Juho Kuosmanen, Βαγόνι αριθμός 6 (2021)
Από σήμερα στους κινηματογράφους
Το «Βαγόνι αριθμός 6» είναι η δεύτερη σκηνοθετική δουλειά του φινλανδού Juho Kuosmanen, μετά την «Η πιο ευτυχισμένη μέρα στη ζωή του Όλλι Μάκι» (2016). Μοιράστηκε τον Χρυσό Φοίνικα με τον «Ήρωα» (2021) του ιρανού Ασγκάρ Φαρχάντι. Όμως δεν επιλέχθηκε σαν υποψήφια για τα όσκαρ, κάτι που δεν με εξέπληξε. Να μην τα ξαναλέω, μόνο οι ευρωπαίοι ξέρουν από ποιοτικό κινηματογράφο.
Στην αρχή, για να πω την αλήθεια, η ταινία με ξενέρωσε. Με ξενέρωσε γιατί μόλις είχα δει το «Κάτω από το Ηφαίστειο» (1984) του Τζων Χιούστον που προβλήθηκε σε επανέκδοση την εβδομάδα που μας πέρασε όπου βλέπουμε τον Άλμπερτ Φίνεϊ μεθυσμένο σε όλη την ταινία, και γι’ αυτό δεν μου άρεσε. Εδώ ο ρώσος που μοιράζεται το κουπέ στο τρένο με την φινλανδή είναι μεθυσμένος, περίπου την παρενοχλεί σεξουαλικά και αυτή προσπαθεί με κάθε τρόπο να απομακρυνθεί από κοντά του. Δυστυχώς δεν μπορεί να αλλάξει κουπέ.
Γιατί ταξιδεύει;
Πηγαίνει να δει κάτι πετρογραφίες, θέλει να σπουδάσει αρχαιολογία.
Σε όλο το έργο ακούμε ρώσικα, ελάχιστες φορές φινλανδικά.
Δυο είναι τα μοτίβα που βλέπουμε στην ταινία: η αρχική αντιπάθεια γίνεται συμπάθεια, και το μοτίβο του Σταχτοπούτου, ή αλλιώς «Η αρχόντισσα και ο αλήτης», ή ακόμη «Η παρθένα και ο τσιγγάνος» του Ντέηβιντ Χέρμπερτ Λώρενς: αυτός είναι ανθρακωρύχος.
Βλέπουμε την αισθηματική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσά τους, με αργούς αλλά σίγουρους ρυθμούς. Δεν νοιώθουμε έκπληξη όταν τον αγκαλιάζει και τον φιλάει.
Στην πρώτη φάση, στη φάση της αντιπάθειας, αυτός τη ρωτάει πώς λένε το σ’ αγαπώ στα φινλανδικά. Αυτή του απαντάει: «Haista vittu» (άι γ…).
Πολύ αργότερα, της αφήνει ένα σημείωμα όπου την έχει ζωγραφήσει (τον είχε ζωγραφίσει κι αυτή στο τρένο, αλλά αυτός τότε είχε αρνηθεί να κάνει το ίδιο), και στο πίσω μέρος γράφει «Haista vittu».
Μου θύμισε και την ταινία του Gennaro Nunciante «Τι όμορφη μέρα». Αυτός τη ρωτάει τι θα πει οχαϊμπούκα (αραβική λέξη, αυτός λέει κάτι σαν «αναχουιμπουκί», όμως εγώ έτσι τη βρήκα από το translate.google.com). Σημαίνει «σ’ αγαπώ», αλλά αυτή του είχε πει ότι δεν ξέρει αραβικά, μεγάλωσε στη Γαλλία, και τον ρωτάει τι θα πει. Τι να της πει, να της πει ότι σημαίνει «σ’ αγαπώ»; Θα πει «Τι ωραία μέρα». Την έχει ερωτευθεί και τον έχει ερωτευθεί. Φεύγοντας θα του αφήσει ένα αποχαιρετιστήριο σημείωμα, γραμμένο στα αραβικά: «Τι ωραία μέρα». Έτσι, για να είναι σίγουρος ότι κατάλαβε τι της είπε τότε.
Λέμε στον Αντώνη, καθώς τον φώναξαν κάποιοι ιταλοί στο τραπέζι τους να τον κεράσουν κάτι, να τους πει ευχαριστώ, αλλά στα ιταλικά. Και πώς το λένε στα ιταλικά; Βαφανκούλο (άι γ….). Το είπε, αλλά οι ιταλοί μας είδαν που είχαμε ξεραθεί στο γέλιο, κατάλαβαν την πλάκα που του κάναμε και γέλασαν και αυτοί. Αυτό πριν δεκαετίες.
Τελικά πώς τελειώνει η ταινία;
Α, όλα κι όλα, εγώ σαν τον Ποκοπίκο είμαι τάφος στα μυστικά, δεν κάνω σπόιλερ. Το μόνο που μπορώ να σας πω είναι να ξαναδιαβάσετε αυτό που γράφω για την ταινία του Gennaro Nunciante.
No comments:
Post a Comment