Γεράσιμος Δενδρινός, Ματίας ντελ Ρίος, Οδυσσέας 1995, σελ. 147
Απόπειρα, Αύγουστος 1996, τ. 26
Ο "Ματίας ντελ Ρίος" είναι το τρίτο πεζογράφημα του φιλόλογου καθηγητή μέσης εκπαίδευσης Γεράσιμου Δενδρινού.
Το έργο αυτό έχει μια ιδιοτυπία που το ξεχωρίζει τόσο από τα προηγούμενα έργα του, όσο και από το σύνολο σχεδόν των έργων της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, ένα κράμα παραδοσιακών τεχνικών και σύγχρονων επινοήσεων.
Η αφηγηματική τεχνική της πλαισίωσης είναι παλιά τεχνική. Εδώ ο εξωδιηγητικός αφηγητής προλογίζει τα "ημερολόγια" (υπότιτλος του έργου) της διήγησης. Το σπάσιμο όμως της εξωδιήγηγης στα δυο, με χρόνο προ και μετά τον θάνατο του Ματία ντελ Ρίος1 αποτελεί μια καινοτομία που δεν την έχουμε συναντήσει αλλού.
Η ντοκυμενταρίστικη εντύπωση, η ψευδαίσθηση του πραγματικού που δημιουργούν τα έργα με πλαισίωση, ενισχύεται εδώ με υποσημειώσεις που μοιάζουν με αποσπάσματα ενός ταξιδιωτικού οδηγού, και οι οποίες παρατίθενται στο τέλος σχεδόν κάθε σελίδας. Ο εξωδιηγητικός αφηγητής περιγράφει τους χώρους στους οποίους αναφέρεται ο Ματίας ντελ Ρίος στα ημερολόγιά του και μιλά για την ιστορία τους. Και οι χώροι αυτοί, οι χώροι στους οποίους εκτυλίσσεται η αφήγηση, δεν είναι ελλαδικοί, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στα περισσότερα έργα της σύγχρονης πεζογραφίας μας.2 Είναι χώροι της Ισπανίας, στους οποίους περιπλανείται ο αφηγητής, και της Τουρκίας, όπου θα βρει τελικά τον θάνατο.
Την ίδια ψευδαίσθηση του πραγματικού δημιουργούν και οι εστιγμένες γραμμές, τμήματα του ημερολογίου που ο εξωδιηγητικός αφηγητής υποτίθεται δεν μπόρεσε να διαβάσει.
Τα μότα που υπάρχουν σε κάθε ημερολογιακό τμήμα, συνήθως σε ισπανικά αλλά και σε τουρκικά (μεταφρασμένα βέβαια σε υποσημειώσεις) είναι τεχνική που χρησιμοποιείται κυρίως στη δοκιμιογραφία. Η συχνότητά τους όμως αποκαλύπτει μια αγάπη για την ηχητική ποιότητα των λέξεων.3
Στα ημερολόγια του Ματίας ντελ Ρίος "εντίθενται" ποιητικά χαϊ κου, που δείχνουν έναν πεζογράφο να οδεύει προς την ποίηση, σε αντίθεση με μια αντίστροφη τάση που παρατηρούμε, ποιητές να καταφεύγουν στην πεζογραφία.4
Αυτοί που βάζουν τέρμα τη μουσική/θεατές ζητούν/της αναλγησίας τους. (σελ. 97)
Εχω βαρεθεί να μετρώ/των πόλεων τις αποστάσεις./Από μένα σε σένα,/μικρή η απόσταση,/μεγάλη η διάσταση. (σελ. 135)
Το κύριο μοτίβο του έργου είναι η πορεία προς το θάνατο ενός τοξικομανούς, ένα μοτίβο που σπάνια το βλέπουμε κυρίαρχο σε άλλα έργα.5 Και η πορεία αυτή αποτελεί την πιο χαρακτηριστική "φαινοτυπική" έκφραση του κυρίαρχου θεματικού άξονα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, του δίπολου συμβιβασμός/μη συμβιβασμός, όπου ο μη συμβιβασμός αξιώνεται δοκιμιακά, για να απαξιωθεί μυθοπλαστικά: ο ασυμβίβαστος ήρωας οδηγείται τελικά στην συντριβή.
Και ο τύπος του ασυμβίβαστου που κυριαρχεί (ιδίως στον Μανιώτη) είναι ο περιθωριακός. Τέτοιος καταλήγει και ο Ματίας: "Εγώ, που δεν είχα ποτέ ανάγκη τους απορριμμένους, διεπίστωσα με τον καιρό πως ήταν όμοιοί μου".(σελ. 21)
Τη φυγή την τολμούν οι δυνατοί. "Να μην ξανακούσω πια γι ασθενική κράση, να μην ξανακούσω. Χρειάζεται δύναμη για να πέσεις". (σελ. 41).
Και οι περιπλανήσεις του αφηγητή στην Ισπανία και την Τουρκία στέκουν σε μετωνυμική/συμβολική σχέση με την ουσιαστική φυγή του ως στάση ζωής, που κορυφώνεται με την ενσυνείδητη αναζήτηση του θανάτου. Και το αίτιο της φυγής αυτής αργότερα θα κατονομασθεί: "Κανείς σαν εμένα δεν αντιτάχθηκε τόσο στην ακύμαντη ζωή. Κανείς σαν τους γύρω μου δεν βυθίστηκε τόσο ανυποχώρητα στην ανία." (σελ. 65)
Θα επισημάνουμε τέλος ένα Καλβικό διακείμενο ("Πάντα βαραίνει ο θάνατος σε ξένο μέρος", σελ. 98), ένα ακατάσχετο κείμενο πέντε σελίδων χωρίς τελεία, το ημερολόγιο της Πέμπτης 9 Αυγούστου 1990 που προσημαίνεται μάλιστα και στην δεύτερη εισαγωγή,6 καθώς και τον ειρωνικό τόνο με τον οποίο αντιμετωπίζει καμιά φορά τις γυναίκες, πράγμα που εντοπίσαμε και στα προηγούμενα έργα του, το "Ένα πακέτο άρωμα" και το "Χαιρετίσματα απ' το νότο". Θέτουμε επίσης υπόψη του συγγραφέα για την επανέκδοση του έργου δυο λάθη. Οι "Μενίνες" (σελ. 33) είναι "Μενίνας"(Las meninas), πίνακας του Γκόγια αν δεν κάνω απατώμαι, και οι στίχοι από τα τέσσερα Κουαρτέτα του Ελιοτ Whatever we inherit from the fortune/we have taken from the defeated, δεν μεταφράζονται "Οτιδήποτε κληρονομούμε απ' τους τυχερούς το 'χουμε πάρει απ' τουν νικημένους" αλλά "Οτιδήποτε κληρονομούμε από την τύχη κλπ".
1 Ο θάνατός του άλλωστε προσημαίνεται στην πρώτη εισαγωγική πλαισίωση, ήδη στη δεύτερη γραμμή: "κι ελπίζει να πεθάνει εφέτος". Η δημιουργούμενη suspense ενισχύεται με ένα εφέ απροσδόκητου που στηρίζεται σε ένα εφέ αντιστροφής: Αυτός ελπίζει να πεθάνει, ενώ συνήθως φοβάται κανείς να πεθάνει. Γιατί;
2 Εξαιρέσεις που μου έρχονται στο νου είναι ο "Μπάρμπα Τζωρτζ" του Γιώργου Σκούρτη, όπου η υπόθεση εκτυλίσσεται στην Αγγλία και οι ήρωες είναι άγγλοι, και κάποια τμήματα από την "Πτώση του Νάρκισου" του Τάκη Θεοδωρόπουλου, τα επεισόδια των οποίων διαδραματίζονται στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη.
3 Την οποία παρατηρούμε, παρεμπιπτόντως, και στο "Ασημόχορτο ανθίζει" του Βασίλη Γκουρογιάννη, με κείμενα σε αρβανίτικο ιδίωμα, και στο "Ν' ακούω καλά τ' όνομά σου" του Σωτήρη Δημητρίου, με το ηπειρώτικο ιδίωμα.
4 Ονόματα που μου έρχονται πρόχειρα στο νου είναι του Μανόλη Ξεξάκη και της Ρέας Γαλανάκη.
5 Παράδειγμα το θεατρικό έργο "Οι εκτελεστές" του Γιώργου Σκούρτη.
6 Ένα υφολογικό στοιχείο που θα χρησιμοποιήσει και ο Γιώργος Σκούρτης στο πρώτο του έργου, το "Ημερολόγιο του D.S.", όχι βέβαια σε τόση έκταση, για να το εγκαταλείψει στη συνέχεια
Book review, movie criticism
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment