Book review, movie criticism

Friday, November 25, 2022

Νίκος Καζαντζάκης, Ανήφορος

Νίκος Καζαντζάκης, Ανήφορος, Διόπτρα 2022, σελ. 273

 


H παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα

 

  Το θεωρούσα σαν «χρέος» (συναντάω τη λέξη, μετά τη σελ. 83 οπότε άρχισα να υπογραμμίζω, οκτώ φορές) να διαβάσω τον «Ανήφορο». Έχω γράψει για όλα τα αφηγηματικά έργα του Καζαντζάκη, και τα κείμενα που έγραψα, βιβλιοπαρουσιάσεις-βιβλιοκριτικές, δημοσιεύτηκαν σε ξεχωριστό τόμο με τίτλο «Ο δικός μου Νίκος Καζαντζάκης».

  Για μένα ήταν ένα βιβλίο-έκπληξη.

  Βλέπω έναν ερωτικό Καζαντζάκη που δεν τον έχω συναντήσει σε κανένα άλλο από τα μυθιστορήματά του, και αυτό μου άρεσε πάρα πολύ.

  Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που δεν εκδόθηκε τότε (γράφηκε το 1946, μετά τον «Αλέξη Ζορμπά»). Εικασίες. Αναφέρονται από τους επιμελητές της έκδοσης.

  Το μυθιστόρημα χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο μέρος, η Κρήτη, είναι και το μεγαλύτερο, σχεδόν το μισό μυθιστόρημα. Η πλοκή διαδραματίζεται στην Κρήτη όπου έχει έλθει ο Κοσμάς, η persona του Καζαντζάκη, με την γυναίκα του την Νοεμή. Είναι εβραία. Η μόνη από την οικογένειά της που κατάφερε να γλιτώσει από το στρατόπεδο συγκέντρωσης, δραπετεύοντας. Υποφέρει από κατάθλιψη. Είναι έγκυος. «-Έχουμε το δικαίωμα να φέρουμε ένα παιδί σε τέτοιο κόσμο;» (σελ. 118) του λέει.

  Την είδηση της αυτοκτονίας της θα την λάβει ο Κοσμάς ενώ βρίσκεται στην «Αγγλία», το δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος. Η εικόνα της τον κατατρύχει και στο τρίτο μέρος, στην «Μοναξιά», η πλοκή της οποίας διαδραματίζεται στο Stradford on Avon, την γενέτειρα του Σαίξπηρ.

  Η πλοκή του είναι εντελώς αναιμική, πράγμα που το τοποθετεί κατά τη γνώμη μου πιο κάτω από τα άλλα του μυθιστορήματα. Ακόμη, το δεύτερο και τρίτο  μέρος είναι σαν τα ταξιδιωτικά του. Διάβασα ότι πήρε κομμάτια από το «Ταξιδεύοντας στην Αγγλία». Κάνει μια ιμπρεσιονιστική τεχνοκριτική για έργα τέχνης που είδε, όπως μια πληγωμένη ασσυριακή λιονταρίνα, συγκρίνει πολιτισμούς, τον ελληνικό με τον ανατολίτικο, και μιλάει για συγγραφείς όπως για τον Μπερνάρ Σω, αλλά κυρίως για τον Σαίξπηρ, με ένα τρόπο που σε συναρπάζει.

  Ο Καζαντζάκης δοκιμιογραφεί συνεχώς, ακόμη και στις επιστολές που γράφει στη γυναίκα του. Θα έλεγε κανείς ότι η πλοκή του είναι προσχηματική, για να εκθέσει τις ιδέες του, την κοσμοαντίληψή του.

  Έχω πρόβλημα με τα δοκίμια, γιατί συνήθως διαφωνώ με τις περισσότερες ιδέες που εκτίθενται σ’ αυτά. Και φυσικά δεν με βρίσκουν σύμφωνο οι περισσότερες ιδέες του Καζαντζάκη, όμως μου αρέσει ο τρόπος που τις εκθέτει, με ένα σχεδόν ποιητικό, συχνά παραβολικό τρόπο. Όμως μόνο στα μυθιστορήματά του, η «Ασκητική» δεν με άγγιξε καθόλου.

  Πρόβλημα είχα και με τη λέξη «χρέος». Από πού κι ως πού χρέος;

  Το συζήταγα με τη φίλη μου την Αιμιλία η οποία έκανε την πολύ εύστοχη παρατήρηση υπενθυμίζοντάς μου τον στίχο από τις «Θερμοπύλες» του Καβάφη: Ποτέ από χρέος μη κινούντες.

  Όταν γίνεται με ελεύθερη προαίρεση και όχι γιατί τη νιώθεις σαν χρέος που πρέπει να το ξοφλήσεις, τότε έχει μεγαλείο η πράξη σου.

  Βέβαια, να πούμε εδώ, ο στίχος του Καβάφη είναι άστοχος. Οι 300 είχαν χρέος: Πολέμησαν και σκοτώθηκαν «Τοις κείνων [Λακεδαιμονίων] ρήμασι πειθόμενοι».

  Και οι χίλιοι Θεσπιείς, που περνάνε στα ψιλά μπροστά στους αγωνιστές της ένδοξης Σπάρτης, πράγμα που επισημαίνει στην αρχή κάποιου μυθιστορήματός του, δεν θυμάμαι ποιου, ο Μίλαν Κούντερα, κι αυτοί από χρέος έμειναν;

  Δεν το νομίζω.

  «Μα πιότερη τιμή τους πρέπει…».

  Σ’ αυτούς, τους Θεσπιείς.   

  Ο Καζαντζάκης επικρίθηκε από κριτικούς ότι στον Ζορμπά δεν αναφέρεται καθόλου στα όσα τράβηξε ο ελληνικός λαός στην κατοχή.

  Δεν ήταν καθόλου υποχρεωμένος κατά τη γνώμη μου, όμως εδώ γράφει πάρα πολλά για τα όσα υπέστησαν οι κρητικοί από τους γερμανούς, σαν αντίποινα. Είναι ανατριχιαστικά αυτά που διαβάζουμε. Ο Καζαντζάκη σαν εκπρόσωπος κάποιου υπουργείου, δεν θυμάμαι τίνος, περιηγήθηκε την Κρήτη μετά την απελευθέρωση για να καταγράψει τις θηριωδίες των γερμανών.

  Το λένε οι επιμελητές, αλλά το αντιλαμβάνεται και καθένας που έχει εντρυφήσει στο έργο του, ότι σε μεγάλο βαθμό, σε πολύ μεγάλο βαθμό θα έλεγα εγώ, το μυθιστόρημα είναι αυτοβιογραφικό. Θα έλεγε κανείς ότι είναι πρόπλασμα για κάποια κεφάλαια της «Αναφοράς στον Γκρέκο».

  Να συνοψίσω: Μου άρεσε ο ερωτικός Καζαντζάκης. Δεν μου άρεσε η αναιμική πλοκή και η πληθωρική δοκιμιογραφία.

  Και μια σύγκριση: δεν θα βρούμε εδώ την ξεχωριστή προσωπικότητα που θα μας συναρπάσει. Θα δούμε τον Κοσμά αλλά χωρίς ένα Ζορμπά δίπλα του. Δεν θα δούμε τον Μανωλιό, τον αγνό νέο του «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Και ο Καπετάν Μιχάλης που θα δούμε, δεν είναι ο αγωνιστής για τη λευτεριά που θαυμάσαμε στο μυθιστόρημα αλλά ένας άγριος οικογενειάρχης που ήταν αιτία να τρελαθεί η κόρη του.

  Όμως τον Καζαντζάκη δεν τον ικανοποιεί ο σοφόκλειος ήρωας που είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα (ο άνθρωπος όπως θα έπρεπε να είναι), γι’ αυτό στα δυο τελευταία του έργα καταφεύγει σε αισχύλειες, θεϊκές προσωπικότητες, όπως ο Ιησούς στον «Τελευταίο Πειρασμό» και ο άγιος Φραγκίσκος στον «Φτωχούλη του θεού».  

  Αν αγνοήσετε το δάσος (το συνολικό μυθιστόρημα) και κοιτάξετε τα δέντρα (τα ξεχωριστά αποσπάσματα) θα απολαύσετε τον «Ανήφορο» όπως απολαύσατε και τα μεγάλα του μυθιστορήματα.

  Πριν προχωρήσω στην παράθεση αποσπασμάτων θα ήθελα να σημειώσω κάτι, που για μένα ήταν ευχάριστη έκπληξη.

  Με εκνευρίζει σε ένα βιβλίο να βλέπω αυτό που θα έπρεπε να είναι σε υποσημείωση να βρίσκεται, με αρίθμηση, στο τέλος, ακόμη και όταν πρόκειται για γλωσσάρι. Σιγά τώρα μην κόψω τη ροή της ανάγνωσης για να κοιτάξω στο τέλος για την αριθμημένη λέξη ή φράση.

  Αυτό που όμως δεν περίμενα, και μπράβο στους επιμελητές, είναι ότι ενώ παραθέτουν υποσημειώσεις, δεν σημειώνουν την ύπαρξή τους μέσα στο κείμενο ακριβώς για τον ίδιο λόγο, για να μην διαταράσσουν την αναγνωστική ροή. Αυτό θα συνέβαινε συνέχεια για κάθε κρητικό που ξέρει τη σημασία των λέξεων. Εγώ προσωπικά δεν κοίταξα καμιά υποσημείωση, παρά μόνο κάποιες φορές, ανεξάρτητα, από περιέργεια.

  Και τώρα τα αποσπάσματα.

  «-Νοεμή, της είπε σιγά, σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις» (σελ. 35).

  Την ατάκα αυτή μόλις την είδα την ανάρτησα σε μια ομάδα στο facebook στην οποία είμαι μέλος και έχει τίτλο Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΑΓΑΠΗ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ ΠΟΤΕ.

  «-Αγαπημένη μου, είπε, εσύ μονάχα υπάρχεις» (σελ. 111).

  Η δεύτερη ατάκα που ανάρτησα στην παραπάνω ομάδα.

  «Κάθε μεγάλος λαός που δημιούργησε πολιτισμό είχε και το γαλάζιο πουλί του: η Ελλάδα την ομορφιά, η Ρώμη το Κράτος, η Οβραίοι τη θεότητα, οι Ιντοί τη Νιρβάνα, ο χριστιανικός πολιτισμός τη βασιλεία των ουρανών» (σελ. 129).

  Επιγραμματικά καίριος ο Καζαντζάκης.

  «Εμείς οργανώσαμε τους στοχασμούς, δημιουργήσαμε το συλλογισμό -θέση, αντίθεση, σύνθεση-…» (σελ. 148).

  Εδώ συμφύρει ο Καζαντζάκης τον Αριστοτέλη (συλλογισμός: δύο προκείμενες, το συμπέρασμα) με τον Καντ.

  «Η γυναίκα, ας είναι καλά ο Σαίξπηρ, απόχτησε νέα εικόσημα ευγένειας και δεν μπορούμε πια ν’ αγαπήσουμε χωρίς να κουνηθούν πίσω από τους ώμους της αγαπημένης τα μαλλιά της Οφηλίας, τ’ απλωμένα στα νερά, ή ν’ αστράφτει ξαφνικά το αιματωμένο, αρωματισμένο μαντιλάκι της Δυσδεμόνας…» (σελ. 227).

  Στις τελίτσες μπορούμε να προσθέσουμε την Ιουλιέτα.

  Υπάρχουν πολλά τέτοια αποσπάσματα, που και μόνο για αυτά αξίζει να διαβάσετε το βιβλίο.

  «Ύστερα από τόσα χρόνια αγωνίας κι αγώνα, απαλλάχτηκε ο Σαίξπηρ από κάθε ελπίδα· κι επειδή απαλλάχτηκε από κάθε ελπίδα, απαλλάχτηκε κι από κάθε φόβο· έγινε λεύτερος» (σελ. 228).

  Σίγουρα είναι απόσπασμα από το ταξιδιωτικό του στην Αγγλία, και από αυτό πάρθηκε το επίγραμμα που υπάρχει στον τάφο του: Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος.

  Ηρωικός πεσιμισμός.

  «Να νικήσουμε το μεγάλο οχτρό, τη σάρκα» (σελ. 239).

  Κάτι τέτοια γράφει πολλές φορές ο Καζαντζάκης και με ξενερώνει.

  «Τώρα στις πάψες μου ήρθα εδώ σε μια θεια μου…» (σελ. 243).

  Τυχαία πρόσεξα την υποσημείωση: πάψη: παύση.

  Λάθος. Πάψες είναι οι διακοπές. Δεν ξέρω αν υπάρχουν κι άλλες τέτοιες αστοχίες.

  «Έγραφε σε βαθιά ηρεμία κι έξταση, γρήγορα, σημαδεύοντας μονάχα λίγες συλλαβές από την κάθε λέξη, για να προφταίνει» (σελ. 250).

  Έτσι γράφηκε η «Ασκητική», σε κατάσταση έκστασης, με τη σκέψη του να τρέχει πιο γρήγορα από το χέρι του.

  Τελειώνοντας και τα «Παλάτια της Κνωσσού» βγάζω το «χρέος» μου για τον Καζαντζάκη.

  Και οι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι που εντοπίσαμε:

Δεν έκλαψε, δε μίλησε, δε σφάληξε τα μάτια (σελ 117)

Μπήκε στο δάσο της ζωής κι άρχισε να δουλεύει (σελ. 147)

Πλούσια χωριατόσπιτα με αχερένιες στέγες (σελ. 221)

  Δεν ήταν δυνατόν να μην υπάρχει και ο δεκαεπτασύλλαβος της «Οδύσσειας».

Μαύρο διαμάντι καταστρόγγυλο, γεμάτο φως και γλύκα (σελ. 179)

  Μπορείτε να ακούσετε αποσπάσματα από το βιβλίο μέσω podcast πατώντας εδώ.

 

 

2 comments:

Michail Dim. Drakomathioulakis said...

Πολύ ωραία ανάρτησι, φχαριστούμε!!!

Babis Dermitzakis said...

Εγώ σ' ευχαριστώ για το σχόλιο