Book review, movie criticism

Tuesday, February 25, 2014

Αποφθέγματα 25-2-2014



Είμαι αυτός που είμαι και λέω αυτό που θέλω γιατί αυτοί που θα ενοχληθούν δεν έχουν σημασία και αυτοί που μετράνε, δεν θα ενοχληθούν"

Αν ο κροκόδειλος έφαγε τον εχθρό σου αυτό δε σημαίνει ότι έγινε και φίλος σου (Γκαίτε)

"Όλοι σκέφτονται πως θα έπρεπε να είναι ο κόσμος και κανένας δεν σκέφτεται πως θα έπρεπε να είναι ο εαυτός του" (Τολστόι)

"Μέχρι να κάνεις το ασυνείδητο συνειδητό, θα κατευθύνει τη ζωή σου και συ θα το αποκαλείς μοίρα" (Carl Jung)

"Οι άνθρωποι δεν προσέχουν αν είναι Χειμώνας ή Καλοκαίρι όταν είναι ευτυχισμένοι" (Τσέχωφ)

"Στη μέση του Χειμώνα, ανακάλυψα τελικά ότι μέσα μου υπάρχει ένα αόρατο Καλοκαίρι" (Καμύ)

"Από το σοβαρό στο γελοίο, η απόσταση είναι μικρή. Από το γελοίο όμως στο σοβαρό, η απόσταση είναι τεράστια" (Σαίξπηρ)

"Μην κατακρίνεις κανέναν αν πρώτα δε βαδίσεις και συ ένα φεγγάρι δρόμο μέσα στα δικά του παπούτσια" (Ινδιάνικη παροιμία)

"Το βράδυ έχω βρει έναν ωραίο τρόπο για να κοιμάμαι...τους συγχωρώ όλους έναν έναν" (Τ.Λειβαδίτης)
"Να κάνεις αυτά που νομίζεις πως είναι σωστά, έστω κι αν κάνοντας αυτά πρόκειται να σε κακολογήσουν. Γιατί ο όχλος είναι κακός κριτής κάθε καλού πράγματος" Πυθαγόρας

"Αυτός που ρωτά, νοιώθει χαζός για 5 λεπτά.
Αυτός που δεν ρωτά θα είναι χαζός για μια ζωή" Κινέζικη παροιμία

"Φίλος είναι ένας άνθρωπος με τον οποίο τολμάς να είσαι ο εαυτός σου" Π. Μπράουν

"Ακτιβιστής δεν είναι αυτός που λέει ότι το ποτάμι είναι βρόμικο.
Ακτιβιστής είναι αυτός που καθαρίζει το ποτάμι" Ross Perot

"Να 'σαι τόσο πρόσκαιρος, και να κάνεις όνειρα
τόσο αιώνια!" T.Λειβαδίτης

"Τα καλυτερα λογια δεν ειναι τα μεγάλα. Είναι τα ξεκάθαρα"

"Είμαι αυτός που είμαι και λέω αυτό που θέλω γιατί αυτοί που θα ενοχληθούν δεν έχουν σημασία και αυτοί που μετράνε, δεν θα ενοχληθούν"

"Από τη στιγμή που ευχόμαστε να είμαστε πιο ευτυχισμένοι, παύουμε να είμαστε ευτυχισμένοι."

"Βλέπετε, τα πάντα είναι θέμα πίστης, καθετί που πιστεύουμε ότι κυβερνά την ύπαρξη μας, κυβερνά τη ζωής μας"

"Η πρωτοβουλία είναι μια συνειδητή πράξη ανυπακοής στην αδράνεια"

"Η ζωή μπορεί να μοιάζει πολύ μικρή ή πολύ μεγάλη. Όλα εξαρτώνται από το πώς τη ζούμε!"

"Αν δε σου αρέσει κάτι, άλλαξέ το. Εάν δε μπορείς να το αλλάξεις, άλλαξε τη νοοτροπία σου."

"Ούτε ο πιο δυνατός επιβιώνει, ούτε ο πιο έξυπνος. Επιβιώνει αυτός που προσαρμόζεται στην αλλαγή"  Κάρολος Δαρβίνος

"Τα πράγματα δεν αλλάζουν, εμείς αλλάζουμε"

"Έχω κι εγώ ένα σωρό απωθημένους ουρανούς μα δε σκοτώνω άστρα"


Monday, February 24, 2014

Άντων Τσέχωφ, Διηγήματα,



Άντων Τσέχωφ, Διηγήματα, Το Βήμα, 2009, σελ. 326

  Ξαφνικά ενθουσιάστηκα με τον Τσέχωφ, διάβασα ό,τι μπόρεσα να βρω,  αγόρασα κιόλας, και εντελώς απροσδόκητα διαπίστωσα ότι είχα και ένα τόμο με τα καλύτερα διηγήματά του. Ήταν στη σειρά του Βήματος με τους ρώσους λογοτέχνες, την οποία είχα αγοράσει όλη, πριν ξεσπάσει η κρίση. Πρόκειται για μια επιλογή από δυο τόμους που είχαν κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ροές.
  Το πρώτο διήγημα, «Η στέπα», είναι ένα road story, αρκετά εκτενές. Είναι μια λυρική περιγραφή της ρώσικης στέπας την οποία κάνει ο συγγραφέας παρακολουθώντας τον μικρό Γεγκόρουσκα στην πορεία του προς μια μακρινή πόλη, όπου πηγαίνει για να φοιτήσει στο γυμνάσιο.
   «Αργότερα, όταν αφουγκράστηκε πολύ προσεχτικά, του φάνηκε ότι τραγουδούν τα χόρτα. Με αυτό το λυπητερό και ειλικρινές τραγούδι χωρίς λόγια, τα χόρτα, ετοιμοθάνατα, ξεγραμμένα ήδη, προσπαθούσαν να πείσουν κάποιον ότι δεν φταίνε σε τίποτα, ότι ο ήλιος τα έκαψε άδικα, διαβεβαίωναν ότι ποθούν να ζήσουν, ότι είναι ακόμα νέα και ότι θα ήταν όμορφα αν δεν ήταν αυτή η ζέστη και η ξηρασία. Και, παρόλο που δεν έφταιγαν, ζητούσαν συγγνώμη και ορκίζονταν ότι πονούν αβάσταχτα, ότι είναι θλιμμένα και λυπούνται τον εαυτό τους…» (σελ. 24).
  Και πιο κάτω:
  «Μόλις δύσει ο ήλιος και το σκοτάδι σκεπάσει τη γη, η θλίψη της μέρας ξεχνιέται, όλα συγχωρούνται και η στέπα αναστενάζει απαλά με το πλατύ στήθος της. Ίσως επειδή τα χόρτα δεν βλέπουν μες στο σκοτάδι το μαρασμό τους, μέσα τους ξεσηκώνεται μια χαρούμενη, νεανική φασαρία που δεν υπάρχει τη μέρα. Ο τριγμός, ο συριγμός, το γρατσούνισμα, οι βαθύφωνοι, οι τενόροι, οι υψίφωνοι της στέπας-όλα αυτά συγχέονται μέσα σε ένα αδιάκοπο, μονότονο βούισμα που ακούγοντάς το βυθίζεσαι στις αναμνήσεις και αισθάνεσαι θλίψη…» (σελ.49).
  Στο επόμενο διήγημα «Ο μαύρος καλόγερος» διαβάζουμε:
  «…Αφού τώρα οι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι η ιδιοφυία συγγενεύει με την παραφροσύνη. Φίλε μου, ψυχικά υγιείς και φυσιολογικοί είναι μονάχα οι μέτριοι, ο όχλος» (σελ. 139.
  Αυτά τα λέει ένα φάντασμα, ο μαύρος καλόγερος, που παρουσιάζεται στην εξημμένη φαντασία του Κοβρίν. Η απόλυτη νευρική κατάρρευση και ο θάνατος έρχονται στη συνέχεια. Μετά το «Θάλαμο 6» είναι το δεύτερο διήγημα που Τσέχωφ που διαβάζουμε στο οποίο αναφέρεται σε μια ψυχοπαθολογική περίπτωση.
  Για την «Κυρία με το σκυλάκι» έχουμε ήδη γράψει, μια και το διαβάσαμε σε άλλη συλλογή.
  Στο «Βασίλειο των γυναικών», ένα χριστουγεννιάτικο διήγημα, διαβάζουμε: «…περιφρονούσε τους φτωχούς, και όλους όσους έρχονταν για να ζητήσουν κάποια χάρη…» (σελ. 195). Το παραθέτω γιατί όλο και πιο σπάνια συγγραφείς και μεταφραστές χρησιμοποιούν στον γραπτό λόγο την έλξη του αναφορικού, την οποία χρησιμοποιούμε στον προφορικό λόγο. Εμείς οι αμαθείς.
  Στο ίδιο διήγημα μαθαίνουμε για τον θαυμασμό που έτρεφε ο Τσέχωφ για τον Μωπασάν. Δεν αναφέρεται ξεχωριστά στον «Φιλαράκο», τον οποίο θαυμάσαμε κι εμείς. Όσο για τον Τουργκένιεφ, «τον τραγουδιστή της παρθενικής αγάπης και της αγνότητας, της νιότης και του μελαγχολικού ρωσικού τοπίου» (σελ. 213) ο Λίσεβιτς, ένα από τα πρόσωπα του διηγήματος, τον λάτρευε. Σίγουρα είναι porte-parole του δημιουργού του.
  Κι εμείς λατρέψαμε τον «τραγουδιστή της παρθενικής αγάπης», και γράψαμε μια μικρή συγκριτολογική μελέτη με τίτλο «Η πρώτη αγάπη στον Κονδυλάκη και τον Τουργκένιεφ».
  Ο Λίσεβιτς δεν είναι ο κεντρικός χαρακτήρας. Κεντρικός χαρακτήρας είναι η Άννα Ακίμοβνα, μια μεγαλοαστή κληρονόμος ενός εργοστασίου, η οποία τελικά βρίσκεται παγιδευμένη στη ζωή που της υπαγορεύεται ως πλούσια κληρονόμος με επιχειρηματικές ευθύνες.
  Το ίδιο παγιδευμένος είναι και ο Λάπτεβ στο τελευταίο διήγημα «Τρία χρόνια», όταν αναγκάζεται να αναλάβει την εμπορική επιχείρηση του πατέρα του, ο οποίος έχει γεράσει και έχει σχεδόν τυφλωθεί, ενώ ο αδελφός του, καταρρέοντας ψυχολογικά, έχει πεθάνει στο άσυλο από ανίατη ασθένεια. Άλλα η ψυχή του λαχταρούσε, όπως θα έλεγε και ο Καβάφης. Όμως μέσα στη μεγαλοαστική ρουτίνα της ζωής του θα καταφέρει τελικά να κερδίσει μια κάποια αγάπη από τη γυναίκα του, η οποία τον παντρεύτηκε χωρίς να τον αγαπά.
  Φέτα ζωής είναι αυτό το εκτενές διήγημα καθώς, χωρίς σασπένς, μας παρουσιάζει τις ζωές τόσο των αφεντικών όσο και των υπαλλήλων τους. Μαθαίνοντας κάτω από τι εξαθλιωμένες συνθήκες ζούσαν δεν απορούμε για την επιτυχία της οκτωβριανής επανάστασης.
  Διαβάζουμε:
  «…ένας Θεός ξέρει γιατί πάντα μετανιώνουμε για κάτι, πάντα λαχταράμε κάτι…» (σελ. 310).
  Οι περισσότεροι ήρωες του Τσέχωφ σχεδόν πάντα αμφιταλαντεύονται στις αποφάσεις τους, σχεδόν πάντα μετανιώνουν (τόσο ο Λάπτεβ όσο και η γυναίκα του έχουν μετανιώσει που παντρεύτηκαν, όπως και ο Αγκνιόφ στη «Βέροτσκα», που δεν ανταποκρίθηκε αμέσως στην αγάπη της παρά όταν ήταν πια αργά). Η απογοήτευση και η έλλειψη κάθε ελπίδας τους χαρακτηρίζει επίσης. «Όπως και να ’χει το πράγμα θα αναγκαστούμε να αποχαιρετίσουμε κάθε σκέψη για ευτυχία… Δεν υπάρχει. Δεν την ένιωσα ποτέ, κι υποθέτω ότι δεν υπάρχει καν. Κι όμως, μια φορά στη ζωή μου ένιωσα ευτυχισμένος, όταν καθόμουν τη νύχτα κρατώντας το παρασόλι σου» (σελ. 320), λέει ο Λάπτεβ στη γυναίκα του.
  Και θυμήθηκα μια μαντινιάδα που άρεσε πολύ στον Μανόλη τον Πρατικάκη, και μας την είπε σε μια μάζωξη στο σπίτι του:
  Η ευτυχία είντα θαρρείς πως είναι κατά βάθος;
  Λίγες στιγμές απ’ τη ζωή που κάνει ο πόνος λάθος.
  Και οι τρεις μεταφραστές – Ολέγ Τσυμπένκο και Μζία Εμπραλίτζε για τα τρία πρώτα διηγήματα και Νάνσυ Κουβαράκου για τα δυο τελευταία - είναι πάρα πολύ καλοί. Βρήκα ένα μόνο, έλασσον, μεταφραστικό ατόπημα: «πήγαν στο Μικρό Θέατρο» (σελ. 282). Το θέατρο Μάλι (Малый театр στο πρωτότυπο) κουβαλάει μια μεγάλη ιστορία, και θα έπρεπε να μείνει κατά τη γνώμη μου αμετάφραστο, όπως δεν μεταφράζουμε και το Μπολσόι σε Μεγάλο.  
 
   

Friday, February 21, 2014

Τριαντάφυλλος Η. Κωτόπουλος, Άνω τελείες και τέτοια



Τριαντάφυλλος Η. Κωτόπουλος, Άνω τελείες και τέτοια, Μανδραγόρας 2013, σελ. 37

Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Μια εξαιρετική ποιητική συλλογή από ένα πανεπιστημιακό δάσκαλο

    Έχουμε ήδη παρουσιάσει τη δεύτερη ποιητική συλλογή του Τριαντάφυλλου Κωτόπουλου που έχει τίτλο «Εδουάρδοι και Αλφρέδοι», έργο που εκδόθηκε το 2012. Αμέσως την επόμενη χρονιά, προσπαθώντας ίσως να αναπληρώσει τα 13 χρόνια που μεσολάβησαν από την έκδοση της πρώτης ποιητικής του συλλογής, ο Τριαντάφυλλος μας παρουσιάζει την τρίτη ποιητική του συλλογή «Άνω τελείες και τέτοια».
  Αστειευόμαστε, στο διάστημα αυτό ο Κωτόπουλος δεν έμεινε αδρανής, δημοσίευσε αρκετά έργα επιστημονικού περιεχομένου. Ίσως εκείνο το διάστημα υποστήριξε το διδακτορικό του, και, σίγουρο αυτό, εκλέχτηκε λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Το πότε αγνοούμε, το μόνο που ξέρουμε είναι ότι σ’ αυτό τον ένα χρόνο που μεσολάβησε ανάμεσα στην έκδοση της δεύτερης και της τρίτης ποιητικής του συλλογής εξελίχτηκε σε επίκουρο καθηγητή. Του ευχόμαστε να καλύψει το ταχύτερο και τις επόμενες δυο βαθμίδες.
  Και σε αυτή τη συλλογή αναγνωρίζουμε τις θεματικές της προηγούμενης: η σύγχρονη κοινωνικοπολιτική κατάσταση, προσωπικά βιώματα, η πανεπιστημιακή κοινότητα. Η σάτιρα είναι επίσης ο κυρίαρχος τόνος. Στο πρώτο ποίημα της συλλογής που έχει τίτλο «Νέα Τάξη» ο Κωτόπουλος καταλήγει:
  Δεν προλαβαίνω να ιστορήσω τον καιρό
και την εποχή μου. Οι υπόλοιποι στο μεταξύ,
τα τρωκτικά των νέων καιρών,
θεματοποιούν τα της κρίσης.
Διηγήματα, συλλογές (αντι)ποιητικές και τέτοια· φιέστες
Βλέπεις, τους πολλούς τους άγγιξε τώρα
-οι άλλοι, «εγκοσμίως», δεν είχαν αξία.

Άναψέ μου ένα τσιγάρο να τελειώνουμε μ’ όλους αυτούς τους υποκριτές

  Στο επόμενο ποίημα που έχει τίτλο «Επιστροφή» επίσης γράφει:

  Αγνοούσα πως τα μέτρια βιβλία
κι οι ισχυρές πιέσεις δίνουν τους κανόνες

  Και μπάζουν στον Κανόνα, θα συμπλήρωνα εγώ.
  Από το τρίτο ποίημα «Πρέσβεως φιλοξενία» θα ξεχωρίσουμε το στίχο:

  Με οικονόμο Βουλγάρα –τρίγλωσση, κλασική μουσική και τα λοιπά

  Αναφέρεται στο πρώτο κύμα λαθρομεταναστών. Γιατί για το δεύτερο, αμφιβάλλω, και όχι μόνο για το «και τα λοιπά».
  Στο «Επιστράτευση, Μάης του 2013» διαβάζουμε:

  Όλα καλά πήγαιναν δηλαδή, μέχρι που επιστράτευσαν την Άννα.
  Που, όπως έγραψα και στην κριτική για την προηγούμενη συλλογή, μπορεί και να την έλεγαν Ελένη.

  Στο «Ένας διαφορετικός Σεπτέμβρης» διαβάζουμε:

  Επανερχόμαστε
Σε μια πολιτική κατάσταση
που αιωρούνται κρεμάλες, μαχαίρια, απολυτότητες

  Εύχομαι να μην είναι οι στίχοι προφητικοί.
  Ο Μίμης Σουλιώτης ήταν ένας εξαιρετικός πανεπιστημιακός δάσκαλος και ποιητής. Στην προηγούμενη συλλογή ο Κωτόπουλος τού αφιερώνει ένα ποίημα, σ’ αυτήν εδώ τη συλλογή παραθέτει σαν στίχο μια δική του απόφανση που αποτελεί ταυτόχρονα και παραίνεση για νέους συγγραφείς.

  Δημιουργική Γραφή είναι το δημιουργικό σβήσιμο

  Να σημειώσουμε εδώ ότι ο Κωτόπουλος είναι υπεύθυνος του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών «Δημιουργική Γραφή».
  Μπορεί ο Τριαντάφυλλος να μην έχει γράψει campus novels, όμως έχει γράψει campus poems, τα οποία παραθέτει στη συλλογή σε μια ξεχωριστή ενότητα, «Τα πανεπιστημιακά». Στη πρώτο ποίημα με τίτλο «Γενική συνέλευση» σατιρίζει τις διαδικασίες εκλογής νέων ΔΕΠ, τους εκλέκτορες αλλά και τους υποψηφίους, οι οποίοι προσφέρουν γη και ύδωρ προκειμένου να πετύχουν την εκλογή τους.
  Στην προηγούμενη συλλογή του ο Κωτόπουλος αναφέρεται διακειμενικά στον Greimas (θεωρητικός του δομισμού) με τη φράση «σημειωτικό τετράγωνο», όμως εδώ αναφέρεται άμεσα σ’ αυτόν σε ένα ποίημα που έχει τίτλο «Εισήγηση κατά Greimas». Παρακολουθώντας την εισήγηση,

  Το κοινό ταξίδευε γοερά και δημιουργικότερα μακρόθεν της Κομοτηνής.

  Μου έχει τύχει κι εμένα.
  Το «Σκέτη» είναι ένα ποίημα ιδιαίτερα εικονοκλαστικό.

  Ο κουρέας μου κι ο Φουκώ
Δεν συναντήθηκαν ποτέ
Απ’ όσο ξέρω τουλάχιστον
Και θα ήταν δύσκολο κιόλας κι ατελέσφορο
Όμως ο κυρ-Χρήστος μού’ μαθε
Κι ο Μισέλ άλλα τόσα
Ο μικρός μαλάκας, όταν μεγαλώσει, θα γίνει μεγάλος μαλάκας
Μπορείτε να το εντάξετε στο θυμοσοφικό ή στο φουκωικό λόγο
Δεν αλλοιώνεται το νόημα σε καμία των περιπτώσεων

  Η τελευταία ενότητα έχει τίτλο «Απουσίες και είδωλα». Διαβάζουμε στο ποίημα «Η φωτογραφία»:
 
  Ποιήτριες που δεν ρισκάρουν ούτε μια ζαριά στον έρωτα
Αλλά πεζογραφούν διαρκώς τα σωθικά τους·
μαλωμένες και μ’ αυτά 

  Όμως οι ποιητές;
  Μέχρι τώρα παράθεσα στίχους. Καιρός να παραθέσω και μια φράση: «στο αντιποιητικό κρεσέντο της συλλογικότητας».
  Μακριά από μας.

  Πολύ συχνά οι ποιητές παραθέτουν στις συλλογές τους ποιήματα για την ποίηση ή για τον ποιητή. Στο τελευταίο ποίημα με τίτλο «Διαμεσολάβηση» ο Κωτόπουλος γράφει ότι «Ο ποιητής… προτιμά με ρήματα… Με ουσιαστικά ομιλούν οι επιστήμονες».  
  Ο Κωτόπουλος πατάει και στα δυο. Ως ποιητής πατάει στα ρήματα και ως επιστήμονας (πανεπιστημιακός δάσκαλος) στα ουσιαστικά. Κολοσσός και στα δυο.

Μπάμπης Δερμιτζάκης
 
 

Thursday, February 20, 2014

Ba Jin, Bitter cold nights (巴金, 寒夜)



Ba Jin, Bitter cold nights (, 寒夜)

  Και φτάσαμε στο τέταρτο και τελευταίο reader, το οποίο διάβασα για πρώτη φορά πριν 12 χρόνια. Είναι επίσης το τελευταίο μυθιστόρημα του Ba Jin και το τρίτο του που διαβάσαμε, μετά τα δυο τελευταία μέρη της τριλογίας του «Ταραγμένοι καιροί», την «Άνοιξη» και το «Φθινόπωρο».
  Καθώς το διάβαζα συνειδητοποίησα ότι δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πόσο φαλλοκρατική είναι η κοινωνία μας. Στην κατηγορία «Κι άλλες μαντινιάδες» στο blog μου, που αποτελούν κατά κάποιο τρόπο συνέχεια του βιβλίου μου «Πες της το με μια μαντινιάδα» (ΑΛΔΕ, 2013), έχω παραθέσει κάμποσες μαντινιάδες για την πεθερά. Διαβάζοντας το βιβλίο του Ba Jin συνειδητοποιώ ότι όλες αυτές οι μαντινιάδες αναφέρονται στην πεθερά του άντρα, καμιά στην πεθερά της γυναίκας. Κι αυτό γιατί, στο μυθιστόρημα του Ba Jin, τη ζημιά την κάνει η πεθερά της γυναίκας.
  Είναι φοβερό να μπεις σώγαμπρος, αλλά και το να μπεις σώνυμφη δεν είναι ό,τι καλύτερο. (το έψαξα στο διαδίκτυο, μπορώ να διεκδικήσω τη «μητρότητα» του νεολογισμού, που δείχνει επίσης τον φαλλοκρατισμό της κοινωνίας μας. Το «πατρότητα» είναι μια ακόμη όψη αυτού του φαλλοκρατισμού). Η Shu Sheng ζει με τον άντρα της και την πεθερά της. Ο άντρας της, ο Wang Wen Xuan (προφέρεται Shuan), την υπεραγαπά, όμως η πεθερά της τής κάνει τη ζωή κόλαση. Όλες οι προστριβές του ζεύγους έχουν αυτή σαν αιτία. Όταν τα ιαπωνικά στρατεύματα θα πλησιάσουν, αυτή θα φύγει πηγαίνοντας σε άλλη πόλη, σε άλλο υποκατάστημα της τράπεζας όπου εργάζεται, όμως θα στέλνει τακτικά ένα έμβασμα για να βοηθήσει τον σύζυγό της ο οποίος πάσχει από φυματίωση. Στα γράμματα που ανταλλάσσουν δεν θα της αποκαλύψει ποτέ τη σοβαρότητα της κατάστασής του, για να μην την στενοχωρήσει. Πεθαίνει τη μέρα που παραδόθηκε η Ιαπωνία. Μετά από ένα μήνα αυτή θα γυρίσει, όμως δεν θα τον βρει.
  Συγκινητικό έργο, μπόρεσα να θαυμάσω τον μεγάλο μυθιστοριογράφο παρά το ότι διάβασα το reader και όχι το αυθεντικό μυθιστόρημα.