Jean Renoir, La règle
du jeu (1939)
«Ο κανόνας του παιχνιδιού» είναι μια από τις πιο
απολαυστικές ταινίες που έχω δει ποτέ. Κωμωδία ηθών που όμως μαυρίζει στο τέλος, με ένα φόνο που τον
κουκουλώνουν σαν ατύχημα. Ο Ζαν Ρενουάρ (γιος του Ωγκύστ) μας δίνει σκηνές από
τη ζωή των μεγαλοαστών με τα ελευθεριάζοντα ήθη. Το κεράτωμα είναι στην
ημερησία διάταξη, ανεκτό και από τα δυο μέρη.
Η ταινία ξεκινάει με τον Αντρέ να
προσγειώνεται, κάνοντας μια υπερατλαντική πτήση 23 ωρών, ενώ τον υποδέχονται
ενθουσιασμένα πλήθη, μια ραδιοφωνική ρεπόρτερ και ο φίλος του ο Οκτάβ. Όμως αυτός
ήθελε να τον υποδεχθεί η Κριστίν, η γυναίκα με την οποία είναι ερωτευμένος.
Νοιώθει τόσο απογοητευμένος από την απουσία της ώστε το λέει στο μικρόφωνο της
ρεπόρτερ, εις επήκοον όλων των ακροατών του σταθμού, ότι το ταξίδι το έκανε για
να την εντυπωσιάσει.
Και το εφέ του απροσδόκητου: η Κριστίν είναι
παντρεμένη γυναίκα.
Δεν είναι ακριβώς η πρωταγωνίστρια, ούτε
αυτός ο πρωταγωνιστής. Σπάνια θα τους δούμε μόνους. Στην πραγματικότητα
πρωταγωνιστές είναι το πλήθος των καλεσμένων στο εξοχικό του άντρα της, στους
οποίους προστίθεται και ένα άλλο ιψενικό τρίγωνο, που όμως ανήκει στο υπηρετικό
προσωπικό: Η Λιζέτ που είναι υπηρέτρια της Κριστίν, ο θηροφύλακας Σουμάχερ που
είναι ο άντρας της, και ο λαθροκυνηγός ο οποίος έχει προσληφθεί σαν υπηρέτης.
Αυτός την πέφτει στη Λιζέτ και αυτή ανταποκρίνεται. Και ενώ το υψηλό ήθος της
μεγαλοαστικής τάξης επιτρέπει να κουβεντιάζουν φιλικά ο σύζυγος και ο Αντρέ, ο
Σουμάχερ κυνηγά να πιάσει τον λαθροκυνηγό που φλερτάρει τη γυναίκα του. Μάλιστα
στο τέλος τον κυνηγάει πυροβολώντας μέσα στα σαλόνια και τους διαδρόμους ενώ οι
καλεσμένοι προσπαθούν τρομαγμένοι να ξεφύγουν, με την κωμωδία να παίρνει τον
ξέφρενο ρυθμό του μπουρλέσκ.
Τελικά η Κριστίν συμφωνεί να το σκάσει με τον
Αντρέ. Όμως, της λέει, «ο κανόνας του παιχνιδιού», που σε άλλες εποχές θα
μπορούσε να ονομασθεί και ως «η υψηλή ηθική της αριστοκρατίας», απαιτεί να
ενημερώσει το σύζυγο, να μην το σκάσουν σαν κλέφτες.
Η Κριστίν δεν συμφωνούσε με τον κανόνα του
παιχνιδιού και γι’ αυτό ανταποκρίνεται στον κρυφό έρωτα του Οκτάβ, πιέζοντάς
τον να τον ομολογήσει. Όμως φοράει το παλτό της Λιζέτ και ο Οκτάβ την
καπαρντίνα του Αντρέ. Ο θηροφύλακας που τους βλέπει να φιλιούνται νομίζει ότι
είναι η γυναίκα του και ο Αντρέ. Πηγαίνει και φέρνει την καραμπίνα του. Στο μεταξύ
ο Οκτάβ φεύγει και δίνει πίσω την καπαρντίνα στον Αντρέ, ο οποίος πηγαίνει στον
κήπο. Βλέποντάς τον ο θηροφύλακας τον πυροβολεί. Ο φόνος θα παρουσιαστεί σαν
ατύχημα: ο θηροφύλακας τον πέρασε για λαθροκυνηγό και τον πυροβόλησε.
Είπα πιο πάνω ότι πρωταγωνιστές είναι όλος
αυτός ο συρφετός. Και θυμήθηκα άλλες δυο ταινίες στις οποίες δεν υπάρχουν
κάποια πρόσωπα που να ξεχωρίζουν ιδιαίτερα. Η μια είναι «Οι ηλίθιοι»
του Lars von Trier, ταινία που δεν μου άρεσε, και ας βραβεύτηκε στις Κάννες. Η άλλη είναι
το «Barbecue», μια άλλη γαλλική ταινία για την οποία έγραψα τις παρακάτω
γραμμές σε ένα αρχείο μου που το έχω ονομάσει tenies pou ida kai den egrapsa gi aftes.
Éric Lavaine, Barbecue (2014) Γαλλική κομεντί με λεπτό
χιούμορ, σε αντίθεση με την ιταλική. Πρωταγωνιστεί μια παρέα φίλων, με τις
μικροκακίες τους, τους μικροτσακωμούς τους αλλά και τις αγάπες τους, δυο
ζευγάρια που χωρίζουν αλλά στο τέλος μονιάζουν, και ο εργένης φίλος τους που τους
λέει ότι μάλλον ψήνεται η δουλειά με την Nabiha Akkari, που εμφανίζεται ελάχιστα στην ταινία, σε ένα
happy end.
Και η ιταλική:
Alessio Maria Federici, Lezioni di
cioccolato 2,
Μαθηματα σοκολάτας 2, (2011). Η Nabiha Akkari, κόρη ενός αιγύπτιου που φτιάχνει σοκολάτες, δεν
πέφτει εύκολα στην αγκαλιά του Ματία, ενός γκομενιάρη, όχι πριν τη ζητήσει σε
γάμο. Ξεκαρδιστική κωμωδία, ιταλική, σε αντίθεση με τη γαλλική.
Μεγάλος ρατσισμός. Η πανέμορφη Akkari, μελαχρινή, γαλλίδα τυνησιακής καταγωγής, 31
ετών, μόνο σε μια άλλη ταινία πρωταγωνιστεί, σπαρταριστή κωμωδία και αυτή, που
έχει τίτλο «Τι ωραία μέρα».
Gennaro
Nunziante, Que bella giornata, Τι ωραία μέρα
(2011) ξεκαρδιστική κωμωδία με τον Checco
Zalone και την Nabiha Akkari. Αυτός σεκιουριτάς, αυτή με τον αδελφό της θέλουν
να ανατινάξουν το καμπαναριό, σαν εκδίκηση για τον θάνατο τον γονιών τους και
θα τον χρησιμοποιήσουν, αυτός την ερωτεύεται, αυτή συγκινείται, επίσης και από
τη συμπεριφορά των δικών του, και στο τέλος αντί να ανατινάξει το καμπαναριό
ανατινάζει ένα παλιόσπιτο για το οποίο της είπε ότι θα κόστιζε 10.000 για να το
κατεδαφίσει, και στη βαλίτσα που θα ήταν η βόμβα βρίσκει σχέδια (αυτή είναι
αρχιτέκτονας) για την κατασκευή του.
Τελικά βλέπω ότι εκτίμησαν την ομορφιά
της και το ταλέντο της, διαβάζω στη βικιπαίδεια ότι φέτος γύρισε άλλη μια
ταινία, επίσης κωμωδία, με τίτλο «Non c'è
più religione», δεν υπάρχει πια θρησκεία, σε σκηνοθεσία Luca Miniero.
Παρεμπιπτόντως είδα και τις τέσσερις ταινίες
του Gennaro Nunziante, που έχουν όλες
πρωταγωνιστή τον Checco Zalone, όλες σπαρταριστές
κωμωδίες.
No comments:
Post a Comment