Book review, movie criticism

Friday, July 28, 2023

Όταν ο ψυχίατρος συναντά τον λογοτέχνη: η περίπτωση του Μανόλη Πρατικάκη

 

Όταν ο ψυχίατρος συναντά τον λογοτέχνη: η περίπτωση του Μανόλη Πρατικάκη.

 Η εισήγησή μου σήμερα στο συνέδριο για τον Πρατικάκη, στην αίθουσα Μελίνα Μερκούρη του δήμου Ιεραπέτρας



  Μήπως καλύτερα, όταν ο λογοτέχνης συναντάει τον ψυχίατρο;

  Εξαρτάται πού γέρνει η πλάστιγγα.

  Ο Μανώλης είναι κυρίως λογοτέχνης ή ψυχίατρος;

  Να διευκρινίσουμε, υπάρχει μια no mans land μεταξύ ψυχολογίας, ψυχιατρικής και νευρολογίας.

  Ο Ίρβιν Γιάλομ είναι ψυχολόγος. Με βάση τις θεραπευτικές του εμπειρίες έχει γράψει αρκετά βιβλία.

  Ο Μανόλης Πρατικάκης είναι ψυχίατρος. Με βάση τις θεραπευτικές του εμπειρίες έχει γράψει πεζογραφήματα, αφήνοντας κατά μέρος την ποίηση την οποία διακονεί, και εξακολουθεί να διακονεί, εδώ και δεκαετίες. Και βέβαια η ποιητική διάσταση των πεζογραφημάτων του αυτών, που πηγή έμπνευσής τους αποτελεί η θεραπευτική του εμπειρία, είναι ιδιαίτερα έντονη.

  Οι δυο αυτοί συγγραφείς, ο Πρατικάκης και ο Γιάλομ, εμπνέονται από τις θεραπευτικές τους εμπειρίες, από ασθενείς που παρουσίασαν συγκεκριμένα συμπτώματα όπως π.χ. το σύνδρομο fregoli που αποτέλεσε και τον τίτλο ενός βιβλίου του. Αντίθετα ο μεγάλος Φρόιντ δεν μεταφέρει σε λογοτεχνικά έργα την ψυχαναλυτική του εμπειρία, αλλά αντλεί από τη λογοτεχνία για να στηρίξει το επιστημονικό του έργο. Και βέβαια η πιο χαρακτηριστική χρήση που τους κάνει είναι στον χαρακτηρισμό δύο συμπλεγμάτων τα οποία μελέτησε στη θεραπευτική του πρακτική σαν «Οιδιπόδειο σύμπλεγμα» και σαν «Σύμπλεγμα της Ηλέκτρας».

  Όμως προχωράει παραπέρα. Αναλύει με τα εργαλεία της ψυχανάλυσης λογοτεχνικούς χαρακτήρες όπως ο Άμλετ.

  Αποτελεί τον πρώτο διδάξαντα μιας ολόκληρης σχολής θεωρίας της λογοτεχνίας, που προσεγγίζει τόσο τον συγγραφέα όσο και το έργο του με τα εργαλεία της ψυχολογίας, κυρίως της ψυχανάλυσης. Ο Φρόιντ υπήρξε ο μεγάλος διδάξας με το έργο του «Λογοτεχνία και ψυχανάλυση». Ψυχανάλυσε συγγραφείς όπως ο Ντοστογιέφσκι και ο Γκαίτε, ενώ η Μarie Bonaparte (δεν θυμάμαι ποιο μυθιστόρημά του της αφιερώνει ο Καζαντζάκης) τον Poe και ο Frederick Crews τον Hawthorne. Φυσικά υπήρξαν κι άλλοι.

  Μια βασική διάσταση του βιογραφισμού, της θεωρίας της λογοτεχνίας που υποστηρίζει ότι πρέπει να προσεγγίζουμε τη λογοτεχνία με βάση τη βιογραφία του συγγραφέα, είναι βέβαια η ψυχολογική διάσταση. Η ψυχολογία του συγγραφέα αποτελεί μια αποφασιστική παράμετρο στη δημιουργία του έργου του.

  Με βάση το έργο μπορείς να ψυχογραφήσεις τον συγγραφέα (το κάνει ο Καζαντζάκης στον «Ανήφορο» που εκδόθηκε πρόσφατα για τον Σαίξπηρ), αλλά μπορείς να ψυχογραφήσεις ανεξάρτητα τους λογοτεχνικούς ήρωες. Το έκανε αυτό ο Φρόιντ για τον Άμλετ.

  Η ψυχαναλυτική κριτική έχει βέβαια τα όριά της. Γράφω εκτενώς γι’ αυτό στο άρθρο μου «Η κραταιά αγάπη της Μάρως Βαμβουνάκη και τα όρια της ψυχαναλυτικής κριτικής» στο οποίο καταλήγω: «Στις επιστήμες του ανθρώπου δεν ισχύει η νεοθετικιστική απαίτηση για έλεγχο όλων των παραμέτρων πριν την εξαγωγή ενός συμπεράσματος, για τον απλούστατο λόγο ότι ένας τέτοιος έλεγχος είναι αδύνατος. Ακόμη, όσον αφορά την προσέγγιση ενός λογοτεχνικού έργου, σημασία δεν έχει τόσο η διατύπωση «αληθειών», όσο η προβολή ιδεών και αντιλήψεων που θα οξύνουν την ευαισθησία του αναγνώστη στην επαφή του με το έργο. Οι διάφορες φιλολογικές προσεγγίσεις δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να αυξάνουν την επάρκειά του, κάνοντας αυτή την επαφή όσο γίνεται πιο γόνιμη».

  Ο Πρατικάκης είχε δώσει από παλιά δείγματα πεζογραφικά τα οποία ενσωμάτωσε στις ποιητικές του συλλογές. Όμως τα κείμενα αυτά ήταν σε μεγάλο βαθμό ποιητικά, που μόνο η συνεχής ροή του λόγου, η έλλειψη στίχων δηλαδή, είναι που τα κατατάσσει στην πεζογραφία. Κάποια από αυτά, τα περισσότερο «πεζογραφικά», έχουν ενσωματωθεί στην συλλογή που έχει τίτλο «Τα αφηγήματα ενός ψυχιάτρου». Όμως το στίγμα το δίνουν τα τελευταία, πολυσέλιδα αφηγήματά του που αναφέρονται σε πραγματικά ψυχιατρικά περιστατικά, όπως και τα πρώτα πεζογραφήματα του Ίρβιν Γιάλομ που εκδόθηκαν με τον τίτλο «Στο ντιβάνι».

  Αυτό που εντυπωσιάζει, πέρα από την αφηγηματική άνεση του Πρατικάκη, είναι η διεισδυτικότητα στην ερμηνεία, όπως κάνει π.χ. στο «Μια μορφή ποιητικής αυτοκτονίας», ένα κείμενο που αναφέρεται στην αυτοκτονία του ποιητή Αλέξη Τραϊανού, τον οποίο, παρεμπιπτόντως, έβαλα να πρωταγωνιστήσει στο μυθιστόρημά μου «Το μυστικό των εξωγήινων». Γράφει χαρακτηριστικά:

  «Αλλά πίσω από το παιχνίδι, ένας κάπως έμπειρος ψυχίατρος υποπτευόταν έναν επίμονο και παντοδύναμο ψυχαναγκαστικό μηχανισμό, με υποβόσκοντα δυσθυμικά στοιχεία, που του επέβαλλε να επισκέπτεται τόσο συχνά αυτή τη διακεκαυμένη ζώνη και να τσεκάρει το σπινθήρα της, που συνορεύει με εκείνον του ακαριαίου θανάτου. Να έχει υπό έλεγχο αυτή τη θανάσιμη ζώνη, απ’ όπου, όπως φαίνεται, με τις ζοφερές του δοκιμές αντλούσε κάποιες μυστηριώδεις συγκινήσεις, κάποια υποβρύχια ρεύματα, ένα είδος μαύρης χαράς και ίσως κάποιο «θρίαμβο» του τύπου «θάνατον εξαπατήσας και νενίκηκα». Λοιπόν, να έχει υπό έλεγχο εκείνη τη θανάσιμη περιοχή. Να μπαίνει μέσα και να αποτραβιέται με συνεχή, ηδονικά σχεδόν αποτραβήγματα. Αυτά που παρέχει ο φωτοδότης τρόμος, μέσα από τις σπάνιες εκλάμψεις του. Να μπαίνει θλιβερός και να βγαίνει τροπαιούχος, που τόσο τον προκάλεσε και να, του ξέφυγε ξανά» (σελ. 66-67). Η αναφορά στις «προγραμματικά» αποτυχημένες απόπειρες αυτοκτονίας του Τραϊανού, που όμως η τελευταία του ξέφυγε και «πέτυχε».

    Ήδη συγκρίναμε τον Πρατικάκη με τον Γιάλομ. Ανάμεσά τους όμως υπάρχει η διαφορά, ότι ο πρώτος είναι ψυχίατρος ενώ ο δεύτερος είναι ψυχολόγος. Ο ψυχίατρος Πρατικάκης, μιλώντας για την άνοια μιας γυναίκας στο πρώτο αφήγημα με τίτλο «Η αμνησία της θείας Πρόνοιας» αναφέρεται όχι μόνο στα συμπτώματα αλλά και στο βιολογικό υπόστρωμα, στη σταδιακή συρρίκνωση του εγκεφάλου, με τη θαυμάσια μεταφορά της λίμνης του εγκεφαλικού υγρού που κατατρώει σταδιακά την εγκεφαλική «στεριά». Με αφηγηματική μαεστρία δίνει την τραγικωμεντί της ιστορίας, τα κωμικά επεισόδια που δημιουργούνται λόγω της άνοιας της γυναίκας αυτής αλλά και τα τραγικά αισθήματα του «ελέους» που προκαλούνται στον αναγνώστη λόγω της κατάστασής της, η οποία κατάσταση οδηγεί σύντομα στην μοιραία κατάληξη.

  Είπαμε ήδη ότι υπάρχει μια no mans land ανάμεσα σε ψυχολογία, ψυχιατρική και νευρολογία. Η περίπτωση της άνοιας είναι σε μεγάλο βαθμό νευρολογική. Ανάλογα «νευρολογικά» περιστατικά παραθέτει ο Όλιβερ Σακς στο βιβλίο του «Ο άνθρωπος που μπέρδεψε τη γυναίκα του με ένα καπέλο, και άλλες κλινικές ιστορίες».

  Όπως ο Σαίξπηρ μιλάει για την «κατάθλιψη» του Άμλετ, έτσι και ο Πρατικάκης μιλάει για το «Σύνδρομο fregoli» του κεντρικού ήρωα στον «Σωσία» του Ντοστογιέφσκι. Το σύνδρομο αυτό το αναπτύσσει λογοτεχνικά στο ομώνυμο έργο του που εκδόθηκε πριν δέκα χρόνια. Εκεί διαβάζουμε:

  «Το σύνδρομο fregoli είναι γνωστό και ως σύνδρομο του σωσία. Ο ασθενής που πάσχει από αυτό έχει την εντύπωση ότι υπονομεύεται από κάποιους οι οποίοι, μεταμφιεζόμενοι σε αυτόν, διαπράττουν από αξιόμεμπτες έως αξιόποινες πράξεις με στόχο την ενοχοποίησή του».

  Στο αφήγημα αυτό αποκαλύπτεται περισσότερο από μια φορά ο θαυμασμός του Πρατικάκη για τον «μεγάλο ανατόμο της ανθρώπινης ψυχής», όπως αποκαλείται συχνά, τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, που ήδη στα εικοσιπέντε του χρόνια, με το διήγημά του «Ο σωσίας», επέδειξε μια ψυχογραφική δεινότητα που θα την ζήλευε και ο πιο ικανός ψυχίατρος.

  «…Είναι η κρίσιμη στιγμή. Η ώρα μηδέν του ρήγματος, καθώς δεν μπορεί πια να διαχειριστεί τους νοσηρούς μηχανισμούς άμυνας και έτσι δεν μπορεί να διακρίνει πια τι είναι εξωτερικό και τι εσωτερικό. Η σκοτεινή ύλη του εσωτερικού μορφοποιείται στη Σωσία της… Μέσα στο σιωπηλό της ζόφο, η ίδια εφευρίσκει τους διώκτες της που τιμωρώντας την, κατά κάποιο τρόπο τη λυτρώνουν… Έτσι τώρα, κατά κάποιο τρόπο εκθέτοντας τον εσωτερικό της κόσμο σε κοινή θέα, μπορεί να προφυλαχθεί και να ελαττωθεί το συνοδό ηθικό της μαρτύριο. Με άλλα λόγια σπάει τις πόρτες και φέρνει στο φως τα ασυνείδητα περιεχόμενα των επιθυμιών και των φόβων της όπως ακριβώς είναι: αρχετυπικά, πρωτόγονα και γνήσια, χωρίς τις παρεμβάσεις και στρεβλώσεις του νου, αυτού του πανούργου ενδυματολόγου» (σελ. 64-66).

  Η Καλλιόπη κατατρύχεται από ενοχές. Όμως πού οφειλόταν οι ενοχές αυτές οι οποίες, απωθημένες, εμφανίστηκαν με τη μορφή του νοσηρού συμπτώματος; Οφειλόταν στις θωπείες του πατέρα της τις οποίες ανεχόταν υποκρινόμενη την κοιμισμένη, και τις οποίες μάλιστα σε ένα βαθμό απολάμβανε, και αργότερα σε μια αιμομικτική «άπαξ» επαφή με έναν πρωτοξάδελφο, τον οποίο στη συνέχεια κατηγόρησε ως βιαστή, αν και η επαφή αυτή υπήρξε και δική της επιθυμία.

    Υπήρξε και μια ακόμη ενοχή: ζήλευε τη μητέρα της. «…η ομορφιά της ήταν για μένα ένα διαρκές κακούργημα» (σελ. 178).

  «Μα τελικά τι είναι αυτός ο καθρέφτης που μπορείς να στέκεσαι μπροστά του και να βλέπεις απέναντι έναν άλλο, πίσω από το κρύσταλλο; Μήπως δεν υπάρχει καθρέφτης και στέκεται η Άλλη εκεί απέναντί μου και με κοιτάζει με τα ελαφρώς αλλαγμένα της χαρακτηριστικά; Μια τυφλή, αλλόκοτη παρόρμηση μ’ έσπρωξε καταπάνω της να τη συντρίψω» (σελ. 93).

  Τελικά η Καλλιόπη μοιάζει να παλινδρομεί από την τρίτη φάση του λακανικού καθρέφτη, καθώς δεν αναγνωρίζει τον εαυτό της μέσα σ’ αυτόν αλλά μια εχθρική Άλλη που της μοιάζει. Ίσως ο Λακάν να έχει γράψει για παρόμοια περιστατικά.

  Η Καλλιόπη, ανασύροντας τις ενοχές της στο συνειδητό θεραπεύεται, αναγνωρίζοντας τον φαντασιακό χαρακτήρα όσων πίστευε προηγουμένως, για να καταλήξει: «Η κόλαση δεν είναι οι Άλλοι. Είμαστε εμείς. Εκείνοι είναι απλώς επικούρειοι» (σελ. 204).

  Το επόμενο αφήγημα έχει τίτλο «Μπρους Λι».

  Το πρόβλημα του ασθενούς αυτού ήταν περίπου το πρόβλημα της Καλλιόπης αντεστραμμένο: ενώ εκείνη έβλεπε σε κάποιαν άλλη μια μίμηση του εαυτού της, ο Πέτρος, θαυμαστής του Μπρους Λι, πίστευε ότι ο Μπρους Λι, μετά το θάνατό του, ήλθε και κατέλαβε το σώμα του, και ότι τώρα δεν είναι ο προηγούμενος εαυτός του αλλά ο ίδιος ο Μπρους Λι.

    Με τέτοιον ικανό θεραπευτή όπως ο Πρατικάκης, ο Πέτρος κατάφερε τελικά να διώξει τις φαντασιώσεις του, να ξορκίσει τα φαντάσματά του και να επανέλθει σε μια κανονική ζωή.

  Με έναν έξοχο ποιητικό λυρισμό περιγράφει ο Πρατικάκης τον έρωτα της Δωροθέας και του Λάμπρου στο τρίτο αφήγημα «Μια παράδοξη τύφλωση».

  «Αργότερα πίσω από μισοφώτιστες συστάδες δένδρων σούρουπο, με πλεγμένα δάχτυλα να περπατούν. Ρίγη πρωτάκουστα διέτρεχαν τα φοβισμένα σώματα και ανάμεσά τους μυστικές αψίδες σε μια ένωση τόξα φωτοβολταϊκά. Κάτω από τις αψίδες να περνούν τα αυτοκρατορικά τους αισθήματα σκιασμένα από υπόκωφους φόβους» (σελ. 271).

  Όταν η Δωροθέα συνέλαβε τον αγαπημένο της να την απατά, αρνήθηκε το γεγονός απωθώντας το, με τίμημα μια υστερική τύφλωση που μπέρδεψε όλους τους οφθαλμίατρους. Οι ψυχίατροι όμως, πιο έμπειροι, κατάλαβαν ότι κάποια τραυματική εμπειρία κρυβόταν πίσω από την τύφλωσή της. Μέσω ναρκανάλυσης με pentothal, τον λεγόμενο ορό αληθείας, κατάφεραν να φέρουν στην επιφάνεια την απωθημένη εικόνα του αγαπημένου της πάνω στο κρεβάτι με μιαν άλλη γυναίκα, δίνοντας έτσι τέλος στην υστερική της τύφλωση.

  Είπαμε, ο Πρατικάκης δεν εγκαταλείπει την ποίηση. Δυο χρόνια μετά το «Σύνδρομο fregoli» εκδίδει τον «Λιθοξόο», έναν ύμνο για το Γαϊδουρονήσι όπως το ξέρουμε εμείς οι γεραπετρίτες, για τη Χρυσή όπως είναι περισσότερο γνωστό τουριστικά.

  Η πιο λογοτεχνική μεταφορά παθολογικού περιστατικού γίνεται στο τελευταίο έργο του Μανόλη, τον «Αρχέγονο φρουρό», που εκδόθηκε πρόπερσι, την ίδια χρονιά με τα «Δερβενάκια των Rolling Stones», ένα εκτενές ποίημα εμπνευσμένο από τα 200 χρόνια της επανάστασης.

    Το μυθιστόρημα αυτό μπορεί να θεωρηθεί από πολλές απόψεις μια από τις καλύτερες εκδοχές του μεταμοντερνισμού. Σ’ αυτό βλέπουμε μια αλληλοδιαδοχή ειδών (genre) και υφών, ή καλύτερα μια διαπίδυση μεταξύ τους. Δεν έχουμε μόνο την παρείσφρηση καθαρών στίχων, κυρίως στο τέλος, αλλά και την ποιητική έκφραση μέσα σε κείμενα που μόνο στην πεζογραφία θα μπορούσαν να καταταγούν.

  Υπερβαίνοντας τον μοντερνισμό, ο Πρατικάκης τού αποτίει φόρο τιμής με ένα εκτενές απόσπασμα που είναι μια «ροή συνείδησης» (Stream of consciousness) σαν αυτά που συναντήσαμε στον «Οδυσσέα» του Τζόις. Η μόνη τελεία που συναντάμε είναι στο τέλος του, όπως και στο «Φθινόπωρο του Πατριάρχη» του Μάρκες.

  Το δοκιμιακό στοιχείο κατέχει μια σημαντική θέση, που όμως δεν είναι το κλασικό δοκιμιακό, είναι το επιστημονικό επενδυμένο ποιητικά. Ο Μανόλης μιλάει πάρα πολύ συχνά με την ιδιότητά του ως ψυχίατρου, και το στόρι βέβαια είναι μια ψυχοπαθολογική περίπτωση.

    Ένας είναι ο κεντρικός ήρωας, σε τέσσερις εκδοχές της ιστορίας του.

  Στην πρώτη τον βλέπουμε απλώς να μαζεύει σκόρπιες βαλίτσες. Έχει μαζέψει τόσες που δεν χωράει πια να μείνει ο ίδιος στο διαμέρισμά του. Θα νοικιάσει και δεύτερο, και τρίτο, όμως επειδή η μικρή του σύνταξη δεν επαρκεί για τέταρτο, θα τη βγάζει στα παγκάκια.

  «Όταν πήγε σπίτι την περιεργάστηκε σαν αναπάντεχο πολύτιμο δώρο της τύχης και της σύμπτωσης. Αφού τη σκούπισε σχολαστικά, την έβαλε πάνω στο τραπέζι με μεγάλη προσοχή. Δεν βιάστηκε να την ανοίξει. Είχε την παράξενη αίσθηση ότι μέσα της έκρυβε κάτι μοναδικό. Ίσως έναν μηχανισμό που ξεκλείδωνε το ίδιο το αναπάντεχο της ζωής. Εκείνη την αδιάβροχη ζώνη που χωρίζει τα μεγάλα θεωρήματα από τις ζωντανές εφαρμογές και πραγματώσεις. Με συγκινημένη προσοχή τράβηξε το κεντρικό φερμουάρ. Η επένδυση ήταν ολοκαίνουργια. Εκεί μέσα χωρούσε ολόκληρο νοικοκυριό. Η ολιγάρκειά του την έκανε να φαντάζει πελώρια. Την ένιωθε να μεγαλώνει και να εκπτύσσεται τόσο που του φάνηκε σαν να μίκρυνε και να συμπτύχτηκε το σπίτι. Άσε τις θήκες από δω κι από κει, σαν τσέπες πλάγιες για τυχόν μικροπράγματα του ταξιδιού».

   Γιατί τις μαζεύει τις βαλίτσες;

  Αποτελούν σύμπτωμα μιας βαθιάς του επιθυμίας να ταξιδέψει –η ίδια σύμπτωμα άλυτων συγκρούσεων μέσα του – η οποία ταυτόχρονα ακυρώνεται από το φόβο του ταξιδιού. Μηχανεύεται τρόπους να το ματαιώνει, την τελευταία φορά ενώ βρίσκεται μπροστά στον γκισέ των εκδοτηρίων. Αυτή είναι η δεύτερη εκδοχή.

  Και η τρίτη;

  Θα τα καταφέρει επί τέλους να ταξιδέψει. Θα πάει στην Ινδία, για να συνειδητοποιήσει εκεί το καβαφικό «Είπες· Θα πάγω σ’ άλλη γη, θα πάγω σ’ άλλη θάλασσα/ Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη απ’ αυτή».

  Όχι, η Βομβάη δεν ήταν καθόλου καλύτερη, γέμισε φρίκη βλέποντας πόση δυστυχία μπορεί να υπάρχει στον κόσμο, και επέστρεψε.

  Η μεγαλύτερη και η ωραιότερη κατά τη γνώμη μου είναι η τέταρτη εκδοχή. Πρόκειται για ένα ποιητικό ρομάντζο, όπου δυο ταλαιπωρημένος ψυχές, αυτός και μια κοπέλα που σπρώχτηκε στην πορνεία από τον ίδιο τον πατέρα της, θα ενώσουν τις ζωές τους. Κορυφαίες είναι οι λυρικές περιγραφές των ερωτικών τους συνευρέσεων.

  Όχι, η πόλη δεν τους ακολούθησε όταν κατέφυγαν στην επαρχία για να ζήσουν την απλή ζωή των χωρικών, σε ένα αρκαδικό ιδεώδες που έχει άφθονους απόηχους από το «Walden» του Θορώ.

  Μου αρέσουν τα happy end και συχνά παραθέτω το τέλος. Έτσι θα κάνω και τώρα, για να δώσουμε επί πλέον και ένα δείγμα γραφής.

  «Τον αγκαλιάζει· ο Στέφανος τυλίγεται σ’ εκείνο το πτυσσόμενο βελούδο των χαδιών. Της λέει «Πάρε με, αλμυρή θάλασσα, στα βάθη σου· τα ωραία σου στήθη συμπυκνώνουν του πυθμένα το πλαγκτόν· μέσα στη λάμψη τους απορροφούν όλο το μαύρο. Κι όλη τη λαχτάρα των παιδιών που έρχονται από το μέλλον μας κι απ’ όλο μας το παρελθόν. Έλα εσύ των κυμάτων η Δονούμενη. Η Δεξαμένη και η Αψευδής. Η του Λεβάντε Ανεμόεσσα στη μεγάλη

μαΐστρα. Η Κυμοθόη και η παράφορη Αλμύρια.

  Είσαι ένα παρθένο δάσος με πουλιά. Σε ξεφυλλίζω φύλλο φύλλο και πέταλο το πέταλο. Οι κραυγές σου είναι δρόσος. Το κορμί μου σε διαπερνά σαν ένα χάραμα. Γιατί η ώρα της αγάπης είναι ο μοναδικός τρόπος να ξημερώνει».

  Στη συνέχεια θα παραθέσουμε τρία δοκιμιακά αποσπάσματα πάνω στην «άβυσσο της ψυχής του ανθρώπου» όπως θα έλεγε ο Καζαντζάκης, δοσμένα βέβαια με τον ποιητικό τρόπο του Πρατικάκη.   

    «Αν και οι δικοί μας ποτέ τους δεν μας άφησαν να κατεβούμε στο μηχανουργείο. Τόσο μας είχανε τρομάξει· σαν εκεί να παραμόνευαν θαλάσσια τέρατα, τυφώνες, αρπάγες, στρόφιγγες κι ιμάντες που σε τραβούν σαν σκοτεινοί μαγνήτες. Για θερμαστές και δόκιμους μηχανικούς μας έλεγαν πως έχουν προσληφθεί φαντάσματα. Μια ζωή με πανουργίες δεν μας άφηναν ν’ αντιληφθούμε πως ζούσαμε χρόνια σε ένα μεταμφιεσμένο σε σπίτι ναυάγιο. Μας λέγανε πως πάμε ν’ ανασύρουμε χαμένους θησαυρούς ναυαγισμένων καραβιών. Όπως οι χρυσοθήρες που τρέχουνε στα πέρατα του κόσμου ενώ η πιο ακριβή φλέβα χρυσού είναι θαμμένη στην αυλή τους».

  Και:

  «Αν δεν μας κατοικούσε η Εγωπάθεια η ζωή μας δεν θα ’ταν τόσο αξιοθρήνητη. (Δεν επιτρέπει ούτε ένα δευτερόλεπτο δικού μας χρόνου που να μην αποφασίζει, αγνοώντας μας.) Μόνο λόγω συνθηκών υπάρχει η διαφορά εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου. Ο εξουσιαζόμενος υποφέροντας πασχίζει σε όλη του τη ζωή να γίνει εξουσιαστής. Και όταν το κατορθώσει γίνεται πιο βάναυσος πάνω σ’ αυτούς που εξουσιάζει, για να κάνει απόσβεση των επιπλέον δεινών που έχει υποστεί. Παναπεί ότι ο βασανιστής και ο βασανιζόμενος είναι ένα και το αυτό πρόσωπο. Ο βασανιζόμενος εμπεριέχει εν δυνάμει έναν βασανιστή κι αντιστρόφως. Το καταλαβαίνουν όμως μόνο όταν αυτοί οι δύο άνθρωποι αλλάξουν ρόλους: Ο βασανιστής πλανάται γιατί φαντάζεται ότι δεν έχει μερίδιο στα βάσανα του άλλου, τα οποία εκλογικεύει κι απωθεί στο κελάρι. Από την άλλη ο βασανιζόμενος επίσης πλανάται γιατί πιστεύει πως δεν έχει μερίδιο στην ευθύνη, ενώ είναι ήδη καταστατικά ένας εν δυνάμει βασανιστής. Η παράλογη και μαύρη απόλαυση του ενός να βασανίζει, συσκοτίζοντας τις πράξεις του, αντιστοιχεί με την παράλογη οδύνη του άλλου ο οποίος έχει υποστεί το μαρτύριο. Έτσι οι άνθρωποι είναι δεμένοι με έναν σκοτεινό όρκο που δεν λύνεται όσο κυβερνά η Εγωπάθεια. Η οποία μας προετοιμάζει αιώνια για κάποια σκοτεινή ρεβάνς». 

  Στην εγωπάθεια θα αναφερθεί και παρακάτω:

  «Και Βάρβαροι δεν πρόκειται ποτέ να ’ρθούνε. Κι ούτε ποτέ υπήρξαν Βάρβαροι, πέρα εκείθε στη Μηδία. Γιατί οι μόνοι Βάρβαροι είμαστε εμείς. Και το μόνο χρέος μας είναι να εξοντώσουμε τους μέσα μας της Εγωπάθειας Βαρβάρους…».

  Όπως έλεγε και ο Καζαντζάκης, να εξοντώσουμε τον μέσα τούρκο.

  «Στον ψυχισμό του ανθρώπου υπάρχει μια απίστευτη πολυπλοκότητα. Ένα μυστηριώδες βάθος γεμάτο αντιφάσεις και αλληλοσυγκρουόμενες, εν δυνάμει ροπές. Οι οποίες δρουν πάνω στο ίδιο σημείο για τις τελικές αποφάσεις, στη μάχη του συνειδητού με το ασυνείδητο. Το σημείο αυτό έχει παρομοιαστεί με ένα “άστρο που συστέλλεται από τις δυνάμεις βαρύτητας και ταυτόχρονα διαστέλλεται από την πίεση της ακτινοβολίας”. Δεν υπάρχει ολική συμφιλίωση, δηλαδή ολική περάτωση των άπειρων αντιφάσεων. Γύρω από το συνειδητό επικρατεί ένας αδιάκοπος συνωστισμός, ένα ακατάπαυστο στριμωξίδι (για να μην πω ένας συνεχής ορυμαγδός). Και το συνειδητό δεν είναι καθόλου ο ανώτατος, ατάραχος και κυρίαρχος κυβερνήτης όλων των τάσεων και των νοητικών φαινομένων· αλλά μάλλον μια φωταγωγημένη σημαδούρα που επιπλέει πάνω στα ταραγμένα κύματα· μια σημαδούρα της οποίας η ανώτερη ιεραρχική θέση δεν σημαίνει καθόλου και κυριαρχία πάνω σ’ αυτά τα κύματα».

  Μια εξαιρετική ποιητική περιγραφή του φροϋδικού δίπολου συνειδητό-ασυνείδητο, με εύστοχες μεταφορές και παρομοιώσεις.

  Θα κλείσω αναφέροντας ότι έχω γράψει για όλο το έργο του Πρατικάκη, και οι βιβλιοκριτικές αυτές εκδόθηκαν το 2018 με τον τίτλο «Μανόλης Πρατικάκης, ο ποιητής, ο στοχαστής» από τις εκδόσεις της εφημερίδας «Ιεράπετρα 21ος αιών», που είχε δημοσιεύσει αρκετές από τις βιβλιοκριτικές που περιέχονται σ’ αυτό το βιβλίο.  

 

No comments: