Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Νιέτοτσκα Νιεσβάνοβα, μετ. Γιάννος Ισαακίδης, Ερατώ 2002, σελ. 392.
Το αγόρασα από την Πρωτοπορία πριν δυο Σάββατα. Η βροχή με καθήλωσε στην Άγκυρα, και μη έχοντας τι άλλο να κάνω ξεκίνησα το διάβασμα. Το τέλειωσα την επομένη. Θαύμασα για μια ακόμη φορά τον μεγάλο συγγραφέα, που στα 28 του μόλις χρόνια μας δίνει ένα αριστούργημα. Όπως αναφέρεται στο βιογραφικό του που παρατίθεται σαν επίμετρο στο τέλος του βιβλίου, είναι το καλύτερο έργο της πρώτης συγγραφικής του περιόδου, πριν την καταδίκη του και την εξορία του στη Σιβηρία, εξαιτίας της οποίας, όπως γράφει ο συντάκτης αυτής της βιογραφίας (ο μεταφραστής; ο επιμελητής;) έμεινε μισοτελειωμένο.
Για να πούμε την αλήθεια, αναρωτιόμαστε ποια πλοκή είχε στο νου του ο συγγραφέας όταν ξεκίνησε το γράψιμο. Γιατί εμείς αυτό που είδαμε ήταν τρία διηγήματα με συνδετικό ιστό την Νιέτοτσκα, ενώ κάνει την εμφάνισή του και ο κος Μπ. Αναρωτιέμαι γιατί ο Ντοστογιέφσκι δεν έδωσε ένα ολόκληρο όνομα σ’ αυτόν τον δεύτερο, αφού στο τέλος τέλος για πλασματική ιστορία πρόκειται, παρά προτίμησε δώσει μόνο το πρώτο γράμμα, πράγμα που κάνει και για κάποιο άλλο όνομα, δεν θυμάμαι ποιο. Αλλά ας μη σπάσουμε το κεφάλι μας, ας πάμε παρακάτω.
Στο έργο λοιπόν είδαμε τρία ξεχωριστά διηγήματα, ή μάλλον τρεις νουβέλες, με ολοκληρωμένη πλοκή και ξεχωριστή θεματική. Στην πρώτη νουβέλα ο Ντοστογιέφσκι αναπτύσσει την ιστορία ενός ακόμη «ταπεινωμένου και καταφρονεμένου», από τους πρώτους που θα κοσμήσουν την πινακοθήκη του. Ο Εφίμωφ είναι βιολιστής, αλλά το έχει ρίξει στο ποτό συνειδητοποιώντας τη μετριότητα του ταλέντου του. Θέλοντας να απενοχοποιηθεί για την επαγγελματική του αποτυχία κατηγορεί σαν υπεύθυνη τη γυναίκα του, τη μητέρα της Νιέτοτσκας, την οποία έκανε από τον πρώτο γάμο της. Όταν η γυναίκα του πεθαίνει και του ίδιου του δίνεται η δυνατότητα να ακούσει έναν πραγματικό βιρτουόζο του βιολιού, δεν αντέχει και καταρρέει ολοκληρωτικά. Η θάνατος έρχεται πολύ σύντομα.
Η Νιέτοτσκα, ενδοδιηγητική μεν αλλά ετεροδιηγητική, αφού διηγείται κυρίως την ιστορία του Εφίμωφ, έχει αναπτύξει μια σχέση αγάπης με τον πατριό της. Αν ο Ντοστογιέφσκι στον «Σωσία», ένα από τα πρώιμα διηγήματά του περιγράφει με αριστουργηματικό τρόπο ένα ψυχολογικό σύνδρομο αρκετά σπάνιο, αυτό του σωσία, εδώ περιγράφει με ακόμη πιο αριστουργηματικό τρόπο το σύνδρομο της Ηλέκτρας. Η φαλλοκρατική κοινωνία μας εστιάζει περισσότερο στο Οιδιπόδειο σύμπλεγμα, και ο περισσότερος κόσμος αυτό ξέρει. Το σύμπλεγμα της Ηλέκτρας είναι το αντίστοιχο του Οιδιπόδειου στο κορίτσι: Θέλει να πεθάνει η μητέρα του και να οικειοποιηθεί τον πατέρα του. Το γεγονός ότι εδώ πρόκειται για πατριό λίγο μετράει, αφού μάλιστα, αν θυμάμαι καλά, η Νιέτοτσκα αργότερα έμαθε ότι ήταν πατριός της. Διαβάζουμε:
«Τότε άρχισα να του εξηγώ τρομαγμένη ακόμα περισσότερο πως όταν θα πέθαινε η μαμά δεν θα ζούσαμε πια σ’ αυτή τη σοφίτα, πως θα μ’ έπαιρνε μαζί του κάπου και πως θα ’μασταν και οι δυο πλούσιοι και ευτυχισμένοι» (σελ. 86).
