Book review, movie criticism

Monday, April 3, 2023

Χάινριχ Μαν, Ένας αργοπορημένος έρωτας

Χάινριχ Μαν, Ένας αργοπορημένος έρωτας (μετ. Ιάκωβος Κοπερτί), Οδυσσέας 1986, σελ. 225

 


  To μυθιστόρημα γράφηκε το 1903-1904, και είναι το τέταρτο του Χάινριχ Μαν (1871-1950), μεγαλύτερου αδελφού του Τόμας.

  Professor Unrat είναι ο πρωτότυπος τίτλος, που μεταφράζεται Ο καθηγητής Βρώμας. Raat είναι το όνομά του, αλλά οι μαθητές του, και όχι μόνο, βάζουν μπροστά το Un, και έτσι γίνεται Βρώμας. Με το παρατσούκλι του τον φωνάζουν όλοι, πράγμα που τον εξοργίζει αφάνταστα.

  To μυθιστόρημα το διάβασα για να δω αν πράγματι η Λόλα Λόλα (στο μυθιστόρημα το όνομά της είναι Ρόζα Χαρά) ανταποκρίνεται στο τολμηρό φλερτ ενός τυχάρπαστου ερωτιδέα ή όχι. Η βικιπαίδεια λέει ναι, εγώ όμως κατάλαβα όχι. Ο μόνος τρόπος για να το επιβεβαιώσω, ή μάλλον για να δω τι γράφει ο Χάινριχ Μαν στο μυθιστόρημά του του οποίου «Ο γαλάζιος άγγελος» υπήρξε μεταφορά, ήταν να το διαβάσω.

  Και το διάβασα.

  Και τι είδα;

  Το τελευταίο μισό της ταινίας είναι διαφορετικό από το τελευταίο μισό του μυθιστορήματος. Το ζευγάρι για το οποίο δουλεύει η Χαρά φεύγει, και αυτή μένει με τον καθηγητή ο οποίος την παντρεύεται. Και βέβαια «η παραίτησή του γίνεται δεκτή», από τη θέση του ως καθηγητή.

  Είπαμε, έχω τις προτιμήσεις μου, δεν μου αρέσουν μυθιστορήματα που οι ήρωες είναι αρνητικοί, που δεν έχουν την συμπάθειά μου.

  Τέτοιος είναι ο καθηγητής, ένας μικρός τύραννος της τάξης. Αλλά και οι μαθητές δεν πάνε πίσω, του κάνουν το βίο αβίωτο. Με τρεις τα έχει ιδιαίτερα, και θέλει με κάθε τρόπο να τους εκδικηθεί. Αυτοί είναι ο Λόμαν (ο πονηρός, έχει πηδήξει τη Χαρά), ο κόμης Έρτσουμ (εντελώς βλάκας, ερωτευμένος με την Χαρά θέλει να την πάρει να φύγουν) και ο Κίζελικ, άχρωμος αυτός, που έχει επίσης πηδήξει τη Χαρά).

  Για το τέλος του μυθιστορήματός του είμαι σίγουρος ότι ο Μαν επηρεάστηκε από την Μανόν Λεσκό. Το ζευγάρι στήνει μια λέσχη τυχερών παιχνιδιών. Όλη η «αφρόκρεμα» της πόλης συχνάζει σ’ αυτήν. Στο τέλος βέβαια θα συλληφθούν από την αστυνομία.

  Πιο αριστερός από τον αδελφό του, σατιρίζει αδυσώπητα την μεσο- και μεγαλοαστική τάξη. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ένας από τους τρεις μαθητές, ο εντελώς βλάκας, είναι ένας φον, ένας κόμης.

  Αλλά ας προχωρήσω στην παράθεση αποσπασμάτων.

  «Έπαιρνε πάντα το μέρος των κρατούντων, και όταν βρισκόταν χωμένος στο γραφείο του σπιτιού του ξεσπάθωνε κατά της εργατικής τάξης – που αν υλοποιούσε τους στόχους της πιθανώς να αντάμειβε κάπως καλύτερα τον Βρώμα. Στους νεαρούς δόκιμους καθηγητές, που ήταν ακόμα πιο φοβισμένοι απ’ τον ίδιο, ξεσπάθωνε: τους προειδοποιούσε για τις ολέθριες συνέπειες της μανίας του σύγχρονου πνεύματος να υπονομεύει τις υφιστάμενες αξίες. Αυτός τις ήθελε ισχυρές: μια εκκλησία με επιρροή, ένα στρατό άτρωτο, απόλυτη υπακοή και ήθη αυστηρά. Όμως ταυτόχρονα ήταν κατ’ εξοχήν άθεος ο ίδιος, και απέναντι στον εαυτό του ικανός να επιδείξει το πλέον ευρύ φρόνημα ελευθερίας» (σελ. 39).

  Αυτός είναι ο Ρώμας (57 χρονών θα διαβάσουμε αργότερα), ολότελα υποκριτής.

  Και βέβαια η τάξη της οποίας στέκει σαν σύμβολο.

  «Η απαλή, ελαφρά καμπυλωτή σάρκα των μπράτσων και των ώμων της έμοιαζε πολυπασπατεμένη…» (σελ. 58).

  Θυμάμαι τη μητέρα μου που χαρακτήρισε μια όμορφη νεαρή χωριανή «Πολυπασπατεμένη».

  «Είμαι καλή με όλους όσους είναι εντάξει μαζί μου» (σελ. 58).

  Χαίρομαι που ο μεταφραστής χρησιμοποιεί την έλξη του αναφορικού, όπως και οι μεγάλοι πρόγονοί μας, αλλά και εμείς στον καθημερινό μας λόγο.

  «…έβαζε πάνω στην άκρη, πάνω σε μια καρέκλα, ό,τι ήταν για μπάλωμα» (σελ. 101).

  Τα πρόλαβα τα μπαλώματα. Οι μανάδες μας μάς μπάλωναν σκισμένα ρούχα. Θυμάμαι ιδιαίτερα τους «καβάλους», σε σχήμα καρδιάς, πάνω στα πισινά των παντελονιών μας που σκιζόντουσαν συνέχεια καθώς σερνόμασταν στα χώματα.

  «…επικροτούσε απόλυτα τ’ αστείο αυτό σε βάρος της αριστοκρατίας και της εκκλησίας» (σελ. 128).

  Και βέβαια και ο Μαν.

  «…πικραμένος από την άκαρπη απραξία, είχε αρπάξει από τα χέρια του διπλανού του το τετράδιο εκθέσεων για ν’ αντιγράψει;» (σελ. 140).

  Τι θυμήθηκα.

  Ο καθηγητής μας είχε στην μπούκα και τους τρεις. Εγώ ήμουν καλύτερος στην έκθεση, αλλά προπαντός γρήγορος. Έγραφα τρεις εκθέσεις στο δίωρο των εκθέσεων, μια για μένα και από μια για τους φίλους μου. Εγώ έπαιρνα μια ή δυο μονάδες μεγαλύτερο βαθμό, ποτέ πάνω από 13.

  «-Κύριε διευθυντά, ο Περικλής ο Αθηναίος -αληθώς, το όντι – είχε ερωμένη την Ασπασία. -Εδώ δεν πρόκειται για κάτι ανάλογο, απάντησε ο διευθυντής» (σελ. 141)

  Δεν ήταν κάτι ανάλογο γιατί καμία σύγκριση δεν χωρούσε ανάμεσα στη Ρόζα Χαρά και την Ασπασία.

  «-Ο θεός το επιτρέπει μόνο προκειμένου… -Ν’ αποκτήσει περισσότερα αγγελούδια» (σελ. 143).

  Τι επιτρέπει μόνο προκειμένου;

  Το σεξ, για την αναπαραγωγή του ανθρώπινου γένους.

  Ποιος είναι αυτός που το λέει;

  Ένας θρησκόληπτος παπουτσής.

  Και βέβαια ο Βρώμας τον ειρωνεύεται.

  «Έβαλε τα δυνατά της να τον αγαπήσει» (σελ. 167)

  Δεν τα κατάφερε. Και δεν τα κατάφερε γιατί είναι σε όλους μας γνωστό ότι ο έρωτας δεν υπακούει στη θέλησή μας, συχνά μάλιστα πάει ενάντια σ’ αυτήν.

  «Πριν μπει το καλοκαίρι, τρεις κυρίες της καλής κοινωνίας και δυο νεαρά κορίτσια αποσύρθηκαν ξαφνικά, για πρώιμες, όπως χαρακτηρίστηκαν, διακοπές στην εξοχή. Τρία ακόμη μαγαζιά χρεοκόπησαν. Ο καπνοπώλης της αγοράς, ο Μάγιερ, πλαστογράφησε συναλλαγματικές και κρεμάστηκε. Για τον πρόξενο Μπρέτποτ ψιθυρίζονταν πολλά… Κανείς δεν μπορούσε να ανακόψει την ηθική κατρακύλα της πόλης, γιατί παραήταν πολλοί ανακατεμένοι» (σελ. 198).

  Όλοι αυτοί σύχναζαν στη λέσχη τους.

  «… για τη Μιμή δουλεύω. Για να μη γίνει η Μιμή σαν τη μαμά της» (σελ. 201).

  Ναι, η Ρόζα Χαρά έχει μια κόρη, που δεν την έχει η Λόλα Λόλα στον «Γαλάζιο άγγελο», για λόγους κινηματογραφικής (κατά το σκηνικής) οικονομίας. Και ο Βρώμας έχει ένα γιο, tale quale με τον πατέρα, που επίσης δεν υπάρχει στην ταινία.

  «Η σαπίλα που έσπερναν στους γύρω τους είχε προσβάλει και τους ίδιους» (σελ. 203).

  Μπα, νομίζω ότι ήταν από πριν προσβεβλημένοι.

  «Ο Έρτσουμ ήταν ικανός να ξαναβγάλει στη φόρα…» (σελ. 211)

  Στα fora είπαμε.

  Δεν ξέρω αν διαβάσω και άλλο μυθιστόρημα του Χάινριχ Μαν, φοβάμαι ότι θα συναντήσω πάλι αρνητικούς ήρωες. Ίσως διαβάσω τη «Βασίλισσα της Κύπρου».

  Και οι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι που συναντήσαμε:

Εσείς η ίδια είπατε πως πρέπει να ξανάρθω (σελ. 84)

Άρχισε να τραβολογά το ένα της μανίκι (σελ. 85)

Αυτό συνέβη το πρωί μετά την άφιξή του (σελ. 210)

 

No comments: