Nigel Barley, Ο ανυποψίαστος ανθρωπολόγος (μετ. Γιώργος Σεφερλής), Αιώρα 2005, σελ. 308
Ο ανυποψίαστος ανθρωπολόγος είναι το πρώτο βιβλίο του Nigel Barley (1947-), και αναφέρεται στις περιπέτειες που πέρασε κάνοντας ανθρωπολογική έρευνα πεδίου στους Ντοουάγιο του Καμερούν, αφού είχε ήδη αποκτήσει το διδακτορικό του στην κοινωνική ανθρωπολογία. Όπως διαβάζουμε στη Βικιπαίδεια, έχουν ακολουθήσει άλλα 11 βιβλία.
Το βιβλίο είναι γραμμένο με ξέφρενο χιούμορ, πράγμα που κάνει την ανάγνωσή του ιδιαίτερα απολαυστική. Όμως, με το να υποψιάζει τους ανυποψίαστους, θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι θα λειτουργούσε αποτρεπτικά για κάθε κοινωνικό ανθρωπολόγο που θα είχε διάθεση να κάνει επιτόπια έρευνα, πράγμα καταστροφικό. Ευτυχώς η κατάσταση σώζεται (εν μέρει) με την τελευταία πρόταση του βιβλίου: «…έξι μήνες αργότερα ξαναγύρισα στη χώρα των Ντοουάγιο». Τελικά δεν έβαλε μυαλό.
Προβλήματα με τη γραφειοκρατία, με την πανίδα και τη χλωρίδα της χώρας των Ντοουάγιο (τα ποντίκια ήταν το λιγότερο), με αρρώστιες (δυο φορές ηπατίτιδα), με ατυχήματα με το αυτοκίνητό του, αποτελούν μόνο ένα μικρό μέρος από τα προβλήματα που αντιμετώπισε. Και δεν φάνηκε να τα υπομένει με τη γενναιότητα που υποδηλώνει η εκ των υστέρων χιουμοριστική πραγμάτευσή τους, μια και, όπως λέει, η κατάθλιψη ήταν συχνός συνοδός του. Τελικά κατάφερε να επιστρέψει στην Αγγλία, αν και ελαφρύτερος, όπως ομολογεί, κατά είκοσι κιλά.
Διαβάζοντας το βιβλίο αυτό έκανα μια ακόμη διαπίστωση, και διατρανώθηκε μια ακόμη πεποίθησή μου. Η διαπίστωση είναι πως όσο πιο καθυστερημένη είναι μια κοινωνία, τόσο πιο πολύ νοιώθει να απειλείται από εξωτερικές δυνάμεις (μάγους, πνεύματα, προγόνους), και όσο πιο ανασφαλής νοιώθει τόσο μεγαλύτερη έχει την ανάγκη της πρόγνωσης μέσω της μαντείας. Όσο για την πεποίθηση, είναι ότι δεν πρέπει να αφήνεται ελεύθερη μια κουλτούρα όταν ασκεί βάρβαρες πρακτικές. Πολύ καλά έκαναν οι αρχές του Καμερούν και απαγόρευσαν την ανθρωποκτονία που συνόδευε παλιά μια τελετουργία στους Ντοουάγιο. Πολύ καλά κάνουν όσες αφρικανικές χώρες απαγορεύουν την κλειτοριδεκτομή. Πολύ καλά κάνω κι εγώ και υποστηρίζω την εκστρατεία κατά του λιθοβολισμού στο Ιράν.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι οι εκπολιτίζοντες δυτικοί είναι πάντοτε σωτήρες. Εδώ διαβάζω ένα ακόμη παράδειγμα των ολέθριων αποτελεσμάτων που είχε στη ζωή των Ντοουάγιο η μονοκαλλιέργεια που κάποια εποχή τους οδήγησε στα πρόθυρα του λιμού, καθώς έπαψαν να καλλιεργούν προϊόντα για αυτοκατανάλωση. Και βέβαια σ’ αυτή την περίπτωση υπήρχαν οι καλές προθέσεις. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που οι προθέσεις δεν είναι καθόλου καλές. Διαβάζουμε: «Τα βραζιλιάνικα (ιεραποστολικά) τάγματα στον Αμαζόνιο κατηγορούνται για εμπόριο σκλάβων και σωματεμπορία ανηλίκων, για υπεξαίρεση εδαφών και εκφοβισμό των ιθαγενών με χρήση βίας και απειλές για το πυρ το εξώτερον. Οι ιεραποστολές καταστρέφουν τους παραδοσιακούς πολιτισμούς και τον αυτοσεβασμό των ανθρώπων, υποβιβάζοντας διάφορους λαούς ανά τον κόσμο σε ανήμπορους σαστισμένους κρετίνους που ζουν με ελεημοσύνες, υποδουλωμένοι οικονομικά και πολιτισμικά στη Δύση» (σελ. 41).
Διαβάζουμε: «Αργότερα έμαθα ότι τα κονδύλια για την επισκευή του (δρόμου) είχαν εξαφανιστεί μυστηριωδώς. Ο sous-préfet είχε αγοράσει περίπου την ίδια εποχή ένα μεγάλο αμερικάνικο αυτοκίνητο» (σελ. 51). Οι αφρικανοί ξεφορτώθηκαν τους αποικιοκράτες για να πέσουν στα νύχια των δικών τους αξιωματούχων.
Διαβάζουμε: (Η γλώσσα των Ντουουάγιο) είναι γλώσσα τονική, δηλαδή ο τόνος στον οποίο εκφέρεται μια λέξη επηρεάζει καθοριστικά το νόημά της. Πολλές είναι οι αφρικανικές γλώσσες που έχουν δύο διαφορετικούς τόνους. Οι Ντοουάγιο έχουν τέσσερις» (σελ. 81-81). Κοίτα να δεις, και εγώ που νόμιζα πως τέσσερις τόνους έχουν μόνο τα κινέζικα.
«Ο μέσος Ντοουάγιο, όταν ακούει κάποιον να μιλάει, κοιτάζει σκυθρωπά το πάτωμα, κουνιέται μπρος-πίσω και μουρμουρίζει «Ναι», «Σωστά» ή «Έτσι είναι» κάθε πέντε δευτερόλεπτα περίπου» (σελ. 106). Αν εξαιρέσουμε τα πέντε δευτερόλεπτα που αποτελούν ένα χιουμοριστικό εφέ υπερβολής, αυτό αποτελεί μια καταπληκτική εκδήλωση της φατικής λειτουργίας της γλώσσας, που ο Roman Jakobson δεν θα την είχε ασφαλώς υπόψη του.
Οι Ντοουάγιο κάνουν περιτομή, και ένα ολόκληρο συμβολικό σύστημα εξαρτάται από αυτή την πρακτική. Όπως και οι μουσουλμάνοι, αγοράζουν τις γυναίκες τους, και όχι μόνο τέσσερις. Ο αρχηγός είχε δεκατρείς. Δεν παραλείπουν να τις ξυλοφορτώνουν, και αυτές συχνά τους εγκαταλείπουν. Ακάθαρτα επαγγέλματα θεωρούνται το επάγγελμα του σιδηρουργού, του κουρέα, του νεκροθάφτη, του υπεύθυνου της περιτομής και του θεραπευτή. Ιδιαίτερα «οι σιδηρουργοί αποτελούν ξεχωριστή ομάδα και οι επαφές μαζί τους διέπονται από αυστηρούς κανόνες. Δεν επιτρέπεται να παντρεύονται με άλλους Ντοουάγιο, να τρώνε και να αντλούν νερό μαζί τους ούτε να μπαίνουν στα σπίτια τους. Είναι ενοχλητικοί γιατί κάνουν θόρυβο, μυρίζουν άσχημα και μιλάνε πολύ παράξενα» (σελ. 55). Η μαγεία και οι πρόγονοι αποτελούν σταθερές αιτίες πρόκλησης ασθενειών, που θεραπεύονται πάλι με τη μαγεία. Ο βροχοποιός έχει μια περίοπτη θέση ανάμεσά στους Ντοουάγιο. Κάποια πετράδια έχουν μαγικές ιδιότητες, όπως την ικανότητα να προκαλούν αρρώστιες. Έτσι, για να αποφύγουν κάποιοι την αρρώστια, πληρώνουν τους κατόχους αυτών των πετραδιών για να μην τους την προκαλέσουν. «Ο τρόπος που έπεφταν τα σπαρτά μαρτυρούσε καλό ή κακό οιωνό για το μέλλον, ο τρόπος που οι φούντες άγγιζαν τον αστράγαλο κάποιου προμήνυαν εκείνο ή το άλλο. Υπήρχε μεγάλος φόβος πως τα μάγια θα τους έκλεβαν τη σοδειά ακόμη και την τελευταία στιγμή, ή πως θα της στερούσαν την «καλοσύνη» της, με αποτέλεσμα να τρώει κάποιος κεχρί με την καρδιά του και παρ’ όλα αυτά να μένει πεινασμένος» (σελ. 226). Επίσης οι Ντουάγιο έχουν μια αμυδρή αίσθηση του χρόνου. «Οι ηλικιωμένοι λογαριάζουν σε μέρες ξεκινώντας από το παρόν» (σελ. 125).
Υπάρχουν και άλλα ενδιαφέρονται που θα μπορούσα να παραθέσω, όμως θα περιοριστώ να σας συστήσω να αγοράσετε αυτό το βιβλίο. Ακόμη και αν δεν έχετε κανένα ενδιαφέρον για την ανθρωπολογία θα αποζημιωθείτε με το χιούμορ του.
Book review, movie criticism
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment