Υπάρχει πρόοδος;
Αυτό είναι ένα ερώτημα που με έχει απασχολήσει.
Σίγουρα υπάρχει εξέλιξη, για τα είδη τουλάχιστον, όπως απέδειξε ο Δαρβίνος. Είναι όμως ταυτόσημη με την πρόοδο;
Όταν σκέφτομαι τα κρεματόρια των ναζί, τη γενοκτονία των Αρμενίων (των Ποντίων ήταν μίνι), και πρόσφατα τις σφαγές στη Ρουάντα, είμαι σίγουρος ότι δεν υπάρχει πρόοδος όσον αφορά τoν ηθικό τομέα. Το είπε εξάλλου χρόνια τώρα ο Θουκυδίδης, η ανθρώπινη φύση παραμένει η ίδια, πάντα αρπακτική. Σε κάθε επόμενη έκδοση των windows όμως πείθομαι ότι υπάρχει τουλάχιστον τεχνολογική εξέλιξη.
Τις σκέψεις αυτές μου ξαναέφερε στο μυαλό η θαυμάσια ταινία του Τζιά Τζανγκ Κε (Jia Zhang Ke), Still life στα αγγλικά, Ακίνητη Ζωή στα ελληνικά. Ο Γιάννης Μπακογιαννόπουλος σχολιάζει ότι μεταφράσαμε στα ελληνικά Ακίνητη ζωή το Still lilfe που σημαίνει Νεκρή φύση (Nature morte). Ψάχνοντας στο google για να σιγουρευτώ για τους τίτλους βλέπω ότι ο κινέζικος τίτλος είναι εντελώς διαφορετικός: Sanxia haoren, κατά το Sichuan haoren (δεν έβαλε αυτό τον τίτλο ο Μπρεχτ, τον λέμε εμείς), Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν. Sanxia είναι η περιοχή «Τα τρία φαράγγια», όπου φτιάχτηκε το φράγμα. Ο πραγματικός τίτλος λοιπόν της ταινίας είναι Ο καλός άνθρωπος από το Σανχιά (το χια με κρητική προφορά, sh. Αυτό το x στο λατινικό αλφάβητο pinyin που χρησιμοποιούν οι κινέζοι για την απόδοση της προφοράς έχει σακατέψει τις μεταφράσεις, καθώς οι μεταφραστές, από τα αγγλικά συνήθως, το αποδίδουν σαν Ξ.)
Με φόντο λοιπόν την κατασκευή του γιγαντιαίου φράγματος στα «Τρία φαράγγια», που παρά τις αντιρρήσεις των οικολόγων θα αναπτύξει οικονομικά την περιοχή, βλέπουμε τους ανθρώπους να ταλανίζονται από τα προβλήματά τους. Υπάρχει το πρόβλημα του γενικού ξεσπιτωμού, οι ήρωές μας όμως έχουν άλλα προβλήματα. Ένας άνδρας ψάχνει μετά από δεκαέξι χρόνια την γυναίκα και την κόρη του. Την είχε περίπου «αγοράσει», όπως αγόραζαν τα κορίτσια σ’ αυτή την φτωχική περιοχή, όταν ήταν μικρούλα, και αυτή λίγο αργότερα τον εγκατέλειψε. Μια γυναίκα ψάχνει τον άντρα της που έχει διευθυντικό ρόλο στα έργα κατεδάφισης, που εδώ και δυο χρόνια την έχει παρατημένη στην επαρχία όπου ζούσαν, επικοινωνώντας ελάχιστα μαζί της. Το εφέ της έκπληξης έρχεται όταν μαθαίνουμε ότι τον ψάχνει για να του ζητήσει διαζύγιο, γιατί στο μεταξύ ερωτεύτηκε άλλον άντρα. Μια ομάδα εργατών κατεδάφισης πάει να σπάσει στο ξύλο μια άλλη ομάδα, και σε έναν άλλο ξυλοδαρμό σκοτώνεται ένας εργάτης. Οι φίλοι του βρίσκουν το πτώμα του κάτω από ένα σωρό τούβλα. Αυτά, με φόντο την κατασκευή του μεγάλου φράγματος.
Είναι λοιπόν τα πάντα τόσο απογοητευτικά; Ο Jia Zhang Ke ισορροπεί τον πεσιμισμό του με μια νότα αισιοδοξίας στο τέλος του έργου. Ο άνδρας που έψαχνε την κόρη του τα ξαναβρίσκει με τη γυναίκα του, η οποία όλα αυτά τα χρόνια, όπως ομολογεί, δεν έζησε ευτυχισμένη. Όμως καθώς είναι «χρεωμένη» στο αφεντικό της για τα χρέη του αδελφού της, όπως η Glory στο Mad dog and Glory που ξαναείδα προχθές (το ξαναέπαιξε κάποιο κανάλι και το έγραψα, Uma Thurman και Ρόμπερτ ντε Νίρο, κάτι πρέπει να γράψω κάποτε για τους μοναξιασμένους -νεολογισμός της Μάρως Βαμβουνάκη που μου άρεσε- αντιήρωες του αμερικάνικου σινεμά), ο καλός άνθρωπος από το Σανχιά θα γυρίσει στην πατρίδα του να δουλέψει ένα χρόνο για να την ξεχρεώσει. Ο Ρόμπερτ ντε Νίρο είναι πιο ανυπόμονος, θα ψάξει για δανεικά, δεν καταφέρνει όμως να μαζέψει όλο το ποσό, και στο τέλος θα παλέψει με το αφεντικό της Glory για να την κρατήσει. Του είχε σώσει κάποτε τη ζωή και αυτός, εξαντλημένος από το ξύλο, θα του την αφήσει μεγαλόψυχα. Του την είχε κάνει δώρο για μια βδομάδα, τώρα του την αφήνει για πάντα.
Ακίνητα πλάνα, με τους ήρωες φειδωλούς στις κινήσεις τους να μιλούν με σύντομες φράσεις, ήταν ό,τι κι ό,τι για να ξαναθυμηθώ λίγο τα κινέζικά μου.
Η ραδιοτηλεόραση δεν έγραφε για την ταινία. Απλά πήρα την απόφαση να γράφω την «Κινηματογραφική Λέσχη», την καλύτερη εκπομπή που υπάρχει για τον κινηματογράφο, με τις σύντομες αλλά εμπεριστατωμένες εισαγωγές του Γιάννη Μπακογιαννόπουλου, και όταν έβαλα το dvd για να το δω, με έκπληξη είδα ότι επρόκειτο για κινέζικη ταινία.
Αγοράζω τη ραδιοτηλεόραση, και σε ένα χαρτί πρίντερ γράφω τι ενδιαφέρον υπάρχει, συνήθως έργα και κανένα ντοκυμαντέρ. Γι αυτή τη βδομάδα δεν βρήκα κυριολεκτικά τίποτα. Αύριο (δηλαδή σήμερα) έχει το κανάλι της Βουλής τους Λομβαρδούς του Βέρντι, που το έχω γράψει από παλιότερη μετάδοση. Έχω όμως μια dvd-θήκη των τύψεων, κατά το «ράφι των τύψεων» για τα αδιάβαστα βιβλία (το έγραψε νομίζω η Εαρινή Συμφωνία), με έργα που έχω γράψει και δεν έχω δει. Έχω να βγάλω τη βδομάδα.
Book review, movie criticism
Sunday, November 30, 2008
Thursday, November 27, 2008
Ιωάννα Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη, Λογοτεχνία, Γλώσσα και Εκπαίδευση
Ιωάννα Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη, Λογοτεχνία, Γλώσσα και Εκπαίδευση, Πατάκης 2006
(Δημοσιεύτηκε στη "Φιλολογική", τ. 104, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2008)
Η Ιωάννα Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών και σχολική σύμβουλος φιλολόγων, συγκέντρωσε σε ένα καλαίσθητο τόμο μελέτες και εισηγήσεις της σε συνέδρια με τίτλο «Λογοτεχνία, Γλώσσα και Εκπαίδευση», δεκατέσσερις τον αριθμό. Απευθυνόμενες κυρίως στον μάχιμο εκπαιδευτικό, έχουν ενδιαφέρον και για ένα ευρύτερο κοινό.
Η πρώτη μελέτη έχει τίτλο «Για μια αποτελεσματική διδασκαλία του λεξιλογίου. Το παιχνίδι με τις λέξεις». Σε αυτό το εκτενές κείμενο η Ιωάννα Παπαβασιλείου, αφού τοποθετήσει θεωρητικά το ζήτημα της λέξης παραθέτοντας σχετικές γλωσσολογικές θεωρίες, προχωρεί στις δικές της προτάσεις διδασκαλίας οι οποίες είναι άκρως ενδιαφέρουσες. Με δεδομένη τη λεξιπενία των σημερινών νέων, μια συστηματική διδασκαλία του λεξιλογίου κρίνεται άκρως απαραίτητη, και η μελέτη αυτή της Χαραλαμπάκη είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τον εκπαιδευτικό.
Η όγδοη μελέτη της επίσης αφορά τη διδακτική, όχι της γλώσσας αυτή τη φορά αλλά της λογοτεχνίας.
Ένα από τα ζητούμενα της σύγχρονης παιδαγωγικής είναι η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών. Παραπέμποντας σε σχετικές ιστοσελίδες, θα επιλέξει τον πιο σύντομο και περιεκτικό ορισμό της κριτικής σκέψης: «Αξιολόγησης της πληροφορίας για τη διαμόρφωση γνώμης και την ανάληψη δράσης». Προσωπικά θα τον έκανα ακόμη πιο σύντομο, παραλείποντας το «την ανάληψη δράσης». Στη συνέχεια αφού παραθέσει ένα μακρύ κατάλογο με παράγοντες που σχετίζονται με την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης προχωρεί στη «συνηγορία λογοτεχνίας» για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης παραθέτοντας στο τέλος μια ενδεικτική διδακτική εφαρμογή στο ποίημα «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.» του Μανώλη Αναγνωστάκη.
Η δεύτερη μελέτη, εισήγηση σε συνέδριο, είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα. Έχει τίτλο «Η ποίηση στο διαδίκτυο». Πρωτοποριακή για την εποχή της (2001), θα αποτελεί σημείο αναφοράς για κάθε μελλοντική μελέτη σε σχέση με τη λογοτεχνία στο διαδίκτυο, όπου οι εξελίξεις είναι ραγδαίες, δημιουργώντας την μεταγουτεμβέργια εποχή.
Το ίδιο ενδιαφέρουσα, με ένα εντελώς πρωτότυπο θέμα, είναι και η μελέτη «Το διαζύγιο ως θεματικό μοτίβο στο σύγχρονο νεανικό μυθιστόρημα. Συγκριτικές αναλύσεις». Μελετάει τρία νεανικά μυθιστορήματα, της Νένας Κοκκινάκη, της Τούλας Τίγκα και της Σοφίας Ζαραμπούκα, και εστιάζεται κυρίως στη στάση των παιδιών απέναντι στο διαζύγιο των γονιών τους στα έργα αυτά.
Η τρίτη και η τέταρτη μελέτη αναφέρονται στους εθνικούς μας ποιητές, τον Διονύσιο Σολωμό και τον Κωστή Παλαμά. Παρόλο που είναι σύντομες και συνιστούν μια γενική παρουσίαση, εμπεριέχουν καίριες και πρωτότυπες παρατηρήσεις για το έργο, την απήχηση και την προσωπικότητα των δυο μεγάλων μας ποιητών.
Η ερμηνευτική-κοινωνιολογική προσέγγιση στην «Τιμή και το χρήμα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη», η επόμενη μελέτη της, διακρίνεται επίσης για την ευστοχία των παρατηρήσεων. Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης χαρακτηρίζεται ως ένας από τους πρώτους φεμινιστές.
Στο φεμινιστικό ζήτημα θα επιστρέψει και στην τελευταία μελέτη της, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Γυναίκα και μέσα μαζικής επικοινωνίας», και με τον πιο χαρακτηριστικό υπότιτλο, που προσδιορίζει ακριβέστερα τη θεματική αλλά και τη στάση της συγγραφέως απέναντι στο γυναικείο ζήτημα, «Τα φανερά και λανθάνοντα αίτια που διαιωνίζουν την ανισότητα σε βάρος της γυναίκας», δίνει μια πιο ευρύτερη προοπτική στη μελέτη της.
Η Ιωάννα Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη, από την Κρήτη όπως και ο υπογράφων, δεν μπορεί να αγνοήσει τον δεύτερο μεγάλο κρητικό συγγραφέα μετά τον Καζαντζάκη, τον Παντελή Πρεβελάκη, και σε σχετική μελέτη κάνει μια γενική αποτίμηση του έργου του. Πέρα από τα πληροφοριακά στοιχεία που παραθέτει για την απήχηση που είχε, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, προσφέρει και ανέκδοτες πληροφορίες, όπως η παρακάτω, χαρακτηριστικές για το ήθος του. Σύζυγος του καθηγητή γλωσσολογίας Χριστόφορου Χαραλαμπάκη παραθέτει επί λέξει όσα εκμυστηρεύτηκε ο Πρεβελάκης στον άντρα της σε σχέση με την υποψηφιότητα του Γιάννη Ρίτσου για την Ακαδημία. «Θα ήμουν ο φυσικός κριτής της υποψηφιότητας του Ρίτσου. Θα τον πρότεινα για ακαδημαϊκό γιατί το αξίζει. Θα σηκωθεί όμως ο … ή ο… και θα μου πουν πως έβγαλε επικήδειο στον Βελουχιώτη ή λόγο στον Λένιν και δεν θα τον κάνουν».
Ενδιαφέρουσα είναι η μελέτη «Μια ιδιάζουσα αφηγηματική τεχνική στο έργο του Ηλία Βενέζη. Περιήγηση στην Αγγλία», καθώς το οδοιπορικό αυτό του Βενέζη είναι ιδιαίτερα πρωτότυπο. Το να περιοδεύεις την Αγγλία και το κάθε τι να σου ανακαλεί την Ελλάδα, αποτελεί μια πρωτοτυπία στην ταξιδιωτική πεζογραφία. Η Παπαβασιλείου ευσυνείδητα παραθέτει τις σχετικές αναφορές.
Το να μελετήσεις το έργο ενός ελάσσονος ποιητή είναι πάντα μια πρόκληση. Την πρόκληση αυτή απεδέχθη η Χαραλαμπάκη μελετώντας τα «Τσιριγώτικα» του Πάνου Φύλλη. Είναι γνωστό εξάλλου ότι πολλοί ελάσσονες δεν κατέλαβαν μια θέση στον κανόνα λόγω του ότι έγραφαν στην περιφέρεια, μακριά από το κέντρο με τους μηχανισμούς διαφήμισης και προώθησης. Οι στίχοι του Φύλλη που παραθέτει η Χαραλαμπάκη είναι αληθινά διαμάντια.
Το να κάνεις ένα επιτυχημένο θεατρικό έργο από ένα αριστουργηματικό διήγημα δεν είναι δύσκολο. Το έκανε ο Γεράσιμος Σταύρου με το «Καληνύχτα Μαργαρίτα», διασκευάζοντας το διήγημα «Μαργαρίτα Περδικάρη» του Δημήτρη Χατζή. Το να κάνεις όμως ένα επιτυχημένο θεατρικό έργο από ένα μυθιστόρημα που δεν είναι αριστούργημα, αυτό είναι δύσκολο. Το κατάφερε ο Ιάκωβος Καμπανέλης διασκευάζοντας το «Παραμύθι χωρίς όνομα» της Πηνελόπης Δέλτα. Και αυτό που κατάφερε ακόμη περισσότερο είναι να προβάλλει «Λαϊκά στοιχεία σε ένα ‘αντιλαϊκό’ παραμύθι». Αυτά τα λαϊκά στοιχεία ανιχνεύει με οξυδέρκεια η Ιωάννα Χαραλαμπάκη στη μελέτη της με τον παραπάνω τίτλο.
«Το θέατρο σκιών μέσα από τις πολυπρισματικές προσεγγίσεις κορυφαίων καραγκιοζοπαιχτών» αποτελεί μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μελέτες αυτού του τόμου. Είναι σπαρταριστά τα επεισόδια που παραθέτει από την ψευδαίσθηση της πραγματικότητας του λαϊκού ακροατηρίου. Εστιάζει όμως κυρίως στην κοινωνική θέση του καραγκιοζοπαίχτη, δηλαδή της πλειοψηφίας τους, γιατί υπήρχαν και εξαιρέσεις. Αγράμματοι, στο κοινωνικό περιθώριο, περιφέρονταν μεταξύ παρανομίας, παιδεραστίας και επαιτείας.
Ο διδακτισμός ήταν πάντα η κατάρα της παιδικής λογοτεχνίας όταν γίνεται άκομψα, θυσιάζοντας την λογοτεχνικότητα σε ένα ηθικοπλαστικό μήνυμα που δίνεται κηρυγματικά. Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις, όπου έργα υψηλής λογοτεχνικότητας εμπεριέχουν θετικά μηνύματα. Η Ιωάννα Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη ανιχνεύει τα «Κοινωνικά και οικολογικά μηνύματα στην παιδική ποίηση της πρώτης εικοσαετίας του 20ου αιώνα», στην ομώνυμη μελέτη της, κάνοντας μια ευσυνείδητη καταγραφή τους.
Θεματικό εύρος αλλά προπαντός βάθος ανάλυσης και οξυδέρκεια στην παρατήρηση χαρακτηρίζουν τις μελέτες αυτές της Ιωάννας Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη, αναδεικνύοντάς την ως μία από τις πιο αξιόλογες ερευνήτριες στον τομέα της Λογοτεχνίας. Διαυγέστατα στη γλώσσα, σαφέστατα στη διατύπωση, ενδιαφέρουν όχι μόνο τον εκπαιδευτικό αλλά και κάθε σκεπτόμενο άτομο.
(Δημοσιεύτηκε στη "Φιλολογική", τ. 104, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2008)
Η Ιωάννα Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών και σχολική σύμβουλος φιλολόγων, συγκέντρωσε σε ένα καλαίσθητο τόμο μελέτες και εισηγήσεις της σε συνέδρια με τίτλο «Λογοτεχνία, Γλώσσα και Εκπαίδευση», δεκατέσσερις τον αριθμό. Απευθυνόμενες κυρίως στον μάχιμο εκπαιδευτικό, έχουν ενδιαφέρον και για ένα ευρύτερο κοινό.
Η πρώτη μελέτη έχει τίτλο «Για μια αποτελεσματική διδασκαλία του λεξιλογίου. Το παιχνίδι με τις λέξεις». Σε αυτό το εκτενές κείμενο η Ιωάννα Παπαβασιλείου, αφού τοποθετήσει θεωρητικά το ζήτημα της λέξης παραθέτοντας σχετικές γλωσσολογικές θεωρίες, προχωρεί στις δικές της προτάσεις διδασκαλίας οι οποίες είναι άκρως ενδιαφέρουσες. Με δεδομένη τη λεξιπενία των σημερινών νέων, μια συστηματική διδασκαλία του λεξιλογίου κρίνεται άκρως απαραίτητη, και η μελέτη αυτή της Χαραλαμπάκη είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τον εκπαιδευτικό.
Η όγδοη μελέτη της επίσης αφορά τη διδακτική, όχι της γλώσσας αυτή τη φορά αλλά της λογοτεχνίας.
Ένα από τα ζητούμενα της σύγχρονης παιδαγωγικής είναι η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών. Παραπέμποντας σε σχετικές ιστοσελίδες, θα επιλέξει τον πιο σύντομο και περιεκτικό ορισμό της κριτικής σκέψης: «Αξιολόγησης της πληροφορίας για τη διαμόρφωση γνώμης και την ανάληψη δράσης». Προσωπικά θα τον έκανα ακόμη πιο σύντομο, παραλείποντας το «την ανάληψη δράσης». Στη συνέχεια αφού παραθέσει ένα μακρύ κατάλογο με παράγοντες που σχετίζονται με την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης προχωρεί στη «συνηγορία λογοτεχνίας» για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης παραθέτοντας στο τέλος μια ενδεικτική διδακτική εφαρμογή στο ποίημα «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.» του Μανώλη Αναγνωστάκη.
Η δεύτερη μελέτη, εισήγηση σε συνέδριο, είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα. Έχει τίτλο «Η ποίηση στο διαδίκτυο». Πρωτοποριακή για την εποχή της (2001), θα αποτελεί σημείο αναφοράς για κάθε μελλοντική μελέτη σε σχέση με τη λογοτεχνία στο διαδίκτυο, όπου οι εξελίξεις είναι ραγδαίες, δημιουργώντας την μεταγουτεμβέργια εποχή.
Το ίδιο ενδιαφέρουσα, με ένα εντελώς πρωτότυπο θέμα, είναι και η μελέτη «Το διαζύγιο ως θεματικό μοτίβο στο σύγχρονο νεανικό μυθιστόρημα. Συγκριτικές αναλύσεις». Μελετάει τρία νεανικά μυθιστορήματα, της Νένας Κοκκινάκη, της Τούλας Τίγκα και της Σοφίας Ζαραμπούκα, και εστιάζεται κυρίως στη στάση των παιδιών απέναντι στο διαζύγιο των γονιών τους στα έργα αυτά.
Η τρίτη και η τέταρτη μελέτη αναφέρονται στους εθνικούς μας ποιητές, τον Διονύσιο Σολωμό και τον Κωστή Παλαμά. Παρόλο που είναι σύντομες και συνιστούν μια γενική παρουσίαση, εμπεριέχουν καίριες και πρωτότυπες παρατηρήσεις για το έργο, την απήχηση και την προσωπικότητα των δυο μεγάλων μας ποιητών.
Η ερμηνευτική-κοινωνιολογική προσέγγιση στην «Τιμή και το χρήμα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη», η επόμενη μελέτη της, διακρίνεται επίσης για την ευστοχία των παρατηρήσεων. Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης χαρακτηρίζεται ως ένας από τους πρώτους φεμινιστές.
Στο φεμινιστικό ζήτημα θα επιστρέψει και στην τελευταία μελέτη της, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Γυναίκα και μέσα μαζικής επικοινωνίας», και με τον πιο χαρακτηριστικό υπότιτλο, που προσδιορίζει ακριβέστερα τη θεματική αλλά και τη στάση της συγγραφέως απέναντι στο γυναικείο ζήτημα, «Τα φανερά και λανθάνοντα αίτια που διαιωνίζουν την ανισότητα σε βάρος της γυναίκας», δίνει μια πιο ευρύτερη προοπτική στη μελέτη της.
Η Ιωάννα Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη, από την Κρήτη όπως και ο υπογράφων, δεν μπορεί να αγνοήσει τον δεύτερο μεγάλο κρητικό συγγραφέα μετά τον Καζαντζάκη, τον Παντελή Πρεβελάκη, και σε σχετική μελέτη κάνει μια γενική αποτίμηση του έργου του. Πέρα από τα πληροφοριακά στοιχεία που παραθέτει για την απήχηση που είχε, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, προσφέρει και ανέκδοτες πληροφορίες, όπως η παρακάτω, χαρακτηριστικές για το ήθος του. Σύζυγος του καθηγητή γλωσσολογίας Χριστόφορου Χαραλαμπάκη παραθέτει επί λέξει όσα εκμυστηρεύτηκε ο Πρεβελάκης στον άντρα της σε σχέση με την υποψηφιότητα του Γιάννη Ρίτσου για την Ακαδημία. «Θα ήμουν ο φυσικός κριτής της υποψηφιότητας του Ρίτσου. Θα τον πρότεινα για ακαδημαϊκό γιατί το αξίζει. Θα σηκωθεί όμως ο … ή ο… και θα μου πουν πως έβγαλε επικήδειο στον Βελουχιώτη ή λόγο στον Λένιν και δεν θα τον κάνουν».
Ενδιαφέρουσα είναι η μελέτη «Μια ιδιάζουσα αφηγηματική τεχνική στο έργο του Ηλία Βενέζη. Περιήγηση στην Αγγλία», καθώς το οδοιπορικό αυτό του Βενέζη είναι ιδιαίτερα πρωτότυπο. Το να περιοδεύεις την Αγγλία και το κάθε τι να σου ανακαλεί την Ελλάδα, αποτελεί μια πρωτοτυπία στην ταξιδιωτική πεζογραφία. Η Παπαβασιλείου ευσυνείδητα παραθέτει τις σχετικές αναφορές.
Το να μελετήσεις το έργο ενός ελάσσονος ποιητή είναι πάντα μια πρόκληση. Την πρόκληση αυτή απεδέχθη η Χαραλαμπάκη μελετώντας τα «Τσιριγώτικα» του Πάνου Φύλλη. Είναι γνωστό εξάλλου ότι πολλοί ελάσσονες δεν κατέλαβαν μια θέση στον κανόνα λόγω του ότι έγραφαν στην περιφέρεια, μακριά από το κέντρο με τους μηχανισμούς διαφήμισης και προώθησης. Οι στίχοι του Φύλλη που παραθέτει η Χαραλαμπάκη είναι αληθινά διαμάντια.
Το να κάνεις ένα επιτυχημένο θεατρικό έργο από ένα αριστουργηματικό διήγημα δεν είναι δύσκολο. Το έκανε ο Γεράσιμος Σταύρου με το «Καληνύχτα Μαργαρίτα», διασκευάζοντας το διήγημα «Μαργαρίτα Περδικάρη» του Δημήτρη Χατζή. Το να κάνεις όμως ένα επιτυχημένο θεατρικό έργο από ένα μυθιστόρημα που δεν είναι αριστούργημα, αυτό είναι δύσκολο. Το κατάφερε ο Ιάκωβος Καμπανέλης διασκευάζοντας το «Παραμύθι χωρίς όνομα» της Πηνελόπης Δέλτα. Και αυτό που κατάφερε ακόμη περισσότερο είναι να προβάλλει «Λαϊκά στοιχεία σε ένα ‘αντιλαϊκό’ παραμύθι». Αυτά τα λαϊκά στοιχεία ανιχνεύει με οξυδέρκεια η Ιωάννα Χαραλαμπάκη στη μελέτη της με τον παραπάνω τίτλο.
«Το θέατρο σκιών μέσα από τις πολυπρισματικές προσεγγίσεις κορυφαίων καραγκιοζοπαιχτών» αποτελεί μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μελέτες αυτού του τόμου. Είναι σπαρταριστά τα επεισόδια που παραθέτει από την ψευδαίσθηση της πραγματικότητας του λαϊκού ακροατηρίου. Εστιάζει όμως κυρίως στην κοινωνική θέση του καραγκιοζοπαίχτη, δηλαδή της πλειοψηφίας τους, γιατί υπήρχαν και εξαιρέσεις. Αγράμματοι, στο κοινωνικό περιθώριο, περιφέρονταν μεταξύ παρανομίας, παιδεραστίας και επαιτείας.
Ο διδακτισμός ήταν πάντα η κατάρα της παιδικής λογοτεχνίας όταν γίνεται άκομψα, θυσιάζοντας την λογοτεχνικότητα σε ένα ηθικοπλαστικό μήνυμα που δίνεται κηρυγματικά. Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις, όπου έργα υψηλής λογοτεχνικότητας εμπεριέχουν θετικά μηνύματα. Η Ιωάννα Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη ανιχνεύει τα «Κοινωνικά και οικολογικά μηνύματα στην παιδική ποίηση της πρώτης εικοσαετίας του 20ου αιώνα», στην ομώνυμη μελέτη της, κάνοντας μια ευσυνείδητη καταγραφή τους.
Θεματικό εύρος αλλά προπαντός βάθος ανάλυσης και οξυδέρκεια στην παρατήρηση χαρακτηρίζουν τις μελέτες αυτές της Ιωάννας Παπαβασιλείου – Χαραλαμπάκη, αναδεικνύοντάς την ως μία από τις πιο αξιόλογες ερευνήτριες στον τομέα της Λογοτεχνίας. Διαυγέστατα στη γλώσσα, σαφέστατα στη διατύπωση, ενδιαφέρουν όχι μόνο τον εκπαιδευτικό αλλά και κάθε σκεπτόμενο άτομο.
Saturday, November 22, 2008
Στέλλα Αρκάδη, Των παιδιών
Στέλλα Αρκάδη, Των παιδιών, Αθήνα 2007, Εριφύλη
Δημοσιεύτηκε στα Κρητικά Επίκαιρα, Οκτώβρης 2008
Η Στέλλα Αρκάδη είναι μια ποιήτρια που παρακολουθώ εδώ και χρόνια, από την πρώτη της κιόλας ποιητική συλλογή με τίτλο «Χωρίς Εισαγωγικά» που εκδόθηκε το 1991 από το «Εργαστήριο Τέχνης και Λόγου». Την παρουσιάσαμε στα Κρητικά Επίκαιρα, όπως και όλο το επόμενο έργο της, μιας και είναι ιδιαίτερα αξιόλογο. Σήμερα θα παρουσιάσουμε την ένατη ποιητική της συλλογή με τίτλο Των παιδιών, τίτλος που με τη γενική του μας παραπέμπει στην προηγούμενη ποιητική της συλλογή, Των αγαπημένων, με την οποία συνιστά έτσι μια άτυπη ενότητα.
Τα παιδιά εκλύουν πάντα αισθήματα αγάπης και τρυφερότητας. Στον τριτοκοσμικό κινηματογράφο, ιδιαίτερα στον ιρανικό του οποίου είμαι φαν, τα βλέπω να πρωταγωνιστούν αρκετές φορές. Έτσι διαβάζω με συγκίνηση την τελευταία αυτή ποιητική συλλογή της Αρκάδη.
Τα παιδιά λοιπόν είναι το θέμα. Στα περισσότερα απ’ αυτά είναι η αφηγηματική φωνή, ενώ σε ένα είναι ο αποδέκτης της αφήγησης: «Έι, συ μικρό. /Έλα να καθίσεις δίπλα μου, αλλά να μην αρθρώσεις/ να μην προβλέψεις, και να μη φοβηθείς» (σελ. 22). «Κι αν βγει αληθινό, μαμά;» (σελ. 16), αναρωτιέται το παιδί ακούγοντας το παραμύθι για την «Αρκούδα» στο ομότιτλο ποίημα. Και στο πρώτο νανούρισμα (για την ακρίβεια «Νανούρισμα πρώτο») λέει το παιδί με παράπονο, σε μια ειρωνική αντιστροφή: «Νάνι, νάνι μαμά. Βιαστική μαμά». Στη «Συνομιλία» αναφέρει η αφηγηματική φωνή: «Έτσι αρχίζω να συνομιλώ με τα νεκρά παιδιά».
Σε κάθε καταστροφή τα παιδιά είναι τα πρώτα θύματα. Οι φωτογραφίες που συνόδευαν τα ρεπορτάζ από τον εμφύλιο της Μπιάφρα ήταν συνήθως εικόνες πεινασμένων παιδιών.
Στο ποίημα «Τα τελώνια» η Αρκάδη εκφράζει τη διαμαρτυρία της: Γιατί η λαϊκή παράδοση θέλει τα αβάφτιστα παιδιά να γίνονται τελώνια; Είναι τόσο συγκινητικό το ποίημα αυτό, που το παραθέτω ολόκληρο.
Τ’ αβάφτιστα, τα θάβουν στον περίβολο
Της Αγίας Κυριακής.
Λένε πώς κλαίνε τις νύχτες.
Δεν έχουν μέρος να πάνε.
Οι Ορθόδοξοι δεν έχουν Limbo γι αυτά).
Περιμένω να νυχτώσει για να τ’ ακούσω.
Τα πόδια μου στο νερό της Πηγής
ανάμεσα στο κάρδαμο και τ’ αγριοσέλινο
μια ευτυχία κατακαλόκαιρο θεόσταλτη.
Να, μέρος ωραίο για τα τελώνια τ’ αβάφτιστα.
Τι τον θέλουν τον ουρανό.
Διαβάζοντας το στίχο «Ο κύριος Τσαϊκόφσκι στέλνει την ωραία του ντάμα…» (διακειμενική αναφορά στην όπερά του «Ντάμα Πίκα») μου έρχεται συνειρμικά στο μυαλό ένας άλλος μουσικός, ο Γκούσταβ Μάλερ, και συγκεκριμένα ένα κομμάτι του που είχα να το ακούσω χρόνια, το Kindertotenlieder, Τα τραγούδια των νεκρών παιδιών.
Στην αφήγηση διαβάζουμε: «Τα παιδιά τα σκοτώνουν./ Όλοι οι δαιμόνοι σκοτώνουν τα παιδιά».
Και θυμάμαι πάλι μια εκπομπή του Κούλογλου για τη Ρουάντα, όπου ο «Δαίμονας» της γενοκτονίας των Τούτσι, ο Χούτου πρόεδρος της χώρας ο οποίος δικάστηκε αργότερα στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης, φείσθηκε της ζωής των παιδιών ενός ορφανοτροφείου που οι άνδρες του ήταν έτοιμοι να σκοτώσουν, μετά από παράκληση δυτικού δημοσιογράφου.
Όμως να παραθέσουμε ακόμη το συγκινητικό τετράστιχο με το οποίο τελειώνουν τα «Ξένα φτερά».
Τα φτερά είναι του πεθαμένου παιδιού
Κόλλησαν στο κορμί μου.
Για να πετάξουν˙ για να πεθάνω.
Και να τους κάνω παρέα. (σελ. 19).
Κι ακόμη:
Κι ο ερωτευμένος θάνατος
Θάλλει στα μάγουλα του νεκρού κοριτσιού (σελ. 26, από το «Ο ερωτευμένος θάνατος».
Η σύγχρονη ποίηση είναι ολιγόστιχη και όχι προγραμματική. Ο ποιητής γράφει σε στιγμές έμπνευσης, πράγμα που δύσκολα μπορούμε να το φανταστούμε για τον Κορνάρο όταν έγραφε τον Ερωτόκριτο, αλλά και για ποιητές όπως ο Παλαμάς όταν έγραφε τον Δωδεκάλογο του γύφτου και τη Φλογέρα του βασιλιά. Το θέμα μπορεί να επηρεάζει την έμπνευση, αλλά όχι πάντα. Έτσι συνήθως στις ποιητικές συλλογές τον τίτλο τον δίνει μια θεματική ενότητα στην οποία υπάγονται τα περισσότερα ίσως ποιήματα, όμως υπάρχουν και άλλα που η έμπνευση της στιγμής αψήφησε την θεματική πρόθεση. Αυτά τα ποιήματα τα αφήνει για το δεύτερο μέρος της συλλογής της η Αρκάδη, σε δυο ενότητες, η πρώτη με τον σεμνό τίτλο «Επιλογικά», όπου τα παιδιά εμφανίζονται και πάλι άλλα όχι πρωταγωνιστικά, και η δεύτερη με τον ακόμη πιο σεμνό «Μικρά ανεπίδοτα άτιτλα». Η ίδια λυρική ευαισθησία με την ευφάνταστη εικονοπλασία της χαρακτηρίζει και αυτά τα ποιήματα, όπως και εκείνα που δίνουν τον τίτλο στη συλλογή.
Θα κλείσουμε την παρουσίαση αυτή με ένα δίστιχο, αλλά πιο πριν θα ήθελα να κάνω μια εισαγωγή για να το κάνουν πιο κατανοητό. Ο μεγάλος γερμανός ηθολόγος Κόνραντ Λόρεντς μιλάει για την έννοια της νεοτονίας.
Τι είναι αυτή.
Ο άνθρωπος, ο μόνος από όλα τα ζώα, διατηρεί χαρακτηριστικά της παιδικότητάς του σε όλη την ώριμη ζωή του. Αναφέρει σαν παράδειγμα μια τελετή σε ένα πανεπιστήμιο με τους καθηγητές να πορεύονται σε πορεία, φορώντας τις καθηγητικές στολές τους. Ξαφνικά ένας απ’ αυτούς δίνει μια κλωτσιά στον μπροστινό του. Ο Λόρεντς δεν το θεώρησε απρέπεια, αλλά απλά μια παιδική σκανταλιά.
Και το δίστιχο:
Όταν δεν θα ’μαι παιδί
θα είμαι ένα τίποτα.
Δημοσιεύτηκε στα Κρητικά Επίκαιρα, Οκτώβρης 2008
Η Στέλλα Αρκάδη είναι μια ποιήτρια που παρακολουθώ εδώ και χρόνια, από την πρώτη της κιόλας ποιητική συλλογή με τίτλο «Χωρίς Εισαγωγικά» που εκδόθηκε το 1991 από το «Εργαστήριο Τέχνης και Λόγου». Την παρουσιάσαμε στα Κρητικά Επίκαιρα, όπως και όλο το επόμενο έργο της, μιας και είναι ιδιαίτερα αξιόλογο. Σήμερα θα παρουσιάσουμε την ένατη ποιητική της συλλογή με τίτλο Των παιδιών, τίτλος που με τη γενική του μας παραπέμπει στην προηγούμενη ποιητική της συλλογή, Των αγαπημένων, με την οποία συνιστά έτσι μια άτυπη ενότητα.
Τα παιδιά εκλύουν πάντα αισθήματα αγάπης και τρυφερότητας. Στον τριτοκοσμικό κινηματογράφο, ιδιαίτερα στον ιρανικό του οποίου είμαι φαν, τα βλέπω να πρωταγωνιστούν αρκετές φορές. Έτσι διαβάζω με συγκίνηση την τελευταία αυτή ποιητική συλλογή της Αρκάδη.
Τα παιδιά λοιπόν είναι το θέμα. Στα περισσότερα απ’ αυτά είναι η αφηγηματική φωνή, ενώ σε ένα είναι ο αποδέκτης της αφήγησης: «Έι, συ μικρό. /Έλα να καθίσεις δίπλα μου, αλλά να μην αρθρώσεις/ να μην προβλέψεις, και να μη φοβηθείς» (σελ. 22). «Κι αν βγει αληθινό, μαμά;» (σελ. 16), αναρωτιέται το παιδί ακούγοντας το παραμύθι για την «Αρκούδα» στο ομότιτλο ποίημα. Και στο πρώτο νανούρισμα (για την ακρίβεια «Νανούρισμα πρώτο») λέει το παιδί με παράπονο, σε μια ειρωνική αντιστροφή: «Νάνι, νάνι μαμά. Βιαστική μαμά». Στη «Συνομιλία» αναφέρει η αφηγηματική φωνή: «Έτσι αρχίζω να συνομιλώ με τα νεκρά παιδιά».
Σε κάθε καταστροφή τα παιδιά είναι τα πρώτα θύματα. Οι φωτογραφίες που συνόδευαν τα ρεπορτάζ από τον εμφύλιο της Μπιάφρα ήταν συνήθως εικόνες πεινασμένων παιδιών.
Στο ποίημα «Τα τελώνια» η Αρκάδη εκφράζει τη διαμαρτυρία της: Γιατί η λαϊκή παράδοση θέλει τα αβάφτιστα παιδιά να γίνονται τελώνια; Είναι τόσο συγκινητικό το ποίημα αυτό, που το παραθέτω ολόκληρο.
Τ’ αβάφτιστα, τα θάβουν στον περίβολο
Της Αγίας Κυριακής.
Λένε πώς κλαίνε τις νύχτες.
Δεν έχουν μέρος να πάνε.
Οι Ορθόδοξοι δεν έχουν Limbo γι αυτά).
Περιμένω να νυχτώσει για να τ’ ακούσω.
Τα πόδια μου στο νερό της Πηγής
ανάμεσα στο κάρδαμο και τ’ αγριοσέλινο
μια ευτυχία κατακαλόκαιρο θεόσταλτη.
Να, μέρος ωραίο για τα τελώνια τ’ αβάφτιστα.
Τι τον θέλουν τον ουρανό.
Διαβάζοντας το στίχο «Ο κύριος Τσαϊκόφσκι στέλνει την ωραία του ντάμα…» (διακειμενική αναφορά στην όπερά του «Ντάμα Πίκα») μου έρχεται συνειρμικά στο μυαλό ένας άλλος μουσικός, ο Γκούσταβ Μάλερ, και συγκεκριμένα ένα κομμάτι του που είχα να το ακούσω χρόνια, το Kindertotenlieder, Τα τραγούδια των νεκρών παιδιών.
Στην αφήγηση διαβάζουμε: «Τα παιδιά τα σκοτώνουν./ Όλοι οι δαιμόνοι σκοτώνουν τα παιδιά».
Και θυμάμαι πάλι μια εκπομπή του Κούλογλου για τη Ρουάντα, όπου ο «Δαίμονας» της γενοκτονίας των Τούτσι, ο Χούτου πρόεδρος της χώρας ο οποίος δικάστηκε αργότερα στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης, φείσθηκε της ζωής των παιδιών ενός ορφανοτροφείου που οι άνδρες του ήταν έτοιμοι να σκοτώσουν, μετά από παράκληση δυτικού δημοσιογράφου.
Όμως να παραθέσουμε ακόμη το συγκινητικό τετράστιχο με το οποίο τελειώνουν τα «Ξένα φτερά».
Τα φτερά είναι του πεθαμένου παιδιού
Κόλλησαν στο κορμί μου.
Για να πετάξουν˙ για να πεθάνω.
Και να τους κάνω παρέα. (σελ. 19).
Κι ακόμη:
Κι ο ερωτευμένος θάνατος
Θάλλει στα μάγουλα του νεκρού κοριτσιού (σελ. 26, από το «Ο ερωτευμένος θάνατος».
Η σύγχρονη ποίηση είναι ολιγόστιχη και όχι προγραμματική. Ο ποιητής γράφει σε στιγμές έμπνευσης, πράγμα που δύσκολα μπορούμε να το φανταστούμε για τον Κορνάρο όταν έγραφε τον Ερωτόκριτο, αλλά και για ποιητές όπως ο Παλαμάς όταν έγραφε τον Δωδεκάλογο του γύφτου και τη Φλογέρα του βασιλιά. Το θέμα μπορεί να επηρεάζει την έμπνευση, αλλά όχι πάντα. Έτσι συνήθως στις ποιητικές συλλογές τον τίτλο τον δίνει μια θεματική ενότητα στην οποία υπάγονται τα περισσότερα ίσως ποιήματα, όμως υπάρχουν και άλλα που η έμπνευση της στιγμής αψήφησε την θεματική πρόθεση. Αυτά τα ποιήματα τα αφήνει για το δεύτερο μέρος της συλλογής της η Αρκάδη, σε δυο ενότητες, η πρώτη με τον σεμνό τίτλο «Επιλογικά», όπου τα παιδιά εμφανίζονται και πάλι άλλα όχι πρωταγωνιστικά, και η δεύτερη με τον ακόμη πιο σεμνό «Μικρά ανεπίδοτα άτιτλα». Η ίδια λυρική ευαισθησία με την ευφάνταστη εικονοπλασία της χαρακτηρίζει και αυτά τα ποιήματα, όπως και εκείνα που δίνουν τον τίτλο στη συλλογή.
Θα κλείσουμε την παρουσίαση αυτή με ένα δίστιχο, αλλά πιο πριν θα ήθελα να κάνω μια εισαγωγή για να το κάνουν πιο κατανοητό. Ο μεγάλος γερμανός ηθολόγος Κόνραντ Λόρεντς μιλάει για την έννοια της νεοτονίας.
Τι είναι αυτή.
Ο άνθρωπος, ο μόνος από όλα τα ζώα, διατηρεί χαρακτηριστικά της παιδικότητάς του σε όλη την ώριμη ζωή του. Αναφέρει σαν παράδειγμα μια τελετή σε ένα πανεπιστήμιο με τους καθηγητές να πορεύονται σε πορεία, φορώντας τις καθηγητικές στολές τους. Ξαφνικά ένας απ’ αυτούς δίνει μια κλωτσιά στον μπροστινό του. Ο Λόρεντς δεν το θεώρησε απρέπεια, αλλά απλά μια παιδική σκανταλιά.
Και το δίστιχο:
Όταν δεν θα ’μαι παιδί
θα είμαι ένα τίποτα.
Sunday, November 16, 2008
Γιώργος Ιωάννου, Επιτάφιος Θρήνος
Γιώργος Ιωάννου, Επιτάφιος Θρήνος
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε, ανάμεσα στα άλλα: «Το ομώνυμο πεζογράφημα που δίνει τον τίτλο στο βιβλίο είναι ένα κείμενο που αγαπήθηκε πολύ – ένα πεζογράφημα που περιέχει το ύφος, το ήθος και την εξέλιξη της γραφής του Ιωάννου».
Όντως υπάρχει μια εξέλιξη στη γραφή και στη θεματολογία του Ιωάννου, και αυτή θα συζητήσουμε τώρα.
Ο Καβάφης χώρισε τα ποιήματά του σε ιστορικά, φιλοσοφικά και ηδονικά. Θα μπορούσαμε κι εμείς να κάνουμε ένα ανάλογο διαχωρισμό στα διηγήματα του Ιωάννου: Τα αυτοβιογραφικά (Η μόνη κληρονομιά, Το δικό μας αίμα, Πολλαπλά κατάγματα), τα φανταστικά (με πεποιημένη πλοκή) και τα ηδονικά. Ο Επιτάφιος Θρήνος ανήκει στα τελευταία. Το «ηδονικό» στοιχείο κυριαρχεί, λίγο πολύ, σε όλα τα διηγήματα. Είτε με την αμεσότητα της πλοκής είτε με τον υπαινικτικό λόγο της αφήγησης, όπως π.χ. «Είμαι σίγουρος πώς θα ’πε καλά λόγια για μένα στην αρραβωνιαστικιά του. Ευτυχισμένη κοπελίτσα, συλλογιόμουνα. Και ήξερα πολύ καλά τι έλεγα» (σελ. 84).
Ας μη μείνουμε και πολύ σ’ αυτό – για μένα θα ήταν και επικίνδυνο – και ας πάμε παρακάτω.
Στην πλοκή τριών τουλάχιστον από τα διηγήματά του υπάρχει μια σύγκριση. Στον «Επιτάφιο θρήνο», το πρώτο διήγημα της συλλογής, έχουμε το σώμα του Χριστού που κείτεται στον Επιτάφιο και το σώμα ενός ωραίου υπαξιωματικού. Στο τέλος έχουμε και μια μεταφορά, της Ανάστασης ως την ερωτική συνεύρεση ενός ζευγαριού: «Όμως το πρωινό, την ώρα που πυκνώνουν στην εκκλησιά οι υπαινιγμοί για την Ανάσταση… μας ξύπνησαν οι δονήσεις του υπαξιωματικού, που ολόλαμπρος σαν ήλιος νέος και αήττητος, μας φώναζε να δούμε και του ζεύγους την ανάσταση (κρυφοκοίταζαν από τρύπα του δωματίου του ξενοδοχείου τους), που σ’ ένα όλο ευλυγισία σύμπλεγμα σφάδαζε πάνω στο σουσταλίδικο κρεβάτι του» (σελ. 20-21). Και λίγο πιο κάτω: «Τι διαφορά υπάρχει ανάμεσα στον Ερυθρό και στον Ξύλινο Σταυρό;» (σελ. 21). Κατά διαστήματα υπάρχουν εδάφια από την αγία Γραφή, όπως «στους ουρανούς ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται αλλά εισιν ως άγγελοι Θεού» (σελ. 21), που είναι από κάποιο κατά Μάρκου ευαγγέλιο, δεν μας λέει ποιο. Στους μουσουλμανικούς ουρανούς, αντίθετα, υπάρχει σεξ, αλλά μόνο για τους άνδρες. Για τις γυναίκες απ’ όσο ξέρω δεν υπάρχει πρόβλεψη.
Στο «Τραπέζι της εκκλησίας» μας μιλάει για ένα τραπέζι που, κατά περίπτωση, το χρησιμοποιούσαν για δεξιώσεις, για να αποθέτουν τους νεκρούς και για ερωτική συνεύρεση.
Στην «Ολική έκλειψη» έχουμε πάλι τη σύγκριση: «Ο ήλιος είναι ο άνδρας» είπαμε εμείς, το λέει και τα’ όνομά του». «Πού ξέρετε εσείς απ’ αυτά;», είπε με ύφος (σελ. 79).
Πιο κάτω η έκλειψη παρομοιάζεται με τη συνουσία: «Την είχαν πέντε νταγκλαράδες όλη μέρα στη ρεματιά. Της παίζανε την έκλειψη» (σελ. 79).
Ο Ιωάννου καταφεύγει στην μοντερνιστική ανοικείωση για να δώσει λογοτεχνικότητα στα διηγήματά του. Έτσι χρησιμοποιεί το εφέ της μακροπεριόδου, προσπαθώντας να δώσει ένα ασθματικό και εξομολογητικό τόνο στη γραφή του, που όμως κουράζει τον αναγνώστη που θα ήθελε να διαβάσει ένα διήγημά του πριν τον πάρει ο ύπνος. Στο διήγημα «Το τραπέζι της εκκλησίας» οδηγείται ολότελα στην υπερβολή. Σε ένα διήγημα δέκα σελίδων έχουμε 10 περιόδους (αν εξαιρέσουμε πέντε μικρά αποσπάσματα από την Αγία Γραφή) με πιο μικρή την τελευταία, 4 γραμμών. Στην τρίτη περίοδο διαβάζεις δυο σελίδες μέχρι να συναντήσεις τελεία.
Τα διηγήματα που μας άρεσαν περισσότερο ήταν το προτελευταίο, «Η δασκάλα», και το τελευταίο, «Η κυρία Μινωταύρου».
Το τελευταίο έχει την αρετή ενός καλού αφηγήματος: Σασπένς. Πού εξαφανίζεται ο μαθητής της δασκάλας τον οποίο φιλοξενεί, με τον οποίο κοιμάται μαζί χωρίς να κάνουν σεξ, όχι γιατί δεν θέλει αυτή αλλά γιατί δεν θέλει αυτός;
Θα το ανακαλύψουμε στο τέλος μαζί της: στην ταράτσα της πολυκατοικίας της, όπου κάνει μπανιστήρι απέναντι. Είναι ηδονοβλεψίας.
Και το τελευταίο;
Εδώ ο Ιωάννου επιστρέφει στο χιούμορ της Μόνης κληρονομιάς. Αναφέρεται στις περιπέτειες δυο τραβεστί, με σπαρταριστό τρόπο, χρησιμοποιώντας διάφορα εφέ, όπως το εφέ της παρονομασίας: «-Άρια, Άριά μου, πες μου μια άρια από την τραβιάτα του Μπερντέ. – Εγώ μονάχα απ’ την τραβιόλα μπορώ να πω άριες» (σελ. 154, μαζί με εφέ ομωνυμίας), «…εκείνη ακριβώς τη στιγμή έμπαινε ο Βησσάρης στη Βεσσαραβία του» (σελ. 153), «…κάτι σαν βασίλισσα του Σαββά, μια και ήταν ερωμένη του Σάββα του ποδοσφαιριστή» (σελ. 150), εφέ της υπερβολής: «…απύθμενο μίσος της για οτιδήποτε, έστω και ελάχιστα αριστερό, ακόμα και αριστερό πόδι» (σελ. 156), εφέ της κυριολεξίας: «χαλκέντερος είμαι εγώ, είπε με καυχησιά η Αριάδνη (η τραβεστί). Και δεν φοβάσαι μήπως τους κάνεις καμιά ζημιά;» (εννοείται στο πέος των φίλων της, από τα χάλκινα έντερα σελ. 161), εφέ αντίθεσης με οιονεί νεολογισμό: «…ήταν στις μαύρες της εκείνη τη μέρα. Η αλήθεια είναι ότι σπάνια βρισκόταν στις άσπρες της» (σελ. 149), κ.λπ.
Αυτά για τον Επιτάφιο Θρήνο. Η συνέχεια στο επόμενο, με τα Πολλαπλά κατάγματα.
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε, ανάμεσα στα άλλα: «Το ομώνυμο πεζογράφημα που δίνει τον τίτλο στο βιβλίο είναι ένα κείμενο που αγαπήθηκε πολύ – ένα πεζογράφημα που περιέχει το ύφος, το ήθος και την εξέλιξη της γραφής του Ιωάννου».
Όντως υπάρχει μια εξέλιξη στη γραφή και στη θεματολογία του Ιωάννου, και αυτή θα συζητήσουμε τώρα.
Ο Καβάφης χώρισε τα ποιήματά του σε ιστορικά, φιλοσοφικά και ηδονικά. Θα μπορούσαμε κι εμείς να κάνουμε ένα ανάλογο διαχωρισμό στα διηγήματα του Ιωάννου: Τα αυτοβιογραφικά (Η μόνη κληρονομιά, Το δικό μας αίμα, Πολλαπλά κατάγματα), τα φανταστικά (με πεποιημένη πλοκή) και τα ηδονικά. Ο Επιτάφιος Θρήνος ανήκει στα τελευταία. Το «ηδονικό» στοιχείο κυριαρχεί, λίγο πολύ, σε όλα τα διηγήματα. Είτε με την αμεσότητα της πλοκής είτε με τον υπαινικτικό λόγο της αφήγησης, όπως π.χ. «Είμαι σίγουρος πώς θα ’πε καλά λόγια για μένα στην αρραβωνιαστικιά του. Ευτυχισμένη κοπελίτσα, συλλογιόμουνα. Και ήξερα πολύ καλά τι έλεγα» (σελ. 84).
Ας μη μείνουμε και πολύ σ’ αυτό – για μένα θα ήταν και επικίνδυνο – και ας πάμε παρακάτω.
Στην πλοκή τριών τουλάχιστον από τα διηγήματά του υπάρχει μια σύγκριση. Στον «Επιτάφιο θρήνο», το πρώτο διήγημα της συλλογής, έχουμε το σώμα του Χριστού που κείτεται στον Επιτάφιο και το σώμα ενός ωραίου υπαξιωματικού. Στο τέλος έχουμε και μια μεταφορά, της Ανάστασης ως την ερωτική συνεύρεση ενός ζευγαριού: «Όμως το πρωινό, την ώρα που πυκνώνουν στην εκκλησιά οι υπαινιγμοί για την Ανάσταση… μας ξύπνησαν οι δονήσεις του υπαξιωματικού, που ολόλαμπρος σαν ήλιος νέος και αήττητος, μας φώναζε να δούμε και του ζεύγους την ανάσταση (κρυφοκοίταζαν από τρύπα του δωματίου του ξενοδοχείου τους), που σ’ ένα όλο ευλυγισία σύμπλεγμα σφάδαζε πάνω στο σουσταλίδικο κρεβάτι του» (σελ. 20-21). Και λίγο πιο κάτω: «Τι διαφορά υπάρχει ανάμεσα στον Ερυθρό και στον Ξύλινο Σταυρό;» (σελ. 21). Κατά διαστήματα υπάρχουν εδάφια από την αγία Γραφή, όπως «στους ουρανούς ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται αλλά εισιν ως άγγελοι Θεού» (σελ. 21), που είναι από κάποιο κατά Μάρκου ευαγγέλιο, δεν μας λέει ποιο. Στους μουσουλμανικούς ουρανούς, αντίθετα, υπάρχει σεξ, αλλά μόνο για τους άνδρες. Για τις γυναίκες απ’ όσο ξέρω δεν υπάρχει πρόβλεψη.
Στο «Τραπέζι της εκκλησίας» μας μιλάει για ένα τραπέζι που, κατά περίπτωση, το χρησιμοποιούσαν για δεξιώσεις, για να αποθέτουν τους νεκρούς και για ερωτική συνεύρεση.
Στην «Ολική έκλειψη» έχουμε πάλι τη σύγκριση: «Ο ήλιος είναι ο άνδρας» είπαμε εμείς, το λέει και τα’ όνομά του». «Πού ξέρετε εσείς απ’ αυτά;», είπε με ύφος (σελ. 79).
Πιο κάτω η έκλειψη παρομοιάζεται με τη συνουσία: «Την είχαν πέντε νταγκλαράδες όλη μέρα στη ρεματιά. Της παίζανε την έκλειψη» (σελ. 79).
Ο Ιωάννου καταφεύγει στην μοντερνιστική ανοικείωση για να δώσει λογοτεχνικότητα στα διηγήματά του. Έτσι χρησιμοποιεί το εφέ της μακροπεριόδου, προσπαθώντας να δώσει ένα ασθματικό και εξομολογητικό τόνο στη γραφή του, που όμως κουράζει τον αναγνώστη που θα ήθελε να διαβάσει ένα διήγημά του πριν τον πάρει ο ύπνος. Στο διήγημα «Το τραπέζι της εκκλησίας» οδηγείται ολότελα στην υπερβολή. Σε ένα διήγημα δέκα σελίδων έχουμε 10 περιόδους (αν εξαιρέσουμε πέντε μικρά αποσπάσματα από την Αγία Γραφή) με πιο μικρή την τελευταία, 4 γραμμών. Στην τρίτη περίοδο διαβάζεις δυο σελίδες μέχρι να συναντήσεις τελεία.
Τα διηγήματα που μας άρεσαν περισσότερο ήταν το προτελευταίο, «Η δασκάλα», και το τελευταίο, «Η κυρία Μινωταύρου».
Το τελευταίο έχει την αρετή ενός καλού αφηγήματος: Σασπένς. Πού εξαφανίζεται ο μαθητής της δασκάλας τον οποίο φιλοξενεί, με τον οποίο κοιμάται μαζί χωρίς να κάνουν σεξ, όχι γιατί δεν θέλει αυτή αλλά γιατί δεν θέλει αυτός;
Θα το ανακαλύψουμε στο τέλος μαζί της: στην ταράτσα της πολυκατοικίας της, όπου κάνει μπανιστήρι απέναντι. Είναι ηδονοβλεψίας.
Και το τελευταίο;
Εδώ ο Ιωάννου επιστρέφει στο χιούμορ της Μόνης κληρονομιάς. Αναφέρεται στις περιπέτειες δυο τραβεστί, με σπαρταριστό τρόπο, χρησιμοποιώντας διάφορα εφέ, όπως το εφέ της παρονομασίας: «-Άρια, Άριά μου, πες μου μια άρια από την τραβιάτα του Μπερντέ. – Εγώ μονάχα απ’ την τραβιόλα μπορώ να πω άριες» (σελ. 154, μαζί με εφέ ομωνυμίας), «…εκείνη ακριβώς τη στιγμή έμπαινε ο Βησσάρης στη Βεσσαραβία του» (σελ. 153), «…κάτι σαν βασίλισσα του Σαββά, μια και ήταν ερωμένη του Σάββα του ποδοσφαιριστή» (σελ. 150), εφέ της υπερβολής: «…απύθμενο μίσος της για οτιδήποτε, έστω και ελάχιστα αριστερό, ακόμα και αριστερό πόδι» (σελ. 156), εφέ της κυριολεξίας: «χαλκέντερος είμαι εγώ, είπε με καυχησιά η Αριάδνη (η τραβεστί). Και δεν φοβάσαι μήπως τους κάνεις καμιά ζημιά;» (εννοείται στο πέος των φίλων της, από τα χάλκινα έντερα σελ. 161), εφέ αντίθεσης με οιονεί νεολογισμό: «…ήταν στις μαύρες της εκείνη τη μέρα. Η αλήθεια είναι ότι σπάνια βρισκόταν στις άσπρες της» (σελ. 149), κ.λπ.
Αυτά για τον Επιτάφιο Θρήνο. Η συνέχεια στο επόμενο, με τα Πολλαπλά κατάγματα.
Άρης Χαραλαμπάκης, Ικάριος Άνεμος
Άρης Χαραλαμπάκης, Ικάριος Άνεμος, Αθήνα 2008
Δημοσιεύτηκε στο "Μεθόριος του Αιγαίου", τ. 30, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2008
Ο Άρης Χαραλαμπάκης, καρδιολόγος, αντιστράτηγος υγειονομικού εν αποστρατεία, εξέδωσε πρόσφατα την πέμπτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Ικάριος άνεμος» σε μια πολυτελή έκδοση, με εξαίρετη εικονογράφηση από τον Γιώργο Σταθόπουλο, πτυχιούχο της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών.
Στο τελευταίο μυθιστόρημα της Ελένης Γκίκα Υγρός χρόνος υπάρχουν τρεις σελίδες με απαρίθμηση των λόγων για τους οποίους γράφει ένας λογοτέχνης. Απουσιάζει ο λόγος για τον οποίο άρχισε να γράφει ποίηση ο Άρης Χαραλαμπάκης: για να απαλύνει τον πόνο από το θάνατο του γιου του, φοιτητή στη Θεσσαλονίκη, που πέθανε από τροχαίο. Υπάρχει πράγματι καλύτερη παραμυθία από την τέχνη, και μάλιστα την ποίηση, για τις ατυχίες που μπορούν να μας βρουν στη ζωή;
Ο Άρης Χαραλαμπάκης δεν επιδιώκει δάφνες πρωτοπορίας, στην ποίηση καταφεύγει για να εκφραστεί. Έτσι δεν περιφρονεί τα παραδοσιακά σχήματα που έχουν εγκαταλειφθεί από τη σύγχρονη ποίηση. Αν μη τι άλλο η παραδοσιακή ποίηση δεν έχει τη σκοτεινιά της σύγχρονης. Ο αναγνώστης δεν προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει το νόημα, το οποίο διαπερνά την κρυστάλλινη ομορφιά των στίχων, που πλέκονται σε όμορφες ομοιοκαταληξίες στο μέτρο κυρίως του ίαμβου, αλλά και του τροχαίου και του ανάπαιστου. Ομορφότατοι είναι οι ανάπαιστοι της τελευταίας στροφής του ποιήματος «Στων ονείρων τη λάμψη», όπου μιλώντας για τα όνειρα λέει:
«Στης μαγείας τη λάμψη χορεύουνε
και σε χίμαιρες πάνω γλιστράνε
μα εγώ τ’ αγαπώ που με φέρνουνε
σε ατραπούς που πατάς – κι ας πονάνε…» (σελ. 28).
Πολυσημικός ο τελευταίος στίχος. Αναφέρεται σε μια αγαπημένη; Στο χαμένο γιο; Η πολυσημία είναι μια από τις κύριες αρετές της ποίησης.
Πριν προχωρήσουμε σε άλλους στίχους, να αναφέρουμε ότι σε πολλά ποιήματά του ο Χαραλαμπάκης βάζει σαν μότο ρήσεις ή στίχους άλλων ποιητών. Στα «Ταξίδια» βάζει: «Η μνήμη σκοτώνει το θάνατο» του Γιώργου Βοϊκλή, και στο επόμενο, «Ο πόνος» βάζει σαν μότο μια ρήση του Βολταίρου, που για μένα αυτές τις μέρες είναι ολότελα επίκαιρη: «Όσο περισσότερο επιμένουμε να σκεφτόμαστε τις κακοτυχίες μας τόσο πολλαπλασιάζεται η δύναμή τους να μα βλάψουν».
Από τους πιο ωραίους στίχους της συλλογής, που κάποιος άλλος ποιητής θα μπορούσε να τους βάλει σαν μότο σε δικό του ποίημα, είναι οι τελευταίοι του ποιήματος «Προσμονή».
«Λίγα ορίζουμε εμείς
και η τύχη τα πολλά».
Ο «Ασύμμετρος πόλεμος» είναι ιδιαίτερα επίκαιρος, και ιδιαίτερα το τελευταίο του τετράστιχο:
«Ιερός θεωρείται ο πόλεμος του Ισλάμ προς τη Δύση˙
στο κοράνι ο θάνατος χρυσοκέντητο φως!
Μα κι η Δύση πανίσχυρη ανακυκλώνει τα μίση,
τον ασύμμετρο πόλεμο συντηρεί συνεχώς…» (σελ. 45).
«Ερωτικά» είναι ο τίτλος μιας από τις ενότητες της συλλογής. Το «Έρωτας παντοδύναμος» αποτελείται από δυο τετράστιχα. Παραθέτουμε το δεύτερο.
«Όταν ορθάνοιχτη η ψυχή
στον έρωτα κρατιέται
όσο κι αν γέρνει το κορμί
ποτέ της δεν νικιέται» (σελ. 49).
Η επόμενη ενότητα είναι τα «Ταξιδιωτικά». Ταξιδιωτικά στο Αιγαίο και στη Σάμο, αλλά και στο εξωτερικό. Είναι υπέροχο στη σάτιρά του το παρακάτω τετράστιχο από το «Μόσχα, 2004».
«Πού να το φανταζότανε ποτέ ο Λένιν σου
στο μαυσωλείο του ταριχευμένος με το μούσι
κι αντικριστά του οι Ρωσίδες να ψωνίζουνε
τα Πιέρ Γκαρντέν, τ’ Αρμάνι και τα Γκούτσι!» (σελ. 84).
Η τελευταία ενότητα της συλλογής είναι τα «Τραγούδια». Ολιγοσύλλαβοι στίχοι χαρακτηρίζουν τα ποιήματα της ενότητας αυτής, σε διάφορα μέτρα και στιχουργικές φόρμες. Επιλέγουμε σαν δείγμα την τελευταία στροφή από το «Στων κυμάτων τον αφρό». Αναφέρεται στον «άνθρωπό μου», αλλά, καθώς είναι στο ποιητικό σχήμα του «Ύμνου προς την Ελευθερία» του Σολωμού (τετράστιχες στροφές με τροχαϊκούς οκτάστιχους και επτάστιχους στίχους εναλλάξ σε πλεχτή ομοιοκαταληξία) θα μπορούσαν να αναφέρονται και στην Ελευθερία, που επίσης θα μπορούσε να είναι και το όνομα του «ανθρώπου του».
«Στη χαρά μου είσαι ταίρι
ξανεμήστρα του καημού
συ πηγαίνεις χέρι χέρι
την καρδιά μου και το νου» (σελ. 124).
Η ποιητική αυτή συλλογή του Άρη Χαραλαμπάκη, αν μη τι άλλο, αποδεικνύει ότι και στις παραδοσιακές φόρμες, απαξιωμένες από τους περισσότερους σύγχρονους ποιητές, μπορούν να γράφονται ακόμη υπέροχοι στίχοι.
Δημοσιεύτηκε στο "Μεθόριος του Αιγαίου", τ. 30, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2008
Ο Άρης Χαραλαμπάκης, καρδιολόγος, αντιστράτηγος υγειονομικού εν αποστρατεία, εξέδωσε πρόσφατα την πέμπτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Ικάριος άνεμος» σε μια πολυτελή έκδοση, με εξαίρετη εικονογράφηση από τον Γιώργο Σταθόπουλο, πτυχιούχο της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών.
Στο τελευταίο μυθιστόρημα της Ελένης Γκίκα Υγρός χρόνος υπάρχουν τρεις σελίδες με απαρίθμηση των λόγων για τους οποίους γράφει ένας λογοτέχνης. Απουσιάζει ο λόγος για τον οποίο άρχισε να γράφει ποίηση ο Άρης Χαραλαμπάκης: για να απαλύνει τον πόνο από το θάνατο του γιου του, φοιτητή στη Θεσσαλονίκη, που πέθανε από τροχαίο. Υπάρχει πράγματι καλύτερη παραμυθία από την τέχνη, και μάλιστα την ποίηση, για τις ατυχίες που μπορούν να μας βρουν στη ζωή;
Ο Άρης Χαραλαμπάκης δεν επιδιώκει δάφνες πρωτοπορίας, στην ποίηση καταφεύγει για να εκφραστεί. Έτσι δεν περιφρονεί τα παραδοσιακά σχήματα που έχουν εγκαταλειφθεί από τη σύγχρονη ποίηση. Αν μη τι άλλο η παραδοσιακή ποίηση δεν έχει τη σκοτεινιά της σύγχρονης. Ο αναγνώστης δεν προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει το νόημα, το οποίο διαπερνά την κρυστάλλινη ομορφιά των στίχων, που πλέκονται σε όμορφες ομοιοκαταληξίες στο μέτρο κυρίως του ίαμβου, αλλά και του τροχαίου και του ανάπαιστου. Ομορφότατοι είναι οι ανάπαιστοι της τελευταίας στροφής του ποιήματος «Στων ονείρων τη λάμψη», όπου μιλώντας για τα όνειρα λέει:
«Στης μαγείας τη λάμψη χορεύουνε
και σε χίμαιρες πάνω γλιστράνε
μα εγώ τ’ αγαπώ που με φέρνουνε
σε ατραπούς που πατάς – κι ας πονάνε…» (σελ. 28).
Πολυσημικός ο τελευταίος στίχος. Αναφέρεται σε μια αγαπημένη; Στο χαμένο γιο; Η πολυσημία είναι μια από τις κύριες αρετές της ποίησης.
Πριν προχωρήσουμε σε άλλους στίχους, να αναφέρουμε ότι σε πολλά ποιήματά του ο Χαραλαμπάκης βάζει σαν μότο ρήσεις ή στίχους άλλων ποιητών. Στα «Ταξίδια» βάζει: «Η μνήμη σκοτώνει το θάνατο» του Γιώργου Βοϊκλή, και στο επόμενο, «Ο πόνος» βάζει σαν μότο μια ρήση του Βολταίρου, που για μένα αυτές τις μέρες είναι ολότελα επίκαιρη: «Όσο περισσότερο επιμένουμε να σκεφτόμαστε τις κακοτυχίες μας τόσο πολλαπλασιάζεται η δύναμή τους να μα βλάψουν».
Από τους πιο ωραίους στίχους της συλλογής, που κάποιος άλλος ποιητής θα μπορούσε να τους βάλει σαν μότο σε δικό του ποίημα, είναι οι τελευταίοι του ποιήματος «Προσμονή».
«Λίγα ορίζουμε εμείς
και η τύχη τα πολλά».
Ο «Ασύμμετρος πόλεμος» είναι ιδιαίτερα επίκαιρος, και ιδιαίτερα το τελευταίο του τετράστιχο:
«Ιερός θεωρείται ο πόλεμος του Ισλάμ προς τη Δύση˙
στο κοράνι ο θάνατος χρυσοκέντητο φως!
Μα κι η Δύση πανίσχυρη ανακυκλώνει τα μίση,
τον ασύμμετρο πόλεμο συντηρεί συνεχώς…» (σελ. 45).
«Ερωτικά» είναι ο τίτλος μιας από τις ενότητες της συλλογής. Το «Έρωτας παντοδύναμος» αποτελείται από δυο τετράστιχα. Παραθέτουμε το δεύτερο.
«Όταν ορθάνοιχτη η ψυχή
στον έρωτα κρατιέται
όσο κι αν γέρνει το κορμί
ποτέ της δεν νικιέται» (σελ. 49).
Η επόμενη ενότητα είναι τα «Ταξιδιωτικά». Ταξιδιωτικά στο Αιγαίο και στη Σάμο, αλλά και στο εξωτερικό. Είναι υπέροχο στη σάτιρά του το παρακάτω τετράστιχο από το «Μόσχα, 2004».
«Πού να το φανταζότανε ποτέ ο Λένιν σου
στο μαυσωλείο του ταριχευμένος με το μούσι
κι αντικριστά του οι Ρωσίδες να ψωνίζουνε
τα Πιέρ Γκαρντέν, τ’ Αρμάνι και τα Γκούτσι!» (σελ. 84).
Η τελευταία ενότητα της συλλογής είναι τα «Τραγούδια». Ολιγοσύλλαβοι στίχοι χαρακτηρίζουν τα ποιήματα της ενότητας αυτής, σε διάφορα μέτρα και στιχουργικές φόρμες. Επιλέγουμε σαν δείγμα την τελευταία στροφή από το «Στων κυμάτων τον αφρό». Αναφέρεται στον «άνθρωπό μου», αλλά, καθώς είναι στο ποιητικό σχήμα του «Ύμνου προς την Ελευθερία» του Σολωμού (τετράστιχες στροφές με τροχαϊκούς οκτάστιχους και επτάστιχους στίχους εναλλάξ σε πλεχτή ομοιοκαταληξία) θα μπορούσαν να αναφέρονται και στην Ελευθερία, που επίσης θα μπορούσε να είναι και το όνομα του «ανθρώπου του».
«Στη χαρά μου είσαι ταίρι
ξανεμήστρα του καημού
συ πηγαίνεις χέρι χέρι
την καρδιά μου και το νου» (σελ. 124).
Η ποιητική αυτή συλλογή του Άρη Χαραλαμπάκη, αν μη τι άλλο, αποδεικνύει ότι και στις παραδοσιακές φόρμες, απαξιωμένες από τους περισσότερους σύγχρονους ποιητές, μπορούν να γράφονται ακόμη υπέροχοι στίχοι.
Friday, November 14, 2008
Αβί Μογκραμπί: Για ένα μόνο από τα δυο μου μάτια
Έχω καιρό να γράψω για ταινία, και σήμερα μου δόθηκε η ευκαιρία. Χθες βράδυ είδα τη θαυμάσια ταινία του Ισραηλινού Αβί Μογκραμπί (2004) με τίτλο Για ένα μόνο από τα δυο μου μάτια. Όπως διαβάζω στο κείμενο της Ραδιοτηλεόρασης, «Ο τίτλος της ταινίας προέρχεται από την προσευχή του Σαμψών προς το θεό, που του ζητάει να του δώσει τη δύναμη να πάρει την εκδίκησή του».
Τι το εξαιρετικό έχει αυτή η ταινία που με κάνει να θέλω να γράψω δυο λόγια γι αυτήν;
Αυτό που με εντυπωσίασε είναι η αφηγηματική της τεχνική. Υπάρχουν δυο γραμμές αφήγησης που λειτουργούν αντικατοπτρικά η μια στην άλλη (κατά το recit speculaire).
Η ταινία είναι ντοκυμαντέρ. Η μια γραμμή αφήγησης αναφέρεται στην επίσκεψη Ισραηλινών μαθητών σε ένα μέρος ιστορικής σημασίας γι αυτούς. Εκεί οι Ζηλωτές προτίμησαν να αυτοκτονήσουν παρά να υποδουλωθούν στους Ρωμαίους. Όλο το ιδεολόγημα «ελευθερία ή θάνατος» αναπτύσσεται σ’ αυτή τη γραμμή αφήγησης.
Και η άλλη γραμμή;
Αναφέρεται στους Παλαιστίνιους, που κι αυτοί αντιστέκονται στους «Ρωμαίους» τους, στον Ισραηλινό στρατό κατοχής, με τις επιθέσεις αυτοκτονίας.
Υπάρχει μια πύλη που φρουρείται από Ισραηλινούς. Την ανοίγουν για να περνούν οι Παλαιστίνιοι από τη μια μεριά στην άλλη. Εκείνη την ημέρα αρνούνται να την ανοίξουν, καθώς αυτές είναι οι διαταγές που έχουν. Μια γυναίκα αιμορραγεί, αλλά δεν την αφήνουν να περάσει. Κάποιοι μαθητές θέλουν να πάνε στα σπίτια τους, αλλά και αυτοί βρίσκονται μπροστά στην κλειστή πύλη. Ένας παλαιστίνιος καυγαδίζει με τους Ισραηλινούς για την επίμονη άρνησή τους, και οι Ισραηλινοί με τη σειρά τους με τον κινηματογραφιστή που καταγράφει τη σκηνή.
Στην ίδια γραμμή αφήγησης κινείται και ένας τηλεφωνικός διάλογος ανάμεσα σε έναν Παλαιστίνιο και σε έναν Ισραηλινό. Η κάμερα δείχνει τον Ισραηλινό. Ο αντικατοπτρισμός βρίσκεται στο ότι τα λόγια του Παλαιστίνιου βρίσκονται στον ίδιο παραδειγματικό άξονα με τον λόγο των Ισραηλινών ξεναγών στον αρχαιολογικό τους χώρο: Θέμα είναι η αξία της ελευθερίας και η επιλογή του θανάτου όταν η ελευθερία αυτή διακυβεύεται.
Υπάρχουν διάφορα κριτήρια για να κρίνεις μια ταινία. Για μένα είναι δύο: Αν βαριέμαι την ώρα που τη βλέπω, και αν την φέρνω στο μυαλό μου αφού την έχω δει. Θα πρόσθετα εδώ και ένα τρίτο, αν η ταινία αυτή με οδηγεί σε σκέψεις και προβληματισμό.
Παρόλο που ιδιοσυγκρασιακά μπορώ να πω ότι είμαι αισιόδοξος, μεταφυσικά είμαι απαισιόδοξος. Απαισιόδοξος ως προς το νόημα της ζωής.
Οι σκέψεις που έκανα, μετά το τέλος της ταινίας, ήταν περίπου οι εξής, και που έχουν να κάνουν με τη γενικότερη κοσμοαντίληψή μου.
Κάποιος μας έφερε σ’ αυτή τη γη, με σκοπό που σίγουρα μας διαφεύγει. Η γη είναι μια κοιλάδα δακρύων, και η ζωή γεμάτη απογοητεύσεις. Ο αλληλοσπαραγμός είναι ένα γεγονός συνηθισμένο, είτε κυριολεκτικά, όπως συμβαίνει σήμερα σε κάποιες χώρες της Αφρικής, είτε μεταφορικά, με τις τρικλοποδιές και τα χίλια όσα αντιπαραθέτουν τους ανθρώπους μεταξύ τους. Η αυτοκτονία για πολλούς είναι μια επιλογή.
Ο ανθρωπισμός είναι μια αντίσταση. Αντίσταση σ’ αυτό που επικρατεί. Είναι ενάντια στη φύση. Με τον ανθρωπισμό αντιστεκόμαστε στην αγριότητά της.
Αυτό είναι το μεγαλείο του ανθρώπου, να αντιστέκεται στους φυσικούς νόμους, προσπαθώντας να επιβάλει την ανθρωπιά εκεί που επικρατεί η αγριότητα. Να μην παραδίδεται αμαχητί στο homo homini lupus.
Τα λόγια του σκηνοθέτη, μετά το «τέλος» της ταινίας, είναι συγκινητικά: «Αφιερώνεται στον γιο μου και στους φίλους του που αρνούνται να μάθουν να σκοτώνουν».
Πάντα ενάντια στη φύση;
Φυσικά όχι.
Δεν θα μου περνούσε ποτέ από το μυαλό να καλογερέψω.
Αλλά όλα αυτά είναι μια μεγάλη κουβέντα, κι εγώ απλά ήθελα να γράψω δυο λόγια για μια ταινία.
Κυριακή 9-11-08
Τι το εξαιρετικό έχει αυτή η ταινία που με κάνει να θέλω να γράψω δυο λόγια γι αυτήν;
Αυτό που με εντυπωσίασε είναι η αφηγηματική της τεχνική. Υπάρχουν δυο γραμμές αφήγησης που λειτουργούν αντικατοπτρικά η μια στην άλλη (κατά το recit speculaire).
Η ταινία είναι ντοκυμαντέρ. Η μια γραμμή αφήγησης αναφέρεται στην επίσκεψη Ισραηλινών μαθητών σε ένα μέρος ιστορικής σημασίας γι αυτούς. Εκεί οι Ζηλωτές προτίμησαν να αυτοκτονήσουν παρά να υποδουλωθούν στους Ρωμαίους. Όλο το ιδεολόγημα «ελευθερία ή θάνατος» αναπτύσσεται σ’ αυτή τη γραμμή αφήγησης.
Και η άλλη γραμμή;
Αναφέρεται στους Παλαιστίνιους, που κι αυτοί αντιστέκονται στους «Ρωμαίους» τους, στον Ισραηλινό στρατό κατοχής, με τις επιθέσεις αυτοκτονίας.
Υπάρχει μια πύλη που φρουρείται από Ισραηλινούς. Την ανοίγουν για να περνούν οι Παλαιστίνιοι από τη μια μεριά στην άλλη. Εκείνη την ημέρα αρνούνται να την ανοίξουν, καθώς αυτές είναι οι διαταγές που έχουν. Μια γυναίκα αιμορραγεί, αλλά δεν την αφήνουν να περάσει. Κάποιοι μαθητές θέλουν να πάνε στα σπίτια τους, αλλά και αυτοί βρίσκονται μπροστά στην κλειστή πύλη. Ένας παλαιστίνιος καυγαδίζει με τους Ισραηλινούς για την επίμονη άρνησή τους, και οι Ισραηλινοί με τη σειρά τους με τον κινηματογραφιστή που καταγράφει τη σκηνή.
Στην ίδια γραμμή αφήγησης κινείται και ένας τηλεφωνικός διάλογος ανάμεσα σε έναν Παλαιστίνιο και σε έναν Ισραηλινό. Η κάμερα δείχνει τον Ισραηλινό. Ο αντικατοπτρισμός βρίσκεται στο ότι τα λόγια του Παλαιστίνιου βρίσκονται στον ίδιο παραδειγματικό άξονα με τον λόγο των Ισραηλινών ξεναγών στον αρχαιολογικό τους χώρο: Θέμα είναι η αξία της ελευθερίας και η επιλογή του θανάτου όταν η ελευθερία αυτή διακυβεύεται.
Υπάρχουν διάφορα κριτήρια για να κρίνεις μια ταινία. Για μένα είναι δύο: Αν βαριέμαι την ώρα που τη βλέπω, και αν την φέρνω στο μυαλό μου αφού την έχω δει. Θα πρόσθετα εδώ και ένα τρίτο, αν η ταινία αυτή με οδηγεί σε σκέψεις και προβληματισμό.
Παρόλο που ιδιοσυγκρασιακά μπορώ να πω ότι είμαι αισιόδοξος, μεταφυσικά είμαι απαισιόδοξος. Απαισιόδοξος ως προς το νόημα της ζωής.
Οι σκέψεις που έκανα, μετά το τέλος της ταινίας, ήταν περίπου οι εξής, και που έχουν να κάνουν με τη γενικότερη κοσμοαντίληψή μου.
Κάποιος μας έφερε σ’ αυτή τη γη, με σκοπό που σίγουρα μας διαφεύγει. Η γη είναι μια κοιλάδα δακρύων, και η ζωή γεμάτη απογοητεύσεις. Ο αλληλοσπαραγμός είναι ένα γεγονός συνηθισμένο, είτε κυριολεκτικά, όπως συμβαίνει σήμερα σε κάποιες χώρες της Αφρικής, είτε μεταφορικά, με τις τρικλοποδιές και τα χίλια όσα αντιπαραθέτουν τους ανθρώπους μεταξύ τους. Η αυτοκτονία για πολλούς είναι μια επιλογή.
Ο ανθρωπισμός είναι μια αντίσταση. Αντίσταση σ’ αυτό που επικρατεί. Είναι ενάντια στη φύση. Με τον ανθρωπισμό αντιστεκόμαστε στην αγριότητά της.
Αυτό είναι το μεγαλείο του ανθρώπου, να αντιστέκεται στους φυσικούς νόμους, προσπαθώντας να επιβάλει την ανθρωπιά εκεί που επικρατεί η αγριότητα. Να μην παραδίδεται αμαχητί στο homo homini lupus.
Τα λόγια του σκηνοθέτη, μετά το «τέλος» της ταινίας, είναι συγκινητικά: «Αφιερώνεται στον γιο μου και στους φίλους του που αρνούνται να μάθουν να σκοτώνουν».
Πάντα ενάντια στη φύση;
Φυσικά όχι.
Δεν θα μου περνούσε ποτέ από το μυαλό να καλογερέψω.
Αλλά όλα αυτά είναι μια μεγάλη κουβέντα, κι εγώ απλά ήθελα να γράψω δυο λόγια για μια ταινία.
Κυριακή 9-11-08
Monday, November 10, 2008
Για να τις δει ο Παύλος ο Δασκαλάκης, από το χθεσινό καζάνισμα στο σύλλογο Μυρτιανών

Εγκαταλείφθηκε ο κλύδωνας, τα καζανίσματα φαίνεται ότι τραβούν περισσότερο κόσμο. Τα δυο video είναι από τα χθεσινά καζανίσματα στο σύλλογο των Μυρτιανών. Η ποιότητα της κάμεράς μου και η κάποια φασαρία αδικεί τον Παύλο, αλλά μια και δεν μπορώ να του στείλω τα video (η μνήμη δεν επαρκεί, μου λέει η "Αλληλογραφία" των vista (που, παρεμπιπτόντως, τα θεωρώ άπαιχτα), τα αναρτώ εδώ για να τα δει. Και μια φωτογραφία με τα σύνεργα του καζανίσματος.
Subscribe to:
Posts (Atom)