Ποτέ μου δεν θα παντρευτώ…
Σήμερα (23-8-2014) έκανα την παρακάτω ανάρτηση
στον τοίχο μου στο facebook
Οι στειακοί δεν
παίζονται στις μαντινάδες.
Το παρακάτω απόσπασμα είναι από το βιβλίο μου: Η λαϊκότητα της κρητικής λογοτεχνίας.
"Εκεί όμως που οι μαντινάδες δίνουν και παίρνουν, είναι στα πανηγύρια και στους χορούς. Τότε ο ερωτευμένος βρίσκει την ευκαιρία να εκφράσει τον έρωτά του για εκείνη που αγαπά, τον (σελ 104) πόνο του, τη λύπη του ή τη χαρά του, ή ακόμη και την οργή του για την άπιστη. Τότε γίνονται ακόμη και «μαντιναδομονομαχίες», και νικητής είναι αυτός που καταφέρνει να αποστομώσει τον αντίπαλό του με τις πιο πετυχημένες μαντινάδες. Καμιά φορά, όταν τυχαίνει να έχει κανείς για αντίπαλο γυναίκα, της λέει ξετσίπωτες μαντινά¬δες για να την κάνει να ντραπεί και να μην απαντήσει. Αν όμως αυτή τύχει να είναι καμιά καπάτσα, δεν του χαρίζει κάστανα και του απαντά με τον ίδιο τρόπο, πράγμα που για τον άντρα είναι πιο εξευτελιστικό9.
Χαρακτηριστική είναι η «απάντηση» που έδωσε μια «μαύρη κι άσκημη», όπως την χαρακτήρισε κάποιος με τη μαντινάδα του.
Πως είμαι μαύρη κι άσκημη κατέχω το, θωρώ το,
μα εκειά που τό 'χουν οι όμορφες τό χω κι εγώ, χαρώ το.
Να αναφέρουμε τέλος της αμίμητη μαντινάδα που άκουσε στο γάμο του κάποιος δάσκαλος, λίγο περασμένος, που είχε παντρευτεί πιτσιρίκα.
Ω κακομοίρη δάσκαλε είντα σε περιμένει
οξεία θέλει το μουνί κι όχι περισπωμένη".
Η φίλη μου η Νατάσα, όταν είπα την ιστορία με αυτή τη μαντινιάδα σε μια παρέα, μου είπε ότι ειπώθηκε στο χωριό της, ένα χωριό της Σητείας. -Έτσι για την ιστορία, τη ρωτώ, πως εξετέλεψε αυτός ο γάμος; -Φυσικά μετά από λίγα χρόνια χώρισαν.
Στο πανηγύρι που οργάνωσε ο παπά Παντελής στο χωριό μου (πετυχημένο πανηγύρι, τη στιγμή που γράφω αυτές τις γραμμές,, 7,39 π.μ. ακούγονται ακόμη τα όργανα στην πλατεία) ο Γιάννης ο Παπουτσάκης, που ήταν στην παρέα, μας είπε την παρακάτω ιστορία. Την καταγράφω, έτσι, "για την ιστορία".
Το Παρασπόρι είναι ένα μικρό χωριό της Σητείας. Εκεί πριν πολλά χρόνια, κάποιος είχε τη φαεινή ιδέα να εγκαταλείψει την αγαπημένη του. Αυτή τον παρακάλεσε να το κάνουν για μια τελευταία φορά. Δεν της χάλασε το χατήρι, χωρίς να υποψιάζεται ότι στο νου της δεν είχε μια τελευταία ευχαρίστηση αλλά την εκδίκηση. Πάνω στο blowjob του την έκοψε. (Πριν πάρα πολλά χρόνια, διάβασα στην εφημερίδα, μια τουρίστρια την έκοψε για παρόμοιο λόγο ενός αγιανικολιώτη). Οι στειακοί σκάρωσαν αμέσως τη μαντινάδα.
Ποτέ μου δεν θα παντρευτώ από το Παρασπόρι
γιατί τσι κόβει τσι ψ...ές τ' Αναγνωστάκη η κόρη.
Άπαιχτοι οι στειακοί, αλλά και υπερβολικοί. Δεν νομίζω να μένουν γεροντοκόρες από τότε οι κοπέλες από το Παρασπόρι. Αλλά, κάτι μου λέει, οι γαμπροί, στα foreplays, θα πρέπει να νοιώθουν κάπως.
Το παρακάτω απόσπασμα είναι από το βιβλίο μου: Η λαϊκότητα της κρητικής λογοτεχνίας.
"Εκεί όμως που οι μαντινάδες δίνουν και παίρνουν, είναι στα πανηγύρια και στους χορούς. Τότε ο ερωτευμένος βρίσκει την ευκαιρία να εκφράσει τον έρωτά του για εκείνη που αγαπά, τον (σελ 104) πόνο του, τη λύπη του ή τη χαρά του, ή ακόμη και την οργή του για την άπιστη. Τότε γίνονται ακόμη και «μαντιναδομονομαχίες», και νικητής είναι αυτός που καταφέρνει να αποστομώσει τον αντίπαλό του με τις πιο πετυχημένες μαντινάδες. Καμιά φορά, όταν τυχαίνει να έχει κανείς για αντίπαλο γυναίκα, της λέει ξετσίπωτες μαντινά¬δες για να την κάνει να ντραπεί και να μην απαντήσει. Αν όμως αυτή τύχει να είναι καμιά καπάτσα, δεν του χαρίζει κάστανα και του απαντά με τον ίδιο τρόπο, πράγμα που για τον άντρα είναι πιο εξευτελιστικό9.
Χαρακτηριστική είναι η «απάντηση» που έδωσε μια «μαύρη κι άσκημη», όπως την χαρακτήρισε κάποιος με τη μαντινάδα του.
Πως είμαι μαύρη κι άσκημη κατέχω το, θωρώ το,
μα εκειά που τό 'χουν οι όμορφες τό χω κι εγώ, χαρώ το.
Να αναφέρουμε τέλος της αμίμητη μαντινάδα που άκουσε στο γάμο του κάποιος δάσκαλος, λίγο περασμένος, που είχε παντρευτεί πιτσιρίκα.
Ω κακομοίρη δάσκαλε είντα σε περιμένει
οξεία θέλει το μουνί κι όχι περισπωμένη".
Η φίλη μου η Νατάσα, όταν είπα την ιστορία με αυτή τη μαντινιάδα σε μια παρέα, μου είπε ότι ειπώθηκε στο χωριό της, ένα χωριό της Σητείας. -Έτσι για την ιστορία, τη ρωτώ, πως εξετέλεψε αυτός ο γάμος; -Φυσικά μετά από λίγα χρόνια χώρισαν.
Στο πανηγύρι που οργάνωσε ο παπά Παντελής στο χωριό μου (πετυχημένο πανηγύρι, τη στιγμή που γράφω αυτές τις γραμμές,, 7,39 π.μ. ακούγονται ακόμη τα όργανα στην πλατεία) ο Γιάννης ο Παπουτσάκης, που ήταν στην παρέα, μας είπε την παρακάτω ιστορία. Την καταγράφω, έτσι, "για την ιστορία".
Το Παρασπόρι είναι ένα μικρό χωριό της Σητείας. Εκεί πριν πολλά χρόνια, κάποιος είχε τη φαεινή ιδέα να εγκαταλείψει την αγαπημένη του. Αυτή τον παρακάλεσε να το κάνουν για μια τελευταία φορά. Δεν της χάλασε το χατήρι, χωρίς να υποψιάζεται ότι στο νου της δεν είχε μια τελευταία ευχαρίστηση αλλά την εκδίκηση. Πάνω στο blowjob του την έκοψε. (Πριν πάρα πολλά χρόνια, διάβασα στην εφημερίδα, μια τουρίστρια την έκοψε για παρόμοιο λόγο ενός αγιανικολιώτη). Οι στειακοί σκάρωσαν αμέσως τη μαντινάδα.
Ποτέ μου δεν θα παντρευτώ από το Παρασπόρι
γιατί τσι κόβει τσι ψ...ές τ' Αναγνωστάκη η κόρη.
Άπαιχτοι οι στειακοί, αλλά και υπερβολικοί. Δεν νομίζω να μένουν γεροντοκόρες από τότε οι κοπέλες από το Παρασπόρι. Αλλά, κάτι μου λέει, οι γαμπροί, στα foreplays, θα πρέπει να νοιώθουν κάπως.
1 comment:
Σήμερα πήγα με αγαπητό φίλο στη Θριπτή (δεν μου πάει να γράψω "στο Αόρι"). Στο δρόμο του είπα την μαντινάδα με το Παρασπόρι. Και μου είπε ότι θυμάται όταν ήταν μαθητής πως στο χωριό του, το «Χωριό των σταμνάδων», το Κεντρί, χωριό και της μάνας μου, όταν οι σταμνάδες φορτώνανε τα γαϊδούρια τους με τα πήλινα και γύριζαν το νομό να τα πουλήσουν, τους "διπλοπαραγγέλνανε": -Κακομοίρη μου μη περάσεις από το Παρασπόρι γιατί εκεί τις κόβουνε. Έτσι μπορούμε να προσδιορίσουμε ως terminus ante quem το 1963, χρονιά που τέλειωσε ο φίλος μου το γυμνάσιο. Νατάσα, μήπως ξέρεις να προσδιορίσεις της ιστορία καλύτερα χρονολογικά;
(Η Νατάσα, στειακιά, είναι εκείνη που μου είπε τις λεπτομέρειες για την πρώτη μαντινιάδα και άφησε επίσης σχόλιο).
Post a Comment