Μανόλης
Πρατικάκης, Τα 60+1 αγαπημένα, Κέδρος
2017, σελ. 95
Η παρακάτω
βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Τα αγαπημένα
σίγουρα είναι από τα καλύτερα ποιήματά του
Μετά την «Εκλογή από το έργο του», ένα έργο στο οποίο ο Πρατικάκης επιλέγει αυτά
που θεωρεί καλύτερα ποιήματά του, εκδίδει «Τα 60+1 αγαπημένα», τίτλος που
παραπέμπει συνειρμικά στις «6+1 τύψεις για τον ουρανό» του Ελύτη. Ναι, δεν
υπάρχουν μόνο τα καλύτερα για ένα ποιητή, υπάρχουν και τα αγαπημένα. Στην
εκλογή γράψαμε κυρίως για τις θεματικές του. Στις 95 όμως σελίδες των αγαπημένων
που διαβάζονται απνευστί σε αντίθεση με τις 250 της εκλογής, μπορείς να
συνειδητοποιήσεις καλύτερα τις υφολογικές μετατοπίσεις του ποιητή.
Το πρώτο υφολογικό χαρακτηριστικό το οποίο όμως
μένει σταθερό είναι η πεζομορφία. Παρά το ότι οι «Πεζοί ρυθμοί» του Ζαχαρία
Παπαντωνίου προηγούνται έναν ολόκληρο αιώνα, η πεζομορφία στην ποίηση έρχεται
πολύ αργότερα, καθώς είναι η ακραία συνέπεια του ελεύθερου στίχου. Ο Πρατικάκης
το έχει συνειδητοποιήσει αυτό, και δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα από τα
αγαπημένα του ποιήματα είναι πεζόμορφα.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό είναι η εσωτερική
ομοιοκαταληξία κάποιων στίχων, έναυσμα των οποίων ίσως υπήρξε το ποίημα «Σχόλια
γύρω από τα πάμφωτα χάσματα του Διονύσιου Σολωμού» από τη συλλογή «Αφημένα
ήσυχα στη χλόη» (1999) με τους τροχαϊκούς στίχους:
«Όσα ρίχνει στο γιαλό ζωγραφιές στον ουρανό…
Τέτοιο ανάστημα δεν είδα, μοναχός του μια
πατρίδα» (σελ. 49).
Ένα τελευταίο χαρακτηριστικό, εντελώς
μεταμοντέρνο, είναι η ειδολογική σύμφυρση και η ανάμειξη υφολογικών επιπέδων:
μέσα στο ίδιο ποίημα θα συναντήσουμε λόγιες λέξεις και λέξεις λαϊκές. Βλέπουμε
σχήματα του δημοτικού τραγουδιού («Μην είν’ ο πρίγκιψ-σαρκασμός; Μην είν’ ο
Χατζατζάρης;» (σελ. 62), ενώ οι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι που έχουμε χόμπι να
ανιχνεύουμε πυκνώνουν στα τελευταία ποιήματα. Και βέβαια υπάρχουν λέξεις ή
φράσεις από την αρχαία γραμματεία-να θυμίσουμε ότι ο Πρατικάκης είναι λάτρης
των προσωκρατικών και ιδιαίτερα του Ηράκλειτου. Και φυσικά κρητικές λέξεις.
Και μια και συνηθίζουμε να παραθέτουμε
αποσπάσματα, να παραθέσω κι εγώ κάποια από τα αγαπημένα που υπογράμμισα. Το
πρώτο βρίσκεται στην «Οντοφάνεια» (1988), έργο με το οποίο πιστεύω ο Πρατικάκης
κάνει ένα μεγάλο ποιοτικό άλμα.
«Τα χέρια είναι το πρώτο πράγμα που δίνουμε
οι άνθρωποι στον
κόσμο κι ας μιλάμε
με κλαγγές και
θρύλους. Τα χέρια είναι
που ζητάμε πιο
πολύ στην αγάπη και
στο θάνατο» (σελ.
21).
Και από τη «Μαγεία της μη διεκδίκησης»
(1990), έργο με το οποίο έκανα τη γνωριμία με τον ποιητή.
«Ω, να βρω λέξεις που να τους είμαι απόλυτα
πιστός.
Να με βρουν
λέξεις. Όχι λέξεις:
εφαρμογές
πραγμάτων στον αισθητικό μου φλοιό.
Όπως: τον νερό
στο ρυάκι, ο άνεμος στο φυσερό.
Αύριο λέω να
βαδίσω με τις ρίζες των δένδρων
-αυτή είναι η
απόσταση…» (σελ. 26).
Από την ίδια συλλογή.
«Ο σοφός νους
είναι σαν το νερό: παίρνει
Τις πιο χαμηλές
θέσεις που οι άλλοι αποφεύγουν,
Κι όμως γεμίζει
πρώτος τα χάσματα» (σελ. 34).
Το παρακάτω από τον «Μεγάλο ξενώνα» ( 2006)
πρέπει κάποιοι να το λάβουν πολύ σοβαρά υπόψη τους.
«Εδώ στη σκιά του πνεύμονα, κοιτάξτε. Τα οστά
του κόσκινο
στις μεταστάσεις.
Τι τα ’θελε τα τέσσερα πακέτα;» (σελ. 56).
Και μη μου φέρετε σαν επιχείρημα ότι εσείς
καπνίζετε μόνο τρία.
Πάλι από την ίδια συλλογή.
«Αυτή την ανυπόφορη θύελλα της καταστροφής
ονομάζουμε Πρόοδο.
Των ονείρων την
οξείδωση Εξέλιξη» (σελ. 59).
Και τέλος από το «Λιθοξόο» (σελ. 2015).
«Η αγάπη έχει τις ρίζες της
βαθιά στη γη.
Μα οι κλώνοι
καρπίζουνε στον ουρανό» (σελ. 85).
Και μια παρατήρηση που έχω κάνει και αλλού.
Το δεύτερο ημιστίχιο συχνά είναι σε άλλο μέτρο από το πρώτο σε μια
πρόταση-στίχο. Για παράδειγμα: Η ξερή φλαμουριά (ανάπαιστος) στην άκρη του
φράχτη (αμφίβραχυς), σελ. 80).
Τα αγαπημένα δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι
είναι και από τα καλύτερα. Σαν ρακή πρωτόρακη.
Και οι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι:
Το χέρι της στο
χέρι μου, μην πέσω, μη χτυπήσω (σελ. 30)
Καλώς ορίσατε
λοιπόν στο σκότος του μυαλού μου (σελ. 35)
Στο δένδρο το
αειθαλές θα κλαίει και θα κρώζει (σελ. 35)
Ερειπωμένη
σέρνεται σε άδειο ορυχείο (σελ. 47)
Που τρεμοσβήνει
άτσαλα ως κάθεται στη χλόη (σελ. 62)
Σαν μεθυσμένο
ξωτικό στο πένθος της αυγούλας (σελ. 62)
Αυτό που με
θανάτωνε μετρά το ανάστημά μου (σελ. 63)
Σ’ αυτά τα θεία
βιολετιά μουσούδια που σταλάζουν (σελ. 66)
Με καφεκόκκινους
σπασμούς στα ορυκτά σεντόνια (σελ. 69)
Χτύπα λοιπόν εδώ
κι εδώ στο κούφιο λατομείο (σελ. 73)
Η γη ήτανε μάνα
σου, κόρη σου και μνηστή σου (σελ. 75)
Δε γνώριζαν γης
κι ουρανού την κοινοκτημοσύνη (σελ. 77)
Στο αργυρό του
φεγγαριού ταψάκι στραφταλίζει (σελ. 78)
Στους
φλογισμένους ώμους μου με αστρικούς σπινθήρες (σελ. 87)
Στο τελευταίο «ανέκδοτο» της συλλογής,
αφιερωμένο στον Ερρίκο Τσεμπελίκο, βλέπουμε πέντε ιαμβικούς δεκαπεντασύλλαβους.
Οι άστεγοι στου
σκοταδιού την παγωνιά ξυλιάζουν
Οι ενορίες τους
διώξανε σαν ψωραλέους σκύλους
Κάτι φτωχά
παράθυρα που ξεφυλλίζει ο ζόφος
Τα μόνα που τους
νοιάζονται είναι τα μαύρα δέντρα
Απ’ τις σκιές τους
κόβουνε διπλόφαρδα σεντόνια
Και δυο αμφίβραχεις:
Κι εδώ στους
βυθούς μου θα χτίσεις το σπίτι σου (σελ. 51)
Πλεκτά ποταμίσια
καλάθια γεμάτα καρπούς (σελ. 66)
Και δυο τροχαίοι:
Ούγιες ούγιες σαν
χασές η μαραμένη σάρκα (σελ. 53)
Αβαρής σαν
συννεφάκι πλέει πλάι στις μυρτιές (σελ. 82)
Μπάμπης
Δερμιτζάκης
No comments:
Post a Comment