Book review, movie criticism

Tuesday, October 25, 2016

Jacob Gentry, Synchronicity



Jacob Gentry, Synchronicity (2015)

  Δυο κινηματογραφικά είδη που δεν μου αρέσουν είναι τα θρίλερ και η επιστημονική φαντασία. Έτσι δεν μπορώ να κρίνω αντικειμενικά την «Συγχρονικότητα», την οποία είδα κατόπιν συστάσεως ενός φίλου που γράφει για το φανταστικό. Πιστεύω όμως ότι είναι πολύ καλή για να μου τη συστήσει, μια και ο ίδιος είναι λάτρης του είδους και έχει γράψει γι’ αυτό, τόσο θεωρητικά όσο και λογοτεχνικά (διηγήματα).
  Η ταινία αναφέρεται σε ένα πείραμα, ή μάλλον τη δοκιμή μιας μηχανής που ταξιδεύει μέσα στο χρόνο. Αρχικά οι συμμετέχοντες στη δοκιμή πίστεψαν ότι είχαν αποτύχει, αλλά μετά διαπιστώθηκε ότι είχαν πετύχει. Ο Jim Beale είναι ο κεντρικός ήρωας της ταινίας, η ψυχή του πειράματος. Όμως κάποια στιγμή εμφανίζεται και ένας δεύτερος Jim. Αυτός προέρχεται από ένα παράλληλο σύμπαν και έχει διεισδύσει στο σύμπαν του πρώτου, αθέλητα. Υπάρχουν πολλά επεισόδια με σασπένς. Μια κοπέλα εμπλέκεται σε αυτή την ιστορία την οποία ο Jim ερωτεύεται. Φυσικά θα έχουμε happy end.
  Σε μια βιβλιοκριτική μου για τον «Tristram Shandy» του Henry Fielding παρέθεσα το παρακάτω απόσπασμα: «Ο Πλίνιος ο Νεότερος δηλώνει ότι ουδέποτε διάβασε βιβλίο οσοδήποτε κακό, χωρίς να έχει κάποιο όφελος». Έτσι κι εγώ μπορώ να πω ότι, παρόλο που δεν μου αρέσει το είδος, απεκόμισα κάποια πράγματα.
  Ακούμε στο έργο την παρακάτω ατάκα: «Εσείς οι άνθρωποι δεν πιστεύετε στις συμπτώσεις. Ο Αϊνστάιν είπε ότι (οι συμπτώσεις) είναι ο τρόπος του θεού να παραμείνει ανώνυμος».
  Η συγχρονικότητα υποστηρίζει ο Καρλ Γιουνγκ στο ομώνυμο βιβλίο του ότι είναι η αιτία των συμπτώσεων. Το χρησιμοποίησα για τη συγγραφή του βιβλίου μου «Παραψυχολογία, μύθος ή πραγματικότητα».
  Δεν μπορώ να πω ότι με συγκίνησε ιδιαίτερα. Έχω διαβάσει βιβλία των τριών μεγάλων ψυχολόγων, αλλά μόνο ο Φρόιντ με εντυπωσίασε, και ο Άντλερ μου άρεσε επίσης αρκετά. Για τις συμπτώσεις μου άρεσε περισσότερο το βιβλίο του Άρθουρ Καίσλερ «Οι ρίζες της σύμπτωσης». Πιστεύω στις συμπτώσεις, είναι ο προσωπικός μου μύθος. Μάλιστα σε ένα ανέκδοτο αυτοβιογραφικό μου κείμενο έδωσα τον τίτλο «Οι ρίζες της σύμπτωσης».
  Και μια ανθρωπολογική πληροφορία (χθες μαζευτήκαμε η ομάδα κοινωνικής ανθρωπολογίας, για πρώτη φορά χωρίς τον Σωτήρη που έφυγε στις 12 Αυγούστου): «Υπάρχουν μερικές φυλές στον Αμαζόνιο όπου οι γυναίκες χρησιμοποιούν σαμανιστικές τελετές για να ελέγχουν τους άντρες τους, οδηγώντας τους στην παραφροσύνη».
  Φαντάζομαι όχι για πολύ, σε λίγο θα έχουν εκλείψει οι φυλές του Αμαζονίου.
  Οι λάτρεις του είδους θα την λατρέψουν την ταινία.

John Carney, Sing street



John Carney, Sing street (2015)

  Στις 31-10-2016 παίζεται από την κινηματογραφική λέσχη Πάτρας. Πολύ καλή μουσική κωμωδία, βλέπω ότι έχει 8,1 στο imdb.
  O 15χρονος νεαρός ερωτεύεται ένα 16χρονο κορίτσι. «Κ’ ίντα δεν κάνει ο Έρωτας σε μια καρδιά π’ ορίζει», μας λέει ο Κορνάρος στον «Ερωτόκριτο». Στην περίπτωσή του ο έρωτας τον έβαλε να φτιάξει μια σχολική μπάντα στην οποία θα δώσουν το όνομα sing street.
  Γράφει τραγούδια για την κοπέλα. Θα της ζητήσει να συμμετάσχει στην μπάντα. Αυτή θα δεχτεί. Εμφανίζεται στα βίντεο που γυρίζουν. Κορίτσι καθώς είναι, τους σουλουπώνει εμφανισιακά.
  Στην μπάντα θα συμμετάσχει αργότερα και αυτός που του έκανε bullying. Σωματαράς, θα είναι κάτι σαν security της μπάντας.
  Όλοι τους έχουν προβλήματα στις οικογένειές τους. Ο σωματαράς αυτός τρώει ξύλο από τον πατέρα του, πράγμα που εξηγεί και τη συμπεριφορά του. Ο πατέρας του νεαρού είναι άνεργος και η μητέρα του δουλεύει part time. Τα οικονομικά τους προβλήματα τους υποχρεώνουν να μεταγράψουν το γιο τους σε ένα εκκλησιαστικό σχολείο. Οι συνθήκες σ’ αυτό είναι άθλιες και η συμπεριφορά των διδασκόντων απαράδεκτη. Οι γονείς του νεαρού, έχοντας άθλιες σχέσεις εδώ και χρόνια, αποφασίζουν σε κάποιο σημείο της ταινίας να χωρίσουν. Όσο για την κοπέλα,
ο πατέρας της πέθανε αλκοολικός και η μητέρα της είναι μανιοκαταθλιπτική και μπαινοβγαίνει στα νοσοκομεία. Μεγαλώνει σε ίδρυμα. Όλα αυτά δίνουν ένα στυφό ρεαλισμό σε μια ταινία που όμως είναι μουσική κομεντί. Τελικά με τη βοήθεια του αδελφού του θα το σκάσουν με μια βάρκα και θα πάνε στην Αγγλία, στο τέλος της ταινίας. Φτωχή χώρα η Ιρλανδία, ακούμε ότι χιλιάδες κάθε χρόνο μεταναστεύουν στην Αγγλία.   
  Την είδα ευχάριστα την ταινία. Αν ήμουν νεαρός και όχι συνταξιούχος θα με είχε ενθουσιάσει.

Monday, October 24, 2016

Sean Ellis, Anthropoid



Sean Ellis, Anthropoid (2016)

  Στις πολεμικές ταινίες μυθοπλασίας το τέλος είναι αναμενόμενο: οι καλοί νικούν πάντα. Όταν η ταινία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, κάποιες φορές απουσιάζει το happy end.
  Χωρίς happy end είναι και η ταινία «Ανθρωποειδές», καθώς βασίζεται σε ένα ιστορικό γεγονός: την εκτέλεση του αρχι-ναζί Reinhard Heydrich, γνωστού ως «ο σφαγέας της Πράγας». Την εντολή είχε δώσει η εξόριστη στο Λονδίνο τσεχοσλοβακική κυβέρνηση. Την αποστολή που είχε την ονομασία «Ανθρωποειδές» είχαν αναλάβει να την εκτελέσουν δυο από τους επτά τσέχους που είχαν πέσει με αλεξίπτωτο στη γερμανοκρατούμενη Τσεχοσλοβακία. Μόλις που θα τα καταφέρουν (ο Heydrich πεθαίνει τελικά στο νοσοκομείο), όμως ένας προδότης θα είναι η αιτία να σκοτωθούν και οι επτά αλεξιπτωτιστές στην εκκλησία όπου είχαν βρει καταφύγιο. Η εξάωρη αντίστασή τους, που κρατάει σχεδόν το τελευταίο μισό της ταινίας, είναι συναρπαστική.
  Ο Έλις, ακολουθώντας πιστά τα γεγονότα, δεν ωραιοποιεί την αντίσταση. Δεν είναι μόνο ο προδότης, είναι οι στιγμές αδυναμίας, η λιποψυχία, η αμφιβολία, και τέλος η διαφωνία: την εκτέλεση του Heydrich σίγουρα θα ακολουθούσαν αιματηρά αντίποινα, και κάποιοι από τα ηγετικά στελέχη της τσεχοσλοβάκικης αντίστασης ήταν αντίθετοι με την εκτέλεσή του και προσπάθησαν να την αποτρέψουν. Στα γράμματα τέλους διαβάζουμε ότι κάπου 5000 τσέχοι πλήρωσαν με τη ζωή τους αυτή την απόπειρα.
  Μήπως όμως άξιζε τον κόπο; Δεν αναπτερώθηκε άραγε έτσι το φρόνημα του υπόδουλου τσέχικου λαού; Στα γράμματα τέλους διαβάζουμε επίσης ότι ο Τσώρτσιλ, μετά από αυτά τα αιματηρά αντίποινα, κήρυξε άκυρη την συνθήκη του Μονάχου κατά την οποία οι σύμμαχοι έδωσαν το ελεύθερο στον Χίτλερ να καταλάβει την Τσεχοσλοβακία με αποτέλεσμα να παραδοθεί αμαχητί. Επίσης δήλωσε ότι η  Τσεχοσλοβακία αποτελεί ένα σημαντικό σύμμαχο στον αγώνα για την ελευθερία, πράγμα που σημαίνει, πιστεύω εγώ, ότι κάθεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με το τέλος μου πολέμου. Αλλιώς, ως παραδοθείσα αμαχητί, δεν θα είχε το δικαίωμα.
  Τα δυο ειδύλλια ήσαν ίσως μια παραχώρηση στο κοινό, όμως ομόρφυναν την ταινία, σαν λυρικά ιντερμέτζα. Από τις καλύτερες πολεμικές ταινίες που έχω δει.
   

Gianfranco Rosi, Fuocoammare



Gianfranco Rosi, Fuocoammare (2016)
 
  Η ταινία παίζεται στους κινηματογράφους.
  «Φωτιά στη θάλασσα» είναι ο ελληνικός τίτλος της ταινίας του Gianfranco Rosi που παίζεται απόψε (24-10-2014) στα Ster Cinemas από την κινηματογραφική λέσχη Πάτρας. Πρόκειται για ένα βραβευμένο ντοκιμαντέρ που αναφέρεται στην Οδύσσεια τον λαθρομεταναστών που γυρεύουν να φτάσουν στο νησί Lampedusa, που βρίσκεται ανάμεσα στη Σικελία και στην Τυνησία. Συγκλονιστικές οι σκηνές που βλέπουμε από δυο επιχειρήσεις διάσωσης των σαπιοκάραβων που τους μεταφέρουν, με πιο συγκλονιστική ίσως μια τρίτη, στην αρχή της ταινίας. Το καράβι τους δεν προλαβαίνει να δώσει στίγμα τη στιγμή που επικοινωνεί με τον ασύρματο, φαίνεται βούλιαξε στο μεταξύ. Βλέπουμε καταταλαιπωρημένες ψυχές και πτώματα, πολλά πτώματα. Θύματα οι πτωχοί που ταξιδεύουν στο αμπάρι του πλοίου με τις υψηλές θερμοκρασίες, καθώς πληρώνουν μικρότερα ναύλα. Καταλήγουν από την αφυδάτωση. 40 νεκροί από τους 150 επιβαίνοντες είναι ένας θλιβερός απολογισμός. Σε ένα ναυάγιο, ακούμε έναν λαθρομετανάστη να λέει, από τους 90 επιβάτες σώθηκαν μόνο 30.
  Εν είδει ιντερμέτζου παρεμβάλλεται η ζωή ενός μικρού παιδιού, που γυρνάει το νησί μαζί με ένα φίλο του κουβαλώντας τις σφεντόνες τους, καθώς και τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει: το ένα μια κάποια δύσπνοια και το άλλο ένα «τεμπέλικο» αριστερό μάτι, που ο γιατρός, για να το κάνει να ενεργοποιηθεί, του φοράει γυαλιά όπου το καλό μάτι είναι σκεπασμένο για να μη βλέπει. Έχει επιτυχία αυτή η αγωγή, από 1/10 όραση έχει φτάσει τα 5/10, με στόχο να φτάσει τα 9/10. Ακόμη βλέπουμε κατά διαστήματα και έναν εκφωνητή σε έναν ραδιοφωνικό σταθμό, που δέχεται τηλεφωνήματα για τραγούδια με αφιερώσεις. Ένα τέτοιο τραγούδι είναι και το fuocoammare.
  Η μαρτυρία του γιατρού που περιθάλπει τους άρρωστους λαθρομετανάστες είναι συγκλονιστική. Όχι, δεν έχει εξοικειωθεί σαν γιατρός με αυτά που βλέπει. Το ίδιο και η μαρτυρία ενός άλλου λαθρομετανάστη, από τη μαύρη Αφρική (οι περισσότεροι είναι μαύροι), για τις ταλαιπωρίες που πέρασαν όταν διέσχισαν τη Σαχάρα, τους νεκρούς που άφησαν πίσω, και την αντιμετώπιση που είχαν από τις λιβυκές αρχές. Δεν τους λυπήθηκαν καθόλου, γιατί ήσαν μαύροι. Πολλοί από αυτούς κατέληξαν στις φυλακές, κάποιοι για έξι ολόκληρα χρόνια. Κάποιοι βέβαια πέθαναν σ’ αυτές. Ξύλο, πείνα, δίψα, ήταν αυτά που αντιμετώπιζαν οι φυλακισμένοι. Είπε και κάτι άλλο που με εξέπληξε: την εξουσία, λέει, στη Λιβύη την έχει ο ISIS. Δεν έχω διαβάσει ποτέ κάτι τέτοιο, αλλά πάντοτε είχα την άποψη ότι αυτό που οι τυφλωμένοι δυτικοί αποκαλούσαν αραβική άνοιξη στην πραγματικότητα ήταν αραβικός μεσαίωνας. Η Αίγυπτος τη γλίτωσε στο τσακ, αν και δεν νομίζω για πολύ. Χειρότερη από τη δικτατορία της ολιγαρχίας είναι η δικτατορία της μάζας.
  Η ταινία βραβεύτηκε με τη Χρυσή Άρκτο στο 66ο φεστιβάλ Βερολίνου. Αξίζει να τη δείτε, είναι συγκλονιστική. 

Sunday, October 23, 2016

Zhang Yang, Paths of the soul



Zhang Yang, Paths of the soul (冈仁波齐2015)

  Έχουμε γράψει σχεδόν για όλα τα έργα του Zhang Yang. Σειρά έχουν σήμερα τα «Μονοπάτια της ψυχής».
  Τύφλα να ’χουν οι χατζήδες, οι χριστιανοί που πάνε στην Ιερουσαλήμ και οι μουσουλμάνοι που πάνε στην Μέκκα, παίρνοντας το αεροπλάνο και πηγαίνοντας αραχτοί (άντε, κάποιοι πάνε και οδικώς). Στο έργο αυτό του Τζανγ Γιανγκ βλέπουμε ένα προσκύνημα που για να φτάσεις στον τόπο προορισμού περνούνε μήνες. Και ο τόπος προορισμού είναι το Gang ren bo qi (Kang rinpoche μεταφράζει το imdb και δεν βλέπω να υπάρχει μετάφραση στα ελληνικά), ένας ιερός τόπος σε ένα βουνό πάνω από τη Λάσα, την πρωτεύουσα του Θιβέτ.
  Ο παππούς έχει γεράσει, θέλει πριν πεθάνει να κάνει το προσκύνημα στον ιερό αυτό τόπο. Χρόνια τώρα έχει εκφράσει αυτή την επιθυμία. Ο ανιψιός του θα τον βοηθήσει να την εκπληρώσει δηλώνοντας ότι θα τον συνοδεύσει, όμως μετά την πρωτοχρονιά. Μαθαίνοντας το σχέδιό τους δηλώνουν και άλλοι την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν, συγγενείς, φίλοι, χωριανοί. Αν μέτρησα καλά, μαζεύτηκαν κάπου δώδεκα άτομα. Ανάμεσά τους και ένα μικρό κοριτσάκι που φαίνεται να το διασκεδάζει.
  Δεν φανταζόμουν πώς θα ήταν αυτό το προσκύνημα. Θα διανύσουν 1200 χιλιόμετρα, πεζοί, και κατά τη διαδρομή, κάθε επτά βήματα, θα ξαπλώνουν μπρούμυτα και θα ξανασηκώνονται. Στα χέρια έχουν κάτι σαν ξυλοπαντόφλες, και με αυτές ακουμπάνε πρώτα στο οδόστρωμα, περίπου σαν να κάνουν βουτιά. Όταν σηκώνονται τις κτυπάνε τρεις φορές μεταξύ τους. Ο πιστός προσκυνητής, λένε, κάνει καρούμπαλο στο μέτωπο. Όλοι έχουν. Φυσικά με τέτοιο τρόπο βαδίσματος δεν μπορούν να κάνουν πάνω από δέκα χιλιόμετρα την ημέρα, γι’ αυτό και η πορεία διαρκεί μήνες.
  Τους συνοδεύει ένα τρακτέρ που σέρνει μια σκεπαστή καρότσα. Εκεί έχουν τα εφόδιά τους, ρούχα, τρόφιμα και μια σκηνή, την οποία στήνουν το βράδυ.  
  Κατά τη διαδρομή τους βλέπουμε την καλοσύνη, τόσο τη δική τους όσο και των ντόπιων που συναντούν. Είναι πρόθυμοι να τους φιλέψουν και να τους φιλοξενήσουν. Οι ίδιοι θα καλέσουν ένα γέρο στη σκηνή τους καθώς, μόνος του καθώς είναι, δίπλα σε μια φωτιά που έχει ανάψει, σίγουρα θα ξεπαγιάσει τη νύχτα. Τα πάντα είναι σκεπασμένα με χιόνι.
  Πιο πριν είχαν κατασκηνώσει δίπλα στο δρόμο. Βλέπουν έναν άνδρα που κάνει αυτές τις σαν-γονυκλισίες, μια γυναίκα που σέρνει ένα κάρο και ένα γαϊδουράκι δίπλα. Τους προσκαλούν για τσάι. Από πού είναι; Είναι από το Για Αν, μια επαρχία το Σετσουάν (από εκεί που ήταν και ο καλός άνθρωπος, να συμπληρώσουμε εμείς). Και γιατί σέρνει η γυναίκα το κάρο και όχι το γαϊδούρι; Το γαϊδούρι το έχουν για τα δύσκολα, στις ανηφόρες, αλλιώς θα εξοντωθεί. Εξάλλου το θεωρούν σαν μέλος της οικογένειας. Όταν φτάσουν στη Λάσα θα το γυρίσουν να δει τα μέρη, και θα το πάνε σε ένα ναό όπου θα κόψουν λίγο τρίχωμά του και θα το αφήσουν στο άγαλμα του Βούδα.
  Στο δρόμο έχουμε γεννητούρια. Μια γυναίκα θα γεννήσει ένα μωρό. Όλοι είναι ευτυχισμένοι, και πρώτος και καλύτερος ο παππούς. Όμως έχουν και ατυχίες. Το τρακτέρ τρακάρει με ένα αυτοκίνητο, σπάει ο άξονας, και δεν υπάρχει περίπτωση να βρουν ανταλλακτικό παρά μόνο στη Λάσα. Ζεύονται την καρότσα και προχωράνε.
  Φτάνουν στη Λάσα, αλλά τους έχουν τελειώσει τα λεφτά, δεν μπορούν να προχωρήσουν. Μια γυναίκα θα τους φιλοξενήσει. Όλη η οικογένειά της έχει πάει προσκύνημα, το σπίτι είναι άδειο. Θα δουλέψουν για να μαζέψουν λεφτά. Μετά από λίγους μήνες θα ξεκινήσουν πάλι.
  Τους βλέπουμε να ανεβαίνουν στο βουνό, πάνω σε ένα στενό χιονισμένο μονοπάτι. Όμως συνεχίζουν να πέφτουν μπρούμυτα. Τη νύχτα θα στήσουν τη σκηνή. Το πρωί που σηκώνονται όμως βλέπουν ότι ο παππούς έχει πεθάνει. Τι ωραίος θάνατος, στην πλαγιά του ιερού όρους!
  Στο τέλος, σε μια μαύρη οθόνη, τους ακούμε να ψάλλουν. Προφανώς έχουν φτάσει στον προορισμό τους. Συνεχίζουν, ενώ πέφτουν τα γράμματα τέλους.
  Η ταινία είναι μυθοπλασίας, όμως για εμάς τους δυτικούς έχει έναν ντοκιμενταρίστικο εξωτισμό. Εξαιρετική.