Μάχη Τζαβέλλα, Ήρεμα φεύγω, Γκοβόστης 2020, σελ. 165
Η παρακάτω βιβλιοκριτική δημοσιεύτηκε στο Λέξημα
Μια συναρπαστική νουβέλα για την απώλεια
Πόση ζημιά μπορεί να προκαλέσει μια μητέρα επενδύοντας ερωτικά στο γιο της;
Η απομάκρυνση του Γκλεν από τον πατέρα του είναι μία. Μια άλλη, το ότι μετά το θάνατό της την αναζητούσε στις σχέσεις που δημιουργούσε, με αποτέλεσμα να μη διαρκούν.
«Μαμά, γιατί δεν φοράς κοντά φουστάνια κι εσύ; Να φαίνονται τα ωραία σου πόδια; Μαμά, το ξέρεις πως θα ήθελα όλες οι γυναίκες να μοιάζουν με σένα;» (σελ. 34).
Πόση απελπισία μπορεί να αντέξει ένας πατέρας που κουβαλάει τραυματικές εμπειρίες από τα παιδικά του χρόνια βλέποντας το γιο του να είναι απόμακρος απ’ αυτόν, προσκολλημένος στη μητέρα του;
«Αλλά εσύ τέτοια μανία με αυτή τη μάνα σου… πόσο να την αντέξω;» (σελ. 57).
Και δεν ήταν μόνο αυτό, ακολούθησε η πώληση του σπιτιού τους μετά από επιμονή του Γκλεν (τι σου είναι αυτά τα μοναχοπαίδια!) και τα χρήματα από την πώληση επενδύθηκαν σε βραχύβιες επιχειρήσεις που δεν πήγαν καθόλου καλά, οξύνοντας έτσι το οικονομικό τους πρόβλημα.
Πόσες απώλειες μπορεί να αντέξει ένας άνθρωπος;
Μια βαριά απώλεια για τον Γκλεν ήταν να χάσει, μετά από ατύχημα με τη μηχανή, το ένα του χέρι και τρία δάκτυλα από το άλλο, με το ένα από τα δυο που έμειναν να βρίσκεται ακόμη μπανταρισμένο. Μια ακόμη απώλεια ήταν η σταδιακή απομάκρυνση μιας σχέσης του, που τον προσέγγισε αρχικά παρόλη την αναπηρία του. Μια επίσης απώλεια ήταν να χάσει τον πατέρα σου, με τις τύψεις να τον βαραίνουν ξέροντας ότι αυτός ήταν η αιτία που αυτοκτόνησε, αλλά και με την οργή να φουντώνει μέσα του που τον παράτησε να τα βγάλει πέρα μόνος του. Μια άλλη απώλεια ήταν να χάσει τη φροντίδα της θείας του και της όμορφης εξαδέλφης του, όχι για άλλο λόγο αλλά γιατί τον τσάκωσαν να βλέπει τσόντες.
Υπάρχει μια ακόμη απώλεια: χάνει τον πιο στενό του φίλο με τον οποίο είχε κουλτουριάρικες συζητήσεις, κάτι για το οποίο τον είχε προειδοποιήσει ο πατέρα του.
Ο Γκλεν συνεχώς αναρωτιέται, προσπαθώντας να ερμηνεύσει καταστάσεις. Τα ερωτηματικά είναι συχνά, σε προτάσεις που τις περισσότερες φορές αρχίζουν με «μήπως».
«Μήπως τελικά ο θάνατος του πατέρα του σηματοδοτούσε κάτι περισσότερο από αυτό που ήταν σε θέση να αντιληφθεί; Ίσως τη δική του ανανέωση; Μήπως ξεκινούσε μια καινούρια δική του; Μήπως θα ξαναγεννιόταν από τις στάχτες του πατέρα του; Μήπως εντέλει ο θάνατός του αποτελούσε μια ύστατη μεταθανάτια προσπάθεια να τον ενεργοποιήσει, να του δώσει την ευκαιρία να πιάσει από την αρχή το κουβάρι της ζωής του;» (σελ. 147-148).
Με μεγάλη επιδεξιότητα η Τζαβέλλα τον προσωπογραφεί, εικονογραφώντας τον χαρακτήρα του και περιγράφοντας τα συναισθήματά του.
Ενώ η νουβέλα ξεκινάει με πρωτοπρόσωπη αφήγηση στο πρώτο από τα σύντομα ατιτλοφόρητα και μη αριθμημένα κεφάλαια του βιβλίου, στα επόμενα περνάει στην τριτοπρόσωπη. Ίσως λείπει ένα τελευταίο κεφάλαιο σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, η οποία θα πλαισίωνε την τριτοπρόσωπη του κυρίου σώματος της νουβέλας. Υπάρχουν βέβαια ενδιάμεσα κομμάτια σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, εσωτερικός μονόλογος του Γκλεν και σημειώματα οιονεί αυτοβιογραφικά του πατέρα.
Όμως να παραθέσουμε κάποια ακόμη αποσπάσματα.
«Η μάνα του η αιτία όλων των κακών. Πίσω από το φουστάνι της από το πρώτο βήμα» (σελ. 24).
Πάντως δεν είχε αναπτύξει σεξουαλικές σχέσεις μαζί της παρά τα χαδέματά τους στο μπάνιο, όπως σε ένα διήγημα το Σωτήρη Δημητρίου που δεν θυμάμαι από ποια συλλογή, και σε μια πραγματική ιστορία που μου την αφηγήθηκε συναδέλφισσα και συμφοιτήτριά μου.
«Με το μικρό του δάκτυλο άγγιξε το μαυριδερό πέος του. Ένιωσε μια γαλήνη, ο έρωτας, η ερωτική πράξη ήταν κάτι που πάντα τον ηρεμούσε, τον χαλάρωνε τόσο ευεργετικά, σχεδόν ανατροφοδοτούσε την υπόστασή του» (σελ. 31).
Παραθέτω ένα γνωμικό του Woody Allen: «Η διαφορά σεξ και έρωτα είναι ότι το σεξ χαλαρώνει την ένταση, ενώ ο έρωτας τη δημιουργεί».
Άκουσα τον Ασκητή σε ένα βίντεο στο youtube να είναι κατά του αυνανισμού γιατί έτσι, λέει, παγιδεύεται κανείς και δεν αναζητεί ερωτικό σύντροφο.
Η αντίρρησή μου: κι εκείνοι που δεν μπορούν να βρουν ερωτικό σύντροφο, είτε διότι είναι άσχημοι, είτε διότι… είτε διότι… Και οι φυλακισμένοι; Και οι έφηβοι;
Τις αντιρρήσεις της θρησκείας δεν αξίζει τον κόπο να τις σχολιάσω.
Πάντως με τον Woody Allen συμφωνεί και ένας ψυχολόγος του οποίου μετέφρασα το βιβλίο του, δεν θυμάμαι όμως ποιος είναι: Ο Μάικλ Αργκάιλ, ο Τζέημς Χάντφηλντ ή ο Άντονι Στορ; Προφανώς είναι και άλλοι.
«Συμπαθούσε αυτές τις γυναίκες· του πρόσφεραν ευχαρίστηση και χαρά. Αναρωτιόταν αν και ο πατέρας του είχε σεξουαλικές επιθυμίες και αν πήγαινε στα «σπίτια». Ο Χριστάκος, αντίθετα δεν εκτιμούσε καθόλου τις υπηρεσίες των ιερόδουλων. Χαρακτήριζε κατάντημα για έναν άντρα να καταφεύγει σε τέτοιες ευτελείς επιλογές» (σελ. 51).
Τώρα, για να τις φέρει μήπως στον καλό δρόμο άνοιξε βιβλιοπωλείο «δίπλα στα μπουρδέλα» ή από «μαζοχισμό», «χωρίς πολύ λογική, για να τσαλακώνουν τις ευθείες γραμμές μιας ζωής που δεν τους ικανοποιούσε με τίποτα»; (σελ. 101).
Θα ήταν μεγάλη έκπληξη να δω ένα βιβλιοπωλείο στο Μεταξουργείο ή στη Φυλής.
«Και συχνά σκεφτόταν ότι η ανυπολόγιστη δύναμη που κρύβουν μέσα τους οι άνθρωποι αποκαλύπτεται σε απαιτητικές και ακραίες περιστάσεις…» (σελ. 39-40).
Ήταν ένα δίδαγμα που αποκόμισα μετά από ένα άγριο καψόνι, εθιμικό, που έκαναν σε κάθε σειρά στη Σχολή Αξιωματικών του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Εφοδιασμού Μεταφορών: Ο άνθρωπος μπορεί να αντέξει πολύ περισσότερα από ό,τι νομίζει.
«… η συνειδητοποίηση μάλλον ότι δεν ήταν τόσο το πρόβλημα της αναπηρίας του, όσο η ανάγκη της συμφιλίωσής του με αυτό το πρόβλημα και τη νέα πραγματικότητα που θα είχε στο εξής να αντιμετωπίσει» (σελ. 40).
Μεγάλη αλήθεια. Το ζήτημα δεν είναι τόσο το πρόβλημα όσο η προσαρμογή στο πρόβλημα.
«Αλλά και πόσοι θα πήγαιναν άραγε στην κηδεία; Προς μεγάλη του έκπληξη, αλλά και απογοήτευση, παραβρέθηκαν αρκετοί…» (σελ. 43).
Το έχω ξαναγράψει. Στις κηδείες σε μας υπάρχει κοσμοπλημμύρα, ακόμη και εκεί που δεν το περιμένεις. Στις κηδείες που βλέπω σε ταινίες, αμερικάνικες συνήθως, υπάρχει ελάχιστος κόσμος. «Ο ξένος πόνος όνειρο· κι οι τάφοι» λέει ο Βάρναλης στην «Οδό Σταδίου», που όμως δεν ισχύει για την Ελλάδα, τουλάχιστον σε τέτοιο βαθμό.
Μου άρεσε πολύ το βιβλίο με το πρωτότυπο θέμα του, τη σταδιακή απώλεια, την απελπισία που τη συνοδεύει και την ανάγκη προσαρμογής, ενώ η λογοτεχνικότητα της αφήγησης με το συνοδό σασπένς κρατούσε αδιάπτωτο το ενδιαφέρον μου.
No comments:
Post a Comment