεντέξι φορές αναφορά στο μυθιστόρημα του Πρεβό, το οποίο έχει προσφέρει με αφιέρωση στη Μαργαρίτα ο Αρμάνδος της.

  Και στα δυο μυθιστορήματα οι ηρωίδες πεθαίνουν, η Μανόν από εξάντληση, η Μαργαρίτα από τη φυματίωση που την ταλάνιζε.

  Και τα δυο μυθιστορήματα είναι εγκιβωτισμένα. Όμως καθώς δεν έχουμε εδώ τον εγκιβωτισμό της «εύρεσης χειρογράφων» όπως στη «Ζωή εν τάφω» του Μυριβήλη αλλά οι εγκιβωτιστές αφηγούνται την αφήγηση που τους έκαναν οι αγαπημένοι των δυο γυναικών, είναι σε μεγάλο βαθμό ενδοδιηγητικοί, συμμετέχουν δηλαδή σε κάποια από τα γεγονότα που αφηγούνται οι συγγραφείς στα μυθιστορήματά τους, περισσότερο στο μυθιστόρημα του Δουμά παρά του Πρεβό.

  Στο μυθιστόρημα του Πρεβό έχουμε το «σασπένς του τι» θα γίνει στο τέλος, ενώ στο μυθιστόρημα του Δουμά έχουμε το «σασπένς του πώς» φτάσαμε σ’ αυτό το τέλος. Ξέρουμε από την αρχή για το θάνατο της άμοιρης Μαργαρίτας και τον σπαραγμό του Αρμάνδου.

  Και στα δυο μυθιστορήματα το τέλος είναι ιδιαίτερα συγκινητικό, ιδιαίτερα στο έργο του Δουμά που ο έρωτας της Μαργαρίτας φαίνεται σε όλο το τραγικό του μεγαλείο.  

  Να πω τώρα γιατί ήθελα τόσο πολύ να διαβάσω το μυθιστόρημα, και γύρευα πάντα την ευκαιρία.

  Την πλοκή την ήξερα, και την Μαργαρίτα την παρέθετα πάντα σαν ένα παράδειγμα του μοτίβου «Η αυτοθυσία της γυναίκας για τον άντρα».

  Η Μαργαρίτα, έπειτα από μια επίσκεψη που της κάνει ο πατέρας του, θυσιάζει την αγάπη της για τον άντρα που αγαπά, ξέροντας ότι η σχέση μαζί του θα του κάνει κακό στην κοινωνική του ζωή και στην καριέρα του. Τον εγκαταλείπει.

  Τα άλλα δυο έργα που φέρνω σαν παράδειγμα είναι η παλλακίδα στην όπερα του Πεκίνου «Αντίο παλλακίδα μου» (κάποιοι ίσως έχετε δει την ταινία) και η Άλκηστη στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη.

  Υπάρχουν και άλλα έργα που βέβαια δεν μπορώ να τα θυμηθώ, αλλά τα έχω καταγράψει σε ξεχωριστό αρχείο.

  Αλλά για στάσου, γιατί να μην τα παραθέσω και εδώ; Κάνω αντιγραφή και επικόλληση.

Η όπερα «Νόρμα» του Μπελίνι. Jacob Cheung Αναπαύσου στον ώμο σου (肩上蝶 2011). Kim Hyeon-seong, Mr. Butterfly (2003) Κώστα Ανδρίτσου, Καταιγίδα (1965). Kenji Mizoguchi, οι περισσότερες ταινίες του, Δημήτρη Γαζιάδη, Αστέρω (1929) Γιάννη Δαλιαννίδη, Ιστορία μιας ζωής (1965).

  Και τώρα κάποια αποσπάσματα.

  Από τον πρόλογο:

  «Ο έρωτας είναι ένα αίσθημα που απαιτεί την αποκλειστικότητα, αφού κανείς δεν θέλει να μοιράζεται εκείνο που αγαπά με τους άλλους» (σελ. 11).

  Το πρόβλημα μιας φίλης μου.

  Το παρακάτω απόσπασμα αναφέρεται στην εκταφή της Μαργαρίτας, καθώς ο Αρμάνδος ήθελε να μεταφερθεί το φέρετρό της σε άλλο τάφο, μόνιμο, και έπρεπε να γίνει αναγνώριση για να επιτραπεί η μεταφορά.

  «Τα μάτια της ήταν δυο τρύπες, τα χείλη είχαν εξαφανιστεί και τα άσπρα δόντια έμεναν σφιγμένα μεταξύ τους. Τα μακριά μαλλιά, μαύρα και ξερά, ήταν κολλημένα στους κροτάφους και σκέπαζαν λίγο τις πράσινες κοιλότητες στα μάγουλα. Και όμως, σ’ αυτή τη μάσκα αναγνώρισα το λευκό, ροζ και χαρούμενο πρόσωπο που είχα δει τόσο συχνά» (σελ. 53).

  Θυμάμαι την ταφή και την εκταφή της μητέρας μου.

  Την ταφή: πριν πέσει η ταφόπλακα, αποτύπωσα στη μνήμη μου το πρόσωπό της μέσα στο φέρετρο. Ήταν σαν να κοιμόταν.

  Στην εκταφή: στου θέση του προσώπου που θυμόμουν ήταν ένα κρανίο που χαμογελούσε μακάβρια.

  «…στην κοπέλα αυτήν αναγνώριζες την παρθένα που ένα τίποτα την είχε κάνει εταίρα και την εταίρα που ένα τίποτα την έκανε την πιο ερωτευμένη, την πιο αγνή παρθένα» (σελ. 76).

  Αυτά τα λέει ο Αρμάνδος.

  Πάλι με αντιθέσεις μιλάει πιο κάτω:

  «Η γυναίκα αυτή μ’ αναστάτωνε. Αυτό το κράμα ευθυμίας και μελαγχολίας, αθωότητας και διαφθοράς…» (σελ. 84).

  «Εγώ άρχισα να συλλογίζομαι τη ζωή αυτής της κοπέλας και ο έρωτάς μου φούντωσε ακόμα περισσότερο από κάποια συμπόνια» (σελ. 95).

  Σαν τον έρωτα του «ηλίθιου» Μίσκιν για τη Ναστάζια Φιλίποβνα.

  «Οι γυναίκες έχουν δύο τρόπους ν’ αγαπούν, οι οποίοι μπορούν να γεννηθούν ο ένας από τον άλλον: αγαπούν με την καρδιά ή με τις αισθήσεις» (σελ. 102).

  Αυτό, σαν αποφθεγματική ρήση, το ανάρτησα στον τοίχο μου στο facebook.

  «Κατακρίνουν αυτούς που καταστρέφονται για τις θεατρίνες και τις σπιτωμένες. Εκείνο που με εκπλήσσει είναι ότι δεν κάνουν γι’ αυτές είκοσι φορές περισσότερες τρέλες» (σελ. 103).

  Ένας από αυτούς που καταστράφηκαν ήταν και ο Ιμάνουελ Ρατ. Στην καταστροφή τον παρέσυρε η Λόλα Λόλα.   

  «Θυμήθηκα τη Μανόν Λεσκό, όταν μαζί με τον ντε Γκριέ τρώγανε τα χρήματα του κυρίου ντε Μπ.» (σελ. 111).

  Τουλάχιστον πέντε φορές ακόμη θα συναντήσουμε κάποια αναφορά στη Μανόν Λεσκό.

  «Είμαι ένα φτωχό κορίτσι από την επαρχία και πριν από έξι χρόνια δεν ήξερα να γράψω ούτε το όνομά μου» (σελ. 112).

  Μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε πριν το 1850. Ήσαν περιώνυμες σαν εταίρες, όμως δεν είχαν την καλλιέργεια που είχαν οι εταίρες. Η φτώχεια είναι που οδήγησε τις περισσότερες σ’ αυτή τη ζωή.

  «Δεν γύρισα όμως σπίτι μου, δεν μπορούσα ν’ αφήσω το δρόμο και δεν έχασα από τα μάτια μου το σπίτι της Μαργαρίτας. Νόμιζα ότι είχα ακόμα να μάθω κάτι, ή τουλάχιστον ότι οι υποψίες μου θα έβγαιναν αληθινές» (σελ. 113).

  Κάποιον μου θύμισε αυτό.

  «Σήμερα είναι 15 Δεκεμβρίου. Χειροτέρεψα πάλι εδώ και τρεις τέσσερις μέρες. Σήμερα το πρωί έπεσα στο κρεβάτι. Ο καιρός είναι βαρύς, είμαι θλιμμένη. Κανείς δεν βρίσκεται κοντά μου και σκέφτομαι εσένα, Αρμάνδε. Πού θα είσαι άραγε αυτή την ώρα που σου γράφω τούτες τις γραμμές; Μακριά από το Παρίσι, πολύ μακριά καθώς μου είπαν, και ίσως να έχεις ξεχάσει πια τη Μαργαρίτα. Ας είσαι ευτυχισμένος, εσύ στον οποίο οφείλω τις μόνες χαρούμενες στιγμές της ζωής μου» (σελ. 193).

  Είναι το πρώτο από τα σημειώματα που έγραψε η Μαργαρίτα πριν πεθάνει, με την εντολή να δοθούν στον Αρμάνδο μετά το θάνατό της.

  Δύσκολος ο θάνατός της, δεν πέθανε ήρεμα, θα τον περιγράψει μια φίλη της σε άλλα σημειώματα, τα οποία ο Αρμάνδος θα δώσει στον εγκιβωτίζοντα συγγραφέα.  

  Έχω γράψει σε κάποιες κινηματογραφικές κριτικές μου ότι το σενάριο, το στόρι, θεωρείται υποτιμημένο σε σχέση με τη σκηνοθεσία. Εδώ θα πάω ακόμη παραπέρα: Το θέμα επίσης είναι πολύ σημαντικό για το αν θα αρέσει ένα έργο ή όχι. Εν τάξει, ο Δουμάς υιός έγραψε ένα μόνο μυθιστόρημα ακόμη, τα υπόλοιπα έργα του είναι θεατρικά, και φυσικά διασκεύασε και την «Κυρία με τις Καμέλιες» σε θεατρικό έργο (Καμέλια, Καμέλια, πού να βρίσκεσαι τώρα, καλή σου ώρα. Ελπίζω να είσαι ευτυχισμένη), όμως ο Αβάς Πρεβό;

  H «Μανόν Λεσκό» ήταν ο έβδομος τόμος των «Αναμνήσεων ενός ευγενούς».

  Όμως μόνο η «Μανόν Λεσκό» έμεινε στην ιστορία, όπως και η «Κυρία με τις καμέλιες» του Αλέξανδρου Δουμά υιού.

  Πιστεύω ότι για τον ίδιο λόγο έμεινε στην ιστορία η «Λολίτα» του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ. Είμαι σίγουρος ότι είναι πολύ μικρό το ποσοστό εκείνων που έχουν διαβάσει, εκτός από τη «Λολίτα», και άλλο έργο του.

  Εγώ μόνο ένα άλλο έργο του διάβασα, την «Πρόσκληση για ένα αποκεφαλισμό».

  Είδαμε και κάποιες ταινίες. Η πρώτη που είδαμε είναι η Camille (1921) του Ray C. Smallwood.

  Ακολουθεί πιστά το μυθιστόρημα, κάνοντας στο τέλος μια μικροαλλαγή, συμπυκνώνοντας τα γεγονότα χωρίς να αλλοιωθεί το νόημά τους. Για αυτή τη συμπύκνωση και μετατόπιση έχω γράψει σχετικά σε ένα άρθρο μου για τη θεατρική μεταγραφή ενός μυθιστορήματος από τον Νίκο Καζαντζάκη.

  Ο εγκιβωτισμός είναι περιττός, αποφεύγεται. Η Μαργαρίτα παρακαλεί να μην της κατάσχουν τη «Μανόν Λεσκό» που έχει την αφιέρωση του Αρμάνδου. Πεθαίνει με το βιβλίο στην αγκαλιά της, αναλογιζόμενη τη σκηνή που της το έδωσε.

  Στη συνέχεια είδαμε την «Camille» (1936) του George Cukor με την Γκρέτα Γκάρμπο.

  Μα τι υπέροχη ηθοποιός που ήταν αυτή η Γκρέτα Γκάρμπο! Την είδα παλιά, στην τηλεόραση, σε αρκετές ταινίες της. Μου φαίνεται ότι είναι η καλύτερη ηθοποιός από όσες ξέρω, τουλάχιστον εμένα μου αρέσει περισσότερο από όλες.

  Εξαιρετικό και το σενάριο.

  Κρατάει τον σκελετό, που είναι η ουσία, αλλά αλλάζει αρκετά πράγματα, όπως για παράδειγμα τη γνωριμία της Μαργαρίτας με τον Αρμάνδο. Η σκηνή βέβαια με τον πατέρα του Αρμάνδου δεν θα παραλειπόταν με τίποτα.

  Και εδώ βλέπουμε πάλι το τέλος να διαφέρει, όπως στις κινηματογραφικές μεταφορές της Μανόν Λεσκό που είδαμε. Πιο τολμηρός o Cukor από τον Smallwood, βάζει την Μαργαρίτα να πεθαίνει στην αγκαλιά του Αρμάνδου.

  Στην ταινία θα ξεχωρίσω επίσης την κωμική φιγούρα Prudence, που σκορπά μια ευθυμία με τη συμπεριφορά της.

  Είδαμε και την ταινία του δανού Viggo Larsen, «Kameliadamen» (1907), από τις πιο παλιές ταινίες που έχω δει, μικρού μήκους, μόλις 14 λεπτών.

  Τελικά τον Larsen ακολούθησε ο Cukor. Στον τελευταίο μεσότιτλο διαβάζουμε: Ο πατέρας του Αρμάνδου μετάνιωσε για τη σκληρότητά του και επιτρέπει στο γιο του να δει τη Μαργαρίτα. Έτσι η Μαργαρίτα πεθαίνει στην αγκαλιά του.

  Αμέσως μετά είδαμε και την 53 λεπτών ταινία «La signora delle camellie» (1915), της Francesca Bertini.

  Και εδώ βλέπουμε τον Αρμάνδο να φεύγει στο εξωτερικό για να μη συλληφθεί επειδή πλήγωσε τον φίλο της Μαργαρίτας σε μονομαχία, κάτι που δεν υπάρχει στο μυθιστόρημα. Ο πατέρας του μαθαίνοντας για την αρρώστια της και νιώθοντας ένοχος, του αποκαλύπτει ότι αυτός ζήτησε από την Μαργαρίτα να απομακρυνθεί απ’ αυτόν. Ο Αρμάνδος επιστρέφει, και η Μαργαρίτα πεθαίνει στην αγκαλιά του.

  Την παράσταση την κλέβει η μουσική του Ennio Morricone, στην αποκαταστημένη κόπια της ταινίας.

  Στη συνέχεια είδαμε την «Traviata ’53» (1953) του Vittorio Gottafavi.  

  Δεν είναι μεταφορά αλλά μια αναβαθμισμένη εκδοχή της Μαργαρίτας Γκωτιέ, στο παρόν, το εντελώς παρόν, όπως φαίνεται εξάλλου και από τον τίτλο.

  Αξίζει να το αναφέρουμε.

  Στο ρόλο του Κάρλο είναι ο Armando Francioli. Αρμάνδος, όπως και στο μυθιστόρημα του Δουμά. Πέθανε 101 ετών. Η Ρίτα αντίθετα πέθανε νέα, 67 χρονών. Τέλος στο ρόλο του τραπεζίτη είναι ο Εντουάρντο ντε Φίλιππο («Φιλουμένα Μαρτουράνο»).

  Τραπεζίτη;

  Για να δώσει το δάνειο που χρειάζεται η οικογένεια του αγαπημένου της για να μη χρεοκοπήσει η Ρίτα ξαναγυρίζει σ’ αυτόν.

  Όμως τον εγκαταλείπει. Επιστρέφει στο Μιλάνο μετά από τρία χρόνια, άρρωστη. Η «προστάτιδά» της τον ενημερώνει. Φέρεται μεγαλόψυχα, της κλείνει θέση σε ένα σανατόριο. Ακόμη πιο μεγαλόψυχα, κατά παράκλησή της φωνάζει τον Κάρλο να έλθει να τη δει στο σανατόριο. Και τηρεί την παράκλησή της, να του πει ότι δεν τον πρόδωσε, ότι τον εγκατέλειψε για να σώσει την οικογένειά του.

  -Κανείς μας δεν θα συγχωρέσει τον άλλο για το θάνατό της, λέει ο τραπεζίτης.

  Δεν θα την προλάβει ζωντανή. Θα ακολουθήσει το φέρετρό της.

  Είδαμε και την «La storia vera della signora dalle camelie» (1981) του Mauro Bolognini.

  Είναι πραγματικά η πραγματική ιστορία της κυρίας με τις καμέλιες;

  Κάποια στοιχεία ξέρουμε σίγουρα ότι είναι πραγματικά, ίσως τα επινοημένα να είναι ελάχιστα.

  Θα μείνουμε σ’ αυτά που ξέρουμε ως πραγματικά.

  Το πραγματικό της όνομα είναι Alphonsine Plessis που αργότερα το άλλαξε σε Maria Duplessis. Είχε παντρευτεί τον κόμη Count Édouard de Perregaux, εξ ου και το du. Φτωχή χωριατοπούλα, έμαθε ανάγνωση και γραφή, και απέκτησε κάποια μόρφωση ώστε να στέκεται ικανοποιητικά δίπλα στους υψηλούς προστάτες της στις κοινωνικές συγκεντρώσεις. Για τη σχέση της με τον Φραντς Λιστ γράψαμε πιο πάνω. Πέθανε το 1947, σε ηλικία 23 χρονών.

  Πολύ καλή στο ρόλο της η Ιζαμπέλ Ιπέρ. Σημειωτέον ότι ένα χρόνο πριν έπαιζε πάλι το ρόλο μιας πόρνης στην «Πύλη της Δύσης» του Μάικλ Τσιμίνο. Η ταινία πάτωσε με αποτέλεσμα η United Artist να χρεοκοπήσει. Νομίζω δεν είχε υπολογίσει σωστά τον πουριτανισμό των αμερικανών. Στο IMDb βλέπω αποκαταστάθηκε, έχει βαθμολογία 6,7. Εμένα μου άρεσε πάρα πολύ και της έβαλα 9.

  Είδαμε και την «Dama Kameliowa» (1975) του Jerzy Antczak.

  Ίσως είναι η πιο πιστή μεταφορά του μυθιστορήματος. Ξεκινάει με τον εγκιβωτισμό, και ο εγκιβωτιστής εδώ είναι βέβαια ο συγγραφέας. Και η Μαργαρίτα δεν πεθαίνει στην αγκαλιά του Αρμάνου, όπως και στο μυθιστόρημα.

  Είδαμε τέλος και το «Moulin rouge» (2001) του Baz Luhrmann, ένα πολυβραβευμένο μιούζικαλ εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα στο οποίο πρωταγωνιστεί η Nicol Kidman.

  Η Σατίν είναι χορεύτρια, και πόρνη ταυτόχρονα, στο Μουλέν Ρουζ. Ο Κριστιάν είναι συγγραφέας. Ο κόμης αναλαμβάνει τη χρηματοδότηση του ανεβάσματος ενός έργου που γράφει ο συγγραφέας και στο οποίο θα πρωταγωνιστήσει η Σατίν (Θυμίζει τον «Πολίτη Κέην») καθώς και τα έξοδα μετατροπής του Μουλέν Ρουζ σε θέατρο. Η Σατίν που έχει ερωτευθεί τον συγγραφέα θα τον εγκαταλείψει πείθοντάς τον ότι θέλει τον κόμη που θα της προσφέρει μια πλουσιοπάροχη ζωή. Ο λόγος; Αν δεν τον εγκαταλείψει, ο κόμης θα βάλει να τον σκοτώσουν. Στο τέλος θα πεθάνει, οπερατικά, στα χέρια του, από μια αρρώστια που δεν κατονομάζεται, αλλά υποθέτουμε από το βήχα και τις αιμοπτύσεις ότι πρόκειται για φυματίωση.

  Όχι, τέλος είδαμε την «Τραβιάτα» του Βέρντι. Βλέπουμε και εκεί τη μονομαχία, την μεταμέλεια του πατέρα, και φυσικά το οπερατικό τέλος, η Μαργαρίτα (εδώ έχει το όνομα Βιολέτα) να πεθαίνει στην αγκαλιά του αγαπημένου της.

  Το κάνω σχεδόν πάντα, αφού διαβάσω το μυθιστόρημα να βλέπω και κάποιες κινηματογραφικές μεταφορές του.

  Θα μου πείτε: Δεν βαριέσαι;

  Εσείς βαριέστε αν ακούτε ένα αγαπημένο σας κομμάτι σε διάφορες εκτελέσεις; Να βλέπετε ξανά και ξανά, από διάφορους θιάσους, ένα αγαπημένο σας θεατρικό έργο;

 

No comments:

Post a Comment