Και πιο κάτω, ακόμη πιο χαρακτηριστικά:
«Και εγώ μεγάλωνα έτσι στην τρώγλη μας και λίγο κατ’ ολίγο η αγάπη ή το πάθος μου – γιατί δεν ξέρω καμιά λέξη αρκετά δυνατή για να εκφράσω ακριβώς το ασυγκράτητο και βασανιστικό για μένα αίσθημα που είχα για τον πατέρα μου- έφτασε σ’ έναν αρρωστημένο παροξυσμό. Μονάχα μια ευχαρίστηση είχα: να τον συλλογίζομαι. Μονάχα μια θέληση μου ’μεινε: να κάνω ό, τι ήταν δυνατόν να του φέρει λίγη χαρά. Πόσες φορές δεν μου συνέβη να τον περιμένω στη σκάλα, τρέμοντας και παγωμένη από το κρύο, μόνο και μόνο για να βεβαιωθώ για τον ερχομό του ένα λεπτό πρωτύτερα, να τον δω όσο μπορούσα πιο νωρίς. Ήμουνα τρελή απ’ τη χαρά μου όταν με χάιδευε λίγο, ενώ πολύ συχνά υπέφερα επειδή ήμουνα τόσο επίμονα ψυχρή απέναντι στη μητέρα μου» (σελ. 103-104).
Και ενώ θα μπορούσε να υποθέσει κανείς μια σεξουαλική σχέση ανάμεσα στον πατριό και την προγονή του, δεν συμβαίνει τίποτα τέτοιο. Ο πατριός τρέφει ολότελα πατρικά αισθήματα για την κόρη της γυναίκας του.
Η δεύτερη «νουβέλα» είναι ενδοδιηγητική και ομοδιηγητική, και αναφέρεται στη σχέση της Νιέτοτσκα με την κόρη του πρίγκιπα, ο οποίος την περιμάζεψε αναίσθητη από το δρόμο όταν έτρεχε να προλάβει τον πατριό της, ο οποίος την εγκατάλειψε για να πεθάνει δυο μέρες μετά. Εδώ ο Ντοστογιέφσκι περιγράφει πάλι με αριστουργηματικό τρόπο τον έρωτα της Νιέτοτσκα για την Κάτια, που κάποια στιγμή θα βρει ανταπόκριση. Όμως, παιδιά καθώς είναι, δεν θα προχωρήσουν σε ολοκληρωμένες σεξουαλικές σχέσεις. Απλά φιλιούνται, φιλιούνται συνεχώς, με κάθε ευκαιρία, όπου μπορούν. Να δώσουμε πάλι δυο χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
«Εγώ την έσφιγγα δυνατά πάνω μου και παραδινόμασταν η μια στην άλλη γλυκά γλυκά, σαν ερωτευμένοι που ξαναβλέπονται ύστερα από πολύ καιρό. Η καρδιά της κτυπούσε τόσο δυνατά, ώστε άκουγα τον κάθε της κτύπο» (σελ. 234).
Επίσης:
«Τρομάζαμε όταν έμπαινε κανείς μέσα. Φοβόμασταν μην τυχόν μας τσακώσουν να φιλιόμαστε – και εκείνη τη μέρα θα φιληθήκαμε πάνω από εκατό φορές» (σελ. 245).
Αυτός δεν είναι ο γνωστός Ντοστογιέφσκι. Αναρωτιόμαστε που θα τον είχε οδηγήσει το συγγραφικό του ταλέντο αν δεν είχε ζήσει εκείνη την τραυματική εμπειρία της καταδίκης σε θάνατο και την μετατροπή της ποινής κυριολεκτικά στο παρά πέντε, και τα τέσσερα χρόνια στη Σιβηρία. Ίσως όχι στους Αδελφούς Καραμάζωφ, σίγουρα όμως σε κάποιο άλλο αριστούργημα.
Και η τρίτη νουβέλα δεν είναι ιδιαίτερα ντοστογιεφσκική. Θα έλεγε κανείς ότι θυμίζει περισσότερο Τολστόι. Έχει εντυπωσιακή πλοκή.
Η Νιέτοτσκα ζει τώρα με τη μεγαλύτερη ετεροθαλή αδελφή της Κάτιας, που την έχει αναλάβει σαν παιδί της. Ήδη από την αρχή δημιουργείται το σασπένς ενός μυστηρίου, με προσήμανση. Το μυστήριο λύθηκε κάποια στιγμή. Η Νιέτοτσκα βρίσκει κρυμμένο στις σελίδες ενός βιβλίου το γράμμα ενός «εραστή» της Αλεξάνδρας. Βάζουμε τα εισαγωγικά γιατί μαζί του δεν είχε ανταλλάξει παρά μόνο ένα φιλί. Το γράμμα ήταν ένα γράμμα αποχαιρετισμού. Μια από τις πολλές φορές που το διαβάζει η Νιέτοτσκα τη συλλαμβάνει ο άνδρας της Αλεξάνδρας. Πριν προλάβει να το κρύψει, εκείνος προλαβαίνει να διαβάσει κάποιες γραμμές, και καταλαβαίνει ότι πρόκειται για ερωτικό γράμμα. Την κατηγορεί στη γυναίκα του ότι έχει ερωτικές σχέσεις με κάποιον άγνωστο, και θέλει να τη διώξουν από το σπίτι. Η Νιέτοτσκα επιβεβαιώνει την εκδοχή για να μην προδώσει την Αλεξάνδρα. Η κάποια ψυχρότητα που έδειχνε κατά καιρούς η Αλεξάνδρα απέναντί της οφειλόταν τελικά στην υποψία ότι ο άνδρας της μπορεί να είχε ερωτική σχέση με την Νιέτοτσκα.
Σε ένα αριστουργηματικό φινάλε ο Ντοστογιέφσκι παρουσιάζεται ως φοβερός (ψυχ)αναλυτής. Η Νιέτοτσκα μιλάει στον άντρα της Κάτιας.
«…Δεν μπορούσατε βέβαια να μην ξέρετε το περιεχόμενό του, (του γράμματος) καθώς και όλη αυτή την θλιβερή ιστορία. Μα γιατί προσποιούσασταν το αντίθετο; Αυτό δεν το γνωρίζω. Ακόμα δεν μπορώ να λύσω τα μυστικά της ψυχής σας. Θέλατε να ’χετε κάποια υπεροχή πάνω της, αλλά για ποιο λόγο; Για να κινήσετε την ταραγμένη φαντασία μιας άρρωστης; Για να της αποδείξετε πως είχε εξαπατηθεί και πως εσείς είσαστε πιο αψεγάδιαστος από αυτήν; Και τον πετύχατε το σκοπό σας: η υποψία της ήταν η επίμονη ιδέα ενός πνεύματος που σβήνει. Ίσως αυτό να ήτανε το στερνό παράπονο μιας καρδιάς που ραγίστηκε από την αδικία μιας ανθρώπινης απόφασης, στην οποία συμμετείχατε κι εσείς. «Πόση σημασία μου δώσατε που μ’ αγαπήσατε!» Αυτό έλεγε πάντοτε, αυτό ήθελε να σας δείξει. Μα η περηφάνια σας και ο μανιασμένος εγωισμός σας δεν αισθανόταν κανένα έλεος. Χαίρετε. Δεν έχω ανάγκη από εξηγήσεις. Μα φυλαχθείτε. Σας ξέρω καλά τώρα και αυτό δεν θα πρέπει να το ξεχάσετε» (σελ. 370).
Ο Τολστόι, τη μοιχαλίδα του την σκοτώνει. Για την ακρίβεια, την αυτοκτονεί. Ο Ντοστογιέφσκι, την δικιά του «παρολίγο» μοιχαλίδα, την υποβάλει σε ένα φρικτό βασανιστήριο. Το ότι με τα λόγια της Νιέτοτσκας παίρνει κατά κάποιο τρόπο το μέρος της, αυτό είναι για να κρατηθούν οι ισορροπίες. Αλλά γι αυτά έχουμε γράψει σε μια εισήγησή μας, στην οποία και παραπέμπουμε.
Book review, movie criticism
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment