Book review, movie criticism

Thursday, September 25, 2025

Eran Riklis, Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη (Reading Lolita in Tehran, 2024)

 Eran Riklis, Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη (Reading Lolita in Tehran, 2024)

 


  Από σήμερα στους κινηματογράφους

  Διαβάζοντας στην Αθήνα τη μετάφραση στα ελληνικά του «Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη» της Azar Nafisi, έγραψα ότι η αντικαθεστωτική της μανία για το θεοκρατικό καθεστώς του Χομεϊνί την οδηγεί, όχι σε διαφορετική πρόσληψη, αλλά κυριολεκτικά σε παρανάγνωση, σε λαθεμένη ανάγνωση, από τη βιασύνη της να στηρίξει την αναλογία: Όπως ο Χάμπερτ βίασε τη Λολίτα, έτσι και ο Χομεϊνί βιάζει τον ιρανικό λαό.

  Μόνο που ο Χάμπερτ δεν βίασε τη Λολίτα. Είχε σκοπό βέβαια να τη βιάσει, όμως δεν πρόλαβε, του ρίχτηκε πρώτη αυτή, για να διαπιστώσει ότι ήδη ήταν ένα περπατημένο θηλυκό, παραθέτω εκτενές απόσπασμα στην ανάρτησή μου.

  Πολύ βιάστηκε για να κάνει αυτή τη σύγκριση.

  Δεν έχω σκοπό να γράψω διεξοδικά για την ταινία, απλά θα υπογραμμίσω την εξαιρετική ερμηνεία της Γκολσιφτέ Φαραχανί στο ρόλο της καθηγήτριας αγγλικής φιλολογίας, που αναγκάστηκε να υποβάλλει την παραίτησή της από το πανεπιστήμιο που δίδασκε. Στο εξής διδάσκει στα κρυφά μαθήτριές της, κάτι που μου θύμισε την πάλαι ποτέ Λέσχη Ανάγνωσης της Πλατείας Βικτωρίας, με την Έρη Σταυροπούλου στο ρόλο της Αζάρ Ναφισί.

  Συνήθως διαβάζω το μυθιστόρημα και μετά βλέπω την ταινία, όμως εδώ το βιβλίο το διάβασα πριν 18 χρόνια και δεν μπορώ να το θυμάμαι. Σ’ αυτό, όπως και στην ταινία, γίνεται λόγος και για τον «Υπέροχο Γκάτσμπι» και για την «Ντέιζι Μίλλερ», όμως οι αντιρρήσεις μου ήταν για τη «Λολίτα».

  Δεν είναι τυχαίο.

  Οι φοιτητές βρίσκονται σε αντίθεση με τις φοιτήτριες. Κάποιοι από τους μεν είναι υπέρ, ενώ κάποιες από τις δε είναι κατά. Καθόλου παράξενο, μια και αυτοί που πλήγησαν από την επανάσταση του 1979 ήταν οι γυναίκες, και γι’ αυτό πρωτοστατούν στις αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις.

  Και εγώ μαζί τους είμαι, όσοι με διαβάζουν το ξέρουν πολύ καλά, αλλά δεν θα ήμουν ποτέ τόσο τυφλωμένος ώστε να κάνω μια τόσο χοντροειδή παρανάγνωση.

  Δεν θα πω περισσότερα, περίμενα με ανυπομονησία να δω την ταινία, η οποία έχει χαμηλή βαθμολογία, 6,2.

  Trivia: o σκηνοθέτης είναι ισραηλινός, οπότε ο στόχος του είναι ολότελα προφανής, να γυρίσει ένα φιλμ που θα ήταν μια ακόμη καταγγελία για το ιρανικό καθεστώς.

  Μου θύμισε τη ΣΙΑ, που εξέδωσε σε χιλιάδες αντίτυπα σε πολύ μικρό σχήμα τον «Δόκτωρα Ζιβάγκο», για να μπορέσει να διοχετευθεί εύκολα στη Σοβιετική Ένωση, όπου το βιβλίο ήταν απαγορευμένο.

  Λένε, η τέχνη στην υπηρεσία της προπαγάνδας (στρατευμένη τέχνη), αλλά εδώ βλέπουμε την προπαγάνδα στην υπηρεσία της τέχνης.

Thursday, September 18, 2025

Jacques Rivette, Η ωραία καυγατζού (La belle noiseuse, 1991)

 Jacques Rivette, Η ωραία καυγατζού (La belle noiseuse, 1991)

 


  Τα Star New Cinemas μας έστειλαν την ταινία, όμως μετά μας ανάγγειλαν ότι αναβάλλεται η προβολή της, που ήταν για σήμερα. Όμως έχω δει αναβολές που αποδεικνύονται ακυρώσεις.

  Γιατί «αναβλήθηκε» η προβολή της ταινίας;

  Μια σκέψη είναι για το γυμνό μοντέλο, που ποζάρει σε ένα μεγάλο μέρος της ταινίας. Όμως μπορεί το γυμνό να ήταν λίγο προκλητικό για το 1991 που γυρίστηκε η ταινία, όμως σήμερα, με το διαδίκτυο να είναι γεμάτο με γυμνό, δεν σοκάρει. Κάνω λοιπόν τη σκέψη ότι μάλλον πρόκειται για τη διάρκειά της, τέσσερις ώρες.

  Είχα ξεκινήσει να βλέπω την ταινία και έκανα τη σκέψη, όταν διάβασα το email για την αναβολή, να μην την δω, όμως βλέποντας ότι αποτελεί μεταφορά του διηγήματος του Μπαλζάκ «Το χαμένο αριστούργημα» είπα να τη δω.

  Στη βικιπαίδεια διαβάζω ότι πρόκειται για χαλαρή μεταφορά.

  Θα έλεγα όχι και τόσο χαλαρή.

  Πώς ένα διήγημα γίνεται μια τετράωρη ταινία;

  Είπαμε, με το να δείχνεται σε ένα μεγάλο μέρος της, ίσως το μεγαλύτερο, η Emmanuelle Béart να ποζάρει γυμνή, σε στάσεις, συνήθως ολότελα άβολες, που την τοποθετεί ο Μισέλ Πικολί.

  Μια σημαντική διαφορά βρίσκεται στο τέλος. Θα αποκαλύψω το τέλος του διηγήματος, όχι όμως της ταινίας, καθώς τελικά δεν αποκλείεται να προβληθεί.

  Θα μιλήσω πρώτα για το διήγημα, μια και σαν αφηγηματολόγο, με διδακτορικό στις αφηγηματικές τεχνικές, με ενδιαφέρει περισσότερο, ενώ δεν έχω κάνει κινηματογραφικές σπουδές, παρά μόνο για λίγο κοντά στον Γιάννη τον Καραμπίτσο-και διαβάζοντας βιβλία βέβαια.

  Η πλοκή τοποθετείται στο Παρίσι, το 1612. Στο πρώτο μέρος που έχει τίτλο Gillette βλέπουμε τον ζωγράφο Frenhofer να μιλάει για το ατέλειωτο αριστούργημά του, την «Ωραία καυγατζού», μοντέλο της οποίας υπήρξε μια εταίρα, η Κατρίν Λεσκώ, και να αναπτύσσει πρωτοποριακές θεωρίες για την τέχνη. Το iask.ai μου λέει ότι το διήγημα επηρέασε μεταγενέστερους ζωγράφους, ιδιαίτερα τον Σεζάν και τον Πικάσο. Ακροατές του είναι ο νεαρός ζωγράφος Νικολά Πουσέν και ο ζωγράφος της αυλής Pourbus (ο Μπαλζάκ τον γράφει Purbus), πραγματικά πρόσωπα αυτοί -τον Πουσέν σίγουρα τον ξέρετε. Ο πίνακας είναι ατέλειωτος, λέει, γιατί δεν έχει βρει ένα κατάλληλο μοντέλο για να τον τελειώσει.

  Ο Νικολά, γεμάτος λαχτάρα να δει τον πίνακα, υπόσχεται να του στείλει τη φιλενάδα του. Αυτή διαμαρτύρεται γιατί υποσχέθηκε χωρίς να τη ρωτήσει, όμως πηγαίνει και ποζάρει – αυτό στο δεύτερο μέρος που έχει τον τίτλο Κατρίν Λεσκώ.

  Τελικά τι ήταν το άγνωστο αριστούργημα;

  Ένας πίνακας γεμάτος χρώματα, που στην άκρη του είναι ένα εξαιρετικά ζωγραφισμένο πόδι.

  Δεν λέγεται στο διήγημα, αλλά αυτό θα υποθέσουμε: ο ζωγράφος τρελάθηκε από την εγκατάλειψη της Λεσκώ. Νόμιζε ότι θα τέλειωνε τον πίνακα εν απουσία της, και στην πραγματικότητα τον σκέπασε με χρώματα, νομίζοντας κάθε φορά ότι πλησίαζε στην ολοκλήρωσή του. Όταν του το επισημαίνουν, στο δεύτερο μέρος, και συνειδητοποιεί τι έκανε πραγματικά, καταστρέφει όλους τους πίνακές του. Το ίδιο βράδυ πεθαίνει.

  Στην ταινία, που τοποθετείται στη σύγχρονη εποχή, τον επισκέπτονται ο Νικολά, επίσης ζωγράφος, όμως μαζί με την φιλενάδα του, τη Μαριάν. Ο Purbus που βρίσκεται στο σπίτι του ζωγράφου εδώ είναι έμπορος έργων τέχνης και πρώην φίλος της νυν φιλενάδας του Πικολί, της Jane Birkin, όπως μαθαίνουμε αργότερα, και η οποία δεν υπάρχει στο διήγημα.

  Όπως και στο διήγημα, η εμπειρία αυτή της Μαριάν βαθαίνει το χάσμα που τη χωρίζει με τον Νικολά, με τον οποίο ήταν αγανακτισμένη για την υπόσχεση που έδωσε, καθώς έδειχνε ότι τη χρησιμοποίησε για να αποκτήσει την εύνοια του μεγάλου ζωγράφου.

  Εκτός από την φιλενάδα του ζωγράφου, που είπαμε δεν υπάρχει στο διήγημα, εμφανίζεται μια ακόμη γυναίκα, η αδελφή του Νικολά.

  Φυσικά το διήγημα μου άρεσε περισσότερο από την ταινία, και όχι μόνο για το συγκλονιστικό του τέλος.

  Κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο στις Κάννες.

  7,5 η βαθμολογία της.

  Αν δεν σας αποθαρρύνει η τετράωρη διάρκειά της, αξίζει να τη δείτε.

Saturday, September 13, 2025

Liliana Cavani, Πέραν του καλού και του κακού (Al di là del bene e del male, 1977)

 Liliana Cavani, Πέραν του καλού και του κακού (Al di là del bene e del male, 1977)

 


  Πάλι θα μιλήσω για τις συμπτώσεις.

  Ανεβάζω στο amazon το «Rereading Nietzsche» που μου μετέφρασε μια τεχνητή νοημοσύνη και το επιμελήθηκα εγώ με μια άλλη. Ξαναβλέπω την ταινία του Robert Bresson «Το δράμα μιας όμορφης» (1969) όπου πρωταγωνιστεί η Ντονιμίκ Σαντά, ψάχνοντας για μια ταινία που να ξεκινάει από το τέλος. Διαβάζοντας το βιογραφικό της στη βικιπαίδεια έπεσα πάνω στην ταινία, και είπα να τη δω. Πριν έξι μήνες είδα την ταινία του Júlio Bressane, «Μέρες του Νίτσε στο Τορίνο» (2001) ενώ πριν δέκα χρόνια είδα την ταινία του Pinchas Perry, Όταν έκλαψε ο Νίτσε (2007).

  Στην ταινία βλέπουμε το μοτίβο «Μια γυναίκα δύο άντρες». Οι άντρες είναι ο Νίτσε και ο  φίλος του ο Πάουλ Ρέε, και η γυναίκα η Λου Αντρέας-Σαλομέ.

  Από ό,τι είδα στην ταινία, μόνο ο Ρέε την πήδηξε. Συνέζησε μαζί της στο Βερολίνο όπου σπούδασε γιατρός. Αλλά του την έκλεψε ο Andreas, εξ ου και το επώνυμό της Lou Andreas-Salomé. Το είδα στην ταινία, δεν το πίστευα, το διάβασα τώρα στο βιογραφικό της, την παντρεύτηκε μετά από επιμονή του χωρίς να έχουν σεξουαλικές σχέσεις. Αυτό που δεν ήξερα είναι ότι ο Ρέε έγινε ομοφυλόφιλος, ενώ ένας βιογράφος του Νίτσε λέει ότι ο θάνατός του, στα 51 του χρόνια, που γλίστρησε και έπεσε σε γκρεμό, ήταν στην πραγματικότητα αυτοκτονία. Έγραψε δύο βιβλία νέος, και μετά ασχολήθηκε με το επάγγελμά του, γιατρός. Όσο για τη Λου Σαλομέ, νομίζω οι περισσότεροι την ξέρουν σαν γυναίκα την οποία ερωτεύτηκε ο Νίτσε και όχι σαν συγγραφέα και ψυχαναλύτρια, που σχετίστηκε και με άλλους διάσημους της εποχής της.

  Έμαθα πράγματα που δεν τα ήξερα, παρόλο που μαθητής διάβασα πάνω από δυο φορές τη βιογραφία του Νίτσε από τον Σαρλ Αντλέρ και φοιτητής του βιογραφία του από τον Ντανιέλ Αλεβύ.

  6,3 η βαθμολογία της, νομίζω την αδικεί.

Agnès Varda, Χωρίς στέγη, χωρίς νόμο (Sans toit ni loi, 1985)

 Agnès Varda, Χωρίς στέγη, χωρίς νόμο (Sans toit ni loi, 1985)

 


  Από προχθές στους κινηματογράφους

  Στην ανάρτησή μου για την «Ευτυχία» (1965) της Ανιές Βαρντά ξεκινώ: «Την Αγνή Βαρντά την έχουμε δει σε δυο ακόμη ταινίας, την «Δίχως στέγη, δίχως νόμο» (δυστυχώς δεν έγραψα γι’ αυτήν) και την «Cléo de 5 à 7».

  Τώρα όμως αποφάσισα να τη δω.

  Γιατί;

  Σε ένα από τα κείμενά μου που ετοιμάζω να ανεβάσω στο amazon και έχει τίτλο Asian Theater and Ancient Greek Tragedy ήθελα να παραθέσω μια ταινία η οποία να ξεκινάει από το τέλος. Νόμιζα ότι ήταν η κινηματογραφική μεταφορά του «Λάθους» του Σαμαράκη αλλά είχα κάνει λάθος. Ρώτησα την τεχνητή νοημοσύνη (δεν ξέρω ποια από όλες, είναι πέντε που συμβουλεύομαι), δεν μου ανέφερε αυτή που έψαχνα, αλλά τελικά θυμήθηκα σκηνοθέτη και ηθοποιό, και ήταν η ταινία (την ξαναείδα πριν δέκα μέρες) «Το δράμα μιας όμορφης» (1969) του Robert Bresson.

  Όμως ούτε αυτή δεν ήταν κατάλληλη, γιατί ήταν μεταφορά μιας νουβέλας του Ντοστογιέφσκι (πρωτοπόρος ο Ντοστογιέφσκι) που γράφηκε το 1877, η οποία ξεκινάει από το τέλος, από το θάνατο της ηρωίδας. Μια άλλη τεχνητή νοημοσύνη μου πρότεινε την ταινία του Billy Wilder, Sunset Boulevard (1950), για την οποία είχα γράψει αλλά δεν θυμόμουνα λεπτομέρειες. Έτσι αποφάσισα να ξαναδώ τη «Χωρίς στέγη, χωρίς νόμο».

  Έχω γράψει ότι της γης οι κολασμένοι σήμερα είναι οι λαθρομετανάστες, κάνοντας όμως τη συμπλήρωση ότι υπάρχουν ακόμη πιο κολασμένοι, πολύ λιγότεροι όμως σε αριθμό σε σχέση μ’ αυτούς, οι άστεγοι.

  Και τώρα βλέπω, σύμφωνα με αυτά που έχω υπόψη μου, ότι υπάρχουν οι άστεγοι που μένουν σε ένα μέρος, και άστεγοι που περιπλανούνται. Θυμάμαι μια άστεγη που είχε φτιάξει ένα σπίτι με χαρτόκουτα και έμενε καιρό εκεί, μέχρι που την έδιωξαν.  

  Η Μόνα ανήκει στην κατηγορία αυτών που μετακινούνται συνεχώς. Δεν είναι τυχαίος ο αγγλικός τίτλος, Vagabond, που σημαίνει a person who wanders from place to place without a home or job.

  Όμως η ζωή είναι δύσκολη, κάποιες μικροαπατεωνιές θα της κάνει, πρέπει να ζήσει. Δεν είναι τυχαίο αυτό που είπε ένας γύφτος: -Ο γύφτος αν δεν κλέψει, αν δεν ζητιανέψει, πώς θα ζήσει; Όπως δεν είναι τυχαία η σημασία που πήρε η αγγλική λέξη στα ελληνικά, μπαγαμπόντης.

  Μπα, μια φορά μόνο την είδαμε να κλέβει δυο τυριά, για να τα ανταλλάξει δεν θυμάμαι με τι.

  Στο δρόμο της θα συναντήσει καλούς ανθρώπους, αλλά και κακούς. Ένας θα τη βιάσει. Ευτυχώς η Βαρντά δεν δείχνει τον βιασμό, τον αφήνει να υπονοηθεί από το αφηγηματικό κενό.

  Ένας μαροκινός της συμπαραστέκεται, τη φιλοξενεί. Όμως όταν έρχονται οι σύντροφοί του από το Μαρόκο δεν θέλουν μια γυναίκα ανάμεσά τους. Αναγκάζεται να τη διώξει. Ένας πτυχιούχος φιλοσοφίας με τη γυναίκα του, που κάνουν αγροτική – για την ακρίβεια ποιμενική-ζωή θα της συμπαρασταθεί. Το ίδιο και μια ερευνήτρια. Όμως η ζωή στο δρόμο ενέχει κινδύνους.

  Ξέχασα να πω το πιο σημαντικό, η ταινία αποτελείται από αναδρομές, κάποιες από τις οποίες πλαισιώνονται με την αφήγηση αυτών που την γνώρισαν και της συμπαραστάθηκαν.

  Είμαι περίεργος, για να δω τη βαθμολογία της.   

  7,6, με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο.

  Αξίζει να τη δείτε.

Αλέξης Δαμιανός, Ευδοκία (1971)

 Αλέξης Δαμιανός, Ευδοκία (1971)

 


  Από προχθές στη Ριβιέρα.

  Ένας λοχίας τα φτιάχνει με μια πόρνη.

  Όμως αυτό ας το αφήσουμε μετά, ας πούμε με μια γυναίκα.

  Δύο είναι τα σενάρια, και ξέρω περιπτώσεις.

  Το πρώτο σενάριο έχει σχέση με μια ατάκα που κυκλοφορούσε πολύ όταν ήμουν μικρός: θα το πάρεις το κορίτσι ή το κοροϊδεύεις;

  Ο αδελφός ενός φίλους μου το κορόιδεψε. Μπορεί και όχι βέβαια, απλά αυτή ίσως έτρεφε ελπίδες για γάμο.

  Δεν μπορώ να ξέρω ποσοστό, πόσες από αυτές τις σχέσεις ανάμεσα σε στρατιώτες και κοπέλες στις πόλεις που κάνουν τη θητεία τους καταλήγουν σε γάμο.

  Είναι η περίπτωση ενός χωριανού μου, συγχωρεμένου τώρα, που όμως κατέληξε σε διαζύγιο, έμαθα μετά. Είμασταν στο ίδιο στρατόπεδο αλλά σε άλλη μονάδα. Είχα πάει σπίτι του, εντελώς φτωχόσπιτο. Ωραία όμως η γυναίκα του.

  Ο λοχίας την έστησε τη μέρα του γάμου, γιατί βρέθηκε φυλακισμένος και δεν μπόρεσε να ενημερώσει. Αυτή έγινε έξω φρενών. Όμως αργότερα παντρεύτηκαν.

  Αναθεματισμένη φτώχεια!!!

  Θα αναγκαστεί να εκδοθεί πάλι, για πρώτη φορά μετά το γάμο της. Ζητάει ένα υπερβολικά μεγάλο ποσό, όμως ο πελάτης είναι διατεθειμένος να το δώσει.

  Πολυμοναδικό επεισόδιο, όπως λέμε στην αφηγηματολογία; Υπήρξε μόνο αυτό το επεισόδιο, ή υπονοείται ότι ακολούθησαν και άλλα παρόμοια;

  Δεν είναι μόνο αυτό, είναι και ο προαγωγός του παρελθόντος, που βλέπει να χάνει το ψωμί του.

  Θλιβερή η ιστορία της Μαρίας Βασιλείου, που πέθανε νέα, στα 39 της χρόνια.

  Και βέβαια θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε το υπέροχο ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας του Μάνου Λοΐζου, άλλου αδικοχαμένου πρόωρα.

  Πολύ καλή ταινία, 7 η βαθμολογία της, δεν θα μπορούσε να είναι μικρότερη.

  

 

Thursday, September 4, 2025

Roberto Rossellini, Ταξίδι στην Ιταλία (Viaggio in Italia, 1954)

 

Roberto Rossellini, Ταξίδι στην Ιταλία (Viaggio in Italia, 1954)

 


  Εν τάξει, δεν υπάρχει περίπτωση να confuse with Ingmar Bergman, με προειδοποιεί η βικιπαίδεια, όμως εγώ είδα ότι η ταινία είναι μια μπεργκμανική ταινία γυρισμένη από τον Ροσελίνι, με πρωταγωνίστρια την τότε γυναίκα του.

  Γιατί μπεργκμανική;

  Γιατί το θέμα της είναι το κεντρικό θέμα του Μπέργκμαν, οι εντάσεις στις συζυγικές σχέσεις.

  Διατρέχουν όλο το μήκος της ταινίας, που σε ένα μεγάλο μέρος της είναι ένα ταξιδιωτικό. Βλέπουμε μουσεία στη Νάπολη, τις ανασκαφές στην Πομπηία… Τα κρανία που είδα μου θύμισαν το Αρκάδι, τα είδα σε μια εκδρομή με το σχολείο.

  Το τέλος όμως δεν είναι μπεργκμανικό, αυτό μόνο μπορώ να πω.

  Πολύ καλή ταινία, αξίζει να τη δείτε. 7,3 η βαθμολογία της.

 

Παντελής Πρεβελάκης, Ο Κρητικός (τριλογία)

 

Παντελής Πρεβελάκης, Ο Κρητικός (τριλογία) εκδότης Αετός, 1948,1949,1950

 


  Αγόρασα τους δυο τελευταίους τόμους (αυτούς βρήκα) της τριλογίας πριν χρόνια. Πέρυσι διάβασα στη βικιπαίδεια για τον κρητικό, όπου έδινε περίληψη των τριών τόμων, «Το δέντρο», «Η πρώτη λευτεριά» και «Η Πολιτεία». Ξεκίνησα να διαβάζω το «Δέντρο» αλλά δεν διάβασα παρά μόνο την αρχή. Βρέθηκα στο ΠΑΓΝΗ με χολαγγειίτιδα. Έπαιξα τη ζωή μου κορώνα γράμματα, να πάω ή να μην πάω στο νοσοκομείο της Ιεράπετρας, να περιμένω να μου περάσει ο πόνος (με κρατούσε κανένα οκτάωρο) ή να πάω στο νοσοκομείο και να μου βάλουν μορφίνη, όπως πριν δυο χρόνια, να μου περάσει ο πόνος πιο γρήγορα;

  Αποφάσισα να πάω στο νοσοκομείο. Από εκεί με έστειλαν στο ΠΑΓΝΗ. Εκεί άκουσα δυο φορές τη λέξη σηψαιμία, δεν θυμάμαι σε τι συμφραζόμενα. Αν δεν είχα πάρει την απόφαση να πάω στο νοσοκομείο της Ιεράπετρας, τώρα δεν θα διαβάζατε αυτές τις γραμμές.

  Στην τριλογία παρακολουθούμε τη ζωή του Κωνσταντή, που σαν στημόνι δένει το υφάδι των κρητικών αγώνων.

  Ορφανός, τον μεγάλωσε ο καλόγερος Μανασής (πριν συνεχίσετε διαβάστε καλύτερα πρώτα στον σύνδεσμο της βικιπαίδειας την πλοκή του «Δένδρου»). Στην «Πρώτη λευτεριά» θα δούμε την παντρειά του Κωνσταντή και τον ξεσηκωμό της Κρήτης το 1997, που έφερε την αυτονομία. Και βέβαια θα αναφερθεί διεξοδικά στο συγκινητικό γεγονός, που όταν έσπασε το κοντάρι της σημαίας ένας κρητικός, ο Σπύρος Καγιαλές ή Καγιαλεδάκης, έκανε το σώμα του κοντάρι με αποτέλεσμα να βουβαθούν τα κανόνια των πλοίων των τεσσάρων δυνάμεων που βομβάρδιζαν τους επαναστάτες στο ακρωτήρι. Γνώρισα τον εγγονό του. Δεν θυμάμαι, μπορεί και να ήταν ανιψιός του, όταν έγραψα βιβλιοκριτική για μια μικρή ποιητική του συλλογή, νομίζω ο τίτλος ήταν «Κόρη του ήλιου πρόβαλε» στα Κρητικά Επίκαιρα. Είχαμε επικοινωνήσει κάποιες φορές, και είχαμε βρεθεί. Δυστυχώς, όπως με πληροφόρησε ο εκδότης Γιώργος Βαρβέρης, πέθανε λίγα χρόνια αργότερα, νέος.

  Περισσότερο μου άρεσε το τρίτο μέρος, η «Πολιτεία». Το πρώτο μέρος της κυριαρχείται από την επανάσταση στο Θέρισο (1905), όπου διάβασα πράγματα που δεν τα ήξερα, και το δεύτερο από την προσωπική ιστορία του Κωνσταντή. Για άλλη μια φορά, μετά τον «Ήλιο του θανάτου» ο Πρεβελάκης θα στηλιτεύσει τη βεντέτα, βάζοντας τον Κωνσταντή να παντρεύεται τη χήρα του ενωμοτάρχη τον οποίο σκότωσε στην επανάσταση του Θέρισου, όχι όμως πριν τον μαχαιρώσει αυτή, και αφού έκανε καιρό να αναρρώσει.

  Σαν Θουκυδίδης ο Πρεβελάκης βάζει τον Βενιζέλο να αγορεύει στην κηδεία ενός καπετάνιου σκοτωμένου κατά την εξέγερση, και αργότερα άλλη μια φορά, όπου μιλάει για την πολιτική και τις αρετές που πρέπει να έχει ο πολιτικός άντρας. Και η τριλογία τελειώνει με τους κρητικούς να αποχαιρετούν τον Βενιζέλο, το 1910, καθώς τον είχαν καλέσει οι επαναστάτες του Γουδιού να κυβερνήσει την Ελλάδα.

  Πολλοί δυσανασχετούν με τις κρητικές λέξεις που βάζει ο Καζαντζάκης στα βιβλία του. Πολύ περισσότερες βάζει ο Πρεβελάκης. Οι άγνωστες λέξεις που συνάντησα ήταν πάρα πολλές (ιδίωμα δυτικής Κρήτης), αλλά με συγκίνηση συνάντησα λέξεις ξεχασμένες, που τις ήξερα μόνο από τα παιδικά μου χρόνια.

  Βλέπω επίσης και το χαρακτηριστικό της κρητικής διαλέκτου, τις σύνθετες λέξεις.

  Θα μπορούσα να ξεφυλλίσω και να παραθέσω αποσπάσματα, αλλά δεν έχω χρόνο, ταξιδεύω απόψε για την Αθήνα (φεύγω; Επιστρέφω; Έχω δυο πατρίδες, την Κρήτη και την Αθήνα) και δεν έχω χρόνο, πρέπει να αρχίσω να συμμαζεύω.  

Wednesday, September 3, 2025

Robert Bresson, To δράμα μιας όμορφης (Une femme duce, 1969)

 Robert Bresson, To δράμα μιας όμορφης (Une femme duce, 1969)

 


  Ας ξεκινήσουμε από αυτό.

  Καινούριο χόμπι: βάζω την τεχνητή νοημοσύνη και μου μεταφράζει βιβλία μου και τα αναρτώ στο amazon.com, αφού βέβαια κάνω επιμέλεια. Έχω αναρτήσει τρία, το The secret of the aliens, το Rereading Nietzsche και τη συλλογή διηγημάτων το Α Midnight Springs dream. Θα ακολουθήσουν κάποια από τα 60 περίπου άρθρα μου, ανακοινώσεις σε συνέδρια, μελέτες κ.λπ. που έχουν ένα γενικότερο, μη ειδικά ελληνικό, ενδιαφέρον. Σε ένα από αυτά έκανα μια λαθεμένη αναφορά στην κινηματογραφική μεταφορά από τον Peter Fleischman του «Λάθους» του Σαμαράκη,  πιστεύοντας ότι ξεκινάει από το τέλος. Χρειαζόμουν οπωσδήποτε μια ταινία που να ξεκινάει από το τέλος. Ρώτησα την ΑΙ (έχω πεντέξι, δεν θυμάμαι ποια), δεν μπόρεσε να μου βρει. Της είχα πει την αρχική σκηνή που θυμόμουν, ένα σάλι να πέφτει αργά από έναν όροφο. Κάποια γυναίκα είχε φουντάρει.

  Δεν ξέρω πως μου ήλθε στο μυαλό ο Robert Bresson και η Dominique Sanda. Τότε μπόρεσε να μου βρει την ταινία.

  Και η έκπληξη, διαβάζοντας στη βικιπαίδεια: αποτελεί μεταφορά της νουβέλας του Ντοστογιέφσκι, που εκδόθηκε πέντε χρόνια πριν το θάνατό του, το 1876, με τον τίτλο Кроткая, μια ευγενική γυναίκα.

  Που όμως και αυτή ξεκινάει από το τέλος.

  Διαφέρω από τους άλλους ανθρώπους, συνήθιζε να μου λέει η πρώην μου.

  Και πράγματι.

  Φίλοι μου που διάβαζαν, τώρα το έχουν ρίξει στις ταινίες και στα σήριαλ, και ευκαιριακά σε ελαφρά αναγνώσματα, όπως π.χ. αστυνομικά.

  Εγώ όχι.

  Έχω δηλώσει, ουκέτι καιρός, θα ξαναδιαβάζω τους κλασικούς. Αφού ξαναδιάβασα πρόσφατα το «Μαιτρ και η Μαργαρίτα» και τις «Νεκρές ψυχές» έχω αποφασίσει να συνεχίσω με την «Άννα Καρένινα», καθώς βρήκα τον πρώτο τόμο εδώ στον Κρήτη ενώ τον άλλο τον είχα στην Αθήνα.

  Και διαπίστωσα, διαβάζοντας την νουβέλα, πόσο μεγάλος είναι ο Ντοστογιέφσκι.

  Ο Μπρεσόν μεταφέρει την πλοκή στο σημερινό Παρίσι.

  Δυστυχισμένη, την παντρεύεται, όμως η συμπεριφορά του απέναντί της δεν είναι όπως αυτή θα περίμενε. Δεν υπάρχουν συχνοί καυγάδες, οι σιωπές κυριαρχούν στη θέση τους.

  Την τσακώνει με ένα νέο, για την ακρίβεια κρυφακούει μια συνομιλία τους.

  Όχι, δεν έχει γίνει τίποτα, τον αποκρούει με αξιοπρέπεια.

  Φαίνεται κοιμισμένος αλλά δεν είναι. Αυτή, πλησιάζει κρατώντας το πιστόλι του. Σχεδόν το ακουμπάει στον κρόταφό του. Αυτός, ανοίγοντας για δέκατα του δευτερολέπτου το μάτι του τη βλέπει, αλλά δεν αντιδράει.

  Όχι, δεν είναι δειλός.

  Αυτή μετανιώνει.

  Την αντιλήφθηκε μήπως;

  Όταν την επομένη βλέπει το καινούριο κρεβάτι που κουβάλησε για να κοιμάται, καταλαβαίνει ότι το αντιλήφθηκε.

  Νοιώθει εξουθενωμένη.

  Αυτός νιώθει νικητής.

  Όμως στο τέλος δεν αντέχει, πέφτει στα πόδια της, της λέει ότι την αγαπάει, ότι…

  Αυτή νιώθει τρομοκρατημένη, ίσως γιατί αισθάνεται ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του, να του δείξει την ίδια αγάπη που της δείχνει αυτός τώρα.

  Φουντάρει από το παράθυρο.

  Είναι φοβερό το απόσπασμα στο οποίο ο Ντοστογιέφσκι βάζει τον ήρωά του να λέει πόσο εύκολο είναι να αυτοκτονήσει κανείς.

  Αν έχεις το μέσο στα χέρια σου, είναι σαν να νιώθεις τον ίλιγγο που θα ένιωθες αν βρισκόσουν στην άκρη ενός γκρεμού.

  Αχ, δέκα λεπτά μόνο να είχε έλθει πρωτύτερα θα είχε προλάβει.

  Η αφήγηση από τον άντρα γίνεται μπροστά στο νεκρό σώμα της γυναίκας του, που είναι ξαπλωμένη στο κρεβάτι.

  Η Ντομινίκ Σαντά του πετάει «Δειλέ».

  Στη νουβέλα κατηγορείται πράγματι για δειλία, γιατί δεν κάλεσε κάποιον σε μονομαχία. Όμως στο Παρίσι που τοποθετείται η πλοκή, και μάλιστα έναν αιώνα μετά, δεν υπάρχουν πια μονομαχίες. Αν κάποιος σε πληγώσει δεν θα τον καλέσεις σε μονομαχία, αλλά θα κοιτάξεις να του τη φέρεις κι εσύ, ακόμη και με ένα πληρωμένο δολοφόνο.

  Και όχι μόνο αυτό.

  Δεν μπορεί να χαρακτηριστεί δειλός επειδή παραιτήθηκε από διευθυντής τράπεζας εξαιτίας της κατάχρησης που έκανε ένας υφιστάμενος.

  Η μεταφορά ενός μυθιστορήματος σε διαφορετικό τόπο και χρόνο έχει πολλούς σκοπέλους.

  Σε ένα κείμενό μου με τίτλο «Κινηματογράφος και λογοτεχνία», που δημοσιεύτηκε στον αφιερωματικό τόμο για τον φίλο μου ομότιμο καθηγητή λαογραφίας Μανόλη Σέργη, γράφω κάποια πράγματα για τις κινηματογραφικές μεταφορές.

  Πολύ καλή ταινία, 7,3 η βαθμολογία της.

 

9

 9

 

O Κωνσταντίνος Μπούρας μου είπε να ψάξω να βρω ποιος είναι ο προσωπικός μου αριθμός. Βρήκα, είναι το 9 (9 ο αριθμός σπιτιών που κατοίκησα με τελευταίο το Κλεάρχου 9, κά.). Μου είπε, και ρώτησα τώρα και το chatgpt που μου έδωσε περίπου την ίδια απάντηση:

Στην αριθμολογία, ο αριθμός 9 θεωρείται ο «τελικός» αριθμός, το τέλος ενός κύκλου. Συνδέεται με:

  • ολοκλήρωση και ωριμότητα
  • αλτρουισμό, ανθρωπισμό, διάθεση να δώσεις στους άλλους
  • σοφία που προκύπτει από εμπειρία
  • μερικές φορές και αποχωρισμό/αποχαιρετισμό (αφού μετά το 9 ξεκινάει πάλι νέος κύκλος με το 1).

Είναι ο αριθμός των «παλιών ψυχών» — αυτών που έχουν περάσει πολλά, έχουν δει κύκλους να κλείνουν, και τώρα κουβαλούν συμπόνια αλλά και κάποια μελαγχολία.

Γι’ αυτό και στην παράδοση (και στη δική μας) το εννιά συνδέεται με μνημόσυνα και ολοκλήρωση πορείας. Στη θετική του πλευρά, όμως, δείχνει πληρότητα και «τελευταία σοδειά σοφίας».

 

Epilogue on the Number 9

The number 9 is the number of completion. It closes cycles and prepares the ground for new beginnings. In numerology, it symbolizes the wisdom gained through experience, the maturity that comes after trials, but also the awareness of life’s fleeting nature. It is the number of altruism, of giving to others, and it often carries a touch of melancholy, as if it knows that all things have a beginning and an end.

It is no coincidence that traditions connected it with the nine-day memorials, as a sign of the completion of a person’s journey on earth. At the same time, however, 9 is also the number of fulfillment — the final harvest before the cycle begins anew.

 

Ο αριθμός 9 είναι ο αριθμός της ολοκλήρωσης. Κλείνει κύκλους και προετοιμάζει το έδαφος για νέες αρχές. Στην αριθμολογία συμβολίζει τη σοφία που αποκτάται μέσα από εμπειρίες, την ωριμότητα που έρχεται μετά από δοκιμασίες, αλλά και την κατανόηση του παροδικού χαρακτήρα της ζωής. Είναι ο αριθμός του αλτρουισμού, της προσφοράς προς τους άλλους, και συχνά κουβαλά μια μελαγχολία, σαν να ξέρει ότι όλα τα πράγματα έχουν μια αρχή και ένα τέλος.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι παραδόσεις τον συνέδεσαν με τα εννιάμερα μνημόσυνα, ως σημάδι ολοκλήρωσης της πορείας του ανθρώπου στη γη. Όμως ταυτόχρονα, το 9 είναι και ο αριθμός της πληρότητας — της τελευταίας συγκομιδής πριν ξεκινήσει ξανά ο κύκλος από την αρχή.