Νίκος Καζαντζάκης, Νικηφόρος Φωκάς
Την ίδια χρονιά που δημοσιεύτηκε ο «Οδυσσέας», το 1927,
δημοσιεύτηκε και ο «Νικηφόρος Φωκάς». Ίσως να γράφηκε επίσης την ίδια χρονιά, όπως
ο «Οδυσσέας».
Σε προηγούμενη ανάρτησή μου για τον Χριστόφορο Κολόμβο
έγραφα ότι δεν είναι ιδιαίτερα κατάλληλο πρόσωπο σαν σύμβολο του αγωνιζόμενου
ανθρώπου και εξηγούσα τους λόγους. Κάτι ανάλογο μπορούμε να πούμε και για τον
Νικηφόρο Φωκά, ότι δηλαδή δεν είναι τραγικό πρόσωπο, δεν μπορούμε να νοιώσουμε
γι’ αυτόν το αίσθημα του «ελέου» που νιώθουμε για τους τραγικούς ήρωες, όπως
επισημαίνει ο Αριστοτέλης.
Όμως πολλοί χριστιανοί, ελπίζω όχι όλοι, θα τον θεωρήσουν ως
τραγικό πρόσωπο.
Ο Νικηφόρος Φωκάς, προς δόξαν του Χριστού, φορολογούσε άγρια
το λαό για να χρηματοδοτεί τις εκστρατείες του εναντίον των απίστων.
«Σκλάβοι, σκοπό δεν έβαλα στην άγρια τη ψυχή μου
τις άπατες να μάχουμαι κοιλιές σας να χορταίνω
και σε ντροπές ειρηνικές να πέφτετε γελώντας!
Κι όντας σωρούς σας φέρνω στον Ιππόδρομο
τα κούρσα των βαρβάρων,
να χαχανίζετε κοπρολαλώντας.
Γιατ’ είμαι βασιλιάς, δεσπότης των Ρωμαίων!
δεν είμαι τσέλιγκας εγώ σε οκνά κοπάδια
γιδοπρόβατα·
ο γίσκιος είμαι του Θεού στη γης την άδεια,
και χρέος μου σε λιόβατα
βουνά και μες στα χιόνα
τους άπιστους να πολεμώ και να σκοτώνω! (σελ. 391).
Ήταν τόσο πιστός ο Νικηφόρος Φωκάς ώστε στο τέλος της ζωής
του ετοιμαζόταν να κλειστεί σε μοναστήρι και να παραδώσει την εξουσία στον
αδελφό του τον Λέοντα. Ήταν τόσο καταπιεσμένος ο λαός, ώστε τον μισούσε
αφάνταστα. Στο έργο βλέπουμε να τον γιουχαΐζουν και να τον πετροβολούν.
Τη δολοφονία του την δέχτηκε με μεγάλη χαρά.
Όμως ενώ χωλαίνει ο Νικηφόρος Φωκάς ως τραγικό πρόσωπο,
αναδεικνύεται περίτρανα η νιτσεϊκή αντίληψη που έχει ο Καζαντζάκης για τη
γυναίκα: δεν είναι είπαμε η μούσα, στέκεται πάντα εμπόδιο στις υψηλές επιδιώξεις
του άντρα. Και, σκέφτομαι τώρα, μούσα είναι, ή μπορεί να είναι, μόνο για τους
καλλιτέχνες, για τους ανθρώπους της δράσης μάλλον είναι εμπόδιο. Η παλλακίδα
στο «Αντίο παλλακίδα μου» το ήξερε αυτό πολύ καλά και γι’ αυτό αυτοκτόνησε, για
να μην έχει την έγνοια της ο αγαπημένος της πριν τη μεγάλη μάχη με την
αμφίρροπη έκβαση. Στην περίπτωση όμως του Φωκά είναι κάτι χειρότερο:
επικίνδυνη. Αυτή μηχανεύτηκε την εξόντωσή του σε συνεργασία με τον Ιωάννη
Τσιμισκή·
ο οποίος βέβαια δεν την έβαλε μετά δίπλα στο θρόνο του, παραήταν γριά γι’
αυτόν, αλλά και επικίνδυνη: την έστειλε σε μοναστήρι.
«ΘΕΩΦΑΝΩ: Παλεύεις με ίσκιους και φαντάσματα, κι αφήνεις
το μόνο σίγουρα αγαθό στη γης, τη σάρκα·
δεν τη λυπάσαι; δεν τη θες; για κοίταξέ με!» (σελ. 393).
Τον παρασύρει σε ένα τελευταίο πήδημα, που του στοίχισε τη
ζωή.
Υποτίθεται όμως ότι δεν έπεσε αμαχητί στην αγκαλιά της.
«ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ: Λιγοθυμάει το μισητό γλυκό κορμί της
μοσκομυρίζοντας μες στην τραχιά μου αγκάλη·
Κύριε, φωνάζω σου στερνή φορά, βοήθεια!
ολάνθιστος γκρεμός της γυναικός το σώμα! (σελ. 464).
Η Ιουδήθ της παλαιάς διαθήκης είναι το ιστορικό προηγούμενο,
ενώ η Καρλότα Κορντέ που δολοφόνησε τον Μαρά είναι το ιστορικό επόμενο. Δεν
ξέρω για μεθεπόμενο, αλλά κι αν δεν υπάρχει σίγουρα θα υπάρξει.
Το μόνο που σώζει στη συνείδησή μου τον Νικηφόρο Φωκά είναι
ότι μας απάλλαξε, εμάς τους κρητικούς, από τους Σαρακηνούς·
τους ίδιους Σαρακηνούς που εξεδίωξε η Ισαβέλλα και ο Φερδινάνδος από την
Ισπανία πεντακόσια χρόνια αργότερα· για την ακρίβεια, τα τρισέγγονά τους.
Και εδώ έχουμε ανισοσύλλαβους ιαμβικούς στίχους, όμως επί
πλέον έχουμε και κάτι άλλο. Συχνά συναντούμε ομοιοκαταληξία, είτε ζευγαρωτή
είτε σταυρωτή. Ακόμη υπάρχει και μια υποψία στροφών, που καταλήγουν σε ημιστίχια
δίνοντας ένα εφέ εντυπωσιακού τέλους. Οι ίαμβοι αυτοί, ιδιαίτερα προς το τέλος
του έργου, έχουν μια εξαιρετική μουσικότητα.
«ΣΑΡΑΚΗΝΗ: …Γιατί με σιδερένιο αλέτρι,
βαριά πατώντας την παλάμη ετούτος,
οργώνει το άγιο των προγόνων ψυχομέτρι,
και καίγοντας το αμύθητό μου πλούτος
σπέρνει στα σπίτια των πατέρων μου τα ηλιόκαλα
διπλόφουχτα το αλάτι και τα κόκαλα.
Μα θες δε θες, Αλλάχ, θ’ ακούσεις
του άγριου σαρακηνού μου σπλάχου την κραυγή,
και με διπλό τσεκούρι εγδικητής θα κρούσεις
τη γη! (σελ. 327).
Και ένα τελευταίο απόσπασμα:
«ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ: …Έσφαξα, ναι, μωρά παιδιά, φυλές ξεπάστρεψα
πάνω απ’ το πρόσωπο της γης, για να δοξάσω
και να στηλώσω το Θεό στο μαύρο χώμα...» (σελ. 456).
Αυτό δεν κάνουν και οι τζιχαντιστές;
Λάθος: Αυτοί το κάνουν για να στηλώσουν τον Αλλάχ…
Πόσο ακριβής ιστορικά είναι η παρουσίαση αυτή του Νικηφόρου
Φωκά, αλλά και κάθε απεικόνιση ενός πραγματικού προσώπου; Υπάρχει ασφαλώς μια
απόκλιση, που δεν είναι όμως πάντα εύκολο να ξέρουμε πόση είναι αυτή.
No comments:
Post a Comment