Atiq Rahimi, Η πέτρα της υπομονής,
μετ. Ασπασία Σιγάλα, Ψυχογιός 2009, σελ. 214.
«Η πέτρα της υπομονής» του Ατίκ Ραχίμι είναι
το τρίτο βιβλίο που παρουσιάζω με θέμα το Αφγανιστάν. Τα άλλα δυο ήταν το
μυθιστόρημα «Τα χελιδόνια της Καμπούλ» της Γιασμίνα Χαντρά, και το «Ο
βιβλιοπώλης της Καμπούλ» της Όσνε Σάιερστατ. Η διαφορά από τα άλλα δύο είναι
ότι αυτό εδώ είναι γραμμένο από έναν Αφγανό, ενώ τα άλλα δύο από έναν αλγερινό
συγγραφέα (το Γιασμίνα Χαντρά είναι ψευδώνυμο) και μια νορβηγή δημοσιογράφο.
Το έργο έχει τιμηθεί με το βραβείο Goncour 2008, και όχι άδικα.
Ο Ραχίμι ήταν φοβερά επινοητικός στην σύνθεση αυτού του «μυθιστορήματος», όπως
χαρακτηρίζεται στο εξώφυλλο. Στην πραγματικότητα υπερβαίνει ειδολογικά το
είδος, προσεγγίζοντας περισσότερο τη νουβέλα, ενώ ως σύλληψη θυμίζει
περισσότερο θεατρικό έργο. Ένα θεατρικό έργο, που όλη η δράση του συντελείται
στον ίδιο χώρο: «Το δωμάτιο είναι μικρό. Ορθογώνιο. Πνιγηρό… στο βάθος του
δωματίου υπάρχει μια άλλη κουρτίνα. Πράσινη. Χωρίς το παραμικρό σχέδιο. Κρύβει
μια πόρτα σε αχρησία. Ή κάποια αποθήκη». Η περιγραφή του δωματίου συνεχίζεται
στην επόμενη περίοδο: «Το δωμάτιο είναι γυμνό. Γυμνό από κάθε στολίδι. Εκτός
από…» Μετά εμφανίζονται τα πρόσωπα. Ένας άντρας ετοιμοθάνατος, με έναν ορό στο
χέρι. Μια γυναίκα, η γυναίκα του, δίπλα του, που τον περιποιείται.
Το έργο θα μπορούσε κάλλιστα να διασκευαστεί
σε θεατρικό. Το μεγαλύτερο μέρος της δράσης συντελείται σε δεύτερο επίπεδο
αφήγησης, στο λόγο της γυναίκας, που είναι είτε εσωτερικός μονόλογος είτε λόγος
με αποδέκτη της αφήγησης τον άντρα της, τυπικά αποδέκτης, μια και, καθώς
βρίσκεται σε ημικωματώδη κατάσταση, η γυναίκα αμφιβάλλει αν μπορεί να την
ακούσει.
Όμως υπάρχουν και συνταρακτικά, μη αφηγημένα
επεισόδια. Στο δωμάτιο εισβάλλουν ένοπλοι. Το σπίτι βρίσκεται σε μια γειτονιά στην
οποία γίνονται συγκρούσεις αντιμαχόμενων ομάδων. Κατά την πρώτη εισβολή δεν
συμβαίνει τίποτα, η γυναίκα βρίσκεται στο υπόγειο και δεν την ανακαλύπτουν. Στη
δεύτερη η γυναίκα αποφεύγει το βιασμό δηλώνοντας ότι είναι πόρνη. «Έπειτα από
μια παρατεταμένη ματιά στην πράσινη κουρτίνα, ισιώνει το κορμί της και
πλησιάζει τον άντρα της. –Συγχώρα με, ψιθυρίζει. Ήμουν αναγκασμένη να το πω
αυτό, διαφορετικά θα με είχαν βιάσει. Ένα σαρκαστικό γέλιο την ταρακουνάει. Γι'
αυτούς τους άντρες δεν είναι κατόρθωμα να γ… (οι τελείες δικές μου), να βιάσουν
μια πόρνη… το να βιάσεις μια πόρνη δεν είναι βιασμός. Αλλά το να κλέψεις την
παρθενιά ενός κοριτσιού, να βιάσεις την τιμή μιας γυναίκας, αυτό είναι το
πιστεύω σας» (σελ. 134-5).
Το πιστεύω «σας». Δηλαδή εσάς των ανδρών. Ο
άνδρας της δεν αποτελεί εξαίρεση.
Ο ένας από τους δυο άντρες, ο βραδύγλωσσος
νεαρός, επιστρέφει κρατώντας χρήματα. Θέλει να πληρώσει την γυναίκα. Είναι η
πρώτη του φορά. Αυτή θα τα δεχτεί. Τον λυπάται.
Η πρώτη του φορά; Όχι ακριβώς, αλλά ναι, κατά
κάποιο τρόπο. Η γυναίκα λέει στον άντρα της: «Ξέρεις, αυτός ο τύπος που ήρθε
τις προάλλες μαζί μ’ αυτό το φουκαριάρικο το αγόρι και μ’ έβρισε με το
χειρότερο τρόπο, ε, λοιπόν, ξέρεις τι κάνει αυτός; … Κρατάει αυτό το κακόμοιρο
το παιδί για να ικανοποιεί τα βίτσια του. Το πήρε από πολύ μικρό. Ήταν ένα
ορφανό εγκαταλειμμένο στους δρόμους. Το μεγάλωσε για να του βάλει ένα
καλάσνικοφ στα χέρια, και κουδούνια στα πόδια τα βράδια. Το βάζει και χορεύει.
Το κτήνος» (σελ. 188).
Η πρωτοτυπία στη σύνθεση αυτού του
μυθιστορήματος εξυπηρετεί την οικονομία του έργου. Μέσω του (μονο)λόγου της
γυναίκας αυτής μαθαίνουμε για την καταπίεση των γυναικών στο Αφγανιστάν, με
επεισόδια που για να συναρμοσθούν σε μια μυθιστορηματική πλοκή θα χρειαζόταν
μια πολύ μεγαλύτερη έκταση. Αναφέρεται κατ’ αρχήν στον εαυτό της:
«Τέλος πάντων, γιόρτασαν τους αρραβώνες μας
χωρίς τον αρραβωνιαστικό… Έπρεπε λοιπόν να παντρευτώ παρά την απουσία σου. Κατά
τη διάρκεια της τελετής, ήσουν παρών με τη φωτογραφία σου και με αυτό το ρημάδι
το χαντζάρι που έβαλαν δίπλα μου, στη θέση σου. Και χρειάστηκε να σε περιμένω
τρία ακόμη χρόνια. Τρία χρόνια. Και κατά τη διάρκεια αυτών των τριών ετών δεν
είχα πλέον το δικαίωμα να βλέπω τις φίλες μου, την οικογένειά μου. Δεν
συνιστάται σε μια νιόπαντρη παρθένα να κάνει παρέα με άλλα παντρεμένα κορίτσια.
Βλακείες. Έπρεπε να κοιμάμαι με τη μητέρα σου που με επέβλεπε, ή μάλλον
επέβλεπε την αγνότητά μου. Κι όλα αυτά φαίνονταν τόσο φυσιολογικά, τόσο φυσικά
σε όλους. Ακόμα και σε μένα. Η μοναξιά δεν είχε όνομα για μένα» (σελ. 92-3).
Ο πεθερός της ήταν μια εξαίρεση ανδρός. «Ο
πατέρας σου μου διάβαζε ποιήματα, μου ’λεγε ιστορίες. Μ’ έβαζε να διαβάζω, να
γράφω, να σκέφτομαι. Μ’ αγαπούσε, γιατί αγαπούσε εσένα. Ήταν περήφανος για σένα
που πολεμούσες γα την ελευθερία. Μου μιλούσε συνέχεια για σένα. Μετά την
απελευθέρωση άρχισε να σε μισεί, εσένα, αλλά και τ’ αδέλφια σου, όταν
πολεμούσατε πια μόνο για την εξουσία» (σελ. 93).
Δεν ήταν όλοι οι πεθεροί ίδιοι. Για έναν άλλο
πεθερό γράφει: «Τέλος πάντων, η θεία μου ήταν στείρα. Δηλαδή: άχρηστη. Τότε
λοιπόν ο σύζυγός της την έστειλε στην επαρχία, στους γονείς του, για να τους
υπηρετεί. Κι αφού ήταν στείρα κι όμορφη, ο πεθερός της την πηδούσε ανενόχλητος
και με απόλυτη ασφάλεια. Νυχθημερόν. Και μια ωραία πρωία δεν άντεξε. Του άνοιξε
το κεφάλι. Την έδιωξαν από το σπίτι των πεθερικών της. Κι ο άντρας της επίσης.
Η δική της οικογένεια, συμπεριλαμβανομένου και του πατέρα μου, την εγκατέλειψε»
(σελ. 139-140).
Πρόκειται για φανταστικά επεισόδια; Είμαστε σχεδόν
σίγουροι πώς όχι. Σχεδόν. Είμαστε όμως απόλυτα σίγουροι για ένα άλλο επεισόδιο,
που μαθαίνουμε από την αφιέρωση του βιβλίου: «Αυτό το αφήγημα γράφτηκε στη
μνήμη της Ν.Α., Αφγανής ποιήτριας που δολοφονήθηκε άγρια από το σύζυγό της».
Για πάρα πολύ κόσμο το Ισλάμ συνιστά μια
απειλή για τη Δύση. Πιστεύω ότι αυτό είναι μύθος. Ακόμη και οι διάφοροι
φονταμενταλιστές καμικάζι δεν συνιστούν μια ουσιαστική απειλή. Το περισσότερο
που θα μπορούσαν να πετύχουν οι ισλαμιστές φονταμενταλιστές το πέτυχαν ήδη, την
καταστροφή των δίδυμων πύργων, και το πλήρωσαν βέβαια πανάκριβα, με τον Οσάμα
μπιν Λάντεν να εγκαταλείπει το ανάκτορό του και να κρύβεται σε σπηλιές, και
τους Ταλιμπάν να χάνουν την εξουσία. Το πρόβλημα με το Ισλάμ δεν βρίσκεται στην
απειλή για τη Δύση, αλλά κυρίως στην καταπίεση που ασκείται στη γυναίκα. Και τα
τρία βιβλία που έχω διαβάσει και αναφέροντα στο Αφγανιστάν, αλλά και άλλα που
έχω διαβάσει και έχουν σχέση με το Ισλάμ, αλλά και κινηματογραφικές ταινίες που
έχω δει, εστιάζονται στην καταπίεση της γυναίκας. Την καταπίεση αυτή
διεκτραγωδεί ο Ατίκ Ραχίμι σ’ αυτό το έργο, που είναι ιδιαίτερα πρωτότυπο σαν
σύλληψη και σαν πλοκή. Το ενδιαφέρον του δεν βρίσκεται μόνο στη στράτευσή του,
αλλά και στη λογοτεχνικότητά του. Παρόλο που η στρατευμένη λογοτεχνία δεν μας
δίνει συνήθως αριστουργήματα, το έργο αυτό ανήκει στις εξαιρέσεις.
Συμπληρώνω τώρα: όντως εξαιρετικό το βιβλίο, αφού γυρίστηκε και ταινία.
Συμπληρώνω τώρα: όντως εξαιρετικό το βιβλίο, αφού γυρίστηκε και ταινία.
3 comments:
Τελικά το έργο έγινε ταινία. Η κριτική που έγραψα βρίσκεται εδώ
http://hdermi.blogspot.gr/2013/03/atiq-rahimi-stone-of-patience.html
Τελικά το έργο έγινε ταινία. Η κριτική που έγραψα βρίσκεται εδώ
http://hdermi.blogspot.gr/2013/03/atiq-rahimi-stone-of-patience.html
Post a Comment