Book review, movie criticism

Thursday, January 7, 2021

Akira Kurosawa, Sanshiro Sugata 2 (1945)

Akira Kurosawa, Sanshiro Sugata 2 (1945)

 


  Πρόκειται για τη συνέχεια της ομώνυμης ταινίας που γυρίστηκε το 1943. Αν δεν ήξερα ότι επρόκειτο για μεταφορά μυθιστορήματος θα έλεγα ότι δεν γυρίστηκε στις αρχές του 1945 όπως γράφει η βικιπαίδεια αλλά στο τέλος του, μετά την ήττα. Γιατί; Διότι βλέπουμε ναύτες αμερικάνους στην Ιαπωνία να χειροκροτούν τον διάσημο μποξέρ τους για τις νίκες του. Όμως θα βρει τον δάσκαλό του από τον Σανσιρό. Όχι σαν εν μέρει προπαγανδιστικό φιλμ όπως διαβάζω πάλι στη βικιπαίδεια αλλά σαν ένα έργο που προσπαθεί να αναπτερώσει το ηθικό των νικημένων ιαπώνων.

  Ο Σανσιρό θα αγωνιστεί με τον αμερικάνο και θα τον νικήσει. Τα χίλια γιεν της αμοιβής τα αφήνει αρχικά πάνω στο σώμα του αναίσθητου μποξέρ, όμως μετά τα παίρνει και τα δίνει στον γιαπωνέζο τον οποίο νικούσε προηγουμένως ο μποξέρ και που είχε έλθει να τον συγχαρεί. Τα λεφτά δεν ήθελε να τα κρατήσει, τον αγώνα τον έδωσε για να δείξει την υπεροχή του Judo απέναντι στο μποξ. Παραβιάζει το γράμμα της σχολής με το να δώσει αυτό τον αγώνα αλλά όχι το πνεύμα, όπως του λέει ένας ιερωμένος.

  Θαυμαστής του Judo προφανώς ο Κουροσάβα, θα το αναδείξει σαν την καλύτερη από τις δυο άλλες, παλιότερες, πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας, το «Ζίου Ζίτσου» (για αυτό έμαθα στα παιδικά μου χρόνια από το «Γκρέκο, ο ήρως των γηπέδων») και το Καράτε.

  Εν τάξει, νίκησε τον μποξέρ, νίκησε και τον καρατερίστα Higaki στο έργο του 1943, όμως εδώ;

  Ο Higaki, που έχει πια ολότελα συμφιλιωθεί με τον Σανσιρό συγκινημένος από τη μεγαλοψυχία του, θα τον προειδοποιήσει για τα δυο αδέλφια του που θέλουν να παλέψουν μαζί του. Ο ένας είναι ολότελα τρελός, ο άλλος διαταραγμένος που κατά διαστήματα παθαίνει κρίσεις.

  Τελικά δεν θα αποφύγει τη σύγκρουση. Όμως θα αγωνιστεί με τον τρελό, ο διαταραγμένος βρίσκεται σε κρίση και έχει αποσυρθεί σε μιαν άκρη.

  Η σύγκρουση είναι από τα πιο μεγαλειώδη επεισόδια της ταινίας. Θα γίνει σε ένα ολοχιόνιστο βουνό (γράψαμε για το χιόνι στην προηγούμενη ανάρτηση), και προς το τέλος θα αρχίσει να πέφτει χιόνι πάνω στους δυο αντίπαλους. Με μακριά πλάνα, ο Κουροσάβα τονίζει την αντίθεση ανάμεσα στις σκοτεινές φιγούρες τους και το κάτασπρο χιόνι.

  Εδώ δεν υπάρχει θάλασσα για να ρίξει τον αντίπαλό του ο Σανσιρό, όπως έκανε στην προηγούμενη ταινία αλλά και τον αμερικάνο ναύτη σ’ αυτήν, αλλά μια χαράδρα. Εκεί θα ρίξει τον τρελό, ο οποίος σκοτώνεται.

  Δεν το βλέπουμε αλλά το μαντεύουμε, βλέποντας τον Σανσιρό να περιποιείται τον άρρωστο Higaki με μόνο το διαταραγμένο αδελφό δίπλα του, που με τα μακριά μαλλιά του θυμίζει δαιμονική φιγούρα του θεάτρου Νο.

  Ο Σανσιρό που έχει μαγειρέψει προσφέρει ένα μπολ με φαγητό στον άρρωστο. Έχει πυρετό, δεν μπορεί να φάει. Θα φέρει μια βρεγμένη πετσέτα και θα τη βάλει στο μέτωπό του. Πιο πριν όμως θα δώσει το μπολ στον διαταραγμένο. Αυτός δεν το παίρνει. Το αφήνει πλάι του. Πηγαίνει στη χύτρα και γεμίζει ένα άλλο μπολ. Τρώει. Ακουμπάει στον τοίχο. Κατουμίζει από τη νύστα. Τελικά κυλάει στο πλάι πάνω στο στρώμα και αποκοιμιέται. Ο διαταραγμένος τραβάει ένα χασαπομάχαιρο σαν μπαλτά από το πλάι, σαν αυτό που είχε ο Αντρέας ο Βογιατζής, ο χασάπης, στο χωριό μου και τεμάχιζε τα κρέατα. Κατευθύνεται προς τον κοιμισμένο.

  Ποια είναι η αφηγηματική αναμονή;

  Αν ήταν αμερικανιά η ταινία, ήταν δεδομένη: την τελευταία στιγμή ο Σανσιρό θα ξυπνούσε και θα τον αντιμετώπιζε με επιτυχία.

  Αλλά εδώ δεν έχουμε αμερικανιά, έχουμε Κουροσάβα. Ξέροντας τον ανθρωπισμό του δεν γελάστηκα για τη συνέχεια. Το χέρι του χαλαρώνει. Γυρνάει στη θέση του και αφήνει το μαχαίρι κάτω. Με την πλάτη γυρισμένη, τον βλέπουμε να κλαίει με λυγμούς. Το πρωί που ξυπνάει ο Σανσιρό τον βλέπει να τρώει.

  Τι γίνεται όμως με την Sayo; 

  Το ειδύλλιο καλά κρατεί.

  Πάλι δεν διαψεύστηκα στην αφηγηματική μου αναμονή.

  Θα φύγει για την μονομαχία και την αποχαιρετάει. -Είμαι σίγουρη ότι θα νικήσεις, του λέει.

  Αλλαγή πλάνου: υποκλίνεται μπροστά της, κατά τη γιαπωνέζικη συνήθεια και απομακρύνεται. Σταματάει και στρέφεται πίσω. Την κοιτάζει. Αυτή, που τον παρακολουθούσε, υποκλίνεται. Υποκλίνεται και αυτός.

  Αλλαγή πλάνου:

  Απομακρύνεται από την είσοδο, πάλι σταματάει, γυρνάει και την κοιτάζει. Αυτή πάλι υποκλίνεται. Το ίδιο και αυτός.

  Αλλαγή πλάνου, μακρινό αυτή τη φορά. Αυτός, απομακρυνόμενος με γρήγορα βήματα, πλησιάζει την κάμερα. Η αφηγηματική αναμονή για μένα ήταν δεδομένη.

  Αυτή στέκεται ακόμη εκεί, παρόλο που φυσιολογικά θα έπρεπε να είχε γυρίσει σπίτι. Σταματάει, γυρνάει και την κοιτάζει. Αυτή υποκλίνεται ξανά. Αλλαγή πλάνου. Χαμογελάει πλατιά. Υποκλίνεται και αυτός.

  Με τι εξαιρετικό τρόπο πραγματικά ο Κουροσάβα μας δείχνει τα βαθιά αισθήματα που τρέφουν ο ένας για τον άλλο!

  Το ξέρετε ότι οι γιαπωνέζοι υιοθέτησαν τα κινέζικα ιδεογράμματα κάπου στα τέλη της πρώτης χιλιετηρίδας; Έχουν σχεδόν πάντα την ίδια σημασία, όμως αλλάζει η προφορά. Το για παράδειγμα σημαίνει βουνό, τόσο στα κινέζικα όσο και στα γιαπωνέζικα. Όμως στα κινέζικα προφέρεται shan ενώ στα γιαπωνέζικα γιάμα (Φούτζι γιάμα). Ο κύριος Zhou, ο δάσκαλός μου στον Σύνδεσμο Φιλίας Ελλάδας Κίνας, μας είπε ότι κοιτάζοντας ένα γιαπωνέζικο κείμενο καταλαβαίνει για ποιο πράγμα πάνω κάτω μιλάει.

  Το Σουγκάτα Σανσιρό στα γιαπωνέζικα γράφεται姿三四.Το 姿 είναι το Σουγκάτα, ενώ τα άλλα τρία ιδεογράμματα είναι το σαν, το σι και το ρο. Τα ιδεογράμματα, όπως και στα κινέζικα, στην απόδοση ονομάτων έχουν φωνητική αξία, όμως το σαν, που προφέρεται έτσι και στα κινέζικα, σημαίνει και στις δυο γλώσσες τρία, ενώ το που επίσης και στις δυο γλώσσες σημαίνει τέσσερα, στα κινέζικα προφέρεται σι ενώ στα γιαπωνέζικα shi. Αν στην Ελλάδα δεν είχε επικρατήσει το πελοποννησιακό ιδίωμα εκτοπίζοντας το κρητικό, θα γράφαμε Σανχιρό και όχι Σανσιρό.

  Δεν μπορώ να μην το γράψω.

  Το πελοποννησιακό ιδίωμα πτώχυνε την κοινή νεοελληνική σε ήχους. Το ch (που, παρεμπιπτόντως, στα ρωσικά αποδίδεται μόνο με ένα γράμμα, το ч) αποδίδεται στην κοινή νεοελληνική κατά προσέγγιση με το τσ. Στα κρητικά αποδίδεται ακριβώς με κ+e ή i (chερί chε λιβάνι), ενώ με άλλα φωνήεντα παρεμβάλλοντας ένα ι (κιόλας;). Λέμε «πλατεία Καρύτση», όμως ο Δημήτρης Καμπούρογλου στην «Ιστορία των Αθηνών» (δεν θυμάμαι σε ποιο τόμο, τον αγόρασα πριν χρόνια ένα τάλιρο στη λαϊκή) γράφει «Καρύκη», απλούστατα γιατί διαβάζει «Καρύchι. Το σύμπλεγμα shch (ρώσικα щ), δεν υπάρχει ως ήχος στην κοινή νεοελληνική, ενώ υπάρχει στα κρητικά (είμαι σκια μ’ αξίζω σκιάς. Είμαι συκιά αλλά τουλάχιστον αξίζω, γιατί υπάρχει ένας θησαυρός κρυμμένος στις ρίζες μου). Επίσης το sh (ρώσικα ш), που εμείς, όπως είπαμε, το αποδίδουμε κατά προσέγγιση με σ (Σανσιρό), στα κρητικά αποδίδεται με ακρίβεια με το χ ακολουθούμενο από e και i, ενώ με άλλα φωνήεντα προστίθεται ένα ι, όπως χιόνι που προφέρεται shόνι. Επίσης το ρώσικο ж, άγνωστο στα αγγλικά, αποδίδει αυτό που στα κρητικά αποδίδεται με γ πριν από e ή i, όπως γυρίζω, και με παρεμβολή του ι με άλλα φωνήεντα, όπως γιοφύρι. Στην κοινή νεοελληνική αυτός ο ήχος δεν υπάρχει.

  Για το (ρο) περιέργως, το translate.google.com δεν βλέπω να μου βγάζει καμιά σημασία, μόνο τον ήχο ρο, ενώ στα κινέζικα προφέρεται lang και σαν σημασία μου βγάζει youth (νιότη), ενώ το njstar, ο κινέζικος κειμενογράφος μου, δίνει τρεις σημασίες, η μια από τις οποίες είναι my darling.

  Αρκετά για σήμερα με το μάθημα κινέζικων, γιαπωνέζικων και ρώσικων.

  Η προηγούμενη ανάρτησή μας ήταν για τις «Πιο όμορφες».

 

No comments: