Book review, movie criticism

Sunday, October 28, 2018

Albert Hughes, Alpha (2018)


Albert Hughes, Alpha (2018)

  Εξακολουθεί να παίζεται στους κινηματογράφους.
  Η σπάνις μαζί με την αξία χρήσης καθορίζουν την τιμή ενός προϊόντος. Ο αέρας έχει τη μεγαλύτερη αξία χρήσης όμως καθώς είναι άφθονος δεν πουλιέται. Ακολουθεί το νερό, που όμως πουλιέται. Άφθονο και αυτό, η τιμή του είναι πολύ χαμηλή σε σχέση με την αξία χρήσης του. Χωρίς φαγητό μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος για πάρα πολλές μέρες, χωρίς νερό δεν μπορεί. Το αλουμίνιο, σπάνιο παλιά, ήταν πανάκριβο. Μόνο οι βασιλιάδες μπορούσαν να έχουν αλουμινένια σκεύη. Τώρα είναι πάμφθηνο. Οι κουνενοί που είχαμε στο δημοτικό και μας έβαζαν το γάλα της Ούνρα ήταν από αλουμίνιο. Τα διαμάντια είναι σπάνια, όμως σαν αξία χρήσης έχουν μόνο την επίδειξη (άντε, τα χρησιμοποιούν και οι τζαμάδες). Μια χαρά κάνουμε και χωρίς τα διαμάντια, δεν θα ξοδέψω όμως τις οικονομίες μου (που λέει ο λόγος) για να αποκτήσω έστω και ένα, μπορώ να τις διαθέσω αλλού, σε προϊόντα που έχουν μεγαλύτερη αξία χρήσης για μένα, όπως π.χ. οι εξωτερικοί σκληροί δίσκοι (έχω κάπου 80Τ) για τους οποίους με κοροϊδεύει ο γιος μου.
  Το «Άλφα» έχει υψηλή τιμή γιατί, εκτός από την αξία χρήσης (σε όλους αρέσει το θέμα, η φιλία ενός λύκου και ενός νεαρού) υπάρχει και η σπάνις: δεν έχω δει άλλη ταινία της οποίας η πλοκή να διαδραματίζεται πριν είκοσι χιλιετηρίδες. Βέβαια στη βικιπαίδεια διαβάζω ότι υπάρχουν κάποιες ανακρίβειες στην ταινία, όπως για παράδειγμα οι ενδυματολογικές, όμως υπάρχουν και αρκετά στοιχεία που αναπαριστούν την εποχή.
  Οι λύκοι του επιτίθενται, μόλις που προλαβαίνει να ανέβει σε ένα δένδρο. Είναι άλλωστε και αρκετά τραυματισμένος. Με το πόδι του κλωτσάει τον λύκο που τον έχει αρπάξει από το πόδι ενώ ήταν έτοιμος να φτάσει στην κορυφή. Ο λύκος γκρεμοτσακίζεται και τραυματίζεται θανάσιμα. Το κοπάδι περιμένει ώρες μήπως κατέβει ο νεαρός, στο τέλος αποχωρεί αποθαρρημένο. Φυσικά τον τραυματισμένο σύντροφό τους θα τον παρατήσουν.
  Ο νεαρός θα τον περιμαζέψει και θα τον περιποιηθεί, αν και κάποια στιγμή του λέει «Δεν σε έχω συγχωρέσει ακόμα». Όμως έκανε πολύ καλά, γιατί ο λύκος του έσωσε δυο φορές τη ζωή. Βέβαια του έσωσε και ο ίδιος άλλη μια φορά τη δική του, όταν εξαντλημένος δεν μπορούσε να προχωρήσει πια. Τον κουβαλούσε σηκωτό. Και έβρισκαν και οι δυο τροφή.
  Τα κατάφερε να φτάσει στον καταυλισμό του;
  Και σπόιλερ να μην κάνω έχετε μαντέψει.
  Πολύ καλή ταινία, αξίζει να τη δείτε όσοι δεν την έχετε δει.
  Θυμήθηκα τώρα ότι πρέπει να διαβάσω και το «The call of the wild» του Τζακ Λόντον. Θυμάμαι ότι είχα δει την ταινία και μου άρεσε. Ένας άνθρωπος και ένας λύκος και εκεί. Θυμάμαι και τον «Μόγλη» του Κίπλινγκ, αμυδρά, σε κλασικό εικονογραφημένο. Αν μου πέσει στα χέρια μου θα το ξαναδιαβάσω και αυτό.

 

Thursday, October 25, 2018

Εύα Στάμου, Τα κορίτσια που γελούν


Εύα Στάμου, Τα κορίτσια που γελούν, Αρμός 2018, σελ. 221

Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

Εξαιρετικά διηγήματα από την σπουδαία πεζογράφο μας

  Μετά το μυθιστόρημα «Εκδρομή» η Εύα Στάμου εκδίδει τα «Κορίτσια που γελούν», μια συλλογή διηγημάτων αυτή τη φορά.
  Έχει ειπωθεί ότι ο Ντοστογιέφσκι είναι ένας βαθύς ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής, που χωρίς να έχει σπουδάσει ψυχολογία έχει απίστευτη κατανόηση του ανθρώπινου ψυχισμού. Ο φίλος μου ο Πρατικάκης μιλάει με ενθουσιασμό για το διήγημά του «Ο σωσίας», για το πόσο καίρια περιέγραψε ο Ντοστογιέφσκι αυτό που στην ψυχολογία αργότερα ονομάσθηκε  ως «το σύνδρομο του σωσία».
  Η Εύα λοιπόν, με διδακτορικό στην ψυχολογία και ψυχολόγος το επάγγελμα, έχει όλα τα φόντα να γνωρίσει σε βάθος τον ανθρώπινο ψυχισμό ώστε να δίνει με απίστευτη ακρίβεια το ψυχολογικό πορτραίτο των ηρώων της. Και βέβαια το πορτραίτο αυτό δεν το φτιάχνει μόνο με το telling αλλά και με το showing, δηλαδή με τις στάσεις και τις συμπεριφορές τους, επιλέγοντας τη μέση οδό σαν τους προγόνους μας και όχι την ακραία του Henry James, που βέβαια είναι η καταλληλότερη για τους σεναριογράφους.
  Όμως ας ξεφυλλίσουμε το βιβλίο να δούμε ένα ένα τα διηγήματα.
  To «Ένα τέλειο σχέδιο» έχει κάτι από το «Έγκλημα και τιμωρία» και από τον «Ξένο». Διαταραγμένη προφανώς η ηρωίδα, για να ξεφύγει από την ζοφερή καταθλιπτική της καθημερινότητα σκέφτεται να διαπράξει το τέλειο έγκλημα. Αυτή είναι και η εκλογίκευση της πράξης της: όλοι οι δολοφόνοι έχουν κάποιο κίνητρο, αυτό όμως το κίνητρο είναι και η αιτία που η αστυνομία βρίσκει συχνά τα ίχνη τους. Αυτήν πώς να την βρουν αφού δεν έχει κανένα κίνητρο;
  Δεν θα κάνουμε σπόιλερ να πούμε αν τα κατάφερε ή όχι, πάντως το τέλος είναι αρκετά απρόβλεπτο.
  Στη «Θερμοκοιτίδα» η ηρωίδα της μεταβαίνει στη Λέρο για να προσφέρει τις υπηρεσίες της σε ένα προσφυγικό σταθμό. Αφηγείται ένα επεισόδιο κατά τη διανομή του συσσιτίου που δείχνει τον φαλλοκρατισμό των ανδρών στη μουσουλμανική εκδοχή του.
  Ναι, δεν είναι όλα ρόδινα με τους μετανάστες. Μια φίλη μου μού έλεγε για τα διάφορα φοβερά που της είπε η κόρη της, δικηγόρος, που δούλεψε σε ένα καταυλισμό λαθρομεταναστών, όπου λειτουργούσε και μπουρδέλο.
  Στο διήγημα που δίνει και τον τίτλο της συλλογής η Στάμου έχει σαν θέμα την κρίση της μέσης ηλικίας, μιας γυναίκας στην προκειμένη περίπτωση.  Αλλά να παραθέσουμε το τέλος, και σαν δείγμα γραφής.
  «Αναστέναξε και, ζαλισμένη από το κόκκινο κρασί, ένιωσε τις αντιστάσεις της να υποχωρούν και να παραδίδεται στη θλίψη. Αυτό που πραγματικά την πονούσε δεν ήταν η έκβαση της αποψινής βραδιάς, ούτε ο άγνωστος που καθόταν απέναντί της με τη ματιά προσηλωμένη στο διπλανό τραπέζι και τ’ αυτί κολλημένο στο κινητό. Ήταν η βαθιά, οριστική γνώση ότι η ίδια δεν θα κατάφερνε ποτέ ξανά να νιώσει χαρούμενη κι ανέμελη, ότι δεν θα γινόταν ποτέ πια ένα από τα κορίτσια που γελούν» (σελ. 70).
  Αν ήταν φοιτήτριες αυτές που κάθονταν στο διπλανό τραπέζι, πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. Αν είχαν ήδη βγει στην αγορά εργασίας, ε, το γέλιο τους ήταν το αντίδοτο για το ζοφερό μέλλον που ξέρουν ότι τις περιμένει στην Ελλάδα της κρίσης. Σε λίγο θα ερχόταν ο διάβολος, όπως στο γνωστό ανέκδοτο με την κόλαση, και θα τους έλεγε «Τέρμα το διάλειμμα, τα κεφάλια μέσα».
  Στο «Δείπνο» πάλι μας δίνει την ιστορία μιας γυναίκας που οι φίλοι της την βλέπουν «κάπως». Το τέλος μοιάζει με αστυνομική ταινία.
  Στο διήγημα «Η κυρία με το καπέλο» η Στάμου, μέσα από ένα συνειρμό που πυροδότησε τις αναμνήσεις του ήρωά της, μας παρουσιάζει την θλιβερή του παιδική ηλικία με την ψυχασθενή μητέρα του.
  Η «Βοστόνη» με τις 90 σελίδες της είναι περισσότερο νουβέλα παρά διήγημα. Αν ήταν πιο μεγάλη θα ήταν campus novel, μυθιστόρημα όπου τα κεντρικά πρόσωπα είναι πανεπιστημιακοί και η πλοκή εκτυλίσσεται σε κάποιο πανεπιστήμιο, όπως στα μυθιστορήματα του David Lodge που κυκλοφόρησαν και στην Ελλάδα, δυο από τα οποία τα έχουμε διαβάσει.
  Στην αρχή της νουβέλας παρουσιάζεται ο Σπύρος, ο κεντρικός ήρωας, ως παθολογικά ζηλιάρης, σε ακραίο βαθμό. Αυτό ασφαλώς δημιουργεί προβλήματα στη γυναίκα του αλλά και στον ίδιο, καθώς έχει συνείδηση της παθολογικής του κατάστασης.
  Στη συνέχεια τον βλέπουμε στη σχέση του με μια φοιτήτρια. Του κόλλησε αλλά αυτός δεν της έδινε σημασία. Όμως μεθυσμένος κάποιο βράδυ παρασύρθηκε και έκανε έρωτα μαζί της. Μετά άρχισε πάλι να την αποφεύγει. Αυτή, νοιώθοντας συντριμμένη, τον εκδικήθηκε.
  «Καλώς τηνε τη συμφορά μονάχα να ’ναι μόνη» λέμε στην Κρήτη. Γυρνώντας στο σπίτι μετά από τα δυσάρεστα νέα τον περιμένει μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη.
  Όμως να δώσουμε ένα απόσπασμα.
  «Η εμφάνιση δεν ήταν το πρωτεύον. Αυτό που ενδιέφερε τον Σπύρο ήταν να βρει άνθρωπο καλό, σοβαρό, άξιο εμπιστοσύνης. Κάποια που να θυμίζει στην απλότητα και στη θέρμη τη μητέρα του, μια γυναίκα με κατανόηση και αποθέματα αγάπης, να μπορέσει να στηριχτεί σ’ αυτήν, να της ανοίξει την καρδιά του χωρίς τον φόβο της προδοσίας. Για ένα σύντομο διάστημα πίστεψε ότι βρήκε αυτό που αναζητούσε στο πρόσωπο της Ρόντα [της γυναίκας του]. (σελ. 160).
  Το λέμε κι αυτό στην Κρήτη: «Η νύφη ποστα γεννηθεί τση πεθεράς τση μοιάζει».
  Στη μάνα της όχι. Αλλιώς δεν θα κυκλοφορούσαν τόσες φαρμακερές μαντινάδες για τις πεθερές, όπως για παράδειγμα: «Την πεθερά μου όντε τη δω στο σπίτι να ζυγώνει, με πιάνει άσθμα αλλεργικό και παίρνω κορτιζόνη».
  Διεισδυτική στην ψυχογράφηση των ηρώων της και επινοητική στην πλοκή με συναρπαστικά επεισόδια, η Στάμου κατακτά τον αναγνώστη. Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί, όπως το διάβασα εγώ προχθές το βράδυ. Της ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδο. 

Μπάμπης Δερμιτζάκης

Tuesday, October 23, 2018

Andrey Kavun, Detyam do 16 (Детям до 16, Για παιδιά μέχρι 16, 2010)


Andrey Kavun, Detyam do 16 (Детям до 16, Για παιδιά μέχρι 16, 2010)


  Ο Κίριλ είναι ερωτευμένος με την Dasha, όμως είναι αρκετά συνεσταλμένος για να της το δείξει. Ο φίλος του ο Μαξ όμως, χωρίς να έχει αντιληφθεί ότι ο Κίριλ είναι ερωτευμένος μαζί της, της την πέφτει. Αυτή ανταποκρίνεται. Και ο Κίριλ, απελπισμένος, την πέφτει στη φίλη της τη Λεία, η οποία τον έχει ερωτευθεί.
  Η σχέση της Dasha με τον Max δεν πάει καλά. Ο Κίριλ παραμονεύει. Τη βλέπει να βγαίνει τρέχοντας από το σπίτι ενώ ο Μαξ προσπαθεί να τη συγκρατήσει. Ο Κίριλ υποκρίνεται ότι ήταν περαστικός. Μπαίνει στο αυτοκίνητό του κλαίγοντας. Της φέρεται πολύ άσχημα, του λέει. Ανάμεσα στα άλλα είναι και ζηλιάρης, τους ζηλεύει όλους, τον ζηλεύει κι αυτόν. Μα γιατί; Εσένα αγαπούσα, του λέει, αλλά δεν είδα να ενδιαφέρεσαι για μένα, και έτσι υποχώρησα στο φλερτ του Μαξ.
  Προσπαθεί να τη φιλήσει. Αυτή αποφεύγει το φιλί του και του λέει να την πάει σπίτι.
  Η συνέχεια εξελίσσεται γρήγορα. Τα φτιάχνουν. Και μετά τους βλέπουμε παντρεμένους με παιδί.
  Πανέμορφη, αλλά δεν τον έλκει πια. «Ναι, όμορφη, αλλά σαν πεθαμένη πριγκίπισσα», λέει στη Λεία με την οποία ξαναέρχεται σε σχέση. Θέλει να τη σταθεροποιήσει, θα μιλήσει στη Dasha. H Λεία, που είχε πληγωθεί θανάσιμα από το χωρισμό αυτό, του λέει ότι δεν είναι ικανός να αγαπήσει. Δυο μήνες να μείνουν μαζί και θα αρχίσει να σκέφτεται τη Dasha. Όχι, θα της μιλήσει, τη διαβεβαιώνει.
  Η Dasha που έχει δει στο λάπτοπ του τη φωτογραφία της Λεία καταλαβαίνει. Όμως δεν μιλάει. Και στο τέλος της ταινίας, όταν ο Κίριλ σταματάει το αμάξι λέγοντας ότι θέλει να της μιλήσει, τον αφοπλίζει με το χαμόγελό της. -Θέλω να με μάθεις να οδηγώ.
  Καιρός να ωριμάσει.
  Την καθίζει στο τιμόνι και κάθεται δίπλα της. Ρυθμίζουν το gps, κατευθύνονται προς τη λεωφόρο Λένινγκραντ.
  Πολύ ωραία ταινία, και πολύ ωραία κοπέλα η Λιάνκα Γκριού, έψαξα από περιέργεια το βιογραφικό της. Συγκινητικό. Όλα για το παιδί της. Δυόμισι χρονών και δεν είχε μιλήσει. Αρνήθηκε να το ταΐσει με τα χάπια των Ρώσων γιατρών, μετακόμισε με τον άντρα της στην Αμερική, αφήνοντας πίσω το διαμέρισμα και πουλώντας τα αυτοκίνητά τους. Σε δυο μήνες από τότε που άρχισε η θεραπεία ο γιος της είπε την πρώτη του λέξη.
 Της ευχόμαστε καλή σταδιοδρομία και στο Χόλυγουντ.