Book review, movie criticism

Friday, July 31, 2009

Ηλία Σταύρου, Τα ευρισκόμενα

Ηλία Σταύρου, Τα ευρισκόμενα (φιλολογική επιμέλεια-εισαγωγή, Θεοδόσης Πυλαρινός, Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών, Κέρκυρα 2009, σελ. 514.

Η παρακάτω βιβλιοπαρουσίαση δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Ίσως έχει χαρακτήρα πρωθύστερου, ίσως όμως και όχι. Πριν εννιά μήνες παρουσιάσαμε από το Λέξημα τη μελέτη του Θεοδόση Πυλαρινού, καθηγητή στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, με τίτλο, «Ηλίας Αλ. Σταύρου, ο Κερκυραίος δημοτικιστής και λογοτέχνης», όπου στις 140 σελίδες του τόμου αυτού ο Πυλαρινός αναλύει διεξοδικά το έργο του Κερκυραίου λογοτέχνη.
Λέμε ότι έχει χαρακτήρα πρωθύστερου γιατί ο αναγνώστης δεν είχε τη δυνατότητα να ελέγξει τις διαπιστώσεις του Πυλαρινού, καταφεύγοντας δηλαδή στο ίδιο το έργο να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει. Ο Πυλαρινός τώρα του προσφέρει αυτή την δυνατότητα. Σε έναν ογκώδη τόμο 514 σελίδων συγκεντρώνει όλα τα ευρισκόμενα έργα του Σταύρου. Με τη μελέτη όμως να προηγείται, η κριτική έκδοση σίγουρα είναι πληρέστερη.
Στις 17 σελίδες της εισαγωγής ο Πυλαρινός συνοψίζει όσα διεξοδικά ανέπτυξε στο προηγούμενο έργο του. Ο Σταύρου, ανήκοντας στους μετασολωμικούς και ζώντας μια εποχή ταραγμένη, τόσο στα λογοτεχνικά πράγματα με το γλωσσικό να αποτελεί αντικείμενο έντονης διαμάχης, όσο και στα πολιτικά και κοινωνικά, με τις αναστατώσεις που προκλήθηκαν στον ελλαδικό χώρο και τις μετακινήσεις προς τα αστικά κέντρα, προσφέρει ένα έργο άνισο. Καθώς αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στις επιδράσεις της πατρίδας του με την τόσο πλούσια λογοτεχνική παράδοση και στις επιδράσεις της Αθήνας στην οποία καταφεύγει πιστεύοντας ότι εκεί θα βρει πιο κατάλληλες συνθήκες για να σταδιοδρομήσει επαγγελματικά, αδυνατεί να ισορροπήσει και να αποκρυσταλλώσει στα εκφραστικά του μέσα. Η ποίηση και η πεζογραφία τον απασχολούν εξίσου, αλλά και οι μεταφράσεις, ενώ η μέριμνά του για την παιδεία εκφράζεται σε ένα μεγάλο μέρος του δοκιμιακού του έργου. Ακόμη και θεατρικό έργο έχει γράψει ο Σταύρου. Ο Πυλαρινός γράφει χαρακτηριστικά:
«Κοντολογίς η ανισότητα των πεζών ή έμμετρων κειμένων του Ηλ. Σταύρου υπήρξε συνέπεια νομοτελειακή, απόρροια του συγκρητισμού που πυροδότησε η σύγχυση της μετατόπισης του κέντρου βάρους από τον στέρεο και δοκιμασμένο επτανησιακό χώρο στα πανελλήνια λογοτεχνικά δεδομένα της πρωτεύουσας, με τη ζωντάνια του νέου και ενωτικού-συνθετικού χαρακτήρα που τα διέπνεε» (σελ. 13).
Ο Πυλαρινός πιστεύει ότι τα πεζά του έργα σαφώς είναι αρτιότερα από τα ποιητικά του, και από αυτά πάλι ξεχωρίζει τα ηθογραφικά, τα οποία, και λόγω του θέματος, έχουν ένα αυτόνομο ενδιαφέρον.
Η περίπτωση του Σταύρου είναι όντως ιδιόρρυθμη. Ενώ συνήθως οι λογοτέχνες της επαρχίας, ξεκομμένοι από τα δρώμενα της πρωτεύσας χάνουν σε ευκαιρίες λογοτεχνικής ανάδειξης, ο Σταύρου εγκαταλείπει μια επαρχία της οποίας η λογοτεχνική ζωή βρισκόταν στην κορυφή της πνευματικής δραστηριότητας του ελληνικού κόσμου για να έλθει στην πρωτεύουσα, η οποία παλεύει ακόμη με το γλωσσικό. Για τους επτανήσιους το ζήτημα είχε λυθεί ολοκληρωτικά με τον Σολωμό, που στον περίφημο «Διάλογό» του κατακεραύνωσε τους γλωσσαμύντορες σοφολογιότατους. Όμως ήδη είχε συντελεσθεί μια κάμψη. Οι μετασολωμικοί δεν έφτασαν ποτέ την κορυφή που κατέκτησε ο Σολωμός, και σήμερα, καλώς ή κακώς, η πιο έντονη λογοτεχνική ζωή βρίσκεται στην πρωτεύουσα, με την συμπρωτεύουσα να ακολουθεί. Ο Σταύρου, στα χρόνια που έζησε και με τις συνθήκες της προσωπικής του ζωής, μάλλον δεν θα μπορούσε να φτάσει ψηλότερα.

Thursday, July 30, 2009

Πιέρ Πάολο Παζολίνι, Αραβικές νύχτες.

Την ίδια στιγμή που το διάβασα, "Οι φονταμενταλιστές ισλαμιστές στην Αλγερία έκαψαν δημόσια σε πλατεία αντίτυπα από τις Χίλιες και μια νύχτες", είπα ότι αυτό το βιβλίο κάποτε θα το διαβάσω. Έγραψα όμως την ταινία του Παζολίνι, για να τη δω κάποια στιγμή. Απόψε την είδα, μόλις την τέλειωσα. Μια ερωτική ιστορία στο παλιό στυλ, οι ερωτευμένοι που χωρίζουν για να ξαναβρεθούν στο τέλος μετά από πολλές περιπέτειες. Και ενδιάμεσα εγκιβωτισμένες ιστορίες, κάποιες με τα στοιχεία του μαγικού παραμυθιού. Οι περισσότερες ερωτικές, αισθησιακές, με αρκετές σκηνές σεξ. Τα πουλιά που είδα σ' αυτή την ταινία δεν τα έχω δει σε όλες τις ταινίες που έχω δει μέχρι σήμερα. Δεν ξέρω, οι ισλαμιστές είχαν δει την ταινία; Αν την είχαν δει σίγουρα θα έκαιγαν και τις κόπιες της.
Να καταγράψω μια σκέψη που είχα κάνει παλιά: το Ισλάμ δεν ήταν πάντα πουριτανικό, και ακριβώς το "Χίλιες και μια νύχτες" είναι μια απόδειξη. Τη σκέψη αυτή την έκανα όταν διάβασα το "Μυρωμένο λιβάδι" του Αμπού- Αμπνταλάχ Μουχάμαντ αλ Ναφζάουι, που το έγραψε κατά παραγγελία του σουλτάνου Αμπού Φαρίζ της Τυνησίας, κάπου στα μέσα του 15ου αιώνα, και που περιέχει ένα σωρό γαργαλιστικές ιστορίες. Και μια και χρησιμοποίησα τη λέξη "πουριτανικό", τι άλλο ήταν οι πουριτανοί παρά φονταμενταλιστές χριστιανοί;
Ακόμη: Ο αισθησιασμός που έχουν οι ισπανικοί χοροί, τα φλαμένκος κ.λπ. και που πέρασε ατόφιος στη Λατινική Αμερική για να αναπτυχθεί εκεί περισσότερο, έχει πιθανόν την προέλευσή του στην ισλαμική παράδοση. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Ισπανοί, πριν την Ρεκονκίστα, πέρασαν όχι 400, αλλά 700 χρόνια αραβικής κατοχής. Σε μας πάντως, μέσω του οθωμανικού Ισλάμ, πέρασε το τσιφτεφτέλι.

Tuesday, July 28, 2009

Μάνος Ελευθερίου, Ο καιρός των χρυσανθέμων

Μάνος Ελευθερίου, Ο καιρός των χρυσανθέμων, Μεταίχμιο 2004.

Είχε κάνει αίσθηση όταν κυκλοφόρησε. Τον επόμενο χρόνο τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος. Το αγόρασα, στην έκδοση τσέπης, με την απόφαση να το διαβάσω κάποια στιγμή. Το ξεκίνησα στο πλοίο πριν μια βδομάδα, την παραμονή του Προφήτη Ηλία, κατεβαίνοντας στην Κρήτη.
Το στόρι του βιβλίου χονδρικά είναι το εξής: Ο θίασος της Ευαγγελίας Παρασκευοπούλου κατεβαίνει να δώσει παραστάσεις στη Σύρο το χειμώνα του 1896. Δεξιώνεται από μια αρχοντική οικογένεια του νησιού, το τελευταίο βράδυ, μετά την τιμητική της πρωταγωνίστριας. Μια θεομηνία, κάτι σαν τσουνάμι, θα πλήξη το νησί. Παρασύρει το σπίτι στη θάλασσα, που θα σκαλώσει σε ένα βράχο. Τους έντρομους ηθοποιούς, οικοδεσπότες και υπηρετικό προσωπικό θα σώσει μια διερχόμενη θαλαμηγός. Μια πύρινη λάβα υψώνεται από το νησί, στο σημείο όπου βρισκόταν το σπίτι. Και το βιβλίο τελειώνει: «Βούλιαζε φλεγόμενο στη θάλασσα, καταπίνοντας και παίρνοντας μαζί του νεκρούς και ζωντανούς, και μαζί σχεδόν τη μισή χρυσοπλοκώτατη πόλη».
Το τέλος αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν μια βιασμένη μίμηση του τέλους από τα «Εκατό χρόνια μοναξιάς» του Μάρκες, αν οι ήρωες της ιστορίας δεν σώζονταν. Αποτελεί μάλλον μια αλληγορία για την παρακμή μιας άλλοτε ακμάζουσας πόλης, της Ερμούπολης της Σύρου, που είχε μια έντονη πνευματική, και ιδιαίτερα θεατρική, ζωή.
Θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί σαν μια βιασμένη επανόρθωση. Σε μια σχεδόν προσχηματική ιστορία που έχει στόχο να δειχθεί το φόντο της, που είναι αφενός η Ερμούπολη και αφετέρου το θέατρο και κυρίως η ζωή των ηθοποιών, ο Ελευθερίου επιλέγει ένα τέτοιο εντυπωσιακό τέλος. Ήδη από τα μέσα του έργου αρχίζει να διαμορφώνεται κάτι σαν σασπένς με την εμφάνιση της Μοσχάνθης, της φτωχούλας που είχε ερωτευθεί ο Πινάς στα νιάτα του. Την αφήνει έγκυο, αλλά ο πατέρας του τη διώχνει από το νησί δίνοντάς της πολλά χρήματα με την εντολή να κάνει έκτρωση. Αυτή δεν ρίχνει το παιδί αλλά το δίνει για υιοθεσία σε μια αμερικανική οικογένεια. Παντρεύεται έναν πλούσιο του τόπου, ζουν στο εξωτερικό, και κάποια στιγμή η κόρη της από αυτόν τον γάμο τα φτιάχνει με το γιο του Πινά και ετοιμάζονται να παντρευτούν. Ο γάμος αυτός θα είναι σωτήριος για τον Πινά, που βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Με αυτή την quasi θεατρική παρωδία ο Ελευθερίου φαίνεται να απολογείται για το υποτυπώδες της πλοκής του έργου του.
Πολλά από τα επεισόδια μοιάζουν πραγματικά. Ο Ελευθερίου φαίνεται να άντλησε από άφθονο αρχειακό υλικό, που βρέθηκε στη διάθεσή του καθώς επιμελήθηκε τους τέσσερις τόμους του έργου «Το θέατρο στην Ερμούπολη τον 20ο αιώνα», όπως και τα «Νεοκλασική Ερμούπολη» και «Ερμούπολη: Μια πόλη στη λογοτεχνία».
Ο Ελευθερίου, προκειμένου να εξυπηρετήσει το στόχο του, γίνεται αφηγηματικά πολύ ευρηματικός. Ένα μεγάλο μέρος του έργου δίνεται σε δεύτερο επίπεδο αφήγησης. Ένας εγκιβωτισμένος αφηγητής αφηγείται, αλλά κυρίως σχολιάζει, στον ετοιμοθάνατο Πατρίδη, έναν ηλικιωμένο ηθοποιό που είχε πάθει εγκεφαλικό κατά τη διάρκεια μιας παράστασης και νοσηλεύεται τώρα στο νοσοκομείο της πόλης.
Ένας εγκιβωτισμένος αφηγητής διαθέτει την περιορισμένη οπτική κάθε πρωτοπρόσωπου αφηγητή, είτε είναι αυτοδιηγητικός είτε είναι ετεροδιηγητικός. Εδώ όμως ο Ελευθερίου υπερβαίνει τις κλασικές ταξινομήσεις της αφηγηματολογίας παρουσιάζοντας τον εγκιβωτισμένο αφηγητή του με τα χαρακτηριστικά του εξωδιηγητικού-ετεροδιηγητικού αφηγητή, δηλαδή του τριτοπρόσωπου αφηγητή του κλασικού ρεαλιστικού μυθιστορήματος που έχει την οπτική ενός παντογνώστη θεού. Γιατί αυτό; Γιατί ο Ελευθερίου, αξιοποιώντας την παράδοση του μαγικού ρεαλισμού, παρουσιάζει τον ίδιο τον Σαίξπηρ αυτοπροσώπως στο κρεβάτι του πόνου του Πατρίδη, να του αφηγείται και να του σχολιάζει. Στο τέλος πάλι ο Ελευθερίου, σε μια αλληγορική σκηνή, παρουσιάζει τους ηθοποιούς να περπατάνε πάνω στο νερό της θάλασσας, κάτι που είναι αδύνατο για κάποια από τα άλλα πρόσωπα, που προσπαθούν να κάνουν το ίδιο. Ηθοποιός σημαίνει εξουδετέρωση του νόμου της βαρύτητας – για να μην πούμε το άλλο, που έχει γίνει πια μια θεόνεκρη μεταφορά από την πολυχρησία.
Σε ένα μεγάλο μέρος ο Σαίξπηρ μιλάει για τους «φρουρούς» στον Άμλετ, τη σημασία τους για το έργο, επίσης σε μια αλληγορία για τους ηθοποιούς που παίζουν δεύτερους ρόλους και δεν αξιώθηκαν ποτέ, οι περισσότεροι τουλάχιστον, να επιδείξουν το ταλέντο τους σε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Τα δοκιμιακά και πληροφοριακά μέρη του έργου νομίζω ότι κλέβουν τελικά την παράσταση (για να χρησιμοποιήσουμε κι εμείς μια μεταφορά από το θέατρο) σ’ αυτό το μυθιστόρημα. Εγώ έμαθα για παράδειγμα αρκετά πράγματα για τη δουλειά του υποβολέα.
Ο Ελευθερίου φαίνεται να λατρεύει την καθαρεύουσα. Τα άφθονα αποσπάσματα που παραθέτει από μεταφράσεις του Άμλετ της εποχής θα μπορούσαν να τοποθετηθούν απλά μέσα στα πλαίσια της ρεαλιστικής ανασύστασης της εποχής, αν δεν υπήρχαν και αρκετά άλλα αποσπάσματα καθαρεύουσας και αρχαΐζουσας. Ψάχνοντας για τη λέξη «χρυσόπλοκος» στο google («χρυσοπλοκώτατη» είναι η προτελευταία λέξη του έργου) βρήκαμε το «χρυσόπλοκος» στην ακολουθία «Πάντων των νεοφανών μαρτύρων». Επίσης στο Scriptorium βρήκαμε ότι συναντάται άπαξ στον Πίνδαρο και στον Ρωμανό τον Μελωδό, από όπου μάλλον πηγαίνει στην ακολουθία.
Μπα, απ’ αλλού την πήρε ο Ελευθερίου. Ψάχνοντας πάλι στο google με τις δυο τελευταίες λέξεις του μυθιστορήματος, πέφτω πάνω στον ίδιο τον Μάνο Ελευθερίου που μας λέει, σε έναν από τους 10 λόγους για τους οποίους κάνει διακοπές στη Σύρο, ότι πήρε τη λέξη από τον Μεγάλο Παρακλητικό Κανόνα. (Παρεμπιπτόντως, ο πρώτος λόγος που αναφέρει είναι ότι είναι η πατρίδα του. Και για μένα ο πρώτος λόγος που κάνω διακοπές στο Κάτω Χωριό Ιεράπετρας όπου γράφω τώρα αυτές τις γραμμές, είναι ότι είναι το χωριό μου).
Ένα από τα εφέ που χρησιμοποιούν συχνά οι συγγραφείς είναι το εφέ της μακροπεριόδου. Στις σελίδες 363-368 συναντάμε αλλεπάλληλες μακροπεριόδους. Η μεγαλύτερη ξεκινάει από τα μισά της σελίδας 366 και τελειώνει στα μισά της σελίδας 367. Η μακροπερίοδος δίνει μια αίσθηση ασθματικής εξομολόγησης. Δεν ξέρω αν γράφεται το ίδιο ασθματικά από τον συγγραφέα, πάντως «ασθματικά» διαβάζεται από τον αναγνώστη, δηλαδή λαχανιαστά, ψάχνοντας με αγωνία μια τελεία για να πάρει ανάσα. Αν θυμάμαι καλά, το «Φθινόπωρο ενός Πατριάρχη» του Μάρκες είναι ολόκληρο μια μακροπερίοδος (αν είχα γράψει και γι αυτό δυο λογάκια, θα το έβρισκα τώρα και δεν θα έγραφα ‘αν θυμάμαι καλά’. Αλλά όταν το διάβασα δεν υπήρχαν τα blogs). Εκεί δικαιολογείται από το θέμα: ο γηραιός δικτάτορας κάνει έναν απολογισμό ζωής. Πάντως όχι μέσα από κελί φυλακής, στη Λατινική Αμερική οι δικτάτορες τη βγάζουν καθαρή, μόνο ο Πινοτσέτ βρέθηκε για λίγο σε κατ’ οίκον περιορισμό. Εμείς εδώ δεν πιστεύαμε το Καραμανλικό «Όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια», αλλά κάναμε λάθος.
Το μυθιστόρημα αυτό του Μάνου Ελευθερίου είναι από τα καλύτερα της νεοελληνικής μας πεζογραφίας. Τόσο το βραβείο όσο και το μεγάλο τιράζ αυτό δείχνουν. Αν αμφιβάλλετε, δεν έχετε παρά να το διαβάσετε για να το διαπιστώσετε.

Sunday, July 26, 2009

Amal Murkus, La ahada yalam (Κανείς δεν ξέρει)

Ένα τραγούδι της Παλαιστίνιας Αμάλ Μουρκούς που μου άρεσε απίστευτα, και είπα ότι κάποια στιγμή θα το αναρτήσω στο blog μου.

Thursday, July 23, 2009

Το πανηγύρι του χωριού μου-πριν 8 χρόνια


Πριν 8 χρόνια οι συμφοιτητές μου Θωμάς Πυρπύλης και Γιώργος Δανδουλάκης έκαναν διακοπές στο χωριό μου, στο σπίτι ενός θείου του δεύτερου. Ο Θωμάς μόλις είχε αγοράσει την κάμερα. Τράβηξε το πανηγύρι του προφήτη Ηλία στο χωριό μου, το Κάτω Χωριό Ιεράπετρας, στις 20 του Ιούλη, 2001. Στο youtube ανάρτησα τον Μαλεβιζιώτη. Τον χόρεψα και χθες βράδυ. Οι διαφορές: Χθες είχα οχτώ χρόνια περισσότερα, αλλά οχτώ κιλά λιγότερα. Επίσης χθες ήμουν στα μαύρα, σαν γνήσιος κρητικός, ενώ τότε ήμουν στα άσπρα. Χθες δεν βρέθηκε κανείς να βιντεοσκοπήσει, έτσι από νοσταλγία ανάρτησα εκείνη την εγγραφή. Αν το βίντεο δεν είχε μασήσει την ταινία, θα ανέβαζα και την "ξαστεριά". Η εκτέλεση δεν έλεγε και πολλά, όχι γιατί έπαιζα εγώ, αλλά γιατί έπαιζα σόλο, χωρίς τη συνοδεία του λαούτου, στην αυλή του σπιτιού μου. Και του χρόνου.

Tuesday, July 21, 2009

Σταυρούλα Σκαλίδη, Προδοσία και εγκατάλειψη

Σταυρούλα Σκαλίδη, Προδοσία και εγκατάλειψη, Πόλις 2008, σελ. 110

Η παρακάτω βιβλιοπαρουσίαση δημοσιεύτηκε στο Λέξημα.

Αστυνομική πλοκή, περιθωριακοί ήρωες και ανατροπές, αυτά αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά του πρώτου μυθιστορήματος της συγγραφέως.

Με το πρώτο της κιόλας βιβλίο η Σταυρούλα Σκαλίδη κέρδισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού «Διαβάζω». Και αυτό γιατί, αν και πρώτο, δεν είναι ακριβώς πρωτόλειο, αλλά βιβλίο ώριμο. Η μαθητεία της Σκαλίδη στην βιβλιοκριτική προφανώς την έχει βοηθήσει στη σύνθεση του δικού της μυθιστορήματος.
Το μυθιστόρημα έχει αστυνομική πλοκή. Με σασπένς και ανατροπές δημιουργεί ένα παζλ που η σύνθεσή του ολοκληρώνεται στο τέλος. Μέρη του παζλ είναι τα πρόσωπα του έργου, που ενώ είμαστε ήδη στη σελίδα 50 δεν ξέρουμε ακριβώς το ρόλο που παίζει το καθένα στην τελική σύνθεση. Διαβάζουμε:
«Με τριβέλιζαν οι εικόνες της Ζωής-Ζένιας που μου έλειπε τόσο η όψη της, τα μαλλιά της μουσουλμάνας ξένης που ξέφευγαν από τη μαντίλα της, το σαρακιασμένο από τα ναρκωτικά πρόσωπο του πρεζονιού που είχε υποσχεθεί μέσα στο παραμιλητό του ότι θα με βρει πάλι μετά – πότε μετά; - τα χτυπήματα από εκείνον τον άγνωστο που με έκανε του αλατιού χωρίς λόγο, το πώς ψόφισε μπροστά στα μάτια μου ο τσιγκούνης Αποστολάκης, η ζωντάνια και η δύναμη του ψευτο-παλικαρά Μάνου» (σελ. 51).
Η Σκαλίδη συνεχίζει την παράδοση της «παριολατρείας», της θεματικής εκείνης στη σύγχρονη πεζογραφία μας όπου τα πρόσωπα της ιστορίας είναι παρίες. Ο αφηγητής της είναι ένας τριαντάρης περιπτερούχος, που θα βρεθεί τελικά στο ψυχιατρείο, από όπου μας αφηγείται την ιστορία του. Μοναξιασμένος και υποχόνδριος θα μπλεχτεί σε μια ιστορία φόνου. Αναζητάει την Ζένια, μια επίσης μοναξιασμένη που τον προσέγγισε, για να διαπιστωθεί στο τέλος ότι όχι μόνο είχε δολοφονηθεί, αλλά ότι αυτός την είχε σκοτώσει. Ο διαταραγμένος ψυχισμός του φαίνεται ότι είχε απωθήσει το γεγονός ότι τη σκότωσε. Η ανατροπή αυτή είναι αντίστροφη με την ανατροπή στο μυθιστόρημα του Γιώργου Σκούρτη, άλλου παριολάτρη, που έχει τον τίτλο «Μια φορά ήταν ένας μόνος του». Στο μυθιστόρημα του Σκούρτη ο ήρωας είναι σίγουρος ότι αυτός σκότωσε, αλλά στο τέλος διαπιστώνει ότι άλλος ήταν ο δολοφόνος. Αντίθετα στον «Μπάτσο» του ίδιου συγγραφέα που λατρεύει και αυτός τις ανατροπές, ενώ ο αφηγητής πιστεύει ότι σκότωσε την κοπέλα που αγαπούσε, στο τέλος αποκαλύπτεται ότι αυτή είναι ζωντανή.
Η αφήγηση του ήρωα, σε μια γλώσσα χαμηλού υφολογικού επιπέδου όπως ταιριάζει στα άτομα του είδους του, διακόπτεται συχνά πυκνά με αποστροφές, κυρίως στο προσωπικό της ψυχιατρικής κλινικής όπου περιθάλπεται, αποστροφές που βοηθούν στη σύνθεση της προσωπογραφίας του.
Το «εζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα» (ή χειρότερα, όπως καταλήγουν τα ελληνόφωνα παραμύθια της Κάτω Ιταλίας που παρουσιάζουμε στην επόμενη κατηγορία) εδώ δεν ισχύει. Αυτό που φαίνεται σαν απαισιοδοξία από τη μεριά της συγγραφέως δεν είναι παρά η ρεαλιστική πραγματικότητα. Και δεν αναφερόμαστε τόσο στο ότι ο ήρωάς της πεθαίνει στην κλινική, όσο στο ζευγάρι Μάνος – Ζένια, από τα λίγα μη περιθωριακά πρόσωπα του έργου, που είχαν περιθάλψει τον αφηγητή στο πρώτο του ατύχημα.
«Ο Μάνος και η Ζένια έμειναν μαζί λίγα χρόνια ακόμη, κι ύστερα χώρισαν. Η Ζωή-Ζένια προτίμησε κάποιον λιγότερο σωματώδη, λιγότερο έξυπνο, λιγότερο αισθηματία, λιγότερο τέλειο από το Μάνο, για να τον προδώσει και να τον εγκαταλείψει. Ο Μάνος έμεινε μόνος για το υπόλοιπο της σύντομης ζωής του. Τον βρήκε πεσμένο πάνω στον υπολογιστή του ένα πρωί η καθαρίστρια του κτιρίου της πολυεθνικής των νέων τεχνολογιών που διηύθυνε ο ίδιος. Τον πρόδωσε η καρδιά του και εγκατέλειψε κι αυτός» (σελ. 100). Στην οικονομία του έργου το τέλος του ζευγαριού είναι άσχετο, αλλά συντελεί στο απαισιόδοξο κλίμα του και το κάνει πιο ρεαλιστικό.
Μαθαίνοντας ότι η Σταυρούλα Σκαλίδη με το «Προδοσία και εγκατάλειψη» πήρε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα ήταν για μας ένδειξη ότι η Σταυρούλα είναι μια από τους πολλά υποσχόμενους νέους πεζογράφους μας. Διαβάζοντας και το βιβλίο το επιβεβαιώσαμε.

Sunday, July 19, 2009

Harry G. Gelber, Ο δράκος της Ασίας

Harry G. Gelber, Ο δράκος της Ασίας, Η Κίνα και ο κόσμος από το 1100 π.χ. έως σήμερα, μετ. Βαγγέλης Κατσάνης, Ψυχογιός 2009, σελ. 567.

Η παρακάτω βιβλιοπαρουσίαση δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Η Κίνα αρχίζει να ορθώνεται πραγματικά απειλητικά σαν δράκος. Ίσως ακόμη όχι όπως οι στρατιές του Τζέγκις Χαν και του Ταμερλάνου, αλλά σαν ένας οικονομικά αναπτυσσόμενος γίγαντας που απειλεί την δυτική οικονομία με προϊόντα ιδιαίτερα ανταγωνιστικά, χάρη στο φτηνό εργατικό δυναμικό που διαθέτει. Η Κίνα αρχίζει να ενδιαφέρει τη Δύση, ίσως περισσότερο από ποτέ.
Το βιβλίο ξεκινάει σαν βιβλίο ιστορίας, και μάλιστα, ακολουθώντας την παλιά ιστοριογραφική πρακτική της «από κτίσεως κόσμου» ξεκινάει από τα προϊστορικά χρόνια της Κίνας. Ή μάλλον από τα ιστορικά, μια και η Κίνα διέθετε γραφή ήδη από το 2.500 π.Χ.
Η παλιά ιστορία δίνεται στις σελίδες αυτού του βιβλίου περιληπτικά, και γίνεται όλο και πιο λεπτομερειακή όσο φτάνουμε στις μέρες μας. Για τα χρόνια από το 1012 και εδώ αφιερώνονται σχεδόν οι μισές σελίδες του βιβλίου. Τα δύο τελευταία κεφάλαια όμως μοιάζουν περισσότερο με πολιτικό δοκίμιο, με τα οικονομικά στοιχεία να καταλαμβάνουν μια σημαντική θέση, πράγμα που ισχύει απόλυτα για το τελευταίο κεφάλαιο που φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Προς το μέλλον». Κάθε πολιτικός αναλυτής κάνει προβλέψεις, και η πρόβλεψη αποτελεί την ουσία της πολιτικής. Ποια θα είναι η πορεία της Κίνας στο μέλλον και η θέση της στην παγκόσμια πραγματικότητα;
Ο συγγραφέας μιλώντας για την Κίνα μιλάει και για τις όμορες χώρες, κυρίως την Ρωσία, με την οποία οι σχέσεις υπήρξαν ιδιαίτερα έντονες την τελευταία εκατονταετία. Ακόμη συγκρίνει περιόδους της νεότερης ιστορίας της Κίνας με προηγούμενες ιστορικές περιόδους, βρίσκοντας αναλογίες και ομοιότητες. Και φυσικά δεν παραλείπει να συγκρίνει τον Μάο με τους παλιούς αυτοκράτορες ως προς τις πρακτικές της άσκησης της εξουσίας.
Μπορεί κάποιες ιστορικές λεπτομέρειες να φαίνονται για το μέσο αναγνώστη περιττές, όμως η συναρπαστικότητα της αφήγησης, η κυριότερη αρετή κάθε ιστοριογραφίας, τις κάνει να περνούν σχεδόν απαρατήρητες. Και πρόκειται πραγματικά για ένα συναρπαστικό βιβλίο που κρατάει αδιάπτωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον μέχρι το τέλος.
Ως κινεζομαθής έχω συνηθίσει πια την παραποίηση των ονομάτων, όπως π.χ η Sixi, η ραδιούργος βασιλομήτωρ, που δεν προφέρεται Σίξη αλλά Sishi. Όμως ως λάτρης της λογοτεχνίας ενοχλήθηκα βλέποντας τον Βάτσλαβ Χάβελ, το λογοτέχνη και πρώτο πρόεδρο της μετακομμουνιστικής Τσεχίας να γράφεται ως Βάκλαβ. Το λάθος βρίσκεται στο ότι οι μεταφραστές διαβάζουν τους λατινικούς χαρακτήρες σαν να πρόκειται για λατινικά. Το Václav προφέρεται Βάτσλαβ και όχι Βάκλαβ. Ίσως θα έπρεπε να υπάρχει και στην Ελλάδα η πρακτική τα ξένα ονόματα να αφήνονται άθικτα, και ειδικά για τα κινέζικα να διατηρείται η γραφή pinyin, την οποία χρησιμοποίησε και ο συγγραφέας. Πάντως ο κάθε μεταφραστής για βιβλίο σχετικά με την Κίνα καλό θα είναι να ρωτάει κάποιον Κινέζο για την προφορά ονομάτων. Παλιά υπήρχε πρόβλημα, όμως τώρα έτσι και ξεπορτίσει από το σπίτι του και στρίψει στη γωνία, δεν μπορεί, κάποιο κινέζικο μαγαζί θα συναντήσει στο δρόμο του.