Νένα Κοκκινάκη, Μια πολυθρόνα στο σαλόνι
Κρητικά Επίκαιρα, Οκτώβρης 1993
Μετά τη "Χάρτινη γυναίκα" (Δόμος 1991) και τους "ιριδισμούς
στην απουσία" (Δόμος 1992), η Νένα Κοκκινάκη μας παρουσιάζει
το καινούριο της βιβλίο, το "Μια πολυθρόνα στη γωνιά" (Δόμος
1993).
Σε κάποιο σημείωμά μας είχαμε επισημάνει ότι ο πλούτος της
μυθοπλασίας στη νεοελληνική πεζογραφία είναι αντιστρόφως
ανάλογος με την λογοτεχνικότητα, ή καλύτερα την
ποιητικότητα, του κειμένου. Αν η διεκπεραιωτική γλώσσα, όπως τη
χαρακτήρισε κάποιος βιβλιοκριτικός, του Απόστολου
Δοξιάδη, υπεραναπληρώνεται με τον πλούτο της μυθοπλασίας του
"Μακαβέτα" και του "Θείου Πέτρου", η υποτυπώδης μυθοπλασία των
έργων της Νένας Κοκκινάκη υπεραναπληρώνεται από την πλούσια
ποιητική της γλώσσα, για την οποία έχει μιλήσει σε πρόσφατο
συνέδριο η καθηγήτρια Ζωή Σαμαρά, σε εισήγησή της με τίτλο "η
ποιητική πρόζα στο έργο της Νένας Κοκκινάκη. Όμως ο πληθωρικός
λυρισμός που ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της ποιητικής της
πρόζας στα δυο προηγούμενα έργα της, στο τελευταίο έργο της
τίθεται υπό έλεγχο, ισορροπώντας με μια ανάλογη ανάπτυξη της
μυθοπλασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι λίγοι μακροσκελείς
μονόλογοι των δυο προηγούμενων έργων έχουν αντικατασταθεί με
αυθεντικούς διαλόγους. Όμως και πάλι η συγγραφέας ενδιαφέρεται
περισσότερο για την κατάθεση των σκέψεων, των συναισθημάτων
και των εμπειριών της παρά για το στήσιμο ιστοριών. Είναι
αλήθεια περίεργο που αφηγηματικά είναι πιο ενδιαφέρον το
αυθεντικό αυτοβιογραφικό υλικό, απ' ότι το πεποιημένο
μυθοπλαστικό.
Η Αγγελική, η αφηγήτρια, υφίσταται τις ματαιώσεις που
επιφυλάσσει σε καθένα μας η ζωή, στην περίπτωσή της
ισχυρότερες είναι αλήθεια. Η καταφυγή στις αναμνήσεις της
παιδικής ηλικίας, από τα συνηθισμένα μοτίβα της πεζογραφίας
μας, οδηγεί την Αγγελική και τις συμμαθήτριές της σε μια
μάζωξη των παλιών συμμαθητριών, κάτι που συνηθίζεται πλατιά τα
τελευταία χρόνια."-Θα προτιμούσα να είμαι μαθήτρια ακόμη, κι
ας ήμουν χοντρή", θα ομολογήσει μια από τις συμμαθήτριες. Και η
αφηγήτρια θα καταλήξει στο σχετικό κεφάλαιο;"...η μοναδική
μας πατρίδα μένει η παιδικότητα".
Η συγγραφέας θα δώσει το λόγο στη συνέχεια στη φίλη της
Αγγελικής, την Όλγα, η οποία σε μεγάλο βαθμό αποτελεί μια
προβολή του ιδανικού εαυτού της, την εξομολόγηση της οποίας
παραθέτει σε ευθύ λόγο στις τελευταίες 25 σελίδες του
βιβλίου. Πρόκειται για το φαινόμενο της ένθεσης (enchassement)
ή εγκιβωτισμού, κατά το οποίο έχουμε την εισαγωγή μιας
δεύτερης διήγησης που υποτάσσεται μέσα στην πρώτη.
Ενώ στην αφήγηση της Αγγελικής κυριαρχεί η ματαίωση της
επικοινωνίας με ένα σύντροφο η σχέση με τον οποίο κατάντησε
συμβατική, και την οποία καταγγέλλει στους "Ιριδισμούς της
απουσίας", στην αφήγηση της Όλγας κυριαρχεί η ελπίδα της
πληρότητας μιας σχέσης ελπιδοφόρας. Και η αισιοδοξία που
αποπνέουν και τα τρία έργα της συγγραφέως, τόσο στο επίπεδο
της γραφής όσο και της μυθοπλασίας, με τις ιστορίες της να
καταλήγουν πάντα σε happy end, φαίνεται εδώ και από την
υπέρβαση ενός ασφυκτικού παρόντος, όχι μόνο μέσω της
αναπόλησης, αλλά και μέσω της ονειροπόλησης, όχι μόνο προς τις
αναμνήσεις του παρελθόντος, αλλά κυρίως προς την ελπίδα του
μέλλοντος, με την οποία κλείνει το βιβλίο.
Book review, movie criticism
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment