Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, Μια απρόσμενη συνάντηση Αϊνστάιν-Καραθεοδωρή, ΑΛΔΕ 2010, σελ. 93
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Ιδιαίτερα πρωτότυπα και πολύ συγκινητικά είναι τα διηγήματα της συλλογής αυτής.
Το τελευταίο έργο του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη, εκπαιδευτικού, είναι μια συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Μια απρόσμενη συνάντηση Αϊνστάιν-Καραθεοδωρή». Ο συγγραφέας με γλώσσα απλή και λιτή, αλλά με αφηγηματικές επινοήσεις, φτιάχνει διηγήματα ιδιαίτερα πρωτότυπα.
Μια πρωτοτυπία κατ’ αρχήν βρίσκεται στο ότι στα έξι πρώτα από τα δεκατέσσερα διηγήματα που απαρτίζουν τη συλλογή τα κύρια πρόσωπα είναι πραγματικά πρόσωπα, ξεχωριστές φυσιογνωμίες. Μάλιστα βρίσκονται στην αρχή της συλλογής, με μόνο παρέμβλητο ανάμεσά τους το δεύτερο διήγημα. Στο πρώτο απ’ αυτά ένας τριτοπρόσωπος αφηγητής αφηγείται την ιστορία, στιγμιότυπα από τη σχέση Αϊνστάιν-Καραθεοδωρή (Ο Καραθεοδωρής είναι ένας μεγάλος Έλληνας μαθηματικός από τον οποίο ο Αϊνστάιν διδάχθηκε πολλά, και εκφραζόταν πάντα με θαυμασμό για το πρόσωπό του). Στην «Επιστροφή» ένας τριτοπρόσωπος αφηγητής αφηγείται επίσης την ιστορία, δίνοντας όμως το λόγο σε αρκετή έκταση στον ήρωά του, που είναι ο Κώστας Κρυστάλλης. Ο τίτλος αναφέρεται στην επιστροφή του ποιητή, ο οποίος είναι βαριά άρρωστος από φυματίωση, στην ιδιαίτερη πατρίδα του για να πεθάνει («Είναι γλυκύς ο θάνατος μόνο όταν πεθαίνουμε εις την πατρίδα» μας λέει ο Κάλβος»). Στο «Όλα κι όλα τέσσερα κτίρια» ο Ντίνος Δημόπουλος, πρωτοπρόσωπος και αυτοδιηγητικός αφηγητής, αφηγείται επίσης ένα ταξίδι στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Στα υπόλοιπα διηγήματα ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής αφηγείται την ιστορία ως μάρτυρας. Αυτά είναι, ο «Γόρδιος δεσμός» που αναφέρεται στον Κώστα Ταχτσή, «Στο φίλο μου» που αναφέρεται στον Μάνο Λοΐζο και ο «Γόρας» που αναφέρεται στον ηθοποιό Γρηγόρη Βαφιά.
Το δεύτερο, παρέμβλητο όπως είπαμε, διήγημα με τίτλο «Το σημάδι» είναι αφηγηματικά ιδιαίτερα πρωτότυπο. Ο τριτοπρόσωπος, εξωδιηγητικός και ετεροδιηγητικός αφηγητής εμφανίζεται στο τέλος του διηγήματος ως ψευδο-ετεροδιηγητικός, αφού είναι πρόσωπο της ιστορίας. Την αποκάλυψη την κάνει ένας άλλος αφηγητής που κατά κάποιο τρόπο εγκιβωτίζει την ιστορία. Δεν ανοίγουμε το καπάκι του κιβωτίου, απλά δεν υπάρχει καπάκι, και μόνο όταν αδειάζει το περιεχόμενο βλέπουμε τον πάτο, συνειδητοποιώντας ότι πρόκειται για κιβώτιο. Το λέω αυτό γιατί στις περισσότερες περιπτώσεις εγκιβωτισμού, όπως στην κλασική «εύρεση χειρογράφων», ο αναγνώστης βλέπει αμέσως από την αρχή τον εγκιβωτισμό, και όχι στο τέλος όπως εδώ, σε ένα πρωτότυπο εφέ έκπληξης.
Το διήγημα αναφέρεται σε ένα επεισόδιο από τη ζωή ενός φαροφύλακα, στην αγωνία του να ειδοποιήσει τις αρχές να στείλουν έγκαιρα ένα καράβι για να παραλάβει το άρρωστο κοριτσάκι του. Όχι, δεν υπήρχαν την εποχή εκείνη κινητά, το μήνυμα δόθηκε με το άναμμα μιας φωτιάς.
Το διήγημα εκτείνεται σε επτάμισι σελίδες, από τα πιο εκτενή της συλλογής. Όμως μόλις στην τελευταία μισή σελίδα μαθαίνουμε για τον εγκιβωτισμό. Ο τριτοπρόσωπος αφηγητής μας λέει ότι το μικρό κοριτσάκι, που σώθηκε από εκείνη την περιπέτεια, μεγάλη κοπέλα πια, έχει γράψει, με βάση τις σημειώσεις που κρατούσε ο πατέρας της, την ιστορία αυτή για ένα περιοδικό του πολεμικού ναυτικού, την ιστορία που μόλις διαβάσαμε. Και σαν μικρό κοριτσάκι που ήταν τότε (κοιμόταν ακόμη σε κούνια), μόνο σαν τριτοπρόσωπη αφηγήτρια θα μπορούσε να την αφηγηθεί. Και υπάρχει άραγε πιο πρωτότυπος τρόπος για να λυθεί το σασπένς, αν σώθηκε δηλαδή τελικά το κοριτσάκι;
Στα υπόλοιπα διηγήματα θαυμάζουμε τον ανθρωπισμό και τις περιβαλλοντικές ευαισθησίες του συγγραφέα (είναι υπεύθυνος στο Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Αράχθου). Στο «Ζευς καλεί κόπραινα» μιλάει για τη σωτηρία μιας καρέτα-καρέτα. Στο «Ντικ» μας δείχνει πώς ένα αδέσποτο σκυλί έδειξε την ευγνωμοσύνη του στον άνθρωπο που τον τάιζε, σώζοντάς τον από ένα ληστή. Στην «Επικίνδυνη αποστολή» μας λέει πώς ένας καλός ιερέας έσωσε τους τσιγγάνους από τον κοινοτάρχη που ήθελε να τους σφετερισθεί τη γη. Στο «Για ψύλλου πήδημα» μιλάει για μια καθυστερημένη κοπέλα, μέσα από τη δική της οπτική γωνία, και για τη γυναίκα που την περιμάζεψε και την φρόντισε. Θα δώσουμε ένα απόσπασμα απ’ αυτό.
«Κοιτούσε το νερό της βροχής και γύρισε το χρόνο πίσω, τότε που μικρό παιδί μαζί με τη μητέρα βάδιζαν έξω, όταν τους έπιασε μια μπόρα…» (σελ. 87).
Το απόσπασμα αυτό δίνει και ένα άλλο στίγμα για τα διηγήματα της συλλογής αυτής. Πολλά απ’ αυτά είναι διηγήματα μνήμης. Πιο χαρακτηριστικό είναι το διήγημα που έχει ως ήρωα τον Ντίνο Δημόπουλο που, γυρίζοντας μια ταινία στο χωριό του, ανακαλεί σκηνές από την παιδική του ηλικία.
Υπάρχουν τρία ακόμη διηγήματα. Το «Η μεγάλη γιορτή» έχει πολιτικό χαρακτήρα, και αναφέρεται σε μια εκδήλωση όπου θα μιλούσε ένας υπουργός της χούντας, που παρά λίγο να έχει άσχημη εξέλιξη καθώς ο υπουργός φαινόταν να γελοιοποιείται. Είχε όμως άσχημη εξέλιξη για τον αφηγητή, που τόλμησε να γράψει για την εκδήλωση αυτή σε μια εφημερίδα.
Και αυτό είναι ένα διήγημα μνήμης: «Αν ξαναθυμήθηκα όλα αυτά είναι γιατί θα μου πάρουν συνέντευξη από την ελληνική τηλεόραση για την επέτειο της 21ης Απριλίου» (σελ. 85). Ενδοαφηγηματικά τονίζεται σχεδόν πάντα ο παρών χρόνος της αφήγησης σε σχέση με τον παρελθόντα χρόνο της ιστορίας.
Και το «Σφύριγμα της κόρνας του πλοίου» είναι ένα διήγημα μνήμης. Ο ήρωας δεν βρήκε το θάρρος να πάρει μαζί του την γαλλιδούλα που τον είχε ερωτευθεί. Την ονειρεύεται, χρόνια μετά: «Σιμόν, Σιμόν, ακόμη σ’ αγαπώ» (σελ. 77). Έτσι τελειώνει το διήγημα.
Ηθικόν δίδαγμα: Όταν συναντήσεις την αγάπη, μην κάνεις το λάθος και την αφήσεις.
Και τώρα θα αναφερθώ σε συμπτώσεις.
Πριν λίγες μέρες ανακάλυψα τυχαία την εκπομπή του Ανταίου Χρυσοστομίδη και της Μικέλας Χαρτουλάρη στο cine+ που έχει τον τίτλο «Οι κεραίες της εποχής μας» (κάθε Τρίτη 13.00-14.00), μια σειρά συνεντεύξεων με μεγάλους συγγραφείς. Έπεσα τυχαία πάνω στη συνέντευξη που πήραν στον Μάριο Βάργκας Γιόσα. Σε τρεις τέσσερις μέρες από τότε πήρε το Νόμπελ.
Πριν μια βδομάδα περίπου, την ίδια μέρα, μαθαίνω για τρεις κλοπές. Ενός θείου του έκλεψαν το σπίτι, κάτι δήθεν πωλητές. Μιας φίλης την τσάντα. Και οι δυο είχαν γίνει την προηγούμενη μέρα. Και εμένα το GPS από το αμάξι. Ήταν στο ντουλαπάκι, το αντιλήφθηκε ο γιος μου. Τη βάση δεν την είχαν πειράξει, την είχαν αφήσει πάνω στο παρμπρίζ, και έτσι δεν αντιληφθήκαμε αμέσως την κλοπή.
Τι σχέση μπορούν να έχουν αυτές οι συμπτώσεις με το βιβλίο;
Οι παραπάνω καμιά. Έχει όμως η παρακάτω.
Συχνά όταν διαβάζω λογοτεχνία ακούω μουσική. Τόσο το ραδιόφωνο στο αυτοκίνητο και στο κινητό μου όσο και το tuner στο σπίτι μου είναι συντονισμένα στο τρίτο πρόγραμμα. Ακούω την υπέροχη καβατίνα της Ροζίνας από τον «Κουρέα της Σεβίλλης» una voce poco fa με τη Μαρία Κάλας. Μετά από ένα λεπτό, διαβάζοντας το διήγημα «Κι όλα έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν», που αναφέρεται στη δύση ενός έρωτα και στην ανατολή ενός νέου, πέφτω στο παρακάτω απόσπασμα: «Χαμηλόφωνη η άρια της Μαρίας Κάλας γέμιζε από αισιοδοξία και σε ανέβαζε στα ύψη του ενθουσιασμού που έχεις όταν ξεκινάς μια νέα σχέση» (σελ. 63). Αν μας έλεγε ότι η άρια ήταν το una voce poco fa αυτό πια και αν θα ήταν σύμπτωση.
Τα διηγήματα αυτά του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη είναι εξαιρετικά σαν ύφος, πρωτότυπα σαν αφήγηση και συγκινητικά σαν περιεχόμενο. Είναι από τα καλύτερα που έχω διαβάσει τελευταία.
Μπάμπης Δερμιτζάκης
Book review, movie criticism
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment