Book review, movie criticism

Thursday, November 14, 2013

Amir Naderi, Tangsir (1973), Sound barrier (2005), Vegas (2008)



Amir Naderi, Tangsir (1973), Sound barrier (2005), Vegas (2008)

  Tangsir
  Το Tangsir είναι ένα έργο εκδίκησης. Έχουμε ξαναγράψει για τέτοια έργα, αναφέροντας τα κλασικά γνωστά στη Δύση «Ορέστης» (οι διάφορες δραματουργικές εκφορές του μύθου με τον Ορέστη ως κύριο πρόσωπο), «Άμλετ» και «Fuente ovejuna» του Lope de Vega, το άγνωστο στη Δύση αλλά γνωστό στην Ανατολή «Chushingura Kanadehon» (47 σαμουράι), αλλά και κινηματογραφικές ταινίες όπως κάποιες με πρωταγωνιστή τον Charles Bronson που έχω ξεχάσει τους τίτλους τους. Το Tangsir είναι ένα από αυτά.
  Οι Tangsir είναι μια φυλή στην Περσία, περιφρονημένοι όπως εδώ οι τσιγγάνοι, που τα μέλη της υφίστανται την εκμετάλλευση των αρίων. Κάποιοι ζουν σε σκηνές όπως ο Zaer. Ο Zaer δουλεύει  πηγαδάς και τις οικονομίες του τις έχει καταθέσει σε κάποιον που είναι κάτι σαν τραπεζίτης. Όταν τις ζητάει δεν του δίνει δεκάρα τσακιστή, λέγοντάς του ότι τις επένδυσε σε μια επιχείρηση κάποιου που χρεοκόπησε, υποτίθεται εν γνώσει του. Στον δικαστή δεν βρίσκει το δίκιο του, όλοι τον αποπέμπουν με σκαιότητα. Δεν τον πειράζει τόσο που έχασε τα χρήματα όσο η σκέψη ότι έχει ρεζιλευτεί στον κόσμο. Και αποφασίζει να πάρει εκδίκηση σκοτώνοντας τα τέσσερα άτομα που εμπλέκονται σε αυτή την ιστορία.
  Μέχρι το τέλος του έργου θα τους σκοτώσει και τους τέσσερις. Ήδη από τον φόνο του πρώτου έχει ηρωοποιηθεί. Ο κόσμος, που κι αυτός έχει υποστεί ανάλογη εκμετάλλευση από αυτά τα πρόσωπα αλλά κανείς τους δεν είχε το θάρρος να εκδικηθεί, τον κρύβει από την αστυνομία, και στο τέλος συγκρούεται μαζί της για να του δώσει καιρό να το σκάσει.
  Φανταστική ιστορία;
  Πιθανόν, αν και διαβάζοντας τώρα για το Fuente ovejuna μαθαίνω ότι το έργο στηρίζεται σε πραγματικό γεγονός, όπως βέβαια και το Chushingura Kanadehon.
  Τέτοιες ιστορίες συμβαίνουν.
  Τον πεθερό μου που ήταν ξυλουργός τον εκμεταλλεύτηκε κάποιος του οποίου έκανε όλα τα ξυλουργικά σε κάποιο ξενοδοχείο. Το ίδιο εκμεταλλεύτηκε και κάποιον άλλο, μην πληρώνοντάς τον για τη δουλειά που του είχε κάνει. Ο πεθερός μου το κατάπιε, ο άλλος όχι. Πήρε ένα πιστόλι και τον σκότωσε. Πήγε φυλακή βέβαια, αλλά κάποια στιγμή βγήκε, ενώ ο άλλος έμεινε για πάντα κάτω από την ταφόπλακα.
  Το έργο έχει happy end. Πιο πριν μαθαίνουμε ότι ο Zaer είχε παραγγείλει στη γυναίκα του να τον περιμένει στο λιμάνι. Ξεφεύγει από μια συμπλοκή με αστυνομικούς στο χωριό τους με τη βοήθεια ενός αστυνομικού Tangsir. Παίρνει τη βάρκα και ξανοίγεται στη θάλασσα, μαζί με τα δυο μικρά παιδιά της (αγόρι και κορίτσι, αυτά πάνε πακέτο στα έργα, ποτέ δεν θα δούμε δυο αδελφάκια που να είναι του ίδιου φύλου), με κατεύθυνση προφανώς το λιμάνι. Το έργο τελειώνει με τον Zaer να πέφτει στη θάλασσα και να κολυμπάει, πηγαίνοντας να βρει τη γυναίκα του.  
  Η μουσική υπόκρουση της ταινίας, με τον απειλητικό ήχο των κρουστών, μου θύμισε τις σκηνές μάχης στις ταινίες του Κουροσάβα.

Sound  barrier

  Μπορεί να γυρίστηκε στην Αμερική όπου μετανάστευσε ο Naderi το 1990, όμως είναι ένα έργο ιρανικό. Ένα έργο ποιητικό σαν το «Νερό, άνεμος, σκόνη», μια ταινία που με είχε εντυπωσιάσει.
  Ο εντεκάχρονος Jesse είναι κωφάλαλος. Προσπαθεί να μάθει την αλήθεια για το θάνατο της μητέρας του. Η μητέρα του είχε μια εκπομπή στο ραδιόφωνο. Από το Μανχάταν πηγαίνει στο Κουίνς, ψάχνοντας για μια συγκεκριμένη κασέτα, με την ηχογράφηση μιας συγκεκριμένης εκπομπής.
  Ένα μεγάλο μέρος στης ταινίας δείχνει τον νεαρό να ψάχνει απεγνωσμένα μέσα σε ένα χάος από κασέτες, με τη γρήγορη κίνηση της κάμερας και το γρήγορο μοντάζ να εκφράζει υφολογικά την αγωνία του. Κάποτε τη βρίσκει.
  Και ξεκινάει μια καινούρια περιπέτεια. Πάνω σε ένα αυτοκινητόδρομο προσπαθεί να πείσει περαστικούς να του «διαβάσουν» την κασέτα. Μπορεί και διαβάζει τα χείλη. Όμως ο θόρυβος των περαστικών οχημάτων αποτελεί μεγάλο εμπόδιο. Τελικά καταφέρνει να πείσει κάποιον.
  Ακούμε τη μητέρα να λέει ότι μετά το ατύχημα που υπέστη ο γιος της όταν ήταν τεσσάρων χρόνων, οι γιατροί δεν ήσαν σίγουροι αν θα ξαναέβρισκε ποτέ την ακοή του, χωρίς να το αποκλείουν βέβαια.
  Ο νεαρός απελπισμένος σπάει την κασέτα και το κασετόφωνο. Την μαγνητοταινία την βλέπουμε σε αρκετά πλάνα να σέρνεται πάνω στην άσφαλτο, ή να εξακοντίζεται ψηλά από την πίεση που αέρα από τα διερχόμενα φορτηγά.
  Σε γρήγορο μοντάζ που δείχνει τα ταχύτατα κινούμενα οχήματα, ο Ναντερί εστιάζει πότε στον νεαρό και πότε στον θεατή, με το να ακούγεται και να μην ακούγεται ο εκκωφαντικός θόρυβος των αυτοκινήτων. Όμως κάποια στιγμή συντελείται το θαύμα: σαν κάτι να ακούει ο νεαρός. Κτυπάει ένα αντικείμενο πάνω στο κιγκλίδωμα του δρόμου, και ακούει τον ήχο που κάνει. Στην τελευταία σκηνή τον βλέπουμε να βάζει την παλάμη του στο αυτί του. Από μακριά ακούγεται το σφύριγμα ενός τραγουδιού. Στο πρόσωπό του ζωγραφίζεται ένα χαμόγελο ευτυχίας.
  Είναι ενδιαφέρον αυτό που λέει ο Naderi για την ταινία, για την οποία, να πούμε παρεμπιπτόντως, ότι είναι ασπρόμαυρη.
 “All of my experience over the years in making films came together in this film, to a point that I had wanted to reach all my life. In making Sound Barrier I discovered how much I could push beyond my limits, and in so doing learned many things about myself and my work. Sound Barrier told me I could begin a film I have been planning for years, as the second part of my sound trilogy. It was one of the reasons I left my country. A film about the moon. I have always had a dream of being on the moon; it is exactly where I want to be. This is the beginning of a new path for me.” (A. Naderi)

Vegas, based on a true story

  Καθώς είμαι αδιόρθωτος ανεκδοτάς, και το έχω μάλιστα ακριβοπληρώσει, πριν μιλήσω για την ταινία θα παραθέσω το παρακάτω ανέκδοτο.
  «Μια γριά πάει στην Εμπορική Τράπεζα και λέει ότι θέλει να δει τον πρόεδρο. Τη ρωτάει ο ταμίας γιατί και λέει ότι θέλει να κάνει μια μεγάλη κατάθεση και θα την κάνει μόνο στον πρόεδρο. Με τα πολλά, μετά από καμιά ώρα την πάνε στο γραφείο του προέδρου. Μετά τα τυπικά τη ρωτάει ο πρόεδρος γιατί επέμενε να δει τον ίδιο και λέει ότι θέλει να κάνει μια μεγάλη κατάθεση.
- Τι ποσό; ρωτάει ο πρόεδρος.
- 300.000 Ευρώ, απαντάει η γριά.
- Μπορώ να ρωτήσω πώς το μαζέψατε αυτό το ποσό, ρωτάει ο πρόεδρος.
- Από σίγουρα στοιχήματα, του λέει εκείνη.
- Δηλαδή;
- Για παράδειγμα, του λέει, βάζω στοίχημα 20.000 Ευρώ ότι τα αρχ... σου είναι τετράγωνα. Και για να είναι έγκυρο το στοίχημα θα έρθω αύριο στις 10 ακριβώς με το δικηγόρο μου να το επικυρώσει.
- Εντάξει, της λέει εκείνος.
Το βράδυ που πάει σπίτι ο πρόεδρος κοιτάζει στον καθρέφτη τα αρχ... του, τα εξετάζει για να σιγουρευτεί και είναι κανονικά, όλα εντάξει.
Το επόμενο πρωί στις 10 ακριβώς ήρθε η γριά με το δικηγόρο της.
- Μπορείτε να κατεβάσετε το παντελόνι να τα εξετάσουμε; του ζητάει η γριά.
- Βεβαίως, λέει εκείνος και το κατεβάζει.
- Μπορώ να τα πιάσω να εξακριβώσω το σχήμα τους; ρωτάει εκείνη.
- Βεβαίως, της λέει.
- Πράγματι, λέει τότε, δεν είναι τετράγωνα. Σας χρωστάω 20.000 Ευρώ.
Εκείνη τη στιγμή ο πρόεδρος βλέπει το δικηγόρο να χτυπιέται και ρωτάει τη γριά γιατί.
Και τότε η γριά του λέει:
- Είχα βάλει μαζί του στοίχημα 100.000 Ευρώ ότι στις 10 σήμερα το πρωί θα έπιανα τα αρχ... του προέδρου της Εμπορικής Τράπεζας».
  Δεν το θυμόμουνα καλά, το βρήκα στο διαδίκτυο και έκανα copy and paste
  Λοιπόν, για την ταινία.
  Ένας τύπος βάζει στοίχημα (είμαστε στην πόλη των καζίνων, το Λας Βέγκας) να κάνει μια συγκεκριμένη οικογένεια να σκάψει τον κήπο της. Αυτό εμείς το μαθαίνουμε μετά, μαζί με την οικογένεια. Προσποιείται ότι θέλει να αγοράσει το σπίτι γιατί ήταν το πατρικό του, προσφέρει μια αρκετά ικανοποιητική τιμή, η γυναίκα αρνείται παρά την επιμονή του άντρα της, και κάποια στιγμή, μετά από κάποια επεισόδια, αποκαλύπτεται ότι κάπου στην αυλή του σπιτιού είναι κρυμμένος ένας θησαυρός, μια βαλίτσα με λεφτά. Ο άντρας επιμένει να σκάψουν, η γυναίκα αρνείται, στο παιχνίδι μπαίνει και ο μικρός τους γιος. Κάποια στιγμή η γυναίκα, που κάτι ανακαλύπτει σε κάποια αρχεία, αρχίζει και αυτή το σκάψιμο με μεγαλύτερο ενθουσιασμό.
  Και η αποκάλυψη: έρχεται κάποιος από την αστυνομία και τους ρωτάει αν γνωρίζουν έναν τύπο, ο οποίος έβαλε αυτό το στοίχημα, να τους βάλει να σκάψουν την αυλή του σπιτιού τους. Παρόμοια στοιχήματα λέει συνηθίζονται στην περιοχή.
  Η γυναίκα και ο γιος καταλαβαίνουν και αποσύρονται. Ο άντρας όμως, που δεν θέλει υποσυνείδητα να παραδεχθεί ότι τους κορόιδεψαν, πιστεύει ότι πρόκειται για δήθεν αστυνομικό και ότι στην πραγματικότητα υπάρχει ο θησαυρός. Επιμένει στο σκάψιμο με μεγαλύτερη μανία.
  Το αποτέλεσμα;
  Η γυναίκα του τον εγκαταλείπει, τσακώνεται με το γιο του, και στην τελευταία σκηνή βλέπουμε την αυλή του σπιτιού του να είναι σαν βομβαρδισμένο τοπίο. Πιο πριν είχαμε δει το εσωτερικό του σπιτιού του να είναι άνω κάτω από την έλλειψη της γυναικείας φροντίδας.
  Πρόκειται για την ταινία ενός ιρανού που σαρκάζει το American dream. Που, όπως το Χόλλυγουντ, έχει κατακτήσει όλο τον κόσμο.
  Και θυμήθηκα τώρα μια ατάκα που την επαναλάμβανε ιδεοψυχαναγκαστικά ο ήρωας ενός έργου, δεν θυμάμαι ποιο ήταν, που παίχτηκε από ένα ερασιτεχνικό σχήμα φίλων πριν τριάντα τόσα χρόνια: «Λεφτά ρε, πώς να κάνουμε λεφτά».
  Θυμήθηκα και ένα άλλο ανέκδοτο, δεν το θυμάμαι όμως καλά, είναι από αυτά τα σαχλά ηθικοδιδακτικά που δεν γελάς, για ένα πατέρα που είπε στα παιδιά του πως στο περιβόλι τους είναι κρυμμένος ένας θησαυρός, και αυτά άρχισαν να σκάβουν, να σκάβουν, θησαυρό δεν βρήκαν, αλλά το περιβόλι τους με το σκάψιμο έγινε γόνιμο και τα δένδρα έδωσαν πλούσιους καρπούς.
  Εμένα πάντως αν μου πούνε ότι στο περβόλι στο χωριό μου υπάρχει ένας θησαυρός δεν θα σκάψω, έχω πρόβλημα με τη μέση μου και ο γιατρός μου απαγόρεψε ρητά το σκύψιμο. Έτσι σαν συνταξιούχος είπα να μην ασχοληθώ με αγροτικές καλλιέργειες αλλά με το γράψιμο. Τουλάχιστον μέχρι να μπορώ να αγοράζω με τη σύνταξή μου αυτά που χρειάζομαι για να φάω.

No comments: