Book review, movie criticism

Thursday, May 26, 2022

Δερμιτζάκικο πείσμα

Δερμιτζάκικο πείσμα

 

Είμαι φοιτητής, καλοκαίρι, στην Κρήτη, για διακοπές. Μπαίνω στο λεωφορείο. Πηγαίνει για το Ηράκλειο. Όρθιος φυσικά, γιατί οι θέσεις είναι αριθμημένες και είναι για αυτούς που πηγαίνουν από Άγιο Νικόλαο και πέρα και έχουν βγάλει εισιτήριο από το πρακτορείο. Εμείς που πηγαίνουμε για τα κοντινά χωριά είμαστε όρθιοι.

Έρχεται ο ελεγκτής.

-Εσείς οι όρθιοι κατεβείτε, θα βάλουμε σε λίγο άλλο λεωφορείο για τα χωριά (Εγώ είμαι από το Κάτω Χωριό, επτά χιλιόμετρα από την Ιεράπετρα).

Οι άλλοι κατεβαίνουν, εγώ όχι.

-Εσύ γιατί δεν κατεβαίνεις;

-Μας την έχεις σκάσει έτσι άλλες δυο φορές, δεν βάζεις άλλο λεωφορείο και θα πρέπει να περιμένουμε ένα δίωρο για το επόμενο.

-Θα κατέβεις.

-Δεν κατεβαίνω.

-Αν δεν κατέβεις δεν ξεκινάει το λεωφορείο.

-Ποτέ του μην ξεκινήσει.

-Θα κατέβεις.

-Με τίποτα, του λέω.

Στο μεταξύ οι επιβάτες αρχίζουν να διαμαρτύρονται που δεν ξεκινάει το λεωφορείο.

-Θα κατέβεις, μου λέει, γιατί ξέρεις τι θα πει δερμιτζάκικο πείσμα;

-Πώς δεν ξέρω, του λέω, Δερμιτζάκη με λένε.

Κατεβαίνει από το λεωφορείο κάνοντας νόημα στον οδηγό να ξεκινήσει.

 

Akira Kurosawa, Yojimbo (1960)

Akira Kurosawa, Yojimbo (1960)

 


  Είδα την ταινία για πολλοστή φορά, καθώς βλέπω πακέτο τον Κουροσάβα και γράφω για κάθε ταινία του.

  Πριν προχωρήσω θα κάνω ένα σχόλιο για τον τίτλο, ή μάλλον για τους τίτλους κάποιων ταινιών του.

  Είναι τόσο μεγάλος ο Κουροσάβα ώστε κάποιες ταινίες του που έχουν μονοσύλλαβο τίτλο είναι γνωστές μ’ αυτόν, χωρίς να είναι σε όλους γνωστή η μετάφρασή του. Πολλοί δεν ξέρουν ότι «Ραν» σημαίνει χάος και «Καγκεμούσα» σωσίας. «Ικίρου» σημαίνει ο καταδικασμένος και «Μαντανταγιό» όχι ακόμη. Yojimbo σημαίνει σωματοφύλακας.

  Ο Τοσίρο Μιφούνε είναι σαμουράι. Ο μονοπάτι που επέλεξε τυχαία τον οδηγεί σε μια μικρή πόλη, όπου δυο αντίπαλες συμμορίες βρίσκονται σε σύγκρουση. Σκοτώνονται ποια θα τον πρωτοπάρει. Αυτός κάνει σκληρά παζάρια. Όμως έχει το σκοπό του, θέλει να τους κάνει να αλληλοεξοντωθούν.

  -Είσαι καλός άνθρωπος κι ας παριστάνεις τον σκληρό, του λέει ο ξενοδόχος.

  Είναι.

  Θα απελευθερώσει τη γυναίκα που κρατάει η μια από τις δυο συμμορίες, θα την οδηγήσει στον άντρα της και το παιδί της, θα τους δώσει τα τριάντα (δεν τα λένε αργύρια, ξέχασα πως τα είπε) που πήρε προκαταβολή και θα τους πει να φύγουν. Πάνε να τον ευχαριστήσουν. -Φύγετε γρήγορα, τους αποπαίρνει άγρια.

  Είναι πράγματι επικίνδυνο να καθυστερούν.

  Το ότι απελευθέρωσε τη γυναίκα παρά λίγο να αποβεί μοιραίο γι’ αυτόν. Θα τον συλλάβουν και θα τον βασανίσουν. Καταφέρνει όμως να ξεφύγει. Και θα εκδικηθεί.

  Τελικά και οι δυο συμμορίες εξοντώθηκαν.

  Θα φύγει σαν ένας φτωχός και μόνος καουμπόι.

  Το ανθρωπιστικό στοιχείο το είδαμε και στην άλλη του ταινία με σαμουράι, «Και οι επτά ήσαν υπέροχοι», με τους επτά σαμουράι να υπερασπίζονται ένα χωριό από τις επιθέσεις των ληστών με μόνη αμοιβή το φαγητό τους.

  Και η μουσική ήταν υπέροχη, θυμόμουνα το εξαιρετικό μοτίβο.

  Η προηγούμενη ανάρτησή μας ήταν για την ταινία «Οι κακοί κοιμούνται καλά».

 

Akira Kurosawa, The bad sleep well (1960)

Akira Kurosawa, The bad sleep well (1960)

 


  Όντως κοιμούνται καλά οι κακοί; Δεν έχουν τύψεις;

  Έτσι φαίνεται.

    Η σύμπτωση: κάνω μια ανάρτηση στον τοίχο μου στο facebook για τη διαφθορά και βλέπω μετά την ταινία η οποία βλέπω ότι έχει σαν θέμα τη διαφθορά.

  Όποιος δεν είναι εξοικειωμένος με την γιαπωνέζικη κουλτούρα, όποιος δεν ξέρει για τον κώδικα τιμής τον σαμουράι που κληροδοτήθηκε και στις επόμενες γενιές, όταν πια οι σαμουράι είχαν εκλείψει, θα παραξενευθεί. Και όμως έτσι είναι.

  Ο κώδικας τιμής λέει ότι ο υπάλληλος που έχει πάρει τη μίζα του πρέπει να αυτοκτονήσει για να καλύψει τους ανωτέρους του. Και αν έχει δισταγμούς, τον πείθουν.

  Δισταγμούς φαίνεται να είχε ο πατέρας του Τοσίρο Μιφούνε, όμως η πτώση του από τον έβδομο όροφο του κτιρίου της εταιρείας φάνηκε σαν αυτοκτονία.

  Ο Μιφούνε θα εκδικηθεί.

  Θα ανταλλάξει ταυτότητα με ένα φίλο του ο οποίος ανήκει στην υψηλή κοινωνία. Έτσι θα μπορέσει να παντρευτεί την κόρη του διευθυντή της εταιρείας. Είναι κουτσή από ένα ατύχημα για το οποίο ευθύνεται ο αδελφός της, ο οποίος, νιώθοντας ενοχές, τη φροντίζει όσο μπορεί.

  Την παντρεύτηκε για να εκδικηθεί, όμως την ερωτεύθηκε. Δεν της το είπε ο ίδιος, της το μαρτύρησε ένας τρίτος. Αμέσως έτρεξε να τον βρει.

  Δεν έχει νόημα να αναφερθώ σε όλη την πλοκή, θα πω μόνο ότι ο πατέρας της κατάφερε τελικά να εξοντώσει τον Μιφούνε και έναν άλλο μάρτυρα, των οποίων οι μαρτυρίες στο δικαστήριο θα ήταν συντριπτικές. Η κόρη του και ο γιος του, μαθαίνοντας ότι σκότωσε τον Μιφούνε, φεύγουν λέγοντάς του ότι δεν θέλουν να τον ξαναδούν.

  Και λοιπόν;

  Είναι αυτός λόγος για να μην κοιμηθεί καλά;

  Σαρδόνιο το τέλος, και έξυπνο. Με το να απουσιάζει η ποιητική δικαιοσύνη για την οποία είμασταν σίγουροι (είναι η αφηγηματική αναμονή σε κάθε έργο εκδίκησης) ο Κουροσάβα υπογραμμίζει την παντοδυναμία του κακού. Μου θύμισε τον Πολάνσκι, τις ταινίες του «Το μωρό της Ρόζμαρι» και τις «Νύχτες βρικολάκων».

  Τόσο πολύ με εξίταρε η ταινία ώστε (ξανα)είδα καπάκι και το «Γιοζίμπο».

  Η προηγούμενη ταινία του ήταν το «Μυστικό φρούριο», την οποία είδα πριν δέκα χρόνια. Η προηγούμενη ανάρτησή μας ήταν για την προ-προηγούμενη ταινία του, «The lower depths».