Lou
Ye, Suzhou he (Ο
ποταμός Σού Τζόου) 苏州河2000
Μια ιστορία αγάπης,
ασυνήθιστη, είναι το θέμα της ταινίας. Ο μαθήτρια ερωτεύεται τον κούριερ,
αυτός, μέλος σπείρας, την απαγάγει, και αυτή, απελπισμένη, πέφτει στο ποτάμι να
αυτοκτονήσει. Θα πέσει κι αυτός, όμως δεν θα τη βρει. Θα καθίσει κάποια χρόνια
φυλακή, και, μια και το πτώμα της δεν βρέθηκε ποτέ, θα αρχίσει να την ψάχνει.
Μια κοπέλα της μοιάζει, αλλά δεν είναι αυτή. Θα τη βρει στο τέλος, αλλά,
μεθυσμένοι με βότκα, θα πέσουν στο ποτάμι και θα πνιγούν. Η κοπέλα
συνειδητοποιεί ότι υπήρχε πράγματι η δεύτερη κοπέλα, δεν ήταν πρόφαση για να τα
φτιάξουν. Και φεύγει αφήνοντας στον φίλο της, τον αφηγητή της ταινίας, ένα
σημείωμα λέγοντάς του αν την αγαπάει να πάει να την ψάξει. Αυτός δεν θα το κάνει.
«Δεν θα το κάνω», λέει, «γιατί όλα έχουν ένα τέλος». Έτσι θα πιω ακόμη ένα ποτό
και θα κλείσω τα μάτια μου, περιμένοντας να αρχίσει η επόμενη ιστορία».
Θαυμάσιο τέλος, γιατί δείχνει αντιστικτικά το μέγεθος μιας μεγάλης
αγάπης. Μπορεί να τράφηκε από ενοχές, όμως, έτσι κι αλλιώς, ήταν μεγάλη. Στην
απώλεια δοκιμάζονται τα αισθήματα.
Διάβασα κάπου (και, να
πάρει ο διάβολος, το ξαναδιάβασα πρόσφατα και ποιος το είπε, όμως πάλι ξέχασα
ποιος) ότι η απόσταση φουντώνει τον έρωτα ενώ η εγγύτητα την σεξουαλική
επιθυμία. Όμως ο (ελληνικός) λαός λέει ότι «μάτια που δεν βλέπονται γρήγορα
λησμονιούνται». Μάλλον εξαρτάται από την περίπτωση. Στο έργο αυτό βλέπουμε και
τα δυο. Αλλά «σπουδαίο», με την αριστοτελική σημασία, είναι μόνο το πρώτο. Γι
αυτό και όλο το έργο στηρίζεται σ’ αυτό.
Lou Υe, Η πορφυρή πεταλούδα 紫蝴蝶 (2003)
Θα ήταν μια συναρπαστική περιπέτεια, ένα έργο κατασκοπείας, αν ο Lou Ye δεν
επικεντρωνόταν στην ψυχογραφία των ηρώων, τα διλήμματα και τις εντάσεις που
τους ταλανίζουν. Με ένα από τα βασικά θέματα να είναι «τα σύνορα της αγάπης»,
βλέπουμε την κινέζα και τον γιαπωνέζο, συμμαθητές στα εφηβικά τους χρόνια στη
Μαντζουρία, να εργάζονται ως κατάσκοποι καθένας για τη χώρα του. Αυτή εκτελεί
αποστολή, να πλευρίσει τον παλιό της φίλο. Ο φίλος της αντιλαμβάνεται ότι η
επανασύνδεση δεν είναι αθώα, όμως την αγαπάει και της προτείνει να φύγουν για
το Τόκιο (Βρισκόμαστε στην Σαγκάη, πριν τον βομβαρδισμό της το 1937 αλλά μετά
την κατάληψη της Μαντζουρίας). Στόχος είναι να βοηθήσει στην εκτέλεση ενός
γιαπωνέζου κατάσκοπου, υψηλά ιστάμενου.
Νομίζω σεναριακά την παράσταση την κλέβει ο κινέζος εκείνος που
συλλαμβάνεται από τους γιαπωνέζους κατά λάθος, τον απειλούν με τη ζωή του αν
δεν συνεργαστεί μαζί τους, δυο φορές είναι έτοιμος να αυτοκτονήσει αλλά τελικά
επιλέγει την πατριωτική διέξοδο. Πηγαίνει στο χορό όπου βρίσκεται το ζευγάρι
και σκοτώνει τον γιαπωνέζο, ο οποίος ήταν στην ομάδα εκείνων που τον είχαν
απαγάγει.
O Lou Ye έχει περίπου τη
μούγκα του Αγγελόπουλου, πράγμα που δεν με βοηθάει, μια και ένας βασικός λόγος
που βλέπω κινέζικες ταινίες είναι για να εξασκήσω τη γλώσσα. Όμως είναι
εξαιρετικός σκηνοθέτης (θυμάμαι το «Ποτάμι»). Με αργούς ρυθμούς στο μεγαλύτερο
μέρος της ταινίας, εκτός από τις στιγμές κορύφωσης της δράσης, εκεί δηλαδή που
πέφτει το πιστολίδι, εστιάζει στα πρόσωπα των ηρώων, σαν μυθιστοριογράφος, για
να «διαβάσουμε» τις ψυχικές τους διαθέσεις στην έκφραση του προσώπου τους.
Δυο από τις καλύτερες στιγμές του έργου είναι οι εξής: Η πρώτη, εκεί που
η κινέζα με τον κινέζο σύντροφό της περνάνε δίπλα από μια διαδήλωση κατά των
γιαπωνέζων, προς την αντίθετη κατεύθυνση, σαν δυο φιλήσυχοι πολίτες που δεν
θέλουν να ανακατευτούν, ενώ στην πραγματικότητα ρισκάρουν τη ζωή τους για την
πατρίδα τους. Η δεύτερη, αμέσως μετά, που κάνουν έναν απελπισμένο έρωτα μετά
την ένταση της ημέρας. Ύστερα από ένα χρόνο. Είχαν αποφασίσει να μην είναι πια
ζευγάρι αλλά να συνεχίσουν να είναι σύντροφοι στον αγώνα. Η μεγάλη σκηνοθετική
ικανότητα του Λόου Γιε μετατρέπει μια πατριωτική ταινία σε ένα εκπληκτικό
ψυχογράφημα των ηρώων.
Ο γιαπωνέζος αρχικατάσκοπος που τον σκοτώνουν οι πατριώτες ενώ πηγαίνει
στο χορό, ονομάζεται Γιαμαμότο.
Και θυμήθηκα τον Γιαμαμότο, τον γιαπωνέζο ναύαρχο που οικοδόμησε την
υπεροχή της Ιαπωνίας στις αρχές του πολέμου. Το καλοκαίρι σε ένα ντοκιμαντέρ
έμαθα με ποιον τρόπο πέθανε. Οι αμερικάνοι, που είχαν σπάσει τους κώδικες των
γιαπωνέζων, ήξεραν για μια επικείμενη πτήση του πάνω από κάποια νησιά του
Ειρηνικού. Ενημέρωσαν τον πρόεδρο. Αυτός έδωσε την συγκατάθεσή του για την
εκτέλεσή του. Ένα σμήνος αμερικανικών αεροπλάνων κατέρριψαν το αεροσκάφος του,
που έπεσε στη ζούγκλα και έγινε συντρίμμια.
Ξεστρατίζω με συνειρμούς πολύ συχνά τα κείμενά μου.
Γαμώτο.
Lou Ye, Summer palace 頤和園 2006
Είδαμε και το «Θερινό ανάκτορο».
Παρακολουθούμε τη ζωή μιας νέας κοπέλας, τους έρωτές της και τους φίλους της,
μέσα σε μια εικοσαετία περίπου. Δεν μας άρεσε ιδιαίτερα. Απελπισμένη, χρησιμοποιεί
το σεξ σαν αντικαταθλιπτικό (βλέπουμε αρκετές σκηνές με άφθονο σεξ), ενώ μια
φίλη της δεν έχει καλύτερη τύχη, αφού καταλήγει να αυτοκτονήσει. Το τέλος,
εντελώς unhappy, δείχνει το αδιέξοδο των σχέσεων, την
αδυναμία σύναψης μόνιμων δεσμών.
Lou Ye, Spring fever (春风沉醉的晚上) 2009
« Ένα βράδυ βαθιά μεθυσμένος με το ανοιξιάτικο
αεράκι» είναι ο κινέζικος τίτλος του έργου, που τιμήθηκε με βραβείο σεναρίου
στο φεστιβάλ Καννών. Στο διαδίκτυο διάβασα ότι το βραβείο το πήρε ο
σεναριογράφος για την τόλμη του θέματος: ομοφυλοφιλία στη σύγχρονη Κίνα. Στο
διαδίκτυο επίσης διάβασα ότι μόλις το 1997 αποποινικοποιήθηκε η ομοφυλοφιλία,
ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα βγήκε από τον κατάλογο των ψυχικών ασθενειών.
Η ταινία κινείται στο ίδιο
επίπεδο με το «Θερινό ανάκτορο»: και εδώ περιγράφονται έρωτες, μόνο που εδώ οι
έρωτες είναι ομοφυλοφιλικοί, ή για την ακρίβεια αμφιφυλικοί, αφού εμπλέκεται
και η γυναίκα του ενός νεαρού, που καθώς συμβιβάζεται στο τέλος με την
ιδιαιτερότητα του άνδρα της συναινεί, ή μάλλον παίρνει την πρωτοβουλία και
σχηματίζουν ένα ερωτικό τρίγωνο.
Περίπου χωρίς υπόθεση όπως
και το θερινό ανάκτορο, βλέπουμε τους έρωτες του τρίο αυτού, καθώς και πολύ
τολμηρές ομοφυλοφιλικές σκηνές, που τέτοιες μόνο στον Αλμοδοβάρ είχα δει. Αυτός
όμως είναι ομοφυλόφιλος, ενώ για τον Lou
Ye δεν ξέρω, και δεν θέλω να εικάσω ότι
είναι κι αυτός ομοφυλόφιλος μόνο και μόνο επειδή τόλμησε να γυρίσει μια ταινία
με ένα τέτοιο τολμηρό θέμα. Πάντως φαίνεται να έχει εμμονή με την αυτοκτονία,
αφού και στο έργο αυτό, όπως και στο «Θερινό ανάκτορο», έχουμε μιαν αυτοκτονία.
Ίσως θέλει να μας πει ότι οι μεγαλύτερες ματαιώσεις σχετίζονται με τις ερωτικές
μας σχέσεις, και στις ματαιώσεις αυτές πολλοί βρίσκουν την αυτοκτονία σαν
διέξοδο.
Lou Ye, Love and
bruises (2011) 花
Θα πήγαινε ποτέ ο μέσος δυτικός θεατής
να δει μια ταινία με τον τίτλο «Λουλούδι»; Ή έστω Χρυσάνθη, Μαργαρίτα, ή
Βιολέτα; Γιατί Χουά (λουλούδι) είναι το όνομα της ηρωίδας που δίνει και τον
τίτλο στην ταινία. Οι κινέζοι μάλλον δεν έχουν πρόβλημα με ένα τέτοιο τίτλο,
έχουν όμως οι εταιρείες διανομής στη Δύση, που τη μετονόμασαν σε «Έρωτας και
μώλωπες». Αν και εδώ μπορούμε να τους δικαιολογήσουμε, η ταινία δεν είναι
ακριβώς κινέζικη, αφού γυρίστηκε στη Γαλλία και οι ήρωες μιλάνε γαλλικά. Η
ηρωίδα απλώς είναι κινέζα. Ο Λόου Γιε ακολουθεί τον Κιαροστάμι στο Copie conforme (Γνήσιο
αντίγραφο, 2010), τοποθετώντας και αυτός τη δράση της ταινίας του στο Παρίσι. Στη
συνέχεια τους ακολουθεί και τους δυο ο Ασγάρ Φαραντί με το Le passé (Το παρελθόν, 2013)
που επίσης τοποθετεί τη δράση της ταινίας του στην ίδια πόλη.
Στην πρώτη σκηνή βλέπουμε την
κάμερα αναστατωμένη να περιφέρεται γύρω από την ηρωίδα, υπογραμμίζοντας
υφολογικά την ταραχή της καθώς ο φίλος της τής λέει ότι πρέπει να διακόψουν
γιατί έπαψε να την αγαπάει – έτσι ψυχρά. Αυτή τον εκλιπαρεί, αλλά αυτός είναι
ανένδοτος. Και όμως δεν ήταν μικρή η θυσία που είχε κάνει, αφού είχε έλθει στο
Παρίσι για χάρη του. (Καθώς ξαναδιαβάζω αυτές τις γραμμές θυμάμαι τη Λόλα στο «Whatever Lola wants» του Nabil Ayouch που κι αυτή έτρεξε στο Κάιρο για να συναντήσει τον φίλο της, ο
οποίος επίσης την παράτησε).
Ένας νεαρός εργάτης, κατά
καιρούς συνεργάτης ενός κλέφτη, θα της κολλήσει, και απελπισμένη καθώς είναι
και ευάλωτη θα την παρασύρει σε ένα ερημικό μέρος και θα τη βιάσει.
Απομακρύνεται, γυρνώντας όμως πότε πότε το κεφάλι του να την κοιτάξει. Αυτή
μένει ακίνητη, στην ίδια θέση. Στο τέλος σταματάει, την κοιτάζει, και
επιστρέφει.
Έτσι ξεκινάει η ιστορία
της αγάπης τους.
Σε αυτή την ιστορία,
παρμένη από μυθιστόρημα, συναντάμε διάφορες καταστάσεις που μπορεί να προκύψουν
στον έρωτα. Δεν χρειάζεται να τις απαριθμήσουμε. Να αναφέρουμε μόνο μια που
εμπεριέχει ένα εφέ του απροσδόκητου, ή αφηγηματική ανατροπή όπως ονομάζεται επίσης.
Πρόκειται για μια αντιστροφή ρόλων, η οποία συμβαίνει καμιά φορά στον έρωτα: η
γυναίκα-θύμα γίνεται γυναίκα-θύτης. Παρατάει τον φίλο της ενώ αυτός κανόνιζε να
παντρευτούν. Στο τέλος μόνο μαθαίνουμε ότι για να ακολουθήσει τον παρισινό φίλο
της, αυτόν που βλέπουμε να την παρατάει στην αρχή της ταινίας, εγκατέλειψε τον
κινέζο φίλο της, έναν νεαρό καθηγητή πανεπιστημίου.
Επιστρέφοντας στο Πεκίνο
όπου θα εργαστεί ως διερμηνέας θα τον εγκαταλείψει ξανά όταν μαθαίνει ότι έχει
μια σχέση, παρά τις διαβεβαιώσεις του ότι γι’ αυτόν δεν σημαίνει τίποτα. Θα νοσταλγήσει
τον γάλλο. Θα γυρίσει πίσω στη Γαλλία να τον βρει. Τώρα ζει σε μια φτωχική
γειτονιά με τους γονείς του. Όμως η ερωτική τους επαφή, μια από τις πολλές που
βλέπουμε στην ταινία, δεν είναι ανέφελη.
Ποιο είναι το τέλος;
Βλέποντας την ταινία ξαναέκανα
τη σκέψη ότι οι αφηγηματικές αναμονές δημιουργούνται και ειδολογικά. Σε μια
κωμωδία, όπως και σε μια αισθηματική κομεντί, ξέρουμε ότι στο τέλος οι ήρωες θα
παντρευτούν. Τώρα όμως για πρώτη φορά συνειδητοποιώ ότι σε μια κοινωνική ταινία,
και τέτοιες είναι οι περισσότερες σινεφίλ, η αφηγηματική αναμονή είναι αυτή της
τραγωδίας. Δεν περιμένω ότι αυτοί οι δυο θα μείνουν μαζί. (Θυμάμαι πάλι «Τα
φτερά της περιστέρας» του Iain
Softley, ταινία στην οποία το ζευγάρι χωρίζει
τελικά. Ξαναδιαβάζοντας την κριτική που έγραψα ακολουθώ τον σύνδεσμο που
παραθέτω στο τέλος, όπου διαβάζω μια άλλη κριτική μου για μια άλλη ταινία, το «Συζητήσεις
με άλλες γυναίκες» του Hans
Canosa, με παρόμοιο unhappy end).
Μετά την ερωτική σκηνή της
καινούριας τους αυτής συνάντησης βλέπουμε την Χουά να περιφέρεται σαν χαμένη
ανάμεσα στον κόσμο. Η κάμερα βρίσκεται σε αργή κίνηση σαν replay. Έτσι τελειώνει η ταινία, μια ακόμη ταινία με
ανοιχτό τέλος. Δεν μας δηλώνεται αν τελικά θα φύγει ή θα μείνει. Όπως έχουμε
γράψει και αλλού, με το ανοιχτό τέλος οι σκηνοθέτες παραβιάζουν συνειδητά
αφηγηματικές συμβάσεις και προσδοκίες, θέλοντας οι θεατές να εστιάσουν όχι στο
τέλος αλλά στα επεισόδια. Ναι, δεν τους ενδιαφέρει αν τα κατάφερε τελικά ο
Οδυσσέας να επιστρέψει στην Ιθάκη, σημασία έχει το ταξίδι, όπως λέει και ο
Καβάφης (πήγα να γράψω ο Αλεξανδρινός αλλά μου φάνηκε πολύ τετριμμένη από τη
χρήση αυτή η μετωνυμία).
Lou
Ye, Mystery
|
(2012) 浮城谜事
|
Άλλος έχει το όνομα. και
άλλος τη χάρη. «Καταρρακτώδης
βροχή» είναι η πρώτη ταινία του ιρανού Bahram Beizai, αλλά πιο
πολλή βροχή βλέπουμε στο «Αίνιγμα της πόλης Φου», που είναι η ακριβής μετάφραση
του τίτλου. Ξεμπερδέψαμε με τις ιρανικές ταινίες – στο εξής θα γράφουμε για
όσες πέφτουν στα χέρια μας, και δεν θα είναι πολλές αφού έχουμε γράψει για τις
περισσότερες των μεγάλων σκηνοθετών – καιρός να ασχοληθούμε και με τις
κινέζικες, παράλληλα με την ολοκλήρωση της επανάληψης που κάνω στα κινέζικα.
Για τον Lou Ye έχουμε ξαναγράψει, και συγκεκριμένα για τις ταινίες του (με τη
σειρά που γυρίστηκαν) «Ο
ποταμός Σου Τζόου», «Η
πορφυρή πεταλούδα», «Το θερινό
ανάκτορο» και «Ο
ανοιξιάτικος πυρετός». Το «Μυστήριο» είναι η προτελευταία του ταινία.
Υφολογικά δημιουργεί μια
ένταση, με την κάμερα να κινείται συνεχώς. Σεναριακά, έχει μια πλοκή γεμάτη
σασπένς. Δυο γυναίκες ένας άντρας, αντιστροφή του γνωστού τραγουδιού αλλά πιο
σύμφωνο με την πραγματικότητα, με ένα κοριτσάκι η μια, ένα αγοράκι η άλλη, από
τον ίδιο άντρα. Αυτή με το κοριτσάκι είναι η επίσημη. Η άλλη, μηχανορραφώντας,
αγωνίζεται να τον κερδίσει.
Και τον κερδίζει. Η άλλη
θα αποχωρίσει. Νοσταλγώντας στη συνέχεια. Όμως την περιμένει κάτι χειρότερο.
Και αυτή είναι μια
απαισιόδοξη ταινία, με τη βροχή να λειτουργεί συμβολιστικά. Εστιάζοντας συχνά
με την κάμερα πάνω στα πρόσωπα των ηρωίδων του, ο Λόου Γιε μας μεταβιβάζει την
αγωνία και την ένταση με την οποία βιώνουν μια σχέση που φαίνεται αδιέξοδη.
Πολύ καλή ταινία.
Lou Ye, Blind massage (推拿, 2015)
Έχουμε γράψει σχεδόν για όλες τις ταινίες του Lou Ye. Σειρά έχει σήμερα το
«Μασάζ», όπως είναι ο κινέζικος τίτλος. Ο αγγλικός «τυφλό μασάζ» γίνεται
κατανοητός μόνο όταν δεις την ταινία: οι μασέρ είναι τυφλοί. Το μασάζ είναι μια
ειδικότητα που μπορούν να την εξασκούν οι τυφλοί. Ο φακός παρακολουθεί τη ζωή, τους
έρωτες, τα όνειρά τους, και γενικά κάθε άποψη αυτής της ιδιαίτερης ζωής τους, τις
εμπειρίες τους καθώς και τα αισθήματα που τους δονούν: αγάπη, οργή, θλίψη.
Ο Sha Fuming τυφλώθηκε σχεδόν μωρό. Δεν έχει παραστάσεις.
Πώς να είναι άραγε η ομορφιά, η ομορφιά μιας γυναίκας; Ποτέ δεν αναρωτήθηκε, όμως
κάποια στιγμή αρχίζει να τον απασχολεί όταν, μεγάλος πια, διευθύνει την
επιχείρηση μασάζ, και γίνεται το αφεντικό Sha.
Βοηθάει πολλούς τυφλούς, ανάμεσα στους
οποίους είναι και ένας παλιός φίλος του από το ίδρυμα τυφλών, προσλαμβάνοντάς τους
και εκπαιδεύοντάς τους. Έχει σχέση με την Xiao Kong (στα pinyin το x προφέρεται sh), όμως αυτή φαίνεται ότι δεν τον αγαπάει. Τα φτιάχνει αργότερα
με τον Dr. Wang. Και ο Sha βιώνει τον σπαραγμό της εγκατάλειψης.
Σε ένα συγκινητικό μονόλογο λέγει ότι, αν υπάρχει άλλη ζωή, θα ήθελε να είναι
δένδρο. Ούτε να κυνηγάει ούτε να τον κυνηγούν, να είναι ακίνητος, ούτε
ευτυχισμένος ούτε δυστυχισμένος. Φοβερός αυτός ο μονόλογος. Αργότερα κατάλαβα
γιατί: το έργο είναι κινηματογραφική μεταφορά ενός μυθιστορήματος του Mao Dun, ενός από τους καλύτερους
κινέζους πεζογράφους. Ένα από τα τέσσερα κινέζικα readers που αγόρασα παλιά ήταν και τα «Μεσάνυχτα»
του Mao Dun, και έχω γράψει γι’
αυτό.
Ο Xiao Ma είναι ένας νεαρός εργάτης ορυχείου. Μια
έκρηξη στο ορυχείο θα του στοιχίσει το φως του. Κάποια στιγμή, απελπισμένος,
κάνει απόπειρα αυτοκτονίας. Την πέφτει στην Xiao Kong, αυτή όμως τον αποκρούει
κάθε φορά. Ένας συνάδελφος από το ορυχείο που θα του συμπαρασταθεί θα τον πάει
σε ένα πορνείο. Εκεί θα ερωτευθεί τη Xiao Man. Εξαιρετική η ερωτική σκηνή, όπου βλέπουμε το σεξ να
επικαλύπτεται από τον έρωτα. Θα τον ερωτευθεί κι αυτή. Όταν όμως κάποτε επισκέπτεται
το πορνείο και αυτή είναι μέσα με πελάτη, θα τα κάνει λίμπα. Ο πελάτης θα τον
ξυλοφορτώσει, και με σπασμένα μούτρα θα επιστρέψει στο κτίριο που στεγάζεται η
επιχείρηση, και όπου μένουν όλοι τους. Όμως, σαν από θαύμα, εξαιτίας των
κτυπημάτων έχει αποκτήσει μια ελάχιστη όραση.
Η όμορφη Du Hong Βing, πολύ διακριτικά, επιχειρεί να τα φτιάξει με τον Xiao Ma. Αυτός θα προσποιηθεί
ότι δεν καταλαβαίνει. Είναι ερωτευμένος με τη Xiao Man.
Η Du Hong Βing που κάποια
στιγμή τραυματίστηκε στον αντίχειρα και νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο, γίνεται δεκτή
με θερμή υποδοχή από όλους. Το αφεντικό Sha που ελπίζει
σε μια σχέση μαζί της την προσκαλεί σε ένα χορευτικό κέντρο. Χορεύουν. Και ξαφνικά τη χάνει. Πού έχει πάει;
Έχει φύγει για πάντα. Έχει αφήσει
ένα γράμμα. Ξέρει ότι δεν μπορεί να δουλέψει πια σαν μασέρ και δεν θέλει να
γίνεται βάρος.
Στο μεταξύ εξαφανίζεται και ο Xiao Ma και η Xiao Man από το πορνείο.
Πού έχουν πάει; Η αφηγηματική αναμονή είναι ότι θα τους ξαναδούμε.
Η επιχείρηση κλείνει. Το αφεντικό Sha, μετά από μια αιμόπτυση, διαγιγνώσκεται καρκινοπαθής.
Στο τέλος της ταινίας, σε αφήγηση, μαθαίνουμε τι έγιναν τα υπόλοιπα πρόσωπα.
Και έτσι μαθαίνουμε ότι ο Xiao Ma δουλεύει σαν μασέρ, μόνος στο σπίτι.
Μόνος;
Μαζί του είναι και η Xiao Man.
Τη βλέπουμε να πλένει τα μαλλιά της
στο νεροχύτη και μετά να πηγαίνει προς το μέρος του σκουπίζοντάς τα. Αυτός νοιώθει
ότι τον πλησιάζει. Ένα χαμόγελο ευτυχίας απλώνεται στο πρόσωπό του. Είναι η
τελευταία σκηνή της ταινίας.
Εξαιρετικός σκηνοθέτης ο Λόου Γιε. Η
νευρική κίνηση της κάμερας αναπαράγει υφολογικά τον ταραγμένο ψυχισμό των
τυφλών, ενώ η θολή εικόνα αναπαράγει το πώς βλέπουν εκείνοι οι τυφλοί που διακρίνουν
έστω αμυδρά· αν και μια κοπέλα οδεύει προς την ολική τύφλωση.
Υπάρχουν και άλλα συγκινητικά
επεισόδια, που δεν είναι δυνατόν να αφηγηθούμε.
Στο διαδίκτυο βλέπω ότι μαζί με τον
διευθυντή φωτογραφίας που πήρε το Βραβείο Καλλιτεχνικής Συμβολής στο φεστιβάλ
του Βερολίνου το 2014, βραβεύτηκε επίσης και η ταινία «Black coal, thin ice» του Diao Yinan με την Μεγάλη Άρκτο.
Πολύ με συγκίνησε αυτή η ταινία του
Λόου Γιε.
No comments:
Post a Comment