Φελιτσιτά
Η χαμένη ευτυχία στο νέο μυθιστόρημα της Μάρως Δούκα
Γράφει ο Γιώργος Βοϊκλής*
Κάποτε είχα σκεφτεί ένα λογοτεχνικό εύρημα, που θα μπορούσε να ενταχθεί στην κατηγορία της επιστημονικής φαντασίας: Να εμφυτεύουν κάτω απ’ το δέρμα του κεφαλιού κάποιου ένα μικρό τσιπάκι στο μέγεθος κεφαλιού καρφίτσας, με το οποίο να μπορούν να «διαβάζουν» τη σκέψη του σε μια οθόνη υπολογιστή.
Δεν μπόρεσα να αξιοποιήσω το εύρημά μου, γιατί μου ήταν αδύνατο όχι μόνο το να φανταστώ πώς μπορεί να σκέφτεται κάποιος άλλος, αλλά ούτε να παρακολουθήσω και να καταγράψω τις δικές μου σκέψεις.
Αυτό που δεν τόλμησα ούτε να επιχειρήσω, το κατόρθωσε με μεγάλη επιτυχία η Μάρω Δούκα στο νέο της μυθιστόρημα με τίτλο «Φελιτσιτά», που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πατάκη.
Πρόκειται για το ψυχογράφημα πέντε προσώπων, που τη σκέψη τους «διαβάζει» η συγγραφέας στα αντίστοιχα κεφάλαια του μυθιστορήματός της. Το καθένα από τα κεφάλαια αυτά δεν αποτελεί απλώς έναν «εσωτερικό μονόλογο» σαν κι αυτούς που συναντάμε σε άλλα βιβλία της και στα βιβλία πολλών συγγραφέων, αλλά μια συνεχή καταγραφή της σκέψης τους, με τις αναδρομές και τους συνειρμούς που προκύπτουν από τα ερεθίσματα που δέχονται από τις αισθήσεις, αλλά και ανεξάρτητα από αυτά, με τις μνήμες ευτυχισμένων στιγμών ή κρίσιμων γεγονότων της προηγούμενης ζωής τους, που έρχονται και ξανάρχονται στο προσκήνιο αναζητώντας τη λύτρωση.
Χαρακτηριστικό της ροής των σκέψεων που καταγράφει η συγγραφέας είναι το ότι σε κάθε κεφάλαιο του βιβλίου της, το κείμενό της ρέει χωρίς τελείες και χωρίς παραγράφους από την αρχή μέχρι το τέλος του, έτσι που ο αναγνώστης παρακολουθεί αναγκαστικά, χωρίς διακοπές, τη ροή του και μπαίνει, θέλει δεν θέλει, μέσα στην ψυχή των λογοτεχνικών χαρακτήρων της συγγραφέως.
Αποκλειστικά και μόνο μέσα από τις σκέψεις του καθενός για τον εαυτό του και για τους άλλους, γνωρίζουμε τους πέντε βασικούς λογοτεχνικούς χαρακτήρες του βιβλίου. Τους γονείς –τον πατέρα Κωνσταντίνο, υπάλληλο σε αποθήκη χαρτικών, τη μητέρα Ελένη, θυρωρό υπουργείου- και τα τρία παιδιά τους: Τον Βαγγέλη, με δικό του λογιστικό γραφείο. τη Βάσω, με δικό της κομμωτήριο, και τον Στέλιο, φιλόλογο, καθηγητή Μέσης Εκπαίδευσης, αλλά και τα δευτερεύοντα πρόσωπα, όπως το αφεντικό του πατέρα, τη σύζυγο του Στέλιου και άλλα.
Μέσα από τις σκέψεις τους μαθαίνουμε επίσης τα κρίσιμα γεγονότα που οδήγησαν στην ανατροπή των ισορροπιών της οικογένειας, μέσα από τη διαφορετική εκδοχή του καθενός, καθώς και τη στάση του καθενός απέναντι στη δραματική εξέλιξη των γεγονότων αυτών καθώς και για το τι θα πρέπει να γίνει.
Παράλληλα με αυτή την ανατομία μιας σύγχρονης λαϊκής οικογένειας, ωστόσο, το νέα μυθιστόρημα της Μάρως Δούκα καταπιάνεται επίσης, μέσα από τη σκέψη των ηρώων της, με ένα κοινωνικό πρόβλημα που βρίσκεται σε έξαρση τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο στις μεγάλες πόλεις της χώρας μας, αλλά στις πόλεις όλου του ανεπτυγμένου κόσμου: Το πρόβλημα των εκατοντάδων άστεγων που συναντάμε καθημερινά, μέρα και νύχτα, τους δρόμους και τις πλατείες.
Ως προς αυτό, από τα μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού λογοτεχνικά κείμενα που έχω διαβάσει, στην προσέγγιση της Μάρως Δούκα βρήκα, πέρα από την καταγραφή των συνθηκών διαβίωσής τους και τις διαφορετικές συμπεριφορές απέναντί τους, το πώς βλέπει ο ίδιος ο άστεγος την κατάσταση που βιώνει.
Δεν απουσιάζει, βέβαια, και από αυτό το βιβλίο της η κοινωνική κριτική. Στη σελίδα 102, σε ένα από τα κεφάλαια με τη σκέψη της Βούλας, της 30χρονης κομμώτριας, διαβάζουμε: «…ποτέ δεν πέφτει απ’ τα σύννεφα με όσα συμβαίνουν, να πει τι; πόσο λυπάται κι αυτή, ε λυπάται, να εκφράσει κι αυτή την οδύνη και τα ειλικρινή συλλυπητήριά της στους γονείς και τους συγγενείς των θυμάτων; ε καλά, κι όμως τα λυπάται, μολονότι καμιά λύπη της, το ξέρει, δεν πρόκειται να τα φέρει πίσω, ενώ οι υπεύθυνοι, κι αυτό το ξέρει, θα είναι πάντα εδώ, όπως ήταν και πέρσι και πρόπερσι και πριν από είκοσι και πριν από τριάντα και πενήντα χρόνια, εφ’ όσον αυτοί, οι υπεύθυνοι, είναι τα εξαρτήματα της μηχανής, όπως εξαρτήματα της μηχανής είναι και τα φερέφωνα και οι λουφαδόροι και οι κρατικοδίαιτοι και οι τραπεζίτες και οι εργατοπατέρες, εξαρτήματα και οι γκλαμουράτοι και οι εαυτούληδες και οι εκμαυλιστές και οι εκμαυλισμένοι, δεκαετίες τώρα, από ματς σε ματς και με αυτιστική προσήλωση σε αιτήματα που ρίχνουν αφειδώς νερό στ’ αυλάκι της ψευδεπίγραφης ευημερίας και του ανερμάτιστου μικροαστισμού, αλλά εντάξει, η ευθύνη για τον ξεπεσμό μας, όσο κι αν αυτό βολεύει ορισμένους, δεν ισομοιράζεται, ούτε και η συνενοχή, διότι υπάρχουν, και είναι δυστυχώς πολλοί, οι φτωχοί συνταξιούχοι, οι μισθοσυντήρητοι και οι άνεργοι και οι ξεκρέμαστοι και οι λεηλατημένοι».
Μια νότα τρυφερότητας στο σκοτεινό τοπίο της εποχής μας, η αδέσποτη γάτα στην οποία ο αποδιωγμένος από την οικογένειά του και το κοινωνικό του περιβάλλον κεντρικός ήρωας του βιβλίου δίνει το όνομα «Φελιτσιτά».
Αναφερόμενος σε προηγούμενα βιβλία της, είχα πει ότι η Μάρω Δούκα καταγράφει την εθνική μας συνείδηση. Μετά από αυτό το βιβλίο της θα συμπληρώσω ότι καταγράφει την ανθρώπινη συνείδηση.
*Ο Γιώργος Βοϊκλής είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας
No comments:
Post a Comment