Arthur Koestler, Σταυροφορία
χωρίς σταυρό (μετ. Αλίκη Σ. Βρανά), Άγκυρα 1977, σελ. 192
Τον Κέσλερ τον
γνώρισα από την «Ισπανική διαθήκη», φοιτητής. Σ’ αυτό το βιβλίο αφηγείται την
περιπέτειά του στον ισπανικό εμφύλιο, όπου καταδικασμένος σε θάνατο κατάφερε να
γλιτώσει. Μετά από λίγα χρόνια διάβασα το βιβλίο του «Οι ρίζες της σύμπτωσης»,
ένα βιβλίο που το ξαναδιάβασα χρόνια αργότερα μια και έχω εμμονή με τις
συμπτώσεις. Πριν τέσσερα χρόνια διάβασα το «Μηδέν και το
άπειρο», βιβλίο που αναφέρεται στις δίκες της Μόσχας. Σειρά έχει σήμερα η
«Σταυροφορία χωρίς σταυρό». Θέλησα να διαβάσω κάτι ευχάριστο στο ταξίδι μου για
την Κρήτη, και το επέλεξα. Διάβασα το περισσότερο στο πλοίο και το υπόλοιπο στο
χωριό μου.
Μπορεί να είναι
μυθιστόρημα, όμως έχει και βιογραφικά στοιχεία.
Ο Πήτερ, ο ήρωάς
του, έχοντας εγκαταλείψει το κομμουνιστικό κόμμα μετά τις δίκες της Μόσχας,
όπως και ο ίδιος ο Κέσλερ άλλωστε, προσπαθεί να φύγει από την Ουδετερία (για
τους περισσότερους ήταν η Ισπανία, για τον ίδιο η Πορτογαλία) και να πάει σε
μια από τις χώρες που αντιστέκονταν στους ναζί, να πολεμήσει τον φασισμό (ο
ίδιος προσπαθεί να φτάσει στην Αγγλία). Στην Ουδετερία θα σχετισθεί με μια
κοπέλα, θα την ερωτευθεί.
Να κάνω μια
παρένθεση εδώ.
Ο Σαρτρ στο βιβλίο
του «Ο
υπαρξισμός είναι ανθρωπισμός» μιλάει για τη σημασία της επιλογής. Με τις
επιλογές μας δεσμεύουμε την ανθρωπότητα και νοηματοδοτείται ανάλογα και η
ύπαρξή μας. Ο άνδρας που φέρνει σαν παράδειγμα είχε να επιλέξει ανάμεσα στο να
ενταχθεί στην Αντίσταση ή να φροντίσει την άρρωστη μητέρα του. Επέλεξε το
δεύτερο.
Ο ήρωας του Κέσλερ
τι επιλέγει;
O
Πήτερ επέλεξε να πολεμήσει τους ναζί. Όμως ξαφνικά εγκατέλειψε αυτή του την
επιλογή και επέλεξε να πάει να συναντήσει τη φίλη του στην Αμερική.
Ανεβαίνει στο πλοίο.
Και ξαφνικά μετανιώνει. Τρέχει πανικόβλητος να κατέβει πριν αναχωρήσει το
πλοίο.
Τελικά υπάρχει πάντα
ένα χρονικό διάστημα που μπορείς να αλλάξεις επιλογή, και ξανά να αλλάξεις.
Μετά από αυτό το διάστημα είναι πια αργά. Όταν ο Πήτερ πέφτει με αλεξίπτωτο σε
κατακτημένη χώρα για να ενταχθεί στην αντίσταση, είναι πια αργά να αλλάξει την
επιλογή του και να πάει να βρει τη φίλη του στην Αμερική.
Θυμάμαι που τρέξαμε,
εγώ και η γυναίκα μου, πανικόβλητοι να κατέβουμε από το πλοίο που θα μας
πήγαινε στην Κάσο όπου είχα τοποθετηθεί πρωτοδιορισμένος φιλόλογος, λίγα χρόνια
αφότου είχα πάρει τη μετάθεσή μου στο 3ο Λύκειο Νίκαιας. -Θα περάσω
να σας ξαναδώ, είχα πει τότε στους ντόπιους φίλους μου αποχαιρετώντας τους. -Πολλοί
το είπανε, κανείς δεν ξανάρθε. -Εγώ θα ξανάρθω οπωσδήποτε.
Το σχέδιο ήταν να
μείνουμε στην Κάσο μερικές ώρες μέχρι να πάει το πλοίο στην Κάρπαθο και να
επιστρέψει, και να κάνει πάλι στάση στη Σητεία. Σε ένα λεπτό θα αναχωρούσε όταν
μάθαμε ότι στην Κάσο θα έπαιρνε και αυτούς που θα ταξίδευαν για Αθήνα, δεν θα
έκανε δεύτερη στάση στην επιστροφή. Λογικό. Τρέξαμε και κατεβήκαμε γρήγορα
γρήγορα. Ελάχιστα δευτερόλεπτα μετά το πλοίο σήκωνε την μπουκαπόρτα. Αν δεν
προλαβαίναμε θα παγιδευόμαστε για μια ολόκληρη βδομάδα στην Κάσο.
Εκτός από το
πρόβλημα της επιλογής ο Κέσλερ περιγράφει την αδημονία εκείνων που είχαν
καταφέρει να ξεφύγουν από τους ναζί και να καταφύγουν στην Ουδετερία, μέχρι να
έλθει η πολυπόθητη έγκριση για τη μετανάστευσή τους. Είχα δει και μια ταινία
σχετικά, το «Transit» του Christian Petzold, που προβλήθηκε πριν
δεκατέσσερις μήνες στους κινηματογράφους.
Ακόμη ο Κέσλερ περιγράφει
μια περίπτωση υστερικής παραλυσίας. Ο Πήτερ δεν μπορεί να κουνήσει το πόδι του.
Η Σόνια, φίλη της μητέρας του, ψυχαναλύτρια, θα τον θεραπεύει αφού τον κάνει να
φέρει στη συνείδησή του απωθημένο υλικό. Δεν ήξερα ότι ο Κέσλερ είχε τόσο καλές
σχέσεις με την ψυχανάλυση, είναι εκπληκτική η ανάλυση που βάζει τη Σόνια να κάνει
του ήρωά του. Κεντρικό σημείο της είναι ένα απόσπασμα από το Τορά: «Το ίδιο μου
το χέρι να ξεχαστεί αν σε ξεχάσω ποτέ, Ω Ιερουσαλήμ». Του Πήτερ «ξεχάστηκε» το πόδι
επειδή ξέχασε τον αντιφασιστικό αγώνα, όπως ξέχασε παλιά το αγαπημένο του
κουνέλι με αποτέλεσμα να το σφάξουνε. Όμως ο Κέσλερ εδώ κάνει ένα
πραγματολογικό λάθος βάζοντας τον ήρωα να θεραπεύεται σιγά σιγά. Οι αρρώστιες
υστερικής προέλευσης, όταν θεραπεύονται, θεραπεύονται μπαμ και κάτω. Το ξέρω
από την περίπτωση μιας υστερικής τύφλωσης που περιγράφει ο φίλος μου ο Μανόλης
στο βιβλίο του «Το
σύνδρομο Fregoli»,
αλλά και από μια περίπτωση που διάβασα σε ένα βιβλίο που μετέφρασα. Όταν ο
παραλυτικός ένιωσε να γίνεται σεισμός, τινάχθηκε σαν αίλουρος από το κρεβάτι
του και όρμησε προς την έξοδο του νοσοκομείου. Σταδιακή θεραπεία μιας αρρώστιας
που δεν έχει οργανική προέλευση αλλά οφείλεται σε υστερία, δεν έχω ξανακούσει,
και βαριέμαι να ψάξω να δω αν υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις. Αλλά και ο
Κέσλερ κρατάει μια πισινή. «Όπως κι αν ήταν, σκέφτηκε [ο Πήτερ], όλη αυτή η
ιστορία οφειλόταν, σίγουρα, σ’ ένα καινούριο είδος γρίπης, σε μια άγνωστη μορφή
μικροβίων και δεν είχε καμιά σχέση με τις ψυχολογικές θεωρίες της Σόνιας» (σελ.
132).
Ο Κέσλερ περιγράφει με
μεγάλες λεπτομέρειες τα βασανιστήρια που υπέστη ο ήρωάς του όταν συνελήφθη από
τους Ναζί. Τέτοιες αναλυτικές περιγραφές βασανιστηρίων συνάντησα μόνο στους
«Κρητικούς γάμους» του Σπύρου Ζαμπέλιου, ο οποίος περιγράφει με ανατριχιαστικές
λεπτομέρειες τα βασανιστήρια στα οποία υπέβαλλαν τους εξεγερμένους κρητικούς οι
βενετσιάνοι κατακτητές, πίσσα στα κόκκαλά τους. Επίσης πρώτη φορά ακούω για
βαγόνια-θαλάμους αερίων, στα οποία οι ναζί εξόντωναν τους «άχρηστους εβραίους».
Και τώρα κάποια
αποσπάσματα.
«-Αφήστε με να φύγω!
Αφήστε με γιατί θα βάλω τις φωνές…
Πάλευε με όλες της
τις δυνάμεις, σφυροκοπώντας το στήθος του με τις γροθιές της» (σελ. 48).
Τελικά τη βίασε την
Οντέτ (να δανείστηκε άραγε ο Κέσλερ το όνομα της ηρωίδας του από τη «Λίμνη των
κύκνων»;). Αυτή κάποια στιγμή σταμάτησε να αντιστέκεται, εκλογικεύοντας τη
στάση της με ένα «στο κάτω κάτω, γιατί όχι;». Και από βιαστής και βιασμένη
κατέληξαν ερωτευμένοι.
Γιατί παρέθεσα το
παραπάνω απόσπασμα.
Είχα διαβάσει παλιά
ότι ο Κέσλερ ρίχτηκε στη γυναίκα ενός φίλου του και τη βίασε. Το εξομολογήθηκε
η ίδια χρόνια αργότερα. Και τώρα, διαβάζοντας το βιογραφικό του στη βικιπαίδεια
με την ευκαιρία αυτής της ανάρτησης, βλέπω ότι χαρακτηρίστηκε σαν serial raper, κατά συρροή βιαστής.
Αλήθεια, πόσες είχε
βιάσει με αυτό τον τρόπο; Και η σκηνή που περιγράφει στο μυθιστόρημά του, που
γράφηκε από τον Ιούλιο του 1942 μέχρι τον Ιούλιο του 1943, ήταν άραγε μια σκηνή
που την έζησε ή του ήταν μια φαντασιακή εμμονή την οποία πραγματοποίησε
αργότερα; Το πόσες φορές ακριβώς δεν το αναφέρει η βικιπαίδεια, πάντως ο
χαρακτηρισμός serial raper
υπονοεί ότι θα ήσαν κάμποσες.
Υπάρχουν βιογραφικά
στοιχεία διασημοτήτων που με ξενερώνουν. Το δεύτερο που με ξενέρωσε με τον
Κέσλερ είναι ότι απέκτησε μια κόρη με κάποια από τις γυναίκες με τις οποίες σχετιζόταν
κατά καιρούς την οποία δεν θέλησε ποτέ να αναγνωρίσει και την οποία συνάντησε
ελάχιστες φορές στη ζωή του.
Τον κατηγορούν ακόμη
ότι παρέσυρε την γυναίκα του να αυτοκτονήσει μαζί του. Αλλά ακόμη και αν αυτό
έγινε με τη θέλησή της, λένε, γιατί δεν την απέτρεψε; Το ίδιο μπορούμε να
καταμαρτυρήσουμε και στον Πωλ Λαφάργκ, τον γαμπρό του Μαρξ για όσους δεν ξέρουν,
ο οποίος έγραψε το «Δικαίωμα στην τεμπελιά» που πολύ αρέσει στο γιο μου, και στον
Στέφαν Τσβάιχ. Στα εξήντα του ο Τσβάιχ, στα εβδομήντα του ο Λαφάργκ και σχεδόν στα
ογδόντα του ο Κέσλερ. Και πριν λίγες βδομάδες διάβασα σε ένα πιο αναλυτικό
βιογραφικό του Σενέκα, ότι έκανε κι αυτός το ίδιο με τη γυναίκα του. Εντολή του
Νέρωνα να αυτοκτονήσει, καθώς τον υποπτεύθηκε ότι συμμετείχε σε μια συνομωσία
κατά της ζωής του. Δυσκολεύτηκε πολύ κόβοντας τις φλέβες του, όπως και η γυναίκα
του, η οποία έκλαιγε ασταμάτητα η καημένη. Για να μην ακούει το κλάμα της
ζήτησε από τους στρατιώτες να την μεταφέρουν σε άλλο δωμάτιο. Αυτό έκαναν, όμως
τη λυπήθηκαν και τις έδεσαν τους καρπούς τον χεριών της και έτσι γλίτωσε. Αναρωτιέμαι
πώς θα αντιδρούσε ο Σενέκας αν το είχε πάρει χαμπάρι.
Και ένα μεταφραστικό
ατόπημα: «Ανάφερε τις πολεμικές του Λουξεμβούργου και του Μπουχάριν» (σελ.
101). Προφανώς πρόκειται για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ.
«Ενώ οι άνθρωπο με
τα μαύρα εξερευνούσαν επιστημονικά τα παιχνίδια της σάρκας, οι αντίπαλοί τους
δεν είχαν την ίδια μόρφωση στην τέχνη να νικούν τα νεύρα τους, τους αδένες τους
και τους επαναστατημένους τους ιστούς. Ήταν εγκαταλειμμένοι στους εαυτούς τους
και σκαρφίζονταν παράξενα και ντροπιαστικά στρατηγήματα που, αν επιζούσαν, δε
θα φανέρωναν ποτέ σε κανένα» (σελ. 110).
Ένα τέτοιο μου φανέρωσε
ο φίλο μου ο Θανάσης, τότε με την εκπνοή της χούντας, που όμως δεν το
σκαρφίστηκε, ήταν οδηγία της οργάνωσης στα μέλη της σε περίπτωση που
συλλαμβάνονταν. Τον βασάνιζαν στην ΕΣΑ, και κάποια στιγμή ο βασανιστής του τον ρώτησε:
-Πες μου τώρα τι σκέφτεσαι. -Σε φαντάζομαι να κάνεις έρωτα με τη γυναίκα σου
ολόγυμνος, και μου φαίνεσαι ολότελα γελοίος. -Πάρτε τον έξω!!! Ούρλιαξε το
βασανιστής και τον παράτησε.
«Αντί για έναν φυσιολογικό πόλεμο σε δυο
μέτωπα, υπήρχε τώρα ένας πόλεμος τριγωνικός: η μια πλευρά ήταν η προδομένη
ουτοπία, η δεύτερη η σάπια παράδοση και η τρίτη η οργανωμένη καταστροφή» (σελ.
116).
Πολύ ωραία η μεταφορά.
«Ναι, αυτός ο
κάτοικος της Ουδετερίας, αυτός ο μικροκαμωμένος Σάντσο είχε δίκιο·
Οι Σάντσοι έχουν πάντα δίκιο» (σελ. 128).
Και κάπου αλλού αναφέρεται
στον Σάντσο Πάντσα και στον δον Κιχώτη.
«…υπήρχε κάτι το
αφύσικο στη λαχτάρα σας να “ενωθείτε με το προλεταριάτο”, ενώ εκείνοι το μόνο
που ζητούσαν ήταν να βγουν απ’ αυτό» (σελ. 142).
Υπερβολική γενίκευση
πιστεύω.
Κι εγώ είχα την ίδια
λαχτάρα κάποτε, την οποία ξεπέρασα με κάτι που με σόκαρε ολότελα. Όμως την
ιστορία αυτή την έχω αφηγηθεί αλλού.
«Αν θέλετε να μάθετε
ποιος φταίει, πρέπει να ξαναγυρίσετε στον Τριακονταετή πόλεμο, που μας έκανε να
χάσουμε ενάμιση αιώνα στον καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό αγώνα δρόμου, που
μας στέρησε τα πολιτιστικά οφέλη της Αναγέννησης και τα υλικά κέρδη της αποικιακής
Επέκτασης. Όταν ο Ναπολέων κατάκτησε την Ευρώπη, εμείς δεν είχαμε ανακαλύψει
ακόμη ότι είμαστε ένα έθνος και τι σήμαινε η λέξη. Όμως ακριβώς, ξεκινώντας
αργοπορημένοι στην κούρσα για την κατάκτηση του κόσμου, κερδίσαμε το
πλεονέκτημα να φτάσουμε φρέσκοι και ξεκούραστοι στον τελευταίο σταθμό. Αυτό
είναι το μυστικό εκείνου που ονομάζουν επιθετικό μας πνεύμα. Οι άλλοι
εξάντλησαν τον φυλετικό τους δυναμισμό· εμείς είμαστε γεμάτοι, φουσκωμένοι· πατάς το
κουμπί και ξεχύνεται. Εκείνων, οι μεγάλες νίκες ανήκουν στην Ιστορία· τα δικά
μας Βαλμύ και Τραφάλγκαρ δεν έχουν δοθεί ακόμη…» (σελ. 142).
Μα τι λέει; Ήδη στο Ελ
Αλαμέιν είχαν ηττηθεί, και ο φον Πάουλους είχε παραδοθεί με τη στρατιά του στο
Στάλινγκραντ.
Υπάρχει ένα διαλογικό
μέρος που όμως δεν είναι ακριβώς διάλογος, όπου ο ναζί πράκτορας εκθέτει τις
απόψεις του στον Πήτερ, πολύ ενδιαφέρουσες και διεισδυτικές από κάποιες απόψεις,
χωρίς αυτός να τις αντικρούει, αιτιολογώντας στο τέλος το γιατί.
«…το Ροβεσπιέρο, που
θέλησε να ιδρύσει μια νέα θρησκεία και συγκέντρωνε το λαό του Παρισιού για να
δει μια γυμνή θεατρίνα που ενσάρκωνε τη θεά Λογική» (σελ. 150).
Το ξέρατε εσείς αυτό; Εγώ
δεν το ήξερα.
«Μην περιμένετε από υγιά
κίνητρα να σας οδηγήσουν σε νοσηρές πράξεις αυτοθυσίας. Η ευημερία της φυλής
βρίσκεται πάνω σε κείνους που πληρώνουν φανταστικά χρέη. Ξερίζωσε τις ρίζες της
ενοχής τους και δε θα μείνει παρά η άμμος της ερήμου» (σελ. 157).
Πάλι γενικεύει, ένα από τα
είδωλα της φυλής (Μπέηκον) η γενίκευση.
«Ρίχνει το δίσκο, μα σε
λαθεμένη κατεύθυνση, και το βαρύ όργανο χτυπάει στο κεφάλι την άμοιρη γυναίκα
μου που λιποθυμάει μ’ ένα μυστηριώδες χαμόγελο στα χείλη» (σελ. 159).
Κι άλλο πραγματολογικό
λάθος. Ακόμη και να μην της έκοβε το κεφάλι στα δυο, πάλι θα την άφησε σέκο.
Ο Κέσλερ, σαν άλλος Κάφκα
και Ντοστογιέφσκι, παρεμβάλει δυο ιστορίες αλληγορικές μέσα στην αφήγησή του, πάρα
πολύ ωραίες, υποτίθεται διηγήματα που έγραψε ο Πήτερ κατά τη διάρκεια της
αναμονής της έγκρισης της αίτησής του.
Εξαιρετικός ο Κέσλερ, θέλω
να διαβάσω κι άλλα έργα του, παρά το ότι...
No comments:
Post a Comment