Λέανδρος Πολενάκης, Ιστορίες από το χαμένο βιβλίο, Θεσσαλονίκη, Ένεκεν 2010, σελ. 213
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Απολαυστικό, ευφυές, χιουμοριστικό και σατιρικό ανάγνωσμα από τον γιο του περίφημου γελοιογράφου.
Θα ξεκινήσω αφοριστικά: Είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει τελευταία. Μια ταινία την κρίνω από το αν την ξαναφέρνω στο μυαλό μου. Ένα βιβλίο, από το σύνολο των υπογραμμίσεων που έχω κάνει. Και στο μυθιστόρημα του Πολενάκη «Ιστορίες από το χαμένο βιβλίο» έχω κάνει άφθονες. Αναρωτιέμαι αν αυτό το έργο θα φτάσει σε καμιά λίστα υποψήφιων για βράβευση βιβλίων.
Το έργο αποτελείται από ιστορίες που συμπλέκονται περισσότερο ή λιγότερο χαλαρά μεταξύ τους, όπως π.χ. η αντιδικία Γεώργιου Γεννάδιου ή Σχολάριου με τον Γεώργιο Γεμιστό ή Πλήθωνα τις παραμονές της Άλωσης καθώς και η στάση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, η ιστορία της εύρεσης της Αφροδίτης της Μήλου, η αγορά τριών φρεγατών από την Αμερική την περίοδο της Επανάστασης, η ανατίναξη του Παρθενώνα από τον Μοροζίνη, καθώς και πιο ειδικές ιστορίες, όπως για ένα μοναστήρι καλογραιών δοσμένων στην ακολασία, ένα ερωτικό ειδύλλιο κατά την άλωση της Τριπολιτσάς, κ. ά. Ο συγγραφέας μιλάει γι αυτά με τη γλαφυρότητα του λογοτέχνη αλλά και με την ακρίβεια του ιστορικού ερευνητή.
Ο Πολενάκης στο μωσαϊκό αυτών των ιστοριών προσθέτει και σκέψεις για πράγματα και ζητήματα που τον απασχόλησαν. Έτσι μιλάει για την πορνεία και τα πορνοσινεμά, τη δικαιοσύνη, τη σημερινή κρίση, κ. ά. Φοβούμενος μάλιστα μην ξεχάσει τίποτα γράφει χαρακτηριστικά: «Να μην ξεχάσω να σημειώσω και την παρουσία στην εικόνα της καλής μου φίλης Ελένης Γ. Παπαφλέσσα, αρίστης δημοσιογράφου και χορεύτριας ανατολικών χορών που μου είχε δηλώσει ορθά κοφτά ότι αν δεν τη βάλω στο βιβλίο μου, θα έλθει στην παρουσίαση και θα με χαστουκίσει!» (σελ. 105).
Ναι, το βιβλίο διαθέτει άφθονο χιούμορ, ειρωνικό, σατιρικό, σαρκαστικό, άλλοτε διακριτικό και άλλοτε ξέφρενο. Πολλές φορές προκαλείται από ένα συμφυρμό χρόνων, σε ολοφάνερους αναχρονισμούς (ως «ένα μυθιστόρημα για το χρόνο» χαρακτηρίζεται στο εξώφυλλο). Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα είναι το παρακάτω:
«Ο Έλλην ιστορικός είχε γνωρίσει μάλιστα προσωπικώς τον Αλέξανδρο Πούσκιν… Αυτό έγινε σε ένα ταξίδι προσκύνημα στο Ρωσία το 1826 του Καραμεσίνη… Δυστυχώς δεν πρόλαβε να την ολοκληρώσει (την πραγματεία του) διότι πέθανε ξαφνικά σε ηλικία μόλις τριάντα έξι χρονών, όταν η αμαξοστοιχία της οποίας επέβαινε συγκρούστηκε με το σφραγισμένο τρένο που μετέφερε τον Βλαδίμιρο Ίλιτς, λίγο έξω από το Βερολίνο» (σελ. 130-131).
Να δώσουμε ένα ακόμη χαρακτηριστικό δείγμα από το σατιρικό χιούμορ του Πολενάκη:
«Στο ίδιο μέγαρο στεγάζονται τα γραφεία των δύο κυριότερων λογοτεχνικών σωματείων μας, της Ένωσης Ποιητών της γενιάς του ’70 και κάτι, και της Ένωσης Ποιητών της γενιάς του ’70 παρά κάτι που προέκυψαν, ως γνωστόν, μετά τη διάσπαση της αρχικής Ένωσης ποιητών της γενιάς του ’70 σε δύο μερίδες ή παρατάξεις, τα μέλη των οποίων αποκαλούνται στο παρόν χάριν συντομίας, Καικάτοι και Παρακάτοι. Αφορμή της ρήξης στάθηκε το ερώτημα ποιοι ποιητές είναι οι γνήσιοι εκπρόσωποι της γενιάς του ’70, οι ψηλοί ή οι κοντοί;» (σελ. 129).
Χρησιμοποιώντας μια ροϊδική καθαρεύουσα, την ανακατεύει συχνά με λαϊκές εκφράσεις, σε μια σύμφυρση υψηλού και χαμηλού ύφους, που χρησιμοποιείται κυρίως για χιουμοριστικά εφέ. Διαβάζουμε στην επόμενη σελίδα πάνω στο ίδιο ζήτημα: «Αγωνία κατέχει, όχι μόνον τους της ημετέρας παιδείας μετέχοντας, αλλά και τους βαρβάρους, απολιτίστους λαούς της γης που τρέμουν ακούγοντας τα αστραπόβροντα και κάμνουν θυσίας εις τα είδωλα, για να περάσει το κακό. Το σύνολον της ανθρωπότητος, πεπολιτισμένης και απολιτίστου, αναμένη με αγωνίαν δυσκόλως κρυπτομένην την έκβασιν της ποιητικής αυτής τιτανομαχίας, η οποία συνταράσσει συθέμελα και απ΄ άκρου εις άκρον το ουράνιον στερέωμα με κίνδυνο να πέσει να μας πλακώσει.» (παρεμπιπτόντως, έχει κοκκινίσει το κείμενο από τις υπογραμμίσεις με κόκκινο των καθαρευουσιάνικων λέξεων).
Στη σελίδα 131 ο Πολενάκης κάνει update μιας τυποποιημένης έκφρασης. «Τίποτε σχετικό δε βρέθηκε στα κατάλοιπά του ή στο σκληρό δίσκο του υπολογιστή του». Αν η ανοικείωση, η πρωτοτυπία δηλαδή, είναι το κύριο στοιχείο της λογοτεχνικότητας σύμφωνα με τους Ρώσους φορμαλιστές, στο χιούμορ είναι συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ.
Η καθαρεύουσα που χρησιμοποιεί είναι διάσπαρτη με λέξεις που φαντάζομαι μόνο στην αρχαία γραμματεία μπορεί να τις συναντήσει κανείς. Στην περιγραφή μιας γυναίκας, μέσα σε τέσσερις μόνο γραμμές στη σελίδα 26, συναντάμε τις λέξεις: ισχνέγχυλη, ουλόθριξ και ακειρόηβος (το «ουλόθριξ» μάλλον συναντάται και στη νέα ελληνική γιατί ο κειμενογράφος δεν μου την υπογραμμίζει ως λάθος. Στο λεξικό Φυτράκη βρήκα τη σημασία της: σγουρόμαλλη).
Ένα χαρακτηριστικό υφολογικό στοιχείο του Πολενάκη είναι το εφέ της απαρίθμησης, ή της λίστας όπως την ονομάζει ο Ουμπέρτο Έκο (πρόσφατα αναρτήσαμε στο Λέξημα βιβλιοκριτική για το βιβλίο του «Η ομορφιά της λίστας»). Το συναντάμε αρκετές φορές στο βιβλίο, συχνά για χιουμοριστικές εντυπώσεις, όπως στα ονόματα στο καφενοδικείο στη σελίδα 54, σε μια απαρίθμηση πινάκων στη σελίδα 133 κ.ά.
Ένα άλλο υφολογικό στοιχείο το οποίο έχω συναντήσει μόνο σε δυο συγγραφείς, τον Γιάννη Ξανθούλη και τον Γεράσιμο Δενδρινό, είναι η χρήση όχι σπάνιων, αλλά εξωφρενικών ονομάτων. Διαβάζουμε: Θεόβραστος Αφανόπουλος, ο πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου συνταξιούχων πυροσβεστών Ευριπίδης Αποκαΐδης, Διαπρύσιος Κουσκουσέτης, Αικατερίνη Πισπιρίγκου-Παλαβιτσίνη, ψυχολόγος, Καβουριάδης, ο κριτικός Μακελάρης, Χατζηφεσταφέλης, Οτσιτσόρνια Μαυροματίδου, κ.ά. Κάτω από κάποια ονόματα είναι βέβαια αναγνωρίσιμα τα πραγματικά, όπως π.χ. «Ο πατήρ Μεταλλικός».
Διαβάζουμε: «…πηγαίναμε μαζί στο ίδιο σχολείο από το Δημοτικό, στου Τυχόπουλου…» (σελ. 55). Ο Πολενάκης κάνει μια φοβερή πρωτοτυπία: Στο τέλος του βιβλίου ξεχωρίζει τα πραγματικά από τα φανταστικά περιστατικά, όπως και τα ονόματα, ανά κεφάλαιο. Βέβαια δεν το κάνει εξαντλητικά. Το δημοτικό του Τυχόπουλου θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι είναι μυθιστορηματική επινόηση. Όμως δεν είναι. Το ξέρω γιατί διάβασα (και παρουσίασα στο Λέξημα) μια βιογραφία του Τυχόπουλου γραμμένη από το γιο του Γρηγόριο με τίτλο «Αυξέντιος Τυχόπουλος, ο δάσκαλος». Παρεμπιπτόντως ο Γρηγόριος Τυχόπουλος είναι παντρεμένος με τη Μιμίκα Μαρκοπούλου, την αδελφή του συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλου.
Διαβάζουμε: «Εγώ δίδασκα στην ίδια σχολή τον κώδικα Ζεάμι του θεάτρου Νο…» (σελ. 69). Ο Zeami είναι ο θεωρητικός του θεάτρου Νο. Η Γιάννα η Λεκάκου, αν διαβάσει αυτές τις γραμμές στο facebook όπου επίσης θα αναρτηθεί η βιβλιοκριτική αυτή, την παρακαλούμε να μας πει τι έγινε η μετάφραση του έργου του Zeami που έχει κάνει. Εκδόθηκε τελικά;
Διαβάζουμε: «Διέσχισε τον εναέριο χώρο της πλατείας χωρίς να κοιτάζει κάτω, χώθηκε μέσα σε ένα μαύρο σύννεφο που απλωνόταν ραγδαία πάνω από την πόλη, βγήκε από την άλλη μεριά και βρέθηκε τέλος να πετά πάνω από το γήπεδο της Λεωφόρου, όπου εξελισσόταν το ντέρμπυ ανάμεσα στους «αιώνιους», που θα έκρινε το φετινό εθνικό πρωτάθλημα πόκερ» (σελ. 67). Δεν πρόκειται για μαγικό ρεαλισμό, υπάρχουν άλλες πιο χαρακτηριστικές σελίδες, αυτό το ιπτάμενο πρόσωπο λες και έρχεται κατευθείαν από το «Ο μαιτρ και η Μαργαρίτα» του Μπουλγκάκοφ.
Θα κάνω πάλι τη φιγούρα της γλωσσομάθειάς μου διορθώνοντας λάθη για τα οποία ευθύνεται η επιμελήτρια. Ο Χιούγκο Φον Χόφμανσταλ είναι ο Hugo von Hofmannsthal. Το Hugo προφέρεται Χούγκο και όχι Χιούγκο. Aleijandro δεν υπάρχει στα Ισπανικά, αλλά Alejandro. Επίσης στα ισπανικά έχουμε ñ και όχι ň (Malasaña).
Ένα όμορφο εφέ παρωνυμίας, το οποίο χρησιμοποιείται συχνά για χιουμοριστικές εντυπώσεις αξίζει να το παραθέσουμε: «Το μόνο πράγμα που σώθηκε από το ναυάγιο της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντος, έκανε με ένα πικρό χαμόγελο. Τώρα έχουμε όμως την αυτοκρατορία των τραπεζών, συνέχισε. Με πονάει και ο τραπεζίτης μου…» (σελ. 151).
Διαβάζουμε: «Συμπήξαντες μάλιστα νέαν εργατικήν ένωσιν εις την θέσιν της Διαλυθείσης παλαιάς, με τίτλον Χ.Ε.Σ.Ε.Ε. (Χωρίς Ένσημα Σκλάβοι Ενωμένης Ευρώπης)» (σελ. 159). Από τότε που εκδόθηκε το βιβλίο έχει διευρυνθεί η ένωση σε Χ.Ε.Σ.Ε.Ε.ΜΕΣ.Α. Χωρίς Ένσημα Σκλάβοι Ενωμένης Ευρώπης και Μέσης Ανατολής (διευρύνθηκε με λαθρομετανάστες, μετά τα πρόσφατα επεισόδια στη Μέση Ανατολή).
Ο Πολενάκης χρησιμοποιεί άφθονα διακείμενα στο βιβλίο του. Σε ένα μάλιστα βρίσκονται δίπλα δίπλα: «…στο αδειανό πουκάμισο της Δουλτσινέας» (σελ. 150). Σεφέρης και Θερβάντες μαζί.
Το παρακάτω κομμάτι μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Σε ένα γάμο, έδωσαν σε ένα Γάλλο «ένα σπάνιο κομμάτι μεγάλης αξίας» για να το σπάσει. «Ο Γάλλος που δεν καταλάβαινε την κουλτούρα της τελετουργικής καταστροφής του πλούτου…». Μέχρι τώρα ήξερα ότι η τελετουργική καταστροφή του πλούτου, το λεγόμενο πότλατς, γινόταν μόνο στους ινδιάνους (στις βορειοδυτικές ακτές του Ειρηνικού, διαβάζω στη Βικιπαίδεια). Δεν ήξερα ότι και εδώ στην Ελλάδα είχαμε ανάλογα έθιμα. Το σπάσιμο των πιάτων στα μπουζούκια φαίνεται ότι είναι επιβίωση αυτού του εθίμου.
Θα κλείσω την παρουσίαση αυτή επαναλαμβάνοντας ότι το βιβλίο είναι ένα από τα καλύτερα που έχω διαβάσει τελευταία. Το συστήνω ανεπιφύλακτα.
Μπάμπης Δερμιτζάκης
Book review, movie criticism
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